Μύρτις. Ένα άτυχο κορίτσι στην Αθήνα του 5ου αιώνα

Τα μάτια της μεταδίδουν την αθωότητα της ηλικίας της και με το μισάνοιχτο στόμα της (λόγω ορθοδοντικού προβλήματος) μοιάζει σαστισμένη, έτσι όπως μόνο τα παιδιά σαστίζουν.

Ωστόσο, όσο θαυμάσια κι αν είναι από άποψη επιστημονικής αρτιότητας η αποκατάσταση της Μύρτιδας, κάθε φορά που την κοιτάζω θλίβομαι. Σκέφτομαι πώς δεν ήταν παρά ένα άτυχο κοριτσάκι, Αθηναία, μέτοικος ή μια μικρή δούλη, που δεν ξέρουμε καν το αληθινό όνομά της – Μύρτις ονομάστηκε συμβατικά από τους μελετητές. Ένα παιδί που πέθανε από τυφοειδή πυρετό σε εξαιρετικά δύσκολες συνθήκες, στο λοιμό που ενέσκηψε στην Αθήνα το 430 π. Χ. και συνεχίστηκε ως το 427/6 π. Χ., στη διάρκεια μιας πολιορκίας που στραγγάλιζε ασφυκτικά την πόλη. Πρόκειται για τον ίδιο λοιμό στον οποίο υπολογίζεται ότι έχασε τη ζωή του το ένα τρίτο του συνολικού πληθυσμού της Αθήνας, περίπου 50.000 άνθρωποι, και διασημότερο θύμα του υπήρξε ο ίδιος ο ηγέτης της πόλης, ο Περικλής.

Ο τάφος της Μύρτιδας, στην άκρη του νεκροταφείου του Κεραμεικού, ένας τάφος ομαδικός, ένας πρόχειρος λάκκος μήκους 4 μ. που περιείχε εκτός από το άτυχο κορίτσι άλλους 88 νεκρούς. Όπως έδειξε η ανασκαφή, οι πρώτοι νεκροί στο βάθος του λάκκου τοποθετήθηκαν κάπως προσεκτικά και σκεπάστηκαν με λίγο χώμα, οι επόμενοι ρίχνονταν σωρηδόν στοιβαγμένοι μέσα όπως-όπως. Μόνη συγκινητική φροντίδα παρατηρήθηκε σε 8 βρεφικές ταφές στο ανώτερο στρώμα του τάφου. Τα κτερίσματα για τόσους πολλούς νεκρούς ήταν ελάχιστα και φτωχά: μόνον 30 μικρά αγγεία για μια τέτοια μαζική ταφή που υπολογίζεται ότι αρχικά θα περιλάμβανε πιθανόν ως 150 ανθρώπους

Αυτό το ανασκαφικό εύρημα, που ήρθε στο φως κατά τα έτη 1994-1995 υπό την εποπτεία της αρχαιολόγου κ. Ε. Μπαζιωτοπούλου – Βαλαβάνη , επιβεβαιώνει με τον πιο εύγλωττο τρόπο τη συγκλονιστική περιγραφή στο δεύτερο βιβλίο της Ιστορίας του Θουκυδίδη, που και ο ίδιος είχε νοσήσει από το λοιμό.

Η ανάπλαση του προσώπου της Μύρτιδας έγινε από ομάδα ειδικών με επικεφαλής τον επικ. καθ. της Οδοντιατρικής Σχολής Εμμ. Παπαγρηγοράκη.

[2.52.] Τους Αθηναίους πίεσε ακόμη περισσότερο από την υπάρχουσα ταλαιπωρία, το γεγονός ότι συγκεντρώθηκε στο άστυ ο πληθυσμός από την ύπαιθρο και περισσότερο πιέστηκαν οι ίδιοι οι πρόσφυγες. Διότι λόγω της έλλειψης οικιών αναγκάζονταν να ζουν μέσα σε παραπήγματα πνιγηρά λόγω του καλοκαιριού και πέθαιναν χωρίς να μπορούν να τηρηθούν οι ευπρέπειες. Και πεθαίνοντας οι νεκροί ρίχνονταν ο ένας επάνω στον άλλον και ημιθανείς σέρνονταν μες στους δρόμους και γύρω από όλες τις κρήνες λόγω της δίψας για νερό. Και τα ιερά, όπου είχαν κατασκηνώσει, ήταν γεμάτα νεκρούς οι οποίοι πέθαιναν εκεί μέσα. Γιατί, επειδή οι άνθρωποι πιέστηκαν υπερβολικά από τη συμφορά, μη γνωρίζοντας τι θα απογίνουν, έδειξαν αδιαφορία και για τα ιερά και τα όσια. Όλα τα έθιμα που εφάρμοζαν προηγουμένως για τις ταφές καταπατήθηκαν και τους έθαβαν όπως μπορούσε ο καθένας. Και πολλοί προσέφευγαν σε επαίσχυντους τρόπους ταφής ελλείψει των απαιτούμενων, αφού ήδη είχαν πεθάνει πολλοί από τις οικογένειές τους. Κάποιοι απέθεταν πρώτοι το δικό τους νεκρό σε ξένη πυρά και την άναβαν προλαβαίνοντας εκείνους που την είχαν στήσει, και άλλοι, ενώ ήδη καιγόταν κάποιος νεκρός, έριχναν επάνω εκείνον που μετέφεραν και έφευγαν.  {Θουκυδίδης}

Πηγή

Αφήστε μια απάντηση