Δεν θέλω να πάω στο σχολείο….

bullying_1h_photo

Αρκετοί  από εσάς μπορεί να ακούσετε από το παιδί σας σε ένα πρωινό ξύπνημα το εξής: «Δεν θέλω να πάω σχολείο!». Τη φράση αυτή μπορεί να την ακούσετε με πολλούς τρόπους: κλαίγοντας, θυμωμένα, απειλητικά ή εκβιαστικά κ.λπ. Το ερώτημα είναι γιατί δεν θέλει να πάει σχολείο.

Οι πιο συνηθισμένες δικαιολογίες είναι: γιατί είμαι άρρωστος ή γιατί με πειράζει ο συμμαθητής μου ή γιατί δεν μου αρέσει η δασκάλα. Πολλοί γονείς, κατά καιρούς, έχετε ακούσει αυτά τα λόγια από το στόμα των παιδιών σας. Εκτός από τις αληθοφανείς δικαιολογίες, συχνά τα παιδιά εκδηλώνουν και ορισμένα σωματικά συμπτώματα: νευρικότητα, ανησυχία, κλάμα, δυσκολεύονται να κοιμηθούν ή έχουν διαταραγμένο ύπνο, πόνους στην κοιλιά, ναυτία, εμετό, διάρροια, ταχυκαρδία, πονοκέφαλο, δυσκολεύονται να φάνε κ.λπ. Όσο δε πλησιάζει η ώρα του σχολείου, τόσο τα συμπτώματα γίνονται πιο έντονα. Οι γονείς, από την άλλη, θυμώνουν, αγχώνονται, απειλούν, εκλιπαρούν, υπόσχονται δώρα ή αποδέχονται την επιθυμία του παιδιού τους, αφού δεν μπορούν να βρουν λύση.

Τι να κάνετε

Κατ’ αρχήν, αν το παιδί διατείνεται ότι έχει κάποιο πρόβλημα υγείας, καλό είναι να ελέγξετε αν όντως συμβαίνει κάτι τέτοιο, αναζητώντας ίσως και τη συμβουλή κάποιου γιατρού. Αν διαπιστωθεί ότι δεν υπάρχει λόγος ανησυχίας απ’ αυτή την πλευρά, τότε ας κουβεντιάσετε με το παιδί σας τους λόγους που δεν θέλει να πάει στο σχολείο. Σκύψετε με προσοχή και αγάπη στο πρόβλημά του και δείξετε έμπρακτα ότι είστε δίπλα του στη νέα του ζωή.

Στον έξω κόσμο

Πολλά παιδιά τις πρώτες μέρες ή εβδομάδες από την είσοδό τους στο σχολείο παθαίνουν μικρό ή μεγάλο σοκ, καθώς καλούνται να αντιμετωπίσουν μόνα τους την κοινωνία του σχολείου, τον κόσμο τους δηλαδή. Έναν κόσμο που δεν είναι πια μόνο δικός τους, αλλά το «βασίλειό» τους θα πρέπει να τον μοιραστούν και με άλλους αγνώστους, αρχικά. Το παιδί, με άλλα λόγια, αντιδρά με δυσφορία όταν οι γονείς το αφήνουν στο σχολείο και απομακρύνονται. «Κολλάει» πάνω τους. Oι γονείς, συνήθως η μητέρα καταβάλλει προσπάθειες να το «απογαλακτίσει» με τη βοήθεια των εκπαιδευτικών, που προσπαθούν αφενός να ηρεμήσουν το έντρομο νήπιο και αφετέρου να την διαβεβαιώσουν ότι, μόλις απομακρυνθεί, η κατάσταση θα τεθεί υπό έλεγχο. Οι γονείς συχνά νιώθουν αμηχανία, ντροπή, ακόμα και ενοχές μπροστά σε μια τέτοια κατάσταση, παρερμηνεύοντας αυτές τις εμπειρίες ως ένα πρόβλημα, και μάλιστα ενίοτε άλυτο.

Στην πλειονότητα των περιπτώσεων έχει αποδειχτεί ότι αυτός ο «μεγάλος σαματάς» είναι παροδικό φαινόμενο. Η κατάσταση εξελίσσεται ευνοϊκά κατά τη διάρκεια της σχολικής χρονιάς, και το νήπιο προσαρμόζεται στη νέα πραγματικότητα: αποδέχεται την παρουσία των άλλων, ανιχνεύει τις διαφορές των ρόλων, σημειώνει τα όρια της αυτονομίας του, γεγονός που του επιτρέπει να δέχεται τις συμβουλές του ενήλικα και βιώνει σιγά σιγά το αίσθημα της ταυτότητας μέσα από τη χαρά της επικοινωνίας.

Η αναζήτηση των ορίων του

Ένας άλλος λόγος που αρνείται το παιδί να πάει στο σχολείο μπορεί να είναι η αναζήτηση των ορίων του. Αυτός ο μικρός άνθρωπος είναι ξεκάθαρο ότι ψάχνει και χρειάζεται τα όριά του, που αν οι γονείς δεν τα θέσουν ξεκάθαρα από την αρχή, πολύ φοβάμαι ότι θα ανοίξουν… οι ασκοί του Αιόλου! Οι γονείς με σταθερή και ήρεμη συμπεριφορά εξηγούν στο νήπιο τούς λόγους που πρέπει να πάει στο σχολείο: θα γνωρίσει φίλους, θα μάθει καινούργια πράγματα, νέα παιχνίδια, κι έτσι θα έχει πολλές ιδέες κ.λπ. Βέβαια, όταν ένα νήπιο δεν θέλει να πάει σχολείο, συνήθως διαισθάνεται (ναι, διαισθάνεται, όσο παράξενο κι αν σας ακούγεται) την αδυναμία των γονιών του, και κυρίως της μητέρας, να αφήσουν από την αγκαλιά τους το αγγελούδι τους στη νέα του ζωή.

Καλό είναι σε αυτές τις περιπτώσεις το νήπιο να πηγαίνει στο σχολείο με τον γονιό που είναι πιο αποστασιοποιημένος και ψύχραιμος. Η επαφή των μελών της οικογένειας με το παιδί επηρεάζουν αποφασιστικά την εξέλιξη και την ένταξή του στο σχολικό περιβάλλον και, γενικότερα, στη μετέπειτα ζωή του. Αυτό σημαίνει ότι οι εμπειρίες που αποκομίζει το παιδί από την οικογένειά του είναι καθοριστικές για την επιτυχία ή την αποτυχία στα τυχόν προβλήματα που θα συναντήσει στο σχολείο του. Με λίγα λόγια, η συναισθηματική ευστάθεια και η ισορροπία, η ασφάλεια και η θαλπωρή που θα αισθανθεί αποτελούν πηγές τροφοδοσίας για να υπερκεραστούν δύσκολες καταστάσεις, όπως είναι η ένταξή του στον νέο του χώρο. Συναισθηματική ευστάθεια ένα παιδί αισθάνεται όταν οι επαφές του με τους γονείς είναι ουσιαστικές, αληθινές και γνήσιες.

Σημασία δεν έχει ο χρόνος που θα αφιερώσει ένας γονιός με το παιδί του, αλλά η ποιότητα του χρόνου που θα είναι μαζί. Αν ο χρόνος του πατέρα ή της μητέρας φτάνει μόνο για να διαβάσει ένα παραμύθι ή να κάνει ένα παζλ μαζί του, ας γίνει έτσι, αλλά πρέπει να είναι εκεί με τη φυσική του παρουσία, με το μυαλό του και την αγάπη του. Τότε, και οι δύο θα είναι ευχαριστημένοι, ικανοποιημένοι και έτοιμοι ο ένας να αποχωριστεί τον άλλον για λίγο. Κάθε αλλαγή, ευχάριστη ή δυσάρεστη, δημιουργεί άγχος και αποζητά αντίστοιχη προσαρμογή. Καλούμαστε τότε να αντιμετωπίσουμε τις όποιες αλλαγές και δυσκολίες, με ωριμότητα και αμοιβαία συμπαράσταση.

πηγή

Αφήστε μια απάντηση