Ελιά/Λάδι Παροιμίες-Ποιήματα-Αινίγματα
ΑΙΝΙΓΜΑΤΑ
Δεν πεθαίνει κι αν περάσουν
Χρόνια εκατό και χίλια.
Μας χορταίνει μας φροντίζει
Μας ανάβει τα καντήλια.
Τι είναι;
Στα δέντρα πάνω κρέμεται
Στις εκκλησιές κοιμάται
Και τα χρυσά της κόκαλα
Μες στη φωτιά τα βάζω.
Τι είναι;
Από κλαδάκι κρέμεται
Στην αγορά πουλιέται
Το εξωτερικό της τρώγεται
Το μέσα της πετιέται.
Τι είναι;
Μάνα και θυγατέρα
Είμαι του ήλιου η θυγατέρα
Η πιο απ’όλες χαϊδευτή,
Χρόνια η αγάπη του πατέρα
Σ’αυτόν τον κόσμο με κρατεί.
Όσο να γύρω νεκρωμένη
Αυτόν το μάτι μου ζητεί.
Ειμ’ η ελιά η τιμημένη.
Όπου κι αν λάχω κατοικία
Δε μ’ απολείπουν οι καρποί,
ως τα βαθειά μου γηρατεία
Δε βρίσκω στη δουλειά ντροπή..
Μ’έχει ο Θεός ευλογημένη
Κι είμαι γεμάτη προκοπή.
Ειμ’ η ελιά η τιμημένη.
Φρίκη ερημιά νερό σκοτάδι
Τη γη εθάψαν μια φορά
Εμε, ζωής φέρνει σημάδι
Στο Νώε η περιστερά.
Όλης της γης ειχα γραμμένη
Την ομορφάδα, τη χαρά.
Ειμ’ η ελιά η τιμημένη.
Εδώ στον ίσκιο μου αποκάτου
Ηρθ’ ο Χριστός ν’ αναπαυθεί
Κι ακούστήκ’ η γλυκιά λαλιά του
Λίγο προτού να σταυρωθεί.
Το δάκρυ του δροσιά αγιασμένη
Έχει στη ρίζα μου χυθεί.
Ειμ’ η ελιά η τιμημένη.
Και φως πραότατο χαρίζω
Εγώ στην άγρια τη νυχτιά
Τον πλούτο πια δε τον φωτίζω
Συ μ’ευλογείς φτωχολογιά.
Κι αν απ’ τον άνθρωπο διωγμένη
Φέγγω μπροστά στην Παναγιά.
Ειμ’ η ελιά η τιμημένη.
ΠΟΙΗΜΑ ΤΟΥ ΟΔΥΣΣΕΑ ΕΛΥΤΗ
Ε, σεις στεριές και θάλασσες
τ’ αμπέλια κι οι χρυσές ελιές
ακούστε τα χαμπέρια μου
μέσα στα μεσημέρια μου.
Σ’ όλους τους τόπους κι αν γυρνώ
Καθημερινές παραβολικές φράσεις του λαού που αποδεικνύουν περίτρανα πόσο βαθιές άμεσα συνδεδεμένα είναι με τους Έλληνες η ελιά και το ελαιόλαδο.
- Μου έβγαλαν το λάδι (με ταλαιπώρησαν)
Το λάδι βγαίνει από τον καρπό με την έκθλιψη (συμπίεση) του μέχρι το σημείο να σπάσει σε πολλά μικρά κομμάτια.
- Μην ρίχνεις λάδι στη φωτιά (μην εξωθείς τα πράγματα στα άκρα)
Όταν ρίχνουμε λάδι στην φωτιά φουντώνει. Έτσι χρησιμοποιούμε την έκφραση αυτή όταν θέλουμε να δείξουμε ότι ενώ τα πράγματα δεν πάνε όπως θέλουμε, με τους χειρισμούς μας τα χειροτερεύουμε.
- Έκανε λαδιά (έκανε κάτι ανάρμοστο)
Το λάδι αν πέσει σε κάποιο ρούχο αλλοιώνει εισχωρεί άμεσα στις ίνες του ρούχου, ενώ αντίστοιχα βγαίνει δύσκολα και συχνά αφήνει μόνιμα σημάδια. Έτσι χρησιμοποιεί ο λαός αυτήν την έκφραση για να δείξει ότι μέσα στην καθημερινή φυσική ροή των πραγμάτων κάποιος έκανε κάτι ασυνήθιστο το οποίο θα αλλοιώσει τα πράγματα και θα αφήσει «σημάδι».
- Η θάλασσα είναι λάδι (είναι ήσυχη)
Το λάδι είναι από τα υγρά που έχουν την τάση να απορροφούν γρήγορα τους κυματισμούς και τείνουν να διατηρούν μια τέλεια ηρεμία.
- Το λάδι του τελείωσε (πέθανε)
Στην ελληνική παράδοση πιστεύεται ότι για κάθε άνθρωπο υπάρχει κάπου ένα λυχνάρι που διατηρείται αναμμένο όσο ζει.
Όταν όμως τελειώσει το λάδι του που συντηρεί την φωτιά τότε αυτή σβήνει και ο άνθρωπος πεθαίνει.
Ίσως εξαιτίας αυτής της παράδοσης διατηρείται μέχρι σήμερα το πανάρχαιο έθιμο να ανάβουν ένα καντήλι οι άνθρωποι σε αυτόν που έφυγε το οποίο φροντίζουν να συντηρούν άσβεστο ανανεώνοντας το λάδι του ώστε να δείξουν ότι κρατούν ζωντανή την μνήμη του.
- Τον λάδωσε (τον δωροδόκησε)
Κλασικός όρος που μεταφορικά λέει ότι με την βοήθεια χρημάτων ή με κάποιο δώρο κάποιος επηρέασε την γνώμη ή την απόφαση κάποιου άλλου.
Χρησιμοποιείται συχνά στις μέρες μας για να δείξει ότι με την βοήθεια χρημάτων συχνά κάποιος κινεί τον «σκουριασμένο» κρατικό μηχανισμό τα οποία στην περίπτωση αυτή παίζοντας συμβολικά τον ρόλο του λαδιού βοηθούν την «σκουριασμένη» μηχανή να δουλέψει.
- Αυτός βγήκε λάδι (τη γλίτωσε)
Κινδύνευε από κάτι (συνήθως από κάποια κατηγορία) και γλίτωσε.
Όταν αναμείξουμε λάδι με νερό, συνήθως το λάδι βγαίνει στην επιφάνεια (δεν πάει στον πάτο, δεν αναμιγνύεται, δεν «πνίγεται»). Έτσι αν κάποιος κατηγορείται για κάτι και γλιτώσει, συχνά ο λαός λέει μεταφορικά «αυτός βγήκε λάδι».
- Να σε κάνω λάδια-ξύδια (να σε μεταφέρω στον ώμο μου παίζοντας)
Την φράση αυτή χρησιμοποιούμε συνήθως παίζοντας με μικρά παιδιά.
Παλιά μεταφέρανε σε ασκούς το λάδι και το ξύδι στην πλάτη τους, τα οποία συγκρατούσαν με τα χέρια στο ύψος του ώμου, από την λαβή (συχνά το στόμιο) που έχει το ασκί.
Έτσι με τον ίδιο τρόπο κρατούσαν τα μικρά παιδιά και τα μεταφέρανε μικρές αποστάσεις παίζοντας “λάδια-ξύδια το κοπέλι να το πάω όπου θέλει.”
- Να λαδώσει λίγο το αντεράκι μου (να φάω καλό φαγητό)
Τα παλαιά χρόνια θεωρούσαν καλό φαγητό το λαδερό φαγητό, μιας και το λαδί συμμετείχε σε όλα σχεδόν τα μαγειρεμένα φαγητά για τα οποία είναι και ξακουστή η μεσογειακή διατροφή.
Έτσι όταν κάποιος έτρωγε καλό φαγητό συχνά χρησιμοποιούσε την φράση «Λάδωσε το άντερο μου».
- Αυτός είναι σαν τον λαδοπόντικο (είναι ατημέλητος)
Αφήστε μια απάντηση