ΑΔΕΛΦΙΚΗ ΑΝΤΙΖΗΛΙΑ

Αδελφική Αντιζηλία, οδηγός ασφαλούς
πλοήγησης για τους γονείς
Μαρία Μαγγανάρη

«Αυτή η καρέκλα είναι για να σκέφτομαι. Χτυπάω τον αδελφό μου. Με βάζουν στην καρέκλα αυτή. Το
σκέφτομαι λίγο. Κάποια στιγμή σηκώνομαι από εκεί. Μετά ξαναχτυπάω τον αδελφό μου» – Δίδυμο αγόρι
τριών ετών.

Πρόληψη, η καλύτερη θεραπεία
Φανταστείτε πως ο σύζυγός σας που σας υπεραγαπά, μια μέρα σας ανακοινώνει πως θα φέρει στο σπίτι
σας ακόμη μία γυναίκα. Σας διαβεβαιώνει μάλιστα πως η παρουσία της νέας του συζύγου δε θα
επηρεάσει καθόλου την αγάπη που σας έχει και δείχνει σίγουρος πως θα γίνετε μεταξύ σας φιλενάδες
κολλητές. Πώς νιώθετε και μόνο στην ιδέα; Φανταστείτε έναν πιτσιρικά, που βρίσκεται σε παρόμοια
θέση με την ανακοίνωση του ερχομού του νέου μέλους στην οικογένεια. Όχι μόνο δεν έχει την επιλογή
να φύγει, αλλά διανύει και ένα αναπτυξιακό στάδιο κατά το οποίο αδυνατεί να ελέγξει τα συναισθήματά
του.
Για τον λόγο αυτό, κάποιοι γονείς πριν καν έρθει το δεύτερο μωρό αναρωτιούνται πώς να προετοιμάσουν
το μεγαλύτερο παιδί.
Με το να το καθησυχάζουμε λέγοντάς του πως με το μικρό του αδελφάκι θα παίζει και θα κάνει
συντροφιά, απλώς δημιουργούμε προσδοκίες που θα προκαλέσουν έντονη απογοήτευση όταν το μωρό θα
γεννηθεί: όχι απλώς δεν θα μπορούν ακόμη να παίξουνε μαζί, αλλά το νεογέννητο θα απορροφάει ένα
τεράστιο ποσοστό χρόνου και ενέργειας από τους γονείς, ειδικά από την μαμά.
Χρειάζεται αντίθετα μια ρεαλιστική, ψύχραιμη περιγραφή των όσων πρόκειται να ακολουθήσουν, όπως
και μια σχετική προετοιμασία για τις ημέρες που η μαμά ή και οι δύο γονείς θα απουσιάσουν από το σπίτι
ώστε να γεννηθεί το μωρό.
Το να δημιουργηθεί και να διατηρηθεί μια σταθερή ρουτίνα ανάμεσα στην μητέρα και στο πρώτο παιδί
όπως και ανάμεσα στον πατέρα και στον πρωτότοκο, θα βοηθήσει σίγουρα στην πιο ομαλή προσαρμογή
στη νέα κατάσταση.
Ακόμη κι όταν νιώσει πως ο Ασφαλής Δεσμός με την μητέρα του απειλείται, το μεγαλύτερο παιδί θα έχει
αυτό τον ανακουφιστικό χρόνο αποκλειστικής προσοχής.
Το να συμμετέχει στην φροντίδα του μωρού, μπορεί επίσης να του δώσει μια αίσθηση ελέγχου και αξίας.

Άλλο τα συναισθήματα και άλλο οι συμπεριφορές
Ως συναίσθημα μπορούμε να ορίσουμε την αντίδρασή μας απέναντι στην ικανοποίηση ή μη των αναγκών
μας. Έτσι, όταν νιώθουμε ότι μας αγαπούν αισθανόμαστε χαρά, ενώ όταν νιώθουμε παραγκωνισμένοι
αισθανόμαστε θυμό, εγκατάλειψη, απόρριψη.
Η συμπεριφορά όμως είναι οι χειροπιαστές πράξεις, το πώς αντιδρούμε ανάλογα με τα συναισθήματά μας
: χαμογελάμε, παίζουμε, συζητάμε, καυγαδίζουμε, δαγκώνουμε, χτυπάμε.
Είναι υψίστης σημασίας, να δώσουμε χώρο σε ΟΛΑ τα συναισθήματα των παιδιών χωρίς να τα
καταδικάζουμε ακόμη κι όταν μοιάζουν υπερβολικά δυσάρεστα:
«Ενώ τις περισσότερες φορές απολαμβάνεις το παιχνίδι με τον αδελφό σου, ώρες ώρες φαίνεσαι τόσο
θυμωμένος μαζί του σαν να τον μισείς».
Η Ενεργητική Ακρόαση βοηθάει τα παιδιά να αποκτήσουν λέξεις για τα συναισθήματά τους που πολλές
φορές είναι συγκρουόμενα. Το όφελος είναι πως από την μία δεν αποξενώνονται από τα δυσάρεστα
συναισθήματά τους αλλά τα αναγνωρίζουν και τα αποδέχονται ως υγιή κομμάτια του Εαυτού. Από την
άλλη, συνηθίζουν να εκφράζουν τον θυμό τους με λόγια αντί για βίαιες πράξεις.
Εξάλλου, όταν αναγνωρίζουμε τα δύσκολα συναισθήματα και τα αποδεχόμαστε εμείς και το περιβάλλον

μας, με έναν τρόπο μαγικό, το συναισθηματικό πλημμύρισμα κατευνάζεται.
Επίσης, με το να αναγνωρίσουμε τις βαθιές επιθυμίες του παιδιού που ζηλεύει, όσο ουτοπικές και αν
είναι, π. χ. «Κάποιες φορές, σαν να εύχεσαι να μην υπήρχε η μικρή σου αδελφή», δείχνουμε να
καταλαβαίνουμε το μεγαλύτερο παιδί με αποτέλεσμα να μαλακώνει το συναίσθημα της μοναξιάς του.
Ενώ όμως επιτρέπονται όλα τα συναισθήματα ΔΕΝ επιτρέπονται όλες οι συμπεριφορές, όπως οι πράξεις
βίας. Μπορούμε λοιπόν να προτείνουμε στο παιδί να εκτονώσει τον θυμό του είτε χτυπώντας ένα
μαξιλάρι, είτε ζωγραφίζοντας, είτε γράφοντας κάτι για αυτό, ανάλογα με το αναπτυξιακό στάδιο και την
ιδιοσυγκρασία του.
Για να βοηθήσουμε ώστε να κρατηθεί το κανάλι επικοινωνίας ανοιχτό ανάμεσα στα αδέλφια, το
προτρέπουμε έπειτα να εκφράσει με λόγια στον/στην αδελφό/ή του τις ανάγκες του εκείνες που δεν
ικανοποιήθηκαν και προκάλεσαν την έκρηξη θυμού. Π.χ.
«Θέλω να με ρωτάς προτού χρησιμοποιήσεις τα πράγματα μου».

Βγάλε την ταμπέλα
Οι χαρακτηρισμοί είναι μεταδοτικοί και εντείνουν το κλίμα ανταγωνισμού ανάμεσα στα αδέλφια.
Λειτουργούν επιπλέον ως αυτο – εκπληρούμενη προφητεία: αν ένα παιδί χαρακτηρίζεται συχνά από τους
γονείς του ως ο «αργός» ή «ο τεμπέλης» της οικογένειας, δεν θα έχει πια κανένα λόγο να είναι συνεπής
με τις προθεσμίες ή να βοηθήσει στις δουλειές του σπιτιού.
Η μεγάλη ειρωνεία είναι πως ακόμη και ταμπέλες αρνητικά φορτισμένες όπως εκείνη του «κακού»
παιδιού, εξυπηρετούν τα παιδιά που θέλουν να προκαλέσουν την προσοχή των σημαντικών άλλων.
Ακόμη όμως κι ο έπαινος εγκλωβίζει τα παιδιά. Ένα κορίτσι για τους βαθμούς του οποίου οι γονείς
καμαρώνουν ιδιαίτερα, από την μία προκαλεί τον φθόνο των αδελφών του. Από την άλλη, ενδεχομένως
δεν επιτρέπει στον εαυτό του να χαρεί την ανεμελιά της παιδικής ηλικίας, γιατί μπορεί και να φοβάται ότι
η αριστεία στο σχολείο είναι απαραίτητη προϋπόθεση χωρίς την οποία δεν επιτρέπεται να απολαμβάνει
την αποδοχή των γονιών της.
Το σημαντικότερο ίσως είναι πως ο έπαινος από τους γονείς ή ο ανταγωνισμός με τα αδέλφια ή/και τους
συμμαθητές, δεν επιτρέπουν στα παιδιά να αναπτύξουν το Εσωτερικό Κίνητρο και την αίσθηση του
Εαυτού αφού μεταφέρουν την εστία αξιολόγησης έξω από τα ίδια.
Ωστόσο, τα παιδιά δεν ανακουφίζονται όταν τους λέμε ότι τα αγαπάμε «το ίδιο» με τα αδέλφια τους.
Τα παιδιά χρειάζονται να νιώσουν αγάπη για τη μοναδικότητά τους, όπως και να ικανοποιηθούν οι
ιδιαίτερες προσωπικές τους ανάγκες.

Παιχνίδια ρόλων
Οι ρόλοι που υιοθετούν τα παιδιά μέσα στο σύστημα που ονομάζεται οικογένεια προέρχονται από τους
γονείς, τα αδέλφια αλλά και από τα ίδια τα παιδιά. Έχοντας ως γνώμονα ότι θέλουμε να αναπτυχθούν όσο
γίνεται στο πλήρες δυναμικό τους, θα ήταν σοφό να αποφύγουμε να τους αποδίδουμε ρόλους, αλλά να τα
αντιμετωπίζουμε ως προσωπικότητες με άπειρες πλευρές και δυνατότητες.
Σκεφτείτε, για παράδειγμα, μια οικογένεια στην οποία επειδή ένα παιδί πάσχει από κάποια σωματική ή
ψυχική ασθένεια, το αδελφάκι του αναγκάζεται να υιοθετήσει τον αβάσταχτα βαρύ ρόλο του
«προστάτη», του «λογικού», του παιδιού που δεν δημιουργεί ποτέ προβλήματα. Ή ένα παιδί που επειδή ο
αδελφός του είναι «ο πρωταθλητής» της οικογένειας, ο ίδιος στερήθηκε την χαρά να ασχοληθεί με το ίδιο
άθλημα, γιατί δεν άντεξε το βάρος της σύγκρισης.
Το χειρότερο σενάριο είναι αυτές οι πρώιμες εμπειρίες να χρωματίσουν την μετέπειτα αυτο – εικόνα του
παιδιού και τον τρόπο που θα σχετίζεται με τους άλλους στην ενήλικη ζωή: με τον σύντροφο, τους
φίλους, τους συναδέλφους ή ακόμη και με τα δικά του τα παιδιά.

Η λύση του δράματος
Στην Εκπαίδευση Αποτελεσματικού Γονέα, όλοι ανεξαιρέτως οι γονείς υποστηρίζουν πως επιθυμούν
τα παιδιά τους να γίνουν αυτάρκη και ανεξάρτητα όταν μεγαλώσουν.

Γιατί λοιπόν κάθε φορά που αντιλαμβανόμαστε μια υπαρκτή ή επικείμενη σύρραξη στο σπίτι επιμένουμε
να επεμβαίνουμε και μάλιστα χωρίς να λαμβάνουμε υπόψιν τις ανάγκες των εμπλεκομένων;
Ο ρόλος του γονέα είναι να συνδεθεί με το κάθε παιδί ξεχωριστά, με οπτική επαφή και με Ενεργητική
Ακρόαση και μετά να κατευθύνει τα παιδιά στο να συνεργαστούν ώστε να βρουν λύσεις που να
ικανοποιούν όλες τις πλευρές.
Έχει ίσως μεγάλη αξία να συνειδητοποιήσουμε πως οι αδελφικοί καυγάδες είναι μια μεγάλη
ευκαιρία να εξασκηθούν τα παιδιά μας στο να διαχειρίζονται τις διαφωνίες τους και να επινοούν
λύσεις. Τα αδέλφια μπορεί να τσακώνονται για την ιδιοκτησία τους, για τον προσωπικό τους χώρο, γιατί
είναι κουρασμένα, γιατί θέλουν να τραβήξουν την προσοχή των γονιών τους ή γιατί απλώς βαριούνται.
Ο βαθμός της διαμεσολάβησης που ο γονέας θα ασκήσει εξαρτάται τόσο από την ένταση του
καυγά όσο και από το αναπτυξιακό στάδιο το οποίο διανύουν τα παιδιά.
Αν η κατάσταση είναι φανερά επικίνδυνη, χρειάζεται να περιγράψουμε στα παιδιά το γιατί βρίσκονται σε
κίνδυνο, ώστε να το συνειδητοποιήσουν και να βγουν για λίγο από το συναισθηματικό τσουνάμι που
βιώνουν.
Επεμβαίνουμε για να τα χωρίσουμε λοιπόν όταν η κατάσταση φτάσει στα άκρα ώστε να διασφαλίσουμε
την σωματική τους ακεραιότητα και υπενθυμίζουμε τον κανόνα πως ΑΠΑΓΟΡΕΥΕΤΑΙ να πληγώνουμε
τους άλλους σωματικά και λεκτικά.
Όταν η κατάσταση όμως είναι ακόμη ελεγχόμενη μπορούμε να τους δώσουμε τον λόγο, σε ένα παιδί
κάθε φορά, αν χρειαστεί παίζοντας κορώνα γράμματα για το ποιος θα μιλήσει πρώτος.
Όσο δύσκολο κι αν φαίνεται, ένας ενήλικας μπορεί να βοηθήσει τα παιδιά στην επίλυση συγκρούσεων
προτρέποντάς τα να μεταφράσουν
τους χαρακτηρισμούς σε περιγραφές συμπεριφοράς,
τα παράπονα σε ανάγκες και
να εκφράσουν ξεκάθαρα τα πληγωμένα συναισθήματά τους.
Έπειτα, όταν τα πνεύματα έχουν πια ηρεμήσει, ο γονιός μπορεί να παρακινήσει τα αδέλφια να βρουν
μόνα τους τις λύσεις και να αποχωρήσει ο ίδιος, ή να βοηθήσει με κάποιες προτάσεις αν είναι πολύ μικρά
για να λύσουν τη διαφωνία μόνα τους.
Με λίγα λόγια, με την Ενεργητική Ακρόαση
εντοπίζουμε τις ουσιαστικές ανάγκες πίσω από τις αρχικές λύσεις που τα παιδιά που συγκρούονται
προτείνουν,
μετά κάνουμε καταιγισμό ιδεών χωρίς να κρίνουμε ο ένας την ιδέα του άλλου,
προχωράμε με την επιλογή της ιδέας στην οποία θα συμφωνούμε όλοι και
δημιουργούμε ένα πλάνο εφαρμογής της.
Είναι σημαντικό να επανέλθουμε μετά από καιρό για να αξιολογήσουμε τις λύσεις που εφαρμόσαμε, είτε
για να τις τροποποιήσουμε είτε για να αναγνωρίσουμε την επιτυχή μας συνεργασία κι επινοητικότητα.

Η ισχύς εν τη ενώσει
Η δημιουργία αλλά και η αναγνώριση θετικών κοινών αναμνήσεων είναι ουσιαστικής σημασίας ώστε να
διευρυνθεί ο χρόνος χωρίς αψιμαχίες. Όπως στις δύσκολες περιστάσεις έχει νόημα να αναγνωρίζουμε τα
δυσάρεστα συναισθήματα, έτσι και στις χαρούμενες στιγμές είναι σημαντικό να στείλουμε ενισχυτικά
μηνύματα στα παιδιά για το πόσο καλά συνυπάρχουν ώστε να απολαύσουμε ηρεμία ή/και κοινό χρόνο.
«Πόσο ξεκουράζομαι αληθινά και απολαμβάνω την ησυχία στο σπίτι σήμερα που παίζετε χωρίς να
τσακώνεστε!»
Μπορούμε μάλιστα να ενθαρρύνουμε τα παιδιά να μιλήσουν το ένα για τα θετικά χαρακτηριστικά που
αναγνωρίζει στο άλλο.

Όταν πάλι τους αναθέτουμε εργασίες, αντί να δημιουργήσουμε κλίμα ανταγωνισμού μεταξύ τους
μπορούμε να τα αντιμετωπίσουμε ως μια δεμένη, αποτελεσματική ομάδα με αντίπαλο το χρονόμετρο,
ώστε να τους ενισχύσουμε την αίσθηση του αδελφικού δεσμού:
«Τι ανίκητο δίδυμο που είστε κάθε φορά που συνεργάζεστε! Πόσο γρήγορα και όμορφα τακτοποιήσατε
το δωμάτιό σας!»

Ο γονέας ως πρότυπο
Κι εμείς ως ενήλικες πώς σχετιζόμαστε με τα δικά μας τα αδέλφια, με τους συναδέλφους, με τους φίλους
ή με τον/την σύντροφό μας;
Πώς συνηθίζουμε να επιλύουμε τις συγκρούσεις αναγκών στην καθημερινότητά μας και πώς εκφράζουμε
τον θυμό ή την κούραση όταν μας κατακλύζουν;
Τι απωθημένα έχουμε από την παιδική μας ηλικία για το πώς μας αντιμετώπιζαν οι δικοί μας οι γονείς;
Κάνουμε τα ίδια λάθη σήμερα ή μήπως έχουμε ενοχές που παρ ́ όλες τις προσπάθειες το σπίτι μας θυμίζει
όλο και πιο συχνά πεδίο μάχης;
Η γονεϊκότητα είναι ένα ατέλειωτο ταξίδι αυτογνωσίας. Η αντιζηλία ανάμεσα στα αδέλφια μπορεί να
απειλήσει την ευημερία της οικογένειας. Μπορεί όμως να αποτελέσει και έναυσμα, ώστε να κοιτάξουμε
λιγάκι μέσα μας αλλά και να εκπαιδευτούμε να βλέπουμε τον κόσμο με τα μάτια των παιδιών.

ΑΔΕΛΦΙΚΕΣ ΣΧΕΣΕΙΣ

ΧΤΙΖΟΝΤΑΣ ΑΡΜΟΝΙΚΕΣ ΑΔΕΡΦΙΚΕΣ ΣΧΕΣΕΙΣ

Ένα από τα βασικά θέματα που καλείται κάθε οικογένεια να διαχειριστεί καθημερινά είναι οι συγκρούσεις και οι τσακωμοί ανάμεσα στα αδέρφια. Πολύ περισσότερο στις μέρες που διανύουμε που η συνύπαρξη όλων των μελών της οικογένειας για πολλές ώρες εντείνει το φαινόμενο αυτό. Την περίοδο αυτή, εκτός από τη φυσική συνύπαρξη των παιδιών στο χώρο του σπιτιού, έχουμε να αντιμετωπίσουμε και τη συναισθηματική τους φόρτιση που πηγάζει από την ιδιαίτερη συνθήκη στην οποία ζούμε. Το αποτέλεσμα όλων αυτών είναι ίσως η μεγαλύτερη συχνότητα και ένταση των αδελφικών συγκρούσεων και τσακωμών.

Δεν πρέπει, όμως, να ξεχνάμε και – ιδιαίτερα τις δύσκολες ώρες που περνάμε- ότι οι συγκρούσεις αποτελούν αναπόσπαστο στοιχείο κάθε σχέσης. Όσο άγχος, ένταση ή ακόμα και θυμό μπορεί να μας προκαλεί ένας καβγάς ανάμεσα στα αδέλφια, τόσο σημαντικός είναι για την ύπαρξη και εξέλιξη μιας υγιούς σχέσης μεταξύ τους, με την οικογένεια και με το ευρύτερο περιβάλλον.

Ιδιαίτερα στην πρώτη παιδική ηλικία, οι αδελφικές σχέσεις χαρακτηρίζονται από συναισθηματική φόρτιση, με κυρίαρχα συναισθήματα τη ζήλια, τον ανταγωνισμό,την αίσθηση αδικίας και τη διεκδίκηση της αποκλειστικότητας της γονεϊκής αγάπης. Οι αδελφικές σχέσεις περιλαμβάνουν και συχνές εναλλαγές έντονων και αντικρουόμενων συναισθημάτων όπως:

  • αγάπη και μίσος: π.χ. τη μια στιγμή μπορεί το παιδί να εκφράζει αγάπη για το μικρότερο αδελφάκι του και την αμέσως επόμενη να εκφράζει «μίσος» γιατί η μαμά το αφήνει και τρέχει να πάρει αγκαλιά το μικρότερο παιδί που κλαίει,

  • αφοσίωση και αντιζηλία: π.χ. από τη μια μπορεί να προστατεύει το μικρότερο αδερφάκι του όταν τον πειράζουν άλλα παιδιά και από την άλλη να τσακώνεται μαζί του για ένα παιχνίδι.

Όσο υπερβολικές και παράδοξες και να ακούγονται αυτές οι συναισθηματικές εναλλαγές και διακυμάνσεις, είναι αυτές ακριβώς που βοηθούν τα παιδιά να μάθουν να διαχειρίζονται δυσάρεστα συναισθήματα, να διαπραγματεύονται τις ανάγκες και τα επιθυμίες τους, αλλά και να αναπτύσσουν δεξιότητες που θα τους βοηθήσουν στην αντιμετώπιση μελλοντικών ματαιώσεων στην ζωή τους. Με άλλα λόγια, μέσα από αυτή την αναπόφευκτη διαδικασία τα παιδιά χτίζουν ουσιαστικές σχέσεις μεταξύ τους και παράλληλα το καθένα διαμορφώνει τη δική του μοναδική ταυτότητα, μαθαίνουν να αλληλεπιδρούν και να επικοινωνούν, να διεκδικούν αλλά και να υποχωρούν, να αναπτύσσουν τρόπους διαπραγμάτευσης και επίλυσης προβλημάτων, απαραίτητες για την ομαλή τους προσαρμογή σε οποιοδήποτε άλλο κοινωνικό σύνολο.

Στην πορεία, όμως, αυτή σημαντικό ρόλο καλούνται να διαδραματίσουν οι γονείς έτσι ώστε μέσα από τις συγκρούσεις να θέσουν γερά θεμέλια και βάσεις για την αρμονική σχέση των αδερφών μεταξύ τους. Εμείς οι γονείς καλούμαστε, από τη μια πλευρά να αποδεχτούμε την ύπαρξή τους και να μην είμαστε απαγορευτικοί, τιμωρητικοί ή υπερβολικοί στις αντιδράσεις μας, αλλά και από την άλλη να βρούμε τρόπους να τις αντιμετωπίσουμε αποτελεσματικά και για τα ίδια τα παιδιά αλλά και για την ομαλή και αρμονική λειτουργία της οικογένειας.

Πώς λοιπόν, θα ήταν βοηθητικό και αποτελεσματικό να αντιδρούμε σε ανάλογες καταστάσεις; Τι να κάνουμε και τι να αποφεύγουμε όταν βλέπουμε «την καταιγίδα να έρχεται» ή ακόμη χειρότερα «όταν η καταιγίδα μας χτυπήσει»;

Να αποδεχτούμε ότι είναι φυσιολογικό και υγιές να τσακώνονται τα παιδιά μας, ελέγχοντας τα δικά μας έντονα αρνητικά συναισθήματα, που δημιουργούνται βλέποντας τα παιδιά να διαπληκτίζονται.

Να σεβαστούμε τις διαφορετικές ανάγκες του κάθε παιδιού. Το να συμπεριφερόμαστε στα παιδιά μας με τον ίδιο τρόπο δεν είναι καθόλου βοηθητικό και όσο πιο πολύ το προσπαθούμε τόσο περισσότερο τα παιδιά μας θα μας κατηγορούν ότι τα αδικούμε. Γι΄ αυτό, λοιπόν, ας επικεντρωθούμε στην ικανοποίηση των διαφορετικών αναγκών του κάθε παιδιού. Είναι πολύ σημαντικό να αφιερώνουμε χρόνο για το κάθε παιδί χωριστά κάνοντας δραστηριότητες που το ικανοποιούν.

Να αποφεύγουμε τις συγκρίσεις. Κάθε παιδί είναι διαφορετικό και σαν τέτοιο πρέπει να το αντιμετωπίζουμε χωρίς να το συγκρίνουμε με τα αδέρφια του. Όταν θέλουμε να επαινέσουμε ή να επιπλήξουμε ένα από τα παιδιά μας, θα αναφερθούμε στη συγκεκριμένη συμπεριφορά χωρίς σχόλια, γενικεύσεις ή συγκρίσεις με τα αδέρφια του.

Να διαχειριστούμε δημιουργικά τον ελεύθερο χρόνο μας: Οι μέρες που ζούμε είναι μια ευκαιρία να εκμεταλλευτούμε τον ελεύθερο χρόνο μας για τη βελτίωση των σχέσεων μεταξύ των μελών της οικογένειας. Τα μέλη της οικογένειας μπορούν να ανακαλύψουν νέα κοινά ενδιαφέροντα και δραστηριότητες που θα ενισχύσουν τους δεσμούς των οικογενειακών σχέσεων. Είναι σημαντικό, όμως, οι γονείς να μην ξεχνάμε να αφιερώνουμε χρόνο με το κάθε παιδί ξεχωριστά, καθώς η δημιουργία δυαδικών σχέσεων είναι εξαιρετικά πολύτιμη. Το παιδί, όταν περνάει ξεχωριστό χρόνο με τον κάθε γονέα, νιώθει σημαντικό και ενισχύεται η αυτοεκτίμηση του.

Να προσπαθούμε να μην αδικούμε κάποιο από τα παιδιά μας. Να τους δώσουμε να καταλάβουν πως το ενδιαφέρον, η φροντίδα και η αγάπη μας δεν διαφοροποιούνται από παιδί σε παιδί.

Να ορίσουμε με σαφήνεια τους κανόνες του παιχνιδιού. Θα πρέπει να έχουμε συναποφασίσει τι θεωρείται αποδεκτή και τι μη αποδεκτή συμπεριφορά, τι επιτρέπεται και τι απαγορεύεται στην μεταξύ τους αλληλεπίδραση, καθώς και τις συνέπειες που θα προκύψουν από την παραβίαση των κανόνων αυτών. Οφείλουμε να μείνουμε σταθεροί στην επιβολή της όποιας συνέπειας έχουμε ορίσει. Είναι σημαντικό για τα παιδιά μας να καταλάβουν πως εννοούμε αυτά που λέμε.

Να αποτελέσουμε πρότυπο για τα παιδιά μας. Για να μπορέσουμε να πετύχουμε την επιθυμητή συμπεριφορά από τα παιδιά μας, θα πρέπει πρώτα εμείς να συμπεριφερόμαστε όπως περιμένουμε να πράξουν και εκείνα. Επομένως, οφείλουμε να διευθετούμε τις δικές μας συγκρούσεις με αποτελεσματικό τρόπο. Οι τσακωμοί μεταξύ των αδερφών πολλές φορές ενισχύονται από την ένταση που υπάρχει ανάμεσα στο ζευγάρι των γονιών. Τα παιδιά παρατηρούν προσεκτικά τη ζωή των γονιών τους και πολλές φορές την μιμούνται εκφράζοντας τα προβλήματα που κυριαρχούν στη σχέση του ζευγαριού ή υιοθετώντας τους τρόπους που χρησιμοποιούν οι γονείς για να λύσουν τις δικές τους συγκρούσεις.

Να προσπαθούμε να προλαμβάνουμε εντάσεις και δύσκολες καταστάσεις. Αν τα παιδιά μας δεν μπορούν να επιλύσουν τις διαφορές τους ή συστηματικά τσακώνονται για τα ίδια πράγματα, θα πρέπει να σκεφτούμε ρεαλιστικές λύσεις. Για παράδειγμα, γνωρίζουμε ότι τα μικρά παιδιά δυσκολεύονται στο να μοιράζουν ή να δίνουν τα πράγματά τους. Μπορούμε λοιπόν, να τα ενθαρρύνουμε να παίζει το καθένα με τα δικά του παιχνίδια, ή προσπαθούμε να βρούμε δραστηριότητες που δεν απαιτούν μεγάλο βαθμό συνεργασίας, όπως το να ακούνε μουσική ή να ζωγραφίζουν. Αν τα παιδιά μας τσακώνονται συχνά για την τηλεόραση, ή για τις ηλεκτρονικές συσκευές, προσπαθούμε σε συνεργασία με τα ίδια να φτιάξουμε ένα εβδομαδιαίο πρόγραμμα. Και φυσικά τους εξηγούμε τις συνέπειες της μη τήρησης αυτού του προγράμματος.

Να ενθαρρύνουμε την καλή συμπεριφορά και να την επιβραβεύουμε. Όταν βλέπουμε τα παιδιά μας να παίζουν καλά μαζί ή να συνεργάζονται ως ομάδα, να μην παραλείψουμε να τα συγχαρούμε. Δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι η παραπάνω συμπεριφορά δε θεωρείται δεδομένη, οπότε η επιβράβευση με ένα θετικό σχόλιο ή ένα απλό χάδι, μπορεί να λειτουργήσει πολύ ευεργετικά στη μεταξύ τους σχέση.

Να μην επεμβαίνουμε αμέσως μόλις αρχίζει η σύγκρουση. Δίνουμε στα παιδιά μας την ευκαιρία να εκφράσουν την άποψή τους ή και τη διαφωνία τους και να διαχειριστούν μόνα τους την κατάσταση. Εάν ο καβγάς συνεχίζεται για πολλή ώρα και θέτει σε κίνδυνο τη σωματική τους ασφάλεια, οφείλουμε να τα προειδοποιήσουμε για τις συνέπειες που θα έχουν σύμφωνα με αυτά που έχουμε από κοινού αποφασίσει.

Να μην εμπλακούμε στη διαμάχη τους. Προσπαθούμε να διατηρήσουμε την ψυχραιμία μας και να οπλιστούμε με υπομονή χωρίς να χάσουμε τον αυτοέλεγχό μας. Όσο πιο ήρεμοι παραμείνουμε, τόσο περισσότερες πιθανότητες έχουμε να εξομαλυνθεί η κατάσταση.

Δεν παίρνουμε τον ρόλο του «διαιτητή».Ενθαρρύνουμε τα παιδιά μας να διευθετήσουν τις δικές τους διαφορές. Παρόλο που μπορεί να χρειαστεί να βοηθήσουμε τα μικρότερα παιδιά να επιλύσουν τις διαφορές τους, αποφεύγουμε να πάρουμε το μέρος κάποιου παιδιού. Δεν κατηγορούμε κατ’ επανάληψη ένα από τα παιδιά μας -συνήθως τα μεγαλύτερα- για το γεγονός ότι τσακώνεται με τον αδελφό ή την αδελφή του. Συχνά στους τσακωμούς, τα παιδιά ζητάνε την εμπλοκή των γονέων για να πάρουν το μέρος κάποιου. Ο γονέας, όμως, σε καμία περίπτωση δεν πρέπει να αναλάβει αυτόν τον ρόλο καθώς αυτή η προσέγγιση δεν εστιάζει στην λύση του προβλήματος, αλλά αντίθετα ενδυναμώνει την σύγκρουση. Στόχος δεν είναι να βρεθεί «ποιος φταίει» αλλά να βρεθεί η λύση στο πρόβλημα.

Δεν προσπαθούμε να συζητήσουμε μαζί τους κατά τη διάρκεια του καβγά. Όταν υπάρχει ένταση και θυμός είναι αδύνατον να ακούσουν αυτά που τους λέμε. Αργότερα, όταν θα είναι πιο ήρεμα, διερευνούμε τους λόγους της σύγκρουσης και τα καθοδηγούμε σε πιο λειτουργικούς τρόπους αντιμετώπισης των διαφωνιών τους. Κατά τη διάρκεια της συζήτησης ερωτήσεις όπως «τι θα μπορούσε να έχει συμβεί, τι άλλο θα μπορούσατε να κάνετε για να λύσετε το πρόβλημα; Τι είχατε κάνει τις προάλλες όταν αντιμετωπίσατε παρόμοιο πρόβλημα;» βοηθούν τα παιδιά να φανταστούν ή να θυμηθούν εναλλακτικές τακτικές και τρόπους διαπραγμάτευσης που θα μπορούν να χρησιμοποιήσουν την επόμενη φορά που θα διαφωνήσουν. Βασικό σημείο η επιβράβευση κάθε φορά των θετικών τους συμπεριφορών και όχι η εμμονή στην τιμωρία.

Τέλος, πολύ σημαντικό είναι να δίνουμε ευκαιρίες στα παιδιά σε ανύποπτο χρόνο να μιλήσουν για τα αρνητικά συναισθήματα που μπορεί να τα κατακλύζουν σε σχέση με τα αδέρφια τους. Με κάθε ευκαιρία συζητάμε με τα παιδιά για τα συναισθήματα της ζήλιας, του θυμού και του ανταγωνισμού που μπορεί να νιώθουν και τις περισσότερες φορές είναι οι αιτίες που προκαλούν τους αδελφικούς καβγάδες. Τονίζουμε ότι αυτά τα συναισθήματα τα νιώθουμε όλοι μας και ότι δεν ακυρώνουν την αγάπη και την εμπιστοσύνη που έχουμε σε αυτά. Στόχος δεν είναι να κρύβουμε και να καταπιέζουμε τα συναισθήματά μας αλλά να τα αναγνωρίζουμε, να τα εκφράζουμε και να προσπαθούμε να τα επιλύσουμε. Επίσης, μπορούμε σε συνεργασία με τα παιδιά να φτιάξουμε μια λίστα με «τρόπους χαλάρωσης όταν είμαστε θυμωμένοι» και «τρόπους επίλυσης των προβλημάτων» κι έτσι το κάθε παιδί να αναλάβει την ευθύνη της συμμετοχής του και την αμοιβαία δέσμευση για αυτά που έχει σκεφτεί και προτείνει το ίδιο.

Και να μην ξεχνάμε ότι επειδή τις συγκρούσεις και τους τσακωμούς ανάμεσα στα αδέρφια δε μπορούμε να τις αποφύγουμε, ας είμαστε – όσο γίνεται περισσότερο – έτοιμοι , οπλισμένοι με υπομονή, ψυχραιμία και χιούμορ για να τις αντιμετωπίζουμε πιο αποτελεσματικά και πιο «αναίμακτα».



Αννέτα Καββαδά,

Σχολική Ψυχολόγος ,MSc,

ΚΕΣΥ Λευκάδας.