- Η αφίσα της ΙΒΒΥ και το μήνυμα της, για την Παγκόσμια Ημέρα Παιδικού Βιβλίου 2020. Δείτε τον παρακάτω σύνδεσμο, IBBY
Λίγες πληροφορίες…
Παγκόσμια Ημέρα Παιδικού Βιβλίου.
Την Παγκόσμια Ημέρα Παιδικού Βιβλίου, καθιέρωσε το Διεθνές Συμβούλιο Βιβλίων για την Νεότητα (IBBY), το 1966, την ημέρα των γενεθλίων του μεγάλου Δανού παραμυθά, Χανς Κρίστιαν Άντερσεν (2 Απριλίου 1805), με σκοπό να εμπνεύσει στα παιδιά την αγάπη για το διάβασμα και να προκαλέσει την προσοχή των μεγαλυτέρων, στο παιδικό βιβλίο.
Από τότε, κάθε χρόνο, ένα διαφορετικό εθνικό τμήμα της IBBY ετοιμάζει ένα μήνυμα και μία αφίσα, που διανέμονται σε όλο τον κόσμο. Το 2020 υπεύθυνο για το υλικό του εορτασμού είναι το Τμήμα της Σλοβενίας (Slovenská sekcia IBBY). Το φετινό μήνυμα γράφτηκε από τον Σλοβένο συγγραφέα Peter Svetina, μεταφράστηκε στα ελληνικά, όπως κάθε χρόνο, από τη συγγραφέα Λότη Πέτροβιτς Ανδιτσοπούλου, ενώ η αφίσα φιλοτεχνήθηκε από τον Σλοβένο εικονογράφο Damijan Stepančič.
Το υπέροχο μήνυμα του Peter Sventina:
“Εκεί που μένω, οι θάμνοι πρασινίζουν αργά τον Απρίλη ή νωρίς τον Μάη και σύντομα γεμίζουν με κουκούλια από πεταλούδες. Αυτά τα κουκούλια μοιάζουν με μπαλίτσες από βαμβάκι ή με κουφέτα και οι νύμφες τους καταβροχθίζουν φύλλο το φύλλο μέχρι που οι θάμνοι απογυμνώνονται. Όταν όμως οι νύμφες γίνουν πεταλούδες και πετάξουν, οι θάμνοι δεν είναι κατεστραμμένοι. Καθώς πλησιάζει το καλοκαίρι, ξαναγίνονται πράσινοι πάλι και πάλι.
Έτσι μοιάζει ο συγγραφέας, έτσι μοιάζει ο ποιητής. Κατασπαράζονται, μένουν κατάστεγνοι από ιστορίες και ποιήματα, που, όταν ολοκληρωθούν, πετούν μακριά, μπαίνουν μέσα σε βιβλία και βρίσκουν τους αναγνώστες τους. Αυτό γίνεται πάλι και πάλι.
Και τι συμβαίνει μ΄εκείνα τα ποιήματα και τις ιστορίες;
Ξέρω ένα αγόρι που έπρεπε να κάνει κάποια εγχείρηση στο μάτι του. Για δύο εβδομάδες μετά την εγχείρηση, έπρεπε να ξαπλώνει μόνο από τη δεξιά πλευρά και μετά δεν έπρεπε να διαβάζει τίποτα για έναν μήνα. Όταν γελικά ξαναπήρε στα χέρια του ένα βιβλία έπειτα από ενάμιση μήνα, ένιωσε σαν να κατάπινε λέξεις μ’ ένα κουτάλι από μια γαβάθα. Σαν να τις έτρωγε. Πραγματικά τις έτρωγε.
Ξέρω κι ένα κορίτσι που, όταν μεγάλωσε, έγινε δασκάλα. Μου είπε: “Τα παιδιά που οι γονείς τους δεν τους διάβασαν παραμύθια έχουν στερηθεί κάτι σημαντικό”.
Οι λέξεις στα ποιήματα και στις ιστορίες είναι τροφή. Όχι τροφή για το σώμα, όχι τροφή που μπορεί να γεμίσει το στομάχι σου. Τροφή όμως για το πνεύμα και τροφή για την ψυχή.
Όταν πεινάει κάποιος ή διψάει, το στομάχι του γουργουρίζει και το στόμα του στεγνώνει. Οι πεινασμένοι γυρεύουν να φάνε κάτι, ένα κομμάτι ψωμί, ένα πιάτο ρύζι ή δημητριακά, λίγο ψάρι ή μια μπανάνα. Όσο περισσότερο πεινούν, τόσο στενεύει ο οπτικός τους ορίζοντας, ώσπου παύουν να βλέπουν ό,τι δεν είναι τροφή για να τους χορτάσει.
Η πείνα για λέξεις εκδηλώνεται διαφορετικά. Μοιάζει με θλίψη, με λήθη, με αυθάδεια. Οι άνθρωποι που υποφέρουν από τέτοιου είδους πείνα δε νιώθουν πως η ψυχή τους τρέμει από το κρύο κι ότι προσπερνούν τους εαυτούς τους χωρίς να το προσέχουν. Ένα μέρος του κόσμου τους εξαφανίζεται χωρίς να το γνωρίζουν.
Αυτού του είδους η πείνα χορταίνεται με ποίηση και ιστορίες.
Υπάρχει όμως ελπίδα για όσους δεν έχουν ποτέ αφεθεί ν’ απολαύσουν τις λέξεις, για να χορτάσουν αυτή την πείνα;
Υπάρχει! Το αγόρι που είπαμε διαβάζει κάθε μέρα. Το κορίτσι έγινε δασκάλα και διαβάζει στους μαθητές της. Κάθε Παρασκευή. Κάθε βδομάδα. Αν κάποια φορά το ξεχάσει, της το θυμίζουν τα παιδιά.
Και τι γίνεται με τον συγγραφέα και τον ποιητή; Καθώς έρχεται το καλοκαίρι, θα πρασινίσουν πάλι. Και πάλι θα στεγνώσουν από ιστορίες και ποιήματα, που θα πετάξουν μακριά προς κάθε κατεύθυνση. Πάλι και πάλι.”
Πηγές: https://www.sansimera.gr/worldays/13
Ένα λαϊκό παραμύθι, για ανάγνωση.
Το χρυσόψαρο (και ο φτωχός ψαράς), ένα λαϊκό παραμύθι για την απληστία.
Αρχή του παραμυθιού καλησπέρα σας κι όμορφη να ‘ναι η μέρα σας…
Ήταν μια φορά και έναν καιρό ένας φτωχός ψαράς κι όλη τη νύχτα πάλευε με την πετονιά του να πιάσει ψάρι και ψάρι δεν στεκότανε στ’ αγκίστρι του. Και η νύχτα περνούσε και η αυγή εζύγωνε και το αγκίστρι έριξε ξανά κι άρχισε από από μέσα του να λέει:
«Ω, Θεέ μου, δυστυχία! Σήμερα θα πεθάνουν τα παιδιά μου απ’ την πείνα».
Η πετονιά κουνήθηκε, ψάρι, φαίνεται, πιάστηκε στ’ αγκίστρι. Το τραβά έξω να δει μα… ήταν ένα ψαράκι χρυσό μονάχα. Κάνει να το βγάλει από τ’ αγκίστρι μα ακούει μια φωνή να του λέει:
«Το ψαράκι το χρυσό, ρίξε αμέσως στο γιαλό, και αμέσως αχ ψαρά μου, στη ζωή θα ιδείς καλό».
«Ε, να το ρίξω! Έτσι κι αλλιώς δεν θα μου κάμει τίποτε ένα ψαράκι».
Και το ‘ριξε στη θάλασσα. Κι αμέσως ακούει πάλι την ίδια φωνή να του λέει:
– Τι καλό θέλεις να σου κάμω;
– Θέλω να πάω στο σπίτι μου και να το βρω ψωμιά και φαγητά γιομάτο.
Γυρνάει σπίτι του και πράγματι όλα τα βρήκε όπως τα ζήτηξε στη φωνή. Κι αμέσως είπε όλη την ιστορία στη γυναίκα του.
– Αχ, του λέει αυτή, αντί να ζητήξεις, τίποτε καλό, ζήτησες ψωμιά και φαγητά;
– Ε, καλά, της λέγει αυτός. Αν το ξαναπιάσω, τι θέλεις να του ζητήξω;
– Χρυσά παλάτια να ζητήξεις!
Κι έφυγε ο καημένος και πήγε κι έριξε ξανά την πετονιά κι έπιασε πάλι το χρυσόψαρο. Έκανε να το βγάλει πάλι απ’ τ’ αγκίστρι και άκουσε τη φωνή:
«Το ψαράκι το χρυσό, ρίξε αμέσως στο γιαλό, και αμέσως αχ ψαρά μου, στη ζωή θα ιδείς καλό».
Το έριξε, κι άκουσε πάλι τη φωνή:
– Τι καλό θέλεις να σου κάμω;
– Θέλω να πάω πίσω σπίτι μου και να βρω στη θέση του παλάτια.
Πάει στο σπίτι του και τι να δει; Παλάτια αριστοκρατικά, μες στα χρυσάφια!
– Αχ, του λέει η γυναίκα του, να πας πίσω να το ξαναπιάσεις και να του ζητήξεις συ να γίνεις βασιλιάς κι εγώ βασίλισσα.
Κι επήγε πάλι ο φτωχός ψαράς κι έριξε πάλι την πετονιά του και το χρυσόψαρο πιάστηκε ξανά στ’ αγκίστρι του κι άκουσε τότε πάλι τη φωνή.
– Τι καλό θέλεις να σου κάμω;
– Θέλω να πάω πίσω και να ‘μαι εγώ ο βασιλιάς και βασίλισσα η κερά μου.
Και γύρισε πίσω. Μα τι να ιδεί; Μια καλύβα όπως πρώτα, και τα παιδιά του πεινασμένα. Και τη γυναίκα του στη γωνιά της ζαρωμένη.
- Το παραμύθι έχει καταγράψει ο σπουδαίος Έλληνας λαογράφος και καθηγητής Γεώργιος Α. Μέγας, στο δίτομο Ελληνικά Παραμύθια, Εκλογή Γ.Α. Μέγα, εκδ. Ι.Δ.Κολλάρος και Σια, με εικόνες των Φώτη Κόντογλου και Ράλλη Κοψίδη. Δείτε την παρακάτω εικόνα:
Προτάσεις, για το σπίτι μαζί με τα παιδιά…
1. Διαβάστε το παραπάνω λαϊκό παραμύθι και κάντε συζήτηση, με τα παιδιά σας.
2. Διαβάστε ένα αγαπημένο βιβλίο τους, που έχετε στο σπίτι.
3. Γράψτε τον τίτλο του βιβλίου που θα διαβάσετε, βοηθώντας τα.
4. Γράψτε το γραμμα Β, β και επικεντρωθείτε στο φώνημα του.
5. Κατασκευάστε ένα μενταγιόν ή μια κονκάρδα, με την δική τους μικρή ζωγραφιά, από τον αγαπημένο τους βιβλιοήρωα, με ό,τι υλικά έχετε στο σπίτι.
6. Παίξτε μαζί τους, “μετατρέποντας” ένα αγαπημένο τους παιχνίδι, π.χ. μια κούκλα ή ένα λούτρινο ζώο, στον αγαπημένο τους βιβλιοήρωα.
7. Δημιουργήστε ένα δικό σας σύντομο “βιβλίο”, με τις ζωγραφιές των παιδιών σας, μα και τις δικές σας, με λεζάντες δικές τους και δικές σας, τις οποίες καταγράφετε εσείς, από την εμπειρία του εγκλεισμού λόγω της πανδημίας, που βιώνετε μαζί. Δώστε έναν τίτλο, συγγραφείς και εικονογράφους …
Και φυσικά… Παρακολουθήστε ένα από τα πιο όμορφα παραμύθια του Χανς Κριστιάν Άντερσεν, εδώ. Ο ΛΑΙΜΟΣ ΤΟΥ ΜΠΟΥΚΑΛΙΟΥ
…Ή την μαγεμένη λίμνη, εδώ.Η ΜΑΓΕΜΕΝΗ ΛΙΜΝΗ
Και να θυμάστε…
➡ ΤΟ ΒΙΒΛΙΟ.
Το βιβλίο δεν έχει στόμα κι όμως μιλάει. Διηγιέται ένα σωρό ιστορίες, και λέει και ποιήματα και τραγουδάει και τραγούδια με τις νότες. Η Μαμά διαβάζει και το βιβλίο μιλάει με το στόμα της. Όταν θα μάθω κι εγώ να διαβάζω, τότε το βιβλίο θα μιλάει με το δικό μου στόμα.
Α! όταν θα μάθω να διαβάζω, μήτε στιγμή δεν θα αφήνω σε ησυχία το βιβλίο: θα το βάζω να μου διηγιέται ιστορίες κι ιστορίες, ώσπου να κουραστώ. Κι ως την ώρα που θα κλείνουν τα μάτια μου, απ΄ τη νύστα. Τότε θα βάζω το βιβλίο κάτω απ΄ το προσκέφαλό μου και μόλις θα ξυπνώ, θα το βάζω να μου λέει μια μικρή ιστορία.
Τώρα η Μαμά με πηγαίνει στον Παιδικό Κήπο. Έχει κι εδώ βιβλία. Μας περιμένουν υπομονετικά. Η δασκάλα μας διαβάζει, με δυνατή φωνή. Το βιβλίο είναι ευχαριστημένο που το ακούμε με τόση προσοχή. Όταν μιλάει το βιβλίο, εμείς σωπαίνουμε. Δεν κάνουμε καθόλου θόρυβο, για να μην το ενοχλήσουμε.
Ντόρα Γκαμπέ «Εγώ, η Μητέρα μου κι ο Κόσμος»
Μετ. Γιάννης Ρίτσος
Καλά να περάσετε, μαζί στο σπιτάκι σας!!