Τον τελευταίο καιρό ακούω πολύ συχνά από συναδέλφους (και όχι μόνο) ερωτήσεις όπως:
«Μα τι νόημα έχουν οι κινητοποιήσεις των Σωματείων πια»;
«Τι θέλετε; Να φύγουν αυτοί και να έρθουν … ποιοι ακριβώς»;
Ή χειρότερα:
«Ξέρουμε πως σε κάποιους σαν εσάς δεν αρέσει η αστική δημοκρατία. Νομίζετε όμως πως με μια-δυο απεργίες θα φέρετε… τη Σοβιετία Νο. 2; Λες και δεν έχουμε δει που μας οδήγησε η πρώτη.»
«Τι άλλο ζητάτε; Αφού έχει έρθει πια το “τέλος της Ιστορίας”. Δεν το έχετε πάρει χαμπάρι μερικοί;»
Και πάει λέγοντας…
Θυμήθηκα λοιπόν ένα ποίημα που οι υπηρετούντες φιλόλογοι το διδάσκουν στη Β’ Λυκείου. Είναι γραμμένο απ’ τον Γ. Σεφέρη υπό τον τίτλο «Τελευταίος σταθμός» κι απ’ αυτό κρατάω το παρακάτω μικρό απόσπασμα:
«Στα σκοτεινά πηγαίνουμε στα σκοτεινά προχωρούμε…».
Οι ήρωες προχωρούν στα σκοτεινά.
Ο Σεφέρης, ο ένας απ’ τους νομπελίστες ποιητές μας και διπλωμάτης στο επάγγελμα· έγραψε το εν λόγω ποίημα τον Οκτώβρη του 1944 περιμένοντας να επιστρέψει στην Ελλάδα, η οποία σε λίγο θα ελευθερώνονταν απ’ τους Ναζί. Η χώρα μας απελευθερώθηκε χάρη στους αγώνες Ελλήνων που παρέμειναν εκεί στην Κατοχή και έδωσαν το αίμα τους γι’ αυτόν τον σκοπό. Σ’ αυτούς αναφέρεται ο ποιητής αποκαλώντας τους ήρωες. Αυτούς τους στίχους, ένας άλλος φιλόλογος, ο Κωνσταντίνος Μάντης τους καταλαβαίνει έτσι:
“Αγωνίζονταν και πάλευαν κατά των Γερμανών, χωρίς εγγυήσεις και χωρίς φτηνές προσδοκίες κέρδους, όπως έκαναν οι καιροσκόποι πολιτικοί. Οι Έλληνες αγωνίζονταν για την ελευθερία τους, έστω κι αν ο αγώνας τους έμοιαζε καταδικασμένος, έστω κι αν δεν μπορούσαν να ξέρουν τι θα φέρει η επόμενη μέρα, μετά την αδιανόητη καταστροφή που είχε χτυπήσει τη χώρα τους.
Οι ήρωες επομένως προχωρούν στα σκοτεινά, γιατί δεν θυσιάζονται προσδοκώντας το κέρδος και γιατί δεν έχουν ανάγκη από εγγυήσεις για να παλέψουν για την πατρίδα τους.”
Και μήπως έτσι δεν ήταν; Όταν οι πατριώτες του ΕΛΑΣ, του ΕΔΕΣ και του συντάγματος 5/42 σκοτωνόντουσαν για να διώξουν τους κατακτητές απ’ τα χώματα των προγόνων, γνώριζαν μήπως ποιοι θα έρθουν να κυβερνήσουν κατόπιν; Είχαν άραγε την παραμικρή υποψία για τις συμφωνίες που έμελε να υπογραφούν σε Γιάλτα και Πότσνταμ; Ή μπας και αδημονούσαν για την επιστροφή των … φευγάτων στο Κάιρο; Όχι φυσικά! Το μόνο για το οποίο πάλευαν ήταν για την ελευθερία της πατρίδας. Για να φύγουν αυτοί που απομυζούσαν τον λαό και τους φυσικούς μας πόρους. Αυτοί που μας σκότωναν. Αγωνιζόντουσαν για να τους διώξουν χωρίς να ρωτούνε τίποτα!
Κάπως έτσι λοιπόν θα απαντούσα στις ερωτήσεις στην αρχή του παρόντος. Με τη διαφορά πως εμείς καθόλου δεν είμαστε κι ούτε διεκδικούμε να θεωρούμαστε ήρωες. Από ντροπή μόνο μπροστά σ’ εκείνους τους αληθινούς, σωστούς ήρωες του ποιητή, προχωρούμε στα σκοτεινά. Δεν μπορούμε άλλωστε να κάνουμε διαφορετικά.
“Να μιλήσω για ήρωες να μιλήσω για ήρωες: ο Μιχάλης
που έφυγε μ’ ανοιχτές πληγές απ’ το νοσοκομείο
ίσως μιλούσε για ήρωες όταν, τη νύχτα εκείνη
που έσερνε το ποδάρι του μες στη συσκοτισμένη πολιτεία,
ούρλιαζε ψηλαφώντας τον πόνο μας∙ «Στα σκοτεινά
πηγαίνουμε στα σκοτεινά προχωρούμε…»
Οι ήρωες προχωρούν στα σκοτεινά.
Λίγες οι νύχτες με φεγγάρι που μ’ αρέσουν.”
Cava dei Tirreni, 5 Οκτωβρίου ’44
Αφήστε μια απάντηση
Για να σχολιάσετε πρέπει να συνδεθείτε.