f 1992d fordism

1945-1975: η κυριαρχία του φορντικού καπιταλισμού

f 1992d fordism

Η μεταπολεμική οικονομική ανάπτυξη οδήγησε σε μια εποχή αισιοδοξίας, ευημερίας, ισότητας και πλήρους απασχόλησης, τη λεγόμενη «χρυσή εποχή» του μεταπολεμικού καπιταλισμού (Esping- Andersen, 2004a, σ. 14), ή αλλιώς τη «χρυσή εποχή της σοσιαλδημοκρατίας», που μέσω της συνεργασίας κεφαλαίου, εργασίας και κράτους επιτυγχάνεται ο «εξανθρωπισμός» του καπιταλισμού και η άμβλυνση των κοινωνικών ανισοτήτων και της περιθωριοποίησης μέσω της αναδιανομής του πλεονάσματος της οικονομικής ανάπτυξης (Μουζέλης, 2005).

Βέβαια, Η ευφορία της χρυσής εποχής του μεταπολεμικού ή ορθολογικού καπιταλισμού δε χαρακτήριζε όλους τους στοχαστές και δέχθηκε, όπως ήταν αναμενόμενο, την κριτική της μαρξιστικής παράδοσης. Οι Baran και Sweezy (1989), στο έργο τους Μονοπωλιακός Καπιταλισμός: Ανατομία του Ιμπεριαλισμού, θεωρούν πως η ευμάρεια των μεταπολεμικών χρόνων όχι μόνο δε συνιστούσε το φυσικό αποτέλεσμα της ομαλής λειτουργίας του συστήματος, αλλά  αντίθετα ήταν ένα προσωρινό «προϊόν» συγκυριακών παραγόντων αλλά και μακροπρόθεσμων δομικών αλλαγών στον τρόπο με τον οποίο δούλευε ο, αμερικανικός κυρίως, καπιταλισμός (Foster, 2005). Αναγνωρίζοντας τη σημασία της νέας χρηματοοικονομικής υπερδομής και των πολιτικών προώθησης της κατανάλωσης, επισημαίνουν παράλληλα τον ιδιαίτερο ρόλο των κρατικών δαπανών για τη διασφάλιση της απασχόλησης, ειδικά δε όσων συνδέονταν με την ανάπτυξη του στρατιωτικο-βιομηχανικού συμπλέγματος. Σε ανάλογη διαπίστωση για τις δυνάμεις που συνέβαλαν στη στήριξη της καπιταλιστικής οικονομίας προβαίνει και ο Rifkin (1996).

Κυρίαρχο στοιχείο της περιόδου αυτής είναι ο μεταπολεμικός βιομηχανικός και φορντικός καπιταλισμός ο οποίος στηρίχτηκε στην ενίσχυση της αγοραστικής δύναμης των εργαζομένων και στην εφαρμογή μιας ενεργητικής παρεμβατικής πολιτικής εκ μέρους του κράτους για τη στήριξη της ανάπτυξης, της απασχόλησης και της αναπαραγωγής εκπαιδευμένης εργατικής δύναμης.

Μέσα σε αυτό το κοινωνικοοικονομικό τοπίο της «πλουραλιστικής βιομηχανοποίησης» (Korpi & Shalev, 1979, σ. 164) που δείχνει να χαρακτηρίζεται από ευρεία και σχετικά ισότιμη κατανομή πόρων, και με την εξασφάλιση που παρείχε το σύστημα κοινωνικής προστασίας, τα συνδικάτα και τα κόμματα της σοσιαλδημοκρατικής Αριστεράς εγκατέλειψαν το στόχο της κοινωνικοποίησης των μέσων παραγωγής και αποδέχτηκαν την οικονομία της αγοράς.

Σύμφωνα με τη Σχολή της Ρύθμισης (Regulation School) ο φορντισμός είναι ένα από τα τέσσερα καθεστώτα της καπιταλιστικής συσσώρευσης (accumulation regimes): α) εκτατικό, που στηριζόταν στην ένταση της εργασίας ως αποτελέσματος της σημαντικής εισροής νέων εργατών στην παραγωγική διαδικασία ή επιμήκυνσης/εντατικοποίησης των ωρών εργασίας, β) εντατικό χωρίς μαζική κατανάλωση (τεϋλορικό), που χαρακτηριζόταν από τη μετάβαση στην αυτοματοποιημένη παραγωγή, με επένδυση σε τεχνολογίες αύξησης της παραγωγικότητας, γ) εντατικό με μαζική κατανάλωση (φορντικό) και δ) μετα-φορντικό (Boyer, 1987, σσ. 21-23, 31).

Ο φορντικός καπιταλισμός, όπως διαμορφώθηκε στην ανεπτυγμένη Δύση, συνιστούσε κάτι περισσότερο από απλό μοντέλο τεχνολογικής οργάνωσης της εργασίας ή ένα μακρο-οικονομικό καθεστώς συσσώρευσης, λαμβάνοντας τα χαρακτηριστικά θεσμικού, αξιακού και κοινωνικού συστήματος, όσο και συστήματος πολιτικής οικονομίας (Βούλγαρης, 1998, σ. 48· Jessop, 1994, σσ. 14-15). Με θεμελιακό συστατικό στοιχείο τη βιομηχανική συγκρότηση, στηριζόταν σε ένα ομογενοποιημένο, κατά βάση ανδρικό εργατικό δυναμικό πλήρους απασχόλησης, που ήταν συγκεντρωμένο στα μεγάλα παραγωγικά συγκροτήματα των βιομηχανικών πόλεων (Hirst & Zeitlin, 1991, σ. 10).

Ο μετα-φορντισμός (post-fordism) εκπροσωπεί ένα διαφορετικό τύπο καπιταλισμού που χαρακτηρίζει το απορρυθμισμένο οικονομικό σύστημα από τις αρχές της δεκαετίας του 1970 και εφεξής (Smith D. , 2005, σσ. 19-32).

Ενδεικτικά, για την αποδιοργάνωση του καπιταλισμού ως αποτέλεσμα των αλλαγών στη βιομηχανική δραστηριότητα, στο χρηματοοικονομικό σύστημα και στις πολιτικές συμπεριφορές βλ. Lash και Urry (1987, σσ. 196-231). Επίσης για τις διακριτές προσεγγίσεις στα πλαίσια της σχολής του μετα-φορντισμού, βλ. Hirst και Zeitlin (1991, σσ. 8-17). Παράλληλα ή και εναλλακτικά με τον όρο μετα-φορντικός (post-fosdism) για την περιγραφή της νέας αυτής μορφής του καπιταλισμού χρησιμοποιούνται και οι όροι μετα-βιομηχανικός (post-industrial), μετα-μοντέρνος (post-modern), μετα-συλλογικός (post-collective)  και πέμπτο κύμα του kondratiev (fifth Kondratiev) (Amin, 1994, σ. 1).

 

Amin, A. (1994). Post-Fordism: Models, fantasies and phantoms of transition. Στο A. Amin (Επιμ.), Post-Fordism: A reader (σσ. 1-40). Oxford, UK: Blackwell Publishers.

Baran, P., & Sweezy, P. (1989). Μονοπωλιακός καπιταλισμός: Ανατομία του ιμπεριαλισμού. Αθήνα: Gutenberg.

Boyer, R. (1987). Technical change and the theory of “Regulation”. Ανάκτηση από Centre Pour la Recherche Economique et ses Aplications (CEPREMAP): http://www.cepremap.cnrs.fr/couv_orange/co8707.pdf

Esping- Andersen, G. (2004a). After the Golden Age? Welfare state delimmas in a global economy. Στο G. Esping- Andersen (Επιμ.), Welfare states in transition: National adaptations in global economies (σσ. 1- 31). London: SAGE.

Foster, J. B. (2005). The end of rational capitalism. Ανάκτηση από The Monthly Review: http://www.monthlyreview.org/0305jbf.htm

Hirst, P., & Zeitlin, J. (1991). Flexible specialization versus post-Fordism: Theory, evidence and policy implications. Economy and Society, 20(1), 1-56. doi:10.1080/03085149100000001

Jessop, B. (1994). The transition to post-Fordism and the Schumpeterian workfare state. Στο R. Burrows, & B. Loader (Επιμ.), Towards a post-Fordist welfare state? (σσ. 13-37). London: Routledge.

Korpi, W., & Shalev, M. (1979). Strikes, industrial relations and class conflict in capitalist societies. The British Journal of Sociology, 30(2), 164-187.

Lash, S., & Urry, J. (1987). The end of organized capitalism. Cambridge: Polity Press.

Rifkin, J. (1996). Το τέλος της εργασίας και το μέλλον της. (Γ. Κοβαλένκο, Μεταφρ.) Αθήνα: Νέα Σύνορα, Α.Α. Λιβάνη.

Smith, D. (2005). On the margins of inclusion: Changing labour markets and social exclusionin London. Bristol, UK: Policy Press.

Βούλγαρης, Γ. (1998). Ιδιωτεία και ανισότητες. Η υποβαθμισμένη δημοκρατία ως μείζων μηχανισμός νομιμοποίησης των σύγχρονων κοινωνικών ανισοτήτων. Στο Κοινωνικές ανισότητες και κοινωνικός αποκλεισμός (σσ. 46-55). Αθήνα: Ίδρυμα Σάκη Καράγιωργα.

Μουζέλης, Ν. (2005, 21 Αυγούστου). Από τον Μπερλινγκουέρ στον Γκίντενς. Ανάκτηση από ΤΟ ΒΗΜΑ: http://www.tovima.gr/opinions/article/?aid=167834

Αφήστε μια απάντηση