Του Δημ. Αγκαβανάκη
Πολύς ντόρος έγινε τελευταία για το κυβερνητικό σχέδιο τροποποίησης του ισχύοντος υπαλληλικού κώδικα που σε λίγο η κυβέρνηση θα το εισάγει προς ψήφιση στη βουλή.
Η κυβέρνηση πανηγυρίζει και προβάλλει αυτό το σχέδιο, ως μέγιστο βήμα εκδημοκρατισμού που αποτελεί προϊόν συναίνεσης και συμφωνίας με την ΑΔΕΔΥ. Ο υπουργός ΥΠΕΣΔΑ δεν παρέλειψε να ευχαριστήσει την πλειοψηφία της διοίκησης της ΑΔΕΔΥ για τη συνεργασία της, τονίζοντας ότι ο νέος Κώδικας «είναι προϊόν μιας καρποφόρας συνεργασίας με όλους τους αρμόδιους φορείς και ιδίως με την ΑΔΕΔΥ. Η συντριπτική πλειοψηφία των διατάξεών του – πρόσθεσε – προέκυψε ύστερα από συμφωνία με την ΑΔΕΔΥ». (21 Μάρτη)
Η σύμπραξη όμως αυτή, όπως θα αποδείξουμε παρακάτω, όχι μόνον δεν επιφέρει εκδημοκρατισμό στη δημόσια διοίκηση αλλά αντίθετα εκσυγχρονίζει τη χειραγώγηση και τον πειθαναγκασμό σε βάρος των εργαζομένων στο δημόσιο. Γιαυτό η πλειοψηφία της ΑΔΕΔΥ γίνεται για μια ακόμα φορά συνένοχη σε αντεργατικά μέτρα.
Για να κατανοήσουμε τι σημαίνει υπαλληλικός κώδικας, είναι ανάγκη να δούμε συνοπτικά την ιστορική του διαδρομή. Η πρώτη σύνταξη και νομοθετική ισχύς του ανατρέχει στο 1911. Τότε αυτό το νομοθέτημα, ως «Kώδιξ», καθιέρωνε μεν τη μονιμότητα των δημοσίων υπαλλήλων, ωστόσο περιείχε την πολιτική ομηρία και τον απόλυτο έλεγχο του φρονήματός τους και κατά καιρούς, σε στιγμές υποχώρησης του λαϊκού κινήματος, στις δικτατορίες Θ. Πάγκαλου το 1925, του Μεταξά το 1936, του Βενιζελικού ΄΄ιδιώνυμου΄΄ το 1931, στην κατοχή, στον εμφύλιο, στην χούντα του 1967, με τα πιστοποιητικά κοινωνικών φρονημάτων κλπ, αυτός ο υπαλληλικός κώδικας αποτέλεσε τον πολιορκητικό κριό για κάθε μορφής διώξεων των κομμουνιστών και προοδευτικών εργαζομένων στο δημόσιο.
Το 1947 εν μέσω εμφυλίου πολέμου, με το νόμο 342/1947 συγκροτήθηκε επιτροπή Υπαλληλικού Κώδικα. Αυτή έκανε τόσες και τέτοιες τροποποιήσεις πάνω στον υπαλληλικό κώδικα του 1911 και έτσι το κείμενό της που κατατέθηκε από την τότε κυβέρνηση στη Βουλή, όπου και έγινε νόμος, ο νόμος 1811/51, αποτέλεσε στην ουσία στρατιωτικό νόμο. Προσδιοριστική της αντιλαϊκότητας αυτού του νόμου, αποτελεί και η επίκληση του τότε υπουργού οικονομικών κ. Γ. Μαύρου που είπε: «κύριοι βουλευταί επειδή εκ της ψηφίσεως του Υπαλληλικού Κώδικος εξαρτώνται γενικότερα συμφέροντα του Κράτους είναι δε και επιθυμία της Αμερικάνικης αποστολής… παρακαλώ τη Βουλήν όπως δεχθεί το νομοσχέδιο ως ψηφισθέν» πρακτ. Βουλής 28/20.12.1951.
Αυτός ο Κώδικας υπέστη τροποποιήσεις και το 1976 και το 1999 και τώρα με το νέο σχέδιο της κυβέρνησης της ΝΔ. Είτε όμως ως «Κώδιξ» μέχρι το 1976 που αποτέλεσε εργαλείο «εθνοκάθαρσης» της Δημόσιας Διοίκησης από τους κομμουνιστές και τους άλλους προοδευτικούς δημόσιους υπάλληλους, είτε ως Κώδικας μετέπειτα αλλά και με τις σημερινές κυβερνητικές τροποποιήσεις, ποτέ δεν έπαψε να αποτελεί μηχανισμό χειραγώγησης και πειθαναγκασμού των εργαζομένων στο δημόσιο, για την απαρέγκλιτη λειτουργία τους, ως γρανάζια μιας δημόσιας διοίκησης του συγκεκριμένου κράτους του κεφαλαίου.
Και σήμερα οι αλλαγές που γίνονται με το κυβερνητικό σχέδιο, αποβλέπουν να «εκσυγχρονίσουν» τον υπαλληλικό κώδικα με στόχο να συμβάλλει στο να πάρει η κρατική μηχανή, η δημόσια διοίκηση τις αναγκαίες «στροφές», ώστε να γίνει πιο αποτελεσματική για την κερδοφορία του κεφαλαίου και πιο συμβατή με την Ευρωένωση και τους άλλους ιμπεριαλιστικούς οργανισμούς του κεφαλαίου. «Η ανταγωνιστικότητα επιβάλλει στη δημόσια διοίκηση να διευκολύνει την επιχειρηματικότητα και γι΄ αυτό μέσα σε δέκα με δεκαπέντε μέρες θα πρέπει να ολοκληρώνει τις διαδικαστικές διοικητικές υποχρεώσεις των επιχειρηματιών», αναφέρεται στα πορίσματα της πρόσφατης (24-25/ Μάρτη), εαρινής συνόδου της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Αυτό ακριβώς φροντίζει και το νέο σχέδιο τροποποίησης του Υπαλληλικού Κώδικα, όπου συντομεύονται και απλοποιούνται οι διαδικασίες για χορήγηση των επιδοτήσεων και των άλλων διευκολύνσεων των επιχειρηματιών.
Από εκεί και πέρα κυρίαρχη θέση κατέχει η βασική διάταξη του υπαλληλικού κώδικα για το ρόλο του δημοσίου υπαλλήλου. «Ο υπάλληλος είναι εκτελεστής της θέλησης του κράτους». Λέει το άρθρο 24. Δηλαδή σ’ αυτήν τη φράση ενυπάρχει η χειραγώγηση και ο πειθαναγκασμός του δημοσίου υπαλλήλου στην υπηρεσία των συμφερόντων του συλλογικού καπιταλιστή, του κράτους, της εξουσίας δηλ. του κεφαλαίου. Αυτά τα συμφέροντα αναγορεύονται σε υπέρτατο νόμο τον οποίο ο δημόσιος υπάλληλος οφείλει να τον υπηρετεί άκριτα. Με το άρθρο 27 κρίνεται «η συμπεριφορά του δημοσίου υπαλλήλου εντός και εκτός υπηρεσίας» και φυσικά η συμπεριφορά αγωνιστικής αμφισβήτησης των αντιλαϊκών αναδιαρθρώσεων και της αντιλαϊκής πολιτικής και πρακτικής της δημόσιας διοίκησης ως φορέα αυτών των αναδιαρθρώσεων, επισύρει αρνητική συμπεριφορά που συνεπάγεται ακόμα και την απόλυση. Με το άρθρο 39 επαναλαμβάνεται η συνταγματική διάταξη που βάζει υπό αίρεση τη μονιμότητα. «οι δημόσιου υπάλληλοι και οι υπάλληλοι των νομικών προσώπων δημοσίου δικαίου που κατέχουν οργανικές θέσεις είναι μόνιμοι, εφόσον αυτές οι θέσεις υπάρχουν». Μ’ αυτήν τη διάταξη λαμβάνεται μέριμνα για τη διευκόλυνση των ιδιωτικοποιήσεων τομέων του δημοσίου και δημοσίων υπηρεσιών υπέρ των ιδιωτών, απαλλάσσοντάς τους από το «βραχνά» το ‘βαρίδι’ της μονιμότητας των υπαλλήλων που υπηρετούν σε εκείνες τις δημόσιες υπηρεσίες που αυτοί οι ιδιώτες θέλουν να τις εξαγοράσουν. Δηλαδή οι δημόσιοι υπάλληλοι που οι υπηρεσίες τους θα ιδιωτικοποιηθούν παύουν να έχουν οργανική θέση δημοσίου άρα χάνουν και τη μονιμότητά τους. Με το άρθρο 40 ανανεώνεται η ανενεργός διάταξη για τη δίχρονη δοκιμαστική υπηρεσία του δημοσίου υπαλλήλου και ως ανανεωμένη και αναβαπτισμένη από τη βουλή, υπάρχει ορατός κίνδυνος ενεργοποίησής της με ό,τι αρνητικό αυτή συνεπάγεται για τους δημόσιους υπάλληλους. Το άρθρο αυτό συγκεκριμένα λέει: «οι δημόσιοι υπάλληλοι και οι υπάλληλοι των ΝΠΔΔ που διορίζονται σε οργανικές θέσεις, διανύουν δύο έτη δοκιμαστικής υπηρεσίας κατά τη διάρκεια της οποίας απολύονται για λόγους που ανάγονται στην υπηρεσία τους μετά από απόφαση του υπηρεσιακού συμβουλίου». Πρέπει να σημειώσουμε ότι το υπηρεσιακό συμβούλιο είναι απόλυτα ελεγχόμενο όργανο από την κυβέρνηση αφού από τα πέντε μέλη του τα τρία τα διορίζει η εκάστοτε κυβέρνηση. Σήμερα έχοντας υπόψη και το Γαλλικό μοντέλο της πρώτης εργασίας για τους νέους που στα δύο χρόνια μπορεί να τους απολύει ο εργοδότης χωρίς αποζημίωση και γι΄ αυτό έχει πυροδοτήσει εκρήξεις μαζικών κινητοποιήσεων, έχοντας ακόμα υπόψη και τη θέση του προέδρου του ΠΑΣΟΚ για τετραετή ανασφάλιστη εργασία των νέων καθώς και την επικρότηση αυτών των θέσεων από την Ευρωπαϊκή Ένωση, ο κίνδυνος να γίνει το δημόσιο πιλότος για μια τέτοια αρνητικότατη εξέλιξη, είναι προ των θυρών.
Και με αυτόν τον κώδικα ο υπάλληλος συνεχίζει να είναι πολίτης β’ κατηγορίας αφού δεν έχει το δικαίωμα του «εκλέγεσθαι» παρά μόνο μετά από παραίτησή του από την υπηρεσία. Παραμένουν επίσης τα πενταμελή υπηρεσιακά συμβούλια της απόλυτης κυβερνητικής πλειοψηφίας και της δικομματικής παμψηφίας, (τρεις κυβερνητικοί διορισμένοι και δύο αιρετοί του δικομματισμού), τα οποία επιλαμβάνονται των υπηρεσιακών μεταβολών των δημοσίων υπαλλήλων με κριτήρια, σε τελευταία ανάλυση, τις πελατειακές σχέσεις, την ημετεροκρατία και κύρια τις πολιτικές σκοπιμότητες και την πολιτική ομηρία.
Απ’ όλα τα παραπάνω γίνεται σαφές ότι ο υπαλληλικός κώδικας συνεχίζει, με εκσυγχρονισμένη μορφή και ως νέο κυβερνητικό σχέδιο, να αποτελεί διοικητικό, ελεγκτικό και κατασταλτικό μηχανισμό στα χέρια της κυβέρνησης και στην υπηρεσία του κράτους των εχόντων και κατεχόντων. Όλα δείχνουν ότι η ύπαρξη του Κώδικα στην ιστορική του διαδρομή, είναι επικίνδυνη και επιζήμια για τους εργαζόμενους στο Δημόσιο και όχι μόνο. Γι’ αυτό απαιτείται άμεσα την κατάργησή του και η καταδίκη όλων των πολιτικών και συνδικαλιστικών δυνάμεων που συναίνεσαν και συναινούν στην ύπαρξή του. Το κύριο για τις δυνάμεις που αντιστέκονται είναι η πρόταξη και η αγωνιστική διεκδίκηση αιτημάτων, για πλήρη εργασιακά δικαιώματα στους δημόσιους υπαλλήλους, χωρίς όρους και προϋποθέσεις.
Αφήστε μια απάντηση
Για να σχολιάσετε πρέπει να συνδεθείτε.