ΤΑ ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑΤΑ ΤΗΣ ΑΡΧΑΙΟΓΕΝΕΤΙΚΗΣ ΑΠΕΔΕΙΞΑΝ ΤΗ ΓΕΝΕΤΙΚΗ ΣΥΝΕΧΕΙΑ ΤΩΝ ΕΛΛΗΝΩΝ
Τα διεθνή ΜΜΕ γράφουν ότι από την εποχή του Ομήρου, οι Έλληνες έχουν εξιδανικεύσει τους μυκηναϊκούς “προγόνους” τους σε επικά ποιήματα και κλασικές τραγωδίες που δοξάζουν τα κατορθώματα του Οδυσσέα, του Βασιλιά Αγαμέμνονα και άλλων ηρώων. Η προέλευση των Μυκηναίων και των Μινωιτών απασχολεί τους αρχαιολόγους για πάνω από έναν αιώνα και οι σχετικές εκτιμήσεις βασίζονταν έως τώρα κυρίως σε αρχαιολογικά και γλωσσολογικά δεδομένα. Μελετητές διερευνούσαν δηλ. αν οι σημερινοί Έλληνες ήταν απόγονοι των Μυκηναίων, που δημιούργησαν έναν διάσημο πολιτισμό που κυριάρχησε στην ηπειρωτική Ελλάδα και στο Αιγαίο από το 1600 π.Χ. έως το 1200 π.Χ., ή αν οι αρχαίοι Μυκηναίοι απλώς εξαφανίστηκαν από την περιοχή.
Αρχαιογενετική μελέτη, με επικεφαλής δύο Έλληνες γενετιστές του εξωτερικού, τον Ιωσήφ Λαζαρίδη του Τμήματος Γενετικής της Ιατρικής Σχολής του Πανεπιστημίου Χάρβαρντ της Βοστώνης και τον Ακαδημαϊκό Γιώργο Σταματογιαννόπουλο (που έγραψε την εισαγωγή στο βιβλίο μου Η ΓΕΝΕΤΙΚΗ ΙΣΤΟΡΙΑ ΤΗΣ ΕΛΛΑΔΑΣ-Το DNA των Ελλήνων) του Πανεπιστημίου Ουάσιγκτον του Σηάτλ, δημοσιεύθηκε στο κορυφαίο επιστημονικό περιοδικό Nature (Genetic origins of the Minoans and Mycenaeans, Αύγουστος 2017) εστίασαν την προσοχή τους σε δείγματα της εποχής του Χαλκού.
Διαπίστωσαν ότι οι Μινωίτες και οι Μυκηναίοι είχαν μεγάλες γενετικές συγγένειες μεταξύ τους παρά τις όποιες διαφορές τους, κατάγονταν και οι δύο κυρίως από τους πρώτους νεολιθικούς γεωργούς στην περιοχή του Αιγαίου, ενώ οι σημερινοί Έλληνες είναι γενετικά παρόμοιοι σε μεγάλο βαθμό με τους Μυκηναίους. Αυτά είναι τα κυριότερα ευρήματα της πρωτοποριακής έρευνας Ελλήνων και ξένων επιστημόνων, οι οποίοι για πρώτοι φορά ανέλυσαν το αρχαίο DNA Μυκηναίων και Μινωιτών και το συνέκριναν με άλλους πληθυσμούς και με τους σύγχρονους Έλληνες. Μερικά ειδικότερα συμπεράσματα.
Οι πρώτοι Νεολιθικοί πληθυσμοί της δυτικής Ανατολίας και της Ελλάδας ήσαν εξαιρετικά ομοιογενείς, απόγονοι ενός κοινού πρωτο-γεωργικού πληθυσμού που εξαπλώθηκε από την 7η χιλιετία π.Χ. ανά την Ευρώπη. Τα νέα δεδομένα της μελέτης αποδεικνύουν πως τόσο οι Μυκηναίοι όσο και Μινωίτες προέρχονται κατά βάση, σε ποσοστό 75% έως 85%, από αυτό τον πρωτο-γεωργικό πληθυσμό». Η έρευνα δείχνει ότι τόσο στους Μυκηναίους όσο και στους Μινωίτες υπάρχει επίσης μια μικρότερη ανατολική γενετική επιρροή, σε ποσοστό 10% έως 15%, από τη Δυτική Ασία, η οποία σχετίζεται με τους αρχαίους κατοίκους του Καυκάσου, της Αρμενίας και του Ιράν. Όμως οι Μυκηναίοι διέφεραν από τους Μινωίτες, επειδή είχαν στο DNA τους και μια βόρεια γενετική «συνεισφορά» από κυνηγούς-τροφοσυλλέκτες της ανατολικής Ευρώπης. Αντίθετα, οι Μινωίτες δεν εμφανίζουν τέτοια γενετική κληρονομιά από τους πληθυσμούς των βορείων στεππών. Αυτό, κατά τους ερευνητές, σημαίνει ότι οι μετανάστες-από το Βορρά εξαπλώθηκαν στην ηπειρωτική Ελλάδα, αλλά δεν έφθασαν έως τη μινωική Κρήτη.
Η ΓΕΝΕΤΙΚΗ ΣΥΝΕΧΕΙΑ ΤΩΝ ΕΛΛΗΝΩΝ. Όσον αφορά τους σημερινούς Έλληνες, η έρευνα δείχνει ότι είναι γενετικά παρόμοιοι με τους Μυκηναίους, οι οποίοι ήσαν οι πρώτοι που έγραψαν την Ελληνική γλώσσα με τη Γραμμική Β. Όπως είναι αναμενόμενο, με το πέρασμα του χρόνου έχει σήμερα πια επέλθει μια επιπλέον μείωση της γενετικής επιρροής των πρωτο-γεωργών. Το κύριο συμπέρασμα της μελέτης είναι πως η πληθυσμιακή ιστορία της Ελλάδας έχει χαρακτηριστικά σημαντικής γενετικής συνέχειας, αλλά όχι πλήρους απομόνωσης. Οι Έλληνες δεν αναδύθηκαν πλήρως σχηματισμένοι από τα βάθη της προϊστορίας, αλλά στην πραγματικότητα ήσαν πάντα ένας λαός στη διαδικασία του γίγνεσθαι, ένα ‘έργο σε εξέλιξη’, καθώς μεταναστευτικά στρώματα δια μέσου των εποχών έρχονταν να προστεθούν, αλλά ποτέ δεν έσβησαν τη γενετική κληρονομιά των πληθυσμών της Εποχής του Χαλκού».
ΔΕΙΓΜΑΤΟΛΗΨΙΑ. Μελετήθηκαν δείγματα αρχαίου DNA από οστά και δόντια 19 ανθρώπων, μεταξύ των οποίων δέκα Μινωιτών από την Κρήτη, από τις τοποθεσίες της Ιεράς Μονής Οδηγήτριας στα νότια του νομού Ηρακλείου και του σπηλαίου του Αγίου Χαραλάμπους στο οροπέδιο του Λασιθίου (2900-1700 π.Χ.), τεσσάρων Μυκηναίων από την Αργολίδα της Πελοποννήσου και τη Σαλαμίνα (1700-1200 π.Χ.) και τριών κατοίκων της νοτιοδυτικής Ανατολίας στην Τουρκία (2800-1800 π.Χ.). Αυτά τα αρχαία γονιδιώματα συγκρίθηκαν με το αρχαίο DNA 332 ανθρώπων από γειτονικές χώρες και 2.616 συγχρόνων (μεταξύ των οποίων δύο σημερινών Κρητών).
ΕΠΙΣΤΗΜΟΝΙΚΗ ΟΜΑΔΑ. Από ελληνικής πλευράς συμμετείχαν επίσης οι Γιάννης Σταματογιαννόπουλος και Δήμητρα Λοτάκη (Πανεπιστήμιο Ουάσιγκτον), Γιάννης Μανιάτης (Εργαστήριο Αρχαιομετρίας «Δημόκριτου»), Μανώλης Μιχαλοδημητράκης (Ιατρική Σχολή Πανεπιστημίου Κρήτης), Γιώργος Κορρές (Τμήμα Αρχαιολογίας Πανεπιστημίου Αθηνών) και οι αρχαιολόγοι Γιάννης Τζεδάκης, Αντώνης Βασιλάκης, Αναστασία Παπαθανασίου και Ελένη Κονσολάκη-Γιαννοπούλου.
του Κωνσταντίνου Τριανταφυλλίδη, Καθηγητή Γενετικής ΑΠΘ