ΠΟΝΤΙΑΚΟΣ ΕΛΛΗΝΙΣΜΟΣ

2ο ΓΥΜΝΑΣΙΟ ΧΡΥΣΟΥΠΟΛΗΣ
ΠΟΝΤΙΑΚΟΣ ΕΛΛΗΝΙΣΜΟΣ

Άρθρα της κατηγορίας: 'Χωρίς κατηγορία'

ΠΟΝΤΙΑΚΑ ΓΙΑΤΡΟΣΟΦΙΑ

Χωρίς κατηγορία στις 19 Φεβρουαρίου 2018 από ΞΑΝΘΟΠΟΥΛΟΣ ΓΕΩΡΓΙΟΣ

 

Πώς θεράπευαν τον πόνο και τις ασθένειες!

Ποντιακά γιατροσόφια

Στον Πόντο, την εποχή που ήταν πολύ δύσκολο να βρει κάποιος φάρμακα, οι άνθρωποι προσπαθούσαν με φυσικό τρόπο και με γιατροσόφια να θεραπεύσουν τον πόνο και τις ασθένειες. Οι υπερήλικες της οικογένειας με την πείρα που διέθεταν, είχαν λύση για κάθε νόσημα και ο ασθενής έπρεπε να αφεθεί στα χέρια τους.

Οι τρόποι που χρησιμοποιούσαν μπορεί να φαίνονται σε κάποιες περιπτώσεις λίγο περίεργοι, αλλά κάτι περισσότερο θα ήξεραν αυτοί…

 

 

Για τον πυρετό

Σε ορισμένες περιοχές όπως στη Ματσούκα, για να ρίξουν τον πυρετό, έσκαβαν ένα λάκκο που χωρούσε μέσα τον άρρωστο! Αφού έριχναν νερό κι έκαναν λάσπη, τον τοποθετούσαν μέσα κι όταν τον έπιαναν ρίγη, τον έπλεναν και τον έβαζαν στο κρεβάτι. Άλλες πάλι περιπτώσεις έχουν σαν βάση τη χρήση φυσικών προϊόντων και βοτάνων.

Για τα εγκαύματα

Έριχναν μέλι πάνω στο έγκαυμα ή τοποθετούσαν βρασμένα δαφνόφυλλα.

Για την ηλίαση

«Εσέβεν ο ήλεν’ς σο κιφάλ’ ν’ ατ’» …μπήκε ο ήλιος στο κεφάλι του έλεγαν. Τύλιγαν το κεφάλι του ασθενή με πανί, βρεγμένο με ξύδι ή ταν (αραιωμένο γιαούρτι).

Για τον πονόδοντο

Έβαζαν στην κουφάλα του δοντιού τσίπουρο, αλάτι, πιπέρι καυτερό, χωριστά ή όλα μαζί ανακατεμένα!

Για πόνο στο μάτι

Κομπρέσες με βρασμένα φύλλα τριανταφυλλιάς ή μητρικό γάλα.

Για ανοιχτές πληγές

Έχυναν ούρα, ζάχαρη, καπνό και χώμα…

Για την δυσκοιλιότητα

Έπιναν το πρώτο ζουμί από το βράσιμο φασολιών.

Σε σπυράκια με πύον

Έβαζαν επιθέματα με λάπατα, μολόχα και λαχανίδα.

Για την χωλολιθίαση

Έφτιαχναν αφέψημα, βράζοντας φούντες καλαμποκιού.

Σε σοβαρά τραύματα

Έπαιρναν την ακαρθαρσία του σκύλου (!) και αφού ξεραινόταν, την κοπάνιζαν και πασπάλιζαν το τραύμα…

 

ΠΗΓΗ: https://www.lelevose.gr/

Διαβάστε το άρθρο και στο lelevose.gr , όπου μπορείτε να βρείτε και άλλα ενδιαφέροντα για τον Πόντο άρθρα, στον παρακάτω σύνδεσμο:

https://www.lelevose.gr/pontiaka-arthra/pontiaka-themata/pontiaka-giatrosofia.html

ΑΓΡΟΤΙΚΗ ΚΑΤΟΙΚΙΑ ΣΤΟΝ ΠΟΝΤΟ

Χωρίς κατηγορία στις 14 Φεβρουαρίου 2018 από ΞΑΝΘΟΠΟΥΛΟΣ ΓΕΩΡΓΙΟΣ

Στις ατελείωτες οροσειρές του Πόντου και στη στενή παράκτια ζώνη του η παρουσία και η δράση του εργατικού αγρότη ή του ριψοκίνδυνου ναυτικού επισημαίνονται εκτός άλλων και από την αρχιτεκτονική και την οργάνωση της κατοικίας του.

Εκτός από τα σπίτια παραθερισμού των μεγαλοαστών, τα κτισμένα μέσα στους ίδιους τους αγροτικούς οικισμούς κυρίως μετά το δεύτερο μισό του 19ου αιώνα και τα οποία μπορεί να παρουσιάζουν ιδιαιτερότητες σε σχέση με τις τυπικές κατοικίες των άλλων αγροτών, οι τελευταίες, οργανωμένες σε συνεκτικούς οικισμούς, ανταποκρίνονταν πρώτιστα στη λειτουργία και την εξυπηρέτηση των βασικών αναγκών του αγρότη. Μία σειρά τοπικών παραμέτρων φαίνεται να επηρεάζουν τη μορφή και τη λειτουργία των αγροτικών αυτών κατοικιών. Ως τους πλέον βασικούς θα αναφέρουμε: τη γεωμορφολογία και το κλίμα της περιοχής, τη μορφή της οικονομίας και το είδος της τοπικής παραγωγής, τις κοινωνικές και πολιτισμικές συνθήκες. Η διαφοροποίηση των παραπάνω παραγόντων στο χώρο και το χρόνο και οι ποικίλοι συνδυασμοί τους στις πολυάριθμες ελληνικές κοινότητες, τις διάσπαρτες σε όλη την έκταση του Πόντου, διαμόρφωσαν μεγάλη ποικιλία τύπων και παραλλαγών της αγροτικής κατοικίας.

Η διερεύνηση των διαφόρων τύπων των αγροτικών κατοικιών του Πόντου, αποκαλύπτει τον τρόπο ζωής του αγροτικού αυτού πληθυσμού, την ποικιλία και τις δυσκολίες των ασχολιών του είτε μέσα στα γυμνά, άνυδρα και λαμπερά τοπία της ορεινής ενδοχώρας, είτε πάνω στα ομιχλώδη και χιονοσκεπή οροπέδια που μεσολαβούν πριν από την υγρή και δασωμένη στενή παραλιακή ζώνη.

Στις απότομες ανηφοριές και στα ψυχρά κλίματα των δασών της ενδοχώρας ή στις περιορισμένες πεδινές εκτάσεις των παραλίων του Πόντου, παρά την κατά τόπους διαφοροποιημένη τυπολογία της αγροτικής κατοικίας, η νοικοκυροσύνη, το εργατικό και φιλάνθρωπο πνεύμα των Ελλήνων του Πόντου, αποτυπωμένα και στη λιτή αρχιτεκτονική σύνθεση των σπιτιών τους, εκφράζουν το πνεύμα της ομαδικής τους συνείδησης και το κουράγιο για τη ζωή.

Μία πρώτη γενική διάκριση των διαφόρων τύπων αγροτικών κατοικιών του Πόντου, επιτρέπει μία βασική κατηγοριοποίηση στις:

α.  αγροτικές κατοικίες της παραλιακής ζώνης

β.  αγροτικές κατοικίες της ορεινής ενδοχώρας

 

Στην κατηγορία α. (αγροτικές κατοικίες της παραλιακής ζώνης), η αρχιτεκτονική χαρακτηρίζεται από σχετική ευρυχωρία και εξωστρέφεια χαρακτηριστικά που εκφράζονται με την κατά το δυνατόν οριζόντια διάταξη των βασικών λειτουργιών της κατοικίας και των βοηθητικών της προσκτισμάτων, τα πολλά και ευμεγέθη ανοίγματα στις όψεις, την ύπαρξη ημιυπαίθριων χώρων.

Οι κατοικίες στους παράλιους αγροτικούς οικισμούς συνήθως καλύπτονταν με επικλινείς στέγες και κατασκευάζονταν είτε ως απλές πλινθόκτιστες (π.χ. περιοχή Αμάσειας) είτε με μικτό σύστημα (πέτρα στο ισόγειο / σύστημα τσατμά στον όροφο π.χ. περιοχή Σαμψούντας). Η πλήρωση των διακένων της ελαφράς κατασκευής του ορόφου, του τσατμά δηλαδή, γινόταν με πλίνθους ή με λίθους, ανάλογα με τα δομικά υλικά της κάθε περιοχής.

Στην κατηγορία β. (αγροτικές κατοικίες της ορεινής ενδοχώρας), η αρχιτεκτονική χαρακτηρίζεται από εσωστρέφεια και συγκέντρωση των απαραιτήτων για την αγροτική ζωή λειτουργιών σε ένα ενιαίο και συνεκτικό κτιριακό περίβλημα. Στις πετρόκτιστες κατοικίες της ορεινής ενδοχώρας, τις καλυμμένες ως επί το πλείστον με οριζόντιο δώμα χωμάτινης επικάλυψης (Σταυρίν, Κρώμνη, Τσίτε, Ίμερα, Αργυρούπολη) σπανιότερα δε με επικλινή στέγη (Σάντα, Λαραχανή), τα φωτιστικά ανοίγματα στις όψεις είναι ελάχιστα. Χαρακτηριστικό – ιδιαίτερα για την περιοχή της Χαλδίας – είναι το φωτιστικό άνοιγμα της οροφής, το δρανίν.

(Ελένης  Γ. Γαβρά, «Αγροτικός χώρος και κατοικία στον Πόντο, από το 19. αι. έως τις αρχές του 20., ορεινοί οικισμοί στις περιοχές Αργυρούπολης και Τραπεζούντας», εκδοτικός οίκος αδελφών Κυριακίδη, 1998.)

 

ΠΗΓΗ: Pontios Akritas http://www.pontiosakritas.blogspot.com/

Διαβάστε όλο το άρθρο και δείτε φωτογραφίες κατοικιών στον παρακάτω σύνδεσμο:

http://pontiosakritas.blogspot.gr/2011/05/blog-post_24.html#

 

 

Η ΑΓΡΟΤΙΚΗ ΖΩΗ ΣΤΟΝ ΠΟΝΤΟ

Χωρίς κατηγορία στις 14 Φεβρουαρίου 2018 από ΞΑΝΘΟΠΟΥΛΟΣ ΓΕΩΡΓΙΟΣ

Όσο βαριά και δύσκολη κι αν ήταν η αγροτική κατ’ εξοχήν εργασία, δεν κούραζε τόσο τον εργαζόμενο, γιατί εκτελούνταν στα πλαίσια μια υγιούς οικογένειας και μιας οργανωμένης μικρής κοινωνίας. Δεν εργάζονταν οι Πόντιοι μόνο, διασκέδαζαν συνάμα με την εργασία τους!

Τους έβλεπες, τους άκουγες μάλλον, στο τσάπισμα, στο θέρισμα, στον τρύγο, να τραγουδούν, δημιουργώντας συχνά δικά τους επίκαιρα δίστιχα και τετράστιχα.

Το ίδιο συνέβαινε και στα παρακάθια, όταν παστάλιαζαν τα καπνά, ή ξεφλούδιζαν τα κοτσάνια από τα καλαμπόκια, όταν ράβδιζαν τα μαλλιά, όταν ύφαιναν, όταν έβοσκαν και πότιζαν τα ζώα, όταν έχτιζαν ομαδικά έναν τοίχο, όταν έκοβαν τα ξύλα, όταν μετέφεραν με τα κάρα τα προϊόντα τους.

Στον Πόντο, από τότε που ζούσαν εκεί Έλληνες, συνηθίζεται στις αγροτικές εργασίες όπως το κοτόφλυμαν,1 το λύχτρεμαν,2 το σκάψιμον, το διφτέρισμα ή αροκόπεμαν3 και το θέρισμα, οι οικογένειες να ενώνουν τις δυνάμεις τους και να δουλεύουν όλοι μαζί στα χωράφια της μιας ή της άλλης οικογένειας.

Το έθιμο, εκτός του ότι καλλιεργούσε τις κοινωνικές σχέσεις, την ομαδικότητα και την αλληλεγγύη, αποτελούσε πρώτης τάξεως ευκαιρία για να αναδείξουν κάποιοι τις καλλιτεχνικές δυνατότητές τους αλλά και να έρθουν πιο κοντά με υποψήφιους γαμπρούς ή νύφες.

Δεν ήταν λίγες οι φορές που γάμοι είχαν προκύψει από τέτοιες συναντήσεις!

 

________
1. Κοτόφλυμαν: Η αποφλοίωση των καλαμποκιών. | 2. Λύχτρεμαν: Το σκάλισμα του χωραφιού. | 3. Διφτέρισμα ή αροκόπεμα: Αραίωση του καλαμποκιού.

ΠΗΓΗ: www.pontos-news.gr  και www.lelevose.gr, δείτε τα άρθρα στους παρακάτω συνδέσμους:

 

Έρθαν οι εμπορ’   – Καζαντζίδης Στέλιος

ΠΟΝΤΙΑΚΑ ΝΑΝΟΥΡΙΣΜΑΤΑ-ΤΑΧΤΑΡΙΣΜΑΤΑ

Χωρίς κατηγορία στις 12 Φεβρουαρίου 2018 από ΞΑΝΘΟΠΟΥΛΟΣ ΓΕΩΡΓΙΟΣ

 

Ποντιακά νανουρίσματα – ταχταρίσματα (ταντινίσματα), του Μωυσιάδη Παναγιώτη

Για τα ποντιακά νανουρίσματα – ταντινίσματα  δυστυχώς μέχρι σήμερα δεν έχει γίνει καμιά εμπεριστατωμένη έρευνα από τους λαογράφους μας, κάτι που δημιουργεί  ένα μεγάλο ερευνητικό κενό.

Τα νανουρίσματα στα διάφορα μέρη της Ελλάδας είχαν διαφορετικές ονομασίες ανάλογα με τον τόπο όπως: βαυκαλίματα ,μινιρίσματα ,κανακίσματα, νενιάσματα, νιανία, υπνωτικά, νάναρα, ναναρίσματα.

Τα ταχταρίσματα ή ταντινίσματα ήταν τραγούδια σύντομα αυτοσχέδια πολλές φορές, που τα τραγουδούσαν σε γρήγορο και ζωηρό ιαμβικό ή τροχαϊκό ρυθμό και τα έλεγαν αγκαλοχορέματα. Όταν το παιδί στηρίζονταν στα πόδια του, τότε τα τραγούδια τα έλεγαν  : ταρναρίσματα, κανακίσματα, τανταλίσματα, λέξεις, που γεννιόνταν από τους φωνητικούς ρυθμικούς φθόγγους.

Τα παιδιά  ( τα παιδία ) αποτελούσαν πάντα το μεγαλύτερο κεφάλαιο στην ύπαρξη και τον προορισμό του ανθρώπου . Η γέννηση, η ανατροφή και φυσική και πνευματική φροντίδα και ενασχόληση με αυτά  σ’ ένα μεγάλο βαθμό  αποκαλύπτει  τον ψυχικό και πνευματικό πλούτο ενός λαού.

Τα νανουρίσματα  και τα ταχταρίσματα αποτελούσαν τα πρώτα ποιητικά και μελωδικά ακούσματα για τον άνθρωπο . Γι’ αυτόν ακριβώς το λόγο έπαιζαν καθοριστικό και ευεργετικό ρόλο στην παιδική ψυχοσύνθεση και συγκρότηση του ψυχικού του κόσμου.

Η αγγελική φωνή της μάνας αποτελούσε την πρώτη νοητική αφύπνιση του νεογέννητου μωρού.

Τα πρώτα μαθήματα της μητρικής γλώσσας με τη μελωδία και τους ρυθμούς των χορών γίνονταν με το νανούρισμα και το ταντίνισμα του παιδιού.

Η στιγμή του ύπνου προδιέθετε και απαιτούσε την ηρεμία και τη γαλήνη.

Το νανούρισμα ήταν το μελωδικό απαύγασμα της στοργής και της τρυφεράδας.

Το νανούρισμα αποτελούσε τη γενεσιουργό αφετηρία του δημοτικού τραγουδιού.

Είναι τα ποιητικά δημιουργήματα της ανώνυμης  μάνας , της γιαγιάς ( καλομάνας) και ανήκουν στη λαϊκή λογοτεχνία.

 

Στην ελληνική  συλλογή των νανουρισμάτων  διακρίνουμε μια ηθογραφική ταύτιση των κειμένων, που εμπεριέχουν στοιχεία επαινετικά για το νήπιο, που το θέλουν γερό, παραγωγικό και χρήσιμο στην κοινωνία. Ουσιαστικά η μάνα με το νανούρισμα εύχεται  στο παιδί της να πάρει τον γλυκό ύπνο, που θα το μεγαλώσει, για να ικανοποιήσει τα όνειρα και τις προσδοκίες της.

Το νανουρίσματα τα έλεγε η πόντια μάνα κουνώντας το μωρό της στην αγκαλιά της, στα πόδια της ή στην κούνια (το κουνίν ), που ήταν κατασκευασμένη από ξύλο καρυδιάς και στη βάση της στηριζόταν σε δύο τοξοειδή ξύλα για να παλινδρομεί δεξιά και αριστερά.

Οι πιο φτωχές οικογένειες, που δεν είχαν  την κούνια, δημιουργούσαν αυτοσχέδιες κρεμαστές κούνιες ( σαλουτζάκ’ ή σαλαγάτσ’)  με σχοινιά, που τα κρεμούσαν στα ξύλα της οροφής ( δόκια) και κάτω έβαζαν μία κουβέρτα. ( Σε τέτοιες κούνιες μεγάλωσαν τα νεογέννητα παιδιά της προσφυγιάς μετά το 1922.)

Πριν το νανούρισμα και κάθε φορά, που αποθέτανε το μωρό μέσα στην κούνια, σιγοψιθύριζαν την ευχή: Έλα ,Χριστέ μ’, και Παναγία, ή έλα, Χριστέ μ’ ,’ς σ’ όνομα Σ’ !.

Μ’ αυτόν τον τρόπο κουνούσαν το παιδί( εκούνιζαν το μωρόν) ή την κούνια( ελάϊζαν το κουνίν ) αρχίζοντας ταυτόχρονα και το γλυκόλαλο, αυτοσχέδιο πολλές φορές νανούρισμα.

Ο πιο γνώριμος ήχος ήταν το μακρόσυρτο : έ,ε,ε,ε,ε,ε,έ, ! κάτι σαν πρόλογος, που σκοπό είχε να ηρεμήσει το παιδί ( γαλένεσμαν τη μωρί). Αν το μωρό εξακολουθούσε να κλαίει, τότε του έβαζαν στο στόμα την πιπίλα (το λάστιχον τη μωρί) ή λουκούμι τυλιγμένο με ένα τούλι, που το έλεγαν ( βυζορόϊ ).  Μόλις καθησύχαζε το μωρό, άρχισε η μάνα το νανούρισμά της, που τελείωνε, όταν διαπίστωνε, ότι το σπλάχνο της παραδόθηκε στα χέρια του γόνιμου ύπνου.

Η πλειάδα των ποντιακών νανουρισμάτων χάθηκε μαζί με τις προσφυγομάνες του Πόντου. Πολύ λίγα διασώθηκαν. Ένα από τα πιο όμορφα ποντιακά νανουρίσματα  το απομαγνητοφώνησα από ένα δίσκο  του   Ιδρύματος Μικρασιατικών Σπουδών, που η  Μέλπω Μερλιέ  διέσωσε στη δεκαετία του 1930:

 

Κοιμέθ’ ,αρνί μ’, κοιμέθ’, πουλί μ’, κ’ έπαρ’ τ’ αυγής τον ύπνον,

εσύ ακόμαν θα τρανύντς, , είσαι πολλά μικρίκον.

 

Μικρό μου, χαϊδεμένο μου, μικρόν λαλασεμένον,

ας ‘ς σην εγάπην το πολλά οξουκά εγώ ‘κ’ εβγαίνω.

 

Μικρόν, μικρόν, μικρίτσικον, μικρόν μαργαριτάριν,

εσύ είσαι ο πόθος ι μ’, εσύ είσαι το διάρι μ’. ( =μερίδιό μου)

 

Μικρόν αρνίν, μικρόν πουλίν, μικρόν ας ση φωλέαν,

τα μαύρα τ’ ομματόπα σου, είν’ άμον την ελαίαν..

                                                                           

Επωδός

Νάνι, νάνι, το μικρόν τ’ αρνίν , πώς κοιμάται απές ‘ς σο κουνίν,

νάνι, νάνι, το μικρόν τ’ αρνίν,  ατό πότε θα τρανύν..

 

Ένα δεύτερο και μοναδικό ποντιακό νανούρισμα κατέγραψα από την  αείμνηστη κελαρίστρα του ποντιακού λόγου ,τη θεία Όλγα  Σουμελίδου (Σεϊμενάβα), από το Καρμούτ Αργυρούπολης του Πόντου, που με μεγάλη μνημονική αυτοπεποίθηση μου το αφηγήθηκε  ένα απόγευμα στο σπίτι  της,  στο Ανατολικό Πτολεμαΐδας.

 

Ποντιακό Νανούρισμα.

Η Σωτήρα παίρ’ την Πόλ’, τ’ Αεργή το χαλινάρ.

Έρθεν άγγελος Κυρίου, εκούξεν ΄΄κυρά Μαρία, μαναχέσα, ντό κοιμάσαι;΄΄

-Μαναχέσα ‘κι κοιμούμαι, έχω Άγιον και πέτραν,

έχω τον άγιον Πέτρον και τους δώδεκα αποστόλους!

Μά ντο κείνταν ‘ς σο κουνίν και θυμιάζ’νε τον Χριστόν,

τον Χριστόν την Παναγίαν.

 

Άϊτε, άϊτε, άϊτε ξυλάϊτε,

ξυλογόργορε γαμπρέ, το παιδίν ντ’ εβάφτισες,

ελαδίτσαν έφαεν, οψαρίτσαν κούρτεσεν..

Όσα εποίγαμ’ ‘ς σο ρακίν και εκλώσταμ’ ‘ς σο κρασίν,

η μάνα επελιγώθεν…το παιδίν εστραγκαλώθεν…!

 

΄΄ Ατό έλεε μ’ ατό η γιάγια μ’, η Σοφία, για να κοιμούμαι ….

Όταν ετράνυνα έλεε ‘με … ΄΄μάθ’ατό , πολλά καλόν έν..΄΄

 

Πολλά από τα νανουρίσματα στον Πόντο εμπεριείχαν και ελληνικά δίστιχα, όπως το παρακάτω:

Νάνι, νάνι, νάνι νάνι, νάνι το παιδί να κάνει.

Έχω γιό, έχω χαρά, που θα γίνω πεθερά

και θα κάτσω στο μιντέρι και θα μου φιλούν το χέρι.

 

Με το ξύπνημα  του μωρού από το γλυκό ύπνο, τη θέση του νανουρίσματος  έπαιρνε το αφυπνιστικό ποντιακό ταντίνισμα, που προέρχεται από τους ρυθμικούς φθόγγους, ( ταν –τάνα , τάν – τάνα.)

Τα ταχταρίσματα ( ταντινίσματα) είναι μικρά και εύθυμα τραγούδια με γρήγορο και ζωηρό ρυθμό, που τραγουδούν κυρίως οι μητέρες για να συνοδέψουν το «αγκαλοχόρεμα» και το παιχνίδισμα του παιδιού τους. Τα διακρίνει η χαρά της μάνας από την παρουσία του παιδιού, που τώρα δεν κοιμάται και έχει λίγο μεγαλώσει, ώστε μπορεί να στηρίζεται στα πόδια του. Ονομάζονται επίσης και ταρναρίσματα, κανακίσματα, χορευτικά και τανταλίσματα.

 

Στον Πόντο ως ταντινίσματα λέγονταν  συνήθως διάφορα τραγούδια συνηθισμένα από αυτά, που τραγουδούσαν  με τη λύρα. Υπήρχαν όμως και πολλά ιδιαίτερα, που είχαν περιεχόμενο και ύφος παιδικό με σκοπό να εντυπωσιάσουν και να διεγείρουν την παιδική προσοχή, όπως τα παρακάτω:

 

Έναν έμορφον μωρόν  φορεί παλαιόν πανταλόν’

και χορεύ’ απάν ‘σ’ αλών , χορεύ’ λάζικον χορόν.

Ταμ-ταμ-τάμ, τον γιό μ’ τον είναν,

έρτ’ ο κύρ τσ’ κ’ εφτάμ’ άλλ’ είναν.

Ούς να ηύρα τον χορόν

και τ’ ημ’σόν η ψη μ’ εξέβεν…

 

Ζίπα ,ζίπ’ κι άμον ελαίαν , γύριξον σ’ εμέν μερέαν,

γύριξον σ’ εμέν μερέαν , πώς μυρίεις τρανταφυλλέαν.

 

Ζίπα- ζιπ’ και τάνα -τάνα, η μάνα τα,  η καστανία,

τα ποδάρια τς γιοσμαλία , θα παίρω ατέναν ναλία.

 

Τένι- τένι, τένι –τένα, κανείς ‘κ’ έν’ άμον ατέναν,

κι’ ήντσαν θα λέει για τ’ ατέναν, να γιν’ταν γουρπάν σ’ ατέναν.

 

Τη -τιτίνι μ’ την κεσέν, να τιλίγου μ’ ‘γώ εσέν,

πη κοιμάσ’ απές ‘ς σο στρώμαν, να φιλώ ‘σε απές ‘ς σο στόμαν.

 

Και μετά από κάθε παιδικό τραγούδι ακολουθούσε μία χαρακτηριστική επωδός με  εύηχους μετρικούς φθόγγους όπως  : Ζίπι -ζιπ’, ζίπι- ζιπ’,  ζίπι- ζίπι,  ζίπι- ζίπ’, ή το τίβριμ- τίβριμ’, τίβριμ- τι, τίβριμ-τίβριμ, τίβριμ-τι.

Οι γεροντότεροι παππούδες, όταν χόρευαν στα γόνατά τους ( εταντίνιζαν ατά)  τα εγγονάκια τους, τραγουδούσαν το: Τούμπουλ- τούμπουλ, τούμπουλ –του. Τούμπουλ-τούμπουλ, τούμπουλ-του.

Ακόμα ένα πολύ γνωστό ποντιακό ταντίνισμα, που το άκουγα από τη γιαγιά μου, τη Σουσάνα, είναι και το παρακάτω:

 

Πίλι, πίλι, παίζ’ τ’ αγκόπον, τη τσοπάν το ζαγαρόπον,

κ’ έσυρεν το λιθαρόπον κ’ έρθεν εύρε ‘με σ’ ορμόπον.

 

Βρέχει , βρέχει , βρέχουμαι ‘κ’ επορώ να έρχουμαι,

στείλο ‘με την γιαπουντσά σ’ τσιλέγουμαι κ’ έρχουμαι.

 

Βρέχει, βρέχει, βρεχανίζ’ και τ’ αμάραντα γυαλίζ’,

η κοσάρα  κακανίζ’  και η γραία τηγανίζ’.

 

Γραία, γραία, χόρεψον, γραία είμαι ‘κ’ επορώ,

κι αν καλοκρατείτε ‘μεν μώ !’σε σείουμαι κ’ εγώ.

 

ΠΗΓΗ : https://e-ptolemeos.gr/,   δείτε το άρθρο τον παρακάτω σύνδεσμο:

https://e-ptolemeos.gr/pontiaka-nanourismata-tachtarismata-tantinismata-tou-moisiadi-panagioti/

 

 

 

 

Δώρα Πετρίδη
cd παραδοσιακά νανουρίσματα (a cappella)

 

Έλα ύπνε μ’ ας’ σα μακρά και ας’ σα ψηλά τα μέρη-νάνι

έλα ύπνε μ’ και κόνεψον, τ’αρνί μ’ ας’ σο κουνόπον-νάνι, νάνι

 

κοιμέθ’ αρνί μ’ και τράνυνον κ’ επάρ’ τ’ς αυγής τον ύπνον-νάνι

τώρα έρται ο πατέρας σου πουλί μ’ κι ατός ας’ ση δουλείαν-νάνι

 

νάνι ογούλ, νάνι ογούλ κοιμέθ’ νε ρίζα μ’ νε στερέα μ’-νάνι

 

έλα ύπνε μ’ και κόνεψον τ’αρνί μ’ ας’ σ’ εγκαλιόπο μ’

ο ύπνον τρέφ’ και τα μωρά κι η θάλασσα τ’ οψάριν-νάνι, νάνι

 

νενί ογούλ, νενί ογούλ, κοιμέθ’ μη τυρανί’εις με

τ’ εμόν η ψ’η ολίγον εν, εβγαίν’ κι άλλον ‘κι εβρίκ’ς με-νάνι

 

νενί ογούλ, νενίιιι, νενί για ποίσον ρίζα μ’

 

ΠΟΣΟ ΠΟΝΤΙΟΣ ΕΙΣΑΙ;;;QUIZ

Χωρίς κατηγορία στις 12 Φεβρουαρίου 2018 από ΞΑΝΘΟΠΟΥΛΟΣ ΓΕΩΡΓΙΟΣ

 

 

Για να γελάσουμε, να θυμηθούμε, να μάθουμε και -στην τελική- να αποδείξουμε στους εαυτούς μας ότι ο Πόντος κυλάει ακόμα μπόλικος μέσα στις φλέβες μας.

 

Δέβα ποίσον αλήγορα το κουίζ, νέπε!

Πατήστε στον σύνδεσμο για να απαντήσετε στις ερωτήσεις:

http://provocateur.gr/manners/11567/quiz-poso-pontios-eisai

Η ΑΥΤΟΚΡΑΤΟΡΙΑ ΤΗΣ ΤΡΑΠΕΖΟΥΝΤΟΣ

Χωρίς κατηγορία στις 12 Φεβρουαρίου 2018 από ΞΑΝΘΟΠΟΥΛΟΣ ΓΕΩΡΓΙΟΣ

“Οι λέοντες της Τραπεζούντος”
Τα τελευταία αδέρφια των αετών της Κωνσταντινουπόλεως


Στην περιοχή της αρχαίας Τραπεζούντος εδραιώθηκε το 1204 η τρίτη μεγάλη Βυζαντινή αυτοκρατορία, η αυτοκρατορία της Τραπεζούντος (οι άλλες δύο ήταν της Νικαίας και της Ηπείρου). Η δημιουργία της ακολούθησε την πτώση της Κωνσταντινούπολης στους Φράγκους και πραγματοποιήθηκε από τον Αλέξιο Κομνηνό με τη συνδρομή και Γεωργιανών δυνάμεων. Η αυτοκρατορία αυτή δημιουργήθηκε από τους Κομνηνούς, που αντιτάσσονταν στον οίκο των Αγγέλων και την πρωτεύουσά τους, την Κωνσταντινούπολη. Άρα, ήταν δημιούργημα των κεντρόφυγων τάσεων από την Κωνσταντινούπολη της παρακμής στην εποχή των Αγγέλων και όχι επακόλουθο της εθνικής αντιστάσεως, που οργανωνόταν μετά το 1204 κατά των Λατίνων.
Οι ένοπλες δυνάμεις των Τραπεζούντιων ήταν λίγες και γι’ αυτό η επιβίωση της αυτοκρατορίας αυτής στηρίχτηκε στη γεωγραφική θέση της και στους διπλωματικούς ελιγμούς των “Μεγάλων Κομνηνών” (όπως ονομάζονταν οι αυτοκράτορες της Τραπεζούντος, όνομα που θυμίζει την αυτοκρατορική τους καταγωγή και τα νόμιμα δικαιώματά τους στο θρόνο της Πόλης) κυρίως μέσω επιγαμιών με τα γειτονικά βασίλεια, πριγκηπάτα και εμιράτα.

 

Διαβάστε όλο το κείμενο του κ. Σωκράτης Κρακράς,
καθηγητής Αρχαίας Ελληνικής και Λατινικής Φιλολογίας,

στον παρακάτω σύνδεσμο :

http://www.e-istoria.com/po14.html

 

ΟΜΑΔΑ “ΠΟΝΤΟΣ” ΜΕΡΖΙΦΟΥΝΤΑΣ

Χωρίς κατηγορία στις 9 Φεβρουαρίου 2018 από ΞΑΝΘΟΠΟΥΛΟΣ ΓΕΩΡΓΙΟΣ

Πόντος Μερζιφούντα

Η σφραγίδα του Συλλόγου “Πόντος”

Ο Ελληνικός Αθλητικός Σύλλογος “Πόντος” (19031921) ήταν αθλητικός και πολιτιστικός σύλλογος που λειτούργησε στις αρχές του 20ού αιώνα στην πόλη Μερζιφούν (τουρκ. Merzifon) που ανήκε στο παλιό βιλαέτι Ρουμ (Rum Eyaleti) του Πόντου και σήμερα ανήκει στην περιφέρεια Αμάσειας της Τουρκίας.

Ίδρυση

Ο Σύλλογος ιδρύθηκε το 1903 από Έλληνες σπουδαστές και αποφοίτους του αμερικανικού κολλεγίου “Ανατόλια” (Anatolia College in Merzifon), το οποίο λειτουργούσε στην πόλη από το 1886 ως το 1924 υπό τη διεύθυνση της αμερικανικής ιεραποστολής και στη συνέχεια μεταφέρθηκε στη Θεσσαλονίκη, όπου λειτουργεί μέχρι σήμερα.[1] Στη διοίκηση του Συλλόγου “Πόντος” συμμετείχαν και εκπαιδευτικοί του κολλεγίου και οι δραστηριότητές του ήταν αθλητικές, καλλιτεχνικές και επιμορφωτικές. Ο σύλλογος δημιούργησε βιβλιοθήκη, ανέβασε θεατρικές παραστάσεις, δημιούργησε ομάδα ποδοσφαίρου και είχε πάνω από 180 μέλη. Από το 1910 εξέδιδε μηνιαίο περιοδικό “φιλολογικόν, επιστημονικόν και παιδαγωγικόν” με τίτλο: “Πόντος”.[2] Επίσης, διατηρούσε τμήμα μουσικής και από το 1913 ορχήστρα εγχόρδων, υπό τη διεύθυνση του Ν.Σ. Σειρηνίδη.[3]

 

Η βασική σύνθεση του Πόντου Μερζιφούντας

 

Χρώματα-Έμβληματα

Οι αθλητές του συλλόγου φορούσαν φανέλες με οριζόντιες λευκές και γαλάζιες ρίγες που θύμιζαν την ελληνική σημαία και λευκά παντελονάκια. Στο στήθος είχαν ζωγραφισμένο το ελληνικό γράμμα “Π”. Στη σφραγίδα του συλλόγου απεικονίζονται μια μπάλα (αθλητισμός), μια κουκουβάγια (πνεύμα) και μια λύρα (μουσική), που αντιπροσωπεύουν την τριπλή του δράση: αθλητική, φιλολογική, μουσική.

Διάλυση

Το Μάιο του 1920 πρόεδρος του Δ.Σ. του συλλόγου εκλέχτηκε ο καθηγητής Δ. Θεοχαρίδης, αντιπρόεδρος ο Χαράλ. Ευσταθιάδης, γραμματέας ο Αναστάσιος Παυλίδης, ταμίας ο Συμεών Ανανιάδης και υπεύθυνος αθλητισμού ο Γρηγόριος Τσακάλωφ. Το Φεβρουάριο του επόμενου έτους εκτός από τον Τσακάλωφ, οι υπόλοιποι συνελήφθησαν από τους Τούρκους με την κατηγορία της αντεθνικής δραστηριότητας και λίγους μήνες αργότερα εκτελέστηκαν. Μαζί τους εκτελέστηκε και ο ταμίας και κορυφαίος αθλητής του συλλόγου Συμεών Ανανιάδης από τη Σαμψούντα, ο οποίος ήταν πολύ καλός δρομέας ταχύτητας και φιλοδοξούσε να σπάσει το παγκόσμιο ρεκόρ των 100 μ.[4] Το χτύπημα αυτό των κεμαλικών αρχών είχε ως αποτέλεσμα να διακοπεί η δράση του συλλόγου.

Εκδηλώσεις μνήμης

Η εικοσαετής δράση του συλλόγου του Μερζιφούντα άφησε έντονη μνήμη στους επιζήσαντες της ποντιακής γενοκτονίας. Το Δεκέμβριο του 2008 η “Ποντιακή Αδελφότητα Αδελαΐδας” Αυστραλίας και ο ποδοσφαρικός σύλλογος της αδελφότητας “Ποντιακοί Αετοί” αποφάσισαν να τιμήσουν τη μνήμη των θυμάτων του ποντιακού συλλόγου. Διοργάνωσαν ποδοσφαιρικό αγώνα με αντιπάλους μια μικτή επιλέκτων της Μελβούρνης, στον οποίο αγωνίστηκαν με την ιστορική ριγέ γαλανόλευκη φανέλλα του Πόντου Μερζιφούντα.

Επίσης, το Μάιο του 2009 διοργανώθηκε στην Καβάλα αγώνας παλαιμάχων μεταξύ ομάδας του Π.Σ.Α.Π. και παλαιμάχων της Καβάλας, οι οποίοι αγωνίστηκαν με την ιστορική φανέλα του Πόντου Μερζιφούντα.

Τον Μάιο του 2013 υπήρξε αγώνας μεταξύ της Εθνικής Ελλάδος του 2004 που έπαιξε στο EURO και με παλαίμαχους Πόντιους ποδοσφαιριστές. Μάλιστα οι τελευταίοι φορούσαν τις φανέλες του Πόντου Μερζιφούντας. Στο α’ ημίχρονο την γαλανόλευκη και μετά την πορτοκαλί.

Αναφορές

  1. Welcome to Anatolia
  2. http://www2.egiklopedia.gr/imeportal/Forms/fLemma.aspx?lemmaId=6281
  3. http://www2.egiklopedia.gr/imeportal/Forms/fLemmaBody.aspx?lemmaid=6281
  4. Φάνη Μαλκίδη, “Το ποδόσφαιρο στη Μικρά Ασία”, εφ. Πανιώνιος Κόσμος, φ. 53 (13/2/2010), σελ. 3.

 

Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια

ΜΕΤΕΩΡΟΛΟΓΙΚΕΣ ΚΑΙ ΑΣΤΡΟΛΟΓΙΚΕΣ ΓΝΩΣΕΙΣ ΚΑΙ ΔΟΞΑΣΙΕΣ ΤΩΝ ΕΛΛΗΝΩΝ ΤΟΥ ΠΟΝΤΟΥ

Χωρίς κατηγορία στις 8 Φεβρουαρίου 2018 από ΞΑΝΘΟΠΟΥΛΟΣ ΓΕΩΡΓΙΟΣ

 

Επικρατούσαν μέσα στο λαό κ’ οι παρακάτω δοξασίες γύρω από τη μετεωρολογία και την αστρολογία.

—Για τη βροντή:

α) Ότι ό Προφήτης Ηλίας με ζωηρά κι’ ατίθασα άλογα ζευγμένα στ’ αμάξι του έφερνε βόλτες στον ουρανό. β) Ότι ό Θεός είχε γάμο και έβαζαν τα τραπέζια για φαγί—ο Θεός γάμον έχ’ και γουρεύ’νε τα τραπέζα. γ) Ότι ό Θεός κυλάει βαρέλια—ο Θεόν βαρέλα κυλίζ’. δ) Ότι ό Θεός ρίχνει κανονιές—ο Θεόν τόπα σύρ’.

— Για την αστραπή:

Ότι άστραφταν τα πέταλα κ’ οι ρόδες από τ’ άλογα και τ’ αμάξι του Προφήτη Ηλία.

—Για τον κεραυνό:

Ότι ό Θεός ρίχνει φωτιά πάνω στους αμαρτωλούς. Γι’ αυτό κ’ η κατάρα: Ο Θεός γιουλτουρούμ— ή άψιμον —να ρούζ’ απάν’ι-σ’.

Για ν’ αποφύγουν τον κεραυνό λαβαίνανε τ’ ακόλουθα μέτρα: α) Δεν καθόντανε κοντά στο τζάκι, ούτε κάτω σε δέντρα. β) Έδιωχναν μακρυά τις γάτες, γιατί πίστευαν ότι τα μάτια τους τραβούσαν τον κεραυνό. γ) Άρχιζαν τα σταυροκοπήματα, τις προσευχές, τις μετάνοιες, τα λιβανίσματα των εικόνων κ.τ.τ.

—Για τη βροχή:

α) Ότι ο Θεός κατουράει (δοξασία των παιδιών). β) Ότι ό Θεόν ένοιξεν τα στέρνας-ατ’ και καθαρίζ’ ατα (στέρνα =ξεροπήγαδο χτιστό, όπου μάζευαν το νερό της βροχής).

Όταν την άνοιξη είχε ανομβρίες πού συνεχιζότανε και το καλοκαίρι, προσπαθούσαν να προκαλέσουν βροχή

α) Με θρησκευτικές λιτανείες τις καθιερωμένες κι’ από την Εκκλησία.

β) Με την Κουσκουκούραν. Ομάδα από παιδιά φκιάναν ένα ανδρείκελο, το ‘ντυναν με φουστάνια, το κρατούσαν δυό από τα χέρια—από τη μιά κι’ από την άλλη μεριά ό καθένας—και φέρνανε γύρο όλα τα σπίτια, τραγουδώντας μεγαλόφωνα και μονότονα:

Κουσκουκούρα, νε ιστέρσιν—Αλλαχτάν γιαγμούρ ιστέρσιν. (λ τ. κουσκουκούρα τι θέλεις—Από το Θεό βροχή θέλεις)

[Στο δικό μου χωριό, Ανατολικά του Ν. Θεσσαλονίκης, το τραγούδι είχε ως εξής: Κουσκουντάνα πορπατεί τον Θεόν παρακαλεί για να ‘φτάει έναν βρεχή έναν βρεχή καλόν βρεχή.]

Από κάθε σπίτι κατέβαινε η νοικοκυρά κ’ έχυνε ένα κανάτι —έναν κουκούμ’—νερό πάνω στην κουσκουκούρα. Επίσης έδινε στην ομάδα των παιδιών ένα κομμάτι ψωμί ή άλευρα ή αλάτι κ.τ.τ. πού τα μάζευαν σε σακκούλες, με τις οποίες ήταν εφοδιασμένη η ομάδα.

Κάποτε αντί για ανδρείκελο χρησιμοποιούσαν ένα παιδί, ντυμένο μόνο με μιά μεγάλη πουκαμίσα παλιά, σα νυχτικιά.

Για το σχηματισμό τής βροχής, οι γιαγιάδες—οι καλομαννάδες—λέγανε στα εγγόνια τους, ότι τα σύννεφα—τα λίβα—κατεβαίνουν στη θάλασσα, πίνουν νερό κ’ έπειτα ανεβαίνουν στον ουρανό.

Για το πέσιμο τής βροχής φανταζόνταν ότι ό ουρανός μοιάζει με απέραντη τρυπητή, απ’ όπου πέφτει σε σταλαγματιές το νερό.

—Για την ομίχλη:

Επικρατούσε ό μύθος πώς η ομίχλη ήτανε στα πολύ παλιά χρόνια κόρη, πού έμεινε ανύπαντρη, και για εκδίκηση κατουράει κάθε τόσο τα μουστάκια και τα γένια των αντρών.

Πίστευαν πώς ή ομίχλη μπορούσε να εξαφανιστεί, αν παιδί πρωτότοκο —πρωτικάρ’—γύριζε γυμνά τα πισινά του, λέγοντας τραγουδιστά:

Δείσα, δεισόκωλε, —Κ’ εφτακαβελαρόκωλε,

Εξύεν το ζουμάρ’ι-σ’.—Εκάγαν τα παιδία-σ’,

Τούτααα!—Σ’ εφτά ραχία οπίσ’ κι’ άλλο πλάν.

(Ομίχλη, ομιχλόκωλε, κ’ εφτακαβαλαρόκωλε, χύθηκε το ζουμάρι σου, κάηκαν τα παιδιά σου, εμπρός τράβα,α,α! Πίσω από εφτά ράχες και πιο πέρα).

Όταν έπεφτε η ομίχλη στη θάλασσα, λέγαν ότι θα βγουν πολλά χαμψιά.

— Για το ουράνιο τόξο:

Σύμφωνα με τη θρησκευτική ιστορία η παρουσία του ήταν εγγύηση τού Θεού πώς δε θα γίνει πια κατακλυσμός. Προπαντός ύστερα από μεγάλη καταιγίδα, η θέα της ήτανε πηγή άμετρης χαράς για τα παιδιά. Το λέγανε γύργηλα ή τη Παναγίας το ζωνάρ’.

Πίστευαν ότι όποια γυναίκα μπορεί να περάσει κάτω από την αψίδα του, μεταμορφώνεται σε άντρα.

— Για το Νοτιά:

Ο Νοτιάς—ό Γουπλές (λ.τ.)—είχαν τη δοξασία ότι έφερνε τις αρρώστειες και τις επιδημίες, γιατί—όπως πίστευαν—φυσούσε από τη Μέκκα (Άγιοι Τόποι των μωαμεθανών) όπου έκαναν πολλά κουρπάνια (=λ.τ. θυσίες ζώων), το αίμα τους έμενε στον ήλιο και βρωμούσε, κι έτσι ό αέρας έφερνε από ‘κει τις αναθυμιάσεις με τις σχετικές αρρώστειες.

—Για τούς ανέμους:

Σε ακατάστατους κι αμφίβολους καιρούς λέγαν ότι παλεύουν οι άνεμοι με το φεγγάρι—ο φέγγον επάλεψεν με την αέραν κ’ ενίκησεν.

—Για τις καταιγίδες:

Πίστευαν ότι τις στέλνει ό Θεός για να μάς τιμωρήσει για τις αμαρτίες μας. Για να κοπάσουν, έκαναν προσευχές, μετάνοιες και λιβάνιζαν τις εικόνες.

—Για τον ανεμοστρόβιλο:

Σφοδροί ανεμοστρόβιλοι δεν σημειωνόντανε. Για τούς μικρούς τοπικούς ανεμοστροβίλους, πού σήκωναν σκόνη, φύλλα ξερά των δέντρων και χαρτιά πεταμένα, λέγαν : ’α χαλάν ό καιρόν—θα χαλάσει ό καιρός.

—Για τον σίφουνα:

Έλεγαν ότι κατεβαίνει το σύννεφο στη θάλασσα και πίνει νερό τον ονόμαζαν• ζίφον.

—Για την έκλειψη του ήλιου:

Το είχαν για κακό σημάδι. Προπαντός όταν η έκλειψη παρουσίαζε και κόκκινα σημεία, λέγαν πώς είναι κακός οιωνός, θα γίνει πόλεμος και θα χυθεί πολύ αίμα.

Οι Τούρκοι πίστευαν ότι ό ήλιος έπιασε τη σελήνη και πυροβολούσαν για να τη λευτερώσουν. Για την έκλειψη του ήλιου λέγαν: ό ήλον επιάστεν.

—Για την έκλειψη τής σελήνης:

Οι Τούρκοι το είχαν για κακό σημάδι και πυροβολούσαν για να λευτερωθεί το φεγγάρι από το πιάσιμό του—ό φέγγον επιάστεν.

—Για το νέο φεγγάρι:

α’) Όταν το πρωτόβλεπαν πιάνανε χρυσά νομίσματα και λέγαν: όπως γομούται ό φέγγον, να γομούνταν και τα χέρα-μ’ χρυσά λίρας.

β’) Στη φάση τού πρώτου τέταρτου τού νέου φεγγαριού και ιδιαίτερα τ’ Αυγούστου, δε βάζανε τουρσιά, γιατί πίστευαν πώς δεν θα πετύχουν.

γ’) Ορισμένη ασθένεια—η ρουφιά (βλέπε κεφ. Λαϊκή ιατρική*—ερεθιζότανε και χειροτέρευε κατά το πρώτο δεκαπενθήμερο τού φεγγαριού, και υποχωρούσε κατά το δεύτερο.

—Για τούς κομήτες:

Την εμφάνισή τους τη θεωρούσαν για κακό σημάδι και πίστευαν ότι προμηνούσε πόλεμο, ή κακοπαθήματα των χριστιανών τής Τουρκίας. Χαρακτηριστικά έλεγαν : Η Πόλ’ ασ’ το θα επαίρκουντουν αγοίκον άστρον εξέβεν• ατώρα πά ξάν’ εξέβεν, ’α ίνεται πόλεμος. Τούς ονόμαζαν άστρον με τ’ ουδάρ’ ή ουράδ’. [=άστρο με την ουρά]

—Για τούς διάττοντες:

Έλεγαν ότι εκείνη τη στιγμή ξεψυχάει κάποιος.

 

Προγνωστικά του καιρού

—Όταν ό ήλιος είχε ολόγυρα αλώνι—χαρμάν’ ή αλών’—λέγανε πώς θα χαλάσει ό καιρός.

—Όταν το ίδιο φαινόμενο σημειωνότανε στο φεγγάρι, θα χάλαγε ό καιρός ή θα σήκωνε αέρα.

—Όταν το καινούργιο φεγγάρι ήταν ολόρθο, λέγαν ότι όλος ό μήνας θα βγει με καλοκαιρία• το αντίθετο αν το φεγγάρι ήτανε πλαγιασμένο.

—Κόκκινη δύση, προμηνούσε αέρα.

—Ζεστός πολύ ήλιος, προμηνούσε χάλασμα τού καιρού και βροχή.

—Όταν φαινόντανε σύννεφα στον Πόζ-τεπε (Δυτ.) ή στο Τσάμ-Πουρουν (ΒΔ) λέγαν ότι θα χαλάσει ό καιρός και θα βρέξει.

—Όταν ήτανε πυκνά τ’ άστρα, λέγαν ότι θα χαλάσει ό καιρός.

—Όταν η γάτα νιβότανε και κύταγε το παράθυρο, λέγαν ότι θα βρέξει όταν νιβότανε γυρισμένη προς την Ανατολή παραδεχόντανε πώς θ’ ανοίξει ό καιρός κι’ όταν γυρισμένη προς τη Δύση, ότι θα χαλάσει ό καιρός.

—Όταν ψειριζόνταν —εψυλλίγουνταν—ή όταν τσιμπιόνταν οι κόττες, λέγαν ότι θα βρέξει.

—Επίσης κι’ όταν οι μύγες ερχόνταν απ’ έξω μέσα στο σπίτι και δαγκάνανε πολύ.

—Όταν ό σκύλος ούρλιαζε σε κακοκαιρία προμηνούσε καταιγίδα.

—Όταν οι πετεινοί λαλούσαν ενώ έβρεχε, σήμαινε ότι σε λίγο θα σταματήσει ή βροχή.

—Αν είχε από το φθινόπωρο πολλά χαμψιά, λέγαν ότι θα κάνει βαρύ χειμώνα—εντόκαν έξ’ τα χαψία, οφέτος βαρυχειμωνίαν — βαρύν χειμωγκόν θα έχομε.

—Αν άνοιγε ό καιρός την Παρασκευή, λέγανε πώς θα χαλάσει πάλι σύντομα.

—Αν έβρεχε κ’ ήτανε χαλασμένος ό καιρός όλη την βδομάδα, έλεγαν πώς θ’ ανοίξει το Σάββατο.

—Αλλά κι’ αν άνοιγε το Σάββατο, δεν το θεωρούσαν για σταθερό• λέγαν ότι τη Δευτέρα θα χαλάσει και πρόσθεταν:

Σαβατανός καιρός — Δευτέρας γάϊδαρος.

— Σχετικά με τα προγνωστικά του καιρού από τις ημέρες, έλεγαν και τούς παρακάτω στίχους, πού θυμίζουν λιγάκι δελτίο αστεροσκοπείου:

Παρασκευή δασκευή — Σάββα δαταγωγή

Κερεκή ανοιγωγή — Αν ανοίει, ανοίει

Κ’ αν ’κι ανοίει, ’κι ανοίει.

(Την Παρασκευή διδασκαλία – κατήχηση — Το Σάββατο τακτοποίηση — Την Κυριακή άνοιγμα—Αν ανοίγει ανοίγει, κι’ αν δεν ανοίγει, δεν ανοίγει).

 

Διάφορες λέξεις και εκφράσεις

Αστραπή =στράψιμον. Κεραυνός =γιουλτουρούμ (λ.τ.) ή αστροπελέκ’. Βροντή =βρόντεμαν. Βροχή =βρεχή. Ψιλή βροχή =τσιτσέ (λ.τ.) και όταν είναι με ομίχλη. Γερή βροχή =πόραν ή ποράν, επήρεν-ά κα, ή επάτεσεν-α-κα, με τα κουκούμα βρέχ’.

Πάχνη =γραού ή γραγού. Χιονίζει =χιονίζ’. Σύννεφα =λίβα ή και σύννεφα. Ομίχλη ξηρή =ξερόδεισα ή τουμάν (λ τ.). Υγρή ομίχλη =δείσα. Τρικυμία =φουρτούνα. Ξαφνική φουσκοθαλασσιά =καλάσ’.

 

Οι άνεμοι:

Στη γλώσσα των ναυτικών μας οι άνεμοι είχανε τη διεθνή τους ονομασία: Βοριάς—Τραμουντάνα, Βορειανατολικός—Γρέγος, Ανατολικός —Λεβάντης, Νοτιοανατολικός—Σορόκος, Νοτιάς—Όστριας και στη γλώσσα του λαού Γουπλές, Νοτιοδυτικός—Γαρμπής, Δυτικός—Μπονέντες και Βορειοδυτικός—Μαΐστρος.

Στεριανοί άνεμοι =τα τισαρούγια (λ. τ) Μπάτης =θαλασινόν αέραν.

Τα μελτέμια =τα μελτέμα. Ο αέρας σφυρίζει =η αέρα συρίζ’.

Σηκώθηκε αέρας =εσκώθεν αέρα. Σταμάτησε ό αέρας =εκόπεν η αέρα ή ό αέρας.

 

Διαιρέσεις τής ημέρας:

Τα πρώτα τα πετεινολάλα. Το λυκοχάραμαν σίρσιμα (=λ. τ. ισίρ ισιμέζ—φέγγει δε φέγγει). Σύναυγα. Εχάραξεν ή ανατολή ή εσαβαχλάεψεν (λ. τ. φώτισε ελαφρά). Με τη χότζα το σαπάχ ναμαζούν =με τού χότζα την πρωινή προσευχή πού λέγει φωναχτά από το μιναρέ. Με τ’ εγκλεσίας την καμπάναν.

Ο ήλον επήρεν ή ό ήλον εξέβεν. Σή ήλ’ την έβγαν. Ο ήλον εξέβεν έναν γουλάτσ’ ή δύο ή τρία γουλάτσα (γουλάτσ’ =η απόσταση τού ανοίγματος των δύο χεριών τεντωμένων οριζόντια στα πλάγια). Σο γουσλούκ’ =λ. τ. στις 10 περίπου το πρωί. Ο ήλον εξέβεν σην τσίπαν-ατ’ = ό ήλιος βγήκε στον αφαλό του. (Κυρίως λέγεται για κείνους πού κοιμούνται πολύ και αργούν να ξυπνήσουν). Τ’ ολημέρα =το μεσημέρι. Ο ήλον εδέβεν απάν’ καικά, ή εκατακιφαλάεν =ό ήλιος πήρε την κατιούσα. Το κιντίν =το απόγευμα λίγο πριν από το δειλινό. Σο βραδιζνόν την καμπάναν ή το σήμαντρον. Η ημέρα δίει και παίρ’ =η ημέρα ψυχορραγεί. Ο ήλον εβούτεσεν ή εβασίλεψεν ή επήεν σην μάνναν-ατ. Εσκοτείνεψεν. Εβράδυνεν. Αποβραδύς ή απουρβαδύς. Ενύχτωσεν. Εγέντον σκοτία πίσσα ή πίλα. Μεσάνυχτα ή μεσονυχτί. Πριν ασ’ σα ξημερώματα. Πριν να χαράζ’.

Στα νεότερα χρόνια από τον περισσότερο κόσμο χρησιμοποιόνταν οι κοινές ελληνικές λέξεις: γλυκοχάραγμα, σύναυγα, ξημέρωμα, πρωί, μεσημέρ’, βράδον ή βράδυ, νύχτα, μεσάνυχτα κτλ.

 

Φάσεις τού φεγγαριού:

Ο καινούρτς ό φέγγον• ό φέγγον τέσσερα ή οχτώ ήμερών έν’ ό πανσέληνον• ή ό φέγγον 15 ήμερών έν’• ό φέγγον 20 ήμερών έν’• ό παλόν ό φέγγον.

 

Διαδρομή τής σελήνης:

Εξέβεν ό φέγγον• εκατακιφαλάεν ό φέγγον• εβούτεσεν ό φέγγον.

Εκφράσεις:

Με τη λέξη φέγγον έχομε και τις εξής εκφράσεις: 1) Φέγγος όλη-μέρα—βλέπε Παροιμιακές εκφράσεις*. 2) Εγέννον άμον τον Παλόν τον φέγγον =Έγινε σαν το παλιό το φεγγάρι• δηλαδή ξέπεσε, αδυνάτισε, στραπατσαρίστηκε—λέγεται κυρίως ειρωνικά. 3) Τον φέγγον υλάζ—υλακτεί στο φεγγάρι. Ματαιοπονεί.

 

Αστέρι—άστρον (τα άστρα).

Έκφραση: τ’ άστρον-ατ χαμελόν έν =Το άστρο του είναι χαμηλό— ματιάζεται εύκολα• σε μεταφορική σημασία: είναι αγαθός, κακομοίρης, άτυχος, όλοι τού παίρνουν τον αέρα.

Απαραίτητες γλωσσολογικές εξηγήσεις: όπου το γράμμα έχει επιπλέον τόνο χρώματος ‘’μπόλντ’’, αλλάζει και η προφορά του στην ποντιακή γλώσσα. Δηλ: το α το προφέρουμε σαν έψιλον. Αν είναι δυο γράμματα μαζί στην κατάληξη, όπως τα ια, τα προφέρουμε σαν έψιλον επίσης. Το χ σαν σίγμα. Στην περίπτωση που πρόκειται για σύμφωνο η προφορά τους είναι πιο ασθενική, με μικρές εξαιρέσεις στο ζ, το σ κ.α. ανάλογα την λέξη που τα συναντάμε (φιλτζάνα) όπου εκεί ακούγεται πιο ‘’βαριά’’.

 

Πηγή*: Το αξεπέραστο ως σήμερα έργο του Ξενοφώντα Άκογλου (Ξένου Ξένιτα), Από την ζωή του Πόντου – Λαογραφικά Κοτυώρων-, εκδ. Μάτι, αναστατική έκδοση του 1938.

 

ΠΗΓΗ: Η Ηλεκτρονική Ιστορία της Ελλάδος, e-istoria.com

Επικοινωνία : karipidis@e-istoria.com

Δείτε το κείμενο στο e-istoria.com στον παρακάτω σύνδεσμο:

http://www.e-istoria.com/130.html

 

Ακούγεται το τραγούδι ” Άστρα απάν σον ουρανό” από τον κ. Σαββίδη Σταύρο.

 

ΑΓΩΓΗ ΤΩΝ ΠΑΙΔΙΩΝ ΣΤΟΝ ΠΟΝΤΟ ΕΩΣ ΤΗΝ ΕΝΗΛΙΚΙΩΣΗ ΤΟΥΣ

Χωρίς κατηγορία στις 14 Ιανουαρίου 2018 από ΞΑΝΘΟΠΟΥΛΟΣ ΓΕΩΡΓΙΟΣ

Η αγωγή τού παιδιού ως την ενηλικίωση μπορεί να διαιρεθεί σε δυό περιόδους :

Την εσωσχολική και την εξωσχολική.

 

ΕΣΩΣΧΟΛΙΚΗ ΑΓΩΓΗ (αγοριών και κοριτσιών)

Ενόσω πήγαιναν στο σχολειό, βρισκόντανε διαρκώς κάτω από την επίβλεψη και την κηδεμονία των δασκάλων. Όπως ήτανε μικρό το μέρος και γνωστός ο κύκλος παντού, κάθε παρεκτροπή γινόταν αντιληπτή εύκολα, κ’ εγκαίρως ήτανε δυνατό να προληφθούν συνήθως κακές τάσεις και ροπές. Επικουρικά στο έργο των δασκάλων ερχότανε κ’ ή επίβλεψη και παρακολούθηση των γονιών. Η στενή επαφή τους με τούς δασκάλους, όταν επιτυχαινότανε, συμπλήρωνε την προσπάθεια, σε τρόπο ώστε να εξασφαλίζονται ο καλύτερες εγγυήσεις για τη μάθηση, την πρόοδο και τη διαμόρφωση καλού χαρακτήρα στο παιδί. Στα τελευταία χρόνια πού είχαν προοδέψει τόσο τα σχολεία (9η τάξη αρρεναγωγείου και 7η παρθεναγωγείου), με την αποφοίτηση εκείνων πού παρακολουθούσαν ως το τέλος, ερχότανε σχεδόν κ’ η ενηλικίωση. Έτσι επιτυχαινόταν η συνεχή φροντισμένη μόρφωση και αγωγή των λίγων, δυστυχώς, πού ευτυχούσαν να παρακολουθήσουν ως το τέλος. Μερικοί απ’ αυτούς συνέχιζαν τις σπουδές τους στα γυμνάσια τής Τραπεζούντας και τής Κωνσταντινούπολης και μετά τα 1910 και της Αμισού. Επίσης και λίγοι κατέβαιναν στην Αθήνα, όπου σπουδάζανε στο Πανεπιστήμιο—κυρίως ιατρική.

Τα κορίτσια μετά την αποφοίτηση καταγινόντανε πια με τις δουλειές τού σπιτιού και την έμπρακτη οικιακή οικονομία, πού διδασκόντανε στο Παρθεναγωγείο, περιμένοντας τον νυμφίο.

 

ΕΞΩΣΧΟΛΙΚΗ ΑΓΩΓΗ ΑΓΟΡΙΩΝ

Για την εξωσχολική αγωγή των παιδιών δεν υπήρχε καμιά κοινωνική, κοινοτική, ούτε, βέβαια, και κρατική πρόνοια. Ούτε αναγνωστήρια, ούτε μορφωτικοί σύλλογοι, ούτε οργανώσεις νέων υπήρχαν. Μόνο, ο ειδικός ρυθμός της ζωής γενικά, ή κοινωνία, ή παράδοση, είχαν δημιουργήσει ένα δίκτυο ολόκληρο για την παρακολούθηση και την ποδηγέτηση των παιδιών πού δεν συνέχιζαν για οποιοδήποτε λόγο τις σπουδές τους ως τις τελευταίες τάξεις. Ή οικογένεια, ό μεγάλος σεβασμός σ’ όλους τούς μεγαλύτερους στην ηλικία συγγενείς, οι δάσκαλοι, είτε ντόπιοι είτε ξένοι, πού παραμέναν κ’ εξακολουθούσαν να εξασκούν την επίβλεψη και την ηθική επιρροή τους, ή εκκλησία, κ’ έπειτα ή έμφυτη φιλοτιμία κ’ ή μεγάλη ευαισθησία για την περιφρούρηση τού καλού ονόματος, όλ’ αυτά, ήταν σοβαροί παράγοντες, ώστε να συμμαζεύεται το παιδί κ’ εκτός λίγες εξαιρέσεις να συμμορφώνεται με τις καλές έξεις και με κάθε τι πού θα συντελούσε στην πρόοδο και στην ανάδειξή του. Σ’ αυτό επιδρούσε ασφαλώς κι’ ο στενός κύκλος της κοινωνίας μέσα στην οποία ζούσε και θα ζούσε, κ’ η υποσυνείδητη ή και συνειδητή ίσως σκέψη τού έφηβου, πού άρχιζε να ξυπνά, ότι συμφέρον του είναι ν’ ακολουθεί γενικά τον «δρόμο τής αρετής».

Εργασίες κι’ ασχολίες: Κατά ένα γενικό κανόνα, τα παιδιά πού έπαυαν να πάνε στο σχολειό, ή βοηθούσαν τούς πατέρες τους στις δουλειές τους ή τα έβαζαν οι γονιοί τους να εργάζονται για να μάθουν καμιά τέχνη ή για ιδιωτικοί υπάλληλοι σε μπακάλικα, εμπορικά, κ.τ.τ. Αν δεν τούς είχανε κοντά τους, προτιμούσαν να τούς βάλουν κοντά σε κανένα συγγενή ή τον ανάδοχο τού παιδιού, για να μάθουν την τέχνη ή τη δουλειά τους. Έτσι και στην εργασία ακόμα την οποιαδήποτε, υπήρχε η επίβλεψη κ’ ή παρακολούθηση.

Κοντά σ’ αυτά όμως υπήρχαν κ’ οι τρόποι κι’ ό καιρός να παροχετεύεται, σύμφωνα κι’ ανάλογα με την ηλικία, ό πληθωρισμός της ζωής των παιδιών, ώστε να μη νομιστεί ότι πήγαιναν για… καλογεράκια. Πρώτα— πρώτα ήτανε τ’ άφθονα παιγνίδια και στη στεριά και στη θάλασσα, πού αναφέρονται στο αμέσως επόμενο κεφάλαιο*. Κ’ έπειτα μερικά όχι και τόσο αθώα σπόρ, στα οποία βρίσκανε κάποτε την ευκαιρία ξεφεύγοντας να ξεφαντώσουν.

Το κλεψίον. Ο συνηθισμένος απαγορευμένος καρπός κ’ ή αδυναμία όλων ήτανε τα φρούτα των Αρμένικων κήπων.

Γινόντανε παρέες από δυό ή περισσότεροι και πήγαιναν για κλέψιμο— σό κλεψίον. Ενεργούσαν με δυό τρόπους : ή κρυφά, ή με… στρατηγικό σχέδιο. Ο πρώτος τρόπος εφαρμοζόταν όταν υπήρχε ή πιθανότητα να μη γίνουν αντιληπτοί. Κι’ αυτό το συμπέραιναν από διάφορες ενδείξεις: από την πυκνότητα τού κήπου, από την εγγύτητα τού προκλητικού δέντρου στο σπίτι, από τα παράθυρα τού σπιτιού πού κοιτάγανε στον κήπο—αν ήταν ανοιχτά και φύλαγε κανείς εκεί κ.τ.τ.

Το δεύτερον σχέδιο εφαρμοζόταν όταν είχαν τη βεβαιότητα ότι θα γίνουν ή και γινόνταν αντιληπτοί ευθύς αμέσως. Μόλις πλησιάζανε στον κήπο, έρριχναν πέτρες στα παράθυρα του σπιτιού πού κοιτάγανε στον κήπο. Οι γυναίκες, πού είχαν μαζεμένες συνήθως πέτρες στα παράθυρα εκεί για να ρίχνουν και να εμποδίζουν τούς πιθανούς επιδρομείς, από φόβο μήπως σπάσουν τα τζάμια, έκλειναν τα παντζούρια μπήγοντας και τις φωνές. Τις ειρωνευόνταν έπειτα κι’ απ’ αυτά επικράτησαν οι συνηθισμένες πολύ εκφράσεις: ιντζιρί τα πέντατα, κοκκυμελί τα πέντατα, πού σήμαιναν: κλέφτες στα σύκα, κλέφτες στα κορόμηλα. Έτσι οι καλοπίχειροι κάναν ανενόχλητοι τη δουλειά τους. Ωστόσο ορισμένοι, φύλαγαν και καραούλι με έτοιμες πέτρες για ν’ αμυνθούν, μόλις ήθελε προβάλει κανείς από άλλο σημείο. Το σχέδιο αυτό το εφάρμοζαν και κατά τη διάρκεια τού πρώτου τρόπου, μόλις τούς παίρνανε μυρωδιά, ή για να συνεχίσουν ανενόχλητοι τη δουλειά τους, ή και για να κατορθώσουν ν’ απαγκιστρωθούν και να το σκάσουν. Από κάποτε όμως μαζί με τα λάφυρά τους, πού τα γέμιζαν κυρίως στους κόρφους τού πουκάμισου δένοντάς το καλά στη μέση — εγόμωσαν τα τζόπας και τα κόλφα — επιστρέφανε και με κανένα σπασμένο κεφάλι, όχι όμως και χωρίς ανάλογα αντίποινα. Παραλείψαμε μόνο να πούμε ότι στα προκαταρκτικά παρόμοιων επιχειρήσεων εφοδιαζόντανε και με υγειονομικό υλικό: μαντίλια και καπνό κομμένον, για επίδεση των πιθανών τραυμάτων.

Επιδρομές για κλεψίον γινόντανε και σε τούρκικους κήπους προς τις Τάπιες και τον Άη-Κωνσταντίνο, με τη διαφορά ότι εκεί εφαρμοζότανε το πρώτο σχέδιο. Άλλωστε εκεί οι κήποι κ’ οι πακτσέδες ήταν εκτεταμένοι χωρίς φύλακες συνήθως, κ’ οι αγροικίες αραιότατες.

Αλλά κ’ οι προκλητικοί κήποι των Ρωμιών, πού ήσαν άλλωστε λιγοστοί, δεν έμεναν ανενόχλητοι, πάντα με την πρώτη μέθοδο.

Όταν λάβει κανείς υπόψη ότι τα φρούτα γενικά ήτανε φτηνότατα, μπορεί εύκολα να συμπεράνει ότι το κλεψίον δεν μπορούσε στα σοβαρά να ονομαστεί κλοπή, αλλά ήτανε πραγματικά ένα είδος σπόρ. Φυσικότατα άλλωστε έλεγε ό ένας στον άλλο: πάμε σ’ Αρμέντικα κιάν σο κλεψίον, ωσάν να του ‘λεγε: έλα παίζομε λάχτας.

Πετροπόλεμος: Απ’ αφορμή το κλεψίον, αλλά και για άλλες αιτίες πού αναφέρομε αλλού (σελ. 60*), υπήρχε και διατηρότανε κ’ εκδηλωνότανε κάθε τόσο ένας μόνιμος ακήρυχτος πετροπόλεμος ανάμεσα στα Ελληνόπαιδα και τ’ Αρμενόπαιδα. Κάποτε λαβαίνανε μέρος και μεγαλύτεροι στην ηλικία (17—20 ετών κι’ απάνω) και γινόταν ανάστα ό Κύριος, σωστό ξεσήκωμα, με σφεντόνες —σαπάνας—με ρόπαλα—κιοντάλα —και πέτρες στους κόρφους για όπλα, με σχέδια ελιγμών και κυκλωτικών κινήσεων. Παρά την πλεονεκτική θέση τής Αρμενικής συνοικίας, πού ήτανε ψηλότερα, οι πετροπόλεμοι αυτοί γενικά είχαν γι’ αποτέλεσμα τον θρίαμβον των ελληνικών… όπλων. Έφτασαν μάλιστα κάποια φορά σε σημείο—ενθυμούμαι κ’ εγώ καλά—να πολιορκήσουν το Αρμένικο σχολειό σε ώρα μαθήματος και ν’ αναγκάσουν το διευθυντή τους να βγει έξω και να τούς παρακαλέσει να λύσουν την πολιορκία… Τα επεισόδια αυτά είχανε δημιουργήσει μιάν έχρθητα ανάμεσα στα Ελληνόπαιδα και τ’ Αρμενόπαιδα, σε σημείο ώστε συχνά να ‘χουν μαλώματα και καυγάδες γερούς, όπου κατά κανόνα τις τρώγαν οι δεύτεροι. Κ’ έπειτα, η παραλία, πού την κατείχαν οι Ελληνικές συνοικίες, είχε κηρυχτεί απαγορευμένη ζώνη για τούς Αρμένηδες και κατά το καλοκαίρι ακόμα. Δεν κοιτούσαν να κατέβουν να κάνουν μπάνια. Κι’ αν κατέβαιναν κρυφά σε κανένα σημείο και τούς παίρνανε μυρωδιά, τούς ταλαιπωρούσανε κρύβοντας τα ρούχα και τις ζώνες τους. Όλ’ αυτά γινόντανε παλιότερα, με την ανοχή, μπορεί να ‘πει κανείς, και των γονιών και των ηλικιωμένων γενικά, πού δεν επολυχώνευαν τούς Αρμένηδες. Αργότερα είχε αρχίσει να ξεθυμαίνει αυτή η τάση, πού είχε καταντήσει σαν παράδοση, κ’ ελεύθερα κατέβαιναν σε ορισμένα μέρη της παραλίας για να χάνουν τα μπάνια τους το καλοκαίρι — ση Φιταγκούρ’ και σ’ Αναστάς-αγά καικά.

Πετροπόλεμος με Τουρκόπαιδα σπάνια και τυχαία γινότανε, γιατί ήτανε μακρυά η Τούρκικη συνοικία και δεν υπήρχε σχεδόν καμιά υποκειμενική εχθροπάθεια και λόγος για έριδες και για διενέξεις μεταξύ των δύο στοιχείων, πού είχανε μιάν εκτίμηση κ’ έναν αλληλοσεβασμό ανάμεσά τους.

Σ’ όλες τις επιχειρήσεις πού αναφέραμε, μαζί με τα παιδιά πού είχανε πάψει να φοιτούν στο σχολειό λάβαιναν μέρος και παιδιά τού σχολείου, προπαντός κατά τις διακοπές τού καλοκαιριού, όσο κι’ αν η απαγόρευση γι’ αυτά ήταν αυστηρότερη.

Σχέσεις των παιδιών μεταξύ τους: Μεταξύ τους τα Ελληνόπαιδα είχανε μιά στενή αλληλεγγύη, όταν ήτανε ν’ αντιμετωπίσουν Αρμενόπαιδα ή Τουρκόπαιδα, είτε στο στίβο τού πετροπόλεμου, είτε σ’ άλλες επιδείξεις σχολικές κ.τ.λ. Προπάντων μετά τη μεταπολίτευση τού 1908. Γενικά δεν είχαν διακρίσεις μεταξύ τους και κάναν συναναστροφές εκείνοι πού συνεχίζανε στο σχολειό, με τούς συμμαθητές τους πού είχαν διακόψει. Ωστόσο είχαν και τούς σχετικούς καυγάδες μεταξύ τους για διάφορες αφορμές κ’ αιτίες, που, όπως είναι γνωστό και συνηθισμένο, δε λείπουν. Σημειωνόνταν όμως διακρίσεις ανάμεσα στα παιδιά των κοινωνικών τάξεων. Τα παιδιά της μεσαίας και της κατώτερης τάξης περισσότερο (τα ως 10 ετών) είχανε παρμένο τον αέρα των λίγων παιδιών τής ανώτερης τάξης και δεν τ’ άφηναν σε χλωρό κλαρί και με ξυλιές και με πειράγματα και ειρωνείες. Γενικά τα ονόμαζαν διάρικον, τρώτζικον ή χάσικον (=ψωμιά άσπρα τού φούρνου της αγοράς των δυό γροσιών, γιατί τέτοια τρώγανε στα σπίτια τους κ’ έξω στην αυλή ή στο σχολειό στο διάλειμμα και δε ζύμωναν ντόπιο ή καλαμποκίσιο αλεύρι όπως κ’ οι άλλες οικογένειες). Τα πειράγματα αυτά πού προδίνουν τόση παιδική αφέλεια, αλλά και τόση μαεστρία σε χαρακτηρισμούς, δείχνουν μιά διάθεση ειρωνείας, ίσως-ίσως αποτελούσαν και μιά φυσική αντίδραση στην κοινωνική διαφορά.

Φιλία: Ο ιερός δεσμός τής φιλίας ήτανε σε μεγάλο βαθμό αναπτυγμένος μεταξύ των παιδιών. Φιλία ειλικρινή κ’ εγκάρδια, με αγνότατα αισθήματα πού διατηρόταν όλον τον καιρό και σ’ όλη τη μετέπειτα ζωή, ενισχυόμενη συνήθως και μ’ άλλους δεσμούς, κουμπαριές κ.τ.τ.

Ή φιλία γενικά αγνοούσε τις κοινωνικές τάξεις.

ΕΞΩΣΧΟΛΙΚΗ ΑΓΩΓΗ ΚΟΡΙΤΣΙΩΝ

Όσα κορίτσια άφηναν το σχολειό από τις μικρές τάξεις, καταγινόντανε σε διάφορες ασχολίες. Βοηθούσανε στο σπίτι τις μανάδες τους και μάθαιναν το νοικοκυριό: να μαγειρεύουν, να κεντούν, να πλέκουν κάλτσες κ.τ.τ. Επίσης πήγαιναν και στις μοδίστρες για να μάθουν να ράβονται, και μερικές να μάθουν την τέχνη, πήγαιναν και δούλευαν στα μαγαζιά—οι φτωχότερες—για να κερδίσουν και να φκιάσουν τα προικιά τους και τέτοια ανάλογα. Στις μοδίστρες και στα μαγαζιά μάθαιναν και την τέχνη τού κουτσομπολιού, καλλιεργούσαν τον έρωτα κι’ όταν επιστρέφανε στο σπίτι παρακολουθούσαν και το νοικοκυριό, κουβαλούσαν το νερό τού σπιτιού όπως κι’ όλα τ’ άλλα κορίτσια, από τις λίγες βρύσες τής πόλης κ.τ.τ.

Οι διακρίσεις των κοινωνικών τάξεων ήταν ολοφάνερες στα κορίτσια. Γι’ αυτό κ’ η φιλία—καλύτερα οι σχέσεις—περιοριζόντανε κυρίως μεταξύ των κοριτσιών της ίδιας κοινωνικής τάξης. Αλλά και γι’ αυτό, το κουτσομπολιό σε βάρος των κοριτσιών τής ανώτερης τάξης ήταν αγριότατο. Γενικώς τις αριστοκράτισσες τις ονόμαζαν σκωπτικά φαρφουρία.

 

ΑΓΩΓΗ ΜΕΣΑ ΣΤΟ ΣΠΙΤΙ

Τα παιδιά και τα κορίτσια γενικά μέσα στο σπίτι σεβόντανε πολύ τούς πιο ηλικιωμένους. Όταν τύχαινε κανένας μουσαφίρης, ή καθόντανε σ’ άλλο δωμάτιο ή μένανε στο ίδιο, αλλά χωρίς να επεμβαίνουν στην ομιλία και χωρίς να μετατοπίζονται από τη θέση τους. Μόνο άκουγαν. Την παρέμβασή τους στη συζήτηση την θεωρούσαν για ασέβεια.

Απαραίτητες γλωσσολογικές εξηγήσεις: όπου το γράμμα έχει επιπλέον τόνο χρώματος ‘’μπόλντ’’, αλλάζει και η προφορά του στην ποντιακή γλώσσα. Δηλ: το α το προφέρουμε σαν έψιλον. Αν είναι δυο γράμματα μαζί στην κατάληξη, όπως τα ια, τα προφέρουμε σαν έψιλον επίσης. Το χ σαν σίγμα. Στην περίπτωση που πρόκειται για σύμφωνο η προφορά τους είναι πιο ασθενική, με μικρές εξαιρέσεις στο ζ, το σ κ.α. ανάλογα την λέξη που τα συναντάμε (φιλτζάνα) όπου εκεί ακούγεται πιο ‘’βαριά’’.

 

Πηγή*: Το αξεπέραστο ως σήμερα έργο του Ξενοφώντα Άκογλου (Ξένου Ξένιτα), Από την ζωή του Πόντου – Λαογραφικά Κοτυώρων-, εκδ. Μάτι, αναστατική έκδοση του 1938.

Το βρήκαμε στο:    www.e-istoria.com

Πατήστε για να δείτε το κείμενο : http://www.e-istoria.com/po1.html

ΚΟΣΜΗΜΑΤΑ ΣΤΟΝ ΠΟΝΤΟ

Χωρίς κατηγορία στις 11 Ιανουαρίου 2018 από ΞΑΝΘΟΠΟΥΛΟΣ ΓΕΩΡΓΙΟΣ

Γυναικεία κοσμήματα στον Πόντο

Σε ολόκληρο τον Πόντο οι γυναίκες φορούν πολύ χρυσό και μάλιστα καυχιόνται γι’ αυτό, αφού η επίδειξή του στην κοινότητα τους προσφέρει μια ιδιαίτερη θέση, που δεν αποκτάται απ’ αυτές τις ίδιες, αλλά αντανακλά την οικονομική, επαγγελματική ή πολιτική θέση των πατέρων, των αδελφών, των συζύγων τους. Οι στολισμός ακολουθεί τόσο τις παραδοσιακές όσο και τις αστικές ενδυμασίες που είχαν δυτικές επιρροές.

Για την περιοχή της Τραπεζούντας και Σαμψούντας μας πληροφορεί το χειρόγραφο 2842 του Λαογραφικού Εργαστηρίου του Πανεπιστημίου Αθηνών «Πεϊντιρλί: φορούσαν πολλά κοσμήματα, πεντόλιρα, φλουριά στο κεφάλι, σκουλαρίκια, αλυσίδες, όλα από ατόφιο χρυσάφι», και συμπληρώνουν ο Σταύρος και η Ασημίνα Σολαρίδη από τη Σαμψούντα-Ορτού:

«Τα χρυσαφικά τους είχαν ωραία σκαλίσματα, ήταν λεπτοδουλεμένα και χρωματιστές πέτρες τα στόλιζαν».

Η Αναστασία Τακίδου από τη Σάντα του Πόντου μάς πληροφορεί σχετικά: «Οι γυναίκες είχαν ένα πλήθος κοσμημάτων όπως τα φλουριά που τα φορούσαν στο μέτωπο, τα σκουλαρίκια [τρυπούσαν τ’ αυτιά τους με μια χοντρή βελόνα], τα γκερνταλούχ [είδος περιδέραιου με φλουριά], τα τέτικια [στολίδια για τις πλεξούδες], τα βράχαλα ή βράχολα [από χρυσό ή ασήμι], το μπιλιόν [το φορούσαν στο λαιμό και ήταν ή στρογγυλό ή σε σχήμα καρδιάς] και τέλος το λαβά [λεπτό ορειχάλκινο δακτυλίδι]. Είχαν επίσης ένα χρυσό ή ασημένιο ρολόι κρεμασμένο στο λαιμό, και το σταυρό τον οποίον φορούσαν συνήθως οι νιόπαντρες».

Ας μην λησμονούμε ότι στις κλειστές ανδροκρατούμενες ποντιακές κοινωνίες οι γυναίκες δεν εργάζονταν έξω από το σπίτι τους, παρά μόνον σε περιπτώσεις μεγάλης οικονομικής ανάγκης, και τότε ακόμη ήταν σπάνιο το φαινόμενο. Γι’ αυτόν το λόγο δεν αποκτούσαν ατομικές περιουσίες ως προϊόν δικής τους εργασίας.

Οι λίρες κυριαρχούν στο στήθος, στο λαιμό, στο μέτωπο, στις κοτσίδες, στα σκουλαρίκια, στα δαχτυλίδια. Έχουμε μαρτυρία από την Χαλδία Πόντου ότι «Οι πλούσιες γαρήδες [γυναίκες] εκρέμαναν στην καρδίαν ατάν [στο στήθος] τα φυρίλια με τρεις λίρας ή πέντε ή πιο πολλάς. Η τραβωδία πα λέει: “Τραπεζουνταίων τα κορτσόπα [κορίτσια] και με τα φυριλία εβγαίν’νε σα ψηλά ραschία και σα νερά τα κρύα”. Σα schέρια εφόρναμε μεγάλα ακριβά δακτυλίδια. Σην καρδίαν εμούν εκρέμνανε και το πεντόλιρ’ που εποίνεν ατο χέρια [δώρο] ο δεξάμενος [νονός]. Είχαμε και το κορδόν [χρυσή αλυσίδα πλεγμένη σαν κορδόνι] με κουμπιά χρυσά έξ λιρών και κρέμαναμε ση γόλου [λαιμό]. Βρασάλια [βραχιόλια] πα [και] είχαμε πλεχτά είκοσ’ λιρών».

Άφθονες μαρτυρίες από γυναίκες που οι ίδιες, οι γιαγιάδες τους, οι μάνες τους, οι θυγατέρες τους φορούν αυτά τα κοσμήματα μεταφέροντας από τη μια γενιά στην άλλη, άμεσα, μια μακραίωνη παράδοση. Στο χειρόγραφο 2162α του Λαογραφικού Εργαστηρίου του Πανεπιστημίου Αθηνών υπάρχει η επόμενη πληροφορία από τους Ποντίους και Θράκες πρόσφυγες του Σιδηροκάστρου Κοζάνης: «…φορούσαν χρυσά πεντόλιρα με αλυσίδα. Στ’ αυτιά σκουλαρίκια μισή λίρα ή ολόκληρη. Καρφίτσες είχανε με λίρες χρυσές. Δακτυλίδια με λίρα ολόκληρη οι πλούσιοι, με μισή οι φτωχοί…». Ενώ από το χωριό Κοσμά νομού Τραπεζούντος οι πρόσφυγες της ποντιακής περιοχής Ματσούκα αφηγούνται πως οι γυναίκες φορούσαν «…τάπλα στο κεφάλι: στρογγυλή και γύρω γύρω είσεν φλουρία και έδεναν στα μάγουλα με δύο μεταξωτές κορδέλες. Εγκόλπιον χρυσόν ή ασημένιο και κρεμόταν με αλυσίδα μέχρι το στήθος. Πεντόλιρα με αλυσίδα. Σταυρός με αλυσίδα. Σκουλαρίκια, δαχτυλίδια και βρασόλια…».

Πόντιοι πρόσφυγες δε από την Τραπεζούντα μάς ενημερώνουν ότι οι Πόντιες φορούσαν «…Στο κεφάλι τεπελίκι στρογγυλό με φλουριά γεμάτο…», ενώ φορούσαν «πεντόλιρα, τούπλες, κορδόνια, τρία σειρές. Σκουλαρίκια, φρεντζέλια…».

[…] Οι Πόντιες φορούν μαντίλα με φλουριά όπως καταγράφει μαρτυρία από την Ινέπολη Πόντου («Οι γυναίκες στο κεφάλι φακιόλι με τρεμούτσες [πούλιες]») ή νομίσματα ή την τάπλα (δισκοειδές μικρό κάλυμμα που φορούσαν στην κορυφή της κεφαλής και στην μπροστινή πλευρά του μετώπου έραβαν  νομίσματα πυκνά μεταξύ τους, το ένα καλύπτοντας το μισό του άλλου), η οποία και αποτελεί συνέχεια και μίμηση του στέμματος των Βυζαντινών αυτοκρατόρων.

Πηγή: Αρχοντία Βασ. Παπαδοπούλου, Το κόσμημα της ελληνικής Ανατολής, εκδ. Λεξίτυπον, Αθήνα 2015.

www.pontos-news.gr, δείτε το άρθρο στον παρακάτω σύνδεσμο:

http://www.pontos-news.gr/pontic-article/156498/gynaikeia-kosmimata-ston-ponto


Αλλαγή μεγέθους γραμματοσειράς
Αντίθεση
Μετάβαση σε γραμμή εργαλείων