Μοναστήρια του Πόντου

Τα πιο γνωστά μοναστήρια του Πόντου είναι τα εξής:

  • Παναγία Σουμελά

sumela

Στο όρος Μελά της Τραπεζούντας, σε υψόμετρο 1063 μέτρα, σε μία σπηλιά ιδρύθηκε το 386 μ.Χ. με αποκάλυψη της Παναγίας, το μοναστήρι της Παναγίας της Σουμελάς. Η μονή χτίστηκε από δύο Αθηναίους μοναχούς, τον Βαρνάβα και Σωφρόνιο και δόθηκε το συγκεκριμένο όνομα διότι οι εκεί Πόντιοι έλεγαν συχνά «θα ανέβουμε σου Μελά την Παναΐαν».
Η θαυματουργός εικόνα, που σύμφωνα με την παράδοση χαράχθηκε από τον Ευαγγελιστή Λουκά πάνω σε ξύλο, αποτελούσε, μαζί με το αγιασματικό νερό με τις θεραπευτικές ιδιότητες, το σημείο αναφοράς της Μονής.
Ωστόσο, η βάρβαρη συμπεριφορά των Νεότουρκων και των Κεμαλικών προς τα μοναστήρια του Πόντου, οδήγησε στην ολοκληρωτική καταστροφή της μονής το 1922. Λίγο αργότερα, πριν τον ξεριζωμό και την αναγκαστική έξοδο του 1923, οι μοναχοί έκρυψαν την εικόνα μαζί με Σταυρό με τίμιο ξύλο του Μανουήλ Γ’ ανεκτίμητης αξίας, αλλά και ένα χειρόγραφο ευαγγέλιο του οσίου Χριστοφόρου, στο παρεκκλήσι της Αγίας Βαρβάρας.
Όμως, η ιστορία δεν σταματά εδώ. Το 1931, με την παρέμβαση και προτροπή του Ελευθερίου Βενιζέλου, ο ένας από τους δύο εναπομείναντες ζωντανούς μοναχούς της ιστορικής μονής, ταξίδεψε από την Θεσσαλονίκη για τον Πόντο, με σκοπό να ξεθάψει τα κειμήλια και να τα επιστρέψει στην Ελλάδα. Πράγματι, ο μοναχός κατάφερε να πάρει μαζί του τα κειμήλια που αποτελούν μέχρι σήμερα σύμβολο της πίστεως και της ορθοδοξίας.
Λίγα χρόνια μετά, το 1951, ξεκίνησε η ανέγερση της νέας Παναγίας Σουμελά στο Βέρμιο που αποτελεί το σημείο αναφοράς του Ποντιακού ελληνισμού στην Ελλάδα. Εκεί, όπως ήταν φυσικό, βρήκε «οίκον» και θρονιάστικε η περιώνυμη εικόνα της Παναγιάς Σουμελά μαζί με τα υπόλοιπα κειμήλια. Κάθε χρόνο στις 15 Αυγούστου τιμάται η Παναγιά Σουμελά και πλήθος πιστών, ποντίων και μη, συρρέουν για να προσκυνήσουν την αγία εικόνα.

https://www.monastiriaka.gr/panagia-soumela-n-99687.html

https://www.panagiasoumela.gr/

  • Άγιος Ιωάννης Βαζελώνος

pontiaka2619

Το αρχαιότερο Μοναστήρι του Πόντου.  Βρίσκεται στα νοτιοδυτικά της Τραπεζούντας σε λόφο απέναντι από το όρος Ζαβουλών. Ιδρύθηκε το 270 μ.Χ. στην  περιοχή της Άνω Ματσούκας Τραπεζούντας.

Στη Μονή ασκήτεψαν ο Μέγας Βασίλειος, ο Γρηγόριος ο Ναζιανζηνός και ο Ιωάννης ο Χρυσόστομος. Στα χρόνια των Κομνηνών και της Τουρκοκρατίας γνώρισε μεγάλη άνθηση και έγινε κέντρο γραμμάτων και λατρείας.

Χαρακτηριστική ήταν η μεγάλη βιβλιοθήκη που διέθετε, της οποίας μεγάλο μέρος  καταστράφηκε το 1903. Λίγα κειμήλια γλύτωσαν την καταστροφή, όπως η εικόνα του Ιωάννη του Προδρόμου και το Ιερό Ευαγγέλιο.

Το καινούργιο Μοναστήρι βρίσκεται στους πρόποδες του Βερμίου, κοντά στο χωριό Άγιος Δημήτριος.

  • Άγιος Γεώργιος Περιστερεώτας

peristerewta204 300x212

 

Ιδρύθηκε το 752 μ.Χ., εγκαταλείφθηκε το 1203 και επανιδρύθηκε το 1393, με πρωτοβουλία του ηγουμένου Γρηγορίου. Μία πυρκαγιά το 1904 κατέστρεψε μέρος της πλούσιας βιβλιοθήκης και των κτισμάτων.

Ονομάστηκε έτσι από τα περιστέρια, αφού σύμφωνα με την παράδοση, 3 μοναχοί από τα δάση των Σουρμένων ύστερα από θείο όραμα βρήκαν και παρέλαβαν την εικόνα του Αγίου Γεωργίου και με οδηγούς τα περιστέρια έφτασαν σε έναν πελώριο βράχο ύψους περίπου 1.200 μ., όπου έχτισαν παρεκκλήσιο του Αγίου.

Σταδιακά το μικρό παρεκκλήσι αναπτύχθηκε σε μεγάλο Μοναστήρι. Διέθετε ξενώνα με 187 δωμάτια και μεγάλη βιβλιοθήκη που περιείχε 7.000 τόμους βιβλίων. Ανιστορήθηκε στο Ροδοχώρι Νάουσας όπου βρίσκεται η εικόνα του Αγίου Γεωργίου Περιστερεώτα.

  • Παναγία Γουμερά

panagia goumera

panagia goumera

Χτίστηκε τον 10ο αιώνα από τρεις μοναχούς από το Ερζερούμ.  Οι μοναχοί ήταν οι Σωφρόνιος, ΠαΪσιος και Λαυρέντιος. Το 1808 ανακηρύχθηκε Πατριαρχική και Σταυροπηγιακή με απόφαση του εθνομάρτυρα Γρηγορίου του Ε΄.

Διέθετε μεγάλη βιβλιοθήκη με πολλά βιβλία και χειρόγραφα. Τα πιο σπουδαία ήταν ένα πολύτιμο ευαγγέλιο  από τα έργα του Χρυσοστόμου και το αρχαίο χειρόγραφο του Αριστοτέλη το οποίο μεταφέρθηκε με παράνομο τρόπο στο Παρίσι.

Το 1971 έγινε η ανιστόρηση της νέας Μονής στο χωριό Μακρυνίτσα Σιδηροκάστρου Σερρών.

Άλλες ιστορικές Μονές του Πόντου στα ανατολικά είναι η Παναγία των Βράχων, του Αγίου Ιωάννου του  Προδρόμου, η Μονή των Διακόνων, ενώ στα δυτικά είναι τα Μοναστήρια της Αγίας Βαρβάρας.

  • Μονή Θεοσκέπαστου-Kizlar Manastir

moni theoskepastoy psila 750x482

Η Μονή Θεοσκεπάστου, βρίσκεται στην δυτική πλαγία του Μιθρίου όρους, ήταν το μοναδικό γυναικείο μοναστήρι στην επικράτεια των Μεγάλοκομνηνών. Ιδρύθηκε το 1340 από την Ειρήνη την Παλαιολογίνα, χήρα του αυτοκράτορα Βασιλείου και μητέρα του Αλέξιου Γ΄ Κομνηνού. Στην εκκλησία της μονής, βρίσκονταν οι τάφοι του δεσπότου Ανδρόνικου (1376), και του Μανουήλ Γ΄ Κομνηνού (1417).

Μετά την ανακαίνιση του 1843, η Θεοσκέπαστος παρέμεινε γυναικεία μονή μέχρι το 1922. Το 2014 ξεκίνησαν οι εργασίες αναστήλωσής της.

https://www.pontiaka.gr/monastiria-ston-ponto-n-54.html

Οι Άγιοι του Πόντου

Ο Πόντος ήταν μια περιοχή όπου άνθισε ο Ορθόδοξος Χριστιανικός Ελληνισμός. Από τα πρώτα χρόνια της διάδοσης του Χριστιανισμού έως και τις αρχές του 20ου αιώνα στον Πόντο γεννήθηκαν, μεγάλωσαν και πέθαναν ειρηνικά ή με μαρτυρικό τρόπο πάρα πολλοί Άγιοι. Οι πιο γνωστοί ανάμεσά τους είναι οι:

  • Μέγας Βασίλειος :

Agios Vasileios

Γιορτάζει την 1η Ιανουαρίου( Πρωτοχρονιά) . Ο Μέγας αυτός πατέρας και διδάσκαλος της Ορθόδοξης Εκκλησίας γεννήθηκε το 329 μ.Χ., κατ’ άλλους το 330 μ.Χ., στη Νεοκαισάρεια του Πόντου στο χωριό Άννησα και μεγάλωσε στην Καισάρεια της Καππαδοκίας. Είχε 8 αδέρφια, 3 αγόρια και πέντε κορίτσια. Από τα 4 αγόρια τα 3 αγόρια έγιναν επίσκοποι (ο Βασίλειος Καισαρείας, ο Γρηγόριος Νύσσης και ο Πέτρος Σεβάστειας) και το ένα μοναχός (ο Ναυκράτιος). Από τις 5 αδερφές του η πρώτη, και συγχρόνως το πιο μεγάλο παιδί της οικογένειας, η Μακρίνα, έγινε μοναχή. Οι γονείς του Βασίλειος (και αυτός), που καταγόταν από την Νεοκαισάρεια του Πόντου και Εμμέλεια, που καταγόταν από την Καππαδοκία, αν και κατά κόσμον ευγενείς και πλούσιοι, είχαν συγχρόνως και ακμαιότατο χριστιανικό φρόνημα. Αυτοί μάλιστα έθεσαν και τις πρώτες -καθοριστικής σημασίας- πνευματικές βάσεις του Αγίου.
Μετά τις πρώτες του σπουδές στην Καισαρεία και κατόπιν στο Βυζάντιο, επισκέφθηκε, νεαρός ακόμα, την Αθήνα, όπου επί τέσσερα χρόνια συμπλήρωσε τις σπουδές του, σπουδάζοντας φιλοσοφία, ρητορική, γραμματική, αστρονομία και ιατρική, έχοντας συμφοιτητές του τον Γρηγόριο τον Ναζιανζηνό (τον θεολόγο) και τον Ιουλιανό τον Παραβάτη.
Από την Αθήνα επέστρεψε στην Καισαρεία και δίδασκε την ρητορική τέχνη. Αποφάσισε όμως, να ακολουθήσει τη μοναχική ζωή και γι’ αυτό πήγε στα κέντρα του ασκητισμού, για να διδαχθεί τα της μοναχικής πολιτείας στην Αίγυπτο, Παλαιστίνη, Συρία και Μεσοποταμία. Όταν επέστρεψε, αποσύρθηκε σε μια Μονή του Πόντου, αφού έγινε μοναχός, και ασκήθηκε εκεί με κάθε αυστηρότητα για πέντε χρόνια (357 – 362 μ.Χ.). Ήδη τέλεια καταρτισμένος στην Ορθόδοξη Πίστη, χειροτονήθηκε διάκονος και πρεσβύτερος από τον επίσκοπο Καισαρείας Ευσέβιο. Ο υποδειγματικός τρόπος της πνευματικής εργασίας του δεν αργεί να τον ανεβάσει στο θρόνο της αρχιεροσύνης, διαδεχόμενος τον Ευσέβιο στην επισκοπή της Καισαρείας (370 μ.Χ.). Με σταθερότητα και γενναίο φρόνημα, ως αρχιερέας έκανε πολλούς αγώνες για την Ορθόδοξη Πίστη.
Στους αγώνες του κατά του Αρειανισμού αναδείχτηκε αδαμάντινος, ούτε οι κολακείες βασιλικές του Ουάλεντα (364 – 378 μ.Χ.), που πήγε αυτοπροσώπως στην Καισαρεία για να τον μετατρέψει στον Αρειανισμό, ούτε οι απειλές του Μόδεστου μπόρεσαν να κάμψουν το ορθόδοξο φρόνημα του Αγίου. Υπεράσπισε με θάρρος την Ορθοδοξία, καταπλήσσοντας τον βασιλιά και τους Αρειανούς.
Η δε υπόλοιπη ποιμαντορική δράση του, υπήρξε απαράμιλλη, κτίζοντας την περίφημη «Βασιλειάδα», συγκρότημα με ευαγή Ιδρύματα, όπως φτωχοκομείο, ορφανοτροφείο, γηροκομείο, ξενοδοχείο και νοσοκομείο κ.ά., όπου βρήκαν τροφή και περίθαλψη χιλιάδες πάσχοντες κάθε ηλικίας, γένους και φυλής.
Στα πενήντα του χρόνια ο Μέγας Βασίλειος, εξαιτίας της ασθενικής κράσεώς του και της αυστηρής ασκητικής ζωής του , την 1η Ιανουαρίου του 378 μ.Χ. ή κατ’ άλλους το 379 με 380 μ.Χ., εγκαταλείπει το φθαρτό και μάταιο αυτό κόσμο, αφήνοντας παρακαταθήκη και Ιερή κληρονομιά στην ανθρωπότητα ένα τεράστιο πνευματικό έργο.

  • Άγιος Νικόλαος, προστάτης των ναυτικών

inbound7327070446752207393

Γιορτάζει στις 6 Δεκεμβρίου.

Ο Άγιος Νικόλαος γεννήθηκε το 270 μ.Χ στα Πάταρα του δυτικού Πόντου.

Ήταν γόνος ευσεβούς και πλούσιας οικογένειας, έμεινε όμως νωρίς ορφανός. Νεαρός ακόμα ταξίδεψε στα Ιεροσόλυμα για να προσκυνήσει τον Τίμιο Σταυρό και τον Πανάγιο Τάφο και επιστρέφοντας στο τόπο του χειροτονήθηκε ιερέας, σε ηλικία 23 ετών.

Πολύ νωρίς έφτασε στο αξίωμα του αρχιεπισκόπου Μύρων της Λυκίας.

Όλη του την ζωή την αφιέρωσε σε καλά έργα, βοηθώντας φτωχούς, χήρες και ορφανά.

Ίδρυσε νοσοκομεία και ιδρύματα, ενώ πρωτοστάτησε στην προστασία των διωκόμενων από τους Ρωμαίους χριστιανών. Ο ίδιος φυλακίστηκε και βασανίστηκε κατά τους διωγμούς του Διοκλητιανού και μόνο με την έλευση του Μεγάλου Κωνσταντίνου στον αυτοκρατορικό θρόνο του Βυζαντίου επέστρεψε στα θρησκευτικά του καθήκοντα, αφού πρώτα αποφυλακίστηκε το 313 μ.Χ.

Τον θεωρούν προστάτη τους όχι μόνο οι ναυτικοί μας αλλά και οι στεριανοί, που έχουν ανάγκη από κάποια προστασία.

 

  • Αγία Βαρβάρα, προστάτιδα του πυροβολικού:

25437500 676475636074095 78841525 n

Στις 4 Δεκεμβρίου γιορτάζει η Αγία Βαρβάρα, η οποία καταγόταν από τον Εύξεινο Πόντο. Υπάρχουν δυο εκδοχές για το τόπο της γέννησής της. Σύμφωνα με μια παράδοση ήταν από τη Μερζιφούντα της Αμάσειας, ενώ υπάρχει και η εκδοχή ότι καταγόταν από τη Νικομήδεια.

Η Αγία Βαρβάρα, σύμφωνα με το βίο της, ήταν μια όμορφη κοπέλα, η οποία προερχόταν από πλούσια οικογένεια. Ο πατέρας της, ο Διόσκουρος, ο οποίος ήταν φανατικός ειδωλολάτρης, της είχε μεγάλη αδυναμία. Με σκοπό να την προστατέψει από μνηστήρες, την είχε κλεισμένη σε ένα πύργο. Όντας απομονωμένη, παρατηρούσε από το παράθυρο τη φύση και αναρωτιόταν πως μπορεί όλα αυτά να ήταν δημιούργημα των πέτρινων και των ξύλινων θεών που πίστευε, τόσο φανατικά, ο πατέρας της. Την απάντηση στο ερώτημά της της έδωσε μια κρυπτοχριστιανή που την είχε προσλάβει ο πατέρας της να την υπηρετεί. Της μίλησε για τον Χριστό, λέγοντάς της λεπτομέρειες σχετικά με τα θαύματα και τη διδασκαλία του.  Η Βαρβάρα, ακούγοντάς την με προσοχή, ασπάστηκε τον χριστιανισμό. Φυσικά στην αρχή δεν είχε εκμυστηρευτεί την πίστη της αυτή στον πατέρα της.

Κάποια στιγμή ο πατέρας της, προκειμένου να μην πηγαίνει στα δημόσια λουτρά, αποφάσισε να φτιάξει ένα λουτρό αποκλειστικά για εκείνη. Το αρχικό σχέδιο ήταν να υπάρχουν δυο παράθυρα. Η Βαρβάρα, όμως, είπε στους εργάτες να δημιουργήσουν  ένα ακόμα. Όταν ο πατέρας της είδε αυτή την αλλαγή, την ρώτησε για ποιο λόγο ήθελε και τρίτο παράθυρο. Τότε η Αγία του εκμυστηρεύτηκε πως το έκανε για να τιμήσει την Αγία Τριάδα. Η απάντηση της αυτή εξόργισε τον πατέρα της, ο οποίος, όπως είπαμε και παραπάνω, ήταν φανατικός ειδωλολάτρης, με αποτέλεσμα να τη χτυπήσει αλύπητα, με σκοπό να την κάνει ν΄αλλάξει γνώμη. Εκείνη, όμως, ήταν ανένδοτη.

Τότε την πήγε στον ηγεμόνα Μαρκιανό, ο οποίος ήταν φανατικός εχθρός των χριστιανών, λέγοντάς του, μάλιστα, να μην τη λυπηθεί και να τη βασανίσει σκληρά. Στην αρχή ο Μαρκιανός προσπάθησε να την πείσει να αλλάξει την πίστη της, όμως, εκείνη του απάντησε, «Εγώ δεν προσκυνώ τα είδωλα. Προσκυνώ μόνο τον Κύριό μου και Θεό μου, τον Ιησού Χριστό. Λατρεύω τον Δημιουργό του ουρανού και της γης. Δεν θα με κάνεις να τον αρνηθώ για τα ψεύτικα είδωλά σου. Εμπρός, λοιπόν, κάνε ό,τι νομίζεις».  Έπειτα από αυτή την απάντηση, ο Μαρκιανός εκνευρίστηκε πολύ και διέταξε να μαστιγωθεί χωρίς έλεος. Μετά από αυτό το βασανιστήριο, κλείστηκε σε ένα κελί. Τότε της εμφανίστηκε ο Κύριος και της είπε να μην φοβηθεί και να μην λυγίσει. Ταυτόχρονα, οι πληγές στο κορμί της επουλώνονταν.

Βλέποντάς το αυτό ο Μαρκιανός και μη μπορώντας να το εξηγήσει, της λέει πως οι θεοί στους οποίους πιστεύει αυτός, την λυπήθηκαν και τις γιάτρεψαν τις πληγές. Στη συνέχεια, θέλοντας να την ταπεινώσει, διατάζει να διαπομπευτεί  γυμνή. Όμως, ενώ έβγαζαν τα ρούχα της, άλλα ωραιότερα εμφανίζονταν πάνω της. Ο ηγεμόνας, εξαγριωμένος, διέταξε τον αποκεφαλισμό της , ο οποίος και πραγματοποιήθηκε από τον ίδιο της τον πατέρα, ύστερα από επιθυμία του ίδιου. Μόλις λοιπόν, αποκεφάλισε την κόρη του, ως Θεία Δίκη, τον χτύπησε κεραυνός και πέθανε κι εκείνος.

Τον τιμωρό, αυτό, κεραυνό συμβολίζουν τα πυρά του πυροβολικού και γι΄αυτό το λόγο το 1829 μ.Χ καθιερώθηκε ως προστάτιδα του ελληνικού πυροβολικού.

Στον Πόντο, σε μικρή απόσταση από το μοναστήρι της Παναγίας Σουμελά, είχε χτιστεί εκκλησία στη μνήμη της. Κοντά στην εκκλησία της, λίγο πριν οι Τούρκοι καταστρέψουν το μοναστήρι, οι μοναχοί έκρυψαν την εικόνα της Παναγίας Σουμελά, την οποία το 1931, ο μοναχός Αμβρόσιος ξέθαψε και έφερε στην Ελλάδα.

  • Άγιος Σάββας, προστάτης από τον καρκίνο:

25519876 676982646023394 1893728967 n7

Ο Άγιος Σάββας, του οποίου η μνήμη τιμάται στις 5 Δεκεμβρίου γεννήθηκε στη Μουταλάσκη της Καππαδοκίας. Από μικρός ασπάστηκε το μοναχικό σχήμα, το οποίο και υπηρέτησε με ευσέβεια και ευλάβεια μέχρι το τέλος της ζωή του. Σε ηλικία 18 ετών ταξίδεψε στα Ιεροσόλυμα, όπου και δημιούργησε το ομώνυμο μοναστήρι, το οποίο ήταν ανδρικό και κατ΄επέκταση άβατο για τις γυναίκες.

Όσες γυναίκες το επισκέπτονται, δεν εισέρχονται στον ιερό ναό, αλλά παραμένουν στην πύλη, όπου εκεί οι μοναχοί βγάζουν τα άγια λείψανα για να τα προσκυνήσουν.  Επίσης τους προσφέρουν αγίασμα και λαδάκι για να σταυρώνονται,ώστε να παίρνουν την ευλογία του Αγίου.

Στο μοναστήρι του, επιπλέον, υπάρχει μια φοινικιά, την οποία, σύμφωνα με την παράδοση, την φύτεψε ο ίδιος ο Άγιος Σάββας. Τα φύλλα της θεωρούνται θαυματουργά, και βοηθούν κυρίως  γυναίκες που δυσκολεύονται να αποκτήσουν παιδί. Σε όσες, λοιπόν, δεν μπορούν να κάνουν παιδιά, δίνονται από τους μοναχούς  τα συγκεκριμένα φύλλα, τα οποία τα βράζουν, προκειμένου στη συνέχεια να πιουν το ρόφημά τους. Απαραίτητη προϋπόθεση ήταν, πριν καταναλώσουν το ρόφημα, να έχουν κρατήσει νηστεία. Υπάρχουν πολλές μαρτυρίες σχετικά με τη θαυματουργή λειτουργία των συγκεκριμένων φύλλων.

Εκτός, όμως, από τη βοήθεια που προσέφερε και προσφέρει στις γυναίκες που θέλουν να γευτούν την χαρά της μητρότητας, ο Άγιος Σάββας έκανε πολλά θαύματα και σε ανθρώπους που έπασχαν από καρκίνο. Ένα από τα πολλά θαύματα του έγινε σε ένα κοριτσάκι, το οποίο είχε καρκίνο στον εγκέφαλο. Οι γιατροί, πριν προχωρήσουν στο απαραίτητο και αναγκαίο χειρουργείο, είχαν προειδοποιήσει τους γονείς πως η κατάσταση ήταν πολύ κρίσιμη. Τότε εκείνοι, απελπισμένοι προσευχήθηκαν στον Άγιο Σάββα για κάποιο θαύμα, το οποίο και έγινε. Όταν οι γιατροί ξεκίνησαν την επέμβαση, διαπίστωσαν πως ο όγκος δεν υπήρχε! Ενημέρωσαν σχετικά για το γεγονός τους γονείς, χωρίς, όμως, να μπορούν να εξηγήσουν τι ακριβώς είχε συμβεί. Οι γονείς του παιδιού, όμως, ήξεραν πως ο Άγιος Σάββας είχε κάνει το θαύμα του.

Ο Άγιος Σάββας, του οποίου του είχε αποδοθεί το προσωνυμιών Ηγιασμένος, κοιμήθηκε στις 5 Δεκεμβρίου, σε ηλικία 94 ετών στο μοναστήρι του, στην Ιερουσαλήμ

 

  • Άγιος Μόδεστος, προστάτης των ζώων:

agios modestos 1000x650

Ο Άγιος Μόδεστος, Ιερομάρτυρας και Πατριάρχης Ιεροσολύμων γεννήθηκε το 300 μ.Χ. στη Σεβάστεια του Πόντου. Οι γονείς του ήταν ο Ευσέβιος και η Θεοδούλη, ορθόδοξοι χριστιανοί. Όταν έγινε πέντε μηνών ο Μοδέστος, ο Ευσέβιος κατηγορήθηκε ως αντιβασιλικός και εχθρός του Μαξιμιανού και συνελήφθη. Όταν το έμαθε η Θεοδούλη, πήρε το μικρό μωρό της στην αγκαλιά και κατευθύνθηκε στις φυλακές όπου ήταν ο σύζυγός της. Εκεί, αφού πλήρωσε πρώτα τους φρουρούς και την άφησαν να μπει μέσα στη φυλακή με το μωρό της, αποφάσισε με τον Ευσέβιο να έχουν ένα κοινό τέλος, και παρακάλεσαν την Παναγία να τους βοηθήσει. Έτσι κι έγινε. Το πρωί ο δεσμοφύλακας καθώς πήγε να τους δώσει ψωμί, τους βρήκε νεκρούς με το νήπιο ζωντανό ανάμεσά τους. Το νήπιο λίγο αργότερα ο δεσμοφύλακας το έδωσε σε έναν ειδωλολάτρη άρχοντα.

Σε ηλικία δεκατριών ετών περίπου, μαθαίνει από τον ίδιο τον άρχοντα την αλήθεια για τους γονείς του και αποφασίζει να βαπτιστεί χριστιανός.

Σε αυτό συνετέλεσε και κάποιος χριστιανός χρυσοχόος από την Αθήνα, ο οποίος ανέλαβε τη φροντίδα του νεοφώτιστου Μοδέστου, τον έφερε στην Αθήνα και τον αγκάλιασε σαν παιδί του. Ο Μόδεστος παρόλα αυτά αντιμετωπίζει τη ζήλια των δυο παιδιών του χρυσοχόου, καθώς ήταν προικισμένος με αρετές. Μετά το θάνατο των θετών του γονιών, τα αδέλφια τον πουλάνε ως δούλο στην Αίγυπτο.

Ο Θεός όμως δεν τον εγκατέλειψε. Ο Μόδεστος κατάφερε να κάνει χριστιανό τον αφέντη που τον αγόρασε και έτσι ελευθερώθηκε. Φεύγοντας από την Αίγυπτο κατευθύνθηκε για προσκύνημα στους Αγίους Τόπους. Εκεί ο λαός των Ιεροσολύμων είδε ένα θαυμαστό γεγονός: οι πύλες του Παναγίου Τάφου άνοιξαν μπροστά στο Μόδεστο! Ο κόσμος βλέποντας αυτό το θεάρεστο γεγονός τον εξέλεξαν αρχιεπίσκοπο Μητρός Εκκλησίας, διάδοχο του Αγίου Ιακώβου του Αδελφοθέου.
Πέρα από τα χαρίσματα που είχε ήδη, ο Θεός του επιφύλασσε άλλο ένα: τη θεραπεία των κατοικίδιων ζώων, και ιδιαίτερα τα βόδια και τους ημιόνους. Άλλωστε, και κατά τη διάρκεια του μαρτυρίου του πραγματοποίησε θαυμαστά γεγονότα που σχετίζονταν με τα ζώα. Κάποτε ενώπιον του βασιλιά, ομολογούσε την πίστη του στον αληθινό θεό. Ο βασιλιάς διέταξε τους στρατιώτες να δέσουν τον Μοδέστο σε δύο άγριους ημιόνους και να τους αφήσουν να τρέξουν, προκειμένου να διαμελισθεί το σώμα του επάνω στις πέτρες. Ο Άγιος Μόδεστος, όμως, σήκωσε το χέρι του προς τους ημιόνους, τους ευλόγησε και τότε αυτοί έφυγαν, αφήνοντάς τον λυμένο και αβλαβή. Αυτό εξόργισε τον βασιλιά, ο οποίος διέταξε να τον ξαναδέσουν στους ημιόνους, όχι μόνο απ’ τα χέρια αλλά και απ’ τα πόδια, και να χτυπήσουν με πολλή δύναμη τα ζώα, ώστε να τρέξουν. Ο μάρτυρας του Χριστού έλεγε, καθώς τον έσερναν οι ημίονοι: «Εάν ο Θεός είναι μαζί μας, κανείς δεν είναι εναντίον μας».

Κάποιος βοσκός βλέποντας τον Άγιο κι αναγνωρίζοντάς τον, τον πλησίασε και τού είπε: «Λυπήσου με, πάτερ, και βοήθησε με, ώστε με τις ευχές σου ν’ αποκτήσω ένα μοσχάρι». Εκείνη τη στιγμή ο Άγιος Μόδεστος πρόσταξε τους άγριους ημιόνους να σταματήσουν να τον τραβούν. Κάλεσε τότε το βοσκό να πλησιάσει μαζί με το κοπάδι του κι ευχήθηκε: «Ο Θεός, που ευλόγησε τα βόδια και τα πρόβατα του Αβραάμ, να σου χαρίζει κάθε χρόνο δύο μοσχάρια, ένα αρσενικό κι ένα θηλυκό». Αμέσως μετά ο βοσκός αποχώρησε ευχαριστημένος και ο Άγιος διέταξε τους ημιόνους να επιστρέψουν στο μέρος απ’ όπου είχαν ξεκινήσει να τον σέρνουν. Βλέποντας αυτό το γεγονός ο βασιλιάς εξαγριώθηκε ακόμα περισσότερο.

Ανείπωτα ήταν τα βασανιστήρια πού επακολούθησαν: έμπηξαν καρφιά στα πόδια του, τον λιθοβόλησαν, τον έριξαν σ’ ένα λέβητα με καυτό μολύβι, τον έδεσαν σε μία κολόνα και άναψαν γύρω του μεγάλη φωτιά, αφού πρώτα άλειψαν το κεφάλι του με πίσσα και λάδι. Τίποτε, όμως, απ’ αυτά δεν κατέβαλε τον Άγιο μάρτυρα. Και τότε ο βασιλιάς διέταξε τον αποκεφαλισμό του.
Λίγο πριν από το τέλος του, ο Άγιος Μόδεστος προσευχήθηκε και τα τελευταία του λόγια ήταν: «Κύριε Ιησού Χριστέ, δημιουργέ τού φωτός, καταξίωσόν με της Βασιλείας Σου. Σέ, Δέσποτα, και μόνον επόθησεν η ψυχή μου και για Σένα κατεφρόνησα το θάνατο και τα βασανιστήρια. Μη με κρίνεις λοιπόν, ανάξιο των αγαθών Σου, φιλάνθρωπε, και δέομαί Σου, όποιος με επικαλεστεί και με εορτάζει και όποιος αναγνώσει το Μαρτύριό μου, βοήθησέ τον πάντοτε, χάριζέ του πλούσια τα ελέη σου και αποδίωξε από τον οίκον αυτού και από όλα τα ζώα του κάθε βλάβη και ασθένεια και πλήθυνέ τα, όπως ευλόγησες και επλήθυνες τα ποίμνια του Αβραάμ, του Ισαάκ, του Ιακώβ και όλων των δούλων Σου, διότι είσαι ευλογητός στους αιώνες. Αμήν». Ύστερα ο Άγιος Μοδέστος προτρέπει το δήμιο να τον αποκεφαλίσει.

Η μνήμη του εορτάζεται στις 18 Δεκεμβρίου· ημέρα που αποκεφαλίστηκε ο Άγιος, το 374 μ.Χ., στο 74ο έτος της ζωής του.

 

  • Άγιος Ευγένιος, ο προστάτης της Τραπεζούντας:

agios eygenios

Γιορτάζει στις 21 Ιανουαρίου.

Ο Άγιος Ευγένιος κατά πολλούς είναι το καύχημα του Πόντου. Γεννήθηκε στην Τραπεζούντα, εξού και το προσωνύμιο «Τραπεζούντιος» που του έχει αποδοθεί και ήταν γόνος αριστοκρατικής οικογένειας. Έζησε την εποχή όπου διοικητής της Καππαδοκίας ήταν ο Λυσίας, ο οποίος ήταν σκληρός διώκτης των χριστιανών και πιστός στην περσική θεότητα του «Μίθρα», που τότε ήταν πολιούχος της Τραπεζούντας.  Έτσι, λοιπόν, όσοι πίστευαν στην νέα θρησκεία, τον χριστιανισμό δηλαδή, υπέστησαν φρικτά βασανιστήρια.

Κάτοικοι, λοιπόν, της Τραπεζούντας, πιστοί στον Λυσία και στη θρησκεία του, καταγγέλλουν τον Άγιο Ευγένιο και τους συναθλητές του, Ουαλεριανό, Κανίδιο και Ακύλα, ότι διδάσκουν και μιλούν για τον χριστιανισμό. Αρχικά συλλαμβάνουν τον Ακύλα, ο οποίος, παραδέχθηκε την πίστη του στον Ιησού Χριστό και άθελά του προδίδει τον Κανίδιο και τον Ουαλεριανό. Οι τρεις τους, λοιπόν, αφού φυλακίστηκαν, βασανίστηκαν, ύστερα από υπόδειξη του Λυσία, στον οποίο, όταν παρουσιάστηκαν ομολόγησαν την πίστη τους στον Εσταυρωμένο.

Ο Ευγένιος τότε κατάφερε να ξεφύγει και κρυβόταν σε μια σπηλιά στο δάσος, μέχρις ότου του παρουσιάστηκε ο Χριστός, ο οποίος τον ενθάρρυνε να φανερωθεί και να ομολογήσει την πίστη του. Έτσι κι έγινε. Ο «Τραπεζούντιος» προκαλεί, ουσιαστικά, τη σύλληψή του και οδηγείται ενώπιον του Λυσία, όπου ομολογεί την πίστη του στον Χριστό. Όπως ήταν αναμενόμενο βασανίζεται και οδηγείται στην φυλακή.

Ο Λυσίας, ωστόσο, προκειμένου να τον πείσει να αλλάξει τη θρησκεία του, τον καλεί να αποδείξει την πίστη του. Ο Άγιος Ευγένιος οδηγείται σε έναν ειδωλολατρικό ναό. Όσο προσεύχεται, τρία ειδωλολατρικά αγάλματα θρυμματίζονται, εντυπωσιάζοντας όσους παραβρίσκονταν στο ναό. Τότε πολλοί άρχισαν να πιστεύουν στη νέα θρησκεία. Ο Λυσίας, όπως ήταν αναμενόμενο, εξοργίζεται, με αποτέλεσμα να διατάξει να ετοιμαστεί μια κάμινος και να ριχθούν μέσα, τόσο ο Άγιος Ευγένιος, όσο και οι συναθλητές του. Η φωτιά, όμως, σβήνει και όταν, λίγες μέρες αργότερα, οι δήμιοι πάνε στο μέρος όπου τους είχαν ρίξει, τους αντίκρισαν σώους. Αυτό είχε ως αποτέλεσμα να αλλάξουν πίστη, επηρεαζόμενοι και εντυπωσιασμένοι από το θαύμα. Εξοργισμένος, μετά και από αυτό το θαύμα ο Λυσίας, διατάζει τον αποκεφαλισμό των Ουαλεριανό, Κάνδιδο και Ακύλα και τη σταύρωση του Ευγένιου. Ως εκ θαύματος πάλι, ο Ευγένιος ελευθερώνεται και οι πληγές του θεραπεύονται. Οι συγκρατούμενοί του, άφωνοι από το μεγαλείο του θαύματος, προσέρχονται και αυτοί στο χριστιανισμό.  Ο Λυσίας αποδίδει αυτό το θαύμα στη μαγεία και διατάζει τον αποκεφαλισμό του Αγίου, ο οποίος πραγματοποιείται στις 21 Ιανουαρίου 292 μ.Χ., την ημέρα, δηλαδή, που τιμάται και η μνήμη του. Το σκήνωμά του κλάπηκε από πιστούς του χριστιανισμού και τάφηκε κοντά στον τόπο του μαρτυρίου του, όπου οι χριστιανοί έχτισαν ναό προς τιμήν του. Στο ναό αυτό, στέφονταν οι βασιλείς του Πόντου.

  • Άγιος Γεώργιος Καρσλίδης

agios georgos karslidis

Γιορτάζει στις 4 Νοεμβρίου.

Ο Όσιος Γεώργιος Καρσλίδης γεννήθηκε το 1901 μ.Χ. στην Αργυρούπολη του Πόντου και το βαφτιστικό του όνομα ήταν Αθανάσιος.
Έμεινε από μικρός ορφανός και μάλιστα οι γονείς του πέθαναν την ίδια ημέρα. Όμως, αμέσως φανερώθηκαν τα σημεία της κλήσεως και της χάριτος. Γαλουχημένος από την ευσεβέστατη μάμμη του με την παραδειγματική ποντιακή ευσέβεια, μόλις στάθηκε στα πόδια του και άρχισε να μιλάει έδειξε ότι διέφερε των άλλων παιδιών και ότι ήταν αφοσιωμένος στον Θεό. Παιδί ακόμα, προσεύχονταν συνεχώς, έκανε νηστείες και επτά χρονών πήγε και προσκύνησε την Παναγιά του Σουμελά. Δόκιμος μοναχός έγινε σε ηλικία μόλις εννέα ετών.
Η κουρά του σε Μοναχό έγινε το 1919 μ.Χ. σε ηλικία 18 ετών και στην συνέχεια χειροτονήθηκε Διάκονος.
Τις τραγικές ημέρες του διωγμού της Εκκλησίας από τους κομμουνιστές στην Γεωργία, ο νεαρός Ιεροδιάκονος συνελήφθη ως «εχθρός του λαού», υπέστη φυλακίσεις, ταπεινώσεις, ευτελισμούς, δημόσιες διαπομπεύσεις και ανήκουστους βασανισμούς. Καταδικάσθηκε μάλιστα σε θάνατο και τουφεκίστηκε, αλλά διεσώθη θαυματουργικώς!
Το 1925 μ.Χ. χειροτονήθηκε Πρεσβύτερος και Πνευματικός, ενώ το 1929 μ.Χ. ήρθε, μετά από πολλές περιπέτειες στη Σίψα (στο συνοικισμό των Ταξιαρχών Δράμας) της Ελλάδας, όπου έζησε τα τελευταία τριάντα, από τα πενήντα οκτώ χρόνια της ζωής του.
Καταδικάσθηκε και πάλι σε θάνατο το 1941 μ.Χ. από τους εκ βορρά ομόδοξους εισβολείς και σώθηκε και πάλι θαυματουργικώς, για να συνεχίσει την Οσιακή του ζωή μέχρι την ημέρα της κοίμησης του, στις 4 Νοεμβρίου 1959 μ.Χ.

 

  • Άγιος Παΐσιος, ο Αγιορείτης

paisios

Ο Παΐσιος ο Αγιορείτης, κατά κόσμον Αρσένιος Εζνεπίδης, γεννήθηκε στα Φάρασα της Καππαδοκίας, στις 25 Ιουλίου του 1924. Ο πατέρας του ονομαζόταν Πρόδρομος και ήταν πρόεδρος των Φαράσων, ενώ η μητέρα του λεγόταν Ευλαμπία. Ο Γέροντας είχε ακόμα 8 αδέλφια.

Στις 7 Αυγούστου του 1924, μια εβδομάδα πριν οι Φαρασιώτες φύγουν για την Ελλάδα, ο Γέροντας βαφτίστηκε από τον Άγιο Αρσένιο τον Καππαδόκη. Ο οποίος επέμεινε και του έδωσε το δικό του όνομα «για να αφήσει καλόγερο στο πόδι του», όπως χαρακτηριστικά είχε πει…

Πέντε εβδομάδες μετά τη βάπτιση του μικρού τότε Αρσένιου, στις 14 Σεπτεμβρίου του 1924 η οικογένεια Εζνεπίδη, μαζί με τα καραβάνια των προσφύγων, έφτασε στον Άγιο Γεώργιο στον Πειραιά. Στη συνέχεια πήγε στην Κέρκυρα, όπου και τακτοποιήθηκε προσωρινά στο Κάστρο. Στην Κέρκυρα η οικογένειά του έμεινε ενάμιση χρόνο.

Στη συνέχεια μεταφέρθηκαν στην Ήπειρο, συγκεκριμένα στην Ηγουμενίτσα και κατέληξαν στην Κόνιτσα. Εκεί ο Αρσένιος τελείωσε το δημοτικό σχολείο και πήρε το απολυτήριο του με βαθμό οκτώ και διαγωγή «εξαίρετο».

Από μικρός συνεχώς είχε μαζί του ένα χαρτί, στο οποίο σημείωνε τα θαύματα του Αγίου Αρσενίου. Έδειχνε ιδιαίτερη κλίση προς τον μοναχισμό και διακαώς επιθυμούσε να μονάσει. Οι γονείς του χαριτολογώντας, του έλεγαν «βγάλε πρώτα γένια και μετά θα σε αφήσουμε».

Στο διάστημα που μεσολάβησε μέχρι να υπηρετήσει στον στρατό, ο Αρσένιος δούλεψε σαν ξυλουργός. Όταν του παραγγελνόταν να κατασκευάσει κάποιο φέρετρο, ο ίδιος συμμεριζόμενος την θλίψη της οικογένειας, αλλά και τη φτώχεια της εποχής, δεν ζητούσε χρήματα.

Το 1945 ο Αρσένιος κατατάχτηκε στον στρατό και υπηρέτησε σαν ασυρματιστής, κατά τον Ελληνικό εμφύλιο. Όσο καιρό δεν ήταν ασυρματιστής, ζητούσε να πολεμεί στην πρώτη γραμμή, προκειμένου κάποιοι οικογενειάρχες, να μην βλαφτούν. Το μεγαλύτερο όμως διάστημα της θητείας του το υπηρέτησε με την ειδικότητα του ασυρματιστή. Απολύθηκε από το στρατό το 1949.

Ο πατέρας Παΐσιος πρώτη φορά εισήλθε στο Άγιο Όρος για να μονάσει το 1949, αμέσως μετά την απόλυσή του από το στρατό. Όμως επέστρεψε στα κοσμικά για ένα χρόνο ακόμα, προκειμένου να αποκαταστήσει τις αδελφές του.

Έτσι το 1950 πήγε στο Άγιο Όρος. Η πρώτη μονή στην οποία κατευθύνθηκε και παρέμεινε για ένα βράδυ ήταν η Μονή Αγίου Ιωάννου του Θεολόγου στις Καρυές. Εν συνεχεία κατέλυσε στη σκήτη του Αγίου Παντελεήμονος, στο κελί των Εισοδίων της Θεοτόκου. Εκεί θα γνωρίσει τον πατέρα Κύριλλο, που ήταν Ηγούμενος στη μονή και θα τον ακολουθήσει πιστά.

Το 1956, χειροθετήθηκε «Σταυροφόρος» και πήρε το «Μικρό Σχήμα». Τότε ήταν τελικά που ονομάστηκε και «Παΐσιος», χάρη στο Μητροπολίτη Καισαρείας Παΐσιο τον Β΄, ο οποίος ήταν και συμπατριώτης του.

Το 1958, ύστερα από «εσωτερική πληροφόρηση», πήγε στο Στόμιο Κονίτσης. Εκεί πραγματοποίησε έργο το οποίο αφορούσε στους ετερόδοξους. Αλλά περιελάμβανε και τη βοήθεια των βασανισμένων και φτωχών Ελλήνων. Είτε με φιλανθρωπίες, είτε παρηγορώντας τους και στηρίζοντας τους ψυχολογικά, με αιχμή το λόγο του Ευαγγελίου.

Από εκεί πήγε στο Όρος Σινά, στο κελί των Αγίων Γαλακτίωνος και Επιστήμης. Ο Γέροντας εργαζόταν ως ξυλουργός και ό,τι κέρδιζε το έδινε σε φιλανθρωπίες στους Βεδουίνους, ιδίως τρόφιμα και φάρμακα.

Το 1964 επέστρεψε στο Άγιο Όρος, από όπου δεν ξαναέφυγε ποτέ. Η σκήτη η οποία τον φιλοξένησε ήταν η Ιβήρων. Στο διάστημα που παρέμεινε εκεί, και συγκεκριμένα το 1966, ασθένησε σοβαρά και εισήχθη στο Νοσοκομείο Παπανικολάου στη Θεσσαλονίκη. Υποβλήθηκε σε εγχείρηση, με αποτέλεσμα μερική αφαίρεση των πνευμόνων. Στο διάστημα μέχρι να αναρρώσει και να επιστρέψει στο Άγιο Όρος, φιλοξενήθηκε στην Μονή Αγίου Ιωάννη του Θεολόγου, στη Σουρωτή. Επέστρεψε στο Άγιο Όρος μετά την ανάρρωσή του, και το 1967 μετακινήθηκε στα Κατουνάκια. Συγκεκριμένα στο Λαυρεώτικο κελί του Υπάτου.

Ήδη το όνομά του έχει αρχίσει να γίνεται αρκετά γνωστό μακριά από το Όρος. Κάθε λογής βασανισμένοι άνθρωποι οδηγούνταν σε αυτόν, μαθαίνοντας για ένα χαρισματικό μοναχό, που ονομάζεται Παΐσιος. Το επόμενο έτος μεταφέρεται στη Μονή Σταυρονικήτα. Βοηθάει σημαντικά σε χειρονακτικές εργασίες, συνεισφέροντας στην ανακαίνιση του μοναστηριού. Συχνά μάλιστα βοηθάει ως ψάλτης στη Σκήτη Τιμίου Προδρόμου το Γέροντα Τύχωνα. Οι δύο γέροντες ανέπτυξαν δυνατή φιλία, η οποία τερματίσθηκε με την κοίμηση του Γέρωντα Τύχωνα το 1968.

Ο Παΐσιος έμεινε στο κελί του Γέροντα Τύχωνα για ένδεκα έτη μετά την κοίμησή του. Πράγμα που ήταν επιθυμία του φίλου του, λίγο πριν πεθάνει.

Το 1979 αποχώρησε από την σκήτη του Τιμίου Προδρόμου και κατευθύνθηκε προς την Μονή Κουτλουμουσίου. Εκεί εισχώρησε στή μοναχική αδελφότητα ως εξαρτηματικός μοναχός. Η Παναγούδα ήταν μια σκήτη εγκαταλελειμμένη και ο Παΐσιος εργάστηκε σκληρά, για να δημιουργήσει ένα κελί με «ομόλογο». Όπου και έμεινε μέχρι και το τέλος τη ζωής του.

Μετά το 1993 άρχισε να παρουσιάζει αιμορραγίες, για τις οποίες αρνούνταν να νοσηλευτεί. Λέγοντας χαρακτηριστικά ότι «όλα θα βολευτούν με το χώμα». Τον Νοέμβριο του ίδιου έτους, ο πάτερ Παΐσιος βγαίνει για τελευταία φορά από το Όρος και πηγαίνει στη Σουρωτή. Στο Ησυχαστήριο του Αγίου Ιωάννη του Θεολόγου, για τη γιορτή του Αγίου Αρσενίου (10 Νοεμβρίου). Εκεί μένει για λίγες μέρες και ενώ ετοιμάζεται να φύγει, ασθενεί και μεταφέρεται στο Θεαγένειο. Όπου του γίνεται διάγνωση για όγκο στο παχύ έντερο. Στις 4 Φεβρουαρίου του 1994 ο γέροντας χειρουργείται.

Παρότι η ασθένεια δεν σταμάτησε (παρουσίασε μεταστάσεις στους πνεύμονες και στο ήπαρ), ο Γέροντας ανακοίνωσε την επιθυμία του να επιστρέψει στο Άγιο Όρος στις 13 Ιουνίου 1994. Ο υψηλός πυρετός όμως και η δύσπνοια τον ανάγκασαν να παραμείνει.

Στο τέλος του Ιουνίου οι γιατροί του ανακοινώνουν ότι τα περιθώρια ζωής του ήταν δύο με τρεις εβδομάδες το πολύ. Τη Δευτέρα 11 Ιουλίου 1994 (γιορτή της Αγίας Ευφημίας) ο Γέροντας κοινώνησε για τελευταία φορά γονατιστός μπροστά στο κρεβάτι του. Τις τελευταίες μέρες της ζωής του αποφάσισε να μην παίρνει φάρμακα ή παυσίπονα, παρά τους φρικτούς πόνους της ασθένειάς του.

Τελικά την Τρίτη 12 Ιουλίου 1994 και ώρα 11:30 το βράδυ, την ησυχία τάραξε μια δυνατή βροντή! Κατόπιν με συνεχείς αστραπές φωτιζόταν όλο το Άγιον Όρος.

Το απόγευμα έγινε γνωστό ότι ο Γέροντας είχε περάσει πλέον στην αιωνιότητα..

 

Αλλά και πολλοί άλλοι Άγιοι κατάγονται από τον Πόντο π.χ

Πηγές: