Μέσ’ στην απαίσια παγωνιά στης νύχτας το σκοτάδι,
της διαβατάρας νειότης μας, στερνό, φριχτό ρημάδι,
ανάλαφρα ξεψύχησε ο χρόνος μας και πάλι
και τώρα με τη χαραυγή νέα ζωή προβάλλει.
Ξεψύχησε συμπαίρνοντας στο γοργοπέρασμά του
κάθε μας όνειρο χρυσό, κάθε αγνή ελπίδα,
σιγόσβυσε σκεπάζοντας κάθ’ ευτυχιάς αχτίδα,
και σπέρνοντας τριγύρω μας τη φρίκη του θανάτου.
Τώρα πιστός ακλουθητής, στην καταλύτρα μοίρα,
μέσ’ στη ροδένια χαραυγή μέ υπερτέλεια κάλλη,
σκορπώντας λύπη και χαρά, η νιά χρονιά προβαίνει!
Στη διάβα της γλυκοξυπνά κάθε ψυχή θαμένη,
αναγεννώντας όνειρα και νιές ελπίδες πάλι
κι’ απ’ όλα μόνο ή δύστυχη ψυχή μου μένει στείρα!