Η Αγία Σοφία Τραπεζούντας, ναός με εξέχουσα θέση τόσο ανάμεσα στα μνημεία του Πόντου, όσο και ανάμεσα στα βυζαντινά μνημεία ευρύτερα, οφείλει τη σημασία της στη σύνδεσή της με ποικίλες ιστορικές και αρχαιολογικές παραμέτρους.
Πρώτα απ’ όλα αποτελεί ένα μνημείο σαφώς συνυφασμένο, ήδη από την ίδρυση του, με την τοπική αυτοκρατορική δυναστεία των Μεγάλων Κομνηνών. Ταυτόχρονα, ο τρόπος με τον οποίο συνδυάζονται τα επιμέρους στοιχεία της αρχιτεκτονικής διαμόρφωσης, της ζωγραφικής, της ψηφιδωτής και της γλυπτής διακόσμησης του θα μπορούσε να χαρακτηριστεί ασυνήθιστος και ίσως μοναδικός. Ο γλυπτός του διάκοσμος εμφανίζει έντονες επιρροές της σελτζουκικής αισθητικής, ενώ παράλληλα η εκτεταμένη γλυπτή εξωτερική του διακόσμηση αντανακλά επιρροές από την τέχνη της Αρμενίας και της Γεωργίας -περιοχές με τις οποίες η Τραπεζούντα διατηρούσε κατά καιρούς καλές σχέσεις. Διακοσμήθηκε με εξαιρετικές τοιχογραφίες, οι περισσότερες από τις οποίες ανήκουν στην περίοδο της παλαιολόγειας αναγέννησης, τέχνη που έδινε έμφαση στην ανθρώπινη υπόσταση των εικονιζομένων, με πολυπρόσωπες συνθέσεις και τοπία που τονίζονται εμφατικά.
Ο επισκέπτης βλέπει σκηνές από την Καινή Διαθήκη (όσες έχουν διασωθεί). Η ανάδειξη των αγιογραφιών έγινε μετά από σκληρή δουλειά της ομάδας του Πανεπιστημίου του Εδιμβούργου μεταξύ 1958 και 1964, αφού σχεδόν όλο το εσωτερικό του ναού σοβαντίστηκε όταν ο ναός έγινε τζαμί, μετά την εκδίωξη της ορθόδοξης κοινότητας της Τραπεζούντας. Όπως όμως δήλωσε ειδικός που ενεπλάκη στη διαδικασία τότε, μόνο το ένα έκτο των τοιχογραφιών επιβίωσαν στο χρόνο και στο σοβά.
Χτισμένος έξω από τα τείχη της Τραπεζούντας, αλλά σε κοντινή τους απόσταση, ο ναός της Αγίας Σοφίας -σύνθετος σταυροειδής εγγεγραμμένος με τρούλο, νάρθηκα και τρία εντυπωσιακά πρόπυλα- αποτελεί το κέντρο ενός ευρύτερου οχυρωμένου οικοδομικού συγκροτήματος. Πλαισιώνεται από έναν πύργο με παρεκκλήσι, καθώς και από κατάλοιπα μιας μικρότερης εκκλησίας, αλλά και άλλων κτισμάτων, κατά πάσα πιθανότητα μοναστηριακών. Φιλολογικές πηγές του 14ου αιώνα μνημονεύουν τη μονή “της του Θεού Λόγου Σοφίας”, αλλά και “την μονήν του Κυρίου ημών Ιησού Χριστού, ήγουν την Αγίαν Σοφίαν”. Επιπλέον, εντυπωσιακά εμφανής και κυρίαρχη στη διαμόρφωση της ταυτότητας του μνημείου είναι η ταφική λειτουργία του, η οποία τεκμαίρεται από τις νεκρικές κόγχες και τις επιτύμβιες επιγραφές που φιλοξενούνται στο ναό. Η λειτουργία πάντως του ναού ως κοιμητηριακού φαίνεται να περιλαμβάνεται στους στόχους της αυτοκρατορικής χορηγίας, όταν ιδρύθηκε είτε από το Μανουήλ Α΄ Μεγάλο Κομνηνό (1238-1263) είτε από τους άμεσους απογόνους του.
Ο ναός λειτουργούσε ως μουσείο μέχρι το 2013, οπότε και μετατράπηκε ως τζαμί. Στο εσωτερικό είχαν γίνει εργασίες για να μην φαίνονται οι βυζαντινές εικόνες. Όμως τώρα, η τοπική διεύθυνση Πολιτισμού και Τουρισμού αποφάσισε να προχωρήσει σε εργασίες, στο πλαίσιο της προσπάθειας που γίνεται για την αύξηση των αριθμών των περιοχών που μπορούν να επισκεφθούν ντόπιοι και ξένοι τουρίστες.
Πηγές: mnimes.org, thetoc.gr, orthodoxianewsagency.gr