Το όνομα Εμιλι Χάουελ αξίζει να το συγκρατήσει κανείς, ιδίως αν θεωρεί εαυτόν φίλο της κλασικής μουσικής. Σύμφωνα με την άποψη ορισμένων, αποτελεί την επόμενη μεγάλη «αποκάλυψη» του χώρου, καθώς οι πρώτες συνθέσεις της έχουν προσελκύσει έντονο ενδιαφέρον από πλευράς κριτικής, ενώ έχει ήδη «μοσχοπουλήσει» το πρώτο άλμπουμ της, το οποίο αναμένεται να κυκλοφορήσει μέσα στο 2010. Ωστόσο δεν πρόκειται για κάποια νεαρή συνθέτρια η οποία συνδυάζει ταλέντο και εξωτερική εμφάνιση. Εμιλι Χάουελ είναι το όνομα του πρωτοποριακού προγράμματος ηλεκτρονικού υπολογιστή το οποίο καταφέρνει να παράγει πρωτότυπα έργα σύγχρονης κλασικής μουσικής.

«Πατέρας» της Εμιλι είναι ο Ντέιβιντ Κόουπ, ένας αμερικανός καθηγητής Μουσικής Σύνθεσης στο Πανεπιστήμιο της Καλιφόρνιας Σάντα Κρουζ. Καίτοι παράλληλα διατηρεί τον τίτλο του επίτιμου καθηγητή Πληροφορικής στο Πανεπιστήμιο Χiamen της Κίνας, ο ίδιος προτιμά να συστήνεται με την πρώτη ιδιότητά του. Ωστόσο είναι φανερό ότι οι δύο πτυχές της επαγγελματικής δραστηριότητάς του αλληλοσυμπληρώνονται.

Η Εμιλι Χάουελ σηματοδοτεί το επιστέγασμα προσπαθειών οι οποίες διήρκεσαν περίπου 30 χρόνια. Ολα άρχισαν γύρω στο 1980, όταν ο Κόουπ, συνθέτης και ο ίδιος, ανέλαβε την ευθύνη να γράψει μια όπερα. Κάποια στιγμή αισθάνθηκε ότι αδυνατούσε να συνεχίσει. Τότε ένας φίλος του τού πρότεινε να εξερευνήσει τις δυνατότητες που προσέφεραν οι ηλεκτρονικοί υπολογιστές της εποχής. Επτά χρόνια αργότερα ο Κόουπ ολοκλήρωσε, επιτέλους, την όπερά του ενώ παράλληλα κατάφερε να εξελίξει ένα πρόγραμμα- υπό τον τίτλο ΕΜΙ- που είχε τη δυνατότητα να αναλύει το έργο εκατοντάδων συνθετών κλασικής μουσικής και να αναπαράγει το ύφος τους.

Σ ε πρόσφατη συνέντευξή του στους «Τimes» του Λονδίνου ο Κόουπ παραδέχεται ότι επρόκειτο για ένα «κακό πρόγραμμα το οποίο παρήγαγε αντιστοίχως κακή μουσική». Παρ΄ όλα αυτά η σφοδρή κριτική που δέχτηκε τον πτόησε για ένα, μόλις, πεντάλεπτο. Ο καθηγητής αποφάσισε να δώσει μια δυναμική απάντηση σε όσους έσπευσαν να τον χλευάσουν. Οχι όμως βελτιώνοντας το πρόγραμμά του αλλά κατασκευάζοντας ένα νέο το οποίο θα μπορούσε να δημιουργεί πρωτότυπα έργα.

Το πρώτο άλμπουμ της Εμιλι Χάουελ με τίτλο «Από το σκοτάδι, φως» αναμένεται να κυκλοφορήσει την προσεχή άνοιξη. Οσο για τα έργα, ερμηνεύονται από ανθρώπους με σάρκα και οστά, σε δύο πιάνα. Σύμφωνα δε με ορισμένους κριτικούς «από τεχνικής απόψεως πρόκειται για έναν από τους τελειότερους συνθέτες της Αμερικής».

Στην ίδια συνέντευξή του στους «Τimes» ο Κόουπ υποστηρίζει ότι η μουσική του πρώτου αυτού άλμπουμ της Εμιλι παραπέμπει σε ορισμένους διαπρεπείς συνθέτες του 20ού αιώνα, όπως π.χ. του Στραβίνσκι , αλλά το ύφος είναι εντελώς διαφορετικό. Για άλλη μία φορά το όλο εγχείρημα προκάλεσε πολεμική. Δεν ήταν λίγοι όσοι παρότρυναν τον καθηγητή να καταστρέψει την Εμιλι, με το αιτιολογία ότι αντίκειται στο εγγενές ανθρώπινο πνεύμα που χαρακτηρίζει τη μουσική δημιουργία. Παράλληλα ορισμένοι σημαντικοί ερμηνευτές από τον χώρο της κλασικής μουσικής εξέφρασαν ενδιαφέρον για το εγχείρημα, ενώ κάποιοι άλλοι αρνήθηκαν πεισματικά να ερμηνεύσουν τα έργα από φόβο μήπως κηλιδώσουν τη φήμη τους.

Κατά τη γνώμη του Κόουπ αυτό που βασικά ενοχλεί τους άλλους είναι η ιδέα ότι πρόκειται για μουσική την οποία έχει συνθέσει ηλεκτρονικός υπολογιστής και όχι αυτό καθαυτό το αποτέλεσμα.

Χ αρακτηριστικά αναφέρει την πρώτη παρουσίαση των έργων της Εμιλι στο πανεπιστήμιο όπου διδάσκει, πριν από περίπου έναν χρόνο, όταν το ακροατήριο δεν γνώριζε ότι η συνθέτρια δεν ήταν παρά ένα πρόγραμμα κομπιούτερ. «Κάποιος συνάδελφος με πλησίασε και μου είπε ότι ήταν ένα από τα ωραιότερα έργα που είχε ακούσει εδώ και πολύ καιρό» είπε ο Κόουπ. «Ωστόσο, όταν αποκάλυψα την αλήθεια, ο ίδιος εκείνος άνθρωπος ήρθε εκ νέου και μου είπε ότι είχε δήθεν καταλάβει εξαρχής ότι η όλη ιστορία είχε να κάνει με ηλεκτρονικό υπολογιστή. Απουσίαζε, λέει, το συναίσθημα, η ψυχή. Δεν θυμόταν ότι επρόκειτο για την ίδια εκείνη μουσική την οποία είχε ακούσει προ ολίγου καιρού και τον είχε ενθουσιάσει. Αρνούντανδενα το πιστέψει όταν του το αποκάλυψα».

Την ίδια περίπου άποψη πάντως με τον συνάδελφο του καθηγητή Κόουπ φαίνεται να έχει και ο μουσικοκριτικός των «Τimes» ΡίτσαρντΜόρισον. «Από τεχνικής απόψεως θα έδινα στο έργο εννέα στα δέκα, πέντε στα δέκα για το μουσικό περιεχόμενο και μηδέν για το συναίσθημα ή την έκφραση» γράφει χαρακτηριστικά. Ο ίδιος παραδέχεται ότι δεν γνώριζε την προέλευση της μουσικής ευθύς εξαρχής αλλά όταν έμαθε ότι επρόκειτο για πρόγραμμα ηλεκτρονικού υπολογιστή δεν εντυπωσιάστηκε καθόλου. «Είναι ενδιαφέρον το ότι η τεχνολογία έχει φτάσει σε αυτό το επίπεδο αλλά δεν πρόκειται να αντικαταστήσει την ανθρώπινη έμπνευση, τουλάχιστον για μερικούςαιώνες ακόμη».

Το Βήμα

Αφήστε μια απάντηση

Αλλαγή μεγέθους γραμματοσειράς
Αντίθεση
Μετάβαση σε γραμμή εργαλείων