Αρχική » ΕΡΓΑΣΙΕΣ

Αρχείο κατηγορίας ΕΡΓΑΣΙΕΣ

Ο εορτασμός της 28ης Οκτωβρίου μέσα από τον ελληνικό Τύπο σε δύο διαφορετικές χρονικές στιγμές της πρόσφατης ιστορίας.

ΕΙΣΑΓΩΓΗ

Ο εορτασμός των επετείων εκτός από τη νομιμοποιητική λειτουργία που έχει για την κρατική εξουσία, παρεμβαίνει και στη συγκρότηση της συλλογικής μνήμης.[1] Ο εορτασμός της εθνικής επετείου της 28ης Οκτωβρίου θεσμοθετήθηκε το 1944. Αποτελεί μια επέτειο, όπου όλες οι πολιτικές παρατάξεις αναγνωρίζουν μια εκδοχή του παρελθόντος τους και μπορούν συνεπώς να διεκδικήσουν την ένταξή τους στον εορτασμό της.[2]

Στην παρούσα εργασία μελετώνται τα δημοσιεύματα για τον εορτασμό της εθνικής επετείου της 28ης Οκτωβρίου δύο χρονιές – τομές στην πρόσφατη ιστορία της χώρας μας, το 1945 και το 1975. Χρονιές, όπου η Ελλάδα βρίσκεται στην αφετηρία ανασυγκρότησης μετά από πόλεμο και γερμανική κατοχή με έντονη πολιτική αστάθεια και κοινωνική αναταραχή στη μια περίπτωση και μετά από μια επτάχρονη δικτατορία στην άλλη (αρχές Μεταπολίτευσης) με κύρια χαρακτηριστικά τη μετάβαση από τον αυταρχισμό του κράτους της Δεξιάς σε μια αυτορυθμιζόμενη δημοκρατία, εσωτερική ενότητα, παύση της ιδεολογίας της Εθνικοφροσύνης και του αντικομμουνισμού.[3]

Οι τρεις εφημερίδες που έχουν επιλεγεί στην μελέτη μας είναι η Καθημερινή, τα Νέα και ο Ριζοσπάστης (βλ. Παράρτημα) που εκπροσωπούν αντίστοιχα τις κυρίαρχες πολιτικές δυνάμεις το 1945: τη Δεξιά, το Κέντρο και την Αριστερά. Αποτελούν σημαντικές πηγές για μια πολυπρισματική θεώρηση του παρελθόντος με σύγκριση και ανάλυση των δημοσιευμάτων που αφορούν το ίδιο θέμα, και με κριτική ματιά, που απαιτείται στην περίπτωση του λόγου του Τύπου, που είναι ένας ιδεολογικός λόγος.[4]

 

 

ΚΕΦΑΛΑΙΟ 1

Η παρουσίαση της επετείου της 28ης Οκτωβρίου από τον Τύπο του 1945.

 

  • Ο «δεξιός» Τύπος για τον εορτασμό της επετείου

 

Η Καθημερινή από τις 25 Οκτωβρίου 1945 γράφει για το πρόγραμμα του επίσημου εορτασμού της επετείου, αναφέροντας την απόφαση της κυβέρνησης για απαγόρευση άλλων εκδηλώσεων για λόγους τήρησης της τάξης. Προτρέπει το λαό σε συμμετοχή στον επίσημο εορτασμό με την ορκωμοσία της νεολαίας στο Στάδιο, την παρέλαση, το όρκο των εφήβων, εθνικούς χορούς κατά το πρότυπο του καθεστώτος της 4ης Αυγούστου. Επικρίνει παράλληλα την ανακοίνωση του ΕΑΜ για χωριστό εορτασμό.

Με πανηγυρικό ύφος ανήμερα της επετείου για «τη μεγαλύτερη ημέρα της ελληνικής ιστορίας» μιλάει για την «υπέρτατη θυσία» – συνέχεια του Μαραθώνα, των Θερμοπυλών, της Σαλαμίνας και του 1821. Για την Καθημερινή  δεν ήταν αγώνας ενάντια στο φασισμό, αλλά αγώνας υπέρ της πατρίδας. Εξάλλου για την εφημερίδα ο φασισμός ήταν «αρρώστια ήπιας μορφής που εξόριζε, φυλάκιζε και δεν ζητούσε την ζωή κανενός»! Δεν παραλείπει να δημοσιεύσει και το διάγγελμα του βασιλιά Γεωργίου από το Λονδίνο που μιλά για την 28η Οκτωβρίου ως «το πολυτιμότερον σύμβολον της εθνικής μας Αναγεννήσεως».

Δημοσιεύει φωτογραφικό υλικό από τον «παλλαϊκό εορτασμό της ηρωικής εξορμήσεως του έθνους», μιλώντας για «συμπαγή ανθρωποθάλασσα», «πανενθνικό συναγερμό» «κοσμοπλημμύρα», για τεράστια συμμετοχή του λαού που γιόρτασε μαζί με τον πολιτικό και στρατιωτικό κόσμο.

Με εθνικιστικό λόγο, εξυμνεί την Ελλάδα που νίκησε μια μεγάλη αυτοκρατορία «άοπλος και γυμνή» και αντιστάθηκε σε από μια «δεύτερη αυτοκρατορία» (Γερμανία) κερδίζοντας χρόνο, ώστε να ηττηθεί η Γερμανία στη Ρωσία.

Με έντονα «αντικομμουνιστικό» ύφος γράφει για εσωτερικό εχθρό, «τους αριστερούς Ρώσους πράκτορες που ετοίμασαν άλλη στάση που αναστάτωσε και ξεθεμέλιωσε την Ελλάδα». Ο «αντικομμουνιστικός» λόγος της εφημερίδας διακρίνεται και στην σύγκριση της κατάστασης της Ελλάδας και των γειτονικών κομμουνιστικών κρατών της Βουλγαρία και Ρουμανίας, που τις θεωρεί εχθρικές χώρες, με στρατόπεδα συγκέντρωσης, λογοκρισία του Τύπου, οικονομική ανέχεια, με βασιλιάδες αιχμαλώτους και τους  Ρώσους να ελέγχουν τις πηγές πλούτου. Αντίθετα στην Ελλάδα η κατάσταση είναι απείρως καλύτερη με ελευθερία του Τύπου, με το ΕΑΜ «ελεύθερο να υβρίζει και την ελληνική και την αγγλική κυβέρνηση», ενώ αναφέρει ότι δεν υπάρχουν στρατόπεδα συγκέντρωσης.

Η  έννοια του έθνους ταυτίζεται με την εθνικοφροσύνη, τον πατριωτισμό,  την ενότητα λαού και πολιτικής και στρατιωτικής ηγεσίας. Ο λαός ακολουθεί τους πολιτικούς ηγέτες του και το βασιλιά του. Να σημειωθεί ότι η λέξη «εθνικόφρων» δήλωνε τον αντικομμουνιστικό πατριωτισμό.[5]

Αποσιωπά το ρόλο των κατοχικών κυβερνήσεων, των δυσκολιών του λαού κατά την κατοχή, το μαυραγοριτισμό, τις διώξεις και φυλακίσεις αντιφρονούντων πολιτών. Ο ρόλος του Μεταξά, αν και δικτάτορας, θεωρείται σημαντικός, αναφέροντας χαρακτηριστικά ότι «η ύπαρξίς του και το σθένος του έσωσαν κατά την ημέρα αυτήν την τιμήν της Ελλάδος» (28-10-1945).

Η στόχευση της εφημερίδας είναι η νομιμοποίηση της κρατικής εξουσίας με επίκληση ακόμη και του χριστιανικού στοιχείου (επιμνημόσυνες δεήσεις, δοξολογίες, μηνύματα της εκκλησιαστικής ιεραρχίας) και διέγερση του φαντασιακού της πλειονότητας των πολιτών, που μέσω των τελετών αισθάνονταν να βιώνουν τη δόξα και την ισχύ του έθνους τους, που έχει κληρονομηθεί από το παρελθόν.

 

  • Ο εορτασμός της επετείου από τον Τύπο του κεντρώου χώρου

 

Τα Νέα εκπροσωπώντας το  Κέντρο θεωρούν τον εορτασμό αφορμή για αφύπνιση για τον πολιτικό κόσμο, ώστε να φανεί άξιος συνεχιστής των ηρώων του 40 και να προσαρμοστεί «προς το πνεύμα της διεθνούς ζωής, που προκαλεί τας μεγάλας μεταπολεμικάς ζυμώσεις»

Πριν τον εορτασμό της επετείου γράφουν για τη δίκη των δοσίλογων. Η εφημερίδα περιγράφει τα τεκταινόμενα με μετριοπάθεια και από τις 24 Οκτωβρίου αναγγέλλει το πρόγραμμα του επίσημου εορτασμού της 28ης Οκτωβρίου, καθώς και το εορταστικό πρόγραμμα του Ραδιοφωνικού σταθμού.

Χαρακτηρίζει τον εορτασμό «παλλαϊκό» και περιγράφει με φράσεις όπως: «ατμόσφαιρα πατριωτικής εξάρσεως», «οι φιλαρμονικαί…επαιάνιζαν πολεμικά θούρια». Μιλάει για έναν λαό περήφανο, που μαζί με την πολιτική και στρατιωτική ηγεσία σε πανηγυρικό κλίμα, τιμάει τους πολεμιστές του.  Παράλληλα αναφέρει την δράση μοναρχικών στοιχείων να προσδώσουν στον εορτασμό «χαρακτήρα βασιλικής εορτής» αν και συνάντησαν παγερή αντίδραση του λαού.

Παρόλο που χαρακτηρίζει το καθεστώς Μεταξά φασιστικό, προαναγγέλλει την έκδοση σελίδων από το προσωπικό του ημερολόγιο για να καταδείξει στο πώς έφθασε στο «ηρωικό ΟΧΙ», αναγνωρίζοντας έτσι τη θετική του συμβολή στα γεγονότα.

Την επομένη της επετείου παρουσιάζει φωτογραφίες από τον επίσημο εορτασμό. Δεν αναφέρεται στην κατοχική περίοδο και τα βάσανα που βίωσε ο ελληνικός λαός. Προτιμά να στρέψει την προσοχή του κοινού στις εορταστικές εκδηλώσεις, ενώ δεν κάνει λόγο για τα επεισόδια στις συνοικίες της Αθήνας, της Θεσσαλονίκης και άλλων επαρχιακών πόλεων.

Θεωρεί τον Χίτλερ ως τον «κακό» που εγκληματεί, ενώ παράλληλα διακωμωδεί τον Μουσολίνι μέσα από γελοιογραφίες. Ευδιάκριτη είναι σε αρκετά άρθρα η φιλοαγγλική και η φιλοαμερικάνικη θέση της εφημερίδας που θεωρεί τα δύο αυτά κράτη της Δύσης, ότι ενεργούν για την παγκόσμια ειρήνη. Δεν βλέπει ανάμειξή τους στην εσωτερική πολιτική κατάσταση.

Θα λέγαμε ότι Τα Νέα αποτυπώνουν το στόχο του Κέντρου για τη διαμόρφωση μιας μεταπολεμικής κοινωνίας με ομοιογένεια, χωρίς σημαντικές αντιθέσεις πολιτικού ή άλλου χαρακτήρα, χωρίς να διαμορφώνει κλίμα πόλωσης.

 

  • Ο εορτασμός της επετείου από τον Τύπο του αριστερού χώρου

 

Ο Ριζοσπάστης εκπροσωπώντας την Αριστερά με ένα άκρως πολωτικό λόγο τονίζει τον αντιφασιστικό χαρακτήρα της επετείου αποδοκιμάζοντας τον επίσημο εορτασμό της κυβέρνησης.

Σε αντίθεση με τις δύο προηγούμενες εφημερίδες, προβάλλει το ζήτημα των χιλιάδων φυλακισμένων πατριωτών, το ζήτημα των δοσίλογων και των «τεταρτοαυγουστιανών», τις εγκληματικές ενέργειες στην ελληνική επαρχία από ταγματασφαλίτες «που εξυμνούν κραυγάζοντας υπέρ του Χίτλερ».

Καλεί το λαό να γιορτάσει «γνήσια» στις συνοικίες, «μακριά από τους «προδότες» και τις «γιορτές των δοσιλόγων», χαράσσοντας διαχωριστική γραμμή από τους εορτασμούς του επίσημου κράτους. Η επίσημη γιορτή στο Στάδιο χαρακτηρίζεται ως «φασιστική του Μαύρου Μετώπου», «χιτλερομεταξικό» πρότυπο επίσημων τελετών, «νόθευση της 28ης Οκτωβρίου», «γιορτή της ολιγαρχίας και του πλούτου», από «κανίβαλους εκμεταλλευτές» από «δολοφόνους των δημοκρατικών πολιτών» σε μια «ρημαγμένη και ταπεινωμένη Ελλάδα».

Γράφει για «δύο 28 Οκτώβρη 1940». Αυτή που έφερε τη συνθηκολόγηση του 1941, την τετράχρονη υποταγή και συνεργασία με τον κατακτητή, την προδοσία, το δοσιλογισμό, τα αίσχη της ομάδας Χ και της «Ειδικής» των Γλύξμπουργκ και Μεταξά κατά του λαού, αφανίζοντάς τον οικονομκά και διαπαιδαγωγώντας τον «χιτλεροφασιστικά» και αυτή του Λαού, της Εθνικής Αντίστασης. «Είναι από τη μια η γιορτή του Λαού και από την άλλη η γιορτή της πλουτοκρατίας». Οι ήρωες που πρέπει να τιμώνται είναι οι απλοί άνθρωποι, ο Λαός, που δεν δίστασε να πολεμήσει τους φασιστικούς στρατούς των Ιταλών και των Γερμανών «αψηφώντας την αντεθνική ηγεσία».

Τονίζεται ο ένδοξος αγώνας του ΕΑΜ, το «ΟΧΙ του Λαού και το ΝΑΙ του Μεταξά» και αναφέρεται και στην συμμετοχή των γυναικών στην Πίνδο. Η εφημερίδα καταγγέλλει ότι το κράτος υποθάλπει τους εγληματίες – προδότες, που στελεχώνουν τα σώματα ασφαλείας, το στρατό. Χαρακτηριστικές φράσεις: «δίκη των κτηνανθρώπων», «συμπαιγνία», «ληστοσυμμορίες των ταγμάτων του Γεωργίου Β΄», «χαφιέδες».

Σε αντίθεση με τις άλλες δύο εφημερίδες, ο Ριζοσπάστης γράφει ότι  η πλειονότητα του λαού δεν συμμετείχε στη «φασιστική παρέλαση». Ο εορτασμός πραγματοποιήθηκε στις συνοικίες. Αναφέρεται και στον εορτασμό στη Θεσσαλονίκη, στην Κοκκινιά και την Καισαριανή με πλήθος κόσμου αλλά και με τα επεισόδια που προκάλεσαν παρακρατικές ομάδες και τις δολοφονικές επιθέσεις του «Μαύρου Μετώπου» και της αστυνομίας ακόμη και εναντίον γυναικών και παιδιών, γεγονότα που αποσιωπούνται από τον Τύπο της Δεξιάς και του Κέντρου.

Όσον αφορά τον ξένο παράγοντα που αναμειγνύεται στα εσωτερικά της χώρας, είναι χαρακτηριστικός ο τίτλος άρθρου για τις «20.000 βρετανικές ξιφολόγχες που στηρίζουν την κυβέρνηση» και το άρθρο που αναφέρεται στην ανάμειξη των Άγγλων στη σύνθεση της νέας κυβέρνησης (φύλλο της 3ης Νοεμβρίου 1945).

 

  • Συγκριτική ανάλυση των δημοσιευμάτων για την επέτειο της 28ης Οκτωβρίου 1945

Ο  εορτασμός της 28ης Οκτωβρίου 1945, δίχασε το λαό.  Ο διχασμός τέθηκε στο δίπολο Εθνικοφροσύνη – Αριστερά (απειλή Κομμουνισμού). Ανάμεσά τους αλλά με σαφή τάση προς την κρατούσα πολιτική κατάσταση είναι και το Κέντρο.

Η επίσημη μνήμη δεν αντιπροσώπευε στο σύνολό της την συλλογική μνήμη. Οι εφημερίδες ανάλογα με τον πολιτικό χώρο που εκπροσωπούσαν, χρησιμοποίησαν τελείως διαφορετικά ερμηνευτικά πλαίσια για να νοηματοδοτήσουν τα γεγονότα του 1940 επιχειρώντας την χρήση της εθνικής ιστορίας με σκοπό την σύζευξη της μνήμης με στρατηγικές πολιτικών παρατάξεων.[6]

Ο λόγος της Καθημερινής και του Ριζοσπάστη είναι διχαστικός, πολωτικός με ακραίες φράσεις για τους πολιτικούς αντιπάλους. Τα Νέα έχουν ένα λόγο μετριοπαθή χωρίς να προβαίνουν σε  χαρακτηρισμούς προσώπων. Η Καθημερινή συμβάλλει στη διαμόρφωση μιας νέας συλλογικής εθνικής ταυτότητας των πατριωτών εθνικοφρόνων απέναντι σε έναν εσωτερικό «εχθρό», ο οποίος εθεωρείτο ότι δρούσε στοχεύοντας στην βίαιη κατάληψη της εξουσίας (ΚΚΕ).

Τα Νέα σε έναν πιο ενωτικό ρόλο προβάλλουν την άποψη του Κέντρου για ένα έθνος ενωμένο, αφυπνισμένο που με παράδειγμα το έπος του 40 μπορεί να προχωρήσει στο μέλλον γι’ αυτό και προβάλλει έναν εορτασμό ενωτικό.

Για την εφημερίδα της Αριστεράς, Έθνος είναι μόνο ο Λαός που πολέμησε, βασανίστηκε και διεκδικεί το μέλλον του απέναντι στην καθεστωτική πολιτική εξουσία, τη διεθνή ολιγαρχία και τον ιμπεριαλισμό.

Εκ διαμέτρου αντίθετες οι θέσεις της Καθημερινής και του Ριζοσπάστη απέναντι στο μεταξικό καθεστώς και τον Μεταξά. Για τη δεξιά εφημερίδα είναι ο σωτήρας του έθνους, για την Αριστερά όμως είναι προδότης και «πιόνι» των ξένων δυνάμεων. Τα Νέα θα λέγαμε, ότι αποστασιοποιούνται ως προς το πρόσωπο, χαρακτηρίζοντας όμως το καθεστώς ως «φασιστικό».

Για την Καθημερινή και Τα Νέα, ήρωες είναι οι ένοπλες Δυνάμεις, η στρατιωτική και η πολιτική ηγεσία, άποψη που εξυπηρετεί τον βασικό στόχο της πολιτικής, αλλά και της οικονομικής ελίτ της εποχής. Η προβολή του παλλαϊκού ξεσηκωμού νομιμοποιεί και την ορθότητα των επιλογών τους. Για τον Ριζοσπάστη όμως «ήρωας» είναι ο Λαός, αυτός που είπε ξεκάθαρα το ΟΧΙ.

Διαπιστώνεται για τα έντυπα της Δεξιάς και του Κέντρου η αποσιώπηση – γεγονότων, που δεν είναι συμβατά με την ενοποιητική λειτουργία του εορτασμού των εθνικών επετείων.[7] Πέπλο σιωπής απλώνει η Καθημερινή για τον ρόλο των δοσίλογων της περιόδου που προηγήθηκε, λέγοντας μάλιστα ότι συκοφαντούνται. Αντίθετα ο Ριζοσπάστης καταγγέλλει τη στάση τους στο λαό και ζητά την τιμωρία τους. Σιωπή υπάρχει από τις εφημερίδες της Δεξιάς και του Κέντρου για κοινωνικές ομάδες, όπως οι οικογένειες των στρατιωτών που έπεσαν στο πεδίο της μάχης, κοινωνικές ομάδες (ο άμαχος πληθυσμός) που επλήγησαν από τις συνέπειες της Κατοχής (πείνα, μαυραγοριτισμός, ο πλουτισμός δοσίλογων με την κάλυψη των κατοχικών δυνάμεων, προβλήματα στο χώρο της υγείας και της παιδείας κ.ά.), καθώς και για το θέμα των φυλακισμένων πολιτικών κρατούμενων, που αναδεικνύεται όμως από τον Ριζοσπάστη. Όσον αφορά την παρουσία των γυναικών, γενικά παρατηρείται μια σιωπή για το ρόλο τους, παρά το ότι ήταν και τότε γνωστή η συνεισφορά τους στα πολεμικά γεγονότα της Πίνδου. Ως πιθανή  εξήγηση θεωρούμε ότι δεν μπορούσαν να ενταχθούν στην ιστορική περίοδο, όπου κυριαρχούσε το παγιωμένο κοινωνικά πρότυπο των ανδρών ηρώων.

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

ΚΕΦΑΛΑΙΟ 2

Η παρουσίαση της επετείου της 28ης Οκτωβρίου από τον Τύπο του 1975.

 

2.1. Ο δεξιός Τύπος για τον εορτασμό της επετείου

 

Η στρατηγική της κυβέρνησης μετά το 1974 με κύριους στόχους την εθνική ενότητα, την εθνική ανεξαρτησία, τη λαϊκή κυριαρχία και την κοινωνική δικαιοσύνη αποτυπώνεται και στα δημοσιεύματα της Καθημερινής λίγες μέρες πριν αλλά και μετά την 28η Οκτωβρίου 1975. Η έκταση που αφιερώνει η εφημερίδα στον εορτασμό της επετείου είναι πολύ περιορισμένη σε σύγκριση με το 1945.

Στις 28 Οκτωβρίου η εφημερίδα κυκλοφορεί με πρωτοσέλιδο τίτλο «Ψυχική ενότις Λαού και Στρατού. Σε αυτές τις λέξεις συνοψίζεται η αντίληψη περί του έθνους το 1975. Η σημαντική επιδίωξη είναι η ενότητα του λαού και η ετοιμότητα των Ενόπλων Δυνάμεων σύμφωνα με την ημερήσια διαταγή του Αρχηγού Ενόπλων Δυνάμεων για το έπος του 40.Ο εχθρός, «ο κακός» τώρα είναι η τουρκική απειλή.

Οι εορταστικές εκδηλώσεις αναφέρονται χωρίς το πομπώδες πατριωτικό ύφος του 1945. Εξυμνείται το κατόρθωμα των Ελλήνων ως «θαύμα αποφασιστικότητας για ελεύθερη ζωή, που δημιούργησε η αίσθηση της ταυτότητάς μας, η ιδιοφυΐα μας, η πνευματική και πολιτισμική κληρονομιά μας».  Αναφέρεται ο επίσημος εορτασμός στη Θεσσαλονίκη με την παρουσία του Προέδρου της Δημοκρατίας και η «επιβλητική» μαθητική παρέλαση της Αθήνας.

Τονίζεται η βεβαιότητα ότι «μπορούμε να ξαναβρούμε τις αξίες μας για να ανταπεξέλθουμε με σθένος σε απειλές από δυνάμεις ποσοτικά υπέρτερες». Εργαλειοποιώντας το ένδοξο παρελθόν προς υπηρέτηση της πολιτικής στόχευσης για ενότητα και σταθερότητα στην Ελλάδα επιχειρείται να διεγερθεί το φαντασιακό των Ελλήνων, ως άξιων συνεχιστών των προγόνων τους. Η εφημερίδα επαινεί το ΕΙΡΤ για τις εορταστικές τηλεοπτικές εκπομπές για την εποποιία του 40.

Στο πλαίσιο μιας στρατηγικής αποσιώπησης δεν έχουμε ιδιαίτερες αναφορές στο μεταξικό καθεστώς ή στους «κακούς» του 40. Ούτε για τα γεγονότα της περιόδου της κατοχής ή θέματα που μπορεί να δίχαζαν του Έλληνες. Απουσιάζει το αντικομμουνιστικό μένος και η νοοτροπία της ακραίας εθνικοφροσύνης.

Συμπερασματικά ο λόγος της εφημερίδας διακρίνεται από ηπιότητα χωρίς αναφορές σε πολιτικούς αντιπάλους, όπως 30 χρόνια πριν. Χαρακτηριστική και η αναφορά της εφημερίδας στο μήνυμα της σοβιετικής Πράβδα για την ιστορική σημασία του αγώνα των Ελλήνων της 28ης Οκτωβρίου 1940.

 

  • Ο εορτασμός της επετείου από τις εφημερίδες του κεντρώου χώρου

 

Το 1975 Τα Νέα επιχειρούν μια  αντιδεξιά πόλωση με οξύ λόγο κατά της Δεξιάς, αλλά  και της τουρκικής απειλής, που τώρα αποτελεί τον «κακό» της περιοχής.

Η ενημέρωση της εφημερίδας πριν την 28η Οκτωβρίου συνδέεται με τα γεγονότα της δίκης των βασανιστών της χούντας, τη δίκη του Πολυτεχνείου, την ανάγκη αποχουντοποίησης του στρατού. Αρθρογραφία που μπορεί κάποιος να συνδέσει, έστω και έμμεσα, με την εθνική επέτειο είναι αυτή, που καθημερινά αναφέρεται στην Εθνική Αντίσταση 1941-1944 με ειδικό αφιέρωμα στον Γεώργιο Παπανδρέου και τη θεωρία του περί «Αναιμάκτου απελευθερώσεως».

Έχουμε σύντομη αναφορά στον εορτασμό του ΟΧΙ σε Αθήνα και Θεσσαλονίκη με παρελάσεις, δοξολογία και επιμνημόσυνη δέηση στον Άγνωστο Στρατιώτη. Στις 30 Οκτωβρίου ανάμεσα σε άλλα που αφορούν το νόημα του 40, Τα Νέα αναφέρονται και στις ανθρώπινες απώλειες της Κατοχής (περισσότεροι από ένα εκατομμύριο νεκροί).

Νοηματοδοτεί την επέτειο ως «δίδαγμα τόλμης και ήθους», ως «αντιφασιστικό αγώνα», ενώ κάνει και αναφορά στα δεινά που επιφέρουν οι δικτατορίες, επικρίνοντας έμμεσα το μεταξικό καθεστώς. Αλλά και άμεσα η μεταξική δικτατορία περιγράφεται ως ανεπαρκής που προκάλεσε το χάος.

Η εφημερίδα σχολιάζει τις επετειακές τηλεοπτικές εκπομπές συγχαίροντας και αυτή το ΕΙΡΤ. Σε αντίθεση με την Καθημερινή όμως αναφέρει τις αντιδράσεις από τους «αμετανόητους της επταετίας» για «διαστρέβλωση της πρόσφατης ελληνικής ιστορίας». Αφορμή γι’ αυτό στάθηκε η αντίδραση του Αβέρωφ, που επέκρινε εκπομπές, για την ανετοιμότητα του στρατού το 40, την εγκατάλειψή του από την ηγεσία του στην οπισθοχώρηση, τις στερήσεις, την εξάρτηση του Μεταξά από τους Εγγλέζους, την προβολή του Μανώλη Γλέζου, την ανάγκη αναγνώρισης της Εθνικής Αντίστασης. Θέματα που ήταν αποσιωπημένα και που άρχισαν να βγαίνουν στο φως με τη Μεταπολίτευση. Το θέμα τέθηκε και στη Βουλή δείχνοντας την προσπάθεια της Δεξιάς παράταξης να αποσιωπηθούν αλήθειες. Τα Νέα χαρακτηρίζουν έντυπα που στήριξαν αυτή την αντίδραση ως: «φιλοχουντικά», «υπερασπιστές των εθνικοφρόνων και της νοοτροπίας της υπερεθνικοφροσύνης» και εκφράζει το φόβο για μετατροπή του ΕΙΡΤ σε όργανο της κυβέρνησης.

 

  • Ο εορτασμός της επετείου από τον Τύπο του αριστερού χώρου

 

Πριν τον εορτασμό της επετείου της 28ης Οκτωβρίου για το Ριζοσπάστη κυρίαρχα θέματα της επικαιρότητας είναι: η δίκη για τους νεκρούς του Πολυτεχνείου, οι αμερικανικές στρατιωτικές βάσεις, το θέμα του επαναπατρισμού των Ελλήνων προσφύγων, το Κυπριακό και το θέμα της ανάγκης αποχουντοποίησης στο στρατό (θέμα που ανέδειξαν και Τα Νέα).

Ο Ριζοσπάστης, όπως και το 1945, υπερασπίζεται την άποψη, ότι το ΟΧΙ στο «τσακάλι του άξονα» την Ιταλία ανήκει στο λαό, όχι στον Μεταξά, που «είχε παραδώσει όλα τα στρατιωτικά μυστικά σε Γερμανούς αξιωματικούς». Επιτίθεται στο πρόσωπο του Μεταξά που απλά ήθελε «να πέσουν μερικές τουφεκιές για την τιμή των όπλων» δημοσιεύοντας σχετικό απόσπασμα των απομνημονευμάτων του Ιταλού πρεσβευτή. Το λεξιλόγιο «βαρύ»: «βασιλομεταξική δικτατορία «αναρχοφασιστική παράταξη», «εφιάλτες της ναζιστικής κατοχής», «ταγματασφαλίτες», «σαδιστές του μαυραγοριτισμού». Όπως το 1945, η εφημερίδα αναφέρεται στο χαμηλό επίπεδο των Ενόπλων Δυνάμεων με ευθύνη της 4ης Αυγούστου, η οποία κατηγορείται και πάλι για «ανατριχιαστική» προδοσία με τη συνθηκολόγηση του 1941.

Το ΚΚΕ, το ΕΑΜ, ο ΕΛΑΣ  θεωρούνται πρωτοπόροι του αντιφασιστικού κινήματος και επαινούνται για την αποφασιστικότητά τους, όπως και το έργο της Εθνικής Αντίστασης που προσέφερε «ανεκτίμητες υπηρεσίες στο λαό».

Υποτιμητική είναι η στάση της εφημερίδας για τον επίσημο εορτασμό (όπως και το 1945) ενώ δίνει έμφαση στο αντιφασιστικό και αντιιμπεριαλιστικό περιεχόμενο που έδωσε η νεολαία και οι φοιτητές στην 28η Οκτωβρίου, παρά τις «βασιλοχουντικές» προκλήσεις (σε Περιστέρι, Άρτα) ως δείγμα αναβίωσης του αντικομμουνισμού.

Γενικότερα τονίζεται το «ΟΧΙ ΤΟΥ ΛΑΟΥ», ως αφετηρία αγώνων ενάντια στον αυταρχισμό του ΝΑΤΟ και της αμερικανοκρατίας, του «κακού» που απειλεί την Ελλάδα.

 

 

  • Συγκριτική ανάλυση της παρουσίασης της επετείου από τον Τύπο του 1975

 

Η Καθημερινή ως εφημερίδα της Δεξιάς παράταξης αντανακλά τη στρατηγική της κυβέρνησης  που εμπεριέχει την αποσιώπηση του πρόσφατου ιστορικού παρελθόντος, δείχνοντας ότι δεν έχει καμία σχέση με το προ της Μεταπολίτευσης, δεξιό κράτος.[8]

Οι κύριοι στόχοι της πρώτης μεταπολιτευτικής κυβέρνησης Εθνικής Ενότητας το 1974 για μια ομαλή μετάβαση από τον αυταρχισμό στη Δημοκρατία και μια πορεία προς την Ενωμένη Ευρώπη «εν είδει μιας ακόμη Μεγάλης Ιδέας» προϋπέθεταν «άνοιγμα» σε όλους τους πολιτικούς χώρους1974.[9] Έτσι εξηγείται γιατί στα Νέα και την Καθημερινή  είναι διακριτή η εμφάνιση του ρεύματος του αντιφασισμού στη θέση του αντικομμουνισμού, ενώ και η εθνικοφροσύνη του 1945, όπως φαίνεται στην Καθημερινή έδωσε τη θέση της σε μια νέα κουλτούρα δημοκρατική – προοδευτική.[10] Έτσι την περίοδο της Μεταπολίτευσης «υιοθετείται» για τα γεγονότα του 1940 μια προσέγγιση λήθης, ως αναγκαίου βήματος για την σταθεροποίηση της δημοκρατικής ομαλότητας.

Στην Καθημερινή και στα Νέα το 1945 αλλά και το 1975 παρουσιάζεται η τριμερής ιεραρχημένη σχέση στο πλαίσιο του εορτασμού: κεντρική εξουσία – συντεταγμένες Εθνικές Ένοπλες Δυνάμεις – Λαός.[11] Συγκριτικά όμως με το 1945 αυτό γίνεται χωρίς φανατισμό και διχαστικό λόγο. Και αυτό γιατί έτσι υπηρετείται η  νέα «ενορχηστρωμένη» διαχείριση της εθνικής μνήμης που ανταποκρίνεται στις νέες στοχεύσεις της κρατικής εξουσίας.

Στον Ριζοσπάστη ο λόγος παραμένει οξύς και επιθετικός εναντίον του μεταξικού καθεστώτος και των ξένων δυνάμεων, σαφώς όμως ηπιότερος απέναντι στην κυβερνητική εξουσία, αποτέλεσμα και της διαφαινόμενης ανάγκης της κοινωνίας για αποφυγή νέων διχασμών και για τη διαμόρφωση ενός ομαλού πολιτικού κλίματος. Ο Λαός είναι το έθνος και αυτός διαμορφώνει το μέλλον του.

Συμπερασματικά θα λέγαμε, ότι το τελείως διαφορετικό πολιτικό και κοινωνικό κλίμα των δύο περιόδων αποτυπώνεται και στα δημοσιεύματα των τριών εφημερίδων. Από τη μια το 1945 ο πολιτικός και κοινωνικός διχασμός μιας κοινωνίας που «πλησιάζει» στο ξέσπασμα ενός εμφυλίου διαμόρφωσε έναν λόγο  οξύ, επιθετικό, ακραίο (κυρίως σε Καθημερινή και Ριζοσπάστη) και από την άλλη στις αρχές της Μεταπολίτευσης η επαναφορά της ομαλότητας και οι προσδοκίες για ένα μέλλον με ευημερία για τους πολίτες σε σταθερό δημοκρατικό πλαίσιο διαμόρφωσαν ένα λόγο ηπιότερο, χωρίς ακρότητες και με στόχο τη συναίνεση, την εθνική ενότητα και την εθνική συμφιλίωση.

 

 

 

 

 

ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ

 

Βόγλης, Πολυμέρης. «Η δεκαετία του 1940 ως παρελθόν: Μνήμη, μαρτυρία, ταυτότητα». Τα Ιστορικά,  25, τχ. 47, (Δεκέμβριος 2007): 437-456.

Βούλγαρης, Γιάννης. Η Ελλάδα της Μεταπολίτευσης 1974-1990.Αθήνα: Θεμέλιο2002.

Γιανουλόπουλος, Γιάννης. «Τα χρόνια του Μεσοπολέμου 1922-1939», τόμος Α΄. Στο Εγκυκλοπαίδεια του Ελληνικού Τύπου 1784-1974. Εφημερίδες, Περιοδικά, Δημοσιογράφοι, Εκδότες, επιμέλεια Λουκία  Δρούλια, Γιούκα Κουτσοπανάγου. Αθήνα: Ινστιτούτο Νεοελληνικών Ερευνών/Εθνικό Ίδρυμα Ερευνών, 2008

Κουλούρη, Χριστίνα. «Γιορτάζοντας το έθνος: εθνικές επέτειοι στην Ελλάδα τον 19ο αιώνα». Στο Αθέατες όψεις της ιστορίας. Κείμενα αφιερωμένα στον Γιάννη Γιανουλόπουλο. Αθήνα: Ασίνη, 2012.

Κουλούρη, Χριστίνα. «Ιστορία και Πολιτική: Οι μαίανδροι μιας αμφίσημης σχέσης». Στο Πολιτική Επιστήμη: διακλαδική και κριτική προσέγγιση της πολιτικής πράξης, τόμ. IX: Πολιτική Μεθοδολογία, επιμέλεια Α.Ι. Μεταξά. Αθήνα: Σιδέρης, 2016.

Μπάλτα. Νάση. Ο Ελληνικός εμφύλιος πόλεμος (1946-1949) μέσα από τον γαλλικό τύπο, Αθήνα: Οδυσσέας, 1993.

Παπαδημητρίου, Δέσποινα. « Ο αθηναϊκός Τύπος στον 20ο αιώνα. Συνέχειες και νέες τάσεις 1922-1974» Στο Ο Ελληνικός Τύπος 1784 έως σήμερα. Ιστορικές και θεωρητικές προσεγγίσεις. Αθήνα: ΙΝΕ/ΕΙΕ, 2005.

Πασχαλούδη, Ελένη. «Η Εθνική Αντίσταση στον επετειακό χάρτη της μεταπολεμικής Ελλάδας». Στο Κατοχική βία 1939-1945. Η ελληνική και ευρωπαϊκή εμπειρία, επιμέλεια Στράτος Δορδανάς, Βασιλική Λάζου, κ.ά. Αθήνα: Ασίνη, 2016.

Πασχαλούδη, Ελένη. Ένας πόλεμος χωρίς τέλος. Η δεκαετία του 1940 στον πολιτικό λόγο 1950-1967.  Θεσσαλονίκη:  Επίκεντρο, 2010.

Στάθης, Παναγιώτης. «Εθνικές επέτειοι και γεγονότα διαμαρτυρίας: ένα καινοφανές πρόβλημα;». Αυγή 8 Απριλίου 2012, Ενθέματα.

Στριφτόμπολα, Ελένη. «Μαθήματα δημόσιας ιστορίας από το ελληνικό Κοινοβούλιο. Η περίπτωση του νόμου 1285/1982 «Για την αναγνώριση της Εθνικής Αντίστασης του Ελληνικού Λαού εναντίον των στρατευμάτων κατοχής 1941-1944». Στο Η δημόσια ιστορία στην Ελλάδα. Χρήσεις και καταχρήσεις της ιστορίας, επιμέλεια Ανδρέας Ανδρέου, Σπύρος Κακουριώτης, Γιώργος Κόκκινος, κ.ά. Θεσσαλονίκη: Επίκεντρο, 2015.

[1] Ελένη Πασχαλούδη, «Η Εθνική Αντίσταση στον επετειακό χάρτη της μεταπολεμικής Ελλάδας», στο Κατοχική βία 1939-1945. Η ελληνική και ευρωπαϊκή εμπειρία, επιμ. Στράτος Δορδανάς, Βασιλική Λάζου, κ.ά.,(Αθήνα: Ασίνη, 2016) 415-416.

[2] Στο ίδιο, 419.

[3] Ελένη Στριφτόμπολα, «Μαθήματα δημόσιας ιστορίας από το ελληνικό Κοινοβούλιο. Η περίπτωση του νόμου 1285/1982 «Για την αναγνώριση της Εθνικής Αντίστασης του Ελληνικού Λαού εναντίον των στρατευμάτων κατοχής 1941-1944» στο Η δημόσια ιστορία στην Ελλάδα. Χρήσεις και καταχρήσεις της ιστορίας, επιμ. Ανδρέας Ανδρέου, Σπύρος Κακουριώτης, Γιώργος Κόκκινος, κ.ά ( Θεσσαλονίκη: Επίκεντρο, 2015) 241.

[4] Νάση Μπάλτα, Ο Ελληνικός εμφύλιος πόλεμος (1946-1949) μέσα από τον γαλλικό τύπο, (Αθήνα: Οδυσσέας, 1993) 28.

 

[5]Δέσποινα Παπαδημητρίου,  Από τον Λαό των Νομιμοφρόνων στο Έθνος των Εθνικοφρόνων. Η Συντηρητική Σκέψη στην Ελλάδα, 1922-1967, (Αθήνα: Σαββάλας, 2006),209

 

[6] Χριστίνα Κουλούρη, «Ιστορία και Πολιτική: Οι μαίανδροι μιας αμφίσημης σχέσης», στο Πολιτική Επιστήμη: διακλαδική και κριτική προσέγγιση της πολιτικής πράξης, τόμ. IX: Πολιτική Μεθοδολογία επιμ. Α.Ι. Μεταξά, (Αθήνα: Σιδέρης, 2016), 120.

 

[7] Χριστίνα Κουλούρη, «Γιορτάζοντας το έθνος: εθνικές επέτειοι στην Ελλάδα τον 19ο αιώνα», στο Αθέατες όψεις της ιστορίας. Κείμενα αφιερωμένα στον Γιάννη Γιανουλόπουλο, (Αθήνα: Ασίνη, 2012), 184

[8] Γιάννης Βούλγαρης, Η Ελλάδα της Μεταπολίτευσης, ( Αθήνα: Θεμέλιο, 2002), 57.

[9] Γιάννης Βούλγαρης, Η Ελλάδα της Μεταπολίτευσης, ( Αθήνα: Θεμέλιο, 2002), 61.

[10] Γιάννης Βούλγαρης, Η Ελλάδα της Μεταπολίτευσης, ( Αθήνα: Θεμέλιο, 2002), 29.

[11] Παναγιώτης Στάθης, «Εθνικές επέτειοι και γεγονότα διαμαρτυρίας: ένα καινοφανές πρόβλημα;», Ενθέματα Αυγής, 08.04.2012.

Ποια τα κύρια σημεία της κριτικής προς τη θετικιστική ιστορία των ιδεών που εισηγήθηκαν η ιστορία των νοοτροπιών και η διανοητική ιστορία;

Η θετικιστική ιστορία έκανε την εμφάνισή της κυριαρχώντας στον πανεπιστημιακό χώρο προς τα τέλη του 19ου αιώνα με σημαντικές επιρροές από τον Γερμανικό ιστορισμό.  Με σημαντικότερους εκπροσώπους τους Γάλλους ιστορικούς «Μεθοδικούς» Λανγκλουά και Σενιομπός, προώθησε την αντίληψη για μια «αντικειμενική» Ιστορία κατά το πρότυπο των θετικών επιστημών.

Επίκεντρο της θετικιστικής προσέγγισης η κατάκτηση της ιστορικής γνώσης, θεμελιωμένης αποκλειστικά στα συμβάντα, στα γεγονότα (Ίγκερς 1991, 74). Με βασικές έννοιες την εμπειρία και την λογική,οι ιστορικοί αυτής της σχολής αρκούνταν σε καταγραφή των γεγονότων όπως αυτά συνέβησαν, με μια αυστηρά επιστημονική, εμπειρική μεθοδολογία που αφορούσε την εσωτερική και εξωτερική κριτική των ιστορικών τεκμηρίων.

Η θετικιστική ιστορία των ιδεών δέχτηκε αυστηρή κριτική από τη σχολή των Annales και ειδικότερα από τα ιστορικά ρεύματα  των Νοοτροπιών και της Διανοητικής Ιστορίας.

Η ιστορία των Νοοτροπιών δίνοντας έμφαση στην κοινωνική και οικονομική ιστορία εστιάζει στην χαρτογράφηση σχέσεων, που αφορούν διανοητικές νοοτροπίες σε μια αμοιβαία αλληλόδραση με το πολιτισμικό υπόβαθρο, την ανάδειξη αξιακών συστημάτων και συλλογικών πρακτικών(Κόκκινος 1998, 240).

Η Διανοητική Ιστορία, που αναδύθηκε από τη Σχολή του Κέιμπριτζ, με επιρροές από τη Φιλοσοφία, την Ιστορία, την Πολιτική Επιστήμη και τη Γλωσσολογία δίνει έμφαση στο πλαίσιο, υπογραμμίζοντας τις ιδιαίτερες ιστορικές συνθήκες (Dosse 2016,87). Με βασικό εργαλείο τα κείμενα, τα οποία υποβάλλονται σε ανάλυση, ενταγμένα στο πλαίσιο της εποχής και της κοινωνίας στην οποία αναφέρονται, φιλοδοξούν να νοηματοδοτήσουν να  φέρουν στην επιφάνεια πτυχές της ιστορίας που δεν έχουν γίνει αντιληπτές (Dosse 2016, 84∙Κόκκινος 1998, 243).

Τα δύο προαναφερθέντα ιστορικά ρεύματα έδιναν έμφαση στη διεπιστημονική έρευνα πολιτισμών, δομών του κοινωνικού συνόλου, των ιδιαίτερων πνευματικών στάσεων κοινωνικών οργανωμένων ομάδων, σε μια ιστορία που ενδιαφέρεται για τους πολλούς σε μια συλλογική θεώρηση του παρελθόντος (Duby1988, 242-258).  Ήταν αναμενόμενο λοιπόν, να ασκήσουν αυστηρή κριτική στη θετικιστική ιστορία των ιδεών, αποδίδοντάς της το χαρακτήρα μιαςαφηγηματικής, συμβαντολογικής, γεγονοτολογικήςιστορίας,χωρίς ερμηνευτική διάσταση, με έμφαση στις ατομικές προθέσεις καιστις elite, βασισμένη σε επίσημα έγγραφα από την οπτική των κυβερνώντων, που προωθούσε εθνικές διεκδικήσεις (Ίγκερς 1991,72∙Κόκκινος 1998, 144).

Οι πηγές είναι άλλο ένα σημείο κριτικής στη θετικιστική ιστορία, που θεωρούσαν ότι πηγές είναι μόνο οι γραπτές, που όμως ουσιαστικά είναι δευτερογενείς, συνδεόμενες κατά τρόπο υποκειμενικό με τον παρατηρητή των γεγονότων,χωρίς να αποδίδουνμε επάρκεια το παρελθόν (Ίγκερς 1991, 74). Περιορίζουν την έρευνα, δεν αναδεικνύουν βιώματα και «σιωπές», δεν μελετούν νοοτροπίες και το πλαίσιο των κοινωνιών. Αντί για μια πολιτική επιφανειακή ιστορίαμε ηρωολατρική θεματολογίαπροέκυψε η ανάγκη για εμπλουτισμό των πηγών (και με άλλα είδη τους), με διαλεκτική προσέγγισή τους, ώστε να νοηματοδοτηθεί διεπιστημονικά η ιστορία των λαών και των πολιτισμών (Ίγκερς 1991,72∙Κόκκινος 1998, 234-236).

Απέναντι στον μεθοδολογικό ατομισμό των θετικιστών προτείνεται από τους ιστορικούς των δύο ρευμάτων ο μεθοδολογικός Ολισμός, με την έννοια της ανάδειξης και ανάλυσης σχέσεων, πλαισίου, κοινωνικών συμπεριφορών, της συλλογικής συνείδησης. Τα κείμενα, βασικό μεθοδολογικό εργαλείο,πρέπει να προσεγγίζονται, όχι μόνο τεκμηριωτικά,όπως θεωρούν οι θετικιστές,  αλλά και διαλογικά στην ποιητική τους διάσταση(Carpa1996, 73-76).Όπως προτείνουν οι ιστορικοί της Διανόησης, με βασικά εργαλεία νοητικές κατηγορίες της ιστορικής εποχής ή με έναν άλλο όρο του Koselleck «των εννοιακών συνόρων της εποχής» και το λόγο που χρησιμοποιείτο, με ταυτόχρονη αποστασιοποίηση από την οπτική του παρόντος, αναστοχαστικά και διεπιστημονικά να «αποδοθούν οι κοινωνικές και οι πολιτικές συγκρούσεις του παρελθόντος» (Dosse 2016, 91∙Capra1996, 117).

Άλλο ένα σημείο κριτικής που δέχεται η  θετικιστική ιστορία είναι η έννοια του χρόνου.  Ο χρόνος δεν είναι ομοιογενής, συνεχής, γραμμικός. Ο Μπρωντέλ εισάγει μια νέα σύλληψη του χρόνου με τρεις διαστάσεις: τον  μακρύ χρόνο (γεωγραφικό χρόνο-μακρά διάρκεια που αφορά τις δομές), τον μέσο χρόνο (κοινωνικό χρόνος -μέση διάρκεια), και τον σύντομο χρόνο των γεγονότων (βραχεία διάρκεια). Παρόμοια και ο Koselleck (διανοητής ιστορικός) αμφισβητεί την έννοια του μονογραμμικού χρόνου των θετικιστών εισάγοντας τη θεωρία της μετάβασης από την προνεωτερική περίοδο στη νεωτερική (Κόκκινος 1998,240).

Η οπτική του ιστορικού στη θετικιστική ιστορία είναι περιορισμένη και υπάρχει ανάγκη για διεύρυνσή του και ως προς το χώρο με μελέτη και άλλων πολιτισμών, πέρα από το δυτικό και ως προς τη θεματική και τις μεθόδους συμπεριλαμβάνοντας όλα τα πλαίσια αναφοράςτων κοινωνικών ομάδων (Ίγκερς 1991, 109∙Capra1996, 84). Αμφισβητείται η ιστορικότητα του ιστορικού στο πλαίσιο της θετικιστικής ιστορίας, όπου απλώς καταγράφει και περιγράφει γεγονότα αντί να θέτει ο ίδιος τα ερωτήματα και να παίρνει τις απαντήσεις από τα ΄΄κείμενα΄΄(Capra1996, 79). Με τον όρο ΄΄κείμενα΄΄ θεωρούνται όχι μόνο τα γραπτά αλλά και όλες οι πρακτικές των ανθρώπων που αποτυπώνουν τη δράση τους.  Ο ιστορικός πρέπει να εμπλέκεται σε διαδικασία ερμηνείας,ενεργητικά με κριτικό πνεύμα, σε μια διαδικασία εσωτερικευμένου διαλόγου και πάντα με μεθοδολογικούς κανόνες, ειδικά όταν τα γεγονότα που μελετά, έρχονται σε σύγκρουση με προσωπικές του πεποιθήσεις (Capra 1996, 120). Είναι ανάγκη επίσης ο ιστορικός να εστιάζει και στα ΄΄συμφραζόμενα ΄΄, στα πλαίσια αναφοράς των κειμένων. Τα έξι πλαίσια αναφοράς που προτείνει ο Capraείναι: «οι προθέσεις, τα κίνητρα, η κοινωνία, η κουλτούρα, το σώμα των κειμένων και η δομή» (Carpa 1996, 84). Το σημαντικότερο σε αυτή τη διαδικασία είναι να προκληθεί ο αναγνώστης να δώσει τις δικές του απαντήσεις στην ιστορία που του προσφέρεται μέσα από τη δική του ανάγνωση (Capra1996, 101).

Συμπερασματικά θα μπορούσαμε να πούμε ότι η αμφισβήτηση και η κριτική στην θετικιστική ιστορία οδήγησε σε ένα άνοιγμα προς άλλες επιστήμες, ΄΄παρακλάδια΄΄ της Ιστορίας φέρνοντας έναν πλουραλισμό στην ιστοριογραφία.

ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ

 

Chartier, R., La Capra, D. καιWhite, H. (1996). Διανοητική ιστορία. Όψεις μιας σύγχρονης συζήτησης. Μετάφραση Έφη Γαζή, Έλσα Κοντογιώργη, Γιώργος Κοκκινος. ΕΜΝΕ-Μνήμων: Αθήνα.

Dosse, F. (2016).  Από την ιστορία των ιδεών στην ιστορία της διανόησης, Αθήνα: ΙΙΕ/ΕΙΕ

Duby, G. (1988). Ιστορία των νοοτροπιών. Στο: Ιστορία και μέθοδοί της, Τόμος Β΄: Μεθοδική αναζήτηση των μαρτυριών, 237-278. Αθήνα: ΜΙΕΤ, σσ. 237-278.

Ίγκερς, Γκ. (1991). Νέες κατευθύνσεις στην ευρωπαϊκή ιστοριογραφία, Αθήνα: Γνώση

Ίγκερς, Γκ. (1999). Η ιστοριογραφία στον εικοστό αιώνα: από την επιστημονική αντικειμενικότητα στην πρόσκληση του μεταμοντερνισμού, Αθήνα: Νεφέλη

Κόκκινος, Γ. (1998) Από την ιστορία στις ιστορίες: προσεγγίσεις στην ιστορία της ιστοριογραφίας, την επιστημολογία και τη διδακτική της ιστορίας, Αθήνα: Ελληνικά Γράμματα

Λε Γκοφ, Ζακ (1998).  Ιστορία και μνήμη, Αθήνα: Νεφέλη

 

 

European Radio Logo

Συντάκτες ιστολογίου

  • ΠΕΤΡΟΣ ΚΟΚΚΟΣΗΣ

  • Log in



     
    Ιανουάριος 2025
    Δ Τ Τ Π Π Σ Κ
     12345
    6789101112
    13141516171819
    20212223242526
    2728293031  
    Αλλαγή μεγέθους γραμματοσειράς
    Αντίθεση