ΔΕΥΤΕΡΟΚΛΙΤΑ ΕΠΙΘΕΤΑ

15 Σεπτεμβρίου 2017 ΑΡΚΟΥΛΗ ΕΛΕΝΗ

ΔΕΥΤΕΡΟΚΛΙΤΑ ΕΠΙΘΕΤΑ

α) Τρικατάληκτα με 3 γένη (σε -ος, -η, -ον και -ος, -α, -ον)

ον. σοφὸς σοφ σοφὸν δίκαιος δικαία δίκαιον
γεν. σοφοῦ σοφῆς σοφοῦ δικαίου δικαίας δικαίου
δοτ. σοφῷ σοφῇ σοφῷ δικαίῳ δικαίᾳ δικαίῳ
αιτ. σοφὸν σοφὴν σοφὸν δίκαιον δικαίαν δίκαιον
κλ. σοφὲ σοφὴ σοφὸν δίκαιε δικαία δίκαιον
Πληθυντικός αριθμός
ον. σοφοὶ σοφαὶ σοφὰ δίκαιοι δίκαιαι δίκαια
γεν. σοφῶν σοφῶν σοφῶν δικαίων δικαίων δικαίων
δοτ. σοφοῖς σοφαῖς σοφοῖς δικαίοις δικαίαις δικαίοις
αιτ. σοφοὺς σοφὰς σοφὰ δικαίους δικαίας δίκαια
κλ. σοφοὶ σοφαὶ σοφὰ δίκαιοι δίκαιαι δίκαια

Παρατηρήσεις

Το θηλυκό των τρικατάληκτων επιθέτων σε –ος:

1) λήγει σε –η, αν πριν από την κατάληξη –ος του αρσενικού υπάρχει σύμφωνο εκτός από το ρἀγαθός, ἀγαθή — πιστός, πιστή· λήγει σε , αν πριν από την κατάλ. –ος του αρσενικού υπάρχει φωνήεν ή ρἅγιος, ἁγία — γενναῖος, γενναία — φαιδρός, φαιδρὰ (εκτός από το ὄγδοος, ὀγδόη

2) στην ονομαστική, γεν. και κλητ. του πληθυντικού τονίζεται όπου και όπως τονίζεται στις ίδιες πτώσεις το αρσενικό: ἡ ἁγία — αἱ ἅγιαι, τῶν ἁγίων, ὦ ἅγιαι (όπως οἱ ἅγιοι, τῶν ἁγίων, ὦ ἅγιοι)· ἡ γενναία — αἱ γενναῖαι, τῶν γενναίων, ὦ γενναῖαι (όπως οἱ γενναῖοι,τῶν γενναίων, ὦ γενναῖοι)· ἡ φαιδρὰ — αἱ φαιδραί, τῶν φαιδρῶν, ὦ φαιδραὶ (όπως οἱ φαιδροί, τῶν φαιδρῶν, ὦ φαιδροί).

β) Δικατάληκτα με τρία γένη (σε -ος, -ον)

Ενικός αριθμός
ον. ὁ ἡ ἄφθονος τὸ ἄφθονον ὁ ἡ τιμωρὸς τὸ τιμωρὸν
γεν. τοῦ τῆς ἀφθόνου τοῦ ἀφθόνου τοῦ τῆς τιμωροῦ τοῦ τιμωροῦ
δοτ. τῷ τῇ ἀφθόνῳ τῷ ἀφθόνῳ τῷ τῇ τιμωρῷ τῷ τιμωρῷ
αιτ. τὸν τήν ἄφθονον τὸ ἄφθονον τὸν τὴν τιμωρὸν τὸ τιμωρὸν
κλ. (ὦ) ἄφθονε (ὦ) ἄφθονον (ὦ) τιμωρὲ (ὦ) τιμωρὸν
Πληθυντικός αριθμός
ον. οἱ αἱ ἄφθονοι τὰ ἄφθονα οἱ αἱ τιμωροὶ τὰ τιμωρὰ
γεν. τῶν ἀφθόνων τῶν ἀφθόνων τῶν τιμωρῶν τῶν τιμωρῶν
δοτ. τοῖς ταῖς ἀφθόνοις τοῖς ἀφθόνοις τοῖς ταῖς τιμωροῖς τοῖς τιμωροῖς
αιτ. τοὺς τὰς ἄφθονους τὰ ἄφθονα τοὺς τὰς τιμωροὺς τὰ τιμωρὰ
κλ. (ὦ) ἄφθονοι (ὦ) ἄφθονο (ὦ) τιμωροὶ (ὦ) τιμωρὰ

Παρατηρήσεις

Από τα δευτερόκλιτα επίθετα είναι δικατάληκτα:

α) τα περισσότερα από τα σύνθετα σε –οςὁ, ἡ ἄγονος, τὸ ἄγονον — ὁ, ἡ ἀθάνατος, τὸ ἀθάνατον – ὁ, ἡ ἄκαιρος, τὸ ἄκαιρον – ὁ, ἡ ἄκαρπος, τὸ ἄκαρπον – ὁ, ἡ ἀξιόμαχος, τὸ ἀξιόμαχον – ὁ, ἡ ἔνδοξος, τὸ ἔνδοξονκ.ά.

β) τα απλά επίθετα αἴθριος, αἰφνίδιος, βάναυσος, βάρβαρος, βάσκανος, βέβηλος, γαμήλιος, δόκιμος, ἕωλος (= παλιός), ἥμερος, ἤρεμος, ἥσυχος, κίβδηλος, λάβρος, λάλος, χέρσος, τιθασὸς (= εξημερωμένος, ήμερος)·

γ) μερικά επίθετα σε –ος, που χρησιμοποιούνται (στο αρσεν. και το θηλ.) και ως ουσιαστικά: ὁ, ἡ ἀγωγός, τὸ ἀγωγὸν (= αυτός που οδηγεί, που φέρνει) — ὁ, ἡ βοηθός, τὸ βοηθὸν (= αυτός που βοηθεί) — ὁ, ἡ τιμωρός, τὸ τιμωρὸν (= αυτός που τιμωρεί) — ὁ, ἡ τύραννος, τὸ τύραννον (= τυραννικός).

ΠΗΓΗ:

http://ebooks.edu.gr/modules/ebook/show.php/DSGL102/639/4107,18840/

 

Δημοσιευμένο στην κατηγορία  ΑΡΧΑΙΑ ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΓΛΩΣΣΑ Β ΓΥΜΝΑΣΙΟΥ .

Τα σχόλια δεν επιτρέπονται.


Πρόσφατα άρθρα

Πρόσφατα σχόλια

    Ιστορικό

    Kατηγορίες

    Μεταστοιχεία


    Αλλαγή μεγέθους γραμματοσειράς
    Αντίθεση