Του Απόστολου Λακασά στην Καθημερινή
Μπορεί ένας μαθητής να μπερδεύει τον Αθανάσιο Διάκο με τον Γεώργιο Μεταξά; Μάλλον θα πρόκειται για ακραία περίπτωση. Ομως είναι γεγονός ότι οι ιστορικές γνώσεις των Ελλήνων μαθητών είναι πολύ χαμηλές σε σχέση με την ύψιστη σημασία που αποδίδεται από πολιτεία, κόμματα, επιστημονική κοινότητα και κοινωνικές ομάδες στη διδασκαλία της Ιστορίας από το Δημοτικό έως και το Λύκειο. Και η πρόσφατη «περιπέτεια» του μαθήματος της Ιστορίας στη Β΄ και Γ΄ Λυκείου -ένα πρώτο σχέδιο επιτροπής του υπ. Παιδείας πρότεινε τη μετατροπή της από υποχρεωτικό σε μάθημα επιλογής- αναδεικνύει, για μία ακόμη φορά, τον στρεβλό τρόπο που γίνεται ο δημόσιος διάλογος στη χώρα μας. Αντί να τεθούν ερωτήματα για την ποιότητα της διδασκαλίας, τα βιβλία, τις παιδαγωγικές μεθόδους, τον ρόλο της οικογένειας και της κοινωνίας, αντί να συζητηθούν οι πτυχές της συγκεκριμένης πρότασης του υπουργείου, οι αντιδράσεις, που προκλήθηκαν μόλις το σχέδιο είδε το φως της δημοσιότητας, ύψωσαν προσκόμματα, δημιουργώντας αρνητικό υπόβαθρο στην όποια μεταρρυθμιστική διάθεση.
Εγκριτοι επιστήμονες, όπως ο Θ. Βερέμης και ο Ι. Κολιόπουλος, αναφέρουν ότι η Ιστορία πρέπει να είναι στον βασικό κορμό των μαθημάτων, όμως το βάρος πρέπει να δοθεί και στη διδασκαλία του μαθήματος, στο τι μένει στους μαθητές. «Οι μαθητές δεν ενδιαφέρονται για την Ιστορία. Βλέπουν το μάθημα, όπως και όλη την εκπαιδευτική διαδικασία, ως έναν τρόπο που θα τους οδηγήσει σε μία πιστοποίηση γνώσεων ώστε να προχωρήσουν στο πανεπιστήμιο και στην αγορά εργασίας» παρατηρεί στην «Κ» ο έμπειρος φιλόλογος-ιστορικός κ. Κ. Παπαντωνόπουλος. «Εν πολλοίς τα παιδιά είναι ιστορικά αμόρφωτα. Βασική αιτία, το ότι ο τρόπος διδασκαλίας του μαθήματος εξαρτάται από τον τρόπο εξέτασής του. Ερωτήσεις κρίσεως συνήθως αποφεύγονται διότι οι απαντήσεις δεν μπορούν να εξασφαλίσουν μία ομοιογένεια στη διόρθωση» συμπληρώνει. «Τα βιβλία είναι πυκνογραμμένα και αυτό σε συνδυασμό με την τάση απομνημόνευσης κάνει κουραστικό το μάθημα. Από την άλλη, όταν ο εκπαιδευτικός πιέζεται να ολοκληρώσει την ύλη, δεν μπορεί να πάρει πρωτοβουλία για να αναπτύξει την κριτική διάσταση της διδασκόμενης ύλης» τονίζει στην «Κ» η σύμβουλος φιλολόγων στο Παιδαγωγικό Ινστιτούτο κ. Αναστασία Κιρκίνη. «Ο εκπαιδευτικός μπορεί να διαχειριστεί πολύ καλύτερα τον χρόνο του όταν αισθάνεται ασφαλής -κυρίως μέσω της επιμόρφωσης- ως προς τη γνώση του περιεχόμενου και της διδακτικής μεθοδολογίας. Και, δυστυχώς, υπάρχει μεγάλη ανομοιογένεια στους καθηγητές που διδάσκουν την Ιστορία στα σχολεία», προσθέτει.
Αφήστε μια απάντηση
Για να σχολιάσετε πρέπει να συνδεθείτε.