Λειτουργικά αναλφάβητος ένας στους πέντε μαθητές στην υποχρεωτική εκπαίδευση….
σύμφωνα με την
Ετήσια έκθεση της Αρχής Διασφάλισης της Ποιότητας στην Πρωτοβάθμια και Δευτεροβάθμια Εκπαίδευση (ΑΔΙΠΠΔΕ) για το 2024.
«Η ανάλυση των αποτελεσμάτων των διαγνωστικών εξετάσεων που διενεργήθηκαν στην Στ΄ τάξη Δημοτικού και στην Γ΄ τάξη Γυμνασίου του 2022 και του 2023 στα γνωστικά αντικείμενα της Γλώσσας και των Μαθηματικών, από τα οποία, εκτός των άλλων,
προέκυψε ότι ένα σημαντικό ποσοστό μαθητών, που ξεπερνά το 20% κατά την ολοκλήρωση της υποχρεωτικής εκπαίδευσης, αντιμετωπίζει σοβαρές δυσκολίες κατανόησης του σχολικού γραπτού λόγου και σε ακόμη μεγαλύτερο βαθμό παραγωγής γραπτού λόγου, ανάλογου των ετών φοίτησης στο σχολείο.
Αντίστοιχες διαπιστώσεις καταγράφονται και για τα Μαθηματικά, με τις δυσκολίες να μην είναι αμιγώς μαθηματικές, αλλά και γλωσσικές.
Οι εν λόγω διαπιστώσεις ευλόγως προβληματίζουν τους αρμοδίους σε όλα τα επίπεδα, δεδομένου ότι η κατανόηση του γραπτού λόγου, στη σχολική του εκδοχή, αποτελεί προϋπόθεση για όλα τα γνωστικά αντικείμενα.
Ο προβληματισμός επιτείνεται από τη διαπίστωση ότι η εν λόγω υστέρηση διαπιστώνεται στην κατανόηση, που αποτελεί τον κεντρικό στόχο της κειμενοκεντρικής προσέγγισης, την οποία υιοθετούν και προωθούν τόσο τα υφιστάμενα προγράμματα σπουδών και τα εν χρήσει σχολικά εγχειρίδια (2006) όσο και τα νέα Προγράμματα Σπουδών και τα αναμενόμενα σχολικά εγχειρίδια.
Όμως, όπως διαπιστώνεται από σειρά σχετικών ερευνών, η κειμενοκεντρική προσέγγιση στη διδακτική πράξη αξιοποιήθηκε σε μικρό βαθμό και μάλλον επιφανειακά, σύμφωνα και με πρόσφατη δημοσίευση του Καθηγητή Γλωσσολογίας Δ. Κουτσογιάννη και συνεργατών του (2024:45-46).
Η περιορισμένη αυτή εφαρμογή μπορεί να αποδοθεί κυρίως στην απουσία συστηματικών επιμορφωτικών δράσεων εργαστηριακού χαρακτήρα και στην έλλειψη επαρκούς ανατροφοδότησης. των υπηρετούντων τότε εκπαιδευτικών και κυρίως των μετέπειτα διορισθέντων. Επιπλέον, δεν διαμορφώθηκε κατάλληλο και αποτελεσματικό υποστηρικτικό εκπαιδευτικό υλικό της κειμενοκεντρικής προσέγγισης για τους τρόπους εφαρμογής στην σχολική τάξη.
…………………
Οι πολυποίκιλες ελλείψεις στην ουσιαστική υποστήριξη των εκπαιδευτικών, που έχουν ανάγκη από εργαστηριακής μορφής επιμορφώσεις, εικάζεται βάσιμα ότι είναι ένας βασικός λόγος για τα προαναφερθέντα μαθησιακά αποτελέσματα των διαγνωστικών εξετάσεων του 2022 και του 2023 και μάλιστα στην κατανόηση του κειμένου της Γλώσσας που είναι πρωταρχικός σκοπός της κειμενοκεντρικής προσέγγισης, όπως επισημάνθηκε.
……………….
Κειμενοκεντρικές προσεγγίσεις, παρόμοιας με της χώρας μας μορφής, αξιοποιήθηκαν τις τελευταίες δεκαετίες στα εκπαιδευτικά συστήματα αρκετών χωρών όλων των ηπείρων, συνήθως όμως μετά από εκτενή και συνεχή επιμόρφωση και ανάλογη διδακτική εφαρμογή, με ικανοποιητικά κατά κανόνα αποτελέσματα, παρά το γεγονός ότι συχνά εφαρμόστηκαν σε σχολεία πολυπολιτισμικής σύνθεσης (Martin and Rose 2008:ix).
Παρόμοια βέβαια προβλήματα στα μαθησιακά αποτελέσματα, με αυτά που εντοπίζονται στη χώρα μας παρατηρούνται και σε πολλές άλλες χώρες, μολονότι δεν υφίστανται επαρκή δεδομένα αναφορικά με τις εφαρμοζόμενες διδακτικές προσεγγίσεις και, ειδικότερα, με τον βαθμό υιοθέτησης της κειμενοκεντρικής προσέγγισης σε αυτές. Χαρακτηριστικά είναι τα στοιχεία του Ευρωπαϊκού φορέα ELINET (2015), που διαπιστώνει ότι το 20% των δεκαπεντάχρονων μαθητών στην Ευρώπη αντιμετωπίζει σοβαρές δυσκολίες στην κατανόηση του γραπτού λόγου, επιπέδου ανάλογου με την ηλικία και την εκπαίδευσή τους.
Το ότι βέβαια η χώρα μας κινείται στον τομέα αυτό στον μέσο όρο της Ευρώπης δεν μετριάζει ποσώς τη σοβαρότητα και τις επιπτώσεις του προβλήματος. Αντιθέτως, καθιστά επιτακτική την ανάγκη άμεσης παρέμβασης για την ελαχιστοποίηση του εν λόγω εκπαιδευτικού προβλήματος, που έχει μάλιστα κοινωνικο-πολιτισμικό πρόσημο, με τεράστιες επιπτώσεις σε μαθητές και στην κοινωνία.
Ο Kyriakidis, Creemers, Β. and Charalambous, Ε. (2019) επισημαίνουν επ΄ αυτού:
«Καθώς ένα εκπαιδευτικό σύστημα είναι θεμελιώδης μοχλός, για να γίνει μια κοινωνία πιο δίκαιη, η επίτευξη δίκαιων και χωρίς αποκλεισμούς συστημάτων είναι μια πρόκληση που οι χώρες/σχολεία/εκπαιδευτικοί δεν έχουν την πολυτέλεια να αγνοήσουν όχι μόνο για οικονομικούς, αλλά και για κοινωνικούς λόγους. Ανεξάρτητα από την πολιτική προοπτική, όλοι συμφωνούν ότι, σε μια δημοκρατική κοινωνία, οι κοινωνικοοικονομικές ανισότητες στα εκπαιδευτικά αποτελέσματα θα πρέπει να ελαχιστοποιηθούν».
Ματσαγγούρας, Η., Μπινιάρη, Λ., Μουζάκης, Χ., Κασούτας, Μ., Χαλκιαδάκη, Α., Ζιωντάκη, Ζ., Γκορτσά, Μ, &, Καραΐσκου Ε. (2024). Θεωρίες, Έρευνες και Προτάσεις για τον Σχολικό Εγγραματισμό και για την Κριτική και τη Δημιουργική Σκέψη. Τομ. Α΄: Μαθαίνω τη Γλώσσα, Μαθαίνω με τη Γλώσσα, Σκέφτομαι με τη Γλώσσα. Α.ΔΙ.Π.Π.Δ.Ε.