“…Τον έλεγαν Πάνα.
Ξεχώριζε από τους άλλους θεούς με την ασχήμια του και την αγάπη του για τη μοναξιά, και όλη μέρα τριγυρνούσε στα βουνά και χαιρόταν τα δέντρα και άκουγε τη μουσική της φύσης.
Γιατί ο Παν πολύ αγαπούσε τη μουσική, όχι μόνο εκείνη του ανέμου, του νερού και των πουλιών, αλλά και εκείνη που έκαναν οι άνθρωποι.
Καμιά φορά, όταν καθισμένοι γύρω στη φωτιά τους ξεκουράζονταν οι βοσκοί από τους κόπους της ημέρας, ερχόταν και ο Παν και καθόταν ανάμεσά τους.
Τότε τους έλεγε να του τραγουδήσουν.
Και όποιος τραγουδούσε καλά, ήταν βέβαιος ότι το κοπάδι του θα πρόκοβε και θα μεγάλωνε, γιατί ο Παν το έπαιρνε στην προστασία του.
Μαζί με τη μουσική αγαπούσε και ό,τι όμορφο έβλεπε. Τις νεράιδες του βουνού, που αλαφριές και ζωηρές χόρευαν στον ήλιο, τις έβλεπε με ιδιαίτερη αγάπη, και όσο και να τον πείραζαν και να τον ζιζάνευαν, εκείνος χαιρόταν όταν έμεναν κοντά του, γιατί ήταν χαριτωμένες και το γέλιο τους ηχούσε στ’ αυτιά τους σαν τραγούδι.
Μια νεράιδα όμως αγαπούσε πάνω απ’ όλες, τη Σύριγγα, γιατί η φωνή της ήταν πιο όμορφη από κάθε άλλη.
Τη βρήκε μια μέρα στο δάσος, και τόσο γλυκό τού φάνηκε το τραγούδι της, που αμέσως τη ζήτησε γυναίκα του. Μα η Σύριγξ τρομαγμένη από τη βραχνή φωνή του, έφυγε τρεχάτη και ούτε θέλησε να τον ακούσει. Τότε θύμωσε ο Παν και την κυνήγησε. Όλο το δάσος το πέρασαν έτσι, εμπρός η νεράιδα ξετρελαμένη από το φόβο, πίσω ο Παν που πιλαλούσε σαν άλογο και γελούσε δυνατά, γιατί ήξερε πως τίποτα δεν μπορούσε να ξεφύγει από τα κατσικίσια πόδια του.
Βγήκαν από το δάσος κι εκεί βρέθηκε η Σύριγξ εμπρός σ’ ένα ποτάμι. Μια στιγμή δίστασε, κοίταξε πίσω της, είδε πως ο κίνδυνος πλησίαζε, και πήδησε μέσα.
Άγρια φώναξε ο Παν και όρμησε κατά το ποτάμι. Μα η νεράιδα είχε χαθεί. Απελπισμένος κοίταζε τα νερά, που κυλούσαν αδιάφορα, όταν άξαφνα του φάνηκε πως του μιλούσε η φωνή τής νεράιδας. Ακίνητος ακροάστηκε. Μια δυνάμωνε το τραγούδι και μια χαμήλωνε σε μουρμουρητό. Ήταν ο άνεμος που έπαιζε σε καλαμιώνα, και αυτός ο καλαμιώνας είχε φυτρώσει στο μέρος που βυθίστηκε η νεράιδα.
Τότε έκοψε ο Παν εφτά καλαμάκια, τα συγκόλλησε με κερί, κι έφτιασε τη φλογέρα εκείνη που ακόμα σήμερα τη λέμε σύριγγα. Σ’ αυτή τη φλογέρα του μιμόταν το τραγούδι της νεράιδας και έβρισκε λίγη παρηγοριά, αν και ποτέ δεν ξέχασε την αγαπημένη του τη Σύριγγα.”
Αλεξάνδρα Δέλτα-Παπαδοπούλου, Μύθοι και θρύλοι, Εκδόσεις Ι. Σιδέρη, 1977
Παν και Σύριγξ
Νοέ 201623
- Αρχεία Βοήθειας χρήσης Ιστολογίου στο ΠΣΔ
- Ασφάλεια στο Διαδίκτυο-Ενημερωτικός Κόμβος ΠΣΔ
- Ασφάλεια στο Σχολικό ΅Εργαστήριο
- Δικτυακή πύλη sch.gr
- Εκπαιδευτικά Λογισμικά επί παντός του επιστητού!
- Εκπαιδευτικές Κοινότητες και Ιστολόγια ΠΣΔ
- Θέτοντας τα όρια της φασαρίας στην τάξη.
- Ιστολόγιο Κ. Χαρκοπλιά – Διδάσκοντας Χημεία
- Κάντε ησυχίααααα!
- Μεγάλα πειράματα σε μικρή κλίμακα!
- Ο θαυμαστός κόσμος της Χημείας – Γ΄ Γυμνασίου
- Ο ιστότοπος του Ηλία Σιτσανλή, με πλούσιο υλικό για κάθε ενδιαφερόμενο!
- Οδηγός Δημιουργίας και Διαχείρισης Ιστολογίου
- Πειραματικό Γυμνάσιο Σπάρτης
- Πειραματισμοί με το νερό
- Πλούσια ιστοσελίδα με προσεκτικά επιλεγμένες υπερσυνδέσεις, του Φυσικού Φίλιππου Πλατάκη
- Σαπούνι: Θέμα Χημείας
- Το wiki των καθηγητών Φυσικών Επιστημών της Λακωνίας
- Το ανθρώπινο σώμα – Χάρτης διδακτικής αξιοποίησης!
- Το μακρόν ΦΥΣΙΚΗ προ του βραχέος ΔΙΔΑΣΚΩ
- Το παράδοξο του ξενοδοχείου
- Τροχός επιλογής ονομάτων και όχι μόνο
Αφήστε μια απάντηση