Ψυχολογία
Η εκτίμηση της Εργαζόμενης Μνήμης (ΕΜ) στα παιδιά
Η πρώτη προσπάθεια εκτίμησης της εργαζόμενης μνήμης έγινε από το δάσκαλο J. Jacobs (1887), ο οποίος παρουσίαζε στους μαθητές του μία ακολουθία ψηφίων (π.χ. αριθμών), τους οποίους έπρεπε να επαναλάβουν με την ίδια ακριβώς σειρά. Η ακολουθία ξεκινούσε από ένα μικρό αριθμό ψηφίων, κι αυξανόταν διαδοχικά κατά ένα ψηφίο. Η παραπάνω τεχνική ονομάστηκε διαδικασία του μνημονικού εύρους / μνημονικό πεδίο. Η έννοια του μνημονικού εύρους συνοδεύεται από την αντίληψη ότι υπάρχει ένα συγκεκριμένο νοητικό δυναμικό το οποίο υπόκειται σε περιορισμούς, και χαίρει μέχρι σήμερα ευρείας αποδοχής και χρήσης (Pickering, 2006).
Η Ανάκληση Σειράς Ψηφίων (digit span) είναι ένα από τα πρώτα γνωστικά έργα που χρησιμοποιήθηκαν για την εκτίμηση της μνήμης στα παιδιά, δεδομένου ότι τα ψηφία (αριθμοί) αποκτώνται σε πολύ νεαρή ηλικία, είναι υπερμαθημένα και παρουσιάζονται εύκολα κατά τη χορήγηση. Η Ανάκληση Σειράς Ψηφίων έχει συμπεριληφθεί σε συστοιχίες δοκιμασιών όπως:
1.το WISC III – Κλίμακα Αξιολόγησης της Νοημοσύνης για παιδιά (Weschler, 1991) και
2.το British Ability Scales II (BAS. Elliott, 1996).
Ωστόσο η Ανάκληση Σειράς Ψηφίων, περιορίζεται στην αξιολόγηση της απλής βραχύχρονης λεκτικής συγκράτησης. Οι συστοιχίες που εκτιμούν τη γενική νοητική ικανότητα, συνήθως περιλαμβάνουν δύο έργα εκτίμησης της εργαζόμενης μνήμης: την Ανάκληση Σειράς Ψηφίων και την Αντίστροφη ανάκληση σειράς ψηφίων. Η Αντίστροφη ανάκληση σειράς ψηφίων σχετίζεται πιο στενά με την γενική ικανότητα της εργαζόμενης μνήμης (δηλαδή του κεντρικού επεξεργαστή), καθώς, πέρα από την βραχύχρονη συγκράτηση των ψηφίων, απαιτεί και τη νοερή τοποθέτησή τους σε αντίστροφη σειρά (Gathercole, 2008). Η Κλίμακα Αξιολόγησης Νοημοσύνης για Παιδιά (4η έκδοση, Weschler, 2004), περιέχει την πιο ολοκληρωμένη εκτίμηση της εργαζόμενης μνήμης καθώς περιλαμβάνει τρεις υποδοκιμασίες για την αξιολόγησή της: την Ευθεία και Αντίστροφη ανάκληση σειράς ψηφίων, και τις Ακολουθίες Γράμματος-Αριθμού (Letter-Number Sequencing). Ωστόσο, οι κλίμακες αξιολόγησης της γενικής νοημοσύνης θέτουν περιορισμούς στην εκτίμηση της εργαζόμενης μνήμης, καθώς εξετάζουν αποκλειστικά τη συγκράτηση λεκτικών πληροφοριών, ενώ αγνοούν την επεξεργασία και συγκράτηση μη λεκτικού υλικού (Gathercole, 2008).
Για μια πιο ολοκληρωμένη εκτίμηση της ΕΜ στα παιδιά, τα τελευταία χρόνια αναπτύχθηκαν συστοιχίες οι οποίες αποτελούνται από ένα σύνολο δοκιμασιών, κάθε μία από τις οποίες εξετάζει και διαφορετικό υποσύστημα της ΕM. Η συστοιχία που έχει βασιστεί στο καθιερωμένο μοντέλο για την εργαζόμενη μνήμη των Baddeley και Hitch (1974), είναι η Συστοιχία για την εκτίμηση της εργαζόμενης μνήμης στα παιδιά, Working Memory Test Battery for Children (WMTB-C), Pickering, & Gathercole, 2001). Βασίζεται στη τριμερή διάρθρωση της εργαζόμενης μνήμης (φωνολογικό κύκλωμα, οπτικο-χωρικό σημειωματάριο, κεντρικός επεξεργαστής) κι αποτελείται από δοκιμασίες που εκτιμούν τα τρία αυτά μέρη ξεχωριστά.
Πρόσφατα σχόλια