Το παιχνίδι <<Πετοσφαίριση>>
Το παιχνίδι ξεκινά με σερβίς της μιας ομάδας έπειτα από κλήρωση. Το σερβίς εκτελείται από τον παίκτη της πίσω δεξιά θέσης, από ένα σημείο πίσω από την τελική γραμμή του γηπέδου. Παλιότερα ο παίκτης που εκτελούσε σερβίς όφειλε να βρίσκεται στην πίσω δεξιά γωνία και εκτός τελικής γραμμής. Τα τελευταία χρόνια επιτρέπεται η εκτέλεση του σερβίς από οποιοδήποτε σημείο πίσω από την τελική γραμμή. Με την εκτέλεση του σερβίς η μπάλα προωθείται πάνω από το φιλέ προς τη μεριά της αντίπαλης ομάδας χωρίς να μεσολαβήσει άλλος παίκτης της ομάδας που εκτελεί το σερβίς. Παλιότερα απαγορευόταν να χτυπήσει στο φιλέ αλλά ο σημερινός κανονισμός το επιτρέπει.
Κάθε φορά που η μπάλα φτάνει στην περιοχή της, η ομάδα προσπαθεί να την επαναφέρει στην αντίπαλη περιοχή με τρεις μπαλιές. Συνήθως ο πρώτος παίκτης αποκρούει, ένας δεύτερος υψώνει δίνοντας πάσα κοντά στο φιλέ και ένας τρίτος καρφώνει με δύναμη προς το αντίπαλο μέρος. Δεν υπολογίζεται ως μπαλιά τυχόν απόκρουση της μπάλας από το αμυντικό μπλοκ στο καρφί του αντίπαλου. Παλιότερα η απόκρουση αυτή θεωρείτο ως μία από τις τρεις μπαλιές, με αποτέλεσμα να υπάρχουν διχογνωμίες κατά πόσο η μπάλα βρήκε ή όχι στο αμυντικό μπλοκ.
Μια ομάδα κερδίζει έναν πόντο, όταν καταφέρει να στείλει τη μπάλα στο έδαφος της αντίπαλης ομάδας (μέσα) ή όταν η αντίπαλη ομάδα στείλει τη μπάλα εκτός γηπέδου (άουτ). Η ομάδα που κερδίζει πόντο εκτελεί και σερβίς. Όσο συνεχίζει να κερδίζει πόντους το σερβίς εκτελεί ο ίδιος παίκτης. Όταν χάσει πόντο, παίρνει το σερβίς η άλλη ομάδα, οι παίκτες της οποίας μετακινούνται μια θέση προς τα δεξιά, κατά τη φορά των δεικτών του ρολογιού. Παλιότερα μια ομάδα κέρδιζε πόντο μόνο όταν εκτελούσε σερβίς. Δηλαδή, πρώτα έπρεπε να κερδίσει την αλλαγή του σερβίς και στη συνέχεια τον πόντο. Με το παλιό σύστημα, σε ένα παιχνίδι μπορούσαν να γίνονται συνεχείς αλλαγές και να μην κερδίζονται πόντοι, με αποτέλεσμα να είναι απροσδιόριστη η διάρκειά του. Αυτός ήταν ο λόγος που καταργήθηκε.
Νικήτρια αναδεικνύεται η ομάδα που κερδίζει τρία σετ. Στα πρώτα στάδια ανάπτυξης του αθλήματος η νικήτρια ομάδα προέκυπτε από δύο νικηφόρα σετ, σύστημα που εφαρμόζεται ακόμα σε σχολικά ή παιδικά πρωταθλήματα. Το κάθε σετ τελειώνει όταν μια ομάδα φτάσει τους 25 πόντους και έχει τουλάχιστον δύο πόντους προβάδισμα (δηλαδή τουλάχιστον: 25-23). Αλλιώς το σετ συνεχίζεται μέχρι να επιτευχθεί προβάδισμα δύο πόντων από μια ομάδα (26-24, 27-25 κλπ) χωρίς όριο. Με το παλιό σύστημα διεξαγωγής (πρώτα αλλαγή σερβίς και μετά πόντος) τα σετ τελείωναν στους 15 πόντους, πάλι με καθαρό προβάδισμα δύο πόντων.
Μετά από κάθε σετ οι ομάδες αλλάζουν πλευρά στο γήπεδο. Αν μετά από τέσσερα σετ οι ομάδες είναι ισόπαλες 2-2, ο νικητής αναδεικνύεται σε ένα πέμπτο τελικό σετ (τάι-μπρέικ) των 15 πόντων, πάντα με προβάδισμα δύο πόντων για το νικητή (15-13 τουλάχιστον ή 16-14, 17-15 κλπ). Στο πέμπτο σετ οι ομάδες αλλάζουν τερέν, όταν κάποια φτάσει τους 8 πόντους.
Ποδόσφαιρο
Ένα παιχνίδι ποδοσφαίρου αποτελείται από δύο περιόδους των 45 λεπτών έκαστη, γνωστές ως ημίχρονα. Ο χρόνος κάθε ημιχρόνου τρέχει συνεχώς, χωρίς να σταματάει όταν η μπάλα είναι εκτός παιχνιδιού. Μεταξύ των δύο ημιχρόνων υπάρχει ένα διάλειμμα, το οποίο συνήθως έχει διάρκεια 15 λεπτά. Ο διαιτητής είναι ο επίσημος χρονομέτρης του αγώνα και μπορεί να προσθέσει περαιτέρω χρόνο (μερικά λεπτά) σε κάθε ημίχρονο εξαιτίας του χρόνου που χάνεται για τις αλλαγές των ποδοσφαιριστών, τους τραυματισμούς που χρήζουν προσοχής ή για άλλες διακοπές του παιχνιδιού. Ο χρόνος που προστίθεται από το διαιτητή συνήθως αναφέρεται ως «χρόνος καθυστερήσεων» ή «καθυστερήσεις του αγώνα». Η διάρκεια του χρόνου αυτού είναι στη διακριτική ευχέρεια του διαιτητή. Μόνο ο διαιτητής σηματοδοτεί το τέλος του αγώνα. Εάν στον αγώνα έχει οριστεί και τέταρτος διαιτητής, προς το τέλος κάθε ημιχρόνου ο διαιτητής κάνει σύνθημα στον τέταρτο διαιτητή για το πόσα λεπτά καθυστερήσεων προτίθεται να προσθέσει. Έπειτα, ο τέταρτος διαιτητής ενημερώνει τους ποδοσφαιριστές και τους θεατές, κρατώντας μια πινακίδα που δείχνει τον αριθμό των λεπτών των καθυστερήσεων. Ο αριθμός αυτός μπορεί να παραταθεί από τον διαιτητή. Ο χρόνος των καθυστερήσεων εισήχθη εξαιτίας ενός περιστατικού που συνέβη το 1891 κατά τη διάρκεια ενός αγώνα μεταξύ της Στόουκ Σίτι και της Άστον Βίλα. Το σκορ του αγώνα ήταν 1-0 και υπολείπονταν δύο λεπτά για να συμπληρωθεί το ενενηντάλεπτο. Η Στόουκ κέρδισε πέναλτι. Ο τερματοφύλακας της Άστον Βίλα κλώτσησε την μπάλα εκτός γηπέδου και μέχρι να επαναφερθεί εντός γηπέδου, ο χρόνος των ενενήντα λεπτών είχε εξαντληθεί. Ο κανονισμός καθορίζει ακόμη ότι σε περίπτωση που πρέπει να εκτελεστεί ή να επαναληφθεί ένα πέναλτι, η διάρκεια κάθε ημιχρόνου παρατείνεται μέχρι να εκτελεστεί το πέναλτι.
Ο τέταρτος διαιτητής υποδεικνύει ότι θα υπάρξουν τουλάχιστον δύο λεπτά χρόνου καθυστέρησης.
Σε μερικές περιπτώσεις, όπου στο παιχνίδι πρέπει οπωσδήποτε να βγει κάποιος νικητής (π.χ. σε τελικό κυπέλλου ή νοκ-άουτ αγώνες), το παιχνίδι μπορεί να παραταθεί μετά το τέλος των 90 λεπτών (και των καθυστερήσεων), οπότε παίζεται επί πλέον χρόνος που ονομάζεται παράταση (σήμερα η παράταση διαρκεί μισή ώρα και χωρίζεται σε δύο δεκαπεντάλεπτα ημίχρονα, που και γι’ αυτά υπάρχει η δυνατότητα περαιτέρω ολιγόλεπτης επέκτασης). Αν και πάλι δεν προκύψει νικητής, το παιχνίδι οδηγείται στην διαδικασία των πέναλτι. Εκεί η κάθε ομάδα εκτελεί διαδοχικά πέναλτι. Σε διοργανώσεις νοκ-άουτ όπου κάθε ομάδα διαγωνίζεται εντός και εκτός έδρας με την αντίπαλη ομάδα, το συνολικό σκορ των δύο αγώνων καθορίζει την πρόκριση. Όταν το συνολικό σκορ για κάθε ομάδα είναι ίσο, μπορεί να εφαρμοστεί ο κανόνας του εκτός έδρας γκολ για να καθοριστεί ο νικητής. Στην περίπτωση αυτή νικήτρια είναι η ομάδα που έχει επιτύχει τα περισσότερα εκτός έδρας γκολ. Αν το αποτέλεσμα είναι και πάλι ίσο, προστίθεται παράταση και αν το αποτέλεσμα παραμείνει ισόπαλο εκτελούνται πέναλτι.
Στα τέλη της δεκαετίας του 1990 και στις αρχές της δεκαετίας του 2000, το Διεθνές Ποδοσφαιρικό Συμβούλιο πειραματίστηκε με διάφορους τρόπους καθορισμού του νικητή, χωρίς να απαιτείται η διαδικασία των πέναλτι, η οποία συχνά θεωρείται ως ένας ανεπιθύμητος τρόπος για να ολοκληρωθεί ένας αγώνας. Σύμφωνα με τους κανόνες αυτούς ένα παιχνίδι ολοκληρώνεται πριν να ολοκληρωθεί η παράταση, είτε όταν μια ομάδα πετύχει γκολ (χρυσό γκολ), είτε αν μια ομάδα κατέχει το προβάδισμα στο τέλος του πρώτου ημιχρόνου της παράτασης (ασημένιο γκολ). Το χρυσό γκολ χρησιμοποιήθηκε στο Παγκόσμιο Κύπελλο Ποδοσφαίρου 1998 και το Παγκόσμιο Κύπελλο Ποδοσφαίρου 2002. Το πρώτο παιχνίδι του Παγκοσμίου Κυπέλλου που κρίθηκε με το χρυσό γκολ ήταν η νίκη της Εθνικής Γαλλίας επί της Εθνική Παραγουάης το 1998. Η πρώτη μεγάλη διοργάνωση που κρίθηκε με χρυσό γκολ ήταν ο τελικός του Ευρωπαϊκού πρωταθλήματος 1996 μεταξύ Εθνικής Γερμανίας και Εθνικής Τσεχίας (2-1). Το ασημένιο γκολ χρησιμοποιήθηκε στο Euro 2004 με την Εθνική Ελλάδος να κερδίζει την Εθνική Τσεχίας στον ημιτελικό και να προκρίνεται στον τελικό. Και τα δύο αυτά πειράματα διακόπηκαν από το Διεθνές Ποδοσφαιρικό Συμβούλιο.
Η μπάλα εντός και εκτός παιχνιδιού
Σύμφωνα με τους Κανόνες Παιχνιδιού, οι δύο βασικές καταστάσεις του παιχνιδιού κατά τη διάρκεια του είναι «μπάλα εντός» και «μπάλα εκτός» παιχνιδιού. Η μπάλα είναι εκτός παιχνιδιού, δηλαδή «δεν παίζει», όταν περάσει ολόκληρη έξω από τη γραμμή τέρματος ή την πλάγια γραμμή, είτε στο έδαφος, είτε στον αέρα και όταν το παιχνίδι έχει διακοπεί από τον διαιτητή. Η μπάλα είναι εντός παιχνιδιού, δηλαδή «παίζει», σε όλες τις υπόλοιπες περιπτώσεις, συμπεριλαμβανομένων των περιπτώσεων όπου η μπάλα αναπηδάει από ένα κάθετο ή οριζόντιο δοκάρι ή το κοντάρι με τη σημαία και παραμείνει μέσα στα αγωνιστικό χώρο ή όταν αναπηδήσει είτε επάνω στο διαιτητή ή ένα βοηθό διαιτητή όταν βρίσκονται μέσα στον αγωνιστικό χώρο.
Καλαθοσφαίριση
Κανόνες
Παίζεται με δύο ομάδες των πεντε ατόμων σε ένα (συνήθως κλειστό, που στο έδαφός του έχει παρκέ) γήπεδο με δύο αντικριστά καλάθια. Οι παίκτες επιτρέπεται να ακουμπήσουν την μπάλα μόνο με τα χέρια (ωστόσο δε συνιστά παράβαση εάν αυτή ακουμπήσει και οποιοδήποτε άλλο μέρος του σώματος, εκτός από τα πόδια). Σκοπός των ομάδων είναι να βάλουν με [σουτ] την μπάλα μέσα από το καλάθι όσο το δυνατόν περισσότερες φορές στα 40 λεπτά του αγώνα (τέσσερα δεκάλεπτα). Η ομάδα που θα πετύχει περισσότερους πόντους είναι η νικήτρια. Εάν ο αγώνας λήξει ισόπαλος, οι ομάδες συνεχίζουν σε πεντάλεπτη παράταση κ.ο.κ. Κάθε ομάδα έχει 5 παίκτες ανά πάσα στιγμή μέσα στο γήπεδο, ενώ κατά τη διάρκεια ενός αγώνα μπορεί να χρησιμοποιήσει άλλους 4 παίκτες (που βρίσκονται στον πάγκο), πραγματοποιώντας αλλαγές. Ανάλογα με το ποια ομάδα κατέχει την μπάλα, οι παίκτες παίζουν αμυντικά ή επιθετικά. Ο συνολικός χρόνος της επίθεσης μιας ομάδας είναι 24 δευτερόλεπτα, ενώ για να περάσει μια ομάδα την μπάλα από το μισό γήπεδο έχει μόνο 9 δευτερόλεπτα. Δεν επιτρέπεται να τρέχει κάποιος κρατώντας την μπάλα (βήματα): πρέπει ή να κάνει συγχρόνως ντρίμπλα ή να σταματήσει και να δώσει πάσα. Αλλιώς η μπάλα πηγαίνει στην αντίπαλη ομάδα.
Κάθε αγώνας διαρκεί 4 περιόδους ίσης διάρκειας. Ανάμεσα στην 1η και τη 2η, καθώς και ανάμεσα στην 3η και την 4η, μεσολαβεί διάλειμμα 2 λεπτών. Ανάμεσα στην 2η και την 3η, υπάρχει διάλειμμα 15 λεπτών, το λεγόμενο ημίχρονο. Κάθε προπονητής έχει το δικαίωμα να καλέσει τους παίκτες του στον πάγκο για να τους δώσει οδηγίες, τέσσερις φορές στον αγώνα. Αυτό λέγεται time-out και κατά τη διάρκειά του ο αγώνας διακόπτεται για 1 λεπτό, ενώ οι παίκτες συγκεντρώνονται στους πάγκους.
Στο παρκέ υπάρχει η γραμμή του τριπόντου (στα 6,75 μέτρα στην Ευρώπη για διοργανώσεις υπό την αιγίδα της FIBA, 7.25 στο NBA), που ορίζει την αξία κάθε σουτ. Οι αθλητές μπορούν να σκοράρουν για 2 πόντους (μέσα από τη γραμμή) ή για 3 (έξω από αυτήν, εφόσον δεν την πατούν). Για 1 πόντο μετράει η βολή, την οποία σουτάρουν οι παίκτες, κατόπιν υποδείξεως των διαιτητών (ενώ ο χρόνος έχει διακοπεί) μετά από φάουλ ή τεχνική ποινή (βλ. παρακάτω).
Παραβάσεις
Υπεύθυνοι για την επίβλεψη τυχόν παραβάσεων των κανόνων είναι οι 3 επιτηρητές. Βασικότερες παραβάσεις στο μπάσκετ είναι: το φάουλ, που είναι η βίαιη παρενόχληση ενός παίκτη από κάποιον αντίπαλό του, με τρόπο που ξεφεύγει από τα αθλητικά πλαίσια. Ο αμυνόμενος μπορεί να παρεμποδίσει τον επιτιθέμενο χρησιμοποιώντας μόνο τον κορμό του. Ο αθλητής που κάνει 5 φάουλ σε έναν αγώνα, αποβάλλεται και δεν μπορεί να επανέλθει στο γήπεδο (στα 4 φάουλ είναι η αποβολή στο NBA). Τα βήματα συμβαίνουν όταν ένας παίκτης κάνει περισσότερα από 4 βήματα κρατώντας την μπάλα, χωρίς να κάνει ντρίμπλα ή όταν κουνήσει τα πόδια του αφού έχει σταματήσει, κρατώντας την μπάλα με τα δύο χέρια. Σε περίπτωση άσχημης (υβριστικής, βίαιης κλπ.) συμπεριφοράς αθλητή ή προπονητή, ο διαιτητής έχει δικαίωμα να τον τιμωρήσει με τεχνική ποινή, ενώ σε ακραίες περιπτώσεις υπάρχει η τιμωρία ντισκαλιφιέ (γαλλική disqualifié), που ισοδυναμεί με αποβολή του παίκτη από το πρωτάθλημα. Στο επιθετικό φάουλ όταν ο επιθετικός είναι ακίνητος και ο αμυντικός τον απωθήσει, είναι παράβαση. Το αν παίζει με πλάτη ή με πρόσωπο στο καλάθι δεν έχει σημασία, το φάουλ ισχύει και για τις δύο περιπτώσεις. Σε περίπτωση που ο αμυντικός αρνηθεί το φάουλ τιμωρείται με τεχνική ποινή από τον διαιτητή. Σε περίπτωση που ένας παίκτης σταματήσει την ντρίμπλα, τότε δεν μπορεί να ξεκινήσει να τριπλάρει ξανά γιατί έτσι θα κάνει τριπλή τρίπλα, που ισοδυναμεί με βήματα. Επίσης ο ένας από τους 3 επιτηρητές είναι υποχρεωμένος να δηλώσει στην γραμματεία που επιβλέπει τον αγώνα τις παραβάσεις που κάνει κάθε παίκτης έτσι ώστε να τηρείται το φύλλο αγώνων.
Ιστιοπλοΐα
Γενικά
Στη σημερινή εποχή, όταν γίνεται λόγος για ιστιοπλοΐα, γίνεται για το άθλημα που είναι συναρπαστικό και ένα από τα ωραιότερα που υπάρχουν, γιατί συνδυάζει τη γοητεία της θάλασσας με τις ικανότητες των αθλητών, που πρέπει να είναι πολύ καλά γυμνασμένοι, ειδικά στα πόδια και τη μέση.
Η εξάπλωση του αθλήματος της ιστιοπλοΐας στις τελευταίες δεκαετίες είναι τρομακτική, γι’ αυτό και οι ειδικοί έχουν φτιάξει πολλές κατηγορίες σκαφών. Σκαφών μεγάλων που είναι για αγώνες ανοικτής θάλασσας και σκαφών που είναι για αγώνες τριγώνου. Τα σκάφη ανοικτής θάλασσας είναι τριών κατηγοριών, που δεν έχουν «στάνταρ» (σταθερά) χαρακτηριστικά, αφού το κάθε εργοστάσιο έχει τη δική του ναυπηγική τεχνική (“πατέντα”). Αντίθετα, τα λεγόμενα σκάφη τριγώνου έχουν τα ίδια τεχνικά χαρακτηριστικά και με αυτά ασχολούνται περισσότεροι αθλητές, αφού είναι για ένα, δύο ή τρεις το πολύ αθλητές. Στα σκάφη ανοικτής θάλασσας επιβαίνουν πολλοί αθλητές, που μπορεί να συμμετέχουν 9, αλλά και 15.
Κωπηλασία
Κωπηλασία κατά την Ολυμπιάδα του 2004 στον Μαραθώνα
Kωπηλασία ή ερεσία(¹), ονομάζεται ο τρόπος κίνησης των κωπήλατων λέμβων σε υδάτινη επιφάνεια (θάλασσα λίμνη ποταμό). Ανάλογα με τον τύπο των σκαφών, διαιρείται σε 4 βασικά είδη: κλασική, λαϊκή, με κανό και μεμονόξυλο.
Η κλασική κωπηλασία, ως άθλημα, γίνεται με ειδικά σκάφη, που έχουν ολκωτά σέλματα (κινητούς πάγκους) και φορητούς σκαρμούς που στερεώνονται στα πλευρά. Η λαϊκή κωπηλασία εκτελείται με σκάφη που έχουν ακίνητα σέλματα (σταθερούς πάγκους) και σταθερούς σκαρμούς στερεωμένους στα πλευρά. Η κωπηλασία με κανό γίνεται με σκάφη ειδικού τύπου (κανό), όπου ο κωπηλάτης χειρίζεται δίπλατο, αστερέωτο κουπί. Στην κωπηλασία με μονόξυλο, κωπηλατούν με μονόπλατο κουπί και στέκονται γονατιστοί στο ένα πόδι. Η συστηματική άσκηση στην κωπηλασία αναπτύσσει το μυϊκό σύστημα, δυναμώνει την καρδιά, τους πνεύμονες και τονευρικό σύστημα.
- (¹) Ειδικότερα ερεσία λέγεται η ρυθμική κωπηλασία λέμβου με πολλά κουπιά.
ΣΤΙΒΟΣ
Τα αγωνίσματα του στίβου είναι γνωστά και σαν κλασικός αθλητισμός, μιας και τα περισσότερα έχουν ρίζες σε ενάλογα αθλήματα που διοργανώνονταν στην κλασική αρχαιότητα. Τα αγωνίσματα του κλασικού αθλητισμού ήταν αυτά που κυριαρχούσαν στην αρχαία εποχή και ιδιαίτερα στους πανελλήνιους αγώνες. Χωρίζονται σε τρεις μεγάλες κατηγορίες: στους δρόμους, τα άλματα και τις ρίψεις. Υπεύθυνος φορέας παγκοσμίως για θέματα στίβου είναι η Παγκόσμια Ομοσπονδία Στίβου (IAAF) ενώ στην Ελλάδα τα ανάλογα θέματα διαχειρίζεται ο ΣΕΓΑΣ.
Κολύμβηση
Η Κολύμβηση είναι άθλημα κίνησης μέσα στο νερό. Ως άθλημα, το κολύμπι, είναι από τα πιο παλιά και συνηθέστερα. Οι αρχαίοι Έλληνες του έδιναν πολλή προσοχή και θεωρούσαν άσχημο πράγμα το να μην μπορεί κάποιος να κολυμπά. Στους Ολυμπιακούς Αγώνες του 1896 περιλήφθηκε ως ιδιαίτερο άθλημα και το κολύμπι κι από τότε έγινε ένα από τα πιο αγαπητά αγωνίσματα.
Ισχύουν, όπως για όλα τα αθλήματα, διατάξεις και κανόνες της κολύμβησης. Τα αγωνίσματα που διεξάγονται είναι: Για τους άνδρες, 100 μ., 200 μ., 400 μ., 1500 μ. ελεύθερης κολύμβησης, 4Χ200 μ. ομαδικό και 4Χ100 ατομικό, 200 μ. πεταλούδα και 100 μ. ύπτιο κ.ά.
Για τις γυναίκες είναι τα ίδια εκτός από τα 1500 μ. που τα έχουν 800 μ.
Οι τρόποι με τους οποίους μπορεί κανείς να κολυμπά είναι πολλοί.
- Το πρόσθιο κολύμπι, το πιο απλό, ξεκούραστο και συνηθισμένο κολύμπι. Σ’ αυτή την περίπτωση ο άνθρωπος μέσα στο νερό κινείται έτσι ακριβώς όπως ο βάτραχος.
- Το κρόουλ ή το ελεύθερο κολύμπι. Το σώμα βρίσκεται σ’ επίπεδη σχεδόν θέση με το νερό, μπρούμητα δηλ., με το πρόσωπο προς το νερό και τα χέρια κινούνται ελεύθερα κάνοντας κυκλικές κινήσεις, η μισή καμπύλη του κύκλου γίνεται μέσα από το νερό κι η άλλη μισή πάνω απ’ την επιφάνειά του, στον αέρα.
- Πρόσθιο πεταλούδας. Ο κολυμβητής κινείται έτσι που δίνει την εντύπωση της πεταλούδας, όπως αναπηδά πάνω στο νερό.
- Το ναυτικό ή το πλάγιο. Ο κολυμβητής κινείται πλάγια μέσα στο νερό, πότε από τη μια πλευρά, πότε απ’ την άλλη.
- Το ύπτιο κολύμπι, όταν ο κολυμβητής βρίσκεται σε θέση ανάσκελη μέσα στο νερό, με την πλάτη του δηλ. στην επιφάνεια του νερού.
- Κατάδυση. Για να κολυμπήσει κάποιος μ’ αυτόν τον τρόπο, πρέπει να έχει μάθει να ελέγχει πολύ καλά την αναπνοή του, επειδή χρειάζεται να παραμείνει για ορισμένο διάστημα κάτω από το νερό. Πρέπει να διατηρεί τα μάτια ανοιχτά, για ν’ αποφύγει πιθανά κτυπήματα.