Δραστηριότητες
ΠΟΤΑΜΟΙ ΤΗΣ ΕΛΛΑΔΑΣ
ΚΟΚΟΝΗΣ ΑΝΑΣΤΑΣΙΟΣ Α2
ΑΡΑΧΘΟΣ
Ο Άραχθος είναι ο όγδοος μεγαλύτερος ποταμός της Ελλάδας. Έχει μήκος 110 χιλιόμετρα. Πηγάζει από την βόρεια Πίνδο και εκβάλλει στον Αμβρακικό κόλπο. Διαρρέει ένα τμήμα του νομού Ιωαννίνων και ολόκληρο τον νομό Άρτας. Στον Άραχθο συμβάλλουν οι παραπόταμοι Καλαρρύτικος, Μετσοβίτικος και ΖαγορίτικοςΟ Άραχθος φημίζεται για τα σπουδαία τοξωτά γεφύρια που συνδέουν τις όχθες του, όπως το γεφύρι της Άρτας και το γεφύρι της Πλάκας. Το γεφύρι της Πλάκας είναι μονότοξο με άνοιγμα κάμαρας 40 μέτρα και ύψος 19 μέτρα[1]. θεωρείται το μεγαλύτερο μονότοξο γεφύρι των Βαλκανίων. Βρίσκεται κοντά στο χωριό Πράμαντα και η κατασκευή του ολοκληρώθηκε το 1866. Το γεφύρι της Άρτας βρίσκεται έξω από την πόλη της Άρτας και αποτελείται από τέσσερις μεγάλες καμάρες. Το συνολικό του μήκος είναι 145 μέτρα[2]. Θεμελιώθηκε γύρω στο 1606 και η κατασκευή του είναι φορτισμένη με διάσημους λαϊκούς θρύλους.. Στον Άραχθο έχει δημιουργηθεί τεχνητή λίμνη με την κατασκευή του φράγματος Πουρναρίου, για την άρδευση και την ηλεκτροδότηση της γύρω περιοχής. Η δημιουργία της τεχνητής λίμνης ολοκληρώθηκε το 1981 και σήμερα η λίμνη αποτελεί σημαντικό υδροβιότοπο της βόρειας Ελλάδας.
ΑΛΙΑΚΜΟΝΑΣ ΚΑΤΣΟΥΛΙΕΡΗΣ ΒΑΓΓΕΛΗΣ Α2
Αλιάκμονας (καθ. Αλιάκμων) είναι ποταμός στη Δυτική Μακεδονία. Είναι ο μεγαλύτερος σε μήκος ποταμός της Ελλάδας που πηγάζει σε ελληνικό έδαφος· οι άλλοι μεγάλοι ποταμοί (Έβρος, Νέστος και Αξιός) πηγάζουν σε ξένα εδάφη.Το όνομα Αλιάκμων είναι σύνθετο και προέρχεται από το άλς (άλας, θάλασσα) και από το άκμων (αμόνι). Σύμφωνα με την Ελληνική Μυθολογία ο Αλιάκμων ήταν ένας από τους ποτάμιους θεούς, παιδί του Ωκεανού και της Τηθύος, κατά την προσφιλή αλληγορική ιδεο-ανθρωπόμορφη αντίληψη των αρχαίων Ελλήνων επί των γεωλογικών ανακατατάξεων μετά τον κατακλυσμό του Δευκαλίωνα.Μια αρχαία παράδοση λέει ότι όσα πρόβατα έπιναν νερό από τον Αλιάκμονα άλλαζαν χρώμα και γίνονταν λευκά. Η παράδοση αυτή επιβεβαιώνεται από μια καταγραφή του Λατίνου συγγραφέα Πλίνιου (23-79 μ.Χ.), που μεταφρασμένη από τα λατινικά, λέει: “Ωσαύτως εν Μακεδονία, όσοι θέλουσι να έχωσι πρόβατα λευκά άγουσιν εις τον Αλιάκμονα, όσοι δε μέλανα εις τον Αξιόν”.Οι Τούρκοι τον έλεγαν Iντζέ-καρά (ψηλός και μαύρος) και οι Σλάβοι Μπίστριτσα (Бистрица, γοργοπόταμος). Ο Αλιάκμονας είναι το μακρύτερο ποτάμι της Ελλάδας και βρίσκεται εξ’ολοκλήρου σε Ελληνικό έδαφος με συνολικό μήκος 297 χλμ.[1] Σχηματίζεται από τη συμβολή δύο μικρότερων ποταμών, του Βέλιτσα ή Μπελίτσα και του Ζέλοβα ή Ζάλοβο.Ο Αλιάκμονας, πριν γίνει το φράγμα της εκτροπής του κοντά στο χωριό Αγία Βαρβάρα στα μέσα της δεκαετίας του 1950, δεν είχε σταθερή (πεδινή) κοίτη. Συχνά πλημμύριζε και σχημάτιζε εκτεταμένα έλη. Νωπή παραμένει στη μνήμη των παλιότερων κατοίκων της περιοχής (Βέροιας, Αλεξάνδρειας) η καταστρεπτική του μανία κατά το Δεκέμβριο του 1935.Ο ποταμός πηγάζει από τα βουνά Βέρνο, Γράμμο και Βόιο, στα σύνορα της χώρας με την Αλβανία, και εκβάλλει στο Αιγαίο Πέλαγος μεταξύ της Θεσσαλονίκης και της Κατερίνης. Περνάει από τους νομούς Καστοριάς, Γρεβενών, Κοζανης, Ημαθίας, Πιερίας και χύνεται στο Θερμαϊκό κόλπο.Χείμαροι και παραπόταμοι του Αλιάκμονα είναι ο Γράμμος, ο Στραβοπόταμος, η Πραμόριτσα, ο Γρεβενίτικος, ο Βενέτικος, ο Σαραντάπορος, ο Τριπόταμος (ποτάμι) και άλλοι. Σχεδόν σε όλο το μήκος του επί του νομού Κοζάνης σχηματίζει την τεχνητή λίμνη του Πολυφύτου η οποία δημιουργήθηκε μετά την κατασκευή του ομώνυμου φράγματος. Πάνω από τη λίμνη βρίσκεται η γέφυρα των Σερβίων, τμήμα της εθνικής οδού Αθηνών-Κοζάνης. Εκεί, όπου ο ποταμός ενώνεται με τη Θάλασσα, έχει σχηματιστεί με τα χρόνια ένα εκτεταμένο Δέλτα που φτάνει τα 40.000 στρέμματα, έκταση κατά πολύ μικρότερη σε σύγκριση με το Δέλτα του Αξιού (220.000 στρέμματα). Αιτία το μεγάλο φράγμα που κατασκευάστηκε και κατακρατεί ένα μεγάλο μέρος των φερτών υλών. Αποτέλεσμα αυτού είναι να μειωθούν σημαντικά οι προσχώσεις και κατά την περίοδο του καλοκαιριού, που τα νερά είναι λιγοστά, η θάλασσα εισχωρεί και κατακλύζει ένα μεγάλο μέρο της κοίτης του ποταμού.
ΜΠΑΣΤΟΥΝΗΣ ΙΩΑΝΝΗΣ Α2
Αχέροντας Ποταμός
Ο Αχέρων είναι ποταμός της περιφέρειας Ηπείρου και διασχίζει τους Νομούς Ιωαννίνων, Θεσπρωτίας και Πρεβέζης. Οι πηγές του Αχέροντα είναι πολλές. Οι πρώτες πηγές του προέρχονται από τα χιόνια του όρους Τόμαρος στο Νομό Ιωαννίνων (μέγιστο υψόμετρο 1986m), και οι άλλες πηγές του προέρχονται από τα όρη Σουλίου και τα όρη Παραμυθιάς Θεσπρωτίας. Σημαντικές πηγές είναι επίσης αυτές του χωριού Βουβοπόταμος κοντά στή Γλυκή. Ο Αχέρων εκβάλλει στο Ιόνιο Πέλαγος, στο χωριό Αμμουδιά του Νομού Πρεβέζης, όπου σχηματίζει Δέλτα από το οποίο διαμορφώνονται τα δύο κύρια έλη της περιοχής, το έλος της Σπλάντζας και της Βαλανιδορράχης. Ο Αχέρων λόγω της παράδοσης και της περιβαλλοντικής αξίας προσελκύει πλήθος επισκεπτών από τις πηγές έως και τις εκβολές του. Το μήκος του ανέρχεται στα 52 χιλιόμετρα ενώ από τα νερά του αρδεύονται περίπου 85000 στρέμματα, εκ των οποίων 28000 βρίσκονται στο Νομό Θεσπρωτίας και 57000 στο Νομό Πρεβέζης. Εναλλακτικά ο Αχέροντας ήταν γνωστός και ως Μαυροπόταμος, Φαναριώτικος ή Καμαριώτικο ποτάμι.Ο Αχέρων ποταμός δέχεται τα νερά του Πυριφλεγέθοντα, του Κωκκυτού, και του Βωβού ποταμού.
Ο βασικός Αχέρων σχηματίζεται αρχικά από δύο παραπόταμους – χειμάρρους, με λιγοστό νερό το καλοκαίρι αλλά άφθονο το χειμώνα. Ο ένας παραπόταμος ξεκινά από τα Όρη Σουλίου (χωριά Καταμάχη, Ζωτικό, Μπεστιά, Σιστρούνι, κλπ), ο άλλος δε χείμαρρος από τη βάση του όρους Τόμαρος (χωριά Λίπα, Αχλαδέα, Βαρυάδες, κλπ). Οι δυο παραπόταμοι ενώνονται στο χωριό Πολυστάφυλο (300 κάτοικοι) και δημιουργούν τον κύριο κορμό του Αχέροντα. Το μήκος των δύο παραποτάμων υπολογίζεται στα 7-10 χλμ. Στην συνέχεια ο ποταμός ρέει μέσα σε μια κοιλάδα με την ονομασία «Λάκκα Σούλι», με όρια από το χωριό Πολυστάφυλο Πρέβεζας έως τη γέφυρα του χωριού Σερζιανά στά σύνορα Ν. Πρέβεζας και Ιωαννίνων. Η κοιλάδα «Λάκκα Σούλι» περιλαμβάνεται μεταξύ των ορεινών συγκροτημάτων «Όρη Σουλίου» και «Θεσπρωτικά όρη». Στο κομμάτι αυτό του Αχέροντα είναι δυνατή η πεζοπορία χωρίς τεχνικές δυσκολίες.
Ετυμολογία: Αχέρων: Η ονομασία του ποταμού Αχέροντα προέρχεται από τη λέξη «άχος» που σημαίνει θλίψη αναφερόμενη στη θλίψη του θανάτου. Αχέρων είναι ο Ποταμός χωρίς χαρά, ο ποταμός της θλίψης. Μια άλλη άποψη λέει ότι προέρχεται από την αρχαία λέξη «αχός» (=ήχος, βουή, «ηχώ», «αχώ» = εκπέμπω ήχο) και το ρήμα «ρέω», άρα ο ποταμός με την δυνατή ροή.
Μυθολογία
Στην αρχαιότητα πίστευαν ότι ο Αχέρων αποτελεί τον ποταμό εκείνο, τον διάπλου του οποίου έκανε, σύμφωνα με την αρχαία ελληνική μυθολογία ο «ψυχοπομπός» Ερμής παραδίδοντας τις ψυχές των νεκρών στον Χάροντα για να καταλήξουν στο βασίλειο του Άδη. Η κάθε ψυχή, περνώντας από το πορθμείο του Χάροντα, έπρεπε να δώσει από έναν οβολό για τη μεταφορά, ενώ αξιοσημείωτη είναι η περίπτωση του Μένιππου, τον οποίο αναφέρει ο Λουκιανός, ως τον μοναδικό που διέσχισε τον Αχέροντα χωρίς να πληρώσει. Στο δρόμο του ο ποταμός Αχέρων διασταυρωνόταν με τους Πυριφλεγέθοντα και Κωκυτό, στο σημερινό χωριό Μεσοπόταμος, στο σημείο όπου βρίσκεται το αρχαίο Νεκρομαντείο του Αχέροντα. Η αρμοδιότητα του Νεκρομαντείου του Αχέροντα ήταν διαφορετική από αυτή των Δελφών και της Δωδώνης. Ο σκοπός του δεν ήταν η παροχή χρησμού αλλά η διευκόλυνση της επικοινωνίας των επισκεπτών με τις ψυχές των νεκρών συγγενών τους. Αχέρων, Κωκυτός και Πυριφλεγέθων συναποτελούσαν τους τρεις ποταμούς του Άδη, και οι τρεις με θλιβερά ονόματα (Αχέρων = χωρίς χαρά, Πυριφλεγέθων = πύρινος, Κωκυτός = θρήνος) συμβολίζοντας την θλίψη και τους θρήνους του θανάτου και δίνοντας το συμβολισμό της πύρινης κολάσεως, όπως διατηρείται και σήμερα στην Χριστιανική θρησκεία. Σύμφωνα με την λαϊκή παράδοση τα νερά του ποταμού ήταν πικρά καθώς ένα “στοιχειό” (τέρας) που ζούσε στις πηγές του δηλητηρίαζε τα νερά. Ο Άγιος Δονάτος (ετυμολογική προέλευση από το Αϊδονεύς, Αϊδονάτος, Αγιος Δονάτος), πολιούχος της Μητρόπολης Παραμυθιάς Θεσπρωτίας, σκότωσε το στοιχειό και τα νερά του Αχέροντα έγιναν γλυκά, έτσι πήρε και το όνομά του το χωριό Γλυκή. Ένα ενδιαφέρον στοιχείο από την αρχαία Ελληνική μυθολογία που μαρτυρά την συνέχεια αυτής στην σύγχρονη πλέον λαϊκή παράδοση είναι το εξής: Κατά την τιτανομαχία οι Τιτάνες έπιναν νερό από τον Αχέροντα για να ξεδιψάσουν γεγονός που προκάλεσε την οργή του Δία ο οποίος μαύρισε και πίκρανε τα νερά του.[2]
Ο Όμηρος στην «Οδύσσεια» αναφερόμενος στην κάθοδο του Οδυσσέα στον Άδη για να πληροφορηθεί από το μάντη Τειρεσία για την επιστροφή του στην Ιθάκη περιγράφει λεπτομερώς το σημείο συνάντησης του Αχέροντα με τον Πυριφλεγέθων και τον Κωκυτό:
«… ἄραξ’ ἐκεῖ τὸ πλοῖο σου στοῦ Ὠκεανοῦ τὴν ἄκρη,
καὶ στοῦ Ἅδη κίνησε νὰ πᾶς τ’ ἀραχνιασμένο σπίτι,
Ἐκεῖ ὁ Πυριφλεγέθοντας στοῦ Ἀχέροντα τὸ ρέμα
κυλιέται μὲ τὸν Κωκυτὸ ποὺ πέφτει ἀπὸ τὴ Στύγα,
κι ὁ βράχος ποὺ βαρύβροντα τὰ δυὸ ποτάμια σμίγουν…» (κ’ ραψωδία)
[4]
Αλλά και ο Σοφοκλής στην «Αντιγόνη» χρησιμοποιεί το όνομα Αχέρων ως μετωνυμία του Χάρου τη στιγμή που η Αντιγόνη οδεύει προς την τιμωρία του ηθικού της χρέους :
«…ἀλλά μ᾽ ὁ παγκοίτας Ἅιδας ζῶσαν ἄγει
τὰν Ἀχέροντος
ἀκτάν,οὔθ᾽ὑμεναίων ἔγκληρον,οὔτ᾽ἐπινύμφειός
πώ μέ τις ὕμνος ὕμνησεν,ἀλλ᾽ Ἀχέροντι νυμφεύσω…» (4ο επεισόδιο, Α σύστημα, στροφή α)
Επίσης το έργο του Λουκιανού «Νεκρικοί διάλογοι» όπου σατιρίζει κοινωνικά γεγονότα εμπνεόμενος από τη μεταφορά των νεκρών στον Άδη περιστρέφεται γύρω από τον Αχέροντα. Μεγάλος αριθμός ποιητών και συγγραφέων της αρχαίας ελληνικής παράδοσης αναφέρονται στον Αχέροντα καθώς, το όνομα του ποταμού ήταν άρρηκτα συνδεδεμένο με τη μετάβαση των νεκρών στην κοινωνία των ψυχών
ΑΩΟΣ ΚΟΥΛΗ ΜΑΡΙΑ Α2
Αναβλύζει από τα έγκατα της Πίνδου και ξεκινά το βουητό του από τα υψίπεδα του Μετσόβου. Ο ορμητικός Αώος σημαδεύει με την πορεία του το χάρτη της χώρας ως ένας από τους σημαντικότερους ποταμούς της, διατηρώντας αειφόρο τη μοναδική φύση του Εθνικού Πάρκου Βόρειας Πίνδου. Ένας σημαντικός τροφοδότης ζωής της ηπειρώτικης γης γεννιέται ψηλά στα βοσκοτόπια του Μετσόβου, στις Πολιτσές, όπως χαρακτηριστικά ονομάζουν αυτά τα υψίπεδα οι παλιοί κάτοικοι της βουκολικής πολίχνης. Ο ποταμός Αώος ξεκινά εδώ τη συναρπαστική του πορεία των διακοσίων εξήντα χιλιομέτρων από τα έγκατα των βουνοκορφών της Πίνδου μέχρι τις εκβολές του στην Αδριατική θάλασσα. Τα εβδομήντα από αυτά βρίσκονται σε ελληνικό έδαφος. Το οδοιπορικό μας ξεκινά εκεί όπου δημιουργείται ο ρους του ποταμού και ολοκληρώνεται αρκετά βορειότερα, εκεί όπου ο Αώος, ο «ευεργέτης θεός» της ελληνικής μυθολογίας, εγκαταλείπει τη χώρα μας και συνεχίζει το ταξίδι του στην Αλβανία.Από τα πρώτα του κιόλας βήματα ο Αώος τιθασεύτηκε. Στην τοποθεσία Πενταλώνια στα μέσα της δεκαετίας του ’80 ανυψώθηκε φράγμα, εγκλωβίζοντας τα νερά των πηγών του στην περίμετρο της ομώνυμης τεχνητής λίμνης που σχηματίστηκε από το πουθενά. Ωστόσο, το ανθρώπινο αυτό κατασκεύασμα «έπνιξε» έναν από τους πλουσιότερους βοσκοτόπους της Πίνδου και κατακερμάτισε το υψίπεδο.Η περιοχή προσεγγίζεται εύκολα από το Μέτσοβο. Θα βγείτε στο δρόμο Ιωαννίνων – Τρικάλων και θα ανηφορίσετε προς τον αυχένα της Κατάρας. Στα 5 χιλιόμετρα θα δείτε τον ασφάλτινο δρόμο που οδηγεί στο φράγμα του Αώου. Γύρω από τη λίμνη δεν υπάρχει υποδομή, όμως το τοπίο συναρπάζει όλες τις εποχές του χρόνου, αφού βρίσκεται σε υψόμετρο 1.400.Ο τόπος είναι ιδανικός για ήπιες και εναλλακτικές δραστηριότητες, όπως ποδηλασία, σκι αντοχής, πεζοπορία. Μετά το φράγμα ο Αώος σμίγει με το Αρκουδόρεμα -ένα μικρό ορεινό ποτάμι που γεννιέται στην κοιλάδα Βάλια Κάλντα- και διασχίζει ορμητικός το πυκνό δάσος του Μούργκου. Ο πανέμορφος αυτός δρυμός που προστατεύεται από το νεοσύστατο Εθνικό Πάρκο Βόρειας Πίνδου είναι προσβάσιμος, ευτυχώς, μόνο με τα πόδια. Η επόμενη συνάντηση του ανθρώπου με τον Αώο γίνεται στο χώρο του Ανατολικού Ζαγοριού και στο χωριό Βοβούσα.Το επόμενο ραντεβού μας με το ποτάμι θα δοθεί στην Κόνιτσα, που βρίσκεται κοντά στον οδικό άξονα που συνδέει την Ηπειρο με τη Μακεδονία, στο βόρειο άκρο του νομού Ιωαννίνων. Σε απόσταση αναπνοής από τα τελευταία σπίτια της κωμόπολης κυλούν τα νερά του ποταμού. Την κοίτη του θα την προσεγγίσετε
ΚΟΥΛΗ ΜΑΡΙΑ Α2
με τα πόδια και θα φτάσετε στο σημείο όπου διασώζεται σε καλή κατάσταση το μεγάλο μονότοξο γεφύρι -διαστάσεων 20×40 μ.-, κτίσμα του Πυρσογιαννίτη αρχιμάστορα Ζιώγα Φρόντζου (1871). Θα το περάσετε και θα βγείτε στην αντίπερα όχθη, απ’ όπου μπορείτε να πραγματοποιήσετε μια εύκολη πεζοπορική διαδρομή παράλληλα με το ποτάμι. Στη συνέχεια αρχίζει το ανηφορικό αλλά σημαδεμένο μονοπάτι που θα σας φέρει μετά από πορεία 1 ώρας στη μονή Στομίου (κτίστηκε το 1774, ενώ το 1943 πυρπολήθηκε από τους Γερμανούς), η οποία βρίσκεται σε θέση μοναδική, με εκπληκτική θέα στο ομορφότερο και στενότερο σημείο της χαράδρας του Αώου.Ομως μια και βρεθήκαμε στην Κόνιτσα, ας σταθούμε λίγο στα αξιοθέατα της ηπειρώτικης πολιτείας. Δυστυχώς, οι σεισμοί που στα τέλη του εικοστού αιώνα έβαλαν σε δοκιμασία την περιοχή, σε συνδυασμό με την ταχύρρυθμη αστικοποίηση των τελευταίων δεκαετιών, έχουν αλλοιώσει τα παραδοσιακά χαρακτηριστικά της. Προς τιμήν τους οι τοπικοί άρχοντες πασχίζουν σήμερα να δώσουν στην ιστορική πολίχνη την εικόνα που της αξίζει. Διασώζονται, ευτυχώς, ακόμα μερικά αξιόλογα αρχοντικά κυρίως στις πάνω γειτονιές, όπως αυτό του Ζεϊνέλ Μπέη, της Χάμκως -μάνας του Αλή Πασά-, του Γιάννη Φλώρου, του Παύλου Μάλιακα και του Παπαχρηστίδη. Ακόμη θα δείτε το Τζαμί που χτίστηκε με εντολή του Σουλτάνου Σουλεϊμάν Α’ του Μεγαλοπρεπή, το 1536. Αξίζει να επισκεφθείτε το Κέντρο Περιβαλλοντικής Εκπαίδευσης, για να ενημερωθείτε για το φυσικό περιβάλλον της περιοχής, την οικολογική και αισθητική αξία του, μα και τις αιτίες που αυτό υποβαθμίζεται και απειλείται.Ο Εθνικός Δρυμός Βίκου – Αώου θα μπορούσε να χαρακτηριστεί ως ο Δυρμός των μεγάλων κορυφών. Εκτείνεται από το ορεινό συγκρότημα της Τύμφης, στο βορειοδυτικό άκρο της οροσειράς της Πίνδου. Η χαράδρα του Αώου αποτελεί το βόρειο όριο του Δρυμού, μια περιοχή άγρια και μεγαλοπρεπή. Το νότιο όριο είναι άλλη μια χαράδρα, αυτή του Βίκου με βαθιές ορθοπλαγιές και σπάνια βλάστηση.
Η συνολική έκταση του Δρυμού φτάνει τα 13.000 εκτάρια.
Κάτω από τις επιβλητικές πλαγιές των βουνών χτίστηκαν οι περίτεχνες στέγες των οικισμών του Πάπιγκου, του Μονοδενδρίου και του Βίκου. Περιμετρικά του Δρυμού υπάρχουν άλλα έξι χωριά του Ζαγορίου, η Αρίστη, το Άγιος Μηνάς, η Βίτσα, το Καπέσοβο, το Βραδέτο και το Βρυσοχώρι, και εκτός Ζαγορίου η Κόνιτσα, η Καλλιθέα και η Κλειδωνιά.Ο Δρυμός Βίκου – Αώου είναι ο Δρυμός των μεγάλων κορυφών! Ογκόδεις, επιβλητικές, αγέροχες κορυφές, κρυμμένες μέσα στα σύννεφα, αγκαλιασμένες από το χιόνι το χειμώνα και λουσμένες στο φως την άνοιξη. Κάπως έτσι είναι η εικόνα των κορυφών της Τύμφης. Οι μεγαλύτερες κορυφές είναι η Γκαμήλα (2.497μ), η Αστράκα (2.436μ), ο Λάπατος (2.251μ), ο Πλόσκος (2.377μ), ο Καρτερός (2.478μ), τα Μεγάλα Λιθάρια (2.467μ) και η Τσούκα Ρόσσα (2.377μ). Οι ορθοπλαγιές κάτω από τις κορυφές φτάνουν μέχρι και τα 400 μέτρα σε κατακόρυφο ύψος, δημιουργώντας έτσι μια επιβλητική εικόνα.Ο ποταμός Αώους είναι αυτός που κυριαρχεί από τα βόρεια, διασχύζοντας την πυκνή σε δάση κοιλάδα που έχει πάρει το όνομά του. Η χαράδρα σχηματίζεται από τις πλαγιές της Τύφμης, της Τραπεζίτσας και του Ραϊδοβουνίου. Το μήκος της είναι 8 χιλιόμετρα και το πλάτος κυμαίνεται από τα 200 μέτρα μέχρι τα 4 χιλιόμετρα.
Στα νότια, ο κυρίαρχος είναι το φαράγγι του Βίκου. Το μήκος του ξεπερνά τα 10 χιλιόμετρα ενώ το πλάτος κυμαίνεται από 100 μέτρα μέχρι 1 χιλιόμετρο. Η κοίτη του φαραγγιού έχει νερό μόνο το χειμώνα και την άνοιξη, όπου υπάρχουν πολλές χιονοπτώσεις και βροχές.Προς το τέλος του φαραγγιού, κοντά στο Μικρό Πάπιγκο και το χωριό Βίκος, βρίσκονται οι πηγές του ποταμού Βοϊδομάτη, του διαυγέστερου ποταμού στην Ελλάδα, ενός από τους καθαρότερους ποταμούς της Ευρώπης και με πόσιμο νερό,Ο Εθνικός Δυρμός Βίκου – Αώου είναι γεμάτος με τεράστια βράχια,
ΚΟΥΛΗ ΜΑΡΙΑ Α2
σκληρούς αβεστόλιθους που σχηματίστηκαν πριν απο 37 με 150 εκατομμύρια χρόνια. Σε διάφορα σημεία υπάρχουν επίσης στρώσεις φλύσχη, ο οποίος φλύσχης είναι ένα μίγμα από μαρμαρυγιούχους ψαμμίτες και αργιλούχες ιλυώδεις μάργες που εναλλάσονται με στρώσεις κροκαλοπαγών πετρωμάτων. Υπάρχουν επίσης και τεταρτογενείς σχηματισμοί, οι οποίοι περιλαμβάνουν αλλούβια ποταμών, και καλλούβια ασβετολίθων που δημιουργήθηκαν από αποθέσεις παλαιών παγετώνων.Η αντίδραση του ασβετόλιθου στο νερό έχει προκαλέσει τη διάβρωση και έτσι τη δημιουργία σπηλαίων στο εσωτερικό του. Στο όρος της Τύφμης μπορεί κανείς να συναντήσει αρκετά βάραθρα (κατακόρυφα σπήλαια μεγάλου βάθους) καθώς επίσης και πολλές δολίνες (κοίλα επιφανειακά βυθίσματα του εδάφους που προέκυψαν από την κατάπτωση της οροφής υπόγειων σπηλαίων). Το μεγαλύτερο βάραθρο είναι αυτό της “Προβατίνας” με βάθος 451μ και αποτελεί το τρίτο μεγαλύτερο βάραθρο στον κόσμο. Άλλα βαραθρα στη Τύφμη είναι το “Χάσμα του έπους” (407μ), η “Τρύπα της νύφης” (340μ), η “Τρύπα της λυγερής” (330μ) και η “Γκαϊλότρυπα” (200μ). Τα ονόματα αυτά έχουν δοθεί από τους διάφορους μύθους, συμβάντα και τοπικές δοξασίες που καλύπτουν με μυστήριο του εντυπωσιακούς γεωλογικούς αυτούς σχηματισμούς.Το κίμα του Δρυμού υπάγεται στον ηεπριωτικό κλιματικό τύπο που χαρακτηρίζεται σε ζεστά καλοκαίρια με λίγες τοπικές βροχές και ψυχρούς, πλούσιους σε βροχές, χειμώνες. Στα μεγαλύτερα σε υψόμετρα μέρη όμως κυριαρχεί ο ορεινός κλιμνατικός τύπος ο οποίος χαρακτηρίζεται από δροσερά καλοκαίρια με αρκετές τοπικές βροχές ενώ οι χειμώνες από άφθονες βροχές και χιονοπτώσεις. Λόγω των χαμηλών θερμοκρασιών των χειμώνα, οι παγετοί είναι συνήθεις, όπου από τα μέσα του φθινοπόρου έως τα μέσα της άνοιξης κυριαρχούν.Ο Δρυμός είναι επίσης πλούσιος όσον αφορά το οικοσύστημα και την άγρια πανίδα. Η ποικιλία και εναλλαγή των διαφορετικών φυσικών οικοσυστημάτων αποτελεί ένα από λιγοστά εναπομείνοντα καταφύγια της άγριας ζωής στην Ευρώπη. Σήμερα είναι γνωστό ότι στο Δρυμό υπάρχουν 10 είδη αμφιβίων, 21 είδη ερπετών, 133 είδη πουλιών και 23 είδη θηλατικών, ενώ ο αριθμός των ασπόνδυλων σπάνιων ειδών είναι άγνωστος. Το 1/3 των φυτών της ελληνικής γης βρίσκει καταφύγιο στον Δρυμό αυτό, ο οποίος αποτελεί μόλις το 1/1.00.00 της συνολικής έκτασης της.Όσο σημαντικκή είναι η προσφορά του Δρυμού στη πανίδα άλλο τόσο είναι και στη χλωρίδα. Με τον ερχομός της άνοιξης τα δάση, τα ρέματα, τα αλπικά λιβάδια και τα βράχια γεμίζουν με αγριολούλουδα, όμορφα αρώματα και όμορφα χρώματα. Στον Δρυμό έχουν αριθμιθεί πάνω από 1.700 είδη και υποείδη φυτικών ειδών. Μεταξύ αυτών βρίσκονται και πέντε ενδημικά είδη (που δηλαδή δεν υπάρχουν πουθενά αλλού στον κόσμο), 19 ενδημικά είδη της Ελάδας καθώς και μεγάλος είναι ο αριθμός των φυτών που είναι σπάνια, προστατευόμενα ή έχουν ιδιαίτερη επιστημονική σημασία.
ΜΠΕΞΗ ΜΑΡΙΑ Α2
ΒΟΪΔΟΜΑΤΗΣ
Ο Βοϊδομάτης (ποτάμι του Βίκου) είναι ποταμός του νομού Ιωαννίνων, παραπόταμος του Αώου. Οι κύριες πηγές του βρίσκονται κάτω από το χωριό Βίκος. Στην διαδρομή του δέχεται και άλλα υδάτινα ρεύματα που σχηματίζονται στις πλαγιές της Τύμφης ή προέρχονται από το Φαράγγι του Βίκου και τελικά συμβάλει στον Αώο κοντά στην Κόνιτσα. Ο ποταμός έχει συνολικό μήκος 15 χιλιόμετρα. Η ονομασία του Βοϊδομάτη προέρχεται από το σλάβικο Μπόντε – Ματ, που σημαίνει καλό νερό].Ο Βοϊδόμάτης χαρακτηρίζεται ως ένας από τους καθαρότερους ποταμούς της Ευρώπης, καθώς δεν αντιμετωπίζει προβλήματα ρύπανσης. Διασχίζει μία από τις ομορφότερες ορεινές τοποθεσίες της Ελλάδας, η οποία έχει χαρακτηριστεί εθνικός δρυμός από το 1973, καθώς και το φαράγγι του Βίκου που αποτελεί μνημείο φυσικής ομορφιάς. Κατά μήκος του Βοϊδομάτη συναντώνται ορισμένα από τα ομορφότερα μονότοξα, ηπειρώτικα γεφύρια. Το πιο διάσημο είναι το γεφύρι της Κλειδωνιάς (ή Κλειδωνιάβιστας), που βρίσκεται στην έξοδο της χαράδρας του Βίκου[1]. Ο Βοϊδομάτης είναι κατάλληλος ποταμός για διάφορα αθλήματα ποταμού, όπως καγιάκ και ράφτινγκ.
ΦΩΤΕΙΝΗ ΚΑΤΣΙΛΑ Α2
ΕΒΡΟΣ
O Έβρος, γνωστός και ως Μαρίτσα, (Βουλγαρικά: Марица, Τουρκικά: Meriç Nehri) είναι ο δεύτερος σε μέγεθος ποταμός της ΝΑ Ευρώπης (μετά τον Δούναβη), και ο κυριότερος ποταμός της Βαλκανικής Χερσονήσου, με συνολικό μήκος περίπου 530 χλμ. Πηγάζει από τα όρη Ρίλα, πρώην Σκόμιο, της δυτικής Βουλγαρίας και κυλά σε βουλγαρικό έδαφος νοτιοανατολικά, διασχίζοντας την Ανατολική Ρωμυλία, σχηματίζοντας κοιλάδα ανάμεσα στις οροσειρές της Ροδόπης και του Αίμου απ’ όπου και διέρχεται από τις πόλεις Πλόβντιβ (Φιλιππούπολη), Σβίλεγκραντ και Ιβαήλοβγκραντ. Στη συνέχεια, συναντώντας τα ελληνοβουλγαρικά σύνορα, κοντά στο χωριό Καστανιές, εισέρχεται για λίγα χιλιόμετρα σε τουρκικό έδαφος, σχηματίζοντας το τρίγωνο του Καραγάτς, κοντά στην Αδριανούπολη, απ’ όπου η συνέχεια του ρου του αποτελεί το γεωγραφικό σύνορο μεταξύ Ελλάδας–Τουρκίας, χωρίζοντας και γεωγραφικά τη Δυτική από την Ανατολική Θράκη. Διέρχεται κοντά στις ελληνικές κωμοπόλεις Πύθιο, Φέρρες, Διδυμότειχο, Σουφλί, Λάβαρα, Τυχερό, Νέα Βύσσα και στις τουρκικές Meriç, Keşan. Εκβάλλει στο βόρειο Αιγαίο Πέλαγος, στο λεγόμενο Θρακικό πέλαγος. Το μήκος του στο ελληνικό έδαφος από τη Νέα Βύσσα μέχρι τις εκβολές του φθάνει τα 206 χιλιόμετρα. Οι κυριότεροι παραπόταμοί του είναι ο Τούντζας και ο Άρδας. Ο Έβρος στις εκβολές του σχηματίζει ένα τεράστιο και δαιδαλώδες δέλτα, το οποίο αποτελεί τον σημαντικότερο υδροβιότοπο της Ελλάδας. Το Δέλτα του Έβρου αρχίζει από το χωριό Πόρος, όπου διακλαδίζεται σε δύο βραχίονες. Δεν είναι πλωτός σε κανένα σημείο του, έχει όμως σημαντικό όγκο υδάτων που χρησιμοποιούνται για παραγωγή ηλεκτρισμού (φράγμα Κυπρίνου), και αρδεύσεις. Στις 17-22 Φεβρουαρίου 2005, ο ποταμός λόγω των πολλών βροχοπτώσεων-χιονοπτώσεων ξεχείλισε και περιοχές στο βορειοανατολικό τμήμα του νομού Έβρου και της Ανδριανούπολης πλημμύρισαν σε ακτίνα 5-10 χιλιομέτρων. Οι στάθμη του νερού έφτασε τα 6,5 μέτρα πάνω από το έδαφος και η περιοχή κηρύχθηκε σε κατάσταση έκτακτης ανάγκης. Το Πύθιο, αρκετοί δρόμοι, καλλιέργειες και ένα μέρος των γραμμών του τρένου πλημμύρισαν. [2]Νέα πλημμύρα σημειώθηκε την 1 Μαρτίου 2005. Στις 2 Μαρτίου η πλημμύρα απλώθηκε και στην περιοχή του Δυδιμότειχου και στα Λάβαρα νοτιοδυτικά. Πυροσβέστες και ομάδες διάσωσης επανδρώθηκαν για να βοηθήσουν τους κατοίκους των πληγέντων περιοχών. Ο στρατός ανατίναξε ανάχωμα στην περιοχή μεταξύ Μάνδρας και Λαβάρων, ώστε ο όγκος των νερών στις πλημμυρισμένες εκτάσεις στα Λάβαρα να επαναδιοχετευθεί στον ποταμό. [3] Στις 7
ΦΩΤΕΙΝΗ ΚΑΤΣΙΛΑ Α2
Μαρτίου 2005 η περιοχή της Ανδριανούπολης πλυμμύρισε και το χωριό Καστανιές μετατράπηκε σε λιμνοθάλασσα. Οι πλημμύρες επαναλήφθηκαν και το 2006. [4]Πλημμύρες έλαβαν χώρα και στις 16 Φεβρουάριου 2010 στην περιοχή του ποταμού. 120.000 στρέμματα πλημμύρισαν και τα Λάβαρα και ο οικισμός του Πόρου αλλά και ο οικισμός Καραγάτς στην Τουρκία εκκενώθηκαν. Έγινε τεχνητή θραύση του αναχώματος στην τοποθεσία Πέτρα ώστε να εκτονωθούν τα νερά στις πλημμυρισμένες εκτάσεις. [5]Τον Αύγουστο του 2010 έγινε η άσκηση «ΕVRΟS 2010» όπου προσομοιώθηκε η εκκένωση, διάσωση κατοίκων στην περίπτωση νέας μελλοντικής πλημμύρας του Έβρου. [6]Το 2005 και το 2006 συνολικά 400.000 στρέμματα στην Ελλάδα και 450.000 στρέμματα στην Τουρκία πλημμύρισαν και το φαινόμενο των πλημμύρων τα τελευταία χρόνια επαναλαμβάνεται. Μέρος του προβλήματος αποτελεί το φράγμα του Ιβαΐλογκραντ στον Άρδα ποταμό στην Βουλγαρία (το φράγμα βρίσκεται 6χλμ από τα σύνορα με την Ελλάδα). Όταν γίνεται υπερχείλιση νερού στο φράγμα τα νερά μέσα σε 2-4 ώρες χύνονται ορμητικά μέσω του ποταμού Άρδα στον Έβρο. Οι Βούλγαροι είναι υποχρεωμένοι να ενημερώνουν τις Ελληνικές αρχές πριν την υπερχείλιση του φράγματος, αλλά αυτό πολλές φορές δεν γίνεται εγκαίρως μιας και είναι δύσκολο να προβλεφθεί η υπερχείλιση. Πρόβλημα υπερχείλισης του ποταμού αποτελούν επίσης τα χωμάτινα αναχώματα που έχει φτιάξει η Ελλάδα και η Τουρκία στην κοίτη του ποταμού με αποτέλεσμα το πλάτος του ποταμού στο παρελθόν από 2.000 μέτρα να έχει περιοριστεί σήμερα στα 200 μέτρα με αποτέλεσμα σε περίπτωση μεγάλης ποσότητας νερού η ροή να μην είναι ομαλή. [7] Στον Έβρο καταλήγουν βαρέα μέταλλα από απόβλητα μεταλλευτικών δραστηριοτήτων στην Βουλγαρία και βιομηχανίες της Τουρκίας. Τα επίπεδα νιτρικών, νιτρωδών, αμμωνιακών αλάτων και ολικού φωσφόρου είναι εξαιρετικά υψηλά στο σημείο εισόδου του ποταμού στην Ελλάδα.[8] Ο ποταμός Έβρος οριοθετεί τα σύνορα μεταξύ Ελλάδος και Τουρκίας (εκτός από το σημείο Καστανιών – Ανδριανούπολης όπου τα σύνορα είναι στην ξηρά και ο ποταμός διέρχεται από την Ανδριανούπολη). Τα τελευταία χρόνια αποτελεί διάβαση προσφύγων και μεταναστών (από Τουρκία, Αραβικές και Ασιατικές χώρες) οι οποίοι εισέρχονται παράνομα από την Τουρκία στην Ελλάδα. Υπολογίζεται ότι καθημερινώς το 2010 περίπου τριακόσιοι πρόσφυγες-μετανάστες εισέρχονται παράνομα στην Ελλάδα από τον Έβρο με κίνδυνο την ζωή τους. [9] Μέσα στο πρώτο επτάμηνο του 2010 εικοσιοκτώ άτομα έχασαν την ζωή τους (πνίγηκαν στο ποταμό) προσπαθώντας να περάσουν τα Ελληνοτουρκικά σύνορα. [10]
ΛΑΜΠΑΔΑ ΔΗΜΗΤΡΑ Α2
ΗΡΙΔΑΝΟΣ
Ο Ηριδανός ήταν παραπόταμος του Ιλισού στην Αττική στην αρχαία Αθήνα, τον οποίο και αναφέρουν ο Παυσανίας και ο Στράβωνας. Πήγαζε από τα βάθη της κατάφυτης δυτικής πλευράς του Υμηττού και οι εκβολές του ήταν στον Ιλισό (Παυσ. Λ κεφ.19 6), πλησίον και μεταξύ του σημερινού ξενοδοχείου Κάραβελ και του νοσοκομείου Συγγρού. Σήμερα έχει σκεπαστεί.Ο Παυσανίας λέγει ότι τα ύδατα του παραπόταμου αυτού ήταν τόσο ακάθαρτα ώστε και αυτά ακόμη τα κοπάδια ζώων που έβοσκαν στη περιοχή τα απέφευγαν. Ο δε Στράβων που συμβούλευε και έλεγχε τα φημιζόμενα στην εποχή του, φέρει ως παράδειγμα όσα λέει ο Καλλίμαχος στο (μη σωζόμενο) σύγγραμμά του «Συναγωγή ποταμών»: “Γελάν ούτως θαρρεί γράφων τάς τών Αθηναίων παρθένους αφύσεσθαι καθαρόν γένος Ηριδανοίο, ού καί τά βοσκήματ΄ απόσχοντ΄ άν“. (Θ,α 19). Δηλαδή άξιος γέλιου είναι αυτός που έγραψε ότι οι κόρες των Αθηναίων αντλούσαν καθαρό νερό από τον Ηριδανό, του οποίου τα ζώα που έβοσκαν εκεί δεν πλησίαζαν, τόσο ακάθαρτα ήταν.
Ηριδανός: Το κρυφό ποτάμι της Αθήνα
Οπου δεν βλέπεις το ποτάμι, το ακούς. Όχι όλοι βέβαια. Εκείνοι, των οποίων τα σπίτια βρίσκονται πάνω από την υπόγεια πορεία του, μπορούν να μιλήσουν για αυτό. Στα υπόγεια πολυκατοικιών της οδού Δημοκρίτου οΗριδανός, κατεβαίνοντας με ορμή από τον Λυκαβηττό, μουγκρίζει αλλά δεν προβληματίζει. Στο υψηλότερο τμήμα του δρόμου, περίπου στο κτίριο Δοξιάδη, υπήρχε στα νεότερα χρόνια ένα μικρό σπήλαιο με δύο σχισμές από τις οποίες ανάβλυζε νερό τόσο ώστε να υδρεύεται η γύρω περιοχή. Φυσικά η πηγή δεν υπάρχει σήμερα, το ποτάμι όμως εξακολουθεί να κυλάει. Είναι το κρυφό ποτάμι της Αθήνας, που φανερώνεται μόνο όταν φθάνει στον Κεραμεικό, για να δείξει πώς και πόσο μπορεί να μεταβληθεί ένας τόπος, ακόμη και με λίγο τρεχούμενο νερό. Ο μικρός υγροβιότοπος που δημιουργεί εκεί συνιστά απόδειξη. Αντίθετα στην αναζήτηση της πορείας του Λυκαβηττός- Κολωνάκι- Σύνταγμα- Μοναστηράκι μόνο να τον φανταστεί μπορεί κανείς κάτω από τόνους τσιμέντου και λωρίδες πυκνής ασφάλτου.Ενα χαμένο ποτάμι για την Αθήνα, και ας οφείλει πολλά αυτή η πόλη στα ρέοντα ύδατα, στα ποτάμια και στις πηγές της, και ας ήταν για αυτήν πάντα υπαρκτό το πρόβλημα της λειψυδρίας, είναι ο Ηριδανός. Τι νόημα, επομένως, μπορεί να έχει σήμερα ο εντοπισμός του; Κάνοντας ελιγμούς ανάμεσα στα αυτοκίνητα, βαδίζοντας μεταξύ εκατοντάδων άλλων ανθρώπων σε αυτήν την αναπόφευκτα κατηφορική διαδρομή από τον Λυκαβηττό, η αλήθεια είναι ότι η απουσία στοιχείων αρχικά απογοητεύει. «Ενα από τα αόρατα φυσικά στοιχεία της πόλης» το χαρακτηρίζει ο αρχαιολόγος κ. Στέλιος Λεκάκης, οι πληροφορίες του οποίου για τα σημεία της πορείας του Ηριδανού θα αποδειχθούν πολύτιμες.Στην αρχαιότητα ο Ηριδανός ήταν ένας φυσικός άξονας της ρυμοτομίας της πόλης, η διέλευσή του όμως μέσα από αυτήν είχε τις επιπτώσεις της. Στην
ΛΑΜΠΑΔΑ ΔΗΜΗΤΡΑ Α2
Κλασική εποχή, λόγω της πυκνότητας της δόμησης πλέον, το ποτάμι άρχισε να δέχεται τα λύματα του άστεως και σύντομα μετατράπηκε σε βούρκο. Υπέστη δηλαδή τις συνέπειες αυτού που σήμερα ονομάζουμε περιβαλλοντική μόλυνση. «Τα νερά του Ηριδανού ούτε ζώα δεν τα καταδέχονται» φθάνει να πει ο Καλλίμαχος ο Κυρηναίος στην Ελληνιστική πλέον εποχή.Χρειάστηκε όμως να περάσουν αιώνες ώσπου επί Αδριανού (117-138 μ.Χ.) αποφασίστηκε ο εγκιβωτισμός του. Το ποτάμι καλύφθηκε από πλινθόκτιστο θόλο όπως πολύ ωραία είναι ορατός στην πλατεία Μοναστηρίου-, επιχώθηκε και μετατράπηκε σε υπόνομο. Πολύ νωρίτερα εξάλλου, επί Θεμιστοκλή, είχε γίνει και η διευθέτηση της κοίτης του στον Κεραμεικό, το χαμηλότερο σημείο του Λεκανοπεδίου, όπου ο ποταμός πλημμύριζε τον χειμώνα και σχημάτιζε βάλτους. Σήμερα όλα αυτά τα φαινόμενα έχουν εκλείψει. Μαζί και τα ποτάμια.
Ο ποταμός Ηριδανός και η πόλη της Aθήνας
Ο Ηριδανός ήταν ένας από τους τρεις ποταμούς που άρδευαν το λεκανοπέδιο των Αθηνών , αναφέρεται από τον Ηρόδοτο.Δεχόταν συχνά νερά από την Ακρόπολη τον Άρειο Πάγο και την Πνύκα, άλλαζε συχνά κοίτη και πλημμύριζε με τις μεγάλες βροχοπτώσεις.Κατά τους προϊστορικούς χρόνους βρισκόταν εκτός κατοικημένης περιοχής ,όχι πολύ μακριά από τον οικισμό. Σταδιακά ο οικισμός άρχισε να επεκτείνεται προς τα βόρεια και δυτικά η επέκτασή του επηρεάστηκε από την παρουσία του ποταμού. Ο Πλάτων, αναφέρεται στον Ηριδανό και τον Ιλισό τα δύο ποτάμια της Αθήνας που περιέβαλαν την πόλη και την οριοθετούσαν από βορρά και νότο.Κατά τα χρόνια του Αδριανού το ανατολικό προάστιο της πόλης που αποτελούσε μια πολυτελή συνοικία της διέσχιζαν δύο ποταμοί ο Ιλισός στα νότια και ο Ηριδανός κλάδος του οποίου κατέβαινε ορμητικά από τον Λυκαβηττό και από την πλατεία Συντάγματος, διέσχιζε την οδό Όθωνος κατευθυνόταν στη Μητροπόλεως κατόπιν στην Αδριανού για να καταλήξει στον Κεραμεικο. Μετά τη Πειραιώς στρεφόταν νότια ενώνεται με τον Ιλισό (Παυσανίου Περιηγήσεις Αττικά) . Σε όλη τη πορεία του ενισχυόταν από ρέματα και χείμαρρους. Όταν άρχισε να δέχεται λύματα(αναφέρεται από τον Καλλίμαχο τον Κυρηναίο)Στράβων ΙΧ 397) καλύφθηκε και μετατράπηκε σε κλειστό αγωγό τουλάχιστον στο δυτικό τμήμα της πόλης στην Αγορά και στον Κεραμεικό .Σήμερα ο ποταμός είναι μια γραμμή σε κάποιους χάρτες της Αθήνας, ένας ποταμός που ακόμη και από τους Αθηναίους όχι πολλοί γνωρίζουν την που ευρίσκεται , ίσως ορισμένοι επισκέφθηκαν τον αρχαιολογικό χώρο στην αποβάθρα του ΗΣΑΠ , χώρος που δεν είναι ακόμη πολύ γνωστός και που η πρόσβασή του είναι περιορισμένη.Στον αρχαιολογικό χώρο στον Κεραμεικό είναι ορατός .Το 1992-94 έγιναν οι ανασκαφές εξαιτίας της κατασκευής του μετρό. Στο ύψος της οδού Όθωνος στη λεωφόρο Αμαλίας αποκαλύφθηκε η κοίτη του, στο σημείο αυτό σε πλάτος υπερέβαινε τα 50 μέτρα. Αποκαλύφθηκε με τις ανασκαφές αυτές στην πλατεία στο Μοναστηράκι, τοποθετήθηκε γυαλί για την ανάδειξή του στην επιφάνεια της πλατείας και είναι επισκέψιμος
ΛΑΜΠΑΔΑ ΔΗΜΗΤΡΑ Α2
από την αποβάθρα του ΗΣΑΠ.Στην Ποικίλη Στοά αποκαλύφθηκε τμήμα της κτιστής κοίτης του ποταμού μέσα στο χώρο δίπλα στη πλατεία του Αγίου Φιλίππου.Μέσα στον αρχαιολογικό χώρο του Κεραμεικού συντηρεί ένα οικοσύστημα μοναδικό για το ιστορικό κέντρο της Αθήνας. Νέο τμήμα του Ηριδανού αποκαλύφθηκε τον Οκτώβριο στην πλατεία στο Μοναστηράκι όταν τμήμα της πλατείας καταβυθίστηκε, έπειτα από βροχή εξαιτίας των έργων που είχαν αρχίσει για την διαμόρφωση τα πλατείας. Η εγκιβωτισμένη κοίτη είναι σπάνιο δείγμα υδραυλικής τεχνολογίας έχει γίνει σε τρεις κατασκευαστικές φάσεις με μαρμάρινες η πλίνθινες πλάκες, θολωτή κατασκευή σε σχήμα καμάρας και με πλίνθους σε οξυκόρυφη διάταξηΑπό τους μελετητές έγινε η πρόταση να μείνει ανοιχτό το σκάμμα και να γίνει ανοιχτή διαμόρφωση, ώστε ο Ηριδανός να είναι ορατός και να ακούγεται από το ύψος της πλατείας επίσης να είναι επισκέψιμος με σκάλα που θα οδηγεί στο βάθος.Το Κ. Α.Σ. που συνεδρίασε τον Ιούλιο 2008 αποφάσισε ο Ηριδανός να καλυφθεί με κεκλυμένο γυαλί (απόφαση η οποία δεν έχει ανακοινωθεί επίσημα).Το άνοιγμα στην πλατεία έχει ακανόνιστο πολυγωνικό σχήμα, 6 μ βάθος έκταση 60 τμ . Υπάρχει διαρκής και άφθονη ροή νερού όλο το χρόνο μέση παροχή 25 κ.μ. ανά ώρα δηλ.600 κυβικά την ημέρα που αυξάνεται κατά πολύ την περίοδο των βροχοπτώσεων.Ο αγώνας για τη διάσωσή του έχει σχέση με τη διάσωση των αρχαιολογικών χώρων και την ένταξή τους στη ζωή της πόλης.Επιθυμούμε να αποκτήσει ενεργό ρόλο στην υπόθεση της αειφορίας της πόλης. Να παραμείνει ανοιχτό σε αυτό το σημείο ώστε ο κάτοικος και ο επισκέπτης να έχει την εμπειρία του ποταμού, ως μια αρχή ανάδειξης και των υπολοίπων τμημάτων του.Μέσα από χαρτογραφήσεις να είναι κατανοητή η διαδρομή του στη Αθήνα. Ανάδειξη του ποταμού σημαίνει ανάδειξη της αδιάκοπης ροής του . […] Ο Ηριδανός, ο μικρός αυτός αθηναϊκός χείμαρρος, είχε την τύχη αλλά και την ατυχία να βρίσκεται πάντοτε στην καρδιά των εξελίξεων της πόλης. Πηγάζοντας από τον Λυκαβηττό, κυλά υπογείως και υπεργείως διασχίζοντας το ιστορικό Aκέντρο της πόλης -το άστυ του 5ου αιώνα π.Χ.- διερχόμενος από τα πολιτικά κέντρα της σύγχρονης και της αρχαίας Αθήνας, τη Βουλή των Ελλήνων και την αρχαία Αγορά, πριν ενωθεί με έναν άλλο χαμένο σήμερα ποταμό, Ιλισό.Τμήμα αναπόσπαστο του αττικού περιβάλλοντος, συνυφασμένος με τις πολεοδομικές αλλαγές, πλούσιος σε μνήμες και συμβολισμούς, ο Ηριδανός αποτελεί πολιτιστικό μνημείο με την πλήρη έννοια του όρου, εφόσον για αιώνες συνοδοιπορεί με τη ζωή της πόλης και ακολουθεί το πολιτιστικό της γίγνεσθαι. […]
ΜΑΥΡΟΜΑΤΗ ΑΝΑΣΤΑΣΙΑ Α2
ΛΑΔΩΝΑΣ
Ο Λάδωνας είναι ποταμός της Πελοποννήσου, παραπόταμος του Αλφειού. Πηγάζει από τα Αροάνια[1] διασχίζει τον Νομό Αχαΐας και στον Νομό Αρκαδίας συμβάλλει στον Αλφειό. Γνωστό είναι επίσης και το υδροηλεκτρικό φράγμα του Λάδωνα στην Αρκαδία, που κατασκευάστηκε την δεκαετία του 1950. Κατά τη μυθολογία, στα νερά του κολυμπούσε η θεά Δήμητρα ενώ στις όχθες του κυνηγούσε η Άρτεμις. Κοντά στο ποτάμι περιφερόταν κάποτε και ο Πάνας και εκεί είδε και αγάπησε την νύμφη Σύριγγα και άρχισε να την κυνηγά. Ο Λάδωνας θέλησε να την βοηθήσει και τη μεταμόρφωσε σε καλαμιές. Τότε ο Πάνας έκοψε μερικά καλάμια και ενώνοντάς τα έφτιαξε την Σύριγγα, μουσικό όργανο που χρησιμοποιούσε μόνο αυτός. Στην ελληνική μυθολογία, ο Λάδωνας (Λάδων) ήταν ο δράκος που φύλαγε τα χρυσά «Μήλα των Εσπερίδων» στο δένδρο της ζωής, μαζί με τις Εσπερίδες. Αναφέρεται aσυνήθως ως δράκοντας ή όφις, χωρίς το ιδιαίτερο όνομά του. Το όνομα «Λάδων» προέρχεται όπως φαίνεται από το όνομα του ομώνυμου ποταμού). Ο Λάδων αναφέρεται ως γιος της Γαίας. Ο Ησίοδος τον θεωρούσε «χθόνιον όφιν» (του εσωτερικού της γης) και στη Θεογονία του γράφει ότι ο Λάδων ήταν παιδί του Φόρκυος και της Κητούς. Σύμφωνα πάλι με άλλη παράδοση ήταν γιος του Τυφώνα και της Εχίδνης. Σε αυτή την εκδοχή είναι αδελφός του Λέοντα της Νεμέας, του Κερβέρου, της Ύδρας και άλλων τεράτων. Κατά την αρχαιότερη παράδοση, ο Λάδωνας ορίσθηκε από τη θεά Ήρα ως φύλακας των μήλων για να πολεμήσει αναγκαστικά με τον Ηρακλή, ή επειδή οι κόρες του Άτλαντα έκλεβαν τα μήλα. Πιθανώς όμως να ορίσθηκε στη θέση αυτή και από τον Άτλαντα.Οι αρχαίοι συγγραφείς φαντάζονταν τον Λάδωνα «υπερμεγέθη», με εκατό κεφάλια, και πίστευαν ότι είχε την ικανότητα να παραμένει συνεχώς άυπνος. Αναφέρεται και το επίθετο «πολυκάρηνος» = «πολυκέφαλος». Αλλού απαντάται ως «δράκων αθάνατος», κι όμως σκοτώθηκε από τον Ηρακλή όταν αυτός πραγματοποιούσε τον άθλο του να φέρει τα Μήλα των Εσπερίδων και μεταμορφώθηκε σε αστερισμό από τον Δία. Αυτός κατά τον Υγίνο είναι ο αστερισμός Δράκων.Ο Λάδων απεικονίζεται σε πολλές παραστάσεις που σχετίζονται με τον μύθο των Εσπερίδων. Συνήθως είναι ένα φίδι τυλιγμένο γύρω από δέντρο ή στη ρίζα του, ενώ κοντά στέκεται ο Ηρακλής με το ρόπαλό του, έτοιμος να το χτυπήσει. Παραστάσεις του Λάδωνα σώζονται σε αγγεία, τοιχογραφίες, νομίσματα (τετράδραχμα της Κυρήνης του 5ου αιώνα π.Χ.) και δακτυλιολίθους. Το φίδι απεικονίζεται συνήθως με μία κεφαλή και σπανιότερα με δύο ή με τρεις. Το αρχαιότερο από γνωστά έργα τέχνης ήταν ένα ξυλόγλυπτο ειδώλιο που απεικόνιζε ένα δέντρο με δράκοντα, έργο που είχε κατασκευάσει ο Θεοκλής ο Ηγύλου μαζί με τον γιο του και το περιγράφει ο Παυσανίας που το είδε στην Ολυμπία.
ΜΑΥΡΟΜΑΤΗ ΑΝΑΣΤΑΣΙΑ Α2
Πλούσιες είναι οι αναφορές της αρχαίας ελληνικής μυθολογίας στον Λάδωνα που χαρακτηρίζεται σαν ένα από τα μυθικά ποτάμια της Αρχαίας Ελλάδας. Ένας από τους κορυφαίους σχετικούς μύθους είναι αυτός του τραγοπόδαρου θεού Πάνα και της νύμφης Σύριγγας. Ο Πάνας περιφερόταν συχνά στην περιοχή του Λάδωνα. Οταν είδε εκεί την ωραία νύμφη άρχισε να την κυνηγά και την πλησίασε. Τότε αυτή εξαντλημένη, έφτασε στις όχθες του ποταμού και παρακάλεσε τον Λάδωνα να την βοηθήσει. Εκείνος, μόλις είδε τον Πάνα να την πλησιάζει, την μεταμόρφωσε σε καλαμιά. Τότε ο Πάνας έκοψε μερικά καλάμια, τα ένωσε μεταξύ τους και σχημάτισε το δικό του χαρακτηριστικό σε μορφή και ήχο μουσικό όργανο που ονομάστηκε σύριγγα. Εδώ επίσης λουζόταν η θεά Δήμητρα και εδώ κυνηγούσε η θεά του κυνηγίου Άρτεμις. Εδώ διαδραματίστηκε ομύθος του Λεύκιππου που ντύθηκε γυναίκα, για να βρίσκεται κοντά στη αγαπημένη του νύμφη Δάφνη, πράξη που πλήρωσε με την ζωή του, όταν αποκαλύφτηκε. Κοντά στην κοίτη του, στα όμορφα δάση του Σόρωνα -που πιο πάνω ονομάζονται και Αφροδίσια όρη – η Αφροδίτη συναντιόταν με τον παράνομο εραστή της θεό Άρη. Τέλος στον Λάδωνα έπιασε το ελάφι ο Ηρακλής μετά από επιτυχή καταδίωξη και εδώ ο θεός Απόλλωνας ερωτεύτηκε την κόρη του Λάδωνα Δάφνη.
ΛΙΛΗΣ ΓΕΩΡΓΙΟΣ Α2
ΛΟΥΣΙΟΣ
Ο Λούσιος είναι ποταμός της Πελοποννήσου, παραπόταμος του Αλφειού, με μήκος περίπου 23 χιλιομέτρων. Σύμφωνα με την παράδοση πήρε το όνομα αυτό επειδή στα νερά του έλουσαν τον νεογέννητο Δία οι νύμφες Νέδα, Αγνώ και Θεισόα. Οι πηγές του βρίσκονται στην εκκλησία της Αγίας Παρασκευής, κοντά στο χωριό Καλονέρι και νοτιότερα στην περιοχή της αρχαίας Θεισόας. Ο Λούσιος, αφού περάσει δυτικά της Δημητσάνας, όπου υπάρχει το Υπαίθριο Μουσείο Υδροκίνησης, διασχίζει ένα εντυπωσιακό φαράγγι μήκους 15 χιλιομέτρων και πλάτους περίπου 2 χιλιομέτρων, προτού καταλήξει στον Αλφειό, κοντά στην Καρύταινα. Στις δύο πλευρές του φαραγγιού βρίσκονται δύο ιστορικές μονές, η Μονή Φιλοσόφου και η Μονή Προδρόμου. Το φαράγγι χαρακτηρίστηκε, το 1997, περιοχή ενιαίου αρχαιολογικού χώρου και προστατεύεται από το υπουργείο Πολιτισμού.Από τη δυτική πλευρά του φαραγγιού περνάει το εθνικό μονοπάτι 32 (παρακλάδι του Ευρωπαϊκού μονοπατιού Ε4 GR), το οποίο ξεκινάει από τη Βυτίνα και καταλήγει στο Γύθειο. Ο Λούσιος προσφέρεται για εναλλακτικό τουρισμό (πεζοπορία, κανόε-καγιάκ και ράφτινγκ). Το φαράγγι του Λούσιου είναι από τα σημαντικότερα αξιοθέατα της Αρκαδίας. Είναι ένας τόπος ιδιαίτερα φορτισμένος ιστορικά και θρησκευτικά, μια περιοχή σπάνιας και επιβλητικής φυσικής ομορφιάς, ένα από τα πιο επιβλητικά φαράγγια της Ελλάδας. Επίσης, είναι γνωστό σαν το Άγιο Όρος της Πελοποννήσου, λόγω των πολλών και ιστορικών μοναστηριών, ασκηταριών και εκκλησιών του. Ο μοναστικός βίος ήταν πολύ έντονος στην περιοχή, ειδικά κατά την Τουρκοκρατία.Το όνομά του ο ποταμός Λούσιος οφείλει στην αρχαία Μυθολογία. Σύμφωνα με αυτήν και όπως αναφέρει και ο περιηγητής Παυσανίας, ο νεογέννητος Δίας, λούστηκε κρυφά από τον Κρόνο στις πηγές του ποταμού (Πηγές των Αθανάτων), από τις νύμφες Νέδα, Αγνώ και Θεισόα. Αργότερα ο ποταμός μετονομάστηκε Γορτύνιος από την πόλη της Αρχαίας Γόρτυνας. Ο Παυσανίας θεωρούσε μάλιστα το Λούσιο σαν τον πιο κρύο ποταμό του γνωστού του κόσμου. Ο ποταμός Λούσιος πηγάζει από την περιοχή της αρχαίας Θεισόας και από την κορυφογραμμή των βουνών των Λαγκαδίων, με ψηλότερη κορυφή το Ψηλό Βουνό (1.503μ.). Οι κυριώτερες πηγές του βρίσκονται κοντά στο χωριό Καρκαλού, όπου και η θέση της αρχαίας κώμης Θεισόας (η περιοχή ανήκει στο δημοτικό διαμέρισμα Ράδου), και βορειότερα στην περιοχή του χωριού Καλονέρι, όπως και στη γειτονική θέση της εκκλησίας της Αγίας Παρασκευής. Τα δύο ρεύματα ενώνονται στο χωριό Καρκαλού και ο Λούσιος στη συνέχεια κατευθύνεται προς τα στενά
ΛΙΛΗΣ ΓΕΩΡΓΙΟΣ Α2
της Καρκαλούς που αποτελούν το πρώτο τμήμα του φαραγγιού. Η διαδρομή του γίνεται μέσα από ιτιές, λεύκες και λυγαριές. Το ποτάμι περνά δυτικά από τη Δημητσάνα και καταλήγει στον Αλφειό 2.5 χιλ. ΒΔ της Καρύταινας, έχοντας διανύσει 26 χιλιόμετρα και διασχύσει ένα από τα ωραιότερα φαράγγια της χώρας. Το ποτάμι είναι ιδιαίτερα ορμητικό. Ακόμη τους ζεστούς καλοκαιρινούς μήνες έχει μια ροή που φτάνει τα 8-9 κυβικά μέτρα το δευτερόλεπτο. Στη διαδρομή του ο Λούσιος ποτίζει καλλιεργημένες εκτάσεις, σχηματίζει καταρράκτες και δίνει ζωή στην πανίδα και χλωρίδα της περιοχής. Το φαράγγι έχει άγρια και παρθένα ομορφιά με οργιαστική και πλούσια βλάστηση που συνδυάζεται ιδανικά με την αγριάδα των κοφτών γκρίζων και απότομων βράχων. Είναι γεμάτο από αείφυλλα και πλατύφυλλα είδη και σε πολλά σημεία από κυπαρίσσια. Οι πλαγιές του είναι γεμάτες από πουρνάρια, γαύρους, δάφνες, βάγια, αγριελιές, σφεντάμια, αριές, αφάνες, σφάκες, κουτσουπιές, ιτιές, πλατάνια, λεύκες, λυγαριές, μυρτιές, φυλλίκια, ράμνους, οστρυές, κλήθρες, φτελιές, σορβιές και διάφορα αναρριχητικά φυτά. Ιδιαίτερα την άνοιξη η πλούσια χλωρίδα δίνει ένα πλούτο χρωμάτων και μεθυστικών αρωμάτων σαγηνεύοτας τον επισκέπτη. Τις ανατολικές πλαγιές του και μερικές βορινές σκεπάζουν έλατα που αποτελούν απολήξεις των δασών του Μαινάλου.Η πανίδα του φαραγγιού είναι πλουσιότατη. Δυτικά των στενών της Καρκαλούς υπάρχει μεγάλη ποικιλία πουλιών, όπως ο πετροκότσυφας, ο γαλαζοκότσυφας και ο θαμνοψάλτης, καθώς και ερπετά όπως σαύρες και σπιτόφιδα. Στις ομαλότερες περιοχές συχνάζουν κουνάβια, σαϊτες, δεντρογαλιές, οχιές, ξεφτέρια, νυφίτσες, κοράκια, αγριοπερίστερα, βλαχοκιρκινέζια και κάργιες. Στο ποτάμι υπάρχουν βίδρες, που δεν βρίσκουν αρκετά ψάρια, αλλά αρκούνται στα άφθονα καβούρια, όπως και νερόφιδα που κυνηγούν γυρίνους. Στη λεγόμενη άγρια ζώνη υπάρχουν ζώα που αναζητούν καταφύγιο και πουλιά που έρχονται για τροφή. Επίσης, οι συνθήκες του φαραγγιού ευνοούν τις νυχτερίδες που βρίσκουν καταφύγιο στις σπηλιές και τα εγκαταλελειμένα μοναστηριακά κτίσματα.Εκτός από τις φυσικές του ομορφιές, το φαράγγι είναι γεμάτο από μονές λαξεμένες πάνω στους βράχους, εκκλησιές, ασκηταριά, ερημητήρια, παλιά γεφύρια και εγκαταλειμένους μύλους. Στο φαράγγι βρίσκονται η Μονή του Τιμίου Προδρόμου, η Μονή Φιλοσόφου, η Μονή Αιμυαλών, η Μονή Καλαμίου Ατσιχόλου .
ΛΙΛΗΣ ΓΕΩΡΓΙΟΣ Α2
ποταμού οι πρώτες βιοτεχνικές εγκαταστάσεις που εκμεταλεύοντο τη δύναμη του νερού. Ήταν ακριβώς η εποχή που ξεκίνησε η οικιστική ανάπτυξη της περιοχής. Με βάση την υδροκίνηση άρχισαν να κατασκευάζονται υδροκίνητες εγκαταστάσεις όπως νερόμυλοι (πουάλεθαν κυρίως δημητριακά), μπαρουτόμυλοι, νεροτριβές, βυρσοδεψεία, νεροπρίονα και μαντάνια. Περισσότερες από εκατό υδροκίνητες εγκαταστάσεις, άλλες στις όχθες του ποταμού και άλλες σκαρφαλωμένες στις πλαγιές του φαραγγιού, στη Δημητσάνα, στη Ζάτουνα, στο Ζυγοβίστι, στη Στεμνίτσα και αλλού, συνέτειναν στην οικονομική άνθηση της περιοχής. Από αυτές αξίζει κανείς να επισκεφτεί το συγκρότημα μύλων του Ιωσήφ, κάτω από τη γέφυρα Μπαρμπίνη στο δρόμο Δημητσάνας-Ζάτουνας, τους ιστορικούς Αντωνοπουλαίικους μύλους στην περιοχή της γέφυρας Κοντού κάτω από το Παλαιοχώρι, το συγκρότημα των εγκαταστάσεων του κεφαλαριού του Αϊ-Γιάννη, τους μύλους στην περιοχή Αγίου Δημητρίου (Σαβαλά) στο δρόμο Δημητσάνας-Στεμνίτσας, τις εγκαταστάσεις στη γέφυρα του Ατσίχολου, τα τρία κτίσματα των εγκαταστάσεων των Μονών Φιλοσόφου και Προδρόμου και τις εγκαταστάσεις κάτω από τη Μονή Καλαμίου. Η επικοινωνία μεταξύ των χωριών, των οικισμών, των μοναστηριών και νερόμυλων γινόταν κυρίως από μονοπάτια και πέτρινα γεφύρια. Στη διαδρομή του Λούσιου υπάρχουν δεκαέξι πετρόχτιστα τοξωτά γεφύρια. Σήμερα φαράγγι του Λούσιου έχει κηρυχθεί αρχαιολογικός χώρος, όπως και χώρος υψηλής οικολογικής προστασίας. Για την ανάδειξη και τη διάσωση της εγχώριας παραδοσιακής βιοτεχνίας που βασιζόταν στην υδροκίνηση λειτουργεί ένα μοναδικό μουσείο, το Υπαίθριο Μουσείο Υδροκίνησης στον Αϊ Γιάννη της Δημητσάνας. Για την τουριστική αξιοποίηση της περιοχής, τα παλιά μονοπάτια στην περιοχή του φαραγγιού έχουν συντηρηθεί και αποκατασταθεί, έτσι ώστε να διευκολύνουν τη διάβαση στους οδοιπόρους, όπως και την προσπέλαση των αξιοθεάτων.Η διάσχιση του φαραγγιού είναι μια μοναδική εμπειρία για τον επισκέπτη. Η περιοχή είναι σήμερα πόλος έλξης πολλών επισκεπτών και πεζοπόρων. Οι διαδρομές μέσα από τα αναπλασμένα μονοπάτια καταλήγουν στην Αρχαία Γόρτυνα, κοντά στο χωριό Ελληνικό, που συμπληρώνει τα αξιοθέατα της περιοχής. Η διάσχισή του φαραγγιού μπορεί να ξεκινήσει από τη Δημητσάνα, το κεφαλάρι του Αη-Γιάννη, τη Μονή Προδρόμου, το Ελληνικό και την Αρχαία Γόρτυνα. Μια τυπική διαδρομή ξεκινά από τη νέα Μονή Φιλοσόφου, και ακολουθώντας το μονοπάτι περνά από την παλαιά Μονή Φιλοσόφου, στη συνέχεια κατεβαίνει στον Λούσιο, έπειτα ανεβαίνει στη Μονή Προδρόμου, και τέλος καταλήγει στην Αρχαία Γόρτυνα (διάρκεια 2 ώρες περίπου). Ο Λούσιος, εκτός από την πεζοπορία, προσφέρεται και για άλλες μορφές εναλλακτικού τουρισμού. Στο παλιό πέτρινο γεφύρι του Ατσίχολου κοντά στην Καρύταινα ξεκινούν από εταιρίες εναλλακτικού τουρισμού οργανωμένες καταβάσεις με rafting και kayak. Άλλες φτάνουν μέχρι τη συμβολή του ποταμού με τον Αλφειό, και άλλες διανύουν τον τελευταίο, προσελκύοντας πολλούς λάτρεις του είδους για αξέχαστες εμπειρίες σε μια φύση μαγευτική και παρθένα.
ΚΟΛΗΤΟΥΜΠΑΣ ΙΩΑΝΝΗΣ Α2
ΚΑΛΑΜΑΣ
Ο Θύαμις ή Θύαμης ή Καλαμάς είναι ο μεγαλύτερος (σε μήκος) ποταμός της Ηπείρου και ο έβδομος μεγαλύτερος της Ελλάδας. Θύαμις είναι το αρχαίο όνομά του, ενώ Καλαμάς αποκαλούνταν στο παρελθόν ο μεγαλύτερος παραπόταμός του, αλλά με το πέρασμα του χρόνου οι δύο ονομασίες ταυτίστηκαν. Το συνολικό μήκος του Θυάμιδος είναι 115 χιλιόμετρα. Η πηγές του βρίσκονται στο όρος Δούσκο, κοντά στα σύνορα του νομού Ιωαννίνων με την Αλβανία. Η λεκάνη απορροής του έχει έκταση 1.800 χμ², περιλαμβάνει πλήθος παραποτάμων και πηγών και σχεδόν ολόκληρη (99%) ανήκει σε ελληνικό έδαφος.[1]Με κατεύθυνση από βορρά προς νότο, διασχίζει το επίμηκες λοφώδες οροπέδιο που σχηματίζεται ανάμεσα στα όρη Κασιδιάρης (Δ) και Μιτσικέλι (Α). Η περιοχή αυτή καλείται Κοιλάδα του Άνω Καλαμά (ή απλά κάμπος από τους ντόπιους) και είναι γνωστή ως το σημείο απόκρουσης της ιταλικής εισβολής το 1940 από τις ελληνικές δυνάμεις υπό τον Χ. Κατσιμήτρο, διοικητή της 8ης Μεραρχίας. Στα νότια του Κασιδιάρη, ο ποταμός στρέφεται προς τη Θεσπρωτία, την οποία διαρρέει με κατεύθυνση ανατολικά προς δυτικά. Εκβάλλει στο Ιόνιο Πέλαγος βορείως της Ηγουμενίτσας σχηματίζοντας δέλτα.Συνολικά ο Θύαμις διαρρέει τα εδάφη δέκα δήμων από τις πηγές έως τις εκβολές του: Άνω Πωγωνίου, Άνω Καλαμά, Καλπακίου, Ευρυμενών, Ζίτσας, Μολοσσών, Παραμυθιάς, Παραποτάμου, Φιλιατών και Σαγιάδας. Ο Θύαμις αποτελεί τις τελευταίες δεκαετίες παράδειγμα υποβάθμισης του φυσικού περιβάλλοντος εξ αιτίας της αλόγιστης ανθρώπινης δραστηριότητας (γεωργοκτηνοτροφική δραστηριότητα, αστικά και βιομηχανικά λύματα, έλλειψη διαχειριστικού σχεδίου και συντονισμού των αρμόδιων φορέων[2]). Η μεγαλύτερη εστία ρύπανσης είναι η «τάφρος Λαψίστας» που οδηγεί τα λύματα της πόλης και της βιομηχανικής ζώνης των Ιωαννίνων στον ποταμό – σε μέτρηση που έγινε το Σεπτέμβριο του 2008 από μη κυβερνητική οργάνωση, η ρύπανση στα ύδατα που μετέφερε η τάφρος ήταν τόσο υψηλή, που τα ειδικά μηχανήματα αδυνατούσαν να την μετρήσουν.[3]Αν και η οικολογική υποβάθμιση του Θυάμιδος αποτελεί σημαντικό ζήτημα[4] για την ελληνική πολιτεία, η γενική εκτίμηση των κατοίκων των παρακαλάμιων περιοχών είναι ότι η επίλυση του προβλήματος εδώ και δεκαετίες περιορίζεται σε ημίμετρα ή υποσχέσεις.[5][6] Στα αναγεννησιακά χρόνια, λόγω της τάσης αναβίωσης του αρχαιοελληνικού πολιτισμού, κάποιοι λόγιοι καλλιέργησαν την αντίληψη πως ο αγγλικός ποταμός Τάμεσης είχε ονομασθεί έτσι από Κέλτες εις ανάμνησιν του πανάρχαιου περάσματός τους από τη Θεσπρωτία και το Θύαμι. Μάλιστα «διόρθωσαν» το βρυθονικό όνομα του ποταμού, προσθέτοντας το γράμμα h (Temese>Themese>Thamesis)! Τελικά η σύνδεση αποδείχθηκε λανθασμένη, όμως η διόρθωση παρέμεινε μέχρι σήμερα (Thames) αν και δεν
ΚΟΛΗΤΟΥΜΠΑΣ ΙΩΑΝΝΗΣ Α2
προφέρεται.Τμήμα των περιοχών που διασχίζει ο Θύαμις στο νομό Θεσπρωτίας κατοικείτο έως το Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο από αλβανούς, οι οποίο ονόμαζαν τους εαυτούς τους Τσάμηδες και την περιοχή Τσαμουριά. Πιθανολογείται ότι το όνομα Τσάμης προέρχεται από παραφθορά του ονόματος του ποταμού (Θύαμις>Τσιάμης)[7]. Μέσω αυτών, ο ποταμός έδωσε το όνομά του σε έναν από τους διασημότερους ελληνικούς χορούς, τον τσάμικο.Κατά τη διαδρομή του ο ποταμός σχηματίζει σε πολλά σημεία μικρούς καταρράκτες. Ο εντυπωσιακότερος από αυτούς έδωσε το όνομά του στο χωριό Καταρράκτης. Επίσης κοντά στο χωριό Λίθινο, ο Θύαμις περνά μέσα από έναν τεράστιο διαβρωμένο βράχο, ο οποίος έχει λάβει το σχήμα τοξωτής γέφυρας. Το φυσικό αυτό φαινόμενο ονομάζεται «Θεογέφυρο».[8]
ΚΟΥΓΙΑ ΜΑΡΙΑ Α2
ΝΕΣΤΟΣ |
Η φυσική διάβαση της Κοιλάδας του Νέστου, λόγω της γεωγραφικής και στρατηγικής σημασίας, υπήρξε κέντρο μετακινήσεων, αλλά και εγκατάστασης πληθυσμών από την προϊστορική περίοδο ως τους νεότερους χρόνους. Στα Ιστορικά ιδιαίτερα χρόνια ήταν η κύρια οδική αρτηρία που συνέδεε τη Δύση με την Ανατολή, την Μακεδονία με τη Θράκη. Ακόμα και μετά την κατασκευή της Εγνατίας που περνούσε πολύ νοτιότερα, παρέμεινε η ασφαλέστερη οδός για την διακίνηση ανθρώπων, στρατευμάτων και αγαθών. Τα στοιχεία όμως που έχουν διασωθεί για την Ιστορία της περιοχής, είναι πολύ λίγα και αποσπασματικά. |
Η Ροδόπη και ο Νέστος, πρόσωπα της Ελληνικής Μυθολογίας αναφέρονται στις αρχαίες Ελληνικές και Λατινικές πηγές. Η Ροδόπη ήταν κόρη του Στρυμώνα και αδερφή του Αίμου. Τα δυο αδέρφια Ροδόπη και Αίμος ενώθηκαν από μεγάλο έρωτα και γέννησαν αγόρι που ονομάστηκε Έβρος. Επειδή τόλμησαν να ονομάσουν τους εαυτούς τους Δία και Ήρα, οι θεοί τους τιμώρησαν σκληρά και τους μεταμόρφωσαν στα δυο ομώνυμα βουνά. Σύμφωνα με άλλο μύθο, η Ροδόπη ήταν νύμφη μιας Θρακικής πηγής που αγάπησε τον θεό Απόλλωνα και έγινε μητέρα του Κίκονα, γενάρχη των Κικόνων. Επειδή όμως δεν κράτησε τον λόγο που είχε δώσει να παραμείνει παρθένος, η θεά Άρτεμη την μεταμόρφωσε και την έκανε πηγή.
Ο Νέστος ή Νέσσος ήταν γιος του Ωκεανού και της Θέτιδος και, σύμφωνα με τον Στέφανο Βυζάντιο, πατέρας της Καλλιρρόης, της συζύγου του Βίστονα, γενάρχη των Βιστόνων. Είχε το ίδιο όνομα με τον Κένταυρο Νέσσο. Σύμφωνα με τον Ιάμβλιχο (Διογένης Λαέρτιος), ο Νέστος απηύθυνε χαιρετισμό στον Πυθαγόρα, όταν περνούσε το ποτάμι. Ο Ηρόδοτος αναφέρει ότι ο Αχελώος δυτικά και ο Νέστος ανατολικά ήταν τα όρια μιας ζώνης στην οποία ζούσαν λιοντάρια τον 5ο αιώνα π.Χ.
Η αρχαιολογική έρευνα έχει οδηγήσει στον εντοπισμό θέσεων της ύστερης εποχής του χαλκού και της πρώιμης εποχής του σιδήρου. Όπως διαπιστώθηκε με την διενέργεια μιας μικρής δοκιμαστικής ανασκαφής στο ύψωμα Μουργκάνα του Νεοχωρίου, η παλαιότερη εγκατάσταση που είναι γνωστή ως τώρα χρονολογείτε στον 12ο αιώνα π.Χ. Οι κάτοικοι του οικισμού αυτού ζούσαν με την κτηνοτροφία, στην καλλιέργεια των μικρών, αλλά εύφορων εκτάσεων της παρανέστιας κοιλάδας και τα αλιεύματα του ποταμού.
Όταν άρχισε η κάθοδος και η διασπορά των Θρακικών φύλλων στη χερσόνησο του Αίμου, στην περιοχή του Νέστου, νότια των Κομνηνών ως το Αιγαίο, εγκαταστάθηκαν οι Σαπαίοι
μεταξύ των Δερσαίων δυτικά και των Βιστόνων ανατολικά, σύμφωνα με τον Ηρόδοτο (7,110): «έθνεα δε Θρηίκων δι’ ών της χώρης οδόν εποιέετο τοσάδε, Παίτοι, Κίκονες, Βίστονες, Σαπαίοι, Δερσαίοι, Ηδωνοί, Σάτραι». Στην κοιλάδα του Νέστου και πιο βόρεια στη Ροδόπη, ως τον Έβρο
ΚΟΥΓΙΑ ΜΑΡΙΑ Α2
και τη Φιλιππούπολη, κατοικούσαν οι Σάτρες. Οι Σαπαίοι έχουν ταυτιστεί με τους Σαϊους, τους Σιντούς ή Σίντιες. Εναντίων των Σαϊων πολέμησε ο ποιητής Αρχίλοχος. Εναντίων των Σαϊων ή Σαπαίων πολέμησαν ασφαλώς και οι άποικοι των Κλαζομενών και της Τέω, για να καταφέρουν να εγκατασταθούν και να ιδρύσουν τα Άβδηρα, ανατολικά των εκβολών του Νέστου. Ο Στράβων XII 549-550 αναφέρει για τους Σαπαίους: «πάντες γαρ ούτοι περί Άβδηρα την οίκησιν είχον και τας περί Λήμνον νήσους». Στους Περσικούς πολέμους υποτάχθηκαν στους Πέρσες και ακολούθησαν τον στρατό του Ξέρξη εναντίον των Ελλήνων, όπως και οι άλλοι Θράκες, εκτός από τους Σάτρες.
Δεν είναι γνωστό ακριβώς ποια χρονικά διαστήματα οι Αβδηρίτες είχαν τον έλεγχο της διάβασης του Νέστου, μιας περιοχής που είχε στρατηγική σημασία για την προστασία της πόλης και της χώρας τους από τις επιθέσεις των Θρακικών φύλων. Τα αρχαιολογικά ευρήματα πάντως μαρτυρούν για την παρουσία των Αβδηρίτων στην περιοχή από τον 5ο αιώνα π.Χ
Στα χρόνια των Μακεδόνων Βασιλέων ο ποταμός Νέστος ήταν το όριο μεταξύ Μακεδονίας και Θράκης. (Στράβων 7, απόσπ. 33 και 35): «το Νέστου στόμα του διορίζοντος Μακεδονίαν και Θράκην» και «μέχρι Νέστου του ποταμού του αφορίζοντος την κατά Φίλιππον και Αλέξανδρον Μακεδονίαν». Πτολεμαίος III, 12,6: «μετά τον Νέστο, ος έστιν όριον της Θράκης».
Ο βασιλιάς της Μακεδονίας Φίλιππος Β’ αφού κατέλαβε τις παραλιακές πόλεις της Θράκης (342-339 π.Χ.), έκανε την μεγάλη εκστρατεία του από το Βυζάντιο ως τις εκβολές του Ίστρου. Κατά την επιστροφή του προς την Μακεδονία κατέβηκε από τον Νέστο και έφτασε στους Φιλίππους. Μετά την διάλυση του Θρακικού κράτους των Οδρυσών, ίδρυσε πόλεις, κώμες και φρούρια σε επιλεγμένες θέσεις με στρατηγική σημασία, για να διασφαλίσει τις νέες κτήσεις του και να ελέγχει τις κινήσεις των ανυπότακτων Θρακών. Στο πλαίσιο αυτής της πολιτικής απέκτησε τον έλεγχο της κοιλάδας του Νέστου και μαζί της διερχόμενης οδικής αρτηρίας, κατασκευάζοντας φρούρια στα υψώματα εκατέρωθεν του ποταμού, όπως είναι τα φρούρια της Καλύβας και της Μυρτούσας (Αερικού).
Ο Μέγας Αλέξανδρος κατά την εκστρατεία του εναντίον των Τριβαλλών, των Γετών και των Θρακών πρέπει να πέρασε από την περιοχή του Νέστου, στο ύψος πιθανότατα του σημερινού Παρανεστίου. Μετά το θάνατο του Αλεξάνδρου η περιοχή βρέθηκε διαδοχικά υπό τον έλεγχο του Λυσιμάχου, του Φιλίππου Ε’, των Σελευκιδών και των Πτολεμαίων. Όταν το 179 π.Χ. έγινε βασιλιάς της Μακεδονίας ο Περσέας, οι Σαπαίοι με βασιλιά τον Αβρούπολι εισέβαλαν με την προτροπή του Ευμένη της Περγάμου στη Μακεδονία και έφτασαν ως την Αμφίπολη, με σκοπό την κατάληψη των μεταλλείων του Παγγαίου. Με την εμφάνιση του μακεδονικού στρατού όμως οι Σαπαίοι αποχώρησαν, εγκαταλείποντας αιχμαλώτους και ζώα. Ο Περσέας κατόρθωσε να εκθρονίσει τον Αβρούπολι και να ανεβάσει στο θρόνο φιλικό προς αυτόν πρόσωπο. Μετά την ήττα του Περσέα από τους Ρωμαίους στη μάχη της Πύδνας (168 π.Χ.) και τη διάλυση του μακεδονικού κράτους, η περιοχή υπαγόταν στην πρώτη μερίδα με πρωτεύουσα την Αμφίπολη, ενώ οι Ρωμαίοι άρχισαν να επεμβαίνουν απροκάλυπτα και να ρυθμίζουν τις εσωτερικές υποθέσεις των Θρακών, ως το 46 μ.Χ., όταν η Θράκη έγινε επίσημα ρωμαϊκή επαρχία. Η ταύτιση των «στενών των Σαπαίων», τα οποία μαζί με τα «στενά των Κοίλων» αναφέρονται από τον Αππιανό στην περιγραφή των γεγονότων, λίγο πριν από τη μάχη των Φιλίππων, είναι προβληματική. Σύμφωνα με την επικρατέστερη άποψη ταυτίζονται με την κοιλάδα του Νέστου. Οι στρατηγοί του Αντωνίου και του Οκταβιανού Δεκίδιος και Νωρβανός είχαν καταλάβει τα στενά των Κορπίλων ο πρώτος και των Σαπαίων ο δεύτερος. Οι δημοκρατικοί Βρούτος και
ΚΟΥΓΙΑ ΜΑΡΙΑ Α2
Κάσιος πέρασαν τον Ελλήσποντο και βάδισαν δυτικά για να συναντήσουν τους αντιπάλους. Προσπάθησαν με τη βοήθεια του Ρασκουπόλιδος και με κυκλοτερή κίνηση τριών ημερών από δύσβατη περιοχή του Σαπαίου όρους να αιφνιδιάσουν τους εχθρούς, αλλά έγιναν αντιληπτοί και ο Νωρβανός με τις δυνάμεις του έφυγε προς την Αμφίπολη. Ακολούθησε η μεγάλη μάχη μεταξύ των αντιπάλων παρατάξεων στους Φιλίππους (42 π.Χ.) και η ήττα των δημοκρατικών. Η περιοχή των Σαπαίων αναφέρεται από τον Πτολεμαίο ως μία από τις στρατηγίες της Θράκης με το όνομα Σαπαϊκή. Όταν ο Διοκλητιανός (284-305) έκανε τη Θράκη Διοίκηση και τη διαίρεσε σε επαρχίες, η περιοχή ανήκε στην επαρχία Ροδόπης με πρωτεύουσα την Αίνο. Κατά τους αιώνες της Βυζαντινής αυτοκρατορίας οι κάτοικοι της παρανέστιας περιοχής γνώρισαν, όπως και στις άλλες περιοχές της Θράκης, καταστροφές, λεηλασίες, φόνους και αιχμαλωσίες, αποτέλεσμα των συνεχών βαρβαρικών επιδρομών στα εδάφη της Θράκης, των Γότθων, Ούννων, Αβάρων, Πετσενέγκων, Κουμάνων και ιδιαίτερα Βουλγάρων και Τούρκων. Από τον 9ο αι. η περιοχή υπήρξε τμήμα του Βολερού και ανήκε διαδοχικά στα θέματα Θράκης, Μακεδονίας, Στρυμόνα και Βολερού, ενώ στις αρχές του 11ου αι. το Βολερό ανήκε στο ίδιο θέμα με τις περιοχές του Στρυμόνα και της Θεσσαλονίκης. Την εποχή του Αλεξίου Β Αγγέλου ο εξάδελφός του Βλαχοβούλγαρος Ιβαγκός, τον οποίο έστειλε στη Φιλιππούπολη να αποκρούσει τους Βλαχοβουλγάρους, επαναστάτησε και κατέλαβε πολλά φρούρια του Αίμου και της Ροδόπης, φτάνοντας στη Μοσυνόπολη, την Ξάνθεια, το Παγγαίο και τα Άβδηρα (1199). Τότε καταλήφθηκε και λεηλατήθηκε όλη η ορεινή περιοχή βόρεια της Ξάνθης και μαζί ασφαλώς και η κοιλάδα του Νέστου. Την ίδια τύχη πρέπει να είχε και μετά την άλωση της Κωνσταντινούπολης και των άλλων πόλεων της Θράκης από τους Φράγκους, όταν ακολούθησαν επιδρομές (1205-1206) των Κουμάνων και των Βλαχοβουλγάρων υπό τον Ιωάννη ή Ιωαννίτση (Σκυλογιάννη), ο οποίος κατέσκαψε, εκτός των άλλων πόλεων, την Τραϊανούπολη, τη Μάκρη, τη Μοσυνόπολυ και το Περιθεώριον. Το 1224 ο Δεσπότης της Ηπείρου Θεόδωρος Κομνηνός έγινε κύριος της Θεσσαλονίκης και προχώρησε προς την ανατολική Μακεδονία και Θράκη. Κατέλαβε την περιοχή της Ξάνειας και όλη τη Θράκη νότια της Ροδόπης μαζί με το Διδυμότειχο και την Αδριανούπολη. Ηττήθηκε όμως στην Κλοκοτινίτζα (1230) από τους Βουλγάρους και ο Ασάν Β’ κατέλαβε τις περιοχές του Βολερού, στο οποίο ανήκαν η Ξάνθεια και η παρανέστια περιοχή, και τις κράτησε ως το 1242 οπότε ελευφερώθηκαν από τον αυτοκράτορα της Νίκαιας Ιωάννη Βατάτζη. Στα χρόνια των εμφυλίων πολέμων μεταξύ της Άννας Παλαιολογίνας, μητέρας του Ιωάννη Ε’, και του Ιωάννη Καντακουζηνού ο τελευταίος με τη βοήθεια του Τούρκου Ουμούρ πασά κατέλαβε εκτός των άλλων πόλεων της δυτικής Θράκης και την Ξάνθεια (1344). Τότε προσχώρησαν στον Καντακουζηνό και όλα τα φρούρια της ορεινής περιοχής, βόρεια της Ξάνθης, που ονομαζόταν Μερόπη και παλαιότερα Αχριδώ. Ο Καντακουζηνός ανέθεσε τη διοίκηση της Μερόπης στον Βούλγαρο Μομιτζίλο, ο οποίος αργότερα επαναστάτησε, κατέλαβε τα φρούρια της περιοχής και έγινε ανεξάρτητος με δικό του στρατό και έδρα την Ξάνθεια. Τον επόμενο χρόνο ο Μομιτζίλος ηττήθηκε και σκοτώθηκε έξω από το Περιθεώριον από τον Καντακουζηνό και τους Τούρκους του Ουμούρ. Το 1345 οι Σέρβοι του Στέφανου Δουσάν κατέλαβαν τις Σέρρες και την περιοχή της Δράμας. Η περιοχή της Ξάνθειας και η κοιλάδα του Νέστου δεν είναι γνωστό από πότε ανήκαν στη σερβική ηγεμονία, σίγουρα όμως ανήκαν το διάστημα 1369-1971. Μετά την ήττα του συμμαχικού στρατού με επικεφαλής τον Σέρβο δεσπότη Ιωάννη Ούγγλεση από τους Τούρκους (1371) στη μάχη του ‘Εβρου, κοντά στο Τζερνομιάνον (Ορμένιο), οι περιοχές νότια της Ροδόπης καταλήφθηκαν σταδιακά από τους
Τούρκους και βρέθηκαν υπό τον έλεγχο καταρχάς του Γαζή Εβρενός μπέη και αργότερα του σουλτάνου Μουράτ Α’. Η κατάληψη της Ξάνθης και της ορεινής προς βορρά περιοχής δεν είναι γνωστό πότε ακριβώς έγινε. Υπάρχει η άποψη ότι έμεινε για ένα διάστημα υπό τον έλεγχο των Βυζαντινών και κατελήφθη το 1385/86. Οι συνεχείς επιδρομές και η παρουσία των ανεξάρτητων
Τούρκων πολεμιστών από τα μέσα του 14ου αι. είχαν προκαλέσει μεγάλες καταστροφές στις πόλεις, τα χωριά και την ύπαιθρο χώρα της Θράκης, με αποτέλεσμα τη μείωση του πληθυσμού. Στα χρόνια της οθωμανικής δουλείας εγκαταστάθηκαν πολλοί μουσουλμάνοι έποικοι, ενώ πολλοί χριστιανοί εξαιτίας των συκοφαντιών, των αγγαρειών, της εξοντωτικής φορολογίας, των δολοφονιών και του παιδομαζώματος αναγκάστηκαν να εξισλαμιστούν. Σε φορολογικό κατάστιχο των ετών 1515-1520 της γειτονικής περιοχής Νευροκοπίου αναγράφονται πολλοί μουσουλμάνοι με χριστιανικά πατρώνυμα, πρόκειται δηλαδή για χριστιανούς που είχαν εξισλαμιστεί. Δεν είναι γνωστό αν ο χριστιανικός πληθυσμός της παρανέστιας περιοχής ακολούθησε τον ομαδικό εξισλαμισμό των χριστιανών κατοίκων της ορεινής Ροδόπης την εποχή του Μεχμέτ Δ’(1648-1687). Μέχρι τότε οι κάτοικοι της ορεινής ενδοχωρας της Ξάνθης και της Κομοτηνής είχαν παραμείνει χριστιανοί. Σύμφωνα με τουρκική πηγή στο σημερινό χωριό Ωραίον που κατοικείται σήμερα από Πομάκους, ζούσαν στο πρώτο μισό του 16ου αι. 127 οικογένειες χριστιανών και μόνο 12 οικογένειες μουσουλμάνων. Στα Κιμμέρια επίσης υπήρχαν 117 οικογένειες χριστιανών και 8 οικογένειες μουσουλμάνων. Toν 17ο και 18ο αι. άρχισε η καλλιέργεια του καπνού στην περιοχή και η διακίνησή του προς την Κωνσταντινούπολη, την Αυστρία, τη Ρουμανία και την Αίγυπτο. Δεν είναι γνωστό το μέγεθος των καταστροφών που προκάλεσαν στα χωριά του Νέστου οι σεισμοί του Μαρτίου και Απριλίου 1829, οι οποίοι ισοπέδωσαν την Ξάνθη. Στη διάρκεια των Βαλκανικών πολέμων, τον Νοέμβριο του 1912, οι Βούλγαροι κατέλαβαν το Παρανέστι (Μπούκια), τη Σταυρούπολη (Γενήκιοϊ) και όλα τα χωριά της κοιλάδας του Νέστου. Ακολούθησαν σκληρές διώξεις των Ελλήνων και εγκατάσταση Βουλγάρων από άλλες περιοχές με στόχο τον εκβουλγαρισμό των κατοίκων και την αλλοίωση της σύνθεσης του πληθυσμού. Τον Ιούλιο του 1913 ο ελληνικός στρατός απελευθέρωσε την κοιλάδα του Νέστου, την Ξάνθη και όλη τη Θράκη. Με τη συνθήκη όμως του Βουκουρεστίου, η Δυτική Θράκη παραχωρήθηκε στους Βουλγάρους, εκτός από την κοιλάδα του Νέστου, όπου κατέφυγαν τότε χιλιάδες πρόσφυγες από όλη τη Θράκη, χριστιανοί και μουσουλμάνοι. Με την έναρξη του Α’ Παγκοσμίου πολέμου (1914-1918) οι σύμμαχοι των Γερμανών Βούλγαροι κατέλαβαν και πάλι την περιοχή. Τον Οκτώβριο του 1919 η 9η Μεραρχία, που είχε έδρα το Παρανέστι και διοικητή τον υποστράτηγο Γεώργιο Λεοναρδόπουλο, ελευθέρωσε εκ νέου την παρανέστια περιοχή και την Ξάνθη. Μετά τη Μικρασιατική Καταστροφή και σύμφωνα με τη συνθήκη της Λωζάνης (1923) έγινε η ανταλλαγή πληθυσμών μεταξύ Ελλάδος και Τουρκίας. Στην κοιλάδα του Νέστου εγκαταστάθηκαν πρόσφυγες από τον Πόντο, τη Μικρά Ασία, την Ανατολική Ρωμυλία και την Ανατολική Θράκη. Ο αριθμός τους έφτασε περίπου τις έξι χιλιάδες. ‘Έμειναν τότε στα παλιά σπίτια των Τούρκων που επισκευάστηκαν ή σε καινούρια που χτίστηκαν από Ηπειρώτες και Πόντιους τεχνίτες. Ανοίχτηκαν δρόμοι, χτίστηκαν εκκλησίες και σχολεία σε όλα τα χωριά. Κύρια ασχολία των κατοίκων, εκτός από την κτηνοτροφία, υπήρξε η εντατική καλλιέργεια του καπνού, της ποικιλίας πασμάς. Ο καπνός, εκλεκτής ποιότητας, κέρδισε τις αγορές της Ευρώπης και έφερε πολλά χρήματα στην περιοχή. Η παραγωγή του καπνού αυξήθηκε κατακόρυφα την περίοδο 1930-1940 και έφτασε μέχρι ένα εκατομμύριο οκάδες το χρόνο, ενώ η τιμή του ανέβηκε στη μία λίρα η οκά. Οι ηλικιωμένοι πρόσφυγες έζησαν στον νέο τόπο με το όνειρο της επιστροφής στην πατρίδα, ενώ οι νεότεροι προσαρμόστηκαν ευκολότερα στις νέες συνθήκες ζωής. Οι πρόσφυγες διατήρησαν το γλωσσικό τους ιδίωμα, τα ήθη και έθιμα, τις παραδόσεις, την πίστη τους στην ορθοδοξία, το αίσθημα της φιλοξενίας και την αγάπη τους στην Ελλάδα. ‘Όλα αυτά μεταδόθηκαν από γενιά σε γενιά και χαρακτηρίζουν και σήμερα τους κατοίκους της περιοχής. Τη διετία 1926-1928 αντικαταστάθηκαν οι τουρκικές ονομασίες όλων των χωριών με ελληνικά ονόματα. Από το 1928 άρχισε σε όλα τα χωρία η ίδρυση αγροτικών Συνεταιρισμών, οι οποίοι εξασφάλιζαν στα μέλη τους ιατροφαρμακευτική περίθαλψη και ασφάλιση της παραγωγής. Η οικονομική ανάπτυξη της περιοχής με βάση την καπνοπαραγωγή είχε ως αποτέλεσμα την πρόοδο των κατοίκων σε πολλούς τομείς της κοινωνικής και πολιτιστικής ζωής, όπως στην παιδεία, τον αθλητισμό, το ερασιτεχνικό θέατρο και τη διοργάνωση διαφόρων πολιτιστικών εκδηλώσεων.
ΜΠΑΛΑΝ ΤΖΙΟΥΛΙΑΝ Α2
ΝΕΔΑ
Η Νέδα είναι το μοναδικό θηλυκό ποτάμι της Ελλάδας και αποτελεί το φυσικό όριο των νομών Ηλείας και Μεσσηνίας. Πηγάζει από το όρος Λύκαιο, ανάμεσα στα χωριά Κακαλέτρι και Πέτρα στα ορεινά της Μεσσηνίας, πολύ κοντά στην Ανδρίτσαινα. Τα νερά της, ύστερα από 32 χιλιόμετρα φυσικής ομορφιάς, συναντούν το Ιόνιο στη θέση Ελαία, λίγο έξω από την Κυπαρισσία.Σύμφωνα με το μύθο, όταν η Ρέα γέννησε το Δία, τον έδωσε στη νύμφη Νέδα, θεότητα των νερών, για να τον προστατέψει από τον άνδρα της Κρόνο. Εκείνη θήλασε το βρέφος μαζί με τις νύμφες Θεισόα και Αγνώ, το έλουσε και το έπλυνε στο κεφαλάρι στο Λύκαιο, που αργότερα έγινε το θρυλικό ποτάμι που πήρε το όνομά της. Επίσης, σύμφωνα με η μυθολογία, με τη Νέδα συνδέονται η Δήμητρα, η Περσεφόνη και ο Πλούτωνας. (Σήμερα, στα μικρά χωριουδάκια της περιοχής βλέπουμε τα ονόματα αυτά.)Ο Παυσανίας το 2ο αι. μ.Χ. περιέγραψε το ναό της Δήμητρας στις όχθες της Νέδας, ενώ, όπως υποστήριζε, η Νέδα ήταν η πρώτη σε «μαιάνδρους» μετά τον Μαίανδρο ποταμό. Σημαντικοί είναι και οι αρχαιολογικοί χώροι που υπάρχουν εκεί. Κοντά στις πηγές βρίσκεται ο Επικούρειος Απόλλων, δημιούργημα του Ικτίνου, που κατασκευάστηκε την ίδια εποχή με τον Παρθενώνα, καθώς και ο ναός του Πανός. Στην κορυφή του Λυκαίου, λατρεύονταν ο Δίας, ενώ εκεί βρίσκεται και η Λυκόσουρα, την οποία ο Ησίοδος θεωρούσε «την πρώτη πόλη της ανθρωπότητας». Στα χωριά Βάστα και Άνω Μέλπεια βρίσκεται η Αγία Θεοδώρα, το πανέμορφο και ξακουστό ξωκλήσι με τα 17 δένδρα στη σκέπη της.Την περιοχή κατοίκησαν οι Πελασγοί. Αναφέρεται ο βασιλιάς των Πελασγών ο Λυκάων ως ο ιδρυτής της αρχαίας Λυκόσουρας, και ο πατέρας του Φίγαλου ως ο ιδρυτής της αρχαίας Φιγαλείας. Οι Φιγαλείς στην περιοχή τους έκτισαν με τον Ικτίνο (τον αρχιτέκτονα του Παρθενώνα), τον περίφημο ναό του Επικούριου Απόλλωνα, ο οποίος τους βοήθησε να ανακτήσουν την πόλη τους από τους Σπαρτιάτες.Οι θρύλοι και οι παραδόσεις ήθελαν τους νέους του γειτονικού βασιλείου της Φιγαλείας να λούζονται στα νερά της Νέδας για ν’ αποκτήσουν δύναμη, ενώ η Ιστορία αναφέρει ότι οι Φιγαλιείς είχαν τέτοια δύναμη, ώστε έστειλαν καράβια στον Τρωικό πόλεμο .Το
φαράγγι της Νέδας, το οποίο διασχίζει κι ο ομώνυμος ποταμός, αποτελεί μια σπάνια και συνάμα ανεξερεύνητη μέχρι πρόσφατα γωνιά της Ελληνικής φύσης. Οι συνεχείς εναλλαγές του τοπίου, η πλούσια βλάστηση, οι τεράστιες ποταμίσιες πέτρες μέσα στα ανοιχτοπράσινα νερά κι οι επιβλητικοί βράχοι, κάνουν το πέρασμά της αληθινή πρόκληση, αλλά και απόλαυση για τον επισκέπτη Το φαράγγι γίνεται προσπελάσιμο κατά τους καλοκαιρινούς μήνες ενώ την ομορφιά του τοπίου συνθέτουν ελαιώνες, συκιές, πλατάνια, αγριοβελανιδιές και πουρνάρια. Σε διάφορα σημεία της πορείας υπάρχουν συνολικά τρεις καταρράκτες που καταλήγουν σε μικρές κολυμπήθρες. Σε μια πλαγιά βρίσκεται το εκκλησάκι της Παναγιάς και λίγο πιο πάνω η εσοχή, όπου σύμφωνα με την παράδοση βρέθηκε η θαυματουργή εικόνα. Λίγο πιο κάτω βρίσκεται το Στόμιο (λίγα χιλιόμετρα ανατολικά από το Στόμιο βρίσκεται η Φιγαλεία) μια μεγάλη σπηλιά μοναδικής ομορφιάς, απ’ όπου περνούν τα νερά του ποταμού, μέχρι να καταλήξουν στον παραπόταμο Πάμισσο, στην περιοχή Λεμονιά. Η σήραγγα του Στομίου έχει δυο επίπεδα, εκείνο που βρίσκεται στο ύψος της κοίτης και ένα άλλο, πιο ψηλά, που φαντάζει σαν υπερώο, όπου βρισκόταν η παλιά κοίτη, ενώ έχει τη μορφή σπηλαίου με χαμηλή θερμοκρασία εξαιτίας των νερών των πηγών που τρέχουν από τον ουρανό της σήραγγας και αποτελεί κατοικητήριο χιλιάδων αγριοπερίστερων και νυχτερίδων. Πριν την είσοδο του Στομίου και σε απόσταση 150μ. από την κοίτη της Νέδας, γκρεμίζονται τ’ αφρισμένα νερά του περίφημου καταρράκτη της Φιγαλίας ύψους 50 μ., που ξεπροβάλλει από ένα εντυπωσιακό φαράγγι το οποίο ορίζεται από θεόρατους σαν κρεμαστούς βράχους, που λογχίζουν αγέρωχα τον ουρανό. Δεξιά και αριστερά υψώνονται κατάφυτοι λόφοι και βουνά παραφυάδες του Λυκείου, των Νομίων και του Κωτίλου, ενώ 30 περίπου πηγές και κεφαλάρια αναβλύζουν και εμπλουτίζουν το ποτάμι με κρυστάλλινα νερά, δίνοντας, παλαιότερα, κίνηση σε αρκετούς νερόμυλους, που βρίσκονται ακόμη και σήμερα ερειπωμένοι στις όχθες της Νέδας. Το βάδισμα στην κοίτη είναι επώδυνο και επικίνδυνο από την ολισθηρότητα των βρύων πάνω στις πέτρες, το εκτεταμένο πυκνό σύδεντρο και την έλλειψη μονοπατιού, ενώ σε αρκετά σημεία είναι αναγκαία και η κολύμβηση αφού στο ποτάμι έχουν σχηματιστεί βαθιές λίμνες. Ο πεζοπόρος έχει τη δυνατότητα να επιλέξει δύο βασικές διαδρομές συγκλονιστικού φυσικού κάλλους. Η πρώτη πρόσβαση είναι από την παραλιακή εθνική οδό Πύργου – Κυπαρισσίας. Στο Θολό στρίβουμε ανατολικά προς Λέπρεο και Νέα Φιγαλεία. Στα 7,5 χμ φάνουμε στο Λέπρεο και από κει σε άλλα 6 χμ στη Νέα Φιγαλεία. Κατόπιν περνάμε στα Πετράλωνα και σε απότομη πλαγιά όπου φαίνεται από ψηλά η κοιλάδα της Νέδας. Συνεχίζουμε στα Περιβόλια, και δεξιά στη Φιγαλεία. (Από κεί μπορεί να επισκεφθεί κανείς τον αρχαιολογικό χώρο της αρχαίας Φιγαλείας.) Από τα Περιβόλια δυτικά προς το Δραγώγι και μετά βρισκόμαστε μπροστά από τον Ναό του Επικούριου Απόλλωνα. Συνεχίζουμε βόρεια και φθάνουμε στο κρυμμένο χωριό Σκληρού όπου υπάρχει μικρός ξενώνας, και η όμορφη πέτρινη εκκλησία του Αγ. Γεωργίου. Συνεχίζουμε ανατολικά για τον Άγιο Σώστη με την δροσερή πλατεία του Άγ. Γιάννη όπου γίνεται μεγάλο πανηγύρι στις 29 Αυγούστου. Επιστρέφουμε στον κεντρικό δρόμο και κινούμαστε δυτικά προς το χωριό Αμπελιώνα με τις καστανιές και τα πολλά νερά. Μετά το χωριό στρίβουμε αριστερά πρός το χωριό Νέδα ή δεξιά προς το χωριό Πέτρα που είναι στην καρδιά της Νέδας. Βαδίζοντας από την πλευρά της Ηλείας παράλληλα με το ποτάμι και ύστερα από 1 ½ περίπου ώρα διαδρομής μέσα σε ένα άγριο πευκοδάσος φτάνει στα νερά του Ιονίου, στη θέση Πρασιδάκι. Η άλλη πρόσβαση είναι από τον κεντρικό δρόμο Καλαμάτας – Κυπαρισσίας. Έξοδος στο Δώριο και ακολουθούμε την διαδρομή στα χωριά της Άνω Μεσσηνίας Ψάρι, Σύριζο, Στάσιμο, Κακαλέτρι, Νέδα. Αντίστοιχα από την πλευρά της Μεσσηνίας καταλήγει στην Ελαία, αφού περάσει από τα χωριά Καρυές και Φόνισσα.
Κάθε χρόνο τον Αύγουστο, τοπικοί φορείς και φυσιολατρικοί όμιλοι οργανώνουν διήμερη πεζοπορία στην κοίτη της Νέδας. Ξεκινούν από τις πηγές της, στην Πέτρα, συνεχίζουν στο Κακαλέτρι και τη Μαρίνα, φτάνουν στα Πλατάνια και από εκεί στο Στόμιο, αφού περάσουν από τη χαράδρα της Φιγαλίας και ολοκληρώσουν την πεζοπορία φτάνοντας στις εκβολές, μετά από διαδρομή 15 χλμ.
Μαγιό, αθλητικά παπούτσια απαραίτητα, και … καλή διάσχιση !!!
ΜΑΣΤΟΡΙΚΟΥ ΚΑΤΕΡΙΝΑ Α2
ΠΗΝΕΙΟΣ
Ο Πηνειός, ή Σαλαβριάς είναι ποταμός της Θεσσαλίας. Οι πηγές του βρίσκονται στην Πίνδο. Δεχόμενος όλα τα νερά από τους συγκλίνοντες ακτινοειδώς ν θεσσαλικό κάμπο, όπου και διασχίζοντας το πέρασμα της περίφημης Κοιλάδας των Τεμπών, μεταξύ Ολύμπου και Όσσας, εκβάλλει τελικά στον Θερμαϊκό Κόλπο, δημιουργώντας το Δέλτα του κοντά στην κωμόπολη Στόμιο.Ο Πηνειός δέχεται πιέσεις από κάθε είδους παραγωγικές δραστηριότητες των περιοχών που διασχίζει, καθώς το μείζον πρόβλημα είναι η μεγάλη μείωση της παροχής του κατά τους θερινούς μήνες, πράγμα που προκαλεί σημαντική επιβάρυνση της ποιότητας των νερών του[1]. Το 2005 ο Πηνειός κατατάχθηκε δεύτερος σε λίστα με τους πιο μολυσμένους ποταμούς της Ευρώπης.[2] Το συνολικό μήκος του είναι 205 χιλιόμετρα. Κυριότεροι παραπόταμοί του είναι: Ο Τιταρήσιος, ο Ενιπέας, ο Καλέτζης , ο Ληθαίος και το ρέμα Μουργκάνι.
Μυθολογια
Στην ελληνική μυθολογία με το όνομα Πηνειός είναι γνωστός ένας ποτάμιος θεός, γιος του Ωκεανού και της Τηθύος (δηλαδή αδελφός των Ωκεανίδων) όπως όλοι άλλωστε οι ποταμοί κατά την ιδεοανθρωπόμορφη τότε αντίληψη. Ο Πηνειός κατοίκησε στη Θεσσαλία και ήταν ο θεός του ομώνυμου ποταμού.Από την Κρέουσα (πηγή), την κόρη του Ουρανού και της Γης, απέκτησε ένα γιό (παραπόταμο), τον Υψέα, βασιλέα των Λαπιθών, (που υδροδοτούσε την περιοχή των Λαπιθών), και μία κόρη (πηγή εκ των υδάτων του), την Στίλβη, μητέρα του Λαπίθου και του Κενταύρου. Κατ’ άλλο μύθο ήταν πατέρας της νύμφης Δάφνης, την οποία αργότερα κυνήγησε ο θεός Απόλλωνας και όταν την έφθασε αυτή μεταμορφώθηκε στο ομώνυμο φυτό.Κατά τον Παυσανία γιος του Πηνειού ήταν και ο Ανδρεύς ο οποίος ερχόμενος από τη Θεσσαλία στον Ορχομενό της Βοιωτίας αποκάλεσε την γύρω χώρα “Ανδρηΐδα γην”.
ΚΑΨΙΜΑΛΗΣ ΧΡΗΣΤΟΣ- ΣΤΕΦΑΝΟΣ Α2
ΣΑΝΤΑΠΟΡΟΣ
Ο Σαραντάπορος είναι ποταμός της Ηπείρου και Μακεδονίας με συνολικό μήκος 50 χλμ.. Πηγάζει από το όρος Μαύρη Πέτρα, σε υψόμετρο 1500 μέτρων, της οροσειράς του Γράμμου και ενώνεται με τον ποταμό Αώο κοντά στο τελωνείο της Μέρτζιανης στα ελληνοαλβανικά σύνορα. Από εκεί εισέρχεται στο Αλβανικό έδαφος και εκβάλλει στην Αδριατική θάλασσα. Η λεκάνη απορροής του καλύπτει 870 τετραγωνικά χιλιόμετρα .Ο Σαραντάπορος συγκεντρώνει τα νερά των ρεμάτων που χύνονται προς την νότια πλευρά του Γράμμου και την δυτική πλευρά του Σμόλικα, μεταξύ των οποίων και αυτό του Βουρκοπόταμου που κατεβαίνει από το χωριό Κεράσοβο και ακολουθεί μια διαδρομή ανάμεσα στους ορεινούς όγκους του Γράμμου, του Βοίου και του Σμόλικα. Ένα από τα αξιοθέατα κατα μήκος του ποταμού είναι το δίτοξο πέτρινο γεφύρι μεταξύ των χωριών Δροσοπηγή και Πλαγιά, το οποίο κατασκευάστηκε το 1747.
ΜΑΡΟΥΔΗΣ ΦΩΤΙΟΣ Α2
ΣΠΕΡΧΕΙΟΣ
Ο Σπερχειός είναι ποταμός της Στερεάς Ελλάδας, που παλαιότερα ονομαζόταν Αλαμάνα, ονομασία γνωστή σήμερα κυρίως από τη Μάχη της Αλαμάνας. Ο Σπερχειός έχει μήκος 82 χιλιόμετρα. Πηγάζει από το βουνό Τυμφρηστός (Βελούχι) της Ευρυτανίας και, με γενική κατεύθυνση προς τα ανατολικά, εισέρχεται στη Φθιώτιδα, διασχίζει την ομώνυμη κοιλάδα (Κοιλάδα του Σπερχειού), ανάμεσα στην Οίτη και στη δυτική προέκταση του όρους Όθρυς, και χύνεται στον Μαλιακό Κόλπο. Κυριότεροι παραπόταμοι είναι ο Ρουστανίτης και η Βίστριτσα, που είναι δεξιοί παραπόταμοι, όπως και οι μικρότεροι Μαυρονέρι Φθιώτιδας, Γοργοπόταμος (πολύ γνωστός από την ομώνυμη γέφυρα) και ο φθιωτικός Ασωπός. Είναι χαρακτηριστικό ότι στην αρχαιότητα οι τρεις τελευταίοι χύνονταν στη θάλασσα, αλλά με τις προσχώσεις του Σπερχειού, που μετέθεσαν τον μυχό του Μαλιακού κατά 8 και πλέον χιλιόμετρα προς τα ανατολικά, εκβάλλουν σήμερα στον Σπερχειό. Οι ίδιες αυτές προσχώσεις εξαφάνισαν τα στενά των Θερμοπυλών με τη στρατηγική τους σημασία (βλ. Μάχη των Θερμοπυλών), και σε λιγότερο από χίλια χρόνια θα εξαφανίσουν και ολόκληρο τον Μαλιακό Κόλπο. Κατά την αρχαιότητα και στις δύο όχθες του κατοικούσαν οι Αινιάνες. Το 995 ο Νικηφόρος Ουρανός νίκησε παρά τον ποταμό αυτόν τους Βούλγαρους. Κατά την Επανάσταση του 1821 δόθηκε στην περιοχή της γέφυρας πριν τις εκβολές του η Μάχη της Αλαμάνας, όπου και αιχμαλωτίσθηκε ο Αθανάσιος Διάκος. Μετά την απελευθέρωση της Ελλάδας ο ποταμός αυτός ήταν το πρώτο σύνορο του Ελληνικού Βασιλείου. Το 1941 ο Σπερχειός αποτέλεσε τη δεύτερη διασυμμαχική αμυντική γραμμή στην κάθοδο των Γερμανών.Στην ελληνική μυθολογία, ο Σπερχειός λατρευόταν ως ο ομώνυμος θεός. Τον 20ό αιώνα έγιναν στην περιοχή των εκβολών του ποταμού εγγειοβελτιωτικά έργα για την άρδευση της περιοχής και κυρίως την αποτροπή των συχνών πλημμυρών, με την κατασκευή νέας κοίτης προς νότο μήκους 7,25 χιλιομέτρων.Ο Σπερχειός διέρχεται από τα όρια αρκετών κωμοπόλεων και χωριών, τα μεγαλύτερα από τα οποία είναι η Σπερχειάδα, η Μακρακώμη, το Λειανοκλάδι και η Ανθήλη, ενώ περνά τρία χιλιόμετρα νότια από την πόλη της Λαμίας. Το όνομα του ο Σπερχειός έλαβε από το ρήμα σπέρχω -ομαι που σημαίνει κινούμαι με ορμή και εξ αυτού ονομάσθηκε και η κωμόπολη Σπερχειάδα.
ΜΑΡΟΥΔΗΣ ΦΩΤΙΟΣ Α2
Η ΜΑΧΗ ΤΗΣ ΑΛΑΜΑΝΑΣ
Η μάχη της Αλαμάνας ήταν μια από τις πολεμικές εμπλοκές της επανάστασης του 21 με νικηφόρα έκβαση για τους Τούρκους και ήττα των Ελλήνων. Στην μάχη αυτή που έγινε στις 23 Απριλίου 1821 (ή στις 22, κατά μερικούς απομνημονευματογράφους) [1] πληγώθηκε ο Αθανάσιος Διάκος και τελικά βρήκε ηρωικό θάνατο, αφού εκτελέστηκε βάναυσα από τον Ομέρ Βρυώνη. Μετά την εξέγερση των Ελλήνων, ο Ομέρ Βρυώνης, διοικητής του τουρκικού στρατού, κατέβηκε με 8.000 άνδρες από την Θεσσαλία για να καταπνίξει την επανάσταση που είχε ξεσπάσει στην Πελοπόννησο. Ο Αθανάσιος Διάκος, ο Πανουργιάς και ο Γιάννης Δυοβουνιώτης με περίπου 1.500 αρματολούς πήραν θέση στον ποταμό Αλαμάνα (Σπερχειός), κοντά στις Θερμοπύλες. Η υπεροχή των τουρκικών δυνάμεων ανάγκασαν τον Πανουργιά και τον Δυοβουνιώτη να εγκαταλείψουν τον αγώνα αφήνοντας πίσω τους τον Αθανάσιο Διάκο με τους άΟ Αθανάσιος Διάκος είχε πληγωθεί στο πόδι και το σπαθί του είχε σπάσει στην μάχη. Μετά την μάχη οι Τούρκοι πιάσαν τον Διάκο και τον έφεραν στον Ομέρ Βρυώνη, ο οποίος του έταξε να τον κάνει αξιωματικό στον στρατό του. Ο Διάκος αρνήθηκε με το φημισμένο«Εγώ Γραικός γεννήθηκα, Γραικός θε να πεθάνω !»Τότε ο Βρυώνης διέταξε να τον σουβλίσουν. Η απάντηση του Διάκου ήταν:«Για δες μωρέ καιρό που διάλεξε, ο Χάρος να με πάρει, τώρα π’ ανθίζουν τα κλαριά και βγάζει η γης χορτάρι» Αν και στην μάχη της Αλαμάνας οι Έλληνες δεν μπόρεσαν να αντιμετωπίσουν τους Τούρκους, η πεισματική αντίστασή τους και ιδίως ο μαρτυρικός μα και ηρωικός θάνατος του Αθανάσιου Διάκου έδωσε δύναμη στους Έλληνες να συνεχίσουν τον αγώνα και έπλασε έναν από τους πρώτους ηρωικούς θρύλους της Ελληνικής επανάστασης.