Κοκκινοσκουφίτσα και στερεότυπα!!

Αν πάρουμε τα πράγματα από την αρχή, γιατί πρέπει να είναι κοριτσάκι το παιδί που αυτό που θα πρέπει να πάει φαγητό στην γιαγιά; Τα κορίτσια θα πρέπει να είναι πάντα πρόθυμα να βοηθούν όταν τους το ζητούν; Κάθε ηλικιωμένο άτομο, θεωρείται ανήμπορο να αυτοεξυπηρετηθεί. Επίσης η μαμά έχει ετοιμάσει το καλαθάκι της κοκκινοσκουφίτσας. Θα ήταν αστείο να έδινε ο μπαμπάς το καλαθάκι με το φαγητό γιατί η κοινωνία μας, έχει μεγαλώσει ανθρώπους με την άποψη ότι μόνο οι μαμάδες μαγειρεύουν, να είναι πιο συναισθηματικές και να σκέφτονται να βοηθήσουν και να φροντίσουν τους ασθενείς και όσους έχουν ανάγκη. Στο αρχικό παραμύθι, η κοκκινοσκουφίτσα μετέφερε κρασί στην γιαγιά, το οποίο στις μεταγενέστερες εκδόσεις έχει παραληφθεί λόγω του ότι παραπέμπει σε αλκοολισμό της γιαγιάς. Το 1990 σε δύο σχολεία στην Καλιφόρνια αφαίρεσαν από τα σχολεία το εν λόγω βιβλίο για αυτόν ακριβώς το λόγο.

Η κοκκινοσκουφίτσα ήταν ντυμένη πολύ χαριτωμένα με την κόκκινη κάπα της. Άλλο στερεότυπο, ότι τα κορίτσια θα πρέπει να είναι πάντα όμορφα ντυμένα και περιποιημένα. Μια ίσως και λίγο ακραία εκδοχή του παραμυθιού για τα ρούχα της κοκκινοσκουφίτσας είναι (“Δαιμονοποιώντας το Σεξ για τις Γυναίκες στα Κλασικά Παραμύθια”, 2017) «H Κοκκινοσκουφίτσα είναι ίσως το ισχυρότερο σεξουαλικό σύμβολο μέσα στο απαγορευμένο δάσος της ερωτικής επιθυμίας. Η κόκκινη κάπα είναι παράλληλα σύμβολο της πορνικής εργασίας (οι επαγγελματίες ξεχώριζαν από αυτή την περιβολή στην Γαλλία του 14ου αιώνα, απ’ όπου έλκει την καταγωγή του ο μύθος) αλλά και της απαρχής της ήβης, με τον συμβολισμό του κόκκινου για την έμμηνο ρύση».

Το μικρό κοριτσάκι θα πρέπει να περάσει μέσα από το δάσος και στο μυαλό των περισσότερων ανθρώπων το δάσος παραπέμπει σε σκιές, επειδή ο ήλιος δεν μπορεί να εισέλθει λόγω της πυκνής βλάστησης. Δεν υπάρχουν δρόμοι αλλά μονοπάτια και η ορατότητα είναι περιορισμένη. Στα σκοτάδια κρύβεται ο κίνδυνος, ενώ στο φως όλα είναι ξεκάθαρα. Τα κορίτσια θα πρέπει να αποφεύγουν τα σκοτάδια για να παραμένουν ασφαλείς.

Στην συνέχεια, η κοκκινοσκουφίτσα περπατούσε αμέριμνη στο μονοπάτι και αποφάσισε να μαζέψει μερικά λουλούδια για να τα κάνει δώρο στην γιαγιά της. Ένα ακόμη στερεότυπο είναι ότι μόνο στις γυναίκες πρέπει να αρέσουν τα λουλούδια. Επίσης το παραμύθι δείχνει ότι οι γυναίκες δεν μπορούν να είναι προσηλωμένες σε έναν στόχο και μπορεί να αφαιρεθούν από μια όμορφη θέα. Καθώς η κοκκινοσκουφίτσα έφτιαχνε ένα μπουκέτο με λουλούδια για την γιαγιά της. εμφανίστηκε ο κακός και πονηρός λύκος. Η αθώα και απονήρευτη κοκκινοσκουφίτσα εκμυστηρεύτηκε πληροφορίες που δεν έπρεπε και μπήκε σε πολλούς μπελάδες. Στο παραμύθι δίνεται ξεκάθαρο μήνυμα ότι τα κοριτσάκια που δεν δίνουν την δέουσα προσοχή στις νουθεσίες της μαμάς τους, θα έχουν μπλεξίματα στο παρόν ή στο μέλλον. Τα κοριτσάκια δεν πρέπει να συζητούν με τους ξένους γιατί παραμονεύουν κίνδυνοι τους οποίους δεν μπορούν να αντιμετωπίσουν και μπορεί να γίνουν τροφή για τους λύκους.

Στην συνέχεια του παραμυθιού ο λύκος τρέχει στο σπίτι της γιαγιάς, η οποία έχει ξεκλείδωτη την πόρτα, όντας γυναίκα και αφελής, και δίνει σαφείς οδηγίες στον λύκο πώς να ανοίξει με το μάνταλο την πόρτα. Το τέλος της γιαγιάς γνωστό, ο λύκος την καταβροχθίζει χωρίς καμία αντίσταση από μέρους της. Οι γυναίκες είναι αβοήθητες στις ορέξεις των ανδρών.

Για την εποχή του το συγκεκριμένο παραμύθι έκανε κάτι πολύ ανατρεπτικό. Έντυσε τον λύκο, ο οποίος είναι η προσωποποίηση του αρσενικού με γυναικεία ρούχα, αυτά της γιαγιάς. Ακόμη και σήμερα, τρεις περίπου αιώνες μετά την πρώτη εκδοχή του Περώ και ενάμισης από την εκδοχή των αδερφών Γκριμ, το να ντυθεί ένας άντρας με γυναικεία ρούχα δεν είναι ιδιαίτερα κοινωνικά αποδεκτό. Δηλαδή, σε αυτό το σημείο τίθεται ένα ομοφοβικό σχόλιο.

Το μικρό κορίτσι φτάνει στο σπίτι της γιαγιάς, βλέπει τον λύκο ντυμένο με τα ρούχα της και δεν αντιλαμβάνεται το αυτονόητο. Εμμέσως υποτιμά την νοημοσύνη των γυναικών, υπονοώντας ότι δεν είναι όλα όπως τα βλέπουν, αλλά όπως θα τους υποδείξουν. Με αυτό το λιγοστό μυαλό που της έχουν χαρίσει οι συγγραφείς, η κοκκινοσκουφίτσα ρωτάει τον λύκο -ντυμένο γιαγιά- γιατί έχει μεγάλα χέρια, μεγάλα αυτιά κτλ, τονίζοντας τον ανδρικό ναρκισσισμό. Η κοκκινοσκουφίτσα μιλάει απαξιωτικά για την εξωτερική εμφάνιση του λύκου, τονίζοντας τον σημαντικό ρόλο που παίζει αυτή στην ζωή των γυναικών. Ο λύκος την τρώει και αυτήν, χωρίς να είναι απαραίτητο, αφού λογικά είναι ήδη χορτάτος από την γιαγιά. Τονίζει την απληστία των ανδρών υπονοώντας ότι θέλουν κι άλλο χωρίς να ενδιαφέρονται για τις συνέπειες.

Βαρυστομαχιασμένος ο λύκος ξαπλώνει να κοιμηθεί αδιαφορώντας για όλα. Σαφής υπαινιγμός ότι οι άντρες όταν περνάνε καλά δεν νοιάζονται για το τι θα ακολουθήσει. Εμφανίζεται ένας καλός κυνηγός, ο οποίος συμβολίζει την πατρική φιγούρα, άτρωτος και ατρόμητος, ο οποίος τα βάζει με τον κακό λύκο και σώζει την κοκκινοσκουφίτσα καθώς και την γιαγιά. Η εμφάνιση του κυνηγού σηματοδοτεί ένα από τα βασικά στερεότυπα, ότι μια γυναίκα/κορίτσι όταν μπλέκει σε φασαρίες, μπορεί πάντα να στηρίζεται σε έναν άντρα για να την βγάλει από την δύσκολη θέση στην οποία βρέθηκε. Η τιμωρία του λύκου είναι η εξόντωσή του, γεγονός που αφενός δεν είναι ηθικά αποδεκτό και αφετέρου σκοτώνοντας τον λύκο δεν προάγουμε την οικολογική συνείδηση.

Άραγε είναι πάντα κακός ο λύκος; Ο Σαρλ Περώ έγραψε (n.d.) :

Τον λέω Λύκο, γιατί δεν είναι όλοι οι λύκοι του ίδιου είδους, υπάρχει ένα είδος με καλή διάθεση, που δεν είναι θορυβώδες, ούτε απεχθές, ούτε θυμωμένο, αλλά ήπιο, χρήσιμο και ευγενικό, που ακολουθεί τα νεαρά κορίτσια στο δρόμο ακόμη και μέσα στο σπίτι τους. Αλίμονο! Ποιος δεν ξέρει ότι αυτοί οι ευγενικοί λύκοι μεταξύ αυτών των πλασμάτων, είναι οι πιο επικίνδυνοι!

Κάνοντας μία ιστορική αναδρομή βλέπουμε ότι στο πρωτότυπο ο Σαρλ Περώ σταματούσε την αφήγηση μόλις ο λύκος έτρωγε την κοκκινοσκουφίτσα. Οι αδελφοί Γκριμ ενάμιση αιώνα αργότερα, άλλαξαν το τέλος ώστε να επιβιώνει το κοριτσάκι με την παρέμβαση του κυνηγού. Το αίσιο τέλος είναι απαραίτητο στην παιδική λογοτεχνία και ήταν καθοριστικό στην έκδοση και την αφήγηση της εν λόγω ιστορίας μέχρι σήμερα.