Η ΛΑΜΠΑΔΑ ΤΟΥ ΝΙΚΟΥ

 

 

Το Πάσχα κοντοζυγώνει πάλι

και ο Νίκος έχει αγωνία μεγάλη.

Τι λαμπάδα φέτος θα κρατάει

στην Ανάσταση όταν θα πάει;

Θα’χει αμάξι πάνω ή φορτηγό;

Ή ίσως κανένα περιπολικό;

Θα ‘ναι μεγάλη με κορδέλα θαλασσί;

Θα ΄χει και φόρμουλα και κάποια μηχανή;

 

Αφού να περιμένει άλλο δεν μπορεί

παίρνει απόφαση που είναι οριστική.

Ποιος μπορεί κρυφά να δει

πώς είναι η λαμπάδα του

και φυσικά να του το πει;

Στον Άγιο Βασίλη

γράφει γράμμα στην στιγμή

γιατί ελπίζει από εκείνον

να ενημερωθεί.

 

 

«Aγαπητέ Άγιε Βασίλη

επειδή ήμουνα πολύ καλό παιδί

κι εσύ είσαι Άγιος

και μπορείς τα πάντα να τα δεις

πες μου σε παρακαλώ θερμά

πώς είναι η λαμπάδα

που μου πήρε η νονά;»

 

 

Ο Άγιος Βασίλης ξαφνιάζεται λιγάκι

μα αποφασίζει μάθημα να δώσει

στο βιαστικό το Νικολάκη,

κι έτσι για αλλαγή

σκαρφίζεται ένα ψεματάκι.

Του γράφει λοιπόν μια επιστολή

και του περιγράφει δήθεν

τη λαμπάδα την πασχαλινή:

 

 

«Αγαπητέ Νικόλα άκου με προσεχτικά

για να σηκώσεις τη φετεινή σου τη λαμπάδα

πρέπει να έχεις μπράτσα πολύ πολύ γερά,

και αυτό γιατί είναι υπερβολικά βαριά.

Για να σ’ευχαριστήσει σου πήρε η νονά

λαμπάδα που έχει πάνω

όλου του κόσμου τα καλά.

Έχει όλα τ’αμάξια τ’αγωνιστικά.

Επίσης αφού σου αρέσουνε τα στρατιωτάκια

σου έχει επάνω καμιά δεκαριά.

Τέλος για να γλυκαθείς

έχει το κερί σου πάνω

ένα γιγάντιο αβγό σοκολατένιο

μαζί με τα τσουρέκια της Λαμπρής.»

 

Τελειώνει ιδρωμένος ο Νίκος

την ανάγνωση της επιστολής

φοβισμένος,ταραγμένος

τη νονά του παίρνει ευθύς.

Το τηλέφωνο δεν απαντά

κι έτσι αφήνει μήνυμα στον τηλεφωνητή:

«Αγαπημένη μου νονά

για φέτος δεν θέλω λαμπάδα ειλικρινά

ξέρεις μεγάλωσα πολύ

και θέλω μόνο την αγάπη σου

κι ένα λευκό κερί.»

 

Και ο Άγιος Βασίλης

που τα βλέπει όλα από ψηλά

χαϊδεύει τη γενειάδα του

και γελάει συνωμοτικά.

ΑΝΤΖΕΛΑ ΤΑΒΕΡΝΑΡΑΚΗ