Αρχαιολατρικές ομάδες και αρχαία ελληνική γλώσσα
ΤΕΥΧΟΣ 40 ΤΡΙΠΟΛΙΣ ΣΕΠΤΕΜΒΡΙΟΣ – ΟΚΤΩΒΡΙΟΣ 2005
ΑΡΧΑΙΟΛΑΤΡΙΚΕΣ ΟΜΑΔΕΣ ΚΑΙ ΑΡΧΑΙΑ ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΓΛΩΣΣΑ
Τὸ φαινόμενο
Μὲ τὴν ἀρχὴ τῆς φετινῆς σχολικῆς χρονιᾶς καὶ τὶς πολιτικὲς συζητήσεις γιὰ τὴ διεύρυνση τῶν ὡρῶν διδασκαλίας τοῦ μαθήματος τῶν ἀρχαίων ἑλληνικῶν στὰ σχολεῖα, δίνεται ἡ καλύτερη ἀφορμὴ νὰ ἀναπτύξουμε λίγο τὸ φαινόμενο, κατὰ τὸ ὁποῖο ἐπικρατεῖ μία γενικότερη «μόδα» στοὺς θιασῶτες τῆς νεοειδωλολατρίας γιά προβολὴ τῆς ἀρχαίας ἑλληνικῆς γλώσσας καὶ τῆς διδασκαλίας της, προκειμένου νὰ ἐμβαθύνει κάποιος στὰ ἰδεώδη τῶν προγόνων. Βέβαια, οἱ δωδεκαθεϊστὲς, ὅπως θὰ δείξουμε στὴ συνέχεια, ἔχουν ἰδεολογικῶς τόση σχέση μὲ τὰ ἀρχαῖα ἑλληνικὰ ὅση καὶ μὲ τὰ … θρησκευτικά.
Ἡ ὕπουλη ἐκμετάλλευση τοῦ γλωσσικοῦ προβλήματος
Εἶναι ἀναμφισβήτητο γεγονὸς ὅτι διατυπώνεται ἀπὸ τοὺς εἰδικοὺς ἕνας γενικότερος προβληματισμὸς γιὰ τὴ γλωσσικὴ πενία καὶ ἔνδεια ποὺ κατατρύχουν τὴ νέα γενιὰ, ἀλλὰ καὶ γιὰ τὰ ἐπανειλημμένα ἀποτυχημένα πειράματα τῶν τελευταίων κυβερνήσεων νὰ συντηρήσουν ἕνα σοβαρὸ τρόπο διδασκαλίας τοῦ μαθήματος τῶν κλασσικῶν γλωσσῶν καὶ μάλιστα τῆς ἀρχαίας ἑλληνικῆς. Ἔτσι, οἱ μαθητὲς διαμαρτύρονται γιὰ τὴ σκοπιμότητα αὔξησης τῶν ὡρῶν διδασκαλίας σὲ σχέση μὲ ἄλλα τεχνοκρατικὰ καὶ θετικοῦ ἐνδιαφέροντος διδακτικὰ ἀντικείμενα, ἐνῶ οἱ ἁρμόδιοι καθηγητὲς γιὰ τὴν ἀδιαφορία τῶν μαθητῶν καὶ τὰ σπασμωδικὰ μέτρα πρὸς ἐνίσχυση τῶν ἀρχαιογνωστικῶν μαθημάτων. Ἀπὸ τὴν ἄλλη πλευρά, τὸ πρόσφατο πείραμα τῆς Ἀρχιεπισκοπῆς Ἀθηνῶν νὰ λέγονται τὰ ἀναγνώσματα τῆς Θείας Λειτουργίας (ἀποστολικὴ καὶ εὐαγγελικὴ περικοπὴ) σὲ μία Νεοελληνικὴ, ποὺ ἐπιτρέπει παραποιήσεις τοῦ πρωτοτύπου κειμένου (πείραμα ποὺ προκάλεσε παγερὴ ἀδιαφορία στὸ ὀρθόδοξο πλήρωμα, γι’ αὐτὸ καὶ ἐξέπνευσε παταγωδῶς παρὰ τὴν ἐπιδοκιμασία του ἀπὸ μερίδα ἀντιεκλησιαστικῶν παραγόντων καὶ θρησκευτικῶς ἀδιαφόρων δημοσιογραφούντων), ἀπέδειξε ὅτι εἶναι δυνατὸ νὰ καταφεύγουμε για λύσεις πολλῶν προβλημάτων στοὺς θεματοφύλακες τῶν παραδόσεων, ἀλλὰ μὲ λανθασμένο τρόπο. Πολύ περισσότερο μάλιστα ὅταν οἱ ὀπαδοὶ τῆς ἀναβίωσης τῆς ἀρχαιοελληνικῆς θρησκείας (ἤ μᾶλλον ἑνὸς συγκρητιστικοῦ πίνακα νεοναζιστικῶν δοξασιῶν καί ἀπόψεων ἀρείας καταγωγῆς, ἀφοῦ ἡ ἀρχαιοελληνικὴ θρησκεία καὶ μυθολογία ὑπῆρξαν πλάσματα συγκεκριμένων ἐποχῶν ἀναζητήσεως τοῦ ἀνθρώπου) ἐπαγγέλλονται τὴ διδασκαλία καὶ προβολὴ τῆς ἀρχαίας ἑλληνικῆς γλώσσας «γιὰ νὰ γνωρίσουν τὰ ἑλληνόπουλα τὴ μητρική τους γλώσσα» καὶ «γιὰ νὰ μάθουν ἀπὸ πρῶτο χέρι τὰ μεγαλεῖα τῶν προγόνων μας».
Ἔτσι πολλοὶ ἐκδοτικοὶ οἶκοι μὲ συγκεκαλυμμένο παραθρησκευτικὸ προσωπεῖο ἐπιδίδονται στὴ συγκρότηση ὁμάδων ἐργασίας γιὰ ἐπαφὴ μὲ τὴν ἀρχαία γλώσσα καὶ ἐκδίδουν σχετικὰ βιβλία (μεθόδους, ἀναγνωστικά, γραμματικές, κτλ.). Ἂς προσέξουμε ὅσα κατέθεσε ἀπὸ τὴν ἐμπειρία της μία 20χρονη φοιτήτρια τῆς Νομικῆς κάτοικος Ἀθηνῶν (ἀπὸ τὸν ἡμερήσιο τύπο): «Ὁ γνωστός μου Κ. Π. συνεχῶς μοῦ κέντριζε τὸ ἐνδιαφέρον γιὰ νὰ τὸν συνοδεύσω σὲ κάποιο δωρεὰν σεμινάριο, σὲ διδακτήριο τῆς ὁδοῦ Σόλωνος […], λέγοντάς μου πόσο πολὺ τὸν εἶχαν βοηθήσει νὰ σκέφτεται καὶ νὰ ἐκφράζεται στὴν ἀρχαία Ἑλληνική. Μὲ δεδομένη τὴν ἐμπειρία μου ἀπὸ μία ἀτελέσφορη καὶ προβληματικὴ διδασκαλία τῆς ἀρχαίας Ἑλληνικῆς στὶς τελευταῖες τάξεις τοῦ Λυκείου καὶ στὸ ἐξαντλητικὸ φροντιστήριο, ὑπέκυψα στὶς φορτικὲς πιέσεις του νὰ πάω καὶ νὰ ἀκούσω μία ἔμπειρη δασκάλα νὰ παρουσιάζει μαθήματα ἐτυμολογίας καὶ γραμματικῆς. Πῆγα, τέλος πάντων, καὶ μέσα σ’ ἕνα πολυπληθὲς ἀκροατήριο ἀνθρώπων διαφορετικῆς ἡλικίας ἄκουσα στὴν ἀρχὴ ὁρισμένα μαθήματα μὲ ὕμνους στὴν ἀρχαία ἑλληνικὴ γλώσσα καὶ φιλοσοφία, καὶ κατόπιν ἡ κυρία ποὺ διαφημιζόταν ὡς ἐκλεκτὴ φιλόλογος καὶ διδάκτωρ ἑνὸς ξένου πανεπιστημίου ἄρχισε νὰ μᾶς μυεῖ στὶς ὁδοὺς τῆς γλωσσικῆς σκέψης. […] Μοῦ προξένησε ἐντύπωση ὅτι διδασκόμασταν συνεχῶς Ὀρφικοὺς καὶ Ὁμηρικοὺς ὕμνους, πλατωνικὰ καὶ ἄλλα φιλοσοφικὰ κείμενα μὲ θρησκευτικὸ χρωματισμό, ἐνῶ κάθε τόσο χειροκροτούσαμε τὴν ὁμιλήτρια ποὺ ἀρεσκόταν νὰ κατηγορεῖ τὴν ἀμάθεια τῶν παπάδων καὶ τὴν ἑβραϊκὴ μυθολογία τῆς Παλαιᾶς Διαθήκης, μὲ τὰ ὁποῖα οἱ σιωνιστικοὶ κύκλοι εἶχαν ἁλώσει τὴ νεοελληνικὴ ἐκπαίδευση. Ὅσο προχωροῦσαν τὰ μαθήματα, οἱ γνώσεις μας στὴ γραμματικὴ καὶ τὸ συντακτικὸ δὲν αὐξάνονταν, παρὰ μόνον ἡ ἐμμονὴ τῆς ὁμιλήτριας νὰ ὑπογραμμίζει τὴν ἀνωτερότητα τοῦ ἀρχαιοελληνικοῦ πνεύματος ἔναντι τοῦ χριστιανισμοῦ καὶ τοῦ σκοταδισμοῦ τοῦ ἱερατείου, κ.ἄ. Ὅταν κάποια μέρα τοὺς ρώτησα τὴ γνώμη τους γιὰ τοὺς βυζαντινοὺς ὑμνογράφους καὶ τὸν Ρωμανὸ τὸν Μελωδό, μοῦ ἀπάντησαν σὲ ἔντονο ὕφος πὼς ἀσχολοῦνται μόνον μὲ Ἕλληνες (!), καὶ πὼς ἔπρεπε νὰ ξεχάσω τοὺς … μύθους τῶν παπάδων (!). Ὅταν μετὰ ξαναρώτησα γιὰ τὴν ἄποψη ποὺ ἀκούστηκε γιὰ τὴν ἐπιστημονικότητα τῶν ἐτυμολογικῶν τους ἀναλύσεων, μοῦ ὑπέδειξαν ἀντὶ ἄλλης βιβλιογραφικῆς παραπομπῆς τὰ βιβλία συγκεκριμένων ἐκδοτικῶν οἴκων, γραμμένα ἀπὸ ἐρασιτέχνες φιλολόγους καὶ ἀρχαιομαθεῖς … δημοσιογράφους, σὲ μικτὴ καθαρεύουσα, μὲ ὀρθογραφικὰ λάθη καὶ τραβηγμένες ἀπόψεις ἐπανερμηνείας γνωστῶν κανόνων. Μάλιστα, δὲν θὰ ξεχάσω ποτὲ μία ἐκδήλωση ποὺ διοργανώθηκε ἀπὸ τὴν ἴδια ἑταιρεία, ὅπου ὅλοι οἱ παρευρισκόμενοι προσπαθοῦσαν νὰ ἐκφραστοῦν σὲ μία τεχνητὴ γλώσσα, ἐνῶ δὲν ἤξεραν νὰ κλίνουν στὰ ἀρχαῖα ἑλληνικὰ παρὰ μόνο δύο – τρία ὀνόματα θεῶν καὶ θεαινῶν· ἐκεῖ ἄκουγα κατηγορίες γιὰ τοὺς φιλολόγους ποὺ κατέστρεψαν τὴ γλώσσα μας καὶ ὅτι ὅποιος θέλει νὰ μάθει ἑλληνικὰ πρέπει νὰ ἀγοράζει τὰ Ἅπαντα τῶν ἀρχαίων Ἑλλήνων μόνο ἀπὸ τὴ σειρὰ τῶν ἐκδόσεων [….]. Μοῦ ἔκανε ἐπίσης ἐντύπωση ὅτι οἱ περισσότεροι ἔφεραν καὶ ὑπέγραφαν μὲ δεύτερο ὄνομα, ἀρχαιοελληνικό, διότι, λέει, τὰ σημερινὰ εἶναι ἀποτέλεσμα τῆς ἐκκλησιαστικῆς προπαγάνδας καὶ εἶναι γυφτοχριστιανικά… […]. Ἄργησα πολὺ νὰ καταλάβω ὅτι πολλὰ ἀπὸ τὰ παρουσιαζόμενα δῆθεν ὡς ἐπιστημονικὰ δεδομένα ἦταν ἀποκυήματα μιᾶς ὁμαδικῆς παράνοιας καὶ ὅτι εἶχαν ἐλάχιστη σχέση μὲ ὅσα ἐνέκρινε ἡ παγκόσμια ἐπιστημονικὴ κοινότητα, καθὼς καὶ ὅτι τὸ ἀντιεκκλησιαστικὸ μένος τοὺς ἐπέβαλλε νὰ ἐκστομίζουν συνθήματα γιὰ τὴ χριστιανικὴ θρησκεία, λέγοντας ὅτι ἡ Ἐκκλησία ἀμαύρωσε τὴ γλώσσα καὶ ἄλλα παρόμοια. Ἡ θέση μου ἄρχισε νὰ γίνεται ἄβολη. […] Μετὰ ἀπὸ δύο χρόνια ξανάπιασα τὴ σχολική μου γραμματικὴ καὶ διαπίστωσα μὲ πικρία πόσο πολὺ εἶχα ἀπομακρυνθεῖ ἀπὸ τὴν Ἀρχαία Ἑλληνικὴ Γλώσσα καὶ Γραμματεία· τόσο ποὺ νόμιζα ὅτι οἱ ρηματικοὶ τύποι τέλειωναν μὲ τὴν ἐπίκληση ‘‘ἐλθέ, ὦ Ζεῦ, πάτερ τᾶς γᾶς’’. […] Δυστυχῶς περιπλανήθηκα σὲ σκοτεινοὺς δρόμους, ἀντὶ νὰ μὲ καθοδηγήσει κάποιος στὶς κλασικὲς στερεότυπες ἐκδόσεις καὶ στὴ γλώσσα τοῦ Θουκυδίδη καὶ τοῦ Σοφοκλῆ. Σήμερα, ὡς ἀσκούμενη πιὰ δικηγόρος, ἔχω σιχαθεῖ τὰ ἀρχαῖα καὶ τὶς συζητήσεις γιὰ αὐτά». Ἡ τραγικὴ ἐμπειρία τοῦ προσώπου αὐτοῦ μπορεῖ νὰ ἀποβεῖ ἄκρως διδακτικὴ γιὰ ὅσους αἰσθάνονται περιέργεια γιὰ τὴ … μυστικιστικὴ ἑρμηνεία τοῦ ἀρχαιοελληνικοῦ ἀλφαβήτου καὶ τὴν ἀριθμομετρικὴ … μαγεία τῶν κειμένων τοῦ Πλουτάρχου.
Ἡ διαφήμιση μιᾶς κούφιας διανόησης
Γνωρίζουμε ὅτι σὲ ὅλα τὰ παραθρησκευτικὰ σχήματα ἀναγνωρίζεται ὡς ὕψιστο ἐπίτευγμα ἡ τυφλὴ ὑποταγὴ τῆς ἀνθρώπινης βούλησης στὴν αὐθεντία τοῦ ἡγέτη τῆς ὀργάνωσης: ἐν προκειμένῳ, ὁ «εἰδικὸς» ἰσχυρίζεται ὅτι ξεπερνάει σὲ φιλολογικὲς γνώσεις τοὺς ἁρμόδιους πτυχιούχους καὶ τοὺς ἐρευνητὲς τῆς ἐπιστήμης, λέγοντας ὅτι πρόκειται γιὰ διεθνὴ προπαγάνδα κατὰ τῆς ὀρθῆς ἑρμηνείας τῆς ἀρχαίας ἑλληνικῆς. Στὰ εἰδικὰ γραφεῖα τῆς Ἐκκλησίας γιὰ τὶς αἱρέσεις συχνὰ οἱ πιστοὶ προσκομίζουν ἀφίσες καὶ περιοδικὰ ὅπου διαφημίζονται σχετικὲς διαλέξεις διδασκαλίας τῶν ἀρχαίων ἑλληνικῶν ἀπὸ ἀνεπάγγελτους ἀνθρώπους μὲ ἀπίθανες ἰδιότητες, ὅλοι τῶν ὁποίων ἐπικαλοῦνται τὶς γνῶμες τοῦ Πλάτωνος, τοῦ Ἀριστοτέλους, τοῦ Ἑρμοῦ τοῦ Τρισμεγίστου καὶ τῶν Προσωκρατικῶν. Καὶ ἐδῶ ἡ διαφήμιση καὶ ἡ ἔξυπνη ἐκμετάλλευση τοῦ γλωσσικοῦ προβλήματος ὑποβοηθοῦνται ἀπὸ μέσα ἐνημερώσεως καὶ δημοσιογραφικὰ ἄρθρα ἀπὸ «παντογνῶστες» χειριστὲς τοῦ δημοσιογραφικοῦ λόγου. Ἐννοεῖται πὼς οἱ «εἰδήμονες» τῆς ἀρχαίας γλῶσσες εἶναι τὶς περισσότερες φορὲς ἡμιμαθεῖς ἀργόσχολοι μὲ φιλολογικὰ ἀπωθημένα καὶ τάσεις ἐπιβολῆς στὸν ὄχλο. Ἀπορίας ἄξιον παραμένει τὸ πῶς κατορθώνουν νὰ διακινοῦν τὰ βιβλία τους, βιβλία μὲ μηδενικὸ μορφωτικὸ περιεχόμενο, ἀκαλαίσθητα καὶ προχειρογραμμένα, μέσω γηραιῶν φιλολόγων καὶ συναφῶν πολιτικῶν κύκλων, ποὺ ἀσχολοῦνται μὲ τὴν ἀναδίφηση τῶν θαυμαστῶν τῆς ἑλληνικῆς γλώσσας. Εἶναι τέτοια ἡ ἀμάθεια, ἢ θὰ πρέπει νὰ παραδεχθοῦμε πὼς ἡ ἀποτυχία διδασκαλίας τῆς ἀρχαίας ἑλληνικῆς καὶ σὲ παλαιότερα χρόνια εἶχε ὡς συνέπεια τὴν κατασκευὴ ξύλινων προτύπων ζωῆς καὶ λογικῆς; Τὰ ἀρχαῖα ἑλληνικὰ ἀπαιτοῦν καλὸ σχεδιασμὸ καὶ ἐκπαιδευτικὲς πρωτοβουλίες, ὄχι σπασμωδικὲς λύσεις καὶ πρόχειρα πειράματα· ἔχει λεχθεῖ ὅτι γιὰ νὰ καταργήσεις οὐσιαστικῶς κάτι, δὲν ὑπάρχει καλύτερος τρόπος ἀπὸ τὸν ἐξευτελισμό του στὴ σχολικὴ διαδικασία.
Ἀρχαία ἑλληνικὴ γλώσσα καὶ Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία
Ἡ Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία – κι αὐτὸ εἶναι ἐπιστημονικῶς πανθομολογούμενο – ὑπηρέτησε τὴν ἀρχαία ἑλληνικὴ γλώσσα καὶ γενικότερα τὴν ἑλληνικὴ στὸ πέρασμα τῶν αἰώνων, ἀφοῦ, χωρὶς νὰ καπηλεύεται τὴ γλώσσα, τὴ μεταμόρφωσε σὲ γλώσσα λατρείας καὶ τὴν περιέβαλε μὲ τὴν ἀγάπη τοῦ θεματοφύλακα. Σὲ καιροὺς χαλεποὺς διατύπωσε καίριο προβληματισμὸ γιὰ τὴ γλώσσα (βλ. μέχρι καὶ τὴ Διακήρυξη τῆς Κοινότητας τοῦ Ἅγίου Ὄρους γιὰ τὴ γλώσσα καὶ τὴν παιδεία τοῦ Γένους μας) καὶ τὴν ἀναγκαιότητα διδασκαλίας τῆς ἀρχαίας ἑλληνικῆς στοὺς ἑλληνόπαιδες ὡς συστατικοῦ μιᾶς ἀνώτερης παιδείας καὶ ἑλληνοπρεποῦς μόρφωσης. Οἱ Πατέρες τῆς Ἐκκλησίας ἀνύψωσαν τὴν ἑλληνικὴ σὲ ὄργανο διατύπωσης τῶν δογμάτων καὶ τῆς θείας ἀποκαλύψεως. Ἂν παρατηρήσουμε τὸν λόγο καὶ τὰ συγγράμματα τῶν Τριῶν Ἱεραρχῶν (καὶ δὲν εἶναι διόλου τυχαῖο τὸ ὅτι ἡ ἁγία Ἐκκλησία μας τοὺς ἔχει τάξει ὡς σύμβολα καὶ προστάτες τῆς παιδείας) θὰ ἀντιληφθοῦμε τὴν τιμὴ ποὺ ἀποδίδουν στὴν ἑλληνικὴ καὶ πῶς μέσα στὰ λόγια τους ἀναβιώνει ἡ ἀρχαία γλώσσα, ὄχι ὡς νεκρανάσταση τῶν κλασικῶν διαλέκτων, ἀλλ’ ὡς οἶνος νέος εἰς ἀσκοὺς καινούς. Μάλιστα, τὰ τελευταῖα χρόνια, σὲ πεῖσμα τῶν νεοαιρετικῶν ὁμάδων καὶ παραθρησκευτικῶν συναγωγῶν ποὺ ἀγωνίζονται γιὰ τὴν ἐγκαθίδρυση μονοτονικῶν καὶ λατινογραφικῶν φωνητικῶν ἀποδόσεων τῶν ἑλληνικῶν λέξεων, ἂν ὑπάρχει κάποιος φορέας ποὺ συνειδητὰ προβάλλει τὴν ἀξία τῆς γλωσσικῆς μας παράδοσης καὶ τὴν ἀνάγκη σεβασμοῦ τῆς γλωσσικῆς μας κληρονομιᾶς, αὐτὸς εἶναι ἡ Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία, ἀφοῦ μὲ τὴν πίστη καὶ τὴ γλώσσα ἔδωσε τὸ δικό της στίγμα σὲ αἰῶνες ποὺ ὁ Ἑλληνισμὸς πάλευε νὰ ἐπιβιώσει. Ἂς μὴν κηρύττουν, λοιπόν, μὲ νεόκοπους λόγους οἱ ἀρχαιολάτρες καὶ νεοπαγανιστὲς τὴν πίστη τους στὴν ἀρχαία γλώσσα, καθ’ ὅσον μάλιστα ὁ εἰδικὸς γλωσσολόγος καταλαβαίνει ὅτι τὶς περισσότερες φορὲς δὲν κατέχουν τὴ γλώσσα, ἀλλὰ τὴν ἔχουν μπερδέψει μὲ μία εὐνουχισμένη καθαρεύουσα λαϊκῆς κατανάλωσης, τὴν ὁποία προτείνουν σὰν ἀρχαία. Ὅπως εὔστοχα ἔχει χαρακτηρίσει κάποιος μελετητὴς τοῦ φαινομένου τὴν ἀπόπειρα τῶν δωδεκαθεϊστῶν νὰ καπηλευτοῦν τὴν ἀνάγκη ἐπαφῆς τῶν Ἑλλήνων μὲ τὴν ἀρχαία μορφὴ τῆς γλώσσας μας, πρόκειται γιὰ γλωσσικὸ γυμνισμό, γιὰ ἀδέξια ἐμμονὴ σὲ πρωτόγονες κουτοπονηριές.
Κύριε, σῶσον τοὺς ἀφελεῖς!
Τὰ τεχνάσματα καὶ ἡ εὐαισθησία τῶν ἀρχαιολατρῶν πιάνουν κάποτε … τόπο, ἐξαιτίας κυρίως τῆς ἀφέλειας καὶ τῆς ἔλλειψης κατάρτισης τῶν ἀνθρώπων ποὺ θὰ ἔπρεπε λογικῶς νὰ ἀναπτύσσουν εἰδικὴ μέριμνα γιὰ τὴ γλώσσα, ἀφοῦ ἡ ἐκπαίδευση χωλαίνει ὁμολογουμένως καὶ οἱ πολιτικὲς ἀποφάσεις περιπλέκουν τὰ πράγματα, ἀντὶ νὰ διευθετοῦν τὶς καταστάσεις πρὸς ὄφελος τῶν διδασκομένων. Συχνὰ πέφτουν θύματα τῶν νεοφώτιστων «φιλολόγων» ἄνθρωποι εὐκολόπιστοι καὶ μὲ ἐπιφανειακὲς γνώσεις, ποὺ παρασύρονται ἀπὸ διαφημιστικὲς ἐκστρατεῖες καὶ συστάσεις «τρίτων» οἱ ὁποῖοι σπεύδουν νὰ μεταλαμπαδεύσουν τὶς γνώσεις τους στὸν λαό. Θυμίζουμε στὸ χριστεπώνυμο πλήρωμα πὼς κατὰ τὸν παρελθόντα Αὔγουστο σὲ τηλεοπτικὴ ἐκπομπὴ ἑνὸς νεοπαγανιστοῦ, μὲ θέμα τὴν ἱστορία τῆς ἀρχαίας ἑλληνικῆς, ὅταν ὁ κύριος ὁμιλητὴς βαυκαλιζόταν νὰ συλλαβίζει δῆθεν τύπους τῆς ἰαπετικῆς γλώσσας, περιέπεσε σὲ κραυγαλέα λάθη ποὺ προκάλεσαν τὴν παρέμβαση ἀποφοίτων τοῦ γυμνασίου γιὰ νὰ διορθώσουν τὸν μεγαλομανῆ ἀρχαιόπληκτο. Ἄλλο ἡ διδασκαλία τῆς ἀρχαίας ἑλληνικῆς καὶ ἄλλο ἡ φαιδρότητα τῶν αἱρεσιαρχῶν, ποὺ συνεχῶς ἐφευρίσκουν δολώματα ὡς κενόψυχοι γιὰ νὰ ἁρπάξουν καὶ νὰ παραπλανήσουν ὅσους νομίζουν ὅτι κατηγορώντας τὴν Ἐκκλησία θὰ κατορθώσουν νὰ πλησιάσουν τὸ γνήσιο ἑλληνικὸ πνεῦμα, πνεῦμα, ποὺ ἐπιζητεῖ τὴν παρουσία ἀληθινῶν ἀνθρώπων καὶ ὄχι φαντασμάτων τῆς ἀγραμματοσύνης.
Ὁ Μέγας Βασίλειος γιά τήν ἑλληνική παιδεία
Ἐπιβάλλεται νά καταφεύγουμε σέ ποιητές, λογογράφους, ρήτορες καί γενικά σέ κάθε ἄνθρωπο ἀπό τόν ὁποῖο πρόκειται νά ἀποκομίσουμε κάποια ψυχική ὠφέλεια. […] Ἄν θέλουμε νά παραμείνει σέ μᾶς ἀνεξίτηλη ἡ ἰδέα τοῦ καλοῦ, πρέπει πρῶτα νά προετοιμαζόμεθα μέ τή μελέτη τῶν ἐκτός τῆς Ἐκκλησίας διδασκάλων, κι ἔπειτα νά ἀκοῦμε τά ἱερά καί ἀπόρρητα διδάγματα. […] Λέγεται μάλιστα ὅτι καί ὁ περίφημος ἐκεῖνος Μωϋσῆς, ὁ ὀνομαστός γιά τή σοφία του μεταξύ τῶν ἀνθρώπων, πρῶτα γύμνασε τόν νοῦ του στά μαθήματα τῶν Αἰγυπτίων, κι ἔπειτα πλησίασε νά δεῖ τόν Θεό. Παρομοίως καί ὁ σοφός Δανιήλ ἀργότερα στή Βαβυλῶνα: ἀφοῦ γνώρισε καλά τή σοφία τῶν Χαλδαίων, τότε ἄρχισε νά μελετᾶ τή θεία διδασκαλία.
Ὅμως, γιά τό ὅτι εἶναι χρήσιμοι στήν ψυχή οἱ λόγοι τῶν ἐκτός Ἐκκλησίας διδασκάλων, ἀρκετά εἶπα. Τώρα θά σᾶς δείξω καί πῶς πρέπει νά τούς προσεγγίζετε, ἀρχίζοντας ἀπό τούς ποιητές. Δέν πρέπει ὅλα, ὅσα λένε ἐκεῖνοι, νά τά προσέχετε ἀδιάκριτα. Ἀλλά, ὅταν διηγοῦνται πράξεις ἤ λόγους ἀγαθῶν ἀνθρώπων, νά τούς ἀγαπᾶτε καί νά τούς ζηλεύτε καί νά προσπαθεῖτε μέ κάθε τρόπο νά τούς μιμηθεῖτε. Ὅταν, ὅμως, διηγοῦνται καί προβάλλουν μοχθηρούς ἀνθρώπους, νά ἀποφεύγετε καί νά κλείνετε τ’ αὐτιά σας, ὅπως ἔκανε ὁ Ὀδυσσέας (καθώς ἐκείνοι διηγοῦνται) γιά νά μήν ἀκούσει τά τραγούδια τῶν Σειρήνων, γιατί ὅποιος συνηθίσει στά ἄσχημα λόγια, θά φτάσει καί στά ἄσχημα ἔργα. […] Δέν θά ἐπαινέσουμε, λοιπόν, τούς ποιητές γιά ὅλα ὅσα λένε. Δέν θά τούς ἐπαινέσουμε, ὅταν προβάλλουν ὅσους ὑβρίζουν, ὅσους ἐμπαίζουν καί ὅσους ἀσχολοῦνται μέ ἔρωτες. Δέν θά τούς ἐπαινέσουμε, ὅταν λένε ὅτι ἡ εὐτυχία ἐξαρτᾶται ἀπό τά πλούσια τραπέζια καί ἀπό τά μεγάλα γλέντια. Θά τούς ἀγνοήσουμε ἐντελῶς, ὅταν μιλοῦν γιά θεούς, καί μάλιστα ὅταν ἰσχυρίζονται ὅτι οἱ θεοί εἶναι πολλοί καί ὅτι δέν συμφωνοῦν κἄν μεταξύ τους. […] Τίς μοιχεῖες τῶν θεῶν καί τούς ἔρωτες καί τίς ἄλλες αἰσχρές πράξεις πού κάνουν ὁλοφάνερα (καί μάλιστα αὐτές πού κάνει ὁ μεγαλύτερος καί κορυφαῖος τους, ὁ Δίας), τίς ὁποῖες καί γιά τά ζῶα νά ἀναφέρει κάποιος θά κοκκινήσει, αὐτές ἄς τίς ἀφήσουμε γιά ὅσους ἀσχολοῦνται μέ τά θέατρα. […]
Τά ἴδια συμβουλεύω καί γιά τούς συγγραφεῖς, καί μάλιστα ὅταν κατασκευάζουν λόγους γιά νά ἰκανοποιήσουν τούς ἀκροατές τους. Κατά τόν ἴδιο τρόπο καί στούς ρήτορες δέν θά μιμηθοῦμε τήν τέχνη τοῦ ψεύδους. Γιά μᾶς, πού ἐπιλέξαμε νά βαδίσουμε τήν ὁδό τήν ὀρθή καί ἀληθινή, δέν ἔχει καμία θέση τό ψέμα, οὔτε στά δικαστήρια, οὔτε σέ κάθε ἄλλη περίπτωση, ἀφοῦ ὁ νόμος τοῦ Θεοῦ δέν μᾶς ἐπιτρέπει οὔτε στά δικαστήρια νά καταφεύγουμε. […]
Ἄς ἀκολουθήσουμε τό παράδειγμα τῶν μελισσῶν, στή μελέτη αὐτῶν τῶν λόγων. Ἐκεῖνες, οὔτε σέ ὅλα τά ἄνθη πετοῦν, οὔτε καί σέ κεῖνα πού στέκονται ἐπιχειροῦν νά τά πάρουν ὅλα. Παίρνουν ὅ,τι τούς χρειάζεται καί ἀφήνουν τό ἄλλο. Κι ἐμεῖς, ἄν εἴμαστε σώφρονες, ἄς πάρουμε ὅ,τι συγγενεύει μέ τήν ἀλήθεια καί ἄς ἀφήσουμε τό ὑπόλοιπο. Ὅπως γιά νά κόψουμε τό ἄνθος τῆς τριανταφυλλιᾶς παραμερίζουμε τά ἀγκάθια, ἔτσι καί ἀπ’ αὐτούς τούς λόγους καί τίς διδασκαλίες θά διαλέξουμε τό καλό καί χρήσιμο καί θά προφυλαχθοῦμε ἀπό τό βλαβερό.
(Ἀπόσπασμα ἀπό τό ἔργο τοῦ Μ. Βασιλείου, Πρός τούς νέους ὅπως ἄν ἐξἑλληνικῶν ὠφελοῖντο λόγων, MPG, τ. 31, κεφ. 2-4, στ. 568-569, σέ ἐλεύθερη ἀπόδοση).
Ημερ: 29 Ιουλίου 2011 Κατηγορίες: Ορθοδοξία και μη Ορθόδοξοι.
Αφήστε μια απάντηση
Για να σχολιάσετε πρέπει να συνδεθείτε.