Androids do dream of electric sheep

17 Οκτωβρίου, 2024

Holocaustum ad portas (ποιος Αννίβας; )

Κάτω από: Appeals,Γενικά —— Φώτης Αλεξάκος @ 12:32 μμ

Ας αναλογιστούμε λίγο τα κάτωθι σενάρια:

1. Είσαι τουρίστας στη Βηρυτό ή έχεις πάει εκεί για δουλειά. Απολαμβάνεις το μεσημεριανό σου (κατσικάκι στον φούρνο) στο εστιατόριο κοιτάζοντας έναν καλοντυμένο κύριο να κάθεται μόνος στο διπλανό τραπέζι. “Member of the Parliament” σου ψιθυρίζει διακριτικά ο σερβιτόρος. Σκέφτεσαι πως αν και είναι η πρώτη σου φορά στο εν λόγω κατάστημα, μάλλον καλό θα είναι το φαγητό εφόσον το προτιμούν μέχρι και βουλευτές. Μόνο που πριν ακόμη καταπιεί ο τύπος την επόμενη μπουκιά φαλάφελ, όλα … ασπρίζουν! Συνέρχεσαι σ’ ένα νοσοκομείο με απίστευτους πόνους εγκαύματος σ’ όλο το σώμα. Πολύ γρήγορα μαθαίνεις ότι πέρα απ’ τα τέσσερα καμμένα άκρα σου έχεις χάσει και τα μάτια σου. Η βόμβα λευκού φωσφόρου σ’ έχει καταδικάσει να περάσεις το υπόλοιπο της ζωής σου ως ένα μισοκαμμένο κομμάτι κρέας στο κρεβάτι. Κι όλα αυτά γιατί κάποια … όντα, μερικές εκατοντάδες χιλιόμετρα μακριά απ’ το εστιατόριο, σε άλλη χώρα, η οποία δεν ήταν καν σε εμπόλεμη κατάσταση με τον Λίβανο, θεώρησαν ότι ο -κατ’ αυτούς- “τρομοκράτης”, βουλευτής της Χεζμπολά, έπρεπε να θανατωθεί με κάθε κόστος

2. Μπαίνεις στο τραμ στην Αθήνα με το 8χρονο παιδί σου. Ως συνήθως το όχημα είναι σχεδόν γεμάτο. Η μόνη ελεύθερη θέση είναι στ’ αριστερά ενός μουσάτου που μοιάζει αλλοδαπός. Ok, σκέφτεσαι και βάζεις τη μικρή να καθίσει δίπλα του μ’ εσένα όρθιο από πάνω της. Άλλωστε δεν είναι καμιά σύντομη διαδρομή για να τη βγάλει όρθιο το παιδί με τη λιγοστή υπομονή του. Κι ενώ δεν έχουν περάσει ούτε 5′ απ’ την ώρα που έχει ξεκινήσει το τραμ, ξαφνικά ένας οξύς ήχος ακούγεται να πηγάζει από μια συσκευή pager που φορά ο μουσάτος στη μέση του. Ο ήχος δυναμώνει διαρκώς ώσπου, σε δευτερόλεπτα, μια μίνι έκρηξη κόβει τον άνθρωπο στα δυο! Έντρομος βλέπεις το παιδί να κυλά στο διάδρομο κι έναν κρουνό αίματος να βγαίνει απ’ τη μεριά του συκωτιού του. Σβήνεις απ’ το σοκ. Αποτυπώνεις όμως για πάντα στο μυαλό την εικόνα του κοριτσιού σου που ξεψυχά αθόρυβα, ανοιγοκλείνοντας το στόμα του σαν ψάρι έξω απ’ το νερό. Κι όλα αυτά επειδή κάποιοι, μερικές χιλιάδες χιλιόμετρα μακριά, σε μια άλλη, σύμμαχο χώρα, θεώρησαν ότι ο γενειοφόρος ήταν εχθρός τους, “τρομοκράτης” που έπρεπε να εξοντωθεί άμεσα με κάθε κόστος.

3. Τούρκοι έποικοι στη Δερύνεια καίνε τα δένδρα που φύτεψαν Ελληνοκύπριοι μαζί με Τουρκοκύπριους το 2017 γύρω απ’ την περίκλειστη Βασιλεύουσα. Ο Τούρκος Πρόεδρος δηλώνει πως “είναι αδιαμφισβήτητο το δικαίωμα των Τούρκων πολιτών στην αυτοάμυνα“.

Και κάτι που δεν είναι σενάριο, αλλά έχει όντως ειπωθεί: “Είμαστε πάντα στη σωστή πλευρά της Ιστορίας” (Κυριάκος Μητσοτάκης, Πρωθυπουργός της Ελλάδας)

28 Μαΐου, 2024

(Ιντερλούδιο) Η αξία ποιού χρόνου;

Κάτω από: Χωρίς κατηγορία —— Φώτης Αλεξάκος @ 11:21 πμ

Αφού μας μέναν παξιμάδια

τι κακοκεφαλιά

να φάμε στην ακρογιαλιά

του ήλιου τ’ αργά γελάδια

Έφτασε και φέτος η ώρα των Πανελλήνιων Εξετάσεων. Δεκάδες χιλιάδες μαθητές, παιδιά 17-18 ετών τα περισσότερα θα διαγωνιστούν για μια θέση σε κάποιο ίδρυμα της Τριτοβάθμιας Εκπ/σης, το οποίο ελπίζουν ότι θα τους εξασφαλίσει τα πνευματικά εφόδια για μια καλύτερη ζωή. Το πως εννοεί ο καθένας το “καλύτερη ζωή” είναι φυσικά εντελώς δικό του θέμα. Σε κάθε περίπτωση, ο γράφων τυγχάνει ιδιαίτερα ευαίσθητος ως προς το γεγονός “Πανελλήνιες Εξετάσεις”, καθότι κι ο ίδιος έχει περάσει απ’ την εν λόγω κονίστρα. Μάλλον λόγω αυτής της ευαισθησίας έρχονται στον νου τέτοιον καιρό, κάθε χρόνο  διάφορες -ρομαντικές θα έλεγα- σκέψεις πάνω στο θέμα.

Τούτη τη φορά θυμήθηκα εντελώς αυθόρμητα το ποίημα του Γιώργου Σεφέρη “Οι σύντροφοι στον Άδη” και μια ερμηνεία του που διάβασα κάπου (δεν θυμάμαι που ακριβώς). Η έμπνευση του ποιήματος πιθανότατα προέρχεται απ’ τον ακόλουθο στίχο στην αρχή της Οδύσσειας:

[…]αὐτῶν γaρ σφετέρῃσιν ἀτασθαλίῃσιν ὄλοντο,

νήπιοι, οἳ κατὰ βοῦς Ὑπερίονος Ἠελίοιο

ἤσθιον· αὐτὰρ ὁ τοῖσιν ἀφείλετο νόστιμον ἦμαρ.

Για τον οποίο προτιμώ τη μετάφραση του Αργύρη Εφταλιώτη:

[…] τι από δική τους χάθηκαν οι κούφιοι αμυαλωσύνη,

του Ήλιου του Υπερίονα σαν έφαγαν τα βόδια,

κι αυτός τους πήρε τη γλυκιά του γυρισμού τους μέρα.

Σύμφωνα με κάποιους λοιπόν μελετητές του Σεφέρη, ο ποιητής φαίνεται να θέλει να πει πως κι ο Όμηρος όταν έγραφε για “τα βόδια του Ήλιου” που φαγώθηκαν από αμυαλωσύνη, εννοούσε τις ημέρες του χρόνου. Μ ‘άλλα λόγια, τιμωρήθηκαν οι “νήπιοι” σύντροφοι του Οδυσσέα διότι χαράμισαν άδικα τις μέρες του χρόνου, δηλαδή τον καιρό τους. Κάτι που θέλω να πιστεύω πως οι υποψήφιοι στις Πανελλήνιες ΔΕΝ κάνουν. Σίγουρα δεν πρέπει να το κάνουν, τουλάχιστον όχι όσο προετοιμάζονται για τις εξετάσεις τους. Αφού είναι βέβαιο πως ο χρόνος αυτής της προετοιμασίας αξίζει όλο το σέβας του μη νηπίου υποψήφιου.

Και κατόπιν αναρωτιέμαι με λίγη θλίψη: Μήπως εκείνος ο χρόνος ήταν ο μοναδικός που σεβάστηκα στην ως τώρα ζωή μου; Κι ίσως να μην πρέπει να … αρνηθώ πως μου ταιριάζει περισσότερο μιαν άλλη στροφή του Νομπελίστα ποιητή μας…

[…]

Mε τί καρδιά, με τί πνοή,
τι πόθους και τί πάθος,
πήραμε τη ζωή μας·
λάθος!
κι αλλάξαμε ζωή.

(Γιώργου Σεφέρη, «Άρνηση»)

26 Απριλίου, 2024

Αξιολογήστε τους (παρτ του)

Κάτω από: Εκπαίδευση —Με ετικέτα Φώτης Αλεξάκος @ 10:47 πμ

Ο -ας πούμε- Γιάννης, από έφηβος ήθελε να σπουδάσει Νομική. Όχι πως είχε κανένα ξεχωριστό ενδιαφέρον για την ίδια την επιστήμη που -θεωρητικά τουλάχιστον- “μοιράζει” το δίκιο και τ’ άδικο στους ανθρώπους, αλλά απλά γιατί όλοι λέγανε πως είτε δικηγόρος γίνεις, είτε εισαγγελέας, δικαστής κ.τ.ό. θα εξασφάλιζες μια άνετη ζωή και τον άφθονο σεβασμό των άλλων, ή έστω τον φόβο τους που είναι κάτι παρόμοιο. Πλην όμως, λίγο η επιπολαιότητα, λίγο η ατυχία, λίγο η πλημμελής προσπάθεια, λίγο που οι άλλοι έγραψαν καλύτερα στις -διαγωνιστικές- Πανελλήνιες εξετάσεις και ο φίλος μας βρέθηκε σε κάποια Παιδαγωγική Ακαδημία μιας και την είχε δηλώσει (καλού κακού) στο Μηχανογραφικό.

Δεν δυσκολεύτηκε ιδιαίτερα να ολοκληρώσει τις τετραετούς διάρκειας σπουδές του και πολύ γρήγορα, σχεδόν με το που απολύθηκε απ’τον στρατό, βρέθηκε διορισμένος. Ήταν πια “μάχιμος” δάσκαλος σε κάποιο Δημοτικό σχολείο της χώρας. Ο μισθός να πέφτει μήνας μπαίνει, μήνας βγαίνει και Χριστούγεννα, Πάσχα, Ιούλιο και Αύγουστο διακοπές. “Καθόλου άσχημα” συλλογιζόταν. Έλα όμως που το σχολείο όπου τοποθετήθηκε βρισκόταν σε μικρό νησί του νοτίου Αιγαίου, αρκετά μακριά απ’ τη γενέτειρα πολή και τόπο συμφερόντων του. Αα, όλα κι όλα, ο Γιάννης δεν είχε μάθει να ζει σε χωριά ή έστω κωμοπόλεις και μάλιστα σχεδόν έρημες τον χειμώνα. Ακόμα κι ως στρατιώτης τα είχε καταφέρει να υπηρετήσει όλον τον καιρό σε έδρα Σχηματισμού κοντά σε μεγαλούπολη της πατρίδας μας και πολύ κοντά στη γενέτειρα και μάλιστα ως έμμισθος Δόκιμος Αξιωματικός.

Επιπλέον, γρήγορα διαπίστωσε πως τα παιδιά δεν ήταν όλα σαν εκείνον και τους περισσότερους συμμαθητές του. Δηλαδή ήσυχα και με κάποιο “καλό υπόβαθρο απ’ το σπίτι”. Εκεί στο ξεχασμένο κι απ’ τον Θεό νησάκι είχαν μεγαλώσει σαν τα αγριοκάτσικα που πίναν θαλασσινό νερό και τρελαινόντουσαν. Άσε που στις μικρές τάξεις φοιτούσαν κάμποσα προσφυγόπουλα που καλά-καλά δεν ήξεραν να μιλούν Ελληνικά, πόσο μάλλον να γράφουν κιόλας. Μπαα, κάπως θα τα κατάφερνε να αποφύγει -έστω προς το παρόν- κι αυτόν τον σκόπελο. Όπως και με το στρατιωτικό, θα αρκούσε πάλι ένα τηλέφωνο στους γονείς του κι αυτοί στον “βουλευτή μας” ώστε (ιδίως τώρα που κομματικώς “είμαστε στα πράγματα”) να λυθεί το ζήτημα. Αμ έπος, αμ έργον λοιπόν.

Ήταν ξανά φοιτητής! Υποψήφιος Διδάκτορας σε Τμήμα της πρωτεύουσας και σε αντικείμενο κοντά στα ενδιαφέροντά του: Οικογενειακό Δίκαιο στο Βυζάντιο των Κομνηνών! Η άδεια μεταπτυχιακών σπουδών που είχε εξασφαλίσει του έδινε τη δυνατότητα να σπουδάζει επί πληρωμή για τουλάχιστον τέσσερα ακόμη χρόνια. Κάποια χρόνια αργότερα, όταν αυτές οι άδειες καταργήθηκαν εντελώς ελέω Μνημονιακών υποχρεώσεων της χώρας, είχε νοιώσει πολύ τυχερός που ο ίδιος είχε απολαύσει ένα τέτοιο “προνόμιο”.

Ως διδάκτορας πλέον και έχοντας μοριοδοτηθεί για τα τέσσερα χρόνια που φαινόταν πως υπηρετεί σε δυσπρόσιτη περιοχή (ωραιότατη διάταξη κι εκείνη, κάτι ήξερε ο Γιάννης που θαύμαζε τους Νομικούς)· κατάφερε να εξασφαλίσει τη μετάθεσή του σε αστική περιοχή πολύ κοντά στον τόπο συμφερόντων του. Και πάλι όμως, κάτι δεν ήταν εντάξει. Κάτι τον ενοχλούσε: Κοτζάμ επιστήμονας, διδάκτορας με οκτώ και βάλε χρόνια στα Πανεπιστήμια και θα καταδεχόταν αυτός να διδάσκει κλίση ουσιαστικών και ορθογώνια τρίγωνα σε κακομαθημένους μπόμπιρες; Η πατρίδα δικαιούταν πολύ μεγαλύτερη προσφορά από τέτοιους ανθρώπους. Θα μπορούσε ενδεχομένως να ελέγχει την ποιότητα των υπηρεσιών άλλων δήθεν “συναδέλφων” του. (“Δήθεν” καθώς ο Γιάννης δεν αισθανόταν ακριβώς συνάδελφος με ανθρώπους που είχαν μόνο ένα πτυχίο δασκάλου). Έτσι, ο υπάρχων χαρακτηρισμός “Σύμβουλος Εκπαίδευσης” του φάνηκε μια πολύ καλή περιγραφή καθηκόντων που θα μπορούσε δικαιότατα να αναλάβει.Έσφιξε τα δόντια και υπηρέτησε τα χρόνια που χρειάζονταν όσο να συμπληρώσει την ελάχιστη εκπαιδευτική εμπειρία που απαιτούνταν για να μπορείς να κάνεις αίτηση για Σύμβουλος. Ευτυχώς, τα πιο πολλά εξ αυτών τα υπηρέτησε ως Διευθυντής σε μικρό σχολείο κοντινού χωριού απο εκείνα που κάπου μετά το 2011 έκλεισαν λόγω μικρού πλήθους μαθητών και περιορισμού των δημοσίων δαπανών. Παράλληλα συμμετείχε και ως αξιολογητής κάποιων νέων σχολικών εγχειριδίων, ενώ έγραψε κι ένα δικό του για την ιστορία των σύγχρονων Ολυμπιακών αγώνων από το 1896 και μετά. Είχε επιτέλους συγκεντρώσει τα απαιτούμενα τυπικά προσόντα και -πράγματι- στις επόμενες κρίσεις βρέθηκε στη θέση του Συμβούλου Εκπαίδευσης/Παιδαγωγικής καθοδήγησης, όντας υπεύθυνος για περίπου την μισή Περιφέρεια Εκπαίδευσης όπου υπηρετούσε.

Σχεδόν αμέσως μετά την τοποθέτησή του, το Υπουργείο ανακοίνωσε πως το μεγαλεπήβολο πρόγραμμα υπό τον τίτλο “Αξιολόγηση Εκπαιδευτικού έργου” θα ξεκινούσε οσονούπω με την συλλογή των φακέλων (“portfolio” από εδώ και πέρα) των αναπληρωτών και νεοδιόριστων εκπαιδευτικών. Στη συνέχεια, κάποιος σαν τον Γιάννη θα παρακολουθούσε τον καθέναν τους στη σχολική αίθουσα “εν ώρα παραδόσεως” και -έχοντας μελετήσει και το portfolio- θα του/της έπαιρνε μια σύντομη συνέντευξη. Με λίγα λόγια οι γνώσεις και ικανότητες του φίλου μας θα αξιοποιούνταν όπως επιτέλους έπρεπε.

Πράγματι λοιπόν, ο νέος και ορεξάτος Επιθεωρητής (θυμόταν καλά πως έτσι τους αποκαλούσαν οι παλιότεροι, οι δικοί του δηλ. δάσκαλοι) έφερε γρήγορα τα πρώτα αποτελέσματα, τα οποία δυστυχώς έδειξαν το αληθινό χάλι της τυπικής εκπαίδευσης στην Ελλάδα. Δάσκαλοι που εργαζόντουσαν ως και δέκα χρόνια ως αναπληρωτές χωρίς να “έχουν ευκαιρέσει” (αν είναι δυνατόν) να εξασφαλίσουν κάποιο προσόν που θα επιτάχυνε τον διορισμό τους. Έναν μεταπτυχιακό τίτλο, ένα πιστοποιητικό ξένης γλώσσας επιπέδου έστω C1, κάποια βεβαίωση παρακολούθησης σειράς σεμιναρίων, ένα “χαρτί” βρε αδερφέ! Τι κι αν έπρεπε να βρεις να μείνεις και να επιβιώσεις στη Μύκονο όπου είχες τοποθετηθεί με την οικογένεια να περιμένει στην Άρτα; Δεν υπήρχαν ας πούμε φροντιστήρια ξένων γλωσσών στο νησί; Κι από χρήση υπολογιστή; Ούτε μισό πιστοποιητικό; Ακόμα με κιμωλία και μαυροπίνακα διδάσκεις; Εβδομήντα στα εκατό και πολύ σου είναι.

Η άλλη η δασκάλα πάλι; Στην ώρα της Γλώσσας έχανε χρόνο απ’ το μάθημα για να διδάσκει την Ελληνική αλφαβήτα στον Βακάρ απ’ το Πακιστάν, χώρια που -Οκτώβρη μήνα- ενώ θα αρκούσε να συζητήσουν με τα παιδιά για το ηρωικό “ΟΧΙ” της 28ης, καθόταν και μιλούσαν πόσην ώρα για την απελευθέρωση της Αθήνας στις 12/10/44 και το τέλος του πολέμου για τη χώρα. Η δε παρουσίαση που έδειξε ήταν ένα κακομοίρικο PDF με φωτογραφίες από μαλλιαρούς, αξύριστους αντάρτες με φυσεκλίκια και -αν είναι δυνατόν- παιδιά στην κατοχή με κορμιά σκελεθρωμένα απ’ την ασιτία. Προφανώς ο εκπαιδευτικός κλάδος είχε γεμίσει από αναρχικούς. Στην αριθμητική πάλι, δε χρησιμοποιούσε καθόλου το GeoGebra ή άλλο λογισμικό και περιοριζόταν στον πρωτόγονο πίνακα με μαρκαδόρο. Έφταιγε μεν που το σχολείο είχε μόνο ένα εργαστήριο υπολογιστών, αλλά πόσες φορές και πόσο έντονα πια το διεκδίκησε η ίδια; Κι επιτέλους, πόσο δύσκολο ήταν να βρεθεί χορηγός ή χορηγοί για ένα ακόμη εργαστήριο;

Εννοείται ότι ο Γιάννης κατέγραψε με επιμέλεια τις πολλές τέτοιες παρατηρήσεις του, βέβαιος ότι βάζει ένα ακόμη λιθαράκι στην αναβάθμιση του Ελληνικού Εκπαιδευτικού συστήματος εξασφαλίζοντας την ποιότητα των υπηρεσιών του προσωπικού, ταυτόχρονα με την ορθολογικότερη δυνατή αξιοποίηση των Δημοσίων Επενδύσεων. Στο κάτω κάτω -ξαναθυμήθηκε- οι παλιότερες γενιές εκπαιδευτικών τα κατάφερναν σε τάξεις με έως και σαράντα (40) μαθητές και οι τωρινοί “συνάδελφοι” διαμαρτύρονται για τα 25αρια άντε 30αρια τμήματα; Πόση επιτέλους πρέπει να είναι η αναλογία εκπαιδευτικών προς μαθητές; Και πόσο καλομαθημένοι πια αυτοί οι συνομήλικοί του!

Καλώς ή κακώς (για τους μαθητές σίγουρα το δεύτερο), η πορεία των διαφόρων Γιάννηδων συνεχίζεται (και θα συνεχίζεται) μεταξύ των σχολείων της χώρας. Αυτών δηλαδή των ιδρυμάτων που θα ταλαιπωρεί μαζί με τους μαθητές τους. Ίσως μόνο να αλλάζουν οι ρόλοι του φίλου μας. Σε κάθε περίπτωση πάντως, είτε ως Σύμβουλος/Επιθεωρητής, είτε ως Διευθυντής Εκπαίδευσης, είτε ενίοτε ως “σκέτος” Διευθυντής σχολείου, Γυμνασιάρχης, Λυκειάρχης ή -επί το πιο μοντέρνο- “manager”, ο κάθε Γιάννης θα νοιώθει πως οι εκπαιδευτικοί τον θεωρούν ως ιστάμενο απέναντί τους και κάθε άλλο παρά “συνάδελφο” και αρωγό στο ιερό τους λειτούργημα. Υποψιαζόμαστε βέβαια ότι κάτι τέτοιο ποσώς τον απασχολεί.

23 Νοεμβρίου, 2023

Αξιολογήστε τους (παρτ ουάν)

Κάτω από: Εκπαίδευση —— Φώτης Αλεξάκος @ 10:40 πμ

Πρωτοβάθμια Εκπαίδευση – Ο μαθητής

Στο Δημοτικό ήμασταν για κάποιες τάξεις μαζί με τον Γιάννη Σ. Ένα παιδί ψηλότερο απ’ όλους τους υπόλοιπους του τμήματος, ίσως γιατί είχε μείνει ένα ή δυο (κάποιοι λέγανε και τρία) χρόνια στην ίδια τάξη. Φαινόταν μεγαλύτερος και οι περισσότεροι τον φοβόμασταν. Το βλοσυρό του βλέμμα καθώς κυκλοφορούσε -μόνος του ή με “άλλους σαν κι αυτόν”- στο προαύλιο, τον απομόνωνε ακόμα πιο πολύ απ’ τους υπόλοιπους “φυσιολογικούς” συμμαθητές. Ο Γιάννης όμως μεταμορφωνόταν με το που χτύπαγε το κουδούνι κι έμπαινε στην τάξη.

Ο τρομακτικός συμμαθητής μαζευόταν στο θρανίο του (πίσω στη “γαλαρία” πάντα), όπου περνούσε όλη την διδακτική ώρα κοιτάζοντας κάτω, την επιφάνεια του μικρού επίπλου. Στην Ε’ τάξη ο Γιάννης δεν ήξερε να διαβάζει, πόσο μάλλον να γράφει. Το χειρότερο που μπορούσε να του συμβεί ήταν να τον ρωτήσει κάτι, ο,τιδήποτε ο δάσκαλος. Τότε κάρφωνε ακόμα πιο έντονα το βλέμμα στο θρανίο λες και ζητούσε απ’ το άψυχο ξύλο την απάντηση. Τις περισσότερες φορές παρέμενε σιωπηλός, όσο και να επέμενε ο δάσκαλος. Καμιά φορά τολμούσε να ψελλίσει κάτι που συνήθως προκαλούσε το γέλιο σ’όλους στην τάξη που δεν ήμασταν “σαν κι αυτόν”, με αποτέλεσμα ένα βούρκωμα απ’ τη μεριά του και πιο έντονο κάρφωμα του βλέμματος στο θρανίο.

-Πότε περίπου έγινε η μάχη του Μαραθώνα Γιάννη;

-Πέρυσι κύριε; (Και το θρανίο τρύπαγε λες απ΄ το βλέμμα)

Στο σχολείο μας ήρθε από αλλού. Γράφτηκε στην Ε’ τάξη και αν και η αλφαβητική κατάταξη τον είχε για άλλο τμήμα, μπήκε στο Ε1. Πιθανώς να ήμασταν λιγότερα τα παιδιά εκεί. Ευτυχώς, ο δάσκαλος ασχολήθηκε ξεχωριστά μαζί του και, μέχρι να τελειώσει και το ΣΤ1, κατάφερε να μάθει γραφή κι ανάγνωση. Ίσως και κάποια αριθμητική. Για την οικογένεια γνωρίζαμε ελάχιστα: Πατέρας εργάτης, μάνα “οικιακά”, μια μικρότερη αδερφή. Πιθανότατα αναλφάβητοι όλοι. Μέναν κοντά στο σπίτι μου. Ζούσαν σ’ ένα πλίθινο κατασκεύασμα που έλεγες πως αν φυσούσε λίγο δυνατότερα, θα έπεφτε. Μια χρονιά, τα Χριστούγεννα, είχαμε πάει η παρέα και σ’αυτό το σπίτι (παραδόξως σώζεται ακόμα) για να πούμε τα κάλαντα, αλλά όταν είδαμε τη μάνα να βγαίνει από μέσα και να μας δίνει δυο μονόδραχμα κερματάκια να τα … μοιράσουμε στα τρία (ή στα τέσσερα, δεν θυμάμαι), ντραπήκαμε και δεν ξαναπήγαμε. Ο ίδιος ο Γιάννης δεν θυμάμαι ποτέ να έλεγε τα κάλαντα. (Άραγε θα τα ήξερε; )

Τον ξαναθυμήθηκα τότε που περίπου τέλειωνα την Γ’ Γυμνασίου, στο σπίτι ενός άλλου Γιάννη. Ας τον πούμε Γιάννη Λ. Θυμάμαι μόνο ότι ψάχναμε στην εγκυκλοπαίδεια του Γιάννη Λ. για ένα λήμμα που άρχιζε από “πο”, οπότε εγώ τράβηξα τον τόμο στου οποίου τη ράχη έγραφε: “Παλαιολόγος – Ρωψ”. Με σταμάτησε ρωτώντας με πώς αλήθεια περιμένω να βρω αυτό που θέλουμε εκεί. Νόμιζε ότι ο εν λόγω τόμος περιείχε είτε μόνο δύο λήμματα, είτε τέτοια που να ξεκινούν από “ΠΑ-” ή από “ΡΩ-”. Κι έτσι θυμήθηκα τον Γιάννη τον γείτονα (που στο μεταξύ είχε εξαφανιστεί οικογενειακώς απ’ την περιοχή μας) και σκέφτηκα ότι αποκλείεται να είχε ούτε μισό ράφι βιβλιοθήκης στο σπίτι του. Εν ολίγοις: Γονείς αναλφάβητοι και θεόφτωχοι απ’ τη μια. Απ’ την άλλη μαθητές όπως εγώ: Με δυο γονείς να έχουν τελειώσει το εξατάξιο Γυμνάσιο και μια σούπερ βιβλιοθήκη στο σπίτι, στην οποία μεταξύ άλλων έβρισκα, πέρα από Λογοτεχνία (άπαντα Παπαδιαμάντη, Καζαντζάκη κλπ) και όλη την εγκυκλοπαίδεια του “Χάρη Πάτση”, την “Ιστορία του Ελληνικού Έθνους” του Παπαρρηγόπουλου, την Ελληνική Μυθολογία του Ζαν Ρισπέν, την Ιστορία του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου του Καρτιέ, μετάφραση του “Αλεξάνδρου Ανάβασις” (Αρριανός) κ.α.

Πόσο πιθανό ήταν ο Γιάννης Σ., ο γιος του αναλφάβητου εργάτη να μπορέσει να αποκτήσει τα εφόδια που θα τον έσπρωχναν κάποια μέρα έξω απ’ τον βάλτο μιας ζωής σαν του πατέρα του; Και πόσο πιθανό ήταν ένας μαθητής όπως εγώ να βρεθεί μια μέρα σε πολύ καλύτερη οικονομική και κοινωνική κατάσταση (και κατάταξη) σε σχέση μ’ αυτήν των γονιών του; Λοιπόν, κάτι μου λέει ότι ο προαναφερθείς Ιωάννης τελικά ΔΕΝ είναι σήμερα Εισαγγελέας Πρωτοδικών, ούτε μηχανικός ή γιατρός και μάαλλον δεν έφταιξαν γι’ αυτό ούτε οι δάσκαλοί του, ούτε το σχολείο που πήγαινε. Αντιθέτως, στο σχολείο έγινε τιτάνια προσπάθεια απ’ τους δασκάλους να ανεβάσουν όσο μπορούσαν τις πιθανότητες επιτυχίας τού εν λόγω. Μόνο που φοβάμαι ότι η σημερινή ηγεσία του Υπουργείου Παιδείας δεν συμφωνεί μ’ αυτό.

Πρωτοβάθμια Εκπαίδευση – Η δασκάλα

Η κα Κωνσταντία ήταν η δασκάλα μου στην Α’ τάξη του Δημοτικού. Στο Α1 που αριθμούσε τότε πάνω από 30 μαθητές. Θυμάμαι πως ήταν μονίμως βραχνιασμένη. Στην καλύτερη περίπτωση ερχόταν το πρωί χωρίς βραχνάδα, την οποία όμως αποκτούσε μετά από μια δυο διδακτικές ώρες. Περιέργως, αυτό δεν συνέβαινε μόνο όταν έκανε κρύο. Κάτι άλλο που δεν ξεχνιέται εύκολα, είναι η μυρωδιά που πλανώνταν στην αίθουσα την επόμενη ώρα μετά τη Γυμναστική ή προς το μεσημέρι όταν έκανε ζέστη. Και δεν ξεχνιέται πως την επόμενη χρονιά, πηγαίνοντας πια στη Β’ τάξη, το πρόβλημα της φασαρίας είχε σχεδόν λυθεί. Ήμασταν αισθητά λιγότερα παιδιά αφού κάποιους φίλους απ’ το Α1 τους ξανάβλεπα μόνο στο … Α1. Άλλοι πάλι φύγαν εντελώς απ’ το σχολείο.

Κρίμα που τότε δεν είχε αξιολογήσει κανείς σοφός την κα Κωνσταντία ώστε να της δείξει με ποιον τρόπο αυτές οι “απώλειες” θα μπορούσαν να είχαν αποφευχθεί. Τουλάχιστον στην περίπτωση που δεν έφταιγαν οι μαθητές αλλά η δασκάλα. Διότι καμια φορά φταίνε -όπως λένε σήμερα- και οι μαθητές. Δεν είναι βλέπεις όλοι γεννημένοι για να τελειώσουν το Δημοτικό.

Δευτεροβάθμια Εκπαίδευση – Η μαθήτρια

Η Αθανασία Κ. ήταν μαθήτριά μου στην Α’ τάξη του τότε Τεχνικού Επαγγελματικού Εκπαιδευτηρίου (ΕΠΑΛ σήμερα). Ο -μακαρίτης πια- συνάδελφος Κώστας (άλλος “τεμπέλης” κι αυτός), μου είχε πει τηλεγραφικά: “Δεν ξέρω πως πάει στα μαθήματα η Αθανασία, αλλά να δεις και να θαυμάσεις πως σηκώνει και κουβαλάει τα δεμάτια τα ξύλα! Ούτε γομάρι να ήταν. Πρόσεχέ την σε παρακαλώ.” Όμως η Αθανασία δεν είχε ανάγκη καμιας προνομιακής μεταχείρισης. Από μυαλό είχε ξουράφι και προσπαθούσε πραγματικά να το αξιοποιήσει όσο περισσότερο. Άλλο αν νύσταζε μονίμως. Κι άλλο αν υπολογιστή έβλεπε μόνο στο εργαστήριο κι από βιβλία είχε μόνο τα σχολικά. Όχι τίποτε άλλο, αλλά ήταν και στην Ειδικότητα Πληροφορικής. Όπως ήταν κι ο Ηλίας των άπειρων οικογενειακών προβλημάτων που ο πατέρας του μας είχε πει να του τηλεφωνούμε όταν δεν έρχεται το παιδί στο σχολείο για να τον ξυπνάει ο ίδιος και να τον στέλνει. Ή ο Κώστας που δεν θα ερχόταν για μάθημα όταν μάζευαν το βαμβάκι κι αν θα “μπορούσαμε να του χαρίσουμε καμια απουσία”. Ή εκείνη η κοπέλα που καθόταν και μετά την τελευταία ώρα στο σχολείο ως να την διώξει ο επιστάτης. Δεν ήθελε να πάει σπίτι γιατί -όπως μάθαμε- την έδερνε ο πατέρας της. Μα όλες και όλοι είχαν πολύ μυαλό και -κυρίως- φιλότιμο!

Σίγουρα αν αξιολογούσαν τον εκπαιδευτικό που είχε τις περισσότερες ώρες μαζί τους ανά εβδομάδα, θα έβρισκαν πού σφάλλει αυτός και γιατί δεν μπορεί να τους μάθει τα της διδακτέας ύλης όπως: Μετασχηματισμό Fourier, χρονοπρογραμματισμό στα Λειτουργικά Συστήματα, κανονικοποίηση Βάσης Δεδομένων, προγραμματισμό σε Pascal κλπ. Κι επιτέλους, ας έπαυε αυτός ο εκπαιδευτικός και ο κάθε συνάδελφός του “να βολεύονται πίσω από τις ελλείψεις των σχολείων κι ας πάλευαν με αυτά που είχαν”. Μα όλα ο πρόεδρος του ΙΕΠ θα τα λέει πια;

Δευτεροβάθμια Εκπαίδευση – Ο καθηγητής

Ο κος Βασίλης Μ. (από πολλά χρόνια συγχωρεμένος) μας έκανε Άλγεβρα στην Α’ και Β’ Λυκείου. Στη μικρή κοινωνία όπου ζούσαμε, αν και δεν έπρεπε, όλοι γνώριζαν τα πολύ σοβαρά οικογενειακά προβλήματα που αντιμετώπιζε ο άνθρωπος. Στην πραγματικότητα, η προσωπική του ζωή τον είχε καταστήσει σκέτο ράκος. Συχνά, με το που έμπαινε στην αίθουσα μας έλεγε: “Τώρα, εγώ οφείλω να κλειδώσω τα προβλήματά μου έξω απ’ αυτήν την πόρτα και να αφοσιωθώ στο μάθημά μας εδώ μέσα”. Κι αλήθεια, πόσο φαινόταν ότι αυτό ακριβώς προσπαθούσε τόσο σκληρά να καταφέρει! Και κάπου το μπορούσε. Μας έδειχνε ό,τι πιο απλό υπήρχε από ασκήσεις, πιθανότατα γιατί φοβόταν μην εξωκείλει το μυαλό του στα προσωπικά προβλήματα και μας διδάξει λάθη. Κάποτε λοιπόν με είχε συλλάβει να έχω βοηθήσει πιο “αδύνατο” συμμαθητή μου να γράψει στο διαγώνισμα. Στην πραγματικότητα του είχα λύσει όλα τα θέματα και διεκδίκησε ο απίθανος το “άριστα 20”. Ήμουν σίγουρος πως μας περίμενε τουλάχιστον ημερήσια αποβολή και μηδενισμός και των δύο. Ο κος Βασίλης με ρώτησε γιατί το έκανα. Εγώ απάντησα πως δεν μπορούσα να πω όχι στον συμμαθητή μου που ζήτησε βοήθεια. Θυμάμαι πεντακάθαρα την ανταπάντησή του:

Είναι δική μου δουλειά να βοηθήσω τον συμμαθητή σου. Κάτι που φυσικά και θα κάνω”.

Εντάξει, ο Θωμάς (το όνομα του συμμαθητή) δεν βαθμολογήθηκε με 20. Όμως πέρασε στην Άλγεβρα. Δεν σκόπευε δα να σπουδάσει κάτι. Οδηγός έγινε. Υποθέτω πως σήμερα οι εύκολες ασκήσεις του κ. Βασίλη θα οδηγούσαν στη χαμηλή του αξιολόγηση ώστε να αποκτήσει κάποιο κίνητρο για να βελτιωθεί. Και στην περίπτωσή του, δεν θα υπήρχε κανείς να τον βοηθήσει όπως αυτός τους μαθητές του. Άλλωστε, μήπως είναι κατάλληλοι για την τάξη άνθρωποι που έχουν κι άλλα στο μυαλό τους;

Τριτοβάθμια Εκπαίδευση – Ο φοιτητής

Ο Στέργιος υπήρξε φοιτητής στις αρχές των ‘90s και μάλιστα αρκετά μακριά απ’ τον τόπο του. Το εξαιρετικά χαμηλό οικογενειακό τους εισόδημα, αποδείχθηκε και μια φορά πως ήταν για … καλό: Δικαιούταν διαμονή στις φοιτητικές εστίες της πόλης, δηλαδή διαμονή για λιγότερο από εννιά (9) μήνες τον χρόνο (πλην δηλ. του θέρους) σε δίκλινο δωμάτιο ξενοδοχείου μ’ έναν ακόμη συγκάτοικο. Τουτέστιν υπνοδωμάτιο και μπάνιο. Άντε κι ένα μπαλκονάκι ίσα-ίσα για να απλώνουν κανένα ρούχο. Τυχόν “συμπράγκαλα” του νοικοκυριού τους θα έπρεπε να βρίσκουν κάπου-κάπως χώρο για να τα αφήνουν κάθε καλοκαίρι που στο δωμάτιο θα ερχόντουσαν οι τουρίστες. Ένα άλλο πρόβλημα ήταν ότι καθώς ο Στέργιος σπούδαζε “την Επιστήμη του μέλλοντος(παρεμπιπτόντως, στην Ελλάδα έτσι την λένε ακόμη) κάπου θα έπρεπε να περισσέψει χώρος για τον δικό του υπολογιστή και ενδεχομένως του συγκατοίκου του.

Υπήρχαν και οι υπολογιστές του τότε εργαστηρίου της Σχολής, αλλά για ποιον να πρωτοφτάσουν και πόσην ώρα να περάσεις πια εκεί, μέσα στην περιβόητη “Πτέρυγα Γ”, η οποία (ευτυχώς) ήταν τουλάχιστον ανοιχτή και εν λειτουργία 24/7 που λέμε. Μάλιστα, όλες οι κτηριακές υποδομές του Πανεπιστημίου ήταν από αμίαντο, με ό,τι αυτό συνεπαγόταν για την υγεία των εκεί ενδιαιτούντων. Ας είναι καλά τα Μεσογειακά Ολοκληρωμένα Προγράμματα (ΜΟΠ) πάντως. Τέλος, ο φίλος μας δεν είχε δει υπολογιστή (κομπιούτερ) πουθενά στη μέχρι τότε ζωή του και τώρα θα ξεκινούσε, “με το καλωσήρθατε” που λέμε να μαθαίνει πώς να τους προγραμματίζει. Χρησιμοποιώντας μάλιστα Αγγλικές λέξεις και συντομογραφίες.

Στην ίδια σχολή είχε περάσει (μαζί με τον Στέργιο) κι ο Γιάννης, ο γιος του χονδρέμπορα από Αττική. Αυτός πάλι έμενε σε δυάρι όπου είχε ήδη φέρει έναν υπολογιστή, ο οποίος παίζει και να είχε περισσότερες δυνατότητες από εκείνους των εργαστηρίων του Πανεπιστημίου. Μάλιστα γνώριζε εξαιρετικά Αγγλικά και επιπλέον είχε κιόλας γράψει κάμποσα προγράμματα για τους υπολογιστές που του αγόραζαν οι γονείς του όσο μεγάλωνε. Ο Γιάννης σχεδόν κάθε εβδομάδα πήγαινε Αθήνα “να δει την κοπελιά”. Αφού σε 20’ ήταν εκεί. Με το αεροπλάνο βέβαια.

Παρ’ όλα αυτά, το ακαδημαϊκό προσωπικό αγωνιζόταν σκληρά για να δώσει στους δυο φοιτητές τα ίδια πνευματικά εφόδια, ώστε αυτοί να έχουν ίσες ευκαιρίες στη ζωή. Όμως αν η μεγάλη πλειοψηφία των φοιτητών τους τύχαινε να είναι σαν τον Στέργιο, πόσο εύκολα θα τα κατάφερναν; Τι είδους papers και πόσα να σου φτιάξει ένας τέτοιος; Ενώ απ’ την άλλη, αν έμπαιναν δίδακτρα στις Πανεπιστημιακές σπουδές και κατά προτίμηση υψηλά; Πόσους “Στέργιους” θα είχαν να μορφώσουν; Δηλαδή εκείνοι οι ακαδημαϊκοί σε ιδρύματα όπως το Harvard και το Cambridge ανόητοι είναι; Πώς δηλαδή να αξιολογηθούν θετικά οι εγχώριοι “καθηγητάδες” όταν δεν σκέφτονται τόσο απλά πράγματα κι έτσι χάνουν τον χρόνο τους με τον κάθε φουκαρά που πρέπει να εκπαιδεύσουν;

Τριτοβάθμια Εκπαίδευση – Ο καθηγητής

Ο καθηγητής Τ. δίδασκε (μεταξύ άλλων) Ψηφιακή Σχεδίαση και Ηλεκτρονικά Κυκλώματα στο Πανεπιστήμιο. Το ότι ήταν επιστήμονας εγνωσμένου κύρους (και μάλιστα και σε άλλη ήπειρο) σήμαινε -τουλάχιστον- πως ήταν πάρα πολύ έξυπνος. Κι αυτό πάλι καμια φορά σημαίνει ότι υστερείς σε “μεταδοτικότητα” που λένε. Πράγματα δηλ. που στον ίδιο φαινόντουσαν πασιφανή με τετριμμένες αποδείξεις, μπορεί να φάνταζαν ασύλληπτης δυσκολίας σ’εμάς τους -πρωτοετείς μάλιστα- φοιτητές του. Κι έτσι, ο καθηγητής μας φυσούσε και ξεφυσούσε στον πίνακα, ίδρωνε και λαχάνιαζε, αλλά όταν στο τέλος ρωτούσε: “Εντάξει τώρα; Το καταλάβατε ότι έτσι γλιτώνουμε τρεις πύλες NAND;έβλεπε δεκάδες απορημένες φάτσες να τον κοιτούν με γουρλωμένα μάτια. Δεν τα … παρατούσε πάντως. Απλά έβγαζε έναν αναστεναγμό και ξεκινούσε απ’ την αρχή: “Κάνουμε τον εξής μετασχηματισμό…”

Στις εξετάσεις έβαζε θέματα “διαβαθμισμένης δυσκολίας” ώστε να μπορεί ο υποτυπωδώς “διαβασμένος” να πάρει την πολυπόθητη βάση (ή και λίγο παραπάνω), αλλά χρειαζόταν υπερπροσπάθεια ή ακόμη και χάρισμα για να αριστεύσεις στα μαθήματά του. Πλην όμως ποτέ δεν αρνούνταν βοήθεια σε κανέναν: Είτε αυτό αφορούσε επίλυση αποριών, είτε “κάπως να βρούμε μια δουλειά μέσα στο Πανεπιστήμιο να βοηθήσουμε το σπίτι”, είτε μια κολακευτικότατη συστατική επιστολή και κανένα τηλέφωνο στον “φίλο που είναι ΔΕΠ στο τάδε Τμήμα” (Τμήμα που μπορεί να ήταν και στις ΗΠΑ) “για να σε δουν με καλύτερο μάτι” (κι ας ήσουν ο μέτριος φοιτητάκος).

Πιθανώς σήμερα ένας επιθεωρητής/αξιολογητής της Εθνικής Αρχής Ανώτατης Εκπαίδευσης (ΕΘ.Α.Α.Ε.) να έμενε στο πλήθος των πρωτοετών που εγκατέλειψαν ομαδικά το Αμφιθέατρο όταν κάποτε άκουσαν πως “στην Άλγεβρα Boole 1+1=0 και ένα το κρατούμενο”. Ή ότι “για κάθε δυαδικό αριθμό x, x+1=1”. Κι έτσι να κατέληγε (ο αξιολογητής) στο: Δεν έχει μεταδοτικότητα”/“δεν τον καταλαβαίνουν οι φοιτητές”. Αγνοώντας εντελώς την επιμονή του να εξηγήσει, μ’ άλλα λόγια να βοηθήσει (με κάθε τρόπο) τους τελευταίους.

10 Αυγούστου, 2023

Υπάρχει μέλλον για τη Δημόσια Τριτοβάθμια Εκπαίδευση στην Ελλάδα;

Ήρθε και φέτος -νωρίτερα από άλλες χρονιές η αλήθεια είναι- η ημέρα της ανακοίνωσης των Βάσεων Εισαγωγής στην Τριτοβάθμια Εκπαίδευση. Κι έτσι μπήκε τέλος πια στην αγωνία περίπου 90.000 υποψηφίων για εισαγωγή στα σχετικά Ιδρύματα της χώρας (Πανεπιστήμια, Πολυτεχνεία, Στρατιωτικές Σχολές κλπ). Οι συνολικοί λοιπόν επιτυχόντες φαίνεται πως είναι 61.950, δηλαδή περίπου το 68.83%.

Εδώ και μια-δυο δεκαετίες, κάθε χρόνο τέτοια εποχή αναρωτιέμαι πως να αισθάνονται όλοι αυτοί οι νέοι, όσοι πέτυχαν στη σχολή που πραγματικά επιθυμούσαν, αλλά κι εκείνοι που συλλογίζονται με πίκρα την … αγγαρεία που τους περιμένει τα επόμενα 4-5 χρόνια. Αυτό το καλοκαίρι όμως έτυχε να προσέξω και κάτι ακόμη. Πέραν των εισαγωγών στην Τριτοβάθμια, είχαμε όπως πάντα και αποφοιτήσεις/ορκωμοσίες. Παρατήρησα λοιπόν πως πολλά νέα Τμήματα και μάλιστα εκ των αποκαλουμένων ως «υψηλής ζήτησης», απ’ αυτά δηλαδή που υπόσχονται σχεδόν σίγουρη επαγγελματική αποκατάσταση στους αποφοίτους τους (π.χ. Πληροφορικής), παρουσίασαν εξαιρετικά χαμηλούς αριθμούς τέτοιων (έως και μονοψήφιους μάλιστα).

Συνέβη δηλαδή, Τμήματα που υποδέχθηκαν τους πρώτους φοιτητές τους πριν 4-5 χρόνια και άρα θα έβγαζαν φέτος τους πρώτους πτυχιούχους, να παρουσιάσουν ελάχιστους νέους επιστήμονες στις ορκωμοσίες του Ιουλίου. Μ’ άλλα λόγια, ένα τεράστιο ποσοστό φοιτητών δυσκολεύεται πάρα πολύ να ολοκληρώσει τις σπουδές του. Αυτό φαίνεται να οφείλεται -τουλάχιστον με μια πρώτη σκέψη- στο ότι οι εισακτέοι δεν έχουν το κατάλληλο υπόβαθρο έστω και για να ξεκινήσουν να μαθαίνουν τα της Επιστήμης που θεραπεύει το Τμήμα, στο οποίο πέτυχαν· μ’ άλλα λόγια η αντίστοιχη Βάση Εισαγωγής ήταν εξαιρετικά χαμηλή. Έτσι, εισήχθη π.χ. κάποιος σε Τμήμα Χημικών Μηχανικών χωρίς να γνωρίζει τι είναι ο αριθμός Avogadro ή σε Φυσικό χωρίς να έχει κατανοήσει την έννοια της παραγώγου, ή σε Παιδαγωγική Σχολή όντας ανορθόγραφος/η κ.τ.ό.

Όμως ζητήματα όπως το παραπάνω δεν θα έλυνε δήθεν η θέσπιση της λεγόμενης Ελάχιστης Βάσης Εισαγωγής (ΕΒΕ) απ’ το 2021; Κι εδώ μιλάμε για μια ρύθμιση, η οποία είχε ως άμεσο αποτέλεσμα σε πολλά Τμήματα να μείνουν πολλές κενές θέσεις, (σε κάποια μάλιστα μέχρι και το 100% αυτών), ήδη από την πρώτη χρονιά εφαρμογής της αλλά και σε κάθε επόμενη. Μα θα μου πείτε: Ακόμα δεν είδαμε ποσοστό αποφοίτων απ’ όσους εισήχθησαν (με την ΕΒΕ) από το 2021. Πράγματι, αλλά αν υποθέσουμε πως τα ποσοστά αποφοίτησης θα αυξηθούν (όπως αναμένεται άλλωστε αφού θα έχει μειωθεί ο παρονομαστής δηλ. ο αριθμός των εισακτέων), το ερώτημα είναι: Θέλουν όντως τα Τμήματα να λειτουργούν (και για πόσο θα τους επιτραπεί να συνεχίσουν να λειτουργούν) με πενιχρό αριθμό φοιτητών; Π.χ. Τι νόημα έχει να λειτουργεί Τμήμα Αρχιτεκτονικής στο ΔΠΘ με μονοψήφιο αριθμό φοιτητών κατ’ έτος; Κι αν ένα τέτοιο Τμήμα κλείσει, δε μας ενοχλεί το κενό στην έρευνα; Μην ξεχνάμε πως τα Πανεπιστήμια δεν «παράγουν» μόνο αποφοίτους, αλλά και  … papers.

Εν πάσει περιπτώσει, τα παραπάνω είναι μέρος μόνο μιας τεράστιας συζήτησης που μπορεί να αποτελέσει ένα άρθρο από μόνη της. Άλλωστε για το θέμα της ΕΒΕ έχουν κιόλας γραφτεί μέχρι και εκατοντάδες σελίδες. Ας δούμε προς το παρόν κάποιες άλλες, πιο μακροπρόθεσμες συνέπειες των μικρών ποσοστών αποφοίτησης και της λεγόμενης γενικώς «πτώσης του επιπέδου» των φοιτητών μας και μελλοντικών επιστημών του τόπου: Πρώτα απ’ όλα όταν δεν έχουμε αρκετές αποφοιτήσεις έχουμε προφανώς «συνωστισμούς» φοιτητών στα Αμφιθέατρα και -κυρίως- στα εργαστήρια των Πανεπιστημίων. Αλήθεια, πώς θα αντιμετώπιζε, τι θα είχε δηλαδή να πεί η Εθνική Αρχή Ανώτατης Εκπαίδευσης (ΕΘΑΑΕ) για ένα Τμήμα που πέρυσι π.χ. όρκισε οκτώ (8) απόφοιτους; Πολλώ δε μάλλον για έναν διδάσκοντα που θα είχε «συσσωρεύσει» π.χ. 500 προπτυχιακούς φοιτητές να «χρωστούν» το μάθημά του;

Αλλά και σε επίπεδο Έρευνας και Ακαδημαϊκής καριέρας: Πώς θα εξελισσόταν (αν εξελισσόταν) κάποιο μέλος ΔΕΠ που δεν είχε εποπτεύσει ούτε έναν Διδακτορικό ή ακόμη και Μεταπτυχιακό φοιτητή τα τελευταία ας πούμε τέσσερα (4) χρόνια; Φυσικά το επιχείρημα «μα δεν υπήρχε κανείς» παραπέμπει πίσω στην παραπάνω παράγραφο. Κι επιτέλους, σε καθαρά πρακτικό/κτηριακό επίπεδο: Πώς «στριμώχνονται» εκατοντάδες φοιτητές σε αίθουσες, αμφιθέατρα και κυρίως εργαστήρια; Πώς να ελεγχθούν και να αξιολογηθούν οι εργασίες χιλιάδων; Βέβαια αυτά δεν τα σκέφτηκαν οι πολιτικοί ταγοί που -για καθαρά ψηφοθηρικούς λόγους- αποφάσιζαν κατά καιρούς ως και τον υπερδιπλασιασμό των εισακτέων στην Τριτοβάθμια χωρίς φυσικά αντίστοιχη αύξηση της χρηματοδότησης και ενίσχυσης των υποδομών και κυρίως χωρίς καν να ζητηθεί η γνώμη των ανθρώπων του κάθε  Τμήματος: «Πόσους συνολικά Πληροφορικούς/Γυμναστές/Μηχανικούς/Δικηγόρους μπορείτε να εκπαιδεύετε ανά έτος»;

Η ολοκλήρωση όλου αυτού του «στριμώγματος» των Δημόσιων Ιδρυμάτων της Τριτοβάθμιας έρχεται με τη μορφή της σχεδιαζόμενης λειτουργίας Ιδιωτικών Πανεπιστημίων, είτε μέσω της κατάργησης του Άρθρου 16 του Συντάγματος, ή με άλλους τρόπους. Με απλά λόγια, οποιοσδήποτε πληρώνει ετησίως τετραψήφια ή και πενταψήφια ποσά ως δίδακτρα σ’ ένα «Παράρτημα» του Χ Ιδρύματος της αλλοδαπής, προφανώς έχει την απαίτηση να παραλάβει το «προϊόν» που επέλεξε, στο εντελώς προβλεπόμενο ελάχιστο χρονικό διάστημα· κι ως γνωστόν «ο πελάτης έχει πάντα δίκιο». Πιθανότατα ακόμη και οι «μη έχοντες» ποιώντας την ανάγκη φιλότιμο θα προσπαθήσουν να βρουν τους πόρους ώστε να εξασφαλίσουν για τα τέκνα τους την ελάχιστη διάρκεια σπουδών σ’ ένα ιδιωτικό Ίδρυμα οποιουδήποτε κύρους. Καλύτερα από το να περιμένουν -τις οίδε πόσον καιρό- ώσπου να κουραστούν κάποιοι διδάσκοντες μπας και ολοκληρώσουν τις σπουδές τους στο Δημόσιο Πανεπιστήμιο. Όπως άλλωστε λένε ήδη πολλοί: «Αρκεί να δίνει το χαρτί σε max 4-5 χρόνια κι ας κοστίζει».

Στο σημείο λοιπόν αυτό γεννιέται αυθόρμητα το ερώτημα: Τι κάνουν οι διδάσκοντες στα Δημόσια Ιδρύματα της Τριτοβάθμιας για ν’ αντιμετωπίσουν όλη αυτή την προαναφερθείσα πίεση; Λοιπόν, η ευκολότερη λύση είναι προφανώς να ρίξεις το επίπεδο των σπουδών. Βάζουμε απλούστατες ερωτήσεις στις εξετάσεις («Τα παιδιά του Ζεβεδαίου, ποιον είχαν πατέρα;»  ή αντίστοιχες κλειστού τύπου)  και κανονίζουμε να είμαστε εξωφρενικά επιεικείς στη βαθμολόγηση. Κάνουμε τα στραβά μάτια σε εργασίες που μοιάζουν υπερβολικά η μια με την άλλη ή ακόμη ενθαρρύνουμε (πλαγίως βέβαια) την αξιοποίηση εργαλείων Τεχνητής Νοημοσύνης όπως το ChatGPT. Στην τελική, ποιος θα είχε κακό λόγο να πει για καθηγητή που έχει μονοψήφιο ποσοστό αποτυχόντων φοιτητών στο μάθημά του;

Αντιλαμβανόμαστε φυσικά πως τα παραπάνω δεν είναι σοβαρά πράγματα· αν όμως φέρνουν αποτέλεσμα; Ανάγκα και θεοί πείθονται. Το ερώτημα όμως παραμένει: Αυτό θέλουμε για τα Πανεπιστήμια και τη νεολαία μας; Όχι βέβαια. Αυτό δεν θα αργήσει καθόλου να οδηγήσει στην πλήρη απαξίωση της Δημόσιας Τριτοβάθμιας Εκπαίδευσης στην Ελλάδα. Υπάρχουν τρόποι για να μη φτάσουμε εκεί;

Κατά πρώτον, πιστεύω πως η όποια απάντηση δε «χωράει» την ύπαρξη της ΕΒΕ, η οποία π.χ. λίγο έλειψε φέτος ν’ αφήσει το Μαθηματικό Ιωαννίνων χωρίς νέους φοιτητές. Πολύ σύντομα: Αν θέλουμε να ελέγξουμε το πλήθος των εισακτέων στο κάθε Τμήμα, δεν έχουμε παρά να ρωτήσουμε το ίδιο το Τμήμα όπως γινόταν στο παρελθόν επί αρκετές μάλιστα δεκαετίες. Τι νόημα δηλαδή έχει η ΕΒΕ, όταν κάποιοι έκριναν ότι  π.χ. το Τμήμα Επιστήμης Υπολογιστών του Παν. Κρήτης το οποίο επί σειρά ετών δεχόταν εξήντα (60) φοιτητές ετησίως, οφείλει αίφνης να μπορεί να εκπαιδεύει 120+ Πληροφορικούς ανά έτος και μάλιστα χωρίς «να μπει στην τσέπη» το χέρι της Πολιτείας; Εφόσον (όπως κουραστικά επαναλαμβάνεται)  δεν υπάρχουν τα «δημοσιονομικά περιθώρια», ας αφήσουν τα Τμήματα να αποφασίζουν για το πόσους φοιτητές μπορούν να υπηρετούν κάθε χρόνο.

Πρέπει επίσης να εξορθολογιστούν κάποτε οι προαπαιτούμενες γνώσεις των μελλοντικών φοιτητών. Μ’ άλλα λόγια, όπως δε γίνεται να εισάγεται κάποιος σε Τμήμα Χημικών Μηχανικών χωρίς να εξετάζεται καν στη Χημεία, έτσι δε γίνεται να εισέρχεσαι σε Τμήμα Μηχανικών Η/Υ χωρίς να έχεις τεκμηριωμένες εισαγωγικές γνώσεις προγραμματισμού ή Πληροφορικής γενικότερα. Και πραγματικά δυσκολεύομαι ν’ αντιληφθώ πως γίνεται να εισάγεται κάποιος/α σε Τμήμα Προσχολικής Αγωγής (Νηπιαγωγών) έχοντας εξεταστεί Πανελλαδικά σε τέσσερα (4) μαθήματα εκ των οποίων τα τρία (3) είναι: Μαθηματικά, Πληροφορική και Αρχές Οικονομικής Θεωρίας! Στην τελική, γιατί ήταν τόσο κακό το παλιό σύστημα των τεσσάρων «Δεσμών»; Επιτέλους έχουμε βαρεθεί να βλέπουμε τον κάθε νέο Υπουργό Παιδείας (ακόμα και της ίδιας πολιτικής παράταξης) να αλλάζει με το που αναλαμβάνει το σύστημα εισαγωγής στην Τριτοβάθμια. Κι όλα αυτά για να καταλήξουμε τελικά μετά από περίπου 25 χρόνια και πάλι σε κάτι όπως οι «Δέσμες» που λέγαμε.

Φυσικά τα παραπάνω προϋποθέτουν πρώτα απ’ όλα να υπάρχει η αντίστοιχη πολιτική βούληση. Πώς όμως να επιβιώσει το Δημόσιο Πανεπιστήμιο όταν ο ίδιος ο νυν Πρωθυπουργός έχει δηλώσει πως «πρέπει να καταργηθεί επιτέλους το αδιανόητο μονοπώλιο του κράτους στην ανώτατη εκπαίδευση, το οποίο τόσα προβλήματα έχει δημιουργήσει»; Φοβάμαι πως τούτη η -σχετικά πρόσφατη- πρωθυπουργική ρήση αποτελεί κιόλας την απάντηση στην ερώτηση του τίτλου.  Κι αυτό είναι το μέγιστο δυστύχημα για τα Ελληνικά Πανεπιστήμια.

29 Ιουνίου, 2023

Ένα ωφέλιμο σφάλμα

Κάτω από: Χωρίς κατηγορία —— Φώτης Αλεξάκος @ 11:45 πμ
Παλιά κτήρια (Κνωσού)

Το ημερολόγιο γράφει 24 Ιουνίου 1991, ημέρα Δευτέρα και ο υπογράφων μετράει άλλα δυο μαθήματα, απ’ τα συνολικά τέσσερα, ώστε να απαλλαγεί εντελώς απ’ τη λεγόμενη Δευτεροβάθμια Εκπαίδευση κι επιπλέον να θέσει σοβαρή υποψηφιότητα για την έναρξη πραγματοποίησης του ονείρου του: Φοιτητής Πληροφορικής (και ουχί Ιατρικής όπως διακαώς ήλπιζαν οι γονείς). Φυσική σήμερα, Χημεία αύριο και φύγαμε να γράψουμε τα δικά μας … παιχνίδια, εεμ, συγγνώμη, προγράμματα. Στα Μαθηματικά μάλλον θα έπιανε κάτω από 15 στα 20 ενώ ο βαθμός στην Έκθεση ήταν έτσι κι αλλιώς απρόβλεπτος. Όμως οι περισσότεροι “ανταγωνιστές” έλεγαν ότι στα Μαθηματικά ήταν στο μονοψήφιο νούμερο· αλλά και στην Έκθεση, ένοιωθε ικανοποιημένος με το δοκίμιο που παρέδωσε. Κι ας ήταν το θέμα terra incognita για τον ίδιο: Αθλητισμός κλπ. Η μόνη του άθληση την τελευταία τριετία ήταν οι σκάλες που ανεβοκατέβαινε στα φροντιστήρια και ο μοχλός με τα πλήκτρα σε κάθε σκάντζα στα “φλιμπεράδικα”. Εκεί όπου εξασκούσε κυρίως τον δεξί καρπό άντε και τα δάκτυλα του αριστερού χεριού. Τον δούλευε ο μπάρμαν στο στέκι τα Σαββατόβραδα: “Πιτσιρίκο τι λέει; Βλέπω αραίωσαν τα ‘σεξ-σπυρς’. Αβέρτα διάβασμα και μαλακία, έτσι; Φέρε τώρα ενάμιση κατοστάρικο για την μπύρα.”

Όμως δεν πείραζε. Το πιθανότατο 15αρι στα άπιαστα εκείνα Μαθηματικά και το κείμενό του στην Έκθεση, τον έβαζαν ήδη σε καλό δρόμο για την … εκδίκηση του σπασίκλα. Λίγο φάρδος στη Φυσική (που μάλλον ήταν το αδύνατο σημείο του), ένα 20αρι στη Χημεία -άανετα· αφού απ’ τα 15 χρονώ σκαμπάζαμε μέχρι ονοματολογία συμπλόκων- και φύγαμε για τα computers! Φυσική λοιπόν σήμερα. Άντε. Τον σταυρό μας και πάμε να δούμε.

Ο Θεός είναι Μεγάλος λένε οι μουσουλμάνοι και πράγματι: Πέφτει μόνο ηλεκτρισμός! Ούτε κρούσεις, ούτε Θ.Δ.Μ.Ε., ούτε βολές, ούτε ταλαντώσεις-σύνθεση αυτών-διακροτήματα, ούτε καν μαγνητισμός (Gauss κλπ). Μια άσκηση στο εναλλασσόμενο ρεύμα (δηλ. ρουτίνα) και μια μ’ένα τετριμμένο χρονοκύκλωμα. Η θεωρία εντάξει. Αυτή πια… Τόσες φορές που την είχε γράψει από μνήμης. Σκεφτόταν κιόλας πως να είναι η ζωή στην Πάτρα. Αν έχει λεωφορείο από Καρδίτσα για Αχαΐα και πόσο συχνά θα είναι τα δρομολόγια. Αλλά τι τον ένοιαζε η συχνότητα; Λες και θ’ άφηνε συχνά το Πανεπιστήμιο με τους υπολογιστές του για νάρχεται στον βαρετό βαλτότοπο;

Είχε ξεκινήσει να γράφει κι είχε μάλιστα λύσει κιόλας την πρώτη άσκηση (“Θέμα 3ο”), όταν η μια επιτηρήτρια που κοίταζε από ώρα πάνω απ’ τον ώμο του, τον ρώτησε που θέλει να περάσει. “Πρώτη προτίμηση έχω βάλει τους Μηχανικούς Η/Υ στην Πάτρα και 2η το Επιστήμης Υπολογιστών στο Ηράκλειο”, απάντησε με ειλικρίνεια. “Ε, στην Πάτρα θα είσαι” του ανταποκρίθηκε (παρανόμως η αλήθεια είναι) η καθηγήτρια. (Αρκετά αργότερα έμαθε πως η ίδια ήταν Φυσικός και φίλη των γονιών του). Κι έχει κιόλας ολοκληρώσει το τελευταίο θέμα (το χρονοκύκλωμα) στο πρόχειρο. Πανεύκολο του φάνηκε. “Σας έχω ρε μινάρες: Πας πούστης Πατρινός παλιάς …” σκεφτόταν την κλασική ατάκα με τα πολλά ‘π’ που θα έπρεπε οσονούπω να μάθει απ’ έξω. Χασκογελώντας ξεκίνησε την αντιγραφή στο “καθαρό”.

Και κάπου εκεί συνέβη! Πρώτη απορία: Μα πώς έκανε τέτοιο κραχτό λάθος αυτός; Είπαμε: Αδύνατο σημείο μας η Φυσική, αλλά όχι κι έτσι! “Απαράδεκτο για φυτό” σκέφτηκε, παραφράζοντας τον Βέγγο με το “απαράδεκτο για πράκτορα” της κλασικής ταινίας. Ευτυχώς όμως που τα είχε γράψει πρώτα στο πρόχειρο κι η αντιγραφή τον βοήθησε να δει το λάθος. Μια επιτόπου αλλαγή στη νέα τιμή της ηλεκτρεγερτικής δύναμης Ε, οι -εύκολες- πράξεις απ’ την αρχή και … voila: “Κύριοι βαθμολογητές, αποκαλυφθείτε” (άλλη αντιγραφή, από Καμύ τώρα).

Τα υπόλοιπα ακολούθησαν σαν νερό στ’ αυλάκι: Παρόλο που είχε ζητήσει απ’ τον φροντιστή του στη Φυσική να ΜΗΝ του τηλεφωνήσει πριν τελειώσουν εντελώς οι εξετάσεις, φαίνεται εκείνος είχε μεγαλύτερη αγωνία. Κι έτσι προέκυψε η -διά τηλεφώνου- δήλωση: “1.2 Ampere βρήκες ρε το ρεύμα; Και δεν παραξενεύτηκες που το νούμερο δεν ήταν ακέραιος; Τα 3 Ampere που βρήκες στο πρόχειρο ήταν η σωστή απάντηση. Δεν τ’άφηνες απείραχτο; Ξέχασες την Αρχή Διατήρησης της Ενέργειας;

Την επομένη πήγε με “κατεβασμένα αυτιά” κι έγραψε Χημεία. Απ’ την πολλή σιγουριά έκανε παραλείψεις στη θεωρία. Άλλος διάλογος με φροντιστή, απ’ την μεριά του τώρα: “Σιγά, αυτό εννοείται. Μα έπρεπε να το είχα γράψει”; Και το ρεζουμέ: 16.625 στα Μαθηματικά, 16 στην Έκθεση, 15 -επιεικώς μάλλον- στη Φυσική και 18.75(!) στη Χημεία που “το άριστα 20 το είχαμε στο τσεπάκι μας”. Μ’ άλλα λόγια: “Διάλε τσ’ απολυμάρες σου” και αντί για το “μινάρας”, θα έπρεπε πια να εμπεδώσει το … “γρόθος”. Απ’ τη μια μεριά: ξιά του. Κι απ’ την άλλη, αυτό τελικά αποδείχθηκε πιο ωφέλιμο!

Ως γνωστόν όμως η ιστορία δεν γράφεται με “αν” και υποθέσεις γενικά. Αφού λοιπόν δεν έχει νόημα να κάνουμε εικασίες για το πώς θα είχε εξελιχθεί η ζωή αν δεν είχε γίνει το εν λόγω λάθος κατά τη μεταφορά απ’ το “πρόχειρο” στο “καθαρό” (κι άρα αν είχε ενδεχομένως βρεθεί ανάμεσα στους … μινάρες ο υποψήφιος)· ας δούμε αυτά που πράγματι έγιναν στην Κρήτη.

Στο Τμήμα Επιστήμης Υπολογιστών του Πανεπιστημίου Κρήτης λοιπόν είχε καθηγητές μεταξύ άλλων τον συμπατριώτη του Απόστολο Τραγανίτη, τον πρώην μαχητή του ΔΣΕ Θανάση Καμπουρέλη, τον Σαράντο τον Καπιδάκη και τον πολύ πρόωρα χαμένο Χρήστο Νικολάου. Επίσης, στο Ηράκλειο γνώρισε και τον τίμησαν με τη φιλία τους, τους Παναγιώτη Στάικο, Γιώργο Ασημακόπουλο, τα αδέρφια Κατζαγιαννάκη: Θανάση και Ηλέρια, Κώστα Καλλίγερο, Κώστα Καραντενίζη, Νίκο Κατσάλη, Κυριακή Κωνσταντινίδου, Βασίλη Μανασσάκη, Γιώργο Μηλολιδάκη (aka: Abel), Νεκτάριο Μουμουτζή, Χαρά Ξανθάκη, Θόδωρο Παπαδόπουλο, Αλέξη Παραμύθη, Αντώνη Σιδηρόπουλο, Γιώργο Στουπά, Μανώλη Συντζανάκη, Γιάννη Συρρή, Στέργιο Τσουρέκα, τον συγχωρεμένο τον Παναγιώτη Σπυρόπουλο (από Κυνηγού Μεσσηνίας) και άλλους τους οποίους γνωρίζει ο Θεός. Πέρα όμως απ’τους καταπληκτικούς ανθρώπους που γνώρισε, μεγάλη αξία θα έχουν πάντα οι καταστάσεις που βίωσε μαζί μ’ όλους τους παραπάνω συμφοιτητές.

Καθόσον, πού αλλού υπήρχαν εργαστήρια υπολογιστών (“πτέρυγα Γ”) που να λειτουργούν (για όλους) 24/7 και 365 μέρες τον χρόνο; Και που αλλού θα συναντούσες όντως ανθρώπους να τα χρησιμοποιούν το Μ. Σάββατο; Ή την προπαραμονή των Χριστουγέννων; Χρησιμοποιώντας μάλιστα τον screen editor για να “σχεδιάζουν” έλατα στα τερματικά (DEC-VT320) με ASCII χαρακτήρες. Πού αλλού θα τύχαινε συμφοιτητής, έχοντας φύγει απ’ το εργαστήριο να … μπει σε ταβέρνα μαζί με το Fiat 127 επειδή τον είχε πάρει ο ύπνος στο τιμόνι; (Καθότι μέρες άυπνος, ελέω του project). Και σε ποιο άλλο Ακαδημαϊκό Ίδρυμα της χώρας θα ζητούσαν οι ίδιοι οι φοιτητές (παρ’όλα τα παραπάνω) να προστεθεί υποχρεωτική διπλωματική εργασία στο πρόγραμμα σπουδών;

Σε ποιο τμήμα Πληροφορικής θα γινόσουν μάρτυρας έντονου καυγά μεταξύ συμφοιτητών και συγκατοίκων που εργαζόντουσαν στο ίδιο project; Διότι -εν αγνοία τους- άλλαζαν το ίδιο αρχείο πηγαίου κώδικα σβήνοντας ο ένας τις μεταβλητές του άλλου; Ή επειδή εξαιτίας πλημμελούς συνεννόησης κατά το μοίρασμα της δουλειάς είχαν κάνει ο καθένας το ίδιο μισό της εργασίας; Κι αυτό έγινε αντιληπτό μόλις τα χαράματα της ημέρας λήξης του deadline και μάλιστα μετά από άφθονα ξενύχτια; Σε ποιας σχολής το εργαστήριο Πληροφορικής θα άκουγες –αξημέρωτα- το επαναλαμβανόμενο κουδουνάκι που σηματοδοτεί ότι η ενδιάμεση μνήμη (buffer) του πληκτρολογίου έχει γεμίσει, χάρη στο επιμελώς ακουμπισμένο επάνω του κεφάλι του κοιμισμένου συμφοιτητή σου; Σε ποια πόλη της χώρας μας, ποιοι φοιτητές θα κάναν κυριολεκτικά debugging προκειμένου να επισκευάσουν το PC του συναδέλφου τους αφαιρώντας απ’ το motherboard μια καμμένη κατσαρίδα;

Αυτές είναι μόνο μερικές απ’ τις … “παρενέργειες” του να σπουδάζεις στο εν λόγω Τμήμα κι αν μερικά πράγματα φαινόντουσαν τότε πολύ βάρβαρα, στο τέλος η ανταμοιβή υπήρξε μάλλον γενναιόδωρη. Πέρα απ’ την απίστευτη ευκολία εύρεσης εργασίας, οι σχέσεις με τους ανθρώπους παρέμειναν και παραμένουν επί (100000)2 χρόνια το ίδιο θερμές όπως και τότε. Απόδειξη ότι κάποιοι εξ αυτών των ανθρώπων κάθονται σήμερα και καταγράφουν τέτοια γεγονότα.

6 Μαρτίου, 2023

Appeal to the “Bebras” initiative

Κάτω από: Appeals —Με ετικέτα , , , , Φώτης Αλεξάκος @ 10:17 πμ

The following public appeal was sent to the Bebras’ challenge organization:

Dear all,

I am Fotis. I studied Computer Science in the University of Crete and I have been teaching ICT in Greece for these last 22 years. Some years ago, on behalf of the Hellenic Union of Informatics (HUI), I had submitted an application to organize a Bebras contest in my country [https://bebras.gr/]. Eventually though, the University of the Aegean took up the project, since they had applied earlier. Nevertheless, some of us in the aforementioned Union (HUI) also helped with one way or another, at least during the short period that the Greek membership last. Anyway, I fear that if today I was asked to help bring the marvelous Bebras contest to Greece, I would have said no. Below, I wish to explain the reasons for such a refusal.

At first, I was puzzled to see that you have decided to suspend the membership of Russia and Belarus in the Bebras International initiative. In other words, as we read here: https://www.bebras.org/node_73.html, schools from the Russian Federation and Belarus will not be allowed to participate in absolutely any of Bebras contests or other events, e.g. attending workshops, or will not even be listed in various statistics published by Bebras.

I admit that I fail to understand why anyone would punish teachers and – even worse –children from Russia or Belarus for crimes which the political leaders of these countries have committed. Nevertheless, let me pretend, for argument’s sake, that I support the ban. So, in such a case, don’t you think that you should also ban Turkey (for example) as they did invade Cyprus in 1974 and have occupied the northeastern part of the island (about 1/3 of the area of Cyprus) since then? They have recently invaded Syria too (Aleppo), which in turn is another provisional member of Bebras [https://www.bebras.org/countries.html]. Moreover, I cannot avoid noticing that both Israel and the State of Palestine are still provisional members of Bebras, although the Israeli army shot dead more than 230 Palestine civilians last year [https://is.gd/DbU8gv] (with 40+ children amongst them).

Another example similar to the above is the co-existence (as distinct nations) of China and Taiwan, being full members of Bebras, with schools from both countries allowed to participate in the contests. Finally, I’ll only remind you that Saudi Arabia, i.e. a monarchy where public decapitations take place on a weekly basis, where women are treated like lesser beings (“untermensch” was the term used by the NSDAP) and which has invaded and continues to bomb Yemen, is also a provisional member!

So, I end up wondering again: Who has the right to condemn children for the sins that adults in power commit? Nobody I think. I do of course understand that the opinion of a single person cannot weigh enough to change your mind; yet I‘m sure that most of my colleagues (as teachers) would have shared my beliefs had they been aware of these changes in Bebras memberships. In fact, I shall communicate the above to people of Cyprus, at least. You see, we speak the same language and they have enough bitter experience of invasions. Anyway, I really had to make the above appeal and so I did…

Kindest regards,

Fotis E. Alexakos

ICT teacher

Greece

11 Ιουνίου, 2022

Τι είδους Παιδεία θέλουμε στην Ελλάδα;

Κάτω από: Χωρίς κατηγορία —— Φώτης Αλεξάκος @ 9:24 μμ

Μόλις ολοκληρώθηκαν οι Πανελλήνιες Εξετάσεις και φέτος. Καθώς απ’ τη μια τυγχάνω Εκπαιδευτικός ενώ απ’ την άλλη πρόκειται για μια περίοδο του έτους που τραβούσε το ενδιαφέρον μου από πολύ νωρίς στη ζωή, κάθε χρόνο τέτοια εποχή τυρβάζω γενικώς περί Παιδείας.  Τούτη τη χρονιά την προσοχή αρχικά τράβηξε ένα προτεινόμενο θέμα εξετάσεων στο μάθημά μου την Πληροφορική. Κάποιος συνάδελφος, κάπου στη χώρα, λίγο πριν αρχίσουν οι εξετάσεις, πρότεινε στους μαθητές της Γ’ Λυκείου το εξής:

Να γράψετε στο τετράδιό σας τον αριθμό του κάθε κενού ((1)…(5)) και δίπλα τι θα πρέπει να συμπληρωθεί ώστε το τμήμα ΠΡΟΓΡΑΜΜΑΤΟΣ στα αριστερά να δημιουργεί τον Π[5,5] πίνακα στα δεξιά.

 

ΓΙΑ Ι ΑΠΟ  .(1).  ΜΕΧΡΙ   .(2).

   Π[.(3). ,  .(4).]  ←  .(5).

ΤΕΛΟΣ_ΕΠΑΝΑΛΗΨΗΣ

 

1 2 3 4 5
6 7 8 9 10
11 12 13 14 15
16 17 18 19 20
21 22 23 24 25

 

Πιστεύω πως οι περισσότεροι Πληροφορικοί της Εκπαίδευσης θα συμφωνήσουν ότι πρόκειται για αρκετά απαιτητικό πρόβλημα, το οποίο μάλλον θα απογοήτευε όσους υποψηφίους δεν θα μπορούσαν να το λύσουν. Τους περισσότερους δηλαδή της εν λόγω Ομάδας Προσανατολισμού. Μια απογοήτευση που θα βίωναν μια δυο βδομάδες πριν κληθούν να συναγωνιστούν συμμαθητές τους σε μια απ’ τις –ενδεχομένως- πλέον κρίσιμες δοκιμασίες της ζωής τους.

Αντίστοιχη απογοήτευση μάλλον θα βίωναν μαθητές των οποίων ο καθηγητής Μαθηματικών επέλεγε ένα πρόβλημα απ’ το βιβλίο «Πώς να το λύσω» του G. Polya όπως το ακόλουθο:

Προσδιορίστε το m ώστε η εξίσωση του x:

x4-(3m+2)x2+m2=0

να έχει τέσσερις (4) πραγματικές ρίζες που να σχηματίζουν αριθμητική πρόοδο. 

Αντίστοιχα, υποθέτω ότι και σε υποψηφίους των λεγόμενων Ανθρωπιστικών Σπουδών συχνά θα προτείνονται δύσκολα θέματα, αλλά ας παραμείνω (προς το παρόν) στα «του οίκου μας». Προκύπτει λοιπόν το ερώτημα: Τι είδους μόρφωση θέλουμε να παίρνουν οι νέοι μας; Τι πρέπει να γνωρίζει και πόσο καλά  ο απόφοιτος του Λυκείου ή του ΕΠΑΛ; Ποια άραγε πρέπει να είναι η –ποσοτική- αναλογία γνώσεις/δεξιότητες; Το εν λόγω κλάσμα θέλουμε να είναι μεγαλύτερο ή όχι της μονάδος;

Βλέποντας κανείς τις πρόσφατες πολιτικές αποφάσεις με την Ελάχιστη Βάση Εισαγωγής στις Πανελλήνιες, την τράπεζα θεμάτων σε Λύκεια και ΕΠΑΛ (“τράπεζα” στην οποία απαντώνται και θέματα όπως τα παραπάνω), σε συνδυασμό με την κλίση σε όλες τις πτώσεις του ουσιαστικού “αριστεία” από το Υπουργείο Παιδείας και τα ΜΜΕ, οδηγούμαστε στο συμπέρασμα ότι -μάλλον- η Πολιτεία επιδιώκει τη μεγιστοποίηση του παραπάνω κλάσματος. Το επιθυμητό δηλαδή είναι οι νέοι να έχουν υψηλού επιπέδου μόρφωση, όχι απαραίτητα πολύ πλατιά, αλλά σίγουρα βαθιά. Για οικονομία χώρου θα χρησιμοποιήσω ένα παράδειγμα. Λέγαν παλιότερα, επαναλαμβάνουν και σήμερα οι σχεδιαστές των Προγραμμάτων Σπουδών: Ας μη μαθαίνουν τίποτε τα παιδιά για τη φύση του φωτός. (Ποιες οι θεωρίες περί αυτής; Είναι π.χ. κύμα ή σωματίδιο; ) Αρκεί να ξέρουν “απ’ έξω κι ανακατωτά” όλους τους τύπους της Οπτικής,  να είναι μ’ άλλα λόγια “άριστοι” στον υπολογισμό των γωνιών ανάκλασης, διάθλασης, να ξέρουν τι είναι συμβολή κλπ. Ή ας πούμε στη Γεωμετρία: Εξαντλούμε τους μαθητές της Β’ Λυκείου στις μετρικές σχέσεις, αλλά τους αφήνουμε να νιώθουν εντελώς ανίκανοι μπροστά σ’ ένα τυπικό πρόβλημα απόδειξης.

Αυτή η επιλογή φαίνεται να διαποτίζει όλο το Εκπαιδευτικό μας σύστημα τουλάχιστον απ’ τα μέσα του 20ου αιώνα. Απ’ την εποχή που οι μαθητές του “Κλασικού” (Γυμνασίου) γνώριζαν μεν να κλίνουν άψογα το “πατρίς” (και στον δυϊκό αριθμό), αλλά αγνοούσαν π.χ. το νόημα του Σωκρατικού  “[…] ἀπάντων τιμιώτερόν ἐστιν ἡ Πατρὶς […]”. Και ίσως η παραπάνω λογική να μην είναι και λανθασμένη. Όμως δεν θα κρίνω αυτό τώρα. Αντιθέτως αναρωτιέμαι: Μα πράγματι ενδιαφέρονται οι του Υπουργείου Παιδείας για τη μεγιστοποίηση του κλάσματος γνώσεις/δεξιότητες; Έστω και μόνο με αύξηση του αριθμητή;

Μάλλον όχι. Η αίσθηση του γράφοντα είναι πως -καλώς ή κακώς- ούτε αυτό ισχύει. Διότι, πώς να μεγαλώσει το κλάσμα όταν ο παρονομαστής (δεξιότητες) μεγεθύνεται; Ήδη από πέρυσι έχουν εισαχθεί τα λεγόμενα “Εργαστήρια Δεξιοτήτων” (http://www.iep.edu.gr/el/psifiako-apothetirio/skill-labs) σε σχεδόν όλο το εύρος της Εκπαίδευσης: Απ’ το Νηπιαγωγείο (!) ως το Λύκειο.  Δεν αποκλείεται σύντομα να τα δούμε και στην Τριτοβάθμια. Σε κάποια Τμήματα νομίζω ήδη υπάρχουν εργαστήρια εκμάθησης εφαρμογών “αυτοματισμού γραφείου”.

Και τι είναι οι δεξιότητες (skills); Στο μυαλό μου έρχονται λέξεις και φράσεις όπως: Πλέξιμο, κλάδευση, οδήγηση αυτοκινήτου, δακτυλογράφηση, μαγειρική, συνεννόηση σε μια ξένη γλώσσα, πλοήγηση στο διαδίκτυο κ.α.  Φαίνεται λοιπόν (και στην ιστοσελίδα του ΙΕΠ) πως επιθυμούμε διακαώς να αποκτούν και τέτοιες οι νέοι μας. Δεδομένου όμως ότι ο χρόνος στο σχολείο είναι συγκεκριμένος, κάθε αυξομείωση του ενός μεγέθους (γνώσης ή δεξιότητας) επηρεάζει αντίστροφα το άλλο. Μάλιστα ο γράφων είχε την ευκαιρία να σχολιάσει περισσότερο το θέμα “skills” στο κοντινό παρελθόν:  https://bit.ly/3NVp5Zb Εν ολίγοις, στο άρθρο εκείνο γράφαμε ότι περισσότερες δεξιότητες σημαίνει λιγότερη γνώση και το ανάποδο. Κι εδώ ξανατονίζουμε πως όταν μιλάμε για γνώσεις στην Ελλάδα, εννοούμε εμβάθυνση ως το μη περαιτέρω σε πολύ συγκεκριμένα “τμήματα” της κάθε Επιστήμης. Γενικά λέξεις όπως πλατιά  και εγκύκλια (μόρφωση) δεν είναι αρεστές απ’ όσους χαράσσουν την εκπαιδευτική μας πολιτική.

Τι προσφέρουμε λοιπόν οι της Εκπαίδευσης στα παιδιά σήμερα; Απ’ τη μια βαθιές και λεπτομερείς μεν, αποσπασματικές δε, γνώσεις· κι απ’ την άλλη: Δεξιότητες. Χώρια που στην προσπάθειά μας να εντρυφήσουν οι νέοι όσο περισσότερο γίνεται σ’ αυτά τα ελάχιστα ψήγματα γνώσης που παίρνουν, συχνά τους αποθαρρύνουμε (θυμίζω την εισαγωγή του παρόντος κειμένου) και τους στρέφουμε είτε προς τις δεξιότητες (ως κάτι απλούστερο), είτε ακόμη και εκτός εκπαίδευσης! Πιο γλαφυρά: Με το να ζητάμε π.χ. από έναν 17χρονο να προγραμματίζει σε Assembly ή να βρίσκει (χωρίς υπολογιστή) τον αντίστροφο ενός πίνακα 5×5, αν δεν τον διώχνουμε εντελώς απ’ το σχολείο, σίγουρα τον οδηγούμε μακριά απ’ την Επιστήμη και την αληθινή γνώση.

Κι εδώ πραγματικά ανησυχώ: Μήπως αυτός ακριβώς είναι ο σκοπός κάποιων;

23 Δεκεμβρίου, 2021

Το φάντασμα των παρελθόντων Χριστουγέννων επιστρέφει

Κάτω από: Χωρίς κατηγορία —— Φώτης Αλεξάκος @ 1:01 μμ

MicroMad issue 16 cover

Τέλη Δεκέμβρη κάπου στο δεύτερο μισό των ‘80s. Γιορτές Χριστουγέννων στο κατώφλι. Ημέρες ΠΑΣΟΚ κι ο πατέρας σε στέλνει να πάρεις εφημερίδα απ’ το περίπτερο. Κοινώς: Αγγαρεία. Βλέπεις η “Αυριανή” είχε μεν ανέβει στις 10δρχ., αλλά και πάλι τι χαρτζιλίκι να επιδαψιλεύσεις; Ακόμα και το τάληρο ήταν η μισή αξία του αγαθού. Πλην όμως πήγαινες ευχαρίστως. Ήταν ευκαιρία για άλλη μια βόλτα στο κέντρο της επαρχιούπολης και μπορούσες ξανά να χαζέψεις τη βιτρίνα του πρώτου και μοναδικού τότε “κομπιουτερομάγαζου”. Ανάμεσα στους Commodore 64, Amstrad 464/6128 και Spectrum128+, ξαναδιάβαζες για πολλοστή φορά το εξώφυλλο του MicroMad. Ήταν ο μήνας που είχες αγοράσει το Pixel (η τσέπη του πατέρα προϋπολόγιζε ένα μόνο διμηνιαίο περιοδικό συν τα εβδομαδιαία “Αγόρι” ή “Σπάϊντερμαν”), οπότε απ’ το MicroMad θα έμενες μόνο στο εξώφυλλο. Από μέσα σου ψηνόσουν να διαπραγματευτείς την εγκατάλειψη όλων των εβδομαδιαίων εντύπων, ώστε να μπει και το δεύτερο διμηνιαίο “κομπιουτερίστικο” τεύχος στη ρουτίνα. “Ίδωμεν…” μουρμούρισες.

Παρουσίαση Atari Mega ST” και “40 σελίδες έτοιμα προγράμματα” ξαναδιάβασες στο εξώφυλλο. Συν το αφιέρωμα στο “BIOS + πολιτεία” του Ν. Περάκη που κάπου τότε είχε βγει στους κινηματογράφους. “Μανούλα μου!” Σκέφτηκες πως ίσως έψηνες τον φίλο σου τον Γιάννη να το αγοράσει, μπας και το δανειστείς. Όμως αυτός ήταν ο υπερτυχερός κάτοχος μιας Amiga 500, οπότε και μόνο οι λέξεις “παρουσίαση” + “Atari” θα τον απωθούσαν απ’ το έξοδο. Δεύτερο “ίδωμεν”, ξεφύσημα και προμήθεια (επιτέλους) της “εφημερίδας που γκρέμισε τον Καραμανλισμό” μιας κι είχες φτάσει στο περίπτερο. Θυμήθηκες που όταν η τιμή της είχε πρωτοπάει στις 10δρχ. κυκλοφορούσε (για κάμποσα φύλλα) μ’ ένα “μας συγχωρείτε που σας κλέβουμε” σε μια γωνιά του εξωφύλλου. Πού να ζητήσεις λοιπόν τις 250δρχ. του MicroMad !

Επιστροφή στο σπίτι και επίθεση και πάλι στο τρέχον Pixel. “Συγκριτικό τεστ: 131072 bytes RAM. Το τελευταίο χαρτί των οκτάμπιτων;“, “Γραφικά στον Z80” αλλά και “Άπειρες ζωές στο Bombjack για Commodore 64”, αφιέρωμα στον Apple II-GS (“φάτε μάτια ψάρια” εσύ) κλπ, κλπ. Διαβάζεις και ξαναδιαβάζεις τα listings, αλλά η απορία ήταν πάντα εκεί: “Μα πώς βρίσκουν τα νούμερα στις εντολές PEEK & POKE της BASIC; Αμ αυτά τα SYS 49152 του C64, τα RANDOMIZE USR 65421 και CALL &BB00 σε Spectrum και Amstrad αντίστοιχα; Τι σόϊ μαγικά είναι; Γιατί μαυρίζει το background του C64 όταν πληκτρολογώ POKE 53281,0”; Και καλά. Ήξερες πως μηδέν (0) είναι ο κωδικός του μαύρου ενώ π.χ. επτά (7) είναι αυτός του κίτρινου. Αλλά το 53281; Αυτό πώς το βρήκαμε;

Φεύ, η απορία παρέμεινε. Ακόμη και μετά την αποφοίτηση απ’ το Πανεπιστήμιο Κρήτης, όπου έγινες ένας φέρελπις “Επιστήμονας Υπολογιστών”. Κι ας έμαθες τόσα και τόσα γύρω απ’ τα αντικείμενα των πόθων σου των late ‘80s. Όπως ας πούμε ότι μπορούσες να γράψεις προγράμματα σε “γλώσσα μηχανής” χρησιμοποιώντας κάπως πιο κατανοητή σημειολογία απ’ τα ξερά νούμερα στα listings των Pixel και MicroMad.

Π.χ. Ο πρώτος υπολογιστής που ακούμπησες ποτέ (πάντα σε σπίτι φίλου, όχι δικός σου), καταλάβαινε κάτι σαν: LDA #7 και STA 53281 τα οποία (πάλι) είχαν ως αποτέλεσμα να κιτρινίζει η οθόνη. Όπου όμως το ‘LDA’ προκύπτει απ’ το ‘LoaD Accumulator’ και το ‘STA’ απ’ το ‘STore Accumulator’. Έστω και στα Αγγλικά, έβγαινε -επιτέλους- πολύ περισσότερο νόημα. Ακόμη δεν ήξερες βέβαια ότι το 53281 ήταν ο αύξων αριθμός μιας θέσης στη μνήμη του C64 όπου αποθηκευόταν το χρώμα φόντου οθόνης. Αυτό το “κουτάκι” συμβουλευόταν (περίπου 60 φορές το δευτερόλεπτο) ο επεξεργαστής MOS-6510 και “έβαφε” την οθόνη. Η πρώτη εντολή (LDA) βάζει πρώτα 7 σ’ ένα (άλλο) κουτάκι (που λέγεται “συσσωρευτής”) μέσα στον επεξεργαστή και η άλλη γράφει το περιεχόμενο αυτού στο κουτάκι υπ’ αριθμ. 53281. Αλλά πού βρήκαμε το 53281; Αλλιώς D021 ($D021) στο δεκαεξαδικό όπως σου είχαν μάθει στο Πανεπιστήμιο. Γιατί εκεί κι όχι π.χ. στη θέση 53248 ($D000); Ε, αυτό το έμαθες μόνο απ’ τα περιοδικά των ετών 1985-1990.

Και μάλιστα τό ‘μαθες 30 χρόνια αργότερα! Διαβάζοντας -σε ψηφιακή πια μορφή- τα τεύχη όσων περιοδικών δεν είχες διαβάσει τότε. Και θυμήθηκες -30 χρόνια μετά- εκείνα τα Χριστούγεννα που (κι ας ήσουν ήδη έφηβος), κοιμόσουν αγκαλιά μ’ ένα ιδιόχειρο listing σε Locomotive Basic. Κι έβλεπες στον ύπνο σου, όντας Λυκειόπαις, τον … Άγιο Βασίλη να μπουκάρει απ’ το παράθυρο (τζάκι δεν υπήρχε) μ’ έναν -έστω “πράσινο”- CPC 6128 στα χέρια! Κι έβλεπες ακόμα πως ξημερώνοντας περίμενε αναμμένος να του δακτυλογραφήσεις τις εντολές σου.

Το μουρμουρητό του φαντάσματος διακόπτεται απ’ τις φωνές του μικρού πρώτα, ο οποίος καταριέται το αργό tablet ως υπεύθυνο για την ήττα του στο παιχνίδι: “Να πάρει! Όσο να δω τι γίνεται, μ’ έφαγε ο Νικήτας. Είναι πολύ αργό αυτό μπαμπά”. Ακολουθεί ο μεγάλος: “Γι’ αυτό εγώ θέλω να έχει μια κάρτα GTX1050-Ti ο υπολογιστής που θα πάρω. Για να είναι σούπερ γρήγορος”. Αναπόφευκτα προβληματίζεσαι έντονα για τις σημαντικά αυξημένες σήμερα υποχρεώσεις του Άγιου της Coca Cola. Αυτό, όταν το μουρμουρητό του φαντάσματος σού θυμίζει την Α4 όπου είχες σχεδιάσει όσο πιστότερα μπορούσες το πληκτρολόγιο του Spectrum 48K. Πάνω εκεί έκανες πως έγραφες προγράμματα μπροστά στον πατέρα σου, μπας και πείσεις για την ανάγκη αγοράς του ίδιου του μηχανήματος. Άλλωστε ήταν ό,τι φθηνότερο υπήρχε. Πόσο μάλλον που το είχες βρει μεταχειρισμένο από αγγελία.

Δεν το απέκτησες ποτέ. Κι ας μην το ήθελες για παιχνίδια. (Εντάξει φάντασμα: Και για παιχνίδια). Ας είναι. Αρκεί που μέσα σου έκαιγαν οι φλόγες της αναζήτησης. Φλόγες που τις έτρεφε η δίψα για μάθηση. Το αδυσώπητο γιατί. Αρκεί που σε όριζε το αναλλοίωτο μότο: “Stay hungry. Stay foolish”, όπως έγραφε στο αποχαιρετιστήριο τεύχος του ένα άλλο περιοδικό (“Whole Earth Catalog”) το 1974 και συνιστούσε στην τελευταία του ομιλία ο μακαρίτης ο συνιδρυτής της Apple Inc. Κι αν όμως αυτές οι φλόγες ακόμα καίνε μέσα σου, μπορείς να πεις το ίδιο για τους απογόνους; Το ξέρεις πως όχι. “Δυστυχώς”, σκέφτεσαι. Άλλου είδους φλόγες θα κυβερνήσουν την εφηβεία αυτών και τότε είναι που θα χρειαστεί η επέμβαση τουλάχιστον των δυο πρώτων φαντασμάτων για να μη χάσουν το παιχνίδι. Οπότε μάντεψε ποιος θα κληθεί να παίξει τον ρόλο του Marley.

26 Μαρτίου, 2018

Απόδοση οφειλομένων για ένα όνειρο που έγινε πραγματικότητα

Κάτω από: Χωρίς κατηγορία —— Φώτης Αλεξάκος @ 9:40 μμ

Από πολύ μικρός, είχα πάντα την απορία να μάθω πώς είναι τα μέρη όπου ο άνθρωπος αναζητά με τη μεγαλύτερη ένταση απαντήσεις στα τεράστια ερωτήματα τα σχετικά με τον κόσμο: “Πώς έγινε το Σύμπαν;” “Από τι είναι φτιαγμένο;” “Πώς εμφανιστήκαμε εμείς;” Ή και πιο συγκεκριμένα: “Τι είναι το φώς;” κ.τ.ό.  Κάποια στιγμή, φοιτητής πια, όταν έμαθα πού δημιουργήθηκε ο Παγκόσμιος Ιστός (WWW) ανακάλυψα το CERN. Ε, από τότε καλλιεργούσα την τεράστια επιθυμία να το επισκεφθώ.

Το όνειρό μου αυτό λοιπόν, έγινε πραγματικότητα μόλις φέτος! Με την εκπαιδευτική επίσκεψη του Γυμνασίου και Γενικού Λυκείου Σοφάδων στην Γενεύη.

Τώρα, επειδή κάποιοι άνθρωποι είμαστε κάπως καλύτεροι στον γραπτό απ’ ό,τι στον προφορικό λόγο, νοιώθω την ανάγκη, μέσω του διαδικτύου (δημόσια), να ευχαριστήσω όσους συνετέλεσαν στο να πραγματοποιηθεί ένα όνειρο που από χρόνια έλπιζα να εκπληρώσω. Χάρη λοιπόν στο Γυμνάσιο και στο Λύκειο Σοφάδων και κυρίως χάρη στη διοίκηση των δύο σχολείων καθώς και σε δύο εκπαιδευτικούς των σχολείων, μπόρεσα να επισκεφθώ το CERN. To μεγαλύτερο ερευνητικό κέντρο παγκοσμίως. Νοιώθω λοιπόν την ανάγκη να ευχαριστήσω δημόσια τους συναδέλφους εκπαιδευτικούς (αλφαβητικά) : κ. κ. Βλόντζου Έλενα (Γυμνάσιο), Θεοχάρη Βασίλη (Λύκειο), Κραββαρίτη Κατερίνα (Λύκειο) και Σκόδρα Στέργιο (Γυμνάσιο) οι οποίοι, εντελώς ανυστερόβουλα και κατόπιν αόκνων προσπαθειών, κατάφεραν να πραγματοποιηθεί η εκπαιδευτική επίσκεψη των δύο σχολείων στη Γενεύη.

Προσωπικά, δεν θα μπορούσα να φανταστώ καλύτερον τρόπο για να πραγματοποιήσω αυτήν μου την επιθυμία, απ’ το να πάω εκεί με το σχολείο μου. Πράγματι, αν και λείπω σχεδόν πεντέμιση χρόνια, για ‘μένα το Γενικό Λύκειο Σοφάδων είναι ακόμη το σχολείο μου.  Άλλωστε το έχω υπηρετήσει για περίπου 13 χρόνια και εκεί ανήκω οργανικά, ενώ είμαι βέβαιος πως -αργά ή γρήγορα- θα επιστρέψω εκεί.

Επίσης, μιας και ως εκπαιδευτικός έχω κι εγώ τύχει να συνοδεύσω κάμποσες σχολικές επισκέψεις, δεν είναι υπερβολή, ούτε και χαϊδεύω αυτιά, όταν ισχυρίζομαι πως τα παιδιά στην εν λόγω εκδρομή έδειξαν υποδειγματική συμπεριφορά. Έτσι κι αλλιώς όμως, θέλω να ευχηθώ de profundis στους μαθητές των δύο σχολείων, τόσο σ’ αυτούς που συμμετείχαν στην “περιπέτεια”, όσο και σ’ εκείνους που δεν μπόρεσαν να είναι μαζί μας, να καταφέρουν μια μέρα να βρεθούν σ’ ένα μέρος σαν το CERN ως εργαζόμενοι/ερευνητές. Μακάρι μάλιστα να είναι αυτοί που -εκείνη τη φορά- θα υποδεχθούν και θα ξεναγήσουν κάποιο σχολείο απ’ την Ελλάδα. Ίσως ξανά το … δικό τους!

Τελειώνοντας, νομίζω πως εκφράζω όλους τους εκπαιδευτικούς αν πω ότι η μεγαλύτερη χαρά του “δασκάλου” είναι να βλέπει τους μαθητές του να προκόβουν, ιδίως στους χώρους της επιστήμης και γενικότερα του πνεύματος. Στους εκπαιδευτικούς λοιπόν των δύο σχολείων, ιδίως στους τέσσερις προαναφερθέντες, εύχομαι κι άλλες πολλές πολλές τέτοιες χαρές, όντας σίγουρος πως χάρη στις ικανότητές τους ως δάσκαλοι, έχουν ήδη λάβει παρόμοιες.

Και πάλι ευχαριστώ και εύχομαι παρόμοια κατορθώματα (για τα σχολεία) στο κοντινό μέλλον.

Φώτης Ε. Αλεξάκος

Εκπαιδευτικός Πληροφορικής

©2024 Androids do dream of electric sheep Φιλοξενείται από Blogs.sch.gr

Αλλαγή μεγέθους γραμματοσειράς
Αντίθεση