“Στην εποχή του τσιμέντου και της πολυκατοικίας” – Συνέχισε το αφήγημα… 1

Γιαγιά κ κορίτσι

Λογοτεχνία Β΄ Γυμνασίου

Γίνε, είπαμε, η κυρία Μαρία Ιορδανίδου, μα άλλαξε τη σχέση της με τους γείτονες στην πολυκατοικία και δώσε ένα καλό τέλος. Λοιπόν…

Γύρω στις  2:00 το μεσημέρι είχα  μαγειρέψει ένα ταψί παστίτσιο. Είχα μαγειρέψει υπερβολική ποσότητα για μένα,  μία μοναχική ηλικιωμένη. Άκουσα φωνές, από τους γείτονες. Η γειτόνισσα φώναζε στην κόρη της, να φάει το σπανακόρυζο που είχε μαγειρέψει για μεσημεριανό. Έβαλα τέσσερα κομμάτια παστίτσιο σε ένα πιάτο, το τύλιξα με αλουμινόχαρτο και πήγα και χτύπησα την πόρτα των γειτόνων μου.
– Καλησπέρα κυρία Μαρία, τι κάνετε;
– Είμαι πολύ καλά μέχρι στιγμής, εσείς τι κάνετε; Όλοι καλά;
– Μία χαρά κι εμείς, όλα εξαιρετικά, λίγο η μικρή, μας κάνει λίγο νάζια, αλλά κατά τα άλλα όλα είναι εντάξει.
– Πολύ χαίρομαι, κορίτσι μου.
– Τώρα, κυρία Μαρία, πείτε μου, τι θέλετε;
– Μαγείρεψα παστίτσιο και είπα να σας φέρω από ένα κομμάτι να δοκιμάσετε. Ορίστε.
– Σας ευχαριστούμε πάρα πολύ, δεν ήταν ανάγκη.
Την επόμενη μέρα, γύρω στις 2:30 χτυπάει η πόρτα μου. Ήταν η γειτόνισσα, μου είχε φέρει μία πίτσα, Special. Μετά από μία εβδομάδα, τα μεσάνυχτα χτυπάει πάλι η πόρτα μου, ανησύχησα. Ξύπνησα για τα καλά, πήγα κι άνοιξα την πόρτα. Ήταν η γειτόνισσα με το παιδί της, μου ζήτησε να της κρατήσω το παιδί, διότι έπρεπε να πάει επειγόντως στο νοσοκομείο,  για τον ένα γονιό που  είχε εν ζωή, τον πατέρα της. Εγώ συμφώνησα, γιατί άνθρωποι είμαστε.
Μετά από μία εβδομάδα, ο μπαμπάς της πέθανε. Μου χτύπησε την πόρτα και μου πρόσφερε κόλλυβα. Της είπα να περάσει μέσα, αυτή έκλαιγε ασταμάτητα. Της έδωσα ένα ποτήρι νερό και της είπα να ηρεμήσει, γιατί όλοι κάποια μέρα θα πεθάνουμε. Με αγκάλιασε και ηρέμησε. Μου είπε ότι θα με έχει σαν μητέρα της από δω και στο εξής, αν βέβαια το επιθυμώ κι εγώ. Εγώ της είπα: «Θα γίνω γιαγιά για την κόρη σου.»
Από κει και πέρα η ζωή μου και η ζωή των γειτόνων μου άλλαξε ριζικά. Κάθε μέρα τρώγαμε και πίναμε μαζί. Τα σαββατοκύριακα, όταν το ζευγάρι ήθελε να βγει, κρατούσα την κόρη τους και περνούσαμε φανταστικά, ήταν η εγγονή που ποτέ μου δεν είχα. Επιτέλους, είχα κι εγώ μία οικογένεια.
Τελικά το δυαράκι μου μεγάλωσε.

Ασίλντο Πέσκου