Οι έρευνες των τελευταίων δεκαετιών στην Παιδαγωγική και στην Ψυχολογία έχουν αναδείξει τη σπουδαιότητα της πρώιμης παρέμβασης στα παιδιά με ειδικές εκπαιδευτικές ανάγκες. Όπως υποστηρίζουν οι ειδικοί, η πρώιμη παρέμβαση συνδέεται άμεσα με τα πρώτα χρόνια της ζωής ενός παιδιού (βρεφική και νηπιακή ηλικία). Άρα, είναι μία καθοριστική διαδικασία για την μετέπειτα πορεία ενός παιδιού που παρουσιάζει κάποια καθυστέρηση ή δυσλειτουργία σε μία από τις βασικές δεξιότητες του ανθρώπου όπως είναι ο λόγος/η ομιλία, η κίνηση, η αντίληψη και η συμπεριφορά.
Τα παιδιά που χρήζουν πρώιμης παρέμβασης είναι τα παιδιά που παρουσιάζουν “επικινδυνότητα” για σχολική αποτυχία και τα παιδιά με αναγνωρισμένες ανεπάρκειες.
Με τον όρο “επικινδυνότητα” αναφερόμαστε σε παράγοντες όπως:
- Περιβαλλοντικοί – κοινωνικοί (διάλυση οικογένειας, ανεπαρκή υγιεινή φροντίδα, κακοποίηση, χαμηλή ποιότητα στην εν γένει φροντίδα του παιδιού)
- Βιολογικοί – εγγενείς (γενετικές διαταραχές, εγγενείς ανωμαλίες μεταβολισμού, βιοϊατρικά προβλήματα)
Η ομάδα των παιδιών με ειδικές ανάγκες περιλαμβάνει εκείνες τις περιπτώσεις που έχουν διαπιστωμένες ανεπάρκειες και δικαιούνται παροχής υπηρεσιών ειδικής αγωγής. Οι ανεπάρκειες αυτές μπορεί να αφορούν τη σωματική, συναισθηματική, νοητική και γλωσσική ανάπτυξη του παιδιού και απαιτούν πρώιμη παρέμβαση και ειδικές στρατηγικές στήριξης.
Σύμφωνα με τις έρευνες, η πρώιμη παρέμβαση επιφέρει αίσια αποτελέσματα γιατί ο ρυθμός μάθησης του ανθρώπου, αλλά και η ταχύτητα της ανάπτυξής του, βρίσκονται στο αποκορύφωμά τους στα προσχολικά του χρόνια. Έτσι, η πρώιμη παρέμβαση δύναται να αλλάξει τη ζωή μιας ολόκληρης οικογένειας, γιατί βασίζεται σε στοχευμένη θεραπεία και επιδρά θετικά στις γνωστικές και κοινωνικές δεξιότητες του παιδιού, καθώς μειώνει ταυτόχρονα και τα προβλήματα συμπεριφοράς. Επίσης, είναι σημαντικό να τονίσουμε πως οι γονείς μαζί με τους εκπαιδευτές δουλεύουν και συνεργάζονται μαζί για ένα κοινό σκοπό.