“I’ll never see my sons again.
My heart’s been buried in this plain.
The sky is dark, the sound has fled,
The stones are cracked, the grass has bled.
This land is ours, it’s ours,
It always has been ours.
We’ll never leave it,
Because our roots are deep within it.”
(Τραγουδούν οι Τρωάδες. https://www.youtube.com/watch?v=mdg6CZt5FUM (~31:00)
“Τρωάδες” του Ευριπίδη σε μετάφραση Edith Hamilton, σκηνοθεσία Μιχάλη Κακογιάννη, 1971. Μουσική: Μ. Θεοδωράκης)
Ανάμνηση πρώτη: Φοιτητής. Βλέπω για 2η ή 3η (ίσως και 4η) φορά το “Laurence of Arabia” τού -κάθε άλλο παρά κομμουνιστή- David Lean (μιλάμε άλλωστε για τον άνθρωπο που έκανε μεγάλη ταινία το … samizdat του Μπορίς Παστερνάκ), όμως αυτήν τη φορά έχω μείνει εκστατικός με την κάτωθι (πολύ κλασική) σκηνή:
Οι Άραβες οδεύοντας προς την – κατεχόμενη απ’ τους Τούρκους- Aqabah παρακολουθούν τον λυσσαλέο βομβαρδισμό της απ’ το πυροβολικό της Αντάντ. Ο Omar Sharif ως ‘Sharif Ali ibn el Kharish’ λέει φωναχτά τη σκέψη του:
– «Ο Θεός να βοηθήσει όσους είναι κάτω απ’ αυτό» (αυτούς δηλαδή που θα υποστούν τον βομβαρδισμό).
– «Είναι Τούρκοι», απαντά με νόημα ο Peter O’Toole ως Lawrence.
– «Ο Θεός να τους βοηθήσει» επιμένει ο Sharif Ali.
Το ακριβές στιγμιότυπο του κινηματογράφου εδώ: https://clip.cafe/lawrence-of-arabia-1962/god-help-the-men-lie-under-that/
Με τη συγκεκριμένη σκηνή, αλλά και γενικότερα με την ταινία, θεωρώ πως ο David Lean δείχνει -μεταξύ άλλων- ότι συγκρίνοντας τους λεγόμενους “πολιτισμένους Δυτικούς λευκούς” με τους “βάρβαρους Άραβες”, οι δεύτεροι φαίνονται σαφώς πιο ανθρώπινοι. Εδώ μάλιστα δεν μπορεί να μη γίνει σύγκριση ανάμεσα στην εκμετάλλευση των Αράβων απ’ τους Βρετανούς της Αντάντ στον Α’ Π.Π., σε σχέση με την χρησιμοποίηση των Ινδών της Βρετανικής Αυτοκρατορίας κατά τον Β’ Π.Π. όπως και στην Αθήνα των Δεκεμβριανών. Ο “ανώτερος Δυτικός” αξιοποιούσε κάθε … “κτήμα” του, ακόμα και έμψυχο. Με τη διαφορά πως κι αν οι Βρετανοί ήσαν εχθροί των Τούρκων και τους βομβάρδιζαν στην Aqqaba της ταινίας· μαζί κι οι δυο αυτοί καταδυνάστευσαν την Κύπρο.
Ανάμνηση δεύτερη και πιο πρόσφατη: Στο πάρκο της πόλης, μετά την προβολή του ντοκυμαντέρ “Η Γάζα μάχεται για ελευθερία”, μιλάει ένας ας πούμε νεαρός απ’ την Παλαιστίνη. Είναι ο Φεράζ απ’ τη Τζενίν της Δυτικής Όχθης. Έχει πολλά χρόνια στην Ελλάδα και μιλάει άψογα τα Ελληνικά αν και φαίνεται αμέσως πως είναι Άραβας, τόσο απ΄ την εμφάνιση, όσο κυρίως απ’ την προφορά. Η Ραμάλα ας πούμε ακούγεται Ραμάλ – λά με τον αδιόρατο φθόγγο ‘h’ στο τέλος. Ο Φεράζ έφυγε απ’ τη Τζενίν με τα χίλια ζόρια που λέμε. Οι κατακτητές δεν μπορούσαν να δεχθούν ότι ένα “κατώτερο ον” είχε αποφοιτήσει από μια τεχνική σχολή Γεωπονίας και σκόπευε να πάει κάπου ασφαλέστερα, μήπως μπορέσει να συμπληρώσει τη μόρφωσή του σε κάποιο Πανεπιστήμιο. Εν τέλει τα κατάφερε έστω κι έπειτα από ταπεινώσεις που -μεταξύ άλλων- περιλάμβαναν και μερικά χαστούκια.
Είναι τώρα εδώ και προσπαθεί να εξηγήσει τι σημαίνει “έποικος” και “εποικισμός”. Πάνω κάτω λέει τα ακόλουθα: Οι πιο πολλοί απ’ όσους ήρθαν μετά τη Νάκμπα, δεν είχαν καμιά σχέση με τον τόπο. Μπορεί φερ’ ειπείν να ήταν Βορειοευρωπαίοι, ψηλοί, ξανθοί που απλώς δήλωναν Εβραίοι στο θρήσκευμα και τους δινόταν σπίτι να μείνουν, γη να καλλιεργήσουν ή/και μια καλή δουλειά, μέχρι και φρουρά να τους φυλάει· φτάνει να έμεναν κάπου εκεί στο μέρος που λέγεται Ισραήλ και που ακόμα σήμερα τα σύνορά του δεν είναι σαφώς ορισμένα. Αυτό που μου έκανε εντύπωση ήταν η εξής φράση του νεαρού:
– Αν ρωτήσεις κάποιον απ’ αυτούς: “Άνθρωπέ μου, από πότε ζεις εδώ; Από που κατάγεται η μητέρα σου; Μπορεί να μου δείξεις που βρίσκονται οι τάφοι των παππούδων σου;” μάλλον δεν θα σου απαντήσουν.
Η φράση που χτύπησε κάποιο καμπανάκι, που έκανε κάποια σύναψη στον εγκέφαλό μου να “σπινθηρίσει” ήταν αυτό περί των προγονικών τάφων. Εκείνη τι στιγμή δεν μπόρεσα να θυμηθώ που ακριβώς είχα ξανακούσει ή διαβάσει κάτι τέτοιο. Αργότερα θυμήθηκα το απόσπασμα απ’ το “ο κύριός μου ο Αλκιβιάδης” του Άγγελου Βλάχου που είχαμε διδαχθεί ίσως και στο Δημοτικό. Κάπου εκεί γινόταν μνεία στον παιάνα που αναφέρεται στους “Πέρσες” του Αισχύλου. Ο Αισχύλος είχε ο ίδιος λάβει μέρος στους Περσικούς πολέμους και γράφει στο εν λόγω έργο του για το κάλεσμα στη μάχη των Ελλήνων απέναντι στους βαρβάρους. Πρόκειται φυσικά για το πασίγνωστο “Ίτε παίδες Ελλήνων” και στο κείμενο:
“Ὦ παῖδες Ἑλλήνων, ἴτε,
ἐλευθεροῦτε πατρίδ᾽, ἐλευθεροῦτε δὲ
παῖδας, γυναῖκας, θεῶν τε πατρῴων ἕδη,
θήκας τε προγόνων· νῦν ὑπὲρ πάντων ἀγών”.
Δηλαδή, σε μετάφραση του Ι. Ν. Γρυπάρη:
«Εμπρός, των Ελλήνων
γενναία παιδιά! να ελευθερώσετε πατρίδα,
τέκνα, γυναίκες και των πατρικών θεών σας
να ελευθερώστε τα ιερά και των προγόνων
τους τάφους· τώρα για όλα ᾽ναι που πολεμάτε.»
Και να που κάποιος ξένος άνθρωπος (αν και ίσως με μακρινή καταγωγή από Κρήτη), ένας Άραβας, αλλόθρησκος, ευρισκόμενος σε μια άσημη Ελληνική επαρχία του 21ου αιώνα, πιθανότατα άθελά του, βρέθηκε να μας το θυμίσει 2.500 χρόνια μετά! Και μαζί να μας θυμίσει κι έναν απ’ τους Νομπελίστες ποιητές μας που κι αυτός με τη σειρά του πιάνεται απ’ τον Αισχύλο και τον Μακρυγιάννη:
«Η γης δεν έχει κρικέλια
για να την πάρουν στον ώμο και να φύγουν
μήτε μπορούν, όσο κι αν είναι διψασμένοι
να γλυκάνουν το πέλαγο με νερό μισό δράμι.
Και τούτα τα κορμιά
πλασμένα από ένα χώμα που δεν ξέρουν,
έχουν ψυχές.
Μαζεύουν σύνεργα για να τις αλλάξουν,
δε θα μπορέσουν·
μόνο θα τις ξεκάμουν αν ξεγίνουνται οι ψυχές.
Δεν αργεί να καρπίσει τ’ αστάχυ
δε χρειάζεται μακρύ καιρό
για να φουσκώσει της πίκρας το προζύμι,
δε χρειάζεται μακρύ καιρό
το κακό για να σηκώσει το κεφάλι,
κι ο άρρωστος νους που αδειάζει
δε χρειάζεται μακρύ καιρό
για να γεμίσει με την τρέλα,
νῆσός τις ἔστι…».
Κι αν τα παραπάνω γράφτηκαν για τη Σαλαμίνα της Κύπρου, ας θυμηθούμε πόσο μοιάζουν όσα γίνανε εκεί στην Κύπρο κι όσα γίνονται εδώ και χρόνια στη χώρα του Φεράζ. Θα μας συγχωρεθεί πιστεύω να παραφράσουμε λίγο Αισχύλο και Σεφέρη:
“Χώρα τις ἐστὶ πρόσθε Ἱερῶν τόπων”…
Αφήστε μια απάντηση
Για να σχολιάσετε πρέπει να συνδεθείτε.