tzitzikaskaimermingas.jpgΣτην παραδοσιακή μορφή του μύθου, ο μέρμηγκας δουλεύει σκληρά μέσα στην κάψα του καλοκαιριού. Φτιάχνει το σπίτι του και αποθηκεύει προμήθειες για τον χειμώνα. Ο τζίτζικας τον λοιδορεί, γελάει, τραγουδάει και γλεντάει τη ζωή του. Ερχεται ο χειμώνας και ο μέρμηγκας ζει στη ζέστη του και στο καλό φαΐ του. Ο τζίτζικας ψοφάει στο κρύο. Ηθικό δίδαγμα: η εργασία και η πρόνοια αμείβονται.

Στη σημερινή μορφή του μύθου, μόλις έρθει ο χειμώνας τα τζιτζίκια συνδικαλίζονται και κάνουν καταλήψεις, διεκδικώντας ίδια ποιότητα ζωής με τα μερμήγκια. «Γιατί εκείνα να καλοπερνούν κι εμείς να ψοφάμε στο κρύο;». Το θέμα είναι ελκυστικό για τα κανάλια. Δείχνουν βίντεο με τη ζωή ενός παχύ μέρμηγκα κι ενός αδύναμου τζίτζικα και βγάζουν στα παράθυρα προοδευτικούς πολιτικούς. Εκείνοι φρικιούν: «Αυτές οι διακρίσεις προσβάλλουν τις αξίες του έθνους». Αναλύουν, με στοιχεία, ότι την καλοπέρασή του ο μέρμηγκας την έχτισε στην πλάτη του τζίτζικα. «Καλούμε τη Βουλή να φορολογήσει τα μερμήγκια και τα έσοδα να ανακουφίσουν τα τζιτζίκια». Ο μέρμηγκας δεν έχει να πληρώσει τον νέο φόρο. Το σπίτι του βγαίνει στο σφυρί και πλέον ανήκει στο Δημόσιο. Εκεί εγκαθίσταται ο τζίτζικας ως αναξιοπαθών. Το σπίτι βέβαια καταρρέει διότι δεν ξέρει να το συντηρεί. Ο μέρμηγκας χάθηκε στα χιόνια και ο τζίτζικας βρέθηκε νεκρός από πείνα, αφού ξεκοκάλισε το φαγητό του μέρμηγκα.

Ηθικό δίδαγμα: τα παράσιτα καταστρέφουν και τους άλλους πριν καταστραφούν. Η χώρα μας χρωστάει 300 δισ. ευρώ, ενώ για την Αργεντινή αρκούσαν 50 δισ. δολάρια για να χρεοκοπήσει. Τα δανειστήκαμε από χώρες που φρόντισαν εδώ και πολλά χρόνια να κάνουν την οικονομία τους παραγωγική. Τα δικά μας δανεικά όμως πήγαν αλλού. Στους Mινώταυρους της παραοικονομίας και του κορπορατισμού. Σε παροχές, σε μισθούς και στη δημιουργία νέων δημόσιων φορέων και οργανισμών. Δηλαδή, αντί για την παραγωγή, τα έφαγαν οι καρχαρίες, οι συντεχνίες και το Δημόσιο. Ζωντανό παράδειγμα: πολλοί αγρότες έπαψαν να παράγουν για τις ανάγκες μας και έτσι τρώμε πατάτες και σκόρδα εισαγωγής. Παράγουν για τις επιδοτήσεις. Πληρώνονται περισσότερα απ’ όσα παράγουν διότι δηλώνουν πλασματική παραγωγή. Αλλά δεν τους φτάνουν. Εκβιάζουν με παράνομες καταλήψεις των δρόμων και, αντί να υποστούν δίωξη για την παρανομία, εισπράττουν και καπέλο στην επιδότηση (500 εκατ. ευρώ πέρυσι) από το κράτος που με τη σειρά του παρανομεί απέναντι στην Ε.Ε. και πληρώνει γι’ αυτό επιπλέον πρόστιμο. Το έργο παίχτηκε νωρίτερα από τη συντεχνία των λιμενεργατών. Επονται οι λοιπές συντεχνίες.

Από την άλλη μεριά, οι προοδευτικοί πολιτικοί αντιμετωπίζουν τις όποιες παραγωγικές μονάδες μας (τα μερμήγκια) ως εχθρούς: «Να πληρώσει το μεγάλο κεφάλαιο». Κι αυτές, είτε κλείνουν, είτε μετακομίζουν σε άλλες χώρες, είτε μετατρέπονται σε κρατικοδίαιτες, μιμούμενες την πετυχημένη μέθοδο του τζίτζικα. Στο τέλος, οι προοδευτικοί πολιτικοί τα βάζουν με τους δανειστές, ότι φταίνε εκείνοι για τον αργό θάνατο που περιμένει όλους μας. Ως γνωστόν, εμείς δεν φταίμε ποτέ για τίποτα.

Καθημερινή

Αφήστε μια απάντηση

Αλλαγή μεγέθους γραμματοσειράς
Αντίθεση
Μετάβαση σε γραμμή εργαλείων