Η έξοδος του Μεσολογγίου (πίνακας του Θ.Βρυζάκη)
Στις 24 Μαρτίου πραγματοποιήσαμε τη σχολική γιορτή στο πλαίσιο της επετείου για την 25η Μαρτίου 1821 ,με μεγάλο αίσθημα υπερηφάνειας και ευθύνης. Τα προηγούμενα δύο χρόνια τα σχολεία ήταν κλειστά και οι γιορτή είχε γίνει εξ αποστάσεως
Η γιορτή μας ήταν αφιερωμένη στα ιστορικά γεγονότα της 2ης πολιορκία και της εξόδου του Μεσολογγίου .
Το 1825 ο Τούρκος στρατηγός Κιουταχής συγκέντρωσε μεγάλο στρατό κατευθύνθηκε στο Μεσολόγγι. Στα τέλη Απριλίου 1825 στρατοπέδευσε στην περιοχή και ξεκίνησε την πολιορκία του Μεσολογγίου. Όλες οι επιθέσεις που επιχείρησε ο Κιουταχής εναντίον της πόλης απέτυχαν, όπως και η προσπάθεια του να αποκλείσει τον ανεφοδιασμό της πόλης από στεριά και θάλασσα. Οι πολιορκημένοι ήρθαν σε συνεννόηση με τον Καραϊσκάκη, ο οποίος διεξήγαγε πόλεμο φθοράς στα νώτα του στρατεύματος του Κιουταχή, αναγκάζοντάς τον να περάσει σε θέση άμυνας. Ο Ανδρέας Μιαούλης με τον στόλο του κατάφερνε να ανεφοδιάζει με τρόφιμα και όπλα το Μεσολόγγι και η άμυνα των πολιορκημένων παρέμενε ισχυρή.
Από τον Μάρτιο όμως η κατάσταση άρχισε να αλλάζει με κατάληψη από τους Τούρκους στρατηγικών νησίδων της λιμνοθάλασσας. Όμως η δυνατότητα του ελληνικού στόλου να ανεφοδιάσει την πόλη είχε καταστεί αδύνατη, με αποτέλεσμα οι αμυνόμενοι να βρεθούν σε δυσχερέστατη θέση.
Η κατάσταση στην πόλη έγινε δραματική και η πείνα άρχισε να θερίζει τους κατοίκους. Μπροστά σε αυτή την κατάσταση το συμβούλιο των οπλαρχηγών και προκρίτων της πόλης πήρε την απόφαση για την έξοδο των κατοίκων από το Μεσολόγγι. Η έξοδος ορίστηκε για την νύχτα του Σαββάτου του Λαζάρου με ξημερώματα Κυριακής των Βαΐων, μεταξύ 10ης και 11ης Απριλίου 1826. Το σχέδιο της εξόδου πιθανότατα προδόθηκε, μάλλον από αυτόμολο ξένο[4], με αποτέλεσμα οι Τουρκοαιγύπτιοι να απαντήσουν με σφοδρή επίθεση που συνοδεύτηκε από σφαγή.
Ελεύθεροι πολιορκημένοι ,Δ.Σολωμού
Απόσπασμα
Άκρα του τάφου σιωπή στον κάμπο βασιλεύει·
λαλεί πουλί, παίρνει σπυρί, κι η μάνα το ζηλεύει.
Τα μάτια η πείνα μαύρισε· στα μάτια η μάνα μνέει·
στέκει ο Σουλιώτης ο καλός παράμερα και κλαίει:
“Έρμο τουφέκι σκοτεινό, τι σ’ έχω εγώ στο χέρι;
οπού συ μού ‘γινες βαρύ κι ο Τούρκος πια το ξέρει”.
Ο Απρίλης με τον Έρωτα χορεύουν καί γελούνε,
κι όσα άνθη βγαίνουν και καρποί τόσα άρματα σε κλειούνε.
Και μες στης λίμνης τα νερά, όπου έφθασε μ’ ασπούδα,
έπαιξε με τον ίσκιο της γαλάζια πεταλούδα,
που ευώδιασε τον ύπνο της μέσα στον άγριο κρίνο·
το σκουληκάκι βρίσκεται σ’ ώρα γλυκιά κι εκείνο.
Μάγεμα η φύσις κι όνειρο στην ομορφιά και χάρη·
η μαύρη πέτρα ολόχρυση και το ξερό χορτάρι.
Με χίλιες βρύσες χύνεται, με χίλιες γλώσσες κρένει:
“Όποιος πεθάνει σήμερα χίλιες φορές πεθαίνει”.
Έστησε ο Έρωτας χορό με τον ξανθό Απρίλη,
κι η φύση βρήκε την καλή και τη γλυκιά της ώρα,
και στη σκιά που φούντωσε, κλείνει δροσιές και μόσχους
πρωτάκουστος κελαηδισμός και λιποθυμισμένος.
Ακούσαμε το Νίκο Ξυλούρη και τραγουδήσαμε κι εμείς.
https://video.link/w/bXkjd