Παιχνίδια από τα παλιά

Εσπερινή του ΕΠΑ.Λ.

Γηράσκω αεί διδασκόμενος έλεγαν οι αρχαίοι ημών πρόγονοι. Και αφού μεγάλοι πια αποφασίσαμε να τελειώσουμε το σχολείο, μαζί με τα μαθήματα θυμηθήκαμε και τα παιχνίδια που παίζαμε μικροί και είναι ανεξίτηλα χαραγμένα στη μνήμη μας.

Ένα από τα παιχνίδια που παίζαμε μικροί ήταν και η σφεντόνα, φτιαγμένη από ξύλο σε σχήμα δίχαλο, συνήθως από ξύλο ελιάς λυγαριάς. Για την κατασκευή της πρώτα βρίσκουμε το κατάλληλο ξύλο στο κατάλληλο σχήμα και αφού το καθαρίσουμε και το ετοιμάσουμε, περνάμε παλιά σαμπρέλα από ποδήλατο την οποία κόβουμε σε δύο λωρίδες. Μετά περνάμε ένα κομμάτι δέρμα  από παλιό παπούτσι. Το δέρμα έμπαινε στο σημείο στο πίσω μέρος της σφεντόνας για να μπαίνει η πέτρα εκεί. Δένουμε τα λάστιχα στις δύο άκρες της σφεντόνας με σκηνή τζίβα ή καπνόσπαγο ολοκληρώνοντας όλη τη διαδικασία. Για την δοκιμή, βάζουμε ένα κονσερβοκούτι στον απέναντι τοίχο και ξεκινούμε τις βολές. Η σφεντόνα είναι έτοιμη.

Η σβούρα είναι παιχνίδι δεξιοτεχνίας και ταχύτητας και είναι φτιαγμένη από ξύλο. Κατά προτίμηση πρέπει να είναι μαλακό και το φτιάχναμε σε σχήμα κουκουνάρας με τον τόρνο και αν δεν έχουμε τόρνο με μία ράσπα. Αφού ολοκληρώσουμε το σχήμα τοποθετούμε μία πρόκα στο κάτω μέρος της  σβούρας προσπαθώντας να είναι στο κέντρο και ζυγισμένη. Παίρνουμε ένα σπάγκο και κάνουμε 2 κόμπους και στις δύο πλευρές του. Ένας κόμπος μπαίνει στο κάτω μέρος της σβούρας στο σημείο που έχουμε βάλει την πρόκα στη συνέχεια τυλίγουμε το σπάγκο περιμετρικά μέχρι σχεδόν το κέντρο της σβούρας. Ο άλλος κόμπος μπαίνει σε ένα από τα δάχτυλά μας. Με δύναμη ωθούμε τη σβούρα μπροστά και το χέρι πίσω για να δώσουμε μεγαλύτερη ταχύτητα. Η επιτυχία είναι να γυρίζει όσο περισσότερη ώρα γίνεται το παιχνίδι.

Ένα από τα πιο όμορφα παιχνίδια της παιδικής μας ηλικίας ήταν και οι μπίλιες ή αλλιώς βόλοι ή γκαζές ή γκαζάκια. Τα παιδιά της γειτονιάς μαζεύονταν σε διάφορα σημεία, είτε σε τσιμέντο, π.x. σε συγκεκριμένους δρόμους στις γειτονιές, είτε σε αλάνες με χώμα και έπαιζαν μπίλιες, ένα διασκεδαστικό παιχνίδι δεξιοτεχνίας και τύχης στο οποίο κάθε παιδί έχει σκοπό καταρχάς να μη χάσει αλλά και να κερδίσει όσο πιο πολλές μπίλιες μπορεί από τα υπόλοιπα παιδιά που συμμετέχουν.

Στήσαμε τις μπίλιες μας στην σειρά και ξεκινήσαμε το παιχνίδι. Χαρά, αναπόληση και αγωνία!
Στήσαμε τις μπίλιες μας στην σειρά και ξεκινήσαμε το παιχνίδι. Χαρά, αναπόληση και αγωνία!

Συνήθως παίζονταν με πάνω από πέντε παιδιά και το παιχνίδι ξεκινούσε λέγοντας πόσες μπίλιες βάζει ο καθένας κάτω. Πρώτα στήνονταν οι μπίλιες κάτω, σε μια γραμμή, σχεδόν κολλητά μεταξύ τους με ένα μικρό κενό. Τυχόν μεγαλύτερες μπίλιες, άρα και πιο πολύτιμες, πήγαιναν στα αριστερά. Αφού γίνει αυτό, ρίχνουν με τη «μάνα», μία πιο μεγάλη μπίλια από αυτές που είναι στημένες. Σκοπός είναι να καθοριστεί αρχικά ποιος θα είναι αυτός που θα παίξει πρώτος, καθότι όποιος έπαιζε πρώτος είχε μεγάλο πλεονέκτημα. Όποιος λοιπόν, από αυτές τις πρώτες ρίψεις, φτάσει πιο κοντά στη γραμμή, ρίχνει πρώτος και μετά αναλόγως και τα υπόλοιπα παιδιά με την σειρά τους.

Ο καλύτερος σκοπευτής ρίχνει από την γραμμή που έχει καθοριστεί (περίπου 10 μέτρα). Αν πετύχει κάποια μπίλια λέμε ότι την έχει «ματιάξει» και τότε παίρνει αυτήν αλλά και όλες όσες είναι παρατεταγμένες στα δεξιά. Αφού ρίξουν όλοι από τη γραμμή μπορεί να υπάρχουν ακόμη μπίλιες κάτω. Τότε, όποιου παίχτη η μπίλια που έριξε είναι πιο κοντά στην γραμμή, ο παίχτης αυτός μένει ο λεγόμενος «Μένιος» που μαζεύει όλες τις μπίλιες που έχουν μείνει.

Βέβαια, το παιχνίδι έχει την ομορφιά του στα οριακά σημεία όπως όταν η «μάνα» κουνήσει λίγο τις μπίλιες και δεν έχουν ξεκολλήσει αρκετά. Τότε, ο παίχτης ξαναρίχνει και δεν παίρνει από τις άλλες. Όταν κάποιος από την γραμμή «ματιάξει» την πρώτη από αριστερά, τότε έχουμε το λεγόμενο «μπαζ» και μαζεύει όλους τους βόλους. Άντε βρε παιδιά, καλό παιχνίδι. Αν δεν έχετε μπίλιες μην ανησυχείτε, σε επιλεγμένα αντίτυπα της εφημερίδας μας θα βρείτε δώρο ένα πουγκάκι με μερικές μπίλιες για να ξεκινήσετε την συλλογή σας.

Ο χαρταετός ήταν ένα παιχνίδι, μία κατασκευή, που γινόταν μία φορά το χρόνο, την Καθαρά Δευτέρα. Η κατασκευή ξεκινάει κόβοντας καλάμια και σχίζοντας τα στη μέση. Τα κόβουμε στο μήκος που θέλουμε, παίρνουμε τρία κομμάτια και τα δένουμε στη μέση με σπάγκο φτιάχνοντας ένα εξάπλευρο ή ένα σταυρό, αναλόγως το σχήμα που θέλουμε. Μετά, με τον σπάγκο δένουμε τα καλάμια περιμετρικά προσπαθώντας οι πλευρές να είναι ίσες (χρησιμοποιούμε ως μέτρο το μήκος του καλαμιού από το κέντρο). Έπειτα, κόβουμε χρωματιστό χαρτί ή εφημερίδες και τις κολλάμε με αλευρόκολλα που παλιά παίρναμε από το σπίτι ή από τον φούρνο της γειτονιάς. Αφού λοιπόν ολοκληρώσουμε το κύριο σώμα του χαρταετού, φτιάχνουμε τα ζύγια στο πάνω μέρος και στο κάτω, όπου θα μπει η ουρά του χαρταετού, προσπαθώντας οι αποστάσεις να είναι όσο το δυνατόν στην ακρίβεια.

Η ουρά φτιάχνεται από κομμάτια χαρτί που δένονται σε ίσες αποστάσεις με κόμπους πάνω σε ένα σπάγκο. Όσο μεγαλύτερη είναι η ουρά, τόσο πιο σταθερός θα είναι ο χαρταετός αλλά αν το παρακάνετε δεν θα σηκώνετε εύκολα. Όταν, λοιπόν ολοκληρώσετε όλη την κατασκευή του χαρταετού γίνεται το δοκιμαστικό πέταγμα για τις τελευταίες μικρο-ρυθμίσεις. Όταν ήμασταν παιδιά, μαζευόμασταν όλα στο πιο ψηλό σημείο της περιοχής και το πιο καθαρό από δέντρα και καλώδια. Νικητής ήταν αυτός που θα πήγαινε πιο ψηλά και για την περισσότερη ώρα. Σύμφωνα με την παράδοση, χαρταετό μπορούμε να πετάξουμε καθόλη την διάρκεια της Σαρακοστής. Άντε και καλές πτήσεις!

Κατσούλης Νίκος

Χατζηγιάννης Γιώργος

Copyright © 2018 Εσπερινό ΕΠΑ.Λ. Σάμου. Με την επιφύλαξη όλων των δικαιωμάτων.