Η λέξη παιχνίδι προέρχεται από την αρχαία ελληνική λέξη <<παίγνιον>> που προέρχεται από τη λέξη παίζω, η οποία προέρχεται από τη λέξη παις που σημαίνει παιδί. Επομένως η λέξη παιχνίδι σημαίνει κάποια δραστηριότητα που είναι συνδεδεμένη με το παιδί. Επίσης, με τον όρο παιχνίδι εννοούμε και τα είδη των διαφόρων παιχνιδιών.
Το παιχνίδι αποτελεί για τα παιδιά το κύριο μέσο με το οποίο εκφράζουν και φανερώνουν την αυθόρμητη δημιουργική τους σκέψη. Οι ιστορίες που πλάθουν, οι ήρωες που επινοούν, οι σχέσεις των ηρώων που συνθέτουν, τα υλικά που χρησιμοποιούν και μεταπλάθουν καθώς και οι δράσεις αποτελούν μια σύνθετη έκφραση και δείγμα της δημιουργικότητας τους. Το παιχνίδι επιλέγεται ελεύθερα από το παιδί, έχει ένταση, ενθουσιασμό, ανεμελιά, δίνει χαρά και είναι η διασκέδαση του παιδιού.
Πολλοί αρχαίοι φιλόσοφοι μίλησαν για τα θετικά του παιχνιδιού, για την πνευματική και εκφραστική ανάπτυξη των παιδιών που προωθεί. Ο ψυχολόγος Φρέντρικ Σκίννερ υποστήριξε ότι το παιχνίδι βοηθά το παιδί στο να κοινωνικοποιηθεί. Η Μαρία Μοντεσόρι υποστήριξε ότι το παιδί με το παιχνίδι αναπτύσσει τις κλίσεις του καθώς δρα μόνο του και ανακαλύπτει τον κόσμο γύρω του με τις δικές του δυνάμεις. Ο Ζαν Πιαζέ συσχετίζει διάφορους τύπους παιχνιδιού με τα αντίστοιχα στάδια ανάπτυξης και θεωρεί τους κανόνες υποχρεωτικούς για τη σωστή ανάπτυξη του παιδιού. Με το παιχνίδι το παιδί αφομοιώνει τις υπάρχουσες δομές και τις εφαρμόζει στην καθημερινότητά του, σε ό,τι αντιμετωπίζει καθημερινά. Ο Freud θεωρούσε το παιχνίδι έναν τρόπο έκφρασης του παιδιού. Έναν τρόπο να εκφράσει το παιδί συναισθήματα και σκέψεις που δυσκολεύεται να εκφράσει με λόγια. Σύμφωνα με τον Βιγκότσκι το παιχνίδι δημιουργεί τη ζώνη επικείμενης ανάπτυξης.
Τα παιδιά με το παιχνίδι κινούνται, καταλαβαίνουν τα όρια τους, επικοινωνούν, αλληλεπιδρούν, συνεργάζονται, αντιμετωπίζουν προβληματικές καταστάσεις, καταθέτουν ιδέες και πρότερες γνώσεις, συσκέπτονται για να πάρουν τη σωστή απόφαση, σχεδιάζουν και πράττουν. Με το παιχνίδι και μέσα από το παιχνίδι αποκτούν δεξιότητες χωρίς να τις διδάσκει κανείς ενσωματώνοντας γνωστικά, συναισθηματικά και κοινωνικά ερεθίσματα.
Η ενδεχόμενη απουσία του παιχνιδιού έχει αρνητικές συνέπειες στις φυσικές, γνωστικές και κοινωνικές ικανότητες του παιδιού. Επίσης, η ενασχόληση με τα παθητικά παιχνίδια, όπως τα παιχνίδια των παιχνιδομηχανών, στερούν από τα παιδιά την έκφραση και την δημιουργικότητα, γιατί το ενεργητικό – συνεργατικό παιχνίδι είναι μια ουσιαστική συνιστώσα της αναπτυξιακής πορείας του παιδιού.
Έχοντας αυτά υπόψιν μας μπορούμε να ενσωματώσουμε το παιχνίδι στη διδασκαλία μας. Οι εκπαιδευτικοί μπορούμε να δίνουμε χώρο και χρόνο για παιχνίδι στην τάξη, να δίνουμε υλικό, να ενθαρρύνουμε τον προφορικό λόγο, να προωθούμε την δραματοποίηση παραμυθιών για παράδειγμα, ή το παιχνίδι ρόλων, όπου οι μαθητές με τη δική μας βοήθεια και καθοδήγηση θα διερευνήσουν το θέμα, θα σχεδιάσουν και θα παρουσιάσουν ένα αποτέλεσμα συμμετοχής, συνεργασίας και αλληλεπίδρασης. Μπορούμε να ”εκμεταλλευτούμε ” τα ενδιαφέροντα και τις ανάγκες των μαθητών, να αναπαραστήσουμε καταστάσεις της καθημερινότητας, να προωθήσουμε κατάλληλα την κοινωνική αλληλεπίδραση που θα οδηγήσει στη μάθηση.