Φώτης Κόντογλου, “Χριστούγεννα στη σπηλιά”, (διήγημα)

Χριστούγεννα παραμονές. Χριστούγεννα και χιονιάς πάντα πάνε μαζί. Μα εκείνη τη χρονιά οι καιροί ήτανε φουρτουνιασμένοι παρά φύση. Χιόνι δέν έρριχνε. Μοναχά που η ατμόσφαιρα ήτανε θυμωμένη, και φυσούσανε σκληροί βοριάδες με χιονόνερο και μ’ αστραπές. Καμμιά βδομάδα ο καιρός καλωσύνεψε και φυσούσε μια τραμουντάνα που αρμενιζότανε. Μα την παραμονή τα κατσούφιασε. Την παραμονή από το πρωΐ ο ουρανός ήτανε μαύρος σαν μολύβι, κ’ έπιασε κ’ έρριχνε βελονιαστό χιονόνερο.
Σε μια τοποθεσία που τη λέγανε Σκρόφα, βρισκότανε ένα μαντρί με γιδοπρόδατα, απάνω σε μια πλαγιά του βουνού που κοίταζε κατά το πέλαγο. το μέρος αυτό ήτανε άγριο κ’ έρημο, γεμάτο αγριόπρινα, σκίνους και κουμαριές, που ήτανε κατακόκκινες από τα κούμαρα. το μαντρί ήτανε τριγυρισμένο με ξεροτρόχαλο [=ξερολιθιά].
Οι τσομπάνηδες καθόντανε μέσα σε μια σπηλιά που βρισκότανε παραμέσα και πιο ψηλά από τη μάντρα και που κοίταζε κατά τη νοτιά. Μεγάλη σπηλιά, με τρία – τέσσερα χωρίσματα, κι αψηλή ως τρία μπόγια. Τα ζωντανά σταλιάζανε κάτω από τις χαμηλές σάγιες, που έσκυβες για να μπεις μέσα. Σωροί από κοπριά στεκόντανε εδώ κ’ εκεί, και βγάζανε μια σπιρτόζα μυρουδιά. Χάμω, το χώμα ήτανε σκουπισμένο και καθαρό, γιατί οι τσομπάνηδες ήτανε μερακλήδες, και βάζανε τα παιδιά και σκουπίζανε ταχτικά με κάτι σκούπες κανωμένες από αστοιβιές.
Αρχιτσέλιγκας ήτανε ο Γιάννης ο Μπαρμπάκος, ένας άνθρωπος μισάγριος, γεννημένος ανάμεσα στα γίδια και στα πρόβατα. Ήτανε μαύρος, μαλλιαρός, με γένεια μαύρα κόρακας, σγουρά και σφιχτά σαν του κριαριού. Φορούσε σαλβάρια κοντά ως το γόνατο, σελάχι στη μέση του, ζουνάρι πλατύ, βαριά τζεσμέδια στα ποδάρια του. το κεφάλι του το είχε τυλιγμένο μ’ ένα μεγάλο μαντίλι σαν σαρίκι, κ’ οι μαρχαμάδες [= τα κρόσια] κρεμόντανε στο πρόσωπό του. Αρχαίος άνθρωπος!
Είχε δυο παραγυιούς, τον Αλέξη και τον Δυσσέα, δυο παλληκαρόπουλα ως είκοσι χρονών. Είχε και τρία παιδιά, που τους βοηθούσανε στ’ άρμεγμα και κοιτάζανε το μαντρί νά ‘ναι καθαρό. Αυτές οι έξι ψυχές εζούσανε σε κείνο το μέρος, κρυφά από τον Θεό. Ανάρια βλέπανε άνθρωπο.
Η σπηλιά ήτανε καπνισμένη κι ο βράχος είχε μαυρίσει ως απάνω από την καπνιά που έβγαινε από το στόμα της σπηλιάς. Εκεί μέσα είχανε τα γιατάκια τους, σαν μεντέρια, στρωμένα με προβιές. Στους τοίχους της σπηλιάς είχανε μπήξει παλούκια μέσα στις σκισμάδες του βράχου, και κρεμόντανε καρδάρες, τυροβόλια, μαγιές, τουφέκια και μαχαίρια, λες κ’ ήτανε λημέρι των ληστών. Απ’ έξω φυλάγανε οι σκύλοι, όλοι άγριοι σαν λύκοι.
Η ακροθαλασσιά βρισκότανε ως ένα τσιγάρο απόσταση από τη μάντρα. Ήτανε έρημη, κι άλλο δεν ακουγότανε εκεί πέρα παρά μοναχά ο αγκομαχητός του πελάγου, μέρα – νύχτα. Με τον βοριά απάγκιαζε, και καμμιά φορά πόδιζε κανένα καΐκι. Αλλιώς δεν έβλεπες βάρκα πουθενά. Από το μαντρί αγνάντευε κανένας το πέλαγο ανάμεσα στα δέντρα, και το μάτι ξεχώριζε καθαρά τα βουνά της Μυτιλήνης.
Την παραμονή τα Χριστούγεννα, είπαμε πως ο καιρός χάλασε, κι άρχισε να πέφτει χιονόνερο. Οι τσομπάνηδες είχανε μαζευτεί στη σπηλιά κι ανάψανε μια μεγάλη φωτιά και κουβεντιάζανε. Τα παιδιά είχανε σφάξει δυο αρνιά και τα γδέρνανε. Ο Αλέξης έβαλε απάνω σ’ ένα ράφι μυτζήθρες και τυρί ανάλατο μέσα στα τυροβόλια, αγίζι και γιαούρτι. Ο Δυσσέας είχε μια παλιά Σύνοψη, κ’ επειδή γνώριζε λίγο από ψαλτικά κ’ ήξερε και πέντε γράμματα, διάβαζε τις Κυριακάδες κι όποτε ήτανε γιορτή κανένα τροπάρι και λιγοστά από τον Εξάψαλμο. Εκείνη την ώρα φυλλομετρούσε τη Σύνοψη, για να δει τι γράμματα ήτανε να πει.
Θά ‘τανε ώρα σπερινού. Κείνη την ώρα ακούσανε κάτι τουφεκιές. Καταλάβανε πως θά ‘τανε τίποτα κυνηγοί. το ένα παιδί, που είχε πάγει να φέρει ξύλα με τον γάϊδαρο, είπε πως το πρωΐ είχε ακούσει τουφεκιές κατά την από μέσα θάλασσα, κατά την Άγια-Παρασκευή. Οι σκύλοι πιάσανε και γαβγίζανε όλοι μαζί και πεταχτήκανε όξω από τη μάντρα.
Σε λίγο φανερωθήκανε από πάνω από τη σπηλιά δυό άνθρωποι με τουφέκια, και φωνάζανε τους τσομπάνηδες να μαζέψουνε τα σκυλιά, που χυμήξανε απάνω τους. Ο Σκούρης άφησε τους ανθρώπους κι άρπαξε ένα από τα ζαγάρια πού ‘χανε οι κυνηγοί και το ξετίναζε να το πνίξει. Ο κυνηγός έρριξε απάνου του, και τα σκάγια τον πόνεσανε και γύρισε πίσω, μαζί με τ’ άλλα μαντρόσκυλα, που πηγαίνανε πισώδρομα όσο κατεβαίνανε οι κυνηγοί. Τέλος πάντων, εβγήκε ο Μπαρμπάκος με τους άλλους και πιάσανε τον Σκούρη και τον δέσανε, διώξανε και τ’ άλλα σκυλιά.
«Ώρα καλή, βρε παιδιά!» φώναξε ο Παναγής ο Καρδαμίτσας, ζωσμένος με τα φυσεγκλίκια, με το ταγάρι γεμάτο πουλιά.
Ο άλλος, που ήτανε μαζί του, ήτανε ο γυιός του ο Δημητρός.
«Πολλά τα έτη!» αποκριθήκανε ο Μπαρμπάκος κ’ η συντροφιά του. «Καλώς ορίσατε!»
Τους πήγανε στη σπηλιά.
«Μωρέ, τ’ είν’ εδώ; Παλάτι! Παλάτι με βασιλοπούλες!» είπε ο μπάρμπα-Παναγής, δείχνοντας τις μυτζήθρες που αχνίζανε.
Τους βάλανε να καθήσουνε, τους κάνανε καφέ. Οι κυνηγοί είχανε κονιάκι. Κεραστήκανε.
«Βρε αδερφέ», έλεγε ο μπάρμπα-Παναγής, «ποιος να τό ‘λεγε, χρονιάρα μέρα, πως θα κάνουμε Χριστούγεννα στο σπήλαιο που εγεννήθη ο Χριστός! Εχτές περάσαμε στην Άγια – Παρασκευή, να κυνηγήσουμε λίγο. Ε, δικός μας είναι ο ηγούμενος, κοιμηθήκαμε στο μοναστήρι, και σήμερα την αυγή βγήκαμε στο κυνήγι. Βλέποντας πως φουρτούνιασε ο καιρός, είπαμε πως δε θα μπορέσουμε να περάσουμε το μπουγάζι με τη σαπιόβαρκα του μπάρμπα-Μανώλη του Βασιλέ. Κ’ επειδή ξέραμε απ’ άλλη φορά το μαντρί, και με το κυνήγι πέσαμε σε τούτα τα σύνορα, είπαμε νά ‘ρθουμε στ’ αρχοντικό σας… Μωρέ, τι σκύλο έχετε; Αυτό είναι θηρίο, ασλάνι και καπλάνι!
Μπρε, μπρε, μπρε! το ζαγάρι το πετσόκοψε! Για κοίταξε τι χάλια το ‘κανε!»
Και γύρισε σε μια γωνιά της σπηλιάς, που κλαμούριζε το σκυλί κ’ έτρεμε σαν θερμιασμένο.
«Έλα δω, Φλοξ! Φλοξ!»
Μα η Φλοξ από την τρομάρα της τρύπωνε πιό βαθιά.
Άμα ήπιανε δυό-τρία κονιάκια, ο μπάρμπα-Παναγής άρχισε να μασά τα μουστάκια του, και στο τέλος έπιασε να τραγουδά:
Καλήν εσπέραν, άρχοντες, αν είναι ορισμός σας,
Χριστού την θείαν γέννησιν να πω στ’ αρχοντικό σας.
Ύστερα ο Δυσσέας έψαλε το «Χριστός γεννάται, δοξάσατε».
Εκείνη την ώρα ακούσανε πάλι τα σκυλιά να γαβγίζουνε. Στείλανε τα παιδιά να δούνε τι είναι. Ο αγέρας είχε μπουρινιάσει κ’ έρριχνε παγωμένο νερό. Κρύο τάντανο!
Σε λίγο πάψανε τα σκυλιά, και γυρίσανε πίσω τα παιδιά. Από πίσω τους μπήκανε στη σπηλιά τρεις άντρες, που φαινόντανε πως ήτανε θαλασσινοί, και δυό καλόγεροι, βρεμένοι όλοι και ξυλιασμένοι απ’ το κρύο. Τους καλωσορίσανε, τους βάλανε και καθήσανε.
Μόλις πήγε κοντά στη φωτιά ο πρώτος, ο καπετάνιος, τον γνώρισε ο Μπαρμπάκος κ’ έβγαλε μια χαρούμενη φωνή. Ήτανε ο καπετάν-Κωσταντής ο Μπιλικτσής, που ταξίδευε στην Πόλη. Είχε περάσει κι άλλη φορά από τη Σκρόφα, κ’ είχανε δέσει φιλία με τον Μπαρμπάκο, που δεν ήξερε τι περιποίηση να τους κάνει. οι άλλοι δυό ήτανε γεμιτζήδες κι αυτοί, άνθρωποι του καϊκιού του.
Ο ένας από τους καλόγερους, ένας σωματώδης με μαύρα γένεια, ομορφάνθρωπος, ήτανε ο πάτερ-Σιλβέστρος Κουκουτός, καλογερόπαπας. Ο άλλος ήτανε λιγνός, με λίγες ανάριες τρίχες στο πηγούνι, σαν τον Άγιο Γιάννη τον Καλυβίτη. Τον λέγανε Αρσένιο Σγουρή.
Ο καπετάν-Κωσταντής ερχότανε από την Πόλη και πήρε στο καΐκι τον πάτερ-Σίλβεστρο, που είχε πάγει στην Πόλη από τ’ Άγιον Όρος για ελέη, κ’ ήθελε να κάνει Χριστούγεννα στην πατρίδα του. Ο πάτερ-Αρσένιος είχε ταξιδέψει μαζί του από τη Μονή του Παντοκράτορας στο Όρος, κ’ ήτανε από τη Θεσσαλία.
Ταξιδέψανε καλά. Μα σαν καβατζάρανε τον Κάβο-Μπαμπά, ο αγέρας μπουρίνιασε, κι όλη τη μέρα αρμενίζανε με μουδαρισμένα πανιά και με τον στάντζο, ως που φτάξανε κατά το βράδυ απ’ έξω από το Ταλιάνι. Ο καιρός σκύλιαξε κι ο καπετάνιος δεν μπόρεσε να ‘μπει στο μπουγάζι, να κάνουνε Χριστούγεννα στην πατρίδα.
Αποφάσισε λοιπόν να ποδίσει, και πήγε και φουντάρισε στ’ απάγκειο, πίσω από έναν μικρόν κάβο, από κάτω από το μαντρί. Κ’ επειδή θυμήθηκε τον φίλο του τον Μπαρμπάκο, πήρε τους γέροντες και τους δυο άλλους νοματέους και τραβήξανε για το αγίλι [=μαντρί]. Στο τσερνίκι είχανε αφήσει τον μπαρμπ’ – Απόστολο με τον μούτσο.
Σάν είδανε πως στη σπηλιά βρισκότανε κι ο κυρ-Παναγής με τον κυρ-Δημητρό, γίνηκε μεγάλη χαρά και φασαρία.
«Μωρέ να δεις», έλεγε ο κυρ-Παναγής, «τώρα ψέλναμε το τροπάρι, κι απάνω που λέγαμε «εν αυτή γαρ οι τοις άστροις λατρεύοντες υπό αστέρος εδιδάσκοντο…», φτάξατε κ’ εσείς οι μάγοι με τα δώρα! Γιατί βλέπω μια νταμιζάνα κρασί, βλέπω λακέρδα, βλέπω χαβιάρια, βλέπω παξιμάδια, μπακλαβάδες, «σμύρναν, χρυσόν και λίβανον»!
Χα! Χα! Χα!» — γελούσε δυνατά ο κυρ-Παναγής, μισομεθυσμένος και ψευδίζοντας, και χάϊδευε την κοιλιά του, γιατί ήτανε καλοφαγάς.
Στο μεταξύ ο πάτερ – Αρσένιος ο Σγουρής ζωντάνεψε ο καϊμένος, κ’ είπε σιγανά χαμογελώντας και τρίδοντας τα χέρια του:
«Δόξα σοι ο θεός, Κύριε ημών Ιησού Χριστέ, που μας ελύτρωσες εκ του κλύδωνος!» κ’ έκανε τον σταυρό του.
Ο πάτερ – Σίλβεστρος είπε να σηκωθούνε όρθιοι, κ’ είπε λίγες ευχές, το «Χριστός γεννάται», κ’ ύστερα με τη βροντερή φωνή του έψαλε:
«Μεγάλυνον, ψυχή μου, την τιμιωτέραν και ενδοξοτέραν των άνω στρατευμάτων.
Μυστήριον ξένον ορώ και παράδοξον. Ουρανόν το σπήλαιον, θρόνον χερουβικόν την Παρθένον, την φάτνην χωρίον, εν ω ανεκλίθη ο αχώρητος Χριστός ο Θεός, ον ανυμνούντες μεγαλύνομεν.»
Ύστερα καθήσανε στο τραπέζι. Τέτοιο τραπέζι βλογημένο και χαρούμενο δεν έγινε σε κανένα παλάτι. Τρώγανε και ψέλνανε. Και του πουλιού το γάλα είχε απάνω, από τα μοσκοβολημένα τ’ αρνιά, τα τυριά, τα μανούρια, τις μυτζήθρες, τις μπεκάτσες και τ’ άλλα πουλιά του κυνηγιού, ως τη λακέρδα και τ’ άλλα τα πολίτικα που φέρανε οι θαλασσινοί, καθώς και κρασί μπρούσικο.
Όξω φυσομανούσε ο χιονιάς, και βογγούσανε τα δέντρα κ’ η θάλασσα από μακριά. Ανάμεσα στα βουΐσματα ακουγόντανε και τα κουδούνια από τα ζωντανά που αναχαράζανε. Μέσα από τη σπηλιά έβγαινε η κόκκινη αντιφεγγιά της φωτιάς μαζί με τις ψαλμωδίες και με τις χαρούμενες φωνές. Κι ο κυρ-Παναγής έκλεβε κάπου-κάπου λίγον ύπνο, ρουχάλιζε λιγάκι κ’ ύστερα ξυπνούσε κ’ έψελνε μαζί με τη συνοδεία.
Αληθινά, από τη Γέννηση του Χριστού δεν έλειπε τίποτα. Όλα υπήρχανε: το σπήλαιο, οι ποιμένες, οι μάγοι με τα δώρα, κι ο ίδιος ο Χριστός ήτανε παρών με τους δύο μαθητές του, που ευλογούσανε
«την βρώσιν και την πόσιν».

Το διαβάσαμε από το: Φώτης Κόντογλου, “Χριστούγεννα στη σπηλιά”, (διήγημα) http://thesecretrealtruth.blogspot.com/2011/12/blog-post_7239.html#ixzz2FVOIH9ky

Μπαμπάς και γιος: Μια σχέση ζωής

Ανάμεσα σε πατέρα και γιο υπάρχουν σχέσεις δύναμης, αντιπαλότητας και εξουσίας που μπερδεύονται, άλλοτε τρυφερά και άλλοτε επικίνδυνα. O μόνος που μπορεί να τις ξεκαθαρίσει είναι ο πατέρας.

Η σχέση μητέρα γιου είναι μια «σχέση πρότυπο» που θα ακολουθεί το παιδί σε όλη του τη ζωή και θα αναβιώνει ή θα αναζητείται σε όλες του τις σχέσεις. Μέσα από αυτήν το αγόρι θα μάθει να φέρεται με σεβασμό, τρυφερότητα και ευαισθησία στο άλλο φύλο. Όμως η σχέση πατέρα γιου είναι εκείνη που θα καθορίσει τα χαρακτηριστικά της προσωπικότητάς του. Ο ρόλος του αποτελείται από μια σειρά κοινωνικών υποχρεώσεων, χωρίς να υπάρχουν τα αντίστοιχα «πατρικά ένστικτα». Οι μπαμπάδες δίνουν έμφαση στη δικαιοσύνη και τα καθήκοντα (που βασίζονται σε κανόνες), ενώ οι μαμάδες δίνουν έμφαση στην κατανόηση, την φροντίδα και την βοήθεια (που βασίζεται στις ανθρώπινες σχέσεις), λέει ο Erik Erikson, Γερμανός εξελικτικός ψυχολόγος και ψυχαναλυτής γνωστός για τη θεωρία του σχετικά με την ψυχοκοινωνική ανάπτυξη των ανθρώπινων όντων. Οι μπαμπάδες τείνουν να παρακολουθούν και να επιβάλουν συστηματικά και αυστηρά κανόνες, διδάσκοντας τα παιδιά τις συνέπειες του σωστού και του λάθους. Οι μαμάδες τείνουν να διδάσκουν την καλοσύνη και την κατανόηση, να δημιουργούν αίσθηση ελπίδας. Και σε αυτή την περίπτωση, το υγιές είναι να μεγαλώνει το παιδί και με τις δύο αυτές προσεγγίσεις. Οι μπαμπάδες προετοιμάζουν τα παιδιά για τον πραγματικό κόσμο.

Πώς θα μεγαλώσετε έναν ευτυχισμένο γιο

1. Αναγνωρίστε πόσο πολύ τον επηρεάζετε
Κάποιοι μπαμπάδες είτε επειδή είναι υπεραπασχολημένοι, είτε επειδή θεωρούν ότι η ανατροφή των παιδιών είναι «δουλειά» της μαμάς, συχνά υποτιμούν το δικό τους ρόλο στην ανατροφή των γιων τους. Μην περιμένετε να μεγαλώσει για να ασχοληθείτε δημιουργικά μαζί του.
2. Υιοθετήστε κοινά ενδιαφέροντα
Πηγαίνετε μαζί για κάμπινγκ, συνοδέψτε το στο στίβο, οργανώστε μια φορά την εβδομάδα ένα τουρνουά επιτραπέζιων. Όσο μεγαλύτερο διάστημα είστε μαζί, τόσο πιο πολύ θα δεθείτε.
3. Μη φοβάστε να παλέψετε μαζί του.
Λίγη πάλη στο χαλί θα βοηθήσει το γιο σας να ανακαλύψει τη μαχητικότητα του και να πειραματιστεί με την ανταγωνιστικότητά του. Μέσα από αυτή τη μικρή «πάλη» θα βρείτε την ευκαιρία να του μάθετε πώς να προστατεύει τον εαυτό του και να εξασκεί τις σωματικές του δεξιότητες. Αλλά και πώς να παίρνει ρίσκα.
4. Οργανώστε μαζί μια μεγάλη και «επικίνδυνη» αποστολή.
Στα αγόρια αρέσουν τα μεγαλεπήβολα σχέδια. Μια εξερεύνηση στο βουνό, ένα Σαββατοκύριακο στη φύση, μια επικίνδυνη ανάβαση θα είναι κάτι μεγάλο που θα θυμάται σε όλη την υπόλοιπη ζωή του.
5. Ακούστε τον προσεκτικά.
Είναι γνωστό πως οι άντρες δε δίνουν ιδιαίτερο βάρος στην επικοινωνία. Όμως τα παιδιά δίνουν πολύ. Βέβαια η σωστή επικοινωνία χρειάζεται και καθαρό μυαλό. Μην προσποιείστε λοιπόν πως τον ακούτε, ενώ έχετε γυρίσει κουρασμένοι από τη δουλειά. Δημιουργήστε τις συνθήκες ώστε να είστε ξεκούραστοι και να μπορέσετε να τον ακούσετε πραγματικά. Ακούτε τι έχει να σας πει, ακόμη κι αν το θεωρείτε γελοίο ή ανούσιο αυτό που σας λέει. Γονατίστε για να φτάσετε στο ύψος του – θα σας ακούσει καλύτερα όταν το αντιμετωπίζετε ως «ίσο προς ίσο».
6. Μη φοβηθείτε να μιλήσετε ανοιχτά μαζί του
Μια ανοιχτή επικοινωνία είναι πάντα ένα σωστό βήμα προς την ωρίμανση. Μη φοβηθείτε να μιλήσετε μαζί του για τα πιο «δύσκολα» θέματα όπως ο έρωτας, τα κορίτσια…ή ακόμη και το σεξ
7. Εστιάστε στη θετική πλευρά της ζωής.
Μην ξεχνάτε πως τα παιδιά βομβαρδίζονται καθημερινά από αρνητικά μηνύματα (για παράδειγμα από την τηλεόραση). Προστατεύστε τον από ότι μπορεί να τον κάνει να σκέφτεται αρνητικά.
8. Έχετε υπομονή, κατανόηση, ευελιξία και χιούμορ
Είναι τα καλύτερα όπλα για να αντιμετωπίσει τις δύσκολες στιγμές της ζωής.
9. Μιλήστε του για τις ρίζες του
Το πιο σπουδαίο μάθημα για να καταλάβει από πού προέρχεται και να νιώσει ότι κάπου ανήκει.
10. Δείξτε σεβασμό στη μητέρα του
Και μάθετέ το να δείχνει σεβασμό και εκείνο. Αυτό όχι μόνο θα το βοηθήσει στις μελλοντικές του σχέσεις με τις γυναίκες αλλά θα διευκολύνει αφάνταστα και τη μεταξύ σας σχέση.

Με τη συνεργασία της Τίνας Γιάκα (M.ed ψυχολόγος-παιδοψυχολόγος)

http://www.imommy.gr/pateras/eimai-mpampas/article/1339/mpampas-kai-gios–mia-sxesh-zwhs/?ref=newsletter

Τι είναι ιδιοσυγκρασία του παιδιού; Πώς μπορώ να κατανοήσω καλύτερα την ιδιοσυγκρασία του παιδιού μου;

Η ευκολία με την οποία ένα παιδί προσαρμόζεται στο περιβάλλον του, επηρεάζεται από την ιδιοσυγκρασία του (temperament) –την προσαρμοστικότητα και το συναισθηματικό του στυλ. Στο μεγαλύτερο μέρος της, η ιδιοσυγκρασία του κάθε παιδιού είναι μια εγγενής ιδιότητα, δηλαδή γεννιέται με αυτήν. Σε κάποιο βαθμό, μπορεί να υποστεί αλλαγές (ειδικά στα πρώτα χρόνια της ζωής) από τις εμπειρίες και τις αλληλεπιδράσεις του παιδιού με άλλα πρόσωπα του περιβάλλοντος, καθώς και από την υγεία του.

Κάποια παιδιά θεωρούνται «εύκολα»: είναι προβλέψιμα, ήρεμα και προσεγγίζουν τις καινούριες εμπειρίες με θετικό τρόπο. Άλλα παιδιά είναι πιο δύσκολα και δεν έχουν τη δυνατότητα να διαχειριστούν με ευκολία τα συναισθήματά τους και τον τρόπο που τα εκφράζουν. Όταν η προσωπικότητα ενός παιδιού δεν ταιριάζει με εκείνη των άλλων μελών στην οικογένεια, αυτό μπορεί να δυσκολέψει τη ζωή όλων. Βέβαια, κανένα παιδί δεν είναι ίδιο συνεχώς, όμως το καθένα έχει το δικό του συνηθισμένο «τύπο».

Μέχρι να φτάσει σε σχολική ηλικία, η ιδιοσυγκρασία του παιδιού είναι πια καλά σχηματισμένη και αρκετά προφανής στους ανθρώπους που το γνωρίζουν και δεν είναι πιθανό ότι θα αλλάξει πολύ στο μέλλον. Αυτά τα ενδογενή χαρακτηριστικά του παιδιού δεν έχουν καμία σχέση με τις ικανότητές ανατροφής που έχουν οι γονείς του. Ωστόσο, η συμπεριφορική προσαρμογή ενός παιδιού σχολικής ηλικίας εξαρτάται πολύ από την αλληλεπίδραση ανάμεσα στην ιδιοσυγκρασία του και σε εκείνη των γονιών του, καθώς από τον τρόπο που οι άλλοι ανταποκρίνονται σε αυτό. Έτσι καθορίζεται τελικά πώς θα «ταιριάξει» με το περιβάλλον αλλά και με τους ανθρώπους γύρω του.

Ένα παιδί «ζωντανό», κινητικό, που από βρέφος αντιδρά έντονα και επιζητά την προσοχή των γύρω, θα χαρακτηριστεί σαν «δύσκολο» από ένα γονιό χαμηλών τόνων, με αργές αντιδράσεις, ο οποίος πιθανόν να δυσκολευτεί να ανταποκριθεί κατάλληλα στην ιδιοσυγκρασία αυτού του παιδιού. Αντίστοιχα, ένα νήπιο κλειστό, διστακτικό,  με ήπιες αντιδράσεις και αργούς ρυθμούς, θα δυσκολευτεί εάν μεγαλώνει σε περιβάλλον με  ενεργητικές ή νευρικές προσωπικότητες με έντονη ιδιοσυγκρασία.  Το φτωχό «ταίριασμα» ανάμεσα στην ιδιοσυγκρασία του παιδιού και σε εκείνη των γονιών του, μπορεί να οδηγήσει από πολύ νωρίς σε προβλήματα, παρεξηγήσεις και συγκρούσεις τα οποία μπορεί να διαρκέσουν για μία ζωή και να επηρεάσουν αρνητικά την ανάπτυξη του παιδιού.

Τα χαρακτηριστικά της ιδιοσυγκρασίας.

Η ενημέρωση για κάποια από τα χαρακτηριστικά της ιδιοσυγκρασίας, βοηθά το γονιό να κατανοήσει καλύτερα το παιδί του, να εκτιμήσει το πόσο μοναδικό είναι, αλλά και να τα βγάλει πέρα με προβλήματα που προκαλούνται από το φτωχό «ταίριασμα».

Υπάρχουν τουλάχιστον εννέα σημαντικά χαρακτηριστικά που συνιστούν την ιδιοσυγκρασία:

  • Το επίπεδο δραστηριότητας: είναι το επίπεδο της σωματικής δραστηριότητας, της κινητικότητας, της ανησυχίας ή της νευρικότητας που εκδηλώνει ένα παιδί στις καθημερινές του δραστηριότητες (το οποίο μπορεί επίσης να επηρεάζει τον ύπνο).
  • Η ρυθμικότητα ή η κανονικότητα: δείχνει αν το μωρό έχει ή δεν έχει ένα σταθερό σχήμα βασικών λειτουργιών όπως η όρεξη, ο ύπνος ή οι συνήθειες των σφιγκτήρων.
  • Η προσέγγιση ή η απόσυρση: είναι ο τρόπος που το παιδί αντιδρά για πρώτη φορά στα καινούρια ερεθίσματα (γρήγορα, τολμηρά, αργά, διστακτικά;), είτε αυτά είναι καταστάσεις, μέρη, τροφές, αλλαγές στις ρουτίνες ή άλλες μεταβολές.
  • Η προσαρμοστικότητα: είναι το πόσο εύκολα ή δύσκολα το παιδί προσαρμόζεται στην αλλαγή ή σε μια νέα κατάσταση και πόσο καλά μπορεί να τροποποιήσει τις αντιδράσεις του.
  • Η ένταση: είναι το ποσό της ενέργειας με την οποία συνήθως ανταποκρίνεται ένα παιδί σε μια κατάσταση, είτε είναι θετική, είτε αρνητική.
  • Η διάθεση: είναι η συναισθηματική απάντηση την οποία συνήθως εκδηλώνει το παιδί, θετική ή αρνητική ή το πόσο ευχάριστα, φιλικά ή εχθρικά είναι τα λόγια και οι συμπεριφορές του παιδιού.
  • Το εύρος της προσοχής: είναι η ικανότητα του παιδιού να συγκεντρώνεται ή να πραμένει σε μια ασχολία, με ή χωρίς περισπασμούς.
  • Η διάσπαση της προσοχής: είναι πόσο εύκολα το παιδί αποσπάται από ερεθίσματα του περιβάλλοντος (ακουστικά ή οπτικά) από από μια ασχολία
  • Ο αισθητηριακός ουδός: είναι το ποσό του ερεθίσματος που χρειάζεται να πάρει ένα παιδί, ώστε να ανταποκριθεί. Μερικά παιδιά ανταποκρίνονται και στο παραμικρό ερέθισμα, ενώ άλλα χρειάζονται έντονα ερεθίσματα για να ανταποκριθούν

Πώς επηρεάζει τα παιδιά και τους γονείς η ιδιοσυγκρασία;

Κάθε παιδί έχει τον δικό του συνδυασμό από τα εννέα χαρακτηριστικά της ιδιοσυγκρασίας. Τα περισσότερα,  αλλά όχι όλα τα παιδιά, τείνουν να ανήκουν σε μια από τις ακόλουθες κατηγορίες: εύκολα, ντροπαλά (αυτά που «ζεσταίνονται» αργά –στα αγγλικά ο όρος είναι: slow to warm up) και δύσκολα παιδιά. Αυτές οι κατηγορίες αποτελούν μια χρήσιμη αλλά αδρή σύνοψη της ιδιοσυγκρασίας και καμιά τους δεν προσφέρει μια πλήρη εικόνα του παιδιού. Πολλοί γονείς βρίσκουν ότι είναι πιο χρήσιμο να σκέφτονται για το παιδί τους με τους όρους των εννέα χαρακτηριστικών της ιδιοσυγκρασίας.

  • Το εύκολο παιδί ανταποκρίνεται με ευκολία στον κόσμο γύρω του. Η διάθεσή του είναι θετική, με έντασή ήπια ή μέτρια έντονη. Προσαρμόζεται εύκολα σε καινούρια σχολεία και πρόσωπα. Όταν συναντά μια δύσκολη ή εκνευριστική κατάσταση, αντιμετωπίζει σχετικά λίγο άγχος. Οι γονείς του συνήθως λένε ότι χαίρεσαι να το έχεις κοντά σου. Περίπου το 40% των παιδιών ανήκουν σε αυτή την κατηγορία.
  • Το δεύτερο  ιδιοσυγκρασικό προφίλ αφορά το ντροπαλό παιδί που έχει την τάση να εκδηλώνει ήπιας έντασης διάθεση, όχι πάντα αρνητική. Προσαρμόζεται αργά σε άγνωστα περιβάλλοντα και ανθρώπους, είναι διστακτικό και ντροπαλό όταν κάνει νέους φίλους και έχει την τάση να αποσύρεται όταν συναντά νέα πρόσωπα και καταστάσεις. Όταν έρθει σε επαφή με κάτι καινούριο, το ντροπαλό παιδί είναι πολύ πιθανό να αντιμετωπίσει πρόβλημα με το άγχος, τον αποχωρισμό και να εκδηλώσει σωματικά συμπτώματα. Με το πέρασμα του χρόνου, μπορεί να γίνει πιο δεκτικό σε νέα πρόσωπα και καταστάσεις, όταν έχει εξοικειωθεί μαζί τους.
  • Τέλος, το δύσκολο παιδί έχει την τάση να αντιδρά με τρόπο αρνητικό και έντονο. Όταν είναι μωρό οι γονείς το περιγράφουν γκρινιάρικο, και σα μικρό παιδί είναι ευάλωτο σε ξεσπάσματα θυμού και ευχαριστιέται δύσκολα. Περιστασιακά μπορεί να είναι εκρηκτικό, ξεροκέφαλο και να προσαρμόζεται δύσκολα σε νέες καταστάσεις. Κάποια παιδιά με τη συγκεκριμένη ιδιοσυγκρασία μπορεί να δυσκολευτούν να προσαρμοστούν στο σχολείο και οι δάσκαλοί τους μπορεί να παραπονιούνται για προβλήματα μέσα κι έξω από την τάξη. Όταν τα παιδιά έχουν δύσκολη ιδιοσυγκρασία, έχουν συνήθως περισσότερα συμπεριφορικά προβλήματα, πράγμα που προκαλεί περισσότερη πίεση στη μητέρα ή την οικογένεια.

Είναι πολύ σημαντικό να διαχωρίζεται η δύσκολη ιδιοσυγκρασία από άλλα προβλήματα. Για πράδειγμα, χρόνιες ή υποτροπιάζουσες αρρώστιες, καταστάσεις όπου το παιδί βιώνει συναισθηματικό ή σωματικό στρες, μπορούν να προκαλέσουν συμπεριφορικές δυσκολίες οι οποίες δεν έχουν καμιά σχέση με την ιδιοσυγκρασία.

Σπυριδούλα Κώτση-Παιδοψυχίατρος

Θεσσαλονίκη, 17/12/12, για την ΠΑΙΔΟΨΥΧΙΑΤΡΙΚΗ ΣΗΜΕΡΑ

(Παρακαλώ κάθε κοινοποίηση ολόκληρου του κειμένου ή μέρους αυτού να αναφέρει το όνομα του συγγραφέα και την πηγή από όπου προήλθε.)

Ένα άγνωστο θρησκευτικό άρθρο του Παπαδιαμάντη :”Χριστούγεννα”

Ένα άγνωστο θρησκευτικό άρθρο του Παπαδιαμάντη :”Χριστούγεννα”

μέσω Η Θεολογία Μεσοπέλαγα: Ένα άγνωστο θρησκευτικό άρθρο του Παπαδιαμάντη :”Χριστούγεννα”.