Πίσω στον χρόνο

Το σχολείο μας είναι ένα από τα πιο ιστορικά σχολεία του νησιού. Στις τάξεις του μαθήτευσαν πολλοί γονείς αλλά και παππούδες των μαθητών μας, όπως και δίδαξαν εκπαιδευτικοί που τα παιδιά τους είναι σήμερα δάσκαλοι του σχολείου και τα εγγόνια τους μαθητές που περνούν ή πέρασαν από τα θρανία του! Το  κτήριο στο οποίο στεγάζεται το 8ο Δημοτικό Σχολείο είναι ένα από τα πιο σημαντικά κτίσματα της πόλης της Ρόδου. Η ιστορία του είναι άμεσα συνδεδεμένη με την ιστορία του νησιού και ειδικότερα με την ιστορία της εκπαίδευσης στη Ρόδο και στα Δωδεκάνησα.

Ένα σχολείο μια ιστορία…

OUR SCHOOL IN THE PAST

Our school is one of great historic importance. A lot of parents, as well as grandparents of our students have attended it.  What is even more remarkable, is that teachers teaching at the school today are the children of teachers who taught in the very same classrooms years ago. The building itself is one of the historic landmarks of the town. Its history is closely connected to the history of the island and, in particular, to the history of education in Rhodes and the Dodecanese.

 

ΙΣΤΟΡΙΑ – ΑΡΧΙΤΕΚΤΟΝΙΚΗ – ΕΚΠΑΙΔΕΥΤΙΚΗ ΛΕΙΤΟΥΡΓΙΑ
ΤΟΥ ΚΤΗΡΙΟΥ ΤΗΣ  ΠΡΩΗΝ ΠΑΙΔΑΓΩΓΙΚΗΣ ΑΚΑΔΗΜΙΑΣ ΡΟΔΟΥ

 ΑΠΟ ΤΗΝ ΙΤΑΛΟΚΡΑΤΙΑ ΕΩΣ ΤΗΝ ΕΝΣΩΜΑΤΩΣΗ (1912 – 1947)

Το 1923-1936 διοικητής της Ρόδου υπήρξε ο Mario Lago ο οποίος εκπροσωπούσε την ήπια πολιτική της Ιταλίας για τον εξιταλισμό της Δωδεκανήσου, χρησιμοποιώντας περισσότερο τον ιταλικό κλήρο για να διεισδύσει στις εθνικές κοινότητες της Ρόδου. Το 1936 αντικαταστάθηκε από τον τετράρχη του φασιστικού καθεστώτος, Cesare Maria de Vecchi, που ανέλαβε επίσημα τα καθήκοντά του στις 2-12-1936 και έμεινε μέχρι τις 27-11-1940.

 Το ‘ρυθμιστικό σχέδιο πόλης’ του Mario Lago (1923-1936) και τα αρχιτεκτονικά ρεύματα αυτής της περιόδου

Η Συνθήκη της Λoζάνης (1923-24) υπήρξε σταθμός στην επίσημη διαδικασία “ιταλοποίησης” της Ρόδου. Ο Mario Lago, αμέσως μετά την άφιξή του στο νησί της Ρόδου, κάλεσε τον Florestano di Fausto, Ιταλό αρχιτέκτονα από τη Ρώμη -γνωστό για τα περισσότερα και σημαντικότερα κτήρια στη Ρόδο όπως η Νομαρχία, το Ταχυδρομείο, η Νέα Αγορά, το Σφαγείο, η Ροδιακή Έπαυλη, το Πανεπιστήμιο Αιγαίου (στρατώνας Reggina) κ.α.- ο οποίος και ανέλαβε τον σχεδιασμό του ρυθμιστικού σχεδίου πόλης που εγκρίθηκε το 1926 και ολοκληρώθηκε το 1936. Εκτός από τον di Fausto και άλλοι σπουδαίοι αρχιτέκτονες είχαν αναλάβει να προσφέρουν τις υπηρεσίες τους στο ιταλικό καθεστώς όπως ο Pietro Lombardi, (γνωστός για την μελέτη των Ιαματικών Λουτρών στην Καλλιθέα, την Εφορεία Προσκόπων κ.α.), ο Rodolfo Petracco (Τελωνείο, Λιμενικό Ταμείο κ.α.) και ο Armando Bernabiti (Εθνικό Θέατρο, Έλλη, στάδιο Διαγόρας, Δημαρχείο κ.α.).

Η ανέγερση σχολικών συγκροτημάτων ανήκει στο ένα από τα τρία βασικά σημεία του προγράμματος του Lago: α) δημιουργία του μόλου του λιμανιού, β) ανάπτυξη της τουριστικής βιομηχανίας και γ) κατασκευή σχολείων, νοσοκομείων και τραπεζών.[1] Η Εθνική Εταιρεία Αρωγής των Ιταλών Ιεραποστόλων (Associazione Nazionale per soccorrere i Missionari Italiani – Α.Ν.Μ.Ι.),[2] εξουσιοδοτείται να χτίσει το νέο σχολικό συγκρότημα, μέσα σε ένα πολιτικό πλαίσιο σύμφωνα με το οποίο εφαρμόζονται εκτεταμένα προγράμματα ανοικοδόμησης με βάση τα πρότυπα που επικρατούσαν στην Ιταλία εκείνη την εποχή.

 Η ‘καταγωγή’ του Αρρεναγωγείου (κτηρίου πρώην  Π.Α.Ρ.) και τα πρώτα χρόνια λειτουργίας του ως ιταλικό κολέγιο (1921-1925)

 Το 1921, οι Ιταλοί Αδελφοί της επαρχίας του Τορίνο έφτασαν στη Ρόδο –μετά από αίτημα του Γενικού Γραμματέα της Α.Ν.Μ.Ι. Ernesto Schiaparelli[3] στον ηγούμενο της επαρχίας του Τορίνο να του διαθέσει μερικούς Αδελφούς– προκειμένου να αναλάβουν τη διαχείριση και το διδακτικό έργο του γαλλικού κολεγίου Saint-Jean-Baptiste. To κτήριο, που βρισκόταν στο κέντρο της συνοικίας του Νεοχωρίου,[4] λειτουργούσε με καθηγητές τους Γάλλους Αδελφούς και διέθετε έξι τάξεις.

Η ίδρυσή του το 1889, έγινε με τις δωρεές δυο αδελφών εμπόρων και μιας φραγκοκαθολικής ροδίτικης οικογένειας (Masse και Ducci). Οι εκπαιδευτικοί στόχοι του κολεγίου (ιδιωτικού γαλλικού σχολείου) ήταν ‘μια ολοκληρωμένη και γενική μόρφωση των παιδιών όλων των θρησκειών και εθνικοτήτων’. Η ιστορία των 100 χρόνων του κολεγίου διακρίνεται σε τρεις περιόδους:

1η γαλλική περίοδος: 1889-1912 (επί τουρκοκρατίας) και 1912-1922 (επί ιταλοκρατίας),

2η ιταλική περίοδος: 1922-1950 (ιταλικό σχολείο) και

3η γαλλική περίοδος: 1950-1989 (γαλλικό φροντιστήριο).

Από το 1889 έως το 1922 το κολέγιο διέθετε έξι τάξεις. Το 1921 υπήρχαν «200 μαθητές από τους οποίους 21 καθολικοί, 35 ορθόδοξοι, 5 Αρμένιοι, 101 Ισραηλίτες, 37 Μουσουλμάνοι και 1 διάφοροι. Η διδασκαλία στο κολέγιο γίνεται στα γαλλικά και το πρόγραμμα αντιστοιχεί στο πρόγραμμα του δημοτικού και του γυμνασίου. Λείπουν 2 χρόνια για να φτάσουν οι μαθητές στο Baccalauréat. Στις τρεις τελευταίες τάξεις, το πρόγραμμα περιλαμβάνει εμπορικά μαθήματα σύμφωνα με τις ανάγκες του τόπου».[5]

 Reggio Istituto Maschile Vittorio Emanuele III (1925-1950).

Το Αρρεναγωγείο  και η αρχιτεκτονική του ταυτότητα

 Τα σχέδια του Αρρεναγωγείου ανατέθηκαν στον αρχιτέκτονα Florestano di Fausto και στον πολιτικό μηχανικό Carlo Buscaglione. Την κατασκευή είχε αναλάβει η εταιρεία Peregrini από τη Ρώμη, υπό την επίβλεψη των μηχανικών Zanetti και Pierro. Τα θεμέλια τέθηκαν με επίσημη τελετή αγιασμού, τον Απρίλιο του 1924 στο μεγάλο γειτονικό οικόπεδο του πρώην γαλλικού κολεγίου, το οποίο είχε αγοράσει η Εθνική Εταιρεία Αρωγής των Ιταλών Ιεραποστόλων Α.Ν.Μ.Ι. (Associazione Nazionale per soccorrere i Missionari Italiani) από την οικογένεια Σαλαχούρη αμέσως μετά την αποχώρηση των Γάλλων Αδελφών με στόχο την εξάπλωση της εκπαιδευτικής πολιτικής του ιταλικού κράτους και εκτός ιταλικών συνόρων, προσπάθεια που ενδυναμώθηκε με την άνοδο του φασισμού στην Ιταλία και με την παρουσία του Ιταλού Στρατιωτικού Διοικητή De Vecchi.  

Τον Οκτώβριο του 1925 εγκαινιάζεται η λειτουργία του νέου σχολείου που βρισκόταν στην ονομαζόμενη τότε Piazza Schiapparelli, μετονομασθείσα αργότερα σε Piazza Carlo Alberto[6] και ονομαζόταν Reggio Istituto Machile Vittorio Emanuele IIΙ.[7] Πρόκειται για το κτήριο που είναι γνωστό σήμερα ως Παιδαγωγική Ακαδημία Ρόδου στην πλατεία Ιωάννη Ζίγδη (Πλατεία Ακαδημίας). Τον Ιανουάριο του 1926, εγκαινιάστηκε η Σχολική Βιβλιοθήκη και τον Μάρτιο του ίδιου έτους έγινε ο αγιασμός του Παρεκκλησίου San-Giovanni Baptista De la Salle.

Το τριώροφο συγκρότημα έχει απλή παραλληλόγραμμη διάταξη, ενώ τα δυο άκρα του που είναι διώροφα με δώμα, στρέφονται προς τα πίσω για να ευθυγραμμιστούν με τους διαγώνιους δρόμους που ξεκινούν από την πλατεία, έτσι ώστε ο όγκος του κτηρίου να ακολουθεί τη χάραξη της πλατείας. Το κτήριο έχει φέρουσα τοιχοποιία. Με την επίσημη όψη του και συγκεκριμένα, με τις ήπιες κυφώσεις της πέτρινης βάσης του και τα βαριά «κομμένα» αετώματα στα υπέρθυρα του πρώτου ορόφου, αντικρίζει την πλατεία. Επαναφέρονται, έτσι, αλλά με ήρεμη διάθεση, μορφές από το ύφος της Ρώμης του 17ου αιώνα. Η είσοδος είναι υπερυψωμένη έτσι ώστε να παρέχεται φωτισμός στους υπόγειους χώρους. Το τριγωνικό αμβλυγώνιο σχήμα του κτηρίου παρέχει τη δυνατότητα κατασκευής μιας αρκετά μεγάλης αυλής στην πίσω πλευρά, όπου η μονοτονία της επίπεδης όψης, που αφήνεται χωρίς διάκοσμο, ζωντανεύει κάπως από τις ημικυκλικές προεξοχές των κλιμακοστασίων, οριοθετώντας τον μεγάλο δεντροφυτεμένο αύλειο χώρο. Αργότερα, το 1927 και με χρηματοδότηση της ιταλικής κυβέρνησης, εκεί θα αρχίσουν τα έργα κατασκευής Κλειστού Γυμναστηρίου, σε μελέτη του μηχανικού Fernardo Boschi. Το Γυμναστήριο και κάποιοι βοηθητικοί χώροι όπως το Πλυντήριο, θα είναι έτοιμα το 1929. Η οργάνωση των εσωτερικών χώρων είναι παραδοσιακή, με αίθουσες σε παράταξη. Στον τελευταίο όροφο τοποθετούνται οι θάλαμοι των οικότροφων μαθητών. Αίθουσες και θάλαμοι εξυπηρετούνται από εσωτερικούς διαδρόμους έτσι ώστε να παρέχεται με φυσικό τρόπο ο απαραίτητος αερισμός και φωτισμός τους. Ο αυξανόμενος αριθμός των σπουδαστών επιβάλλει συνεχείς επεκτάσεις (η τελευταία έγινε το 1939) με νέες πτέρυγες που προστέθηκαν στα δύο άκρα. Με τις προσθήκες εναρμονισμένες στη συνθετική γραμμή και το ύφος του κτηρίου (σε επέκταση του 1933), στην πλευρά της οδού delle Girandole, στη σημερινή οδό 28ης Οκτωβρίου, το συγκρότημα απέκτησε νέες αίθουσες διδασκαλίας και θαλάμους-υπνωτήρια, χώρους για εκμάθηση Δακτυλογραφίας και Εργαστήριο Φυσικής. Στην ίδια επέκταση (1933), περιλαμβάνεται και η διαμόρφωση μιας αίθουσας του ημιυπόγειου σε ένα μικρό Θέατρο 500 θέσεων, σε σχέδια του Bernabiti και σε ύφος που η εφημερίδα il Messaggero di Rodi χαρακτηρίζει κοντά στο στυλ “Novecento”[8]. Τα διακοσμητικά θέματα του θεάτρου αντλούνται από τη χλωρίδα και την πανίδα.

Η αρχιτεκτονική του κτηρίου κατατάσσεται στο στυλ του εκλεκτικισμού με αναγεννησιακά στοιχεία επηρεασμένη κυρίως από τα κτήρια της Βενετίας όπως αναφέρεται παραπάνω.[9]

 Εικ. 1. Πρόσοψη (ανατολική πλευρά) του κτηρίου της πρώην Παιδαγωγικής Ακαδημίας Ρόδου

Το Istituto στέγαζε στους χώρους του 5/θ Δημοτικό, τριετές Τεχνικό Ινστιτούτο, τετραετές ανώτερο Τεχνικό Εμπορικό Ινστιτούτο, τετραετές Επιστημονικό Λύκειο και τριετές Διδασκαλείο (Istituto Magistrale). Το Istituto Magistrale (Ιταλικό Διδασκαλείο) λειτούργησε για πρώτη φορά τη σχολική χρονιά 1926-27 και η φοίτηση ήταν τριετής και υποχρεωτική. Οι Έλληνες δάσκαλοι υποχρεούνταν σε ένα χρόνο πρακτική άσκηση για να μπορούν να διδάξουν ιταλικά στα σχολεία μετά από εξετάσεις. Με τη βοήθεια του Istituto Maschile δρούσε επίσης η φασιστική οργάνωση νεολαίας Opera Nazionale Balilla διοργανώνοντας εντός και εκτός του Ινστιτούτου μουσικές, αθλητικές, προστρατιωτικές εκδηλώσεις, αναπτύσσοντας επίσης σχέσεις με πολιτικές προσωπικότητες της εποχής για προπαγανδιστικούς λόγους

 Ιστορική και εκπαιδευτική πορεία του κτηρίου από την Ενσωμάτωση μέχρι την κατάργηση των Παιδαγωγικών Ακαδημιών (1947-1991)

Στη μεταβατική φάση της αγγλικής κατοχής και με πρωτοβουλίες των ντόπιων διανοούμενων για την εκπαίδευση των δασκάλων στη Ρόδο και γενικότερα στη Δωδεκάνησο, στις εγκαταστάσεις του πρώην Istituto Maschile, ιδρύθηκε η Παιδαγωγική Ακαδημία Ρόδου (Π.Α.Ρ.) και τα Πειραματικά Σχολεία, για την πρακτική άσκηση των σπουδαστών της Ακαδημίας. Από τους πρώτους μήνες λειτουργίας της, επιλέγεται ως Διευθυντής της ο Αντώνης Ισηγόνης ο οποίος στα χρόνια της θητείας του (1947-1959) και μαζί με τους συνεργάτες του,  Καραμπάτη και Νεοφύτου, την αναδεικνύουν σε ένα ζωντανό πνευματικό οργανισμό της περιοχής που θα διαθέτει μια από τις καλύτερεςβιβλιοθήκες μεταξύ των Παιδαγωγικών Ακαδημιών της χώρας. Στα χρόνια της δικτατορίας,  η Σχολή μεταφέρεται στο Ηράκλειο Κρήτης και  επαναλειτουργεί στη Ρόδο το 1975 έως την οριστική διακοπή της, το 1991 (τα Παιδαγωγικά Τμήματα του Πανεπιστημίου Αιγαίου είχαν αρχίσει ήδη να λειτουργούν από το 1986-87).

 Από την κατάργησή της έως σήμερα, τα Πρότυπα Δημοτικά Σχολεία του Πανεπιστημίου Αιγαίου -πρώην Πειραματικά σχολεία της Π.Α.Ρ.- συνέχισαν να λειτουργούν υπό την εποπτεία των Παιδαγωγικών Τμημάτων του Πανεπιστημίου Αιγαίου, γεγονός που τους έδωσε την ευκαιρία να εμπλακούν σε διάφορα ερευνητικά προγράμματα που υλοποιούνταν από τους διδάσκοντες των τμημάτων. Το 1991 επίσης ιδρύθηκαν και λειτούργησαν έως το 2012, στις εγκαταστάσεις του κτηρίου της, το Διδασκαλείο “Αλέξανδρος Δελμούζος” του Παιδαγωγικού Τμήματος Δημοτικής Εκπαίδευσης και το Διδασκαλείο “Κωνσταντίνος Καραθεοδωρή” του τμήματος των Νηπιαγωγών.

Σήμερα το κτήριο λειτουργεί ως σχολικό συγκρότημα όπου στεγάζονται:

Το 8ο Δημοτικό Ρόδου,  δύο Πειραματικά Σχολεία, δυο Νηπιαγωγεία (1ο Νηπιαγωγείο Ρόδου και Πειραματικό Νηπιαγωγείο) και ένα Ειδικό Πειραματικό Σχολείο.

 Οι χρήσεις του κτηρίου της πρώην Παιδαγωγικής Ακαδημίας Ρόδου, από την ανέγερσή του μέχρι σήμερα ποικίλουν. Παραμένουν όμως σταθερές ως προς τον εκπαιδευτικό τους χαρακτήρα. Το ίδιο το κτήριο αποτελεί  κατά κάποιο τρόπο  έναν καθρέφτη της ίδιας της πορείας του νησιού όπου όσοι κατακτητές και πολιτισμοί κι αν πέρασαν, κατάφερε –παρά τους ποικίλους επηρεασμούς που δέχτηκε στην αρχιτεκτονική του, στη γλώσσα του και εν γένει στον πολιτισμό του– να αποκαταστήσει σύντομα και με επιτυχία, τη σχέση του με την υπόλοιπη ελληνική επικράτεια.

(Απόσπασμα Διπλωματικής Εργασίας με τίτλο «Η Ιστορική, Αρχιτεκτονική και Εκπαιδευτική Πορεία του Κτηρίου της πρώην Παιδαγωγικής Ακαδημίας Ρόδου από την Ιταλοκρατία έως τη Σύγχρονη Κοινωνία της Γνώσης και της Πληροφορίας. Ιστορική Εξέλιξη του Εκπαιδευτικού Υλικού», της Ηλιάνας Παπαθεοδώρου, δασκάλας του 8ου Δημοτικού σχολείου Ρόδου.) 

 


[1]               Τεχνικό Επιμελητήριο Ελλάδας …, ό.π., βλ. υπ. 1, σ. 190. 

[2]               «…Ιδρύθηκε το 1886 στη Φλωρεντία και είχε έδρα το Τορίνο. Με την ίδρυσή της Α.Ν.Μ.Ι., οι Ιταλοί Ιεραπόστολοι δεν θα είχαν ανάγκη τα ξένα κράτη για την προστασία τους, ειδικά στη Μ. Ανατολή. Η εταιρία αυτή εδραιώθηκε στην Αίγυπτο, Παλαιστίνη, Ιορδανία, Λιβύη και σε άλλα μέρη του κόσμου και πετύχαινε τους σκοπούς της ιδρύοντας σχολεία, νοσοκομεία, αγροτικούς οικισμούς, άσυλα κ.τ.λ. Ήδη από το 1912 σχεδίαζε να ιδρύσει στη Ρόδο ιταλικά ιδιωτικά σχολεία και να αναθέσει τη λειτουργία τους σε Ιταλούς μοναχούς εκπαιδευτικούς… οι καιροί δεν είχαν ωριμάσει όμως για τους Ιταλούς και ο στρατηγός Ameglio αρνήθηκε την πρόταση φοβούμενος την αντίδραση της ελληνικής κοινότητας, όπως και των Γάλλων Αδελφών» στο Φ. Κλαδάκη –Μενεμενλή, Αδ. Τιμόθεος Φρέρης…, ό.π., σ. 113.

[3]               Αιγυπτιολόγος καθηγητής και μετέπειτα γερουσιαστής, ο Schiapparelli υπήρξε ο πρωτεργάτης των ιταλικών σχολείων στη Ρόδο. Είχε αναπτύξει μέσω της Α.Ν.Μ.Ι. μεγάλη δραστηριότητα για να βοηθήσει τους ιταλούς ιεραποστόλους. Καταγόταν από τη Biella του Piemonte, όπου είχε γνωρίσει το Ινστιτούτο Lamarmora των Ιταλών Αδελφών της επαρχίας του Τορίνο το οποίο ήταν από τα καλύτερα σχολεία της Ιταλίας. Πέθανε στη Ρόδο το 1928 και τον διαδέχτηκε ο βοηθός του, conte R. Venerosi, σύμφωνα με επιθυμία του ίδιου του Musolini. Αναφέρεται στο Φ. Κλαδάκη –Μενεμενλή, Αδ. Τιμόθεος Φρέρης…, ό.π., σ. 76.

[4]               Στο τετράγωνο που σχηματίζουν οι σημερινές οδοί Σοφοκλή Βενιζέλου – Αμμοχώστου – Φανουράκη – και ένα οικόπεδο που το χώριζε από την οδό Αλ. Διάκου, ό.π., σ. 64.

[5]               Απόσπασμα από αναφορά που επέδωσαν οι Γάλλοι Αδελφοί στον Γάλλο υποπρόξενο τον Νοέμβριο του 1921, λίγο πριν αντικατασταθούν από τους Ιταλούς Αδελφούς. Ό.π., σ. 80.

[6]               Το 1946 ονομάστηκε πλατεία Κάνιγγος, το 1947 πλ. Βασιλέως Γεωργίου Α’, το 1992 πλ. Ακαδημίας και από το 2000 πλ. Ιωάννη Ζίγδη, πολιτικός από τη Λίνδο (1913-1997), που διετέλεσε υπουργός και αρχηγός του κόμματος ‘Ένωση Δημοκρατικού Κέντρου’. Φ. Κλαδάκη –Μενεμενλή, Αδ. Τιμόθεος Φρέρης…, ό.π., σ. 147.

[7]               Vittorio Emanuele IIΙ (1869-1947), βασιλιάς της Ιταλίας, διαδέχθηκε τον πατέρα του Umberto I, δέχθηκε την εγκαθίδρυση του Φασισμού από τον Musolini και στον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο ζήτησε ανακωχή από τους Συμμάχους (1943). Το 1946 παραιτήθηκε υπέρ του γιου του Umberto II., ό.π.

[8]               «Novecento Italiano (Ιταλικός Εικοστός Αιώνας). Ομάδα Ιταλών καλλιτεχνών που σχηματίστηκε το 1922. Σκοπός της ήταν να αποκρούσει τα κινήματα της ευρωπαϊκής πρωτοπορίας και να επιστρέψει σε ένα νατουραλιστικό είδος τέχνης, βασισμένο στην κλασική ιταλική παράδοση. Ο Καρά και ο Μαρινί ήταν από τους πιο σημαντικούς εκπροσώπους της. Η ομάδα ταυτιζόταν όμως όλο και περισσότερο με τον κενό φορμαλισμό και την εξιδανικευμένη προπαγάνδα των φασιστών του Συνδικάτου των Καλών Τεχνών και κατά τη διάρκεια της δεκαετίας του 1930 αποτέλεσε βασικό προπύργιο της αντίδρασης. Τελικά διαλύθηκε το 1943»: Πανεπιστήμιο της Οξφόρδης, Λεξικό Τέχνης και Καλλιτεχνών, τ. Β΄, εκδ. Νεφέλη, Αθήνα 1998, σ. 160.

[9]               Οι πληροφορίες για την αρχιτεκτονική του κτηρίου έχουν αντληθεί από τα βιβλία των: Μάγδα Γ. Μαριά,  Θύρες και θυρώματα της Ρόδου στο πέρασμα των αιώνων, Ρόδος 2002, Φ. Κλαδάκη –Μενεμενλή, Αδ. Τιμόθεος Φρέρης…, ό.π. και Simona Martinoli, Eliana Perotti, Architettura coloniale italiana nel Dodecaneso, 1912-1943, Edizioni fondazione Giovanni Agneli, 1999, Torino.

 

Αλλαγή μεγέθους γραμματοσειράς
Αντίθεση
Μετάβαση σε γραμμή εργαλείων