
Δεκέμβριος 2025 Δ Τ Τ Π Π Σ Κ 1 2 3 4 5 6 7 8 9 10 11 12 13 14 15 16 17 18 19 20 21 22 23 24 25 26 27 28 29 30 31 


Η δουλειά μας είναι να διδάσκουμε τους μαθητές που έχουμε. Όχι εκείνους που θα θέλαμε να έχουμε. Ούτε εκείνους που κάποτε είχαμε. Μόνο αυτούς που έχουμε αυτή τη στιγμή. Όλους όμως αυτούς. (Kevin Maxwell –Αμερικανός παιδαγωγός)
Στη σύγχρονη εποχή θεωρώ ότι το μεγαλύτερο δίλημμα που μπορεί να αντιμετωπίσει ένας εκπαιδευτικός είναι το εξής: να μείνει ακλόνητος στη θέση του βάζοντας κόντρα στην καταιγιστική πορεία των μαθητών του προς το μέλλον με πιθανό όμως κίνδυνο το μεταξύ τους χάσμα να γίνει τεράστιο ή να ακολουθήσει από κοντά την πορεία των μαθητών του, μειώνοντας το χάσμα, παίρνοντας όμως το ρίσκο του τι επιφυλάσσει το χωρίς φρένα ταξίδεμα όλων προς το μέλλον;
Το δημιουργικό μπάχαλο και τα παιδιά του multitasking
Τη σημερινή εποχή, κακά τα ψέματα, η συντριπτική πλειοψηφία των εκπαιδευτικών καταναλώνει μεγάλο μέρος από την ενέργειά της για την επίτευξη ησυχίας και τάξης μέσα στην αίθουσα. Η αιτιολογία που προβάλει είναι πως η μάθηση προϋποθέτει συγκέντρωση και η συγκέντρωση με τη σειρά της προϋποθέτει ησυχία. Σωστά, μόνο που κρίνει εξ ιδίων τα αλλότρια. Για τους μαθητές της σημερινής εποχής δεν φαίνεται να ισχύει κάτι τέτοιο.
Οι νέοι σήμερα έχουν πολύ πιο αυξημένη την ικανότητα για multitasking = πολυδιεργασία (να κάνουν ταυτόχρονα πολλά πράγματα μαζί). Πάρα πολλοί από αυτούς μπορούν να προσέχουν στο μάθημα ενώ ταυτόχρονα κάνουν και κάτι άλλο όπως π.χ να μιλάνε με το διπλανό τους. Οι εκπαιδευτικοί από την μεριά τους το χαρακτηρίζουν έλλειψη συγκέντρωσης, αλλά μήπως όμως τελικά πρόκειται για ένα νέο είδος δεξιότητας που εκείνοι απλά δεν κατέχουν; Παλαιότερα οι καλοί σε επίδοση μαθητές ήταν πάντα ήσυχοι και συγκεντρωμένοι μέσα στην τάξη. Τη σημερινή εποχή σε αρκετό ποσοστό «οι καλοί μαθητές» είναι αρκετά ανήσυχοι και με διασπασμένη προσοχή. Παλαιότερα όταν οι μαθητές ένιωθαν ότι κάτι τους ενδιέφερε έκαναν ησυχία για να ακούσουν. Σήμερα όταν κάτι τους κεντρίζει το ενδιαφέρον, θέλουν να πουν. Και έχουν ανυπομονησία να πουν, γι’ αυτό μπορεί να μιλάνε όλοι μαζί και χωρίς να τους έχει δοθεί ο λόγος πρώτα.
Είναι συνηθισμένη πλάνη να πιστεύουμε ότι η ησυχία μέσα στην τάξη συνεπάγεται και παρακολούθηση του μαθήματος αλλά και το αντίστροφο ότι κάθε φασαρία είναι ένδειξη αδιαφορίας για το μάθημα. Παράδειγμα: προσωπικά μου συμβαίνει πολύ συχνά τελευταία ο υπερβάλλων ζήλος των μαθητών να αποδιοργανώνει την τάξη και να διαταράσσει την ησυχία. Οφείλω βέβαια να παραδεχτώ ότι εκείνος που αποδιοργανώνεται τελικά από μια τέτοια στάση των μαθητών είμαι μάλλον εγώ ο ίδιος και όχι εκείνοι. Ίσως έχει έρθει ο καιρός που εμείς οι εκπαιδευτικοί πρέπει να αυξήσουμε το όριο ανοχής μας στη φασαρία των μαθητών. Να μάθουμε να την αντέχουμε λίγο παραπάνω και να μην την ενοχοποιούμε εκ προοιμίου ως ένδειξη αδιαφορίας προς το μάθημα. Υπάρχει η αυξημένη πιθανότητα να πρόκειται για έκρηξη ενδιαφέροντος. Το δημιουργικό μπάχαλο είναι σίγουρα καλύτερο από την ησυχία νεκροταφείου.
Παθητικά παιδιά ή παθητική παιδεία;
Το θέμα είναι ότι τα παιδιά σήμερα λόγω της έκρηξης της τεχνολογίας έχουν μάθει να έχουν άμεση πρόσβαση στο καθετί και στον καθένα (να είναι online) και έτσι θεωρούν ότι μπορούν να έχουν άμεση ανταπόκριση και από τους εκπαιδευτικούς τους. Γι’ αυτό είναι ανυπόμονοι και άμεσοι όσον αφορά την εκδήλωση διάθεσης επικοινωνίας. Και την ώρα που κάτι τους κεντρίζει το ενδιαφέρον και αποφασίζουν να αναλάβουν δράση, έστω και αν αυτή είναι σπασμωδική και άκομψη, εμείς οι εκπαιδευτικοί τους κόβουμε λέγοντάς τους: «μείνετε ακίνητοι, κάντε ησυχία και ακούστε»!! Και μετά αναρωτιόμαστε γιατί τα σημερινά παιδιά είναι τόσο παθητικά.
Επικρατεί η άποψη ότι για την παθητικότητα των σημερινών παιδιών ευθύνεται η υπερβολική τους ενασχόληση με τα καλούδια των νέων τεχνολογιών: κινητά, υπολογιστές, ίντερνετ κ.α. Ας δούμε το θέμα με μια άλλη ματιά. Κατά τη γνώμη μου την παθητικότητα ενός παιδιού δεν την αυξάνει το μεγάλο μέγεθος της πληροφορίας που δέχεται από τις τεχνολογικές συσκευές αλλά το γεγονός ότι δεν ξέρει τι να την κάνει αυτή την πληροφορία. Κανείς δεν του μαθαίνει τι να πετάξει, τι να κρατήσει και πώς να την κάνει δημιουργική αυτή την πληροφορία. Το σχολείο με τον τρόπο του λέει: «Πέτα τη όλη, είναι άχρηστη και επικίνδυνη. Ασχολήσου μόνο με τα επιτεύγματα του παρελθόντος». Αυτό έχει σαν αποτέλεσμα τα παιδιά να ζουν στο μέλλον έξω από το σχολείο και το σχολείο να τα επαναφέρει απότομα στο παρελθόν. Ο απόλυτος διχασμός. Μήπως τελικά παθητικότητα επιδεικνύει και ολόκληρο το εκπαιδευτικό σύστημα όταν επιμένει σε μεθόδους του παρελθόντος που είναι φανερό ότι δεν έχουν αποτέλεσμα στα σημερινά παιδιά; Είναι μεγάλη ψευδαίσθηση να πιστεύουμε εμείς οι εκπαιδευτικοί ότι είμαστε θεματοφύλακες του πλούτου του παρελθόντος όταν το παρελθόν όλο και περισσότερο μοιάζει και πιο μακρινό και κινδυνεύει σε λίγα χρόνια να μην φαίνεται πια καθόλου στον ορίζοντα.
Κατά τη γνώμη μου ήρθε η ώρα που οι εκπαιδευτικοί και το εκπαιδευτικό σύστημα θα πρέπει να αποδεχτούν το νέο τους ρόλο: να περιορίσουν το χάσμα που πάει να δημιουργηθεί ανάμεσα στο παρελθόν και στο μέλλον. Όχι όμως μένοντας προσκολλημένοι στο παρελθόν, ούτε προσπαθώντας να ανακόψουν το μέλλον, αλλά ενώνοντας τα δύο με γέφυρα το παρόν.
Ένα επικίνδυνο χάσμα: εκπαιδευτικοί στο παρελθόν και μαθητές στο μέλλον
Συγκρίνοντας τους μαθητές από γενιά σε γενιά διακρίνουμε μια δραματική αλλαγή στη στάση τους απέναντι στη διδασκαλία. Ένα ίσως βιαστικό συμπέρασμα θα καταλήξει ότι οι σημερινοί μαθητές προσέχουν λιγότερο, καταλαβαίνουν λιγότερα και ενδιαφέρονται λιγότερο για τη γνώση. Μάλιστα ως η σημαντικότερη αιτία αυτών προβάλλεται η αποβλάκωσή τους από τη χρήση των νέων τεχνολογιών. Βέβαια το να λέμε το εξής: «τα παιδιά σήμερα έχουν χαζέψει από το πολύ κινητό και ίντερνετ» είναι λιγάκι παράδοξο από τη στιγμή που εμείς είμαστε αυτοί που το εφηύραμε, το καθιερώσαμε και τους το αγοράζουμε.
Θα τολμήσω να εκφράσω μια άποψη που είμαι σίγουρος ότι θα προκαλέσει έντονο και εύλογο αντίλογο. Μήπως ο κόσμος πλέον γύρω μας αλλάζει με μεγάλη ταχύτητα εκτός από ένα πράγμα που επιμένει να μένει στάσιμο εδώ και δεκαετίες: οι προσδοκίες των εκπαιδευτικών από τους μαθητές τους. Οι εκπαιδευτικοί στην πλειοψηφία τους έχουν τις ίδιες απαιτήσεις και προσδοκίες από τους σημερινούς μαθητές με εκείνες που είχαν και από τις παλαιότερες γενιές μαθητών. Συνεχίζουν να επιζητούν το μοντέλο του ήσυχου και «διαβαστερού» μαθητή σε μία εποχή με πολύ «θόρυβο», εξωφρενική ταχύτητα και απειρίζουσα πληροφορία. Μήπως το πρότυπο που έχουν στο μυαλό τους είναι η δική τους στάση ως μαθητές πριν από πολλά χρόνια;
Τα σημερινά παιδιά φαίνεται να παρουσιάζουν έλλειμμα κριτικής σκέψης. Είναι φως φανάρι το γιατί: το μάθημα που τους παρέχουμε είναι για παιδιά του μακρινού παρελθόντος. Συνεχίζουμε να τα φορτώνουμε με πληροφορία η οποία αναπόφευκτα χάνεται μέσα στην τεράστια πληροφορία που έτσι και αλλιώς δέχονται καθημερινά, ενώ στο μέλλον, που συνεχώς έρχεται όλο και πιο γρήγορα, το μόνο που θα τους χρειαστεί είναι η κριτική σκέψη. Μήπως αυτό που οι εκπαιδευτικοί ονομάζουν αδιαφορία και ανικανότητα των σημερινών μαθητών δεν είναι τίποτα άλλο πάρα το τεράστιο χάσμα μεταξύ εκπαιδευτικής διαδικασίας και μαθητών το οποίο δημιουργήθηκε γιατί οι εκπαιδευτικοί στην μεγάλη τους πλειοψηφία επιμένουν στα ίδια ενώ οι μαθητές είναι συνεχώς σε κάτι καινούργιο;
Το θέμα λοιπόν είναι πώς θα καταφέρουμε το χάσμα αυτό να μην γίνει τάφρος. Υπάρχει τρόπος ή είναι κάτι τέτοιο είναι αναπόφευκτο; Το μόνο σίγουρο είναι πως η φόρα των μαθητών προς το μέλλον δεν ανακόπτεται και δεν είναι σωστό να ανακοπεί. Η εκπαιδευτική πράξη πρέπει να λαμβάνει υπόψη το πώς πραγματικά είναι οι μαθητές σήμερα και όχι το πώς θα θέλαμε να είναι. Είναι ζωτική ανάγκη οι εκπαιδευτικοί να συνειδητοποιήσουν τις ιδιαιτερότητες των σημερινών μαθητών και να τις αποδεχτούν. Η αποδοχή της διαφορετικότητας και η ενσυναίσθηση είναι οι γέφυρες στο χάσμα που υπάρχει μεταξύ τους. Αντίθετα η χειραγώγηση, η κατήχηση, η πατερναλιστική διάθεση και η ενοχοποίηση μεγεθύνουν το χάσμα αυτό.
Ένα διδακτικό παραμύθι: «Όταν το παρελθόν συνάντησε το μέλλον»
Ακούστε ένα παραμύθι από το παρελθόν μέχρι το μέλλον. (Γι’ αυτό δεν ξεκινάει με το: Μια φορά και ένα καιρό…)
Οι μαθητές ήταν οι επιβάτες μιας υπερταχείας αμαξοστοιχίας που έτρεχε με υπερηχητική ταχύτητα και οι εκπαιδευτικοί ήταν οι ελεγκτές της κυκλοφορίας ακίνητοι δίπλα στις ράγες να φωνάζουν στους μαθητές: «ιστορία, λογοτεχνία, επιστήμες, ο πλούτος του παρελθόντος, αξίες, ελαττώστε ταχύτητα γιατί…..» Αλλά οι μαθητές δεν γινόταν να ακούσουν αφού έτρεχαν πιο γρήγορα από την ταχύτητα του ήχου.
Πέρασε ο καιρός, είδαν και αποείδαν οι εκπαιδευτικοί και σκέφτηκαν ότι αφού ο ήχος δεν φτάνει στους μαθητές τους να τους τα δείχνουν όλα με εικόνες. Έτσι έκαναν όλη τη γνώση power-point και βίντεο. Μόνο που δεν είχαν προβλέψει την εξέλιξη της τεχνολογίας και πως η αμαξοστοιχία των μαθητών δεν έτρεχε πια με την ταχύτητα του ήχου αλλά του φωτός. Οι μαθητές δεν προλάβαιναν πλέον να δουν τίποτα από τον έξω κόσμο μέσα από τα παράθυρα της αμαξοστοιχίας. Οπότε όλη αυτή η δουλειά των εκπαιδευτικών με τις εικόνες πήγε στράφι και ένιωθαν αόρατοι για τους μαθητές τους. Το μόνο που μπορούσαν να κάνουν οι μαθητές πλέον ήταν να παρατηρούν τον κόσμο μέσα από κάτι μικρές οθόνες που είχαν μαζί τους μέσα στην αμαξοστοιχία. Και έτσι σταμάτησαν να κοιτάνε έξω. Το χάσμα μεταξύ εκπαιδευτικών και μαθητών κινδύνευε να γίνει τάφρος μιας και οι μαθητές όλο ξεμάκραιναν και οι εκπαιδευτικοί έμεναν ασάλευτοι στην ίδια θέση.
Οι εκπαιδευτικοί τότε αποφάσισαν να τα παίξουν όλα για όλα. Σε κάποια στάση από τις λιγοστές που έκανε η αμαξοστοιχία επιβιβάστηκαν και αυτοί και πολύ διακριτικά έκατσαν σε διπλανές θέσεις με τους μαθητές τους. Οι μαθητές αν και παραξενεύτηκαν στην αρχή από την παρουσία των εκπαιδευτικών μετά από λίγο επέστρεψαν το βλέμμα τους πάλι στις μικρές οθόνες. Τότε συνέβη κάτι περίεργο: οι εκπαιδευτικοί ρώτησαν τους μαθητές αν θα τους επέτρεπαν να κοιτάξουν και εκείνοι μέσα από τις μικρές οθόνες των μαθητών. Οι μαθητές δέχτηκαν με απροθυμία και καχυποψία φοβούμενοι την επίπληξη και την κατήχηση που πιθανόν να ακολουθούσε. Οι εκπαιδευτικοί όμως άρχισαν να δείχνουν μεγάλο ενδιαφέρον για τις οθόνες και να ρωτάνε τι είναι εκείνο, τι είναι το άλλο. Οι μαθητές ξαφνιάστηκαν. Δεν περίμεναν μια τέτοια στάση των εκπαιδευτικών και σήκωσαν το βλέμμα από τις οθόνες αναζητώντας τα μάτια των συμμαθητών τους για να δουν αν όλοι είχαν την ίδια εντύπωση. Όλοι κοιταζόντουσαν πλέον στα μάτια με ματιές συνωμοτικές, σαν να μοιράζονταν το ίδιο μυστικό. Κάποιοι μάλιστα κοίταξαν έξω από τα παράθυρα και είδαν για πρώτη φορά τον κόσμο όπως ήταν στην πραγματικότητα. Είδαν την ιστορία, τη λογοτεχνία, τις επιστήμες, τις τέχνες και όλο αυτό τον πλούτο του παρελθόντος. Εύλογα οι περισσότεροι πίστεψαν ότι η αμαξοστοιχία είχε σταματήσει να τρέχει. Βλέπετε, δεν τους πέρναγε ποτέ από το μυαλό ότι απλά ο κόσμος πλέον έτρεχε μαζί τους.
Ο πλούτος του παρελθόντος να είναι πυξίδα ή άγκυρα;
Και αν θέλουμε οι μαθητές να μην ξεχάσουν την ιστορία, την λογοτεχνία, τις επιστήμες, την τέχνη και όλο αυτό τον πλούτο του παρελθόντος η μόνη λύση είναι να τα πάρουμε όλα αυτά μαζί μας ως πυξίδα στο ταξίδι μας για το μέλλον και όχι να τα χρησιμοποιήσουμε ως άγκυρα επειδή φοβόμαστε το ταξίδι. Το ταξίδι αυτό είναι αναπόφευκτο να γίνει και προσοχή: αν η άγκυρα σπάσει θα μείνει για πάντα στα βάθη των ωκεανών.




Υποθέτω ότι κατά την διάρκεια της επαγγελματικής πορείας οποιοιδήποτε εκπαιδευτικού συμβαίνουν μεταξύ άλλων και πολλά περίεργα γεγονότα. Ξέρετε, από αυτά που όταν ακούς να περιγράφονται από άλλους δυσκολεύεσαι να τα πιστέψεις. Μιλώντας με συναδέλφους μου διαπίστωσα ότι και εκείνοι έχουν αρκετές παράξενες ιστορίες «στο βιογραφικό τους». Ξέρετε από εκείνες που όταν τις ακούς λες από μέσα σου (ή και από έξω σου): «Δεν γίνονται αυτά τα πράγματα!!!». Και όμως γίνονται, όταν ως εκπαιδευτικός, ισορροπείς κάπου ανάμεσα σε δύο κόσμους: τον ονειρικό κόσμο των παιδιών και τον πραγματικό κόσμο των μεγάλων. Σε αυτό το μεταίχμιο όλα είναι πιθανό να συμβούν.
Οι παρακάτω ιστορίες είναι ένα μικρό μόνο μέρος από τις δικές μου παράξενες ιστορίες και έχουν συμβεί κατά την διάρκεια του μαθήματός μου σε διάφορα τμήματα. Είναι πέρα για πέρα αληθινές. Μόνο τα ονόματα και κάποιες λεπτομέρειες έχουν αλλαχτεί για ευνόητους λόγους.
Πριν από μερικά χρόνια για να συμπληρώσω το ωράριό μου τοποθετήθηκα για μια μέρα τη βδομάδα σε ένα απογευματινό τεχνικό Λύκειο. Τα «παιδιά» σε αυτό το Λύκειο τα έβαλα όπως είδατε σε εισαγωγικά αφού τα περισσότερα από αυτά ήταν ενήλικες μεγαλύτεροι σε ηλικία από μένα. Ξέρετε άνθρωποι της βιοπάλης, εξαιρετικοί τεχνίτες οι περισσότεροι, που ήθελαν να πάρουν ένα απολυτήριο Λυκείου.
Η ημέρα είναι 6 Δεκεμβρίου. Όπως είναι γνωστό η 6η Δεκεμβρίου είναι ημέρα μνήμης του Αλέξανδρου Γρηγορόπουλου για την οποία έχει επικρατήσει στα πιο πολλά σχολεία της χώρας οι μαθητές να κάνουν αποχή και να μην μπαίνουν στις τάξεις. Ως εκ τούτου λοιπόν και στο απογευματινό αυτό Λύκειο όλα τα τμήματα έχουν αποφασίσει αποχή πλην ενός : του τμήματος που το έχω εγώ μάθημα τις τρεις πρώτες ώρες. Συγκεκριμένα τέσσερις μαθητές του τμήματος αυτού έχουν μπει στις τάξεις τους . Εγώ φυσικά είμαι υποχρεωμένος να μπω για μάθημα. Είμαι λοιπόν καθισμένος στην έδρα και περνάω τις απουσίες στο απουσιολόγιο που εκείνη την μέρα έχει γεμίσει.
Ξαφνικά ανοίγει η πόρτα και μπροστά στα μάτια μου ξετυλίγεται το εξής σουρεαλιστικό σκηνικό: Ένας τύπος γύρω στα σαράντα, που τον έβλεπα για πρώτη φορά, με σώμα bodybuilder και με καλυμμένο το μισό κορμί από τατουάζ, πλαισιωμένος δεξιά και αριστερά από δύο άλλους παρόμοιας εμφάνισης τύπους, με πλησιάζει με απειλητικό ύφος και μου λέει: «εσύ είσαι ο δάσκαλος που χαλάει την αποχή των παιδιών;» Εγώ φυσικά έχω κερώσει από το φόβο αλλά βρίσκω την ψυχραιμία μου αν και διαισθάνομαι ότι όπου να’ ναι θα τις μαζέψω. «Εσύ ποιος είσαι και γιατί μπαίνεις έτσι στην αίθουσα» του λέω με δήθεν ψαρωτικό ύφος. «Καλά δεν ντρέπεσαι να μην με ξέρεις; Τι δάσκαλος είσαι εσύ; Ο Νεκτάριος είμαι. Ο πρόεδρος του δεκαπενταμελούς του σχολείου τα τελευταία εννιά χρόνια» μου λέει με έξαλλο ύφος. Εν τω μεταξύ οι τέσσερις μαθητές που ήταν καθισμένοι στα θρανία τους την έχουν κάνει με ελαφρά πηδηματάκια ζητώντας συγνώμη από τον Νεκτάριο και δικαιολογώντας τον εαυτό τους ότι δήθεν δεν ήξεραν για την αποχή. Τώρα είμαι πλέον σίγουρος ότι δεν γλυτώνω το ξύλο. Αποφασίζω να τα παίξω όλα για όλα. Παίρνω το απόλυτο θυμωμένο μου ύφος και λέω του προέδρου Νεκτάριου: «Καλά δεν ντρέπεσαι να με αδειάζεις έτσι μπροστά στους μαθητές μου. Που ξέρεις εσύ τι πιστεύω εγώ για την σημερινή ημέρα μνήμης; Η αποχή είναι των παιδιών όμως , δεν είναι των καθηγητών οπότε εγώ είμαι υποχρεωμένος να μπω στο τμήμα και να κάνω μάθημα. Κατάλαβες τώρα;» Και ενώ περιμένω με κομμένη ανάσα το μοιραίο και είμαι σίγουρος ότι η σημερινή μέρα θα είναι από εδώ και πέρα και μέρα δικής μου μνήμης, συνέβη το εξής απίστευτο: Ο Νεκτάριος έρχεται κοντά μου με αγκαλιάζει σφιχτά και αρχίζει σχεδόν με αναφιλητά να λέει : «Δάσκαλε, τι σου έκανα δάσκαλε; Έχεις δίκιο δεν φταις εσύ σε τίποτα. Χίλια συγνώμη. Πω-πώ τι έκανα ο ηλίθιος;». Εννοείται ότι εγώ έχω πάθει πλάκα αφού εκεί μπροστά μου ένας γίγαντας έχει μεταμορφωθεί σε ένα μικρό παιδάκι το οποίο με κοιτάζει με ντροπιασμένα μάτια. Μόνο μετά από λίγο ο γίγαντας ξαναεμφανίστηκε στο πρόσωπο του Νεκτάριου και μου είπε συνωμοτικά: «Δάσκαλε , όποιος σε πειράξει από εδώ και πέρα να το πεις στον Νεκτάριο, ντάξει;» «Ντάξει» του απάντησα και ανάσανα κανονικά μετά από πόση ώρα. Και έτσι, ήθελα δεν ήθελα, απέκτησα bodyguard.
Πάντα πίστευα ότι ο εφιάλτης για έναν καθηγητή είναι τα τμήματα των «μηδέν σηκωμένα χέρια» δηλαδή εκείνα όπου όποια ερώτηση και να τους απευθύνεις κανένας μαθητής δεν θα σηκώσει το χέρι του να απαντήσει. Μέχρι που μπήκα στο Γ4. Από τα πρώτα κιόλας μαθήματα κατάλαβα ότι επρόκειτο για ένα από αυτά τα τμήματα που σας προανέφερα: των «μηδέν σηκωμένα χέρια» και έτσι αποφάσισα να κάνω ένα πείραμα για να εμπλέξω τους μαθητές στο μάθημα. Αρχικά τους εξήγησα ότι εκτιμώ πολύ τις λανθασμένες απαντήσεις, ότι τα τυχόν λάθη είναι για μένα πολύτιμος θησαυρός μάθησης. Πάλι όμως δεν είδα καμιά διαφορά στο επόμενο μάθημα: «μηδέν σηκωμένα χέρια» και αυτή τη φορά. Τότε είπα να παίξω το τελευταίο μου χαρτί. Τους είπα ότι θα πάρουν καλή βαθμολογία μόνο από την προσπάθεια να απαντήσουν στις ερωτήσεις μου ακόμα και αν οι απαντήσεις που δίνουν είναι όλες λάθος. Οι μαθητές «τσιμπήσανε» γιατί στο επόμενο μάθημα είχα « όλα τα χέρια σηκωμένα». Στην αρχή χάρηκα μέχρι που συνειδητοποίησα με τρόμο ότι για κάθε ερώτηση που θα έκανα από εδώ και πέρα θα έπρεπε να ακούω περίπου είκοσι λανθασμένες απαντήσεις για τις οποίες μάλιστα θα έπρεπε να δείχνω ότι τις θεωρώ και ανεκτίμητο παιδαγωγικό θησαυρό. Και όπως λέμε και εμείς οι φυσικοί : το πείραμα απέτυχε. Και η χρονιά κύλισε αργά και βασανιστικά. Μόνο η Διευθύντρια μου ήταν ευχαριστημένη καθώς περνώντας απέξω από το Γ4 την ώρα που έκανα μάθημα έριχνε κλεφτές ματιές και έβλεπε «όλα τα χέρια σηκωμένα». Βλέπετε μέσα από το τζάμι της αίθουσας είχε μόνο εικόνα, καθόλου ήχο. Τελικά υπάρχει κάτι που είναι χειρότερο για έναν καθηγητή από ένα τμήμα των «μηδέν σηκωμένα χέρια»: Το τμήμα των «μηδέν κατεβασμένα χέρια».
«Συνάδελφοι τρέξτε, αυτά θα σκοτωθούνε μεταξύ τους»
Πριν κάποια χρόνια, προτού ακόμα πάρω οργανική θέση, αρχές του κάθε Σεπτέμβρη με τοποθετούσαν προσωρινά σε κάποιο σχολείο για μια-δυό εβδομάδες πριν πάρω οριστική τοποθέτηση σε κάποιο άλλο σχολείο. Ενώ βρισκόμουν λοιπόν σε ένα από αυτά τα σχολεία της προσωρινής μου τοποθέτησης συνέβη το εξής περιστατικό: Επειδή η διεύθυνση του σχολείου ήθελε να κάνει συνεδρίαση συλλόγου ο Διευθυντής μου ζήτησε να κάνω εγώ εφημερία στα παιδιά μιας και ουσιαστικά εγώ δεν ήμουν μέλος του συλλόγου αλλά προσωρινός στο σχολείο. Οι μαθητές του σχολείου ήταν όλοι στο προαύλιο και μόλις είδαν ότι εγώ θα ήμουν ο εφημερεύων φώναξαν ότι θα παίξουν ένα άγνωστο για μένα παιχνίδι με την περίεργη ονομασία : «κολονάτο». Προφανώς κάτι πάνω μου τους ενέπνευσε. Οι μαθητές χωρίστηκαν σε δύο ομάδες και άρχισαν να κυνηγιούνται μέχρι που κάποια ομάδα έπιανε έναν κάποιο όμηρο από την άλλη ομάδα. Ως εδώ καλά. Μετά όμως αυτόν τον όμηρο η αντίπαλη ομάδα τον σήκωνε ψηλά στον αέρα, σε οριζόντια στάση και τον πήγαινε στην κολόνα της μπασκέτας ( από εκεί και η λέξη «κολονάτο») , και άκουσον -άκουσον τον έκαναν ταλάντωση μπροστά στην κολόνα με τα πόδια ανοικτά ώστε τα επίμαχα σημεία του , ανάμεσα στα πόδια, να χτύπαγαν με ορμή πάνω σε αυτήν. Εγώ φυσικά στα πρόθυρα εγκεφαλικού να προσπαθώ να τους κάνω να σταματήσουν. Μάταια όμως, το «κολονάτο» είχε μια τελετουργία η οποία έπρεπε να ακολουθηθεί. Τι να έκανα λοιπόν; Ό, τι θα έκανε οποιοσδήποτε απελπισμένος στη θέση μου. Έτρεξα για βοήθεια. Μπούκαρα μέσα στο σύλλογο καθηγητών και ασθμαίνοντας τους περιέγραψα εν συντομία τα τεκταινόμενα. Το δεύτερο σοκ για μένα ήταν η αντίδραση των συναδέλφων. Κανείς τους δεν ταράχτηκε, κανείς δεν κουνήθηκε από τη θέση του, παρά μόνο κάποια ανεξήγητα χαμόγελα. Ο Διευθυντής πήρε το λόγο και μου εξήγησε ότι αυτά είναι καθημερινά συμβάντα στο σχολεία μας και ότι δεν συντρέχει λόγος ανησυχίας. Αλλά εγώ ανησυχούσα και ρώτησα: «Μήπως πρέπει να καλέσουμε το σύλλογο γονέων και κηδεμόνων και να τον ενημερώσουμε;». Η απάντηση του Διευθυντή ήταν άμεση : «Δημήτρη ναι να τους ενημερώσουμε αλλά αυτή τη στιγμή είναι όλοι τους στην φυλακή». Οπότε όπως καταλαβαίνετε μετά από αυτό που άκουσα το «κολονάτο» πήρε μια θέση μέσα μου ως ένα αθώο και ακίνδυνο παιδικό παιχνίδι. Στο φινάλε τι φυσικός θα ήμουνα αν δεν πίστευα στην θεωρία της σχετικότητας;
Η Κωνσταντίνα είναι μαθήτρια της 1ης Γυμνασίου. Σήμερα είναι η πρώτη μέρα που κάνει φυσική στο γυμνάσιο. Ως είθισται εγώ ως ο καθηγητής που θέλει να μυήσει τα παιδιά στην αξία της φυσικής αναφέρω μεταξύ των άλλων ότι η φυσική μας βοηθά να ξεπερνούμε τις δεισιδαιμονίες που επικρατούν και τους φόβους μας αφού ζητά για τα πάντα αποδείξεις. Η Κωνσταντίνα με ακούει με πολλή προσοχή, σχεδόν με γουρλωμένα μάτια. Σηκώνει το χέρι, παίρνει το λόγο και ρωτάει: «Δηλαδή κύριε η φυσική μπορεί να με βοηθήσει να ξεπεράσω οποιοδήποτε φόβο που έχω;». Εγώ οσμίζομαι κίνδυνο αλλά τι να απαντήσεις τώρα; «Πολύ πιθανόν» της λέω. Πριν προλάβω να αλλάξω την κουβέντα η Κωνσταντίνα το ξεφουρνίζει: «Εγώ κύριε φοβάμαι τον Michael Jackson». Τα υπόλοιπα παιδιά αρχίζουν τα μικρά χαχανητά και τους ψιθύρους. Εγώ παρακαλάω το κεφάλι μου να κατεβάσει κάτι γρήγορα γιατί σε λίγο η κατάσταση δεν θα μαζεύεται. Φυσικά δεν με παίρνει μετά από αυτή την εξομολόγηση της Κωνσταντίνας να το προσπεράσω έτσι. Αναγκαστικά πρέπει να της δώσω μια κάποια απάντηση. « Τι εννοείς;» την ρωτάω. Κομπιάζοντας στην αρχή , σαν χείμαρρος στη συνέχεια μου λέει: «Διάβασα κάπου ότι ο Michael Jackson δεν έχει πεθάνει και ότι κάποιοι τον έχουν δει ζωντανό. Από τότε που το άκουσα δεν μπορώ να κοιμηθώ. Φοβάμαι μην έρθει και μου κάνει κακό». Και τότε στην προσπάθειά μου να την κάνω να νιώσει καλύτερα έκανα το μοιραίο λάθος και της είπα: «Και γιατί Κωνσταντίνα να θέλει να σου κάνει κακό εσένα ο Michael Jackson;». Η Κωνσταντίνα γουρλώνει έντρομα τα μάτια και σχεδόν ουρλιάζει: «Δηλαδή κύριε το παραδέχεστε ότι είναι ζωντανός;». Και ενώ η άτιμη με βλέπει ότι έχω πέσει στο καναβάτσο γυρίζει και μου δίνει την χαριστική βολή λέγοντας: «Τη μισώ τη φυσική και δεν πρόκειται ποτέ μου να διαβάσω». Και όντως δεν την διάβασε ποτέ. Όσο και αν από εκείνη την μέρα και μετά η φυσική προσπάθησε μέσω εμού να αγαπηθεί από εκείνη. Πρέπει μάλλον να το πάρω απόφαση ότι υπάρχει κάτι που έχει μεγαλύτερη δύναμη από τη φυσική όσον αφορά την ερμηνεία φαινομένων: η μεταφυσική.
Δημήτρης Τσιριγώτης. Φυσικός

