Λόγιοι του Νεοελληνικού Διαφωτισμού στην περιοχή των Αγράφων επί Οθωμανικής Κυριαρχίας

Λόγιοι του ΝΕ Διαφωτισμού στην περιοχή των Αγράφων επί Οθωμανικής Κυριαριαρχίας (17ος -18ος αι.)

Λόγιοι του Νεοελληνικού Διαφωτισμού στην περιοχή των Αγράφων επί Οθωμανικής Κυριαρχίας (17ος -18ος αι.): Ευγένιος Γιαννούλης ο Αιτωλός και Αναστάσιος Γόρδιος

Σπουδαία θέση στην ιστορία του Νεοελληνικού Διαφωτισμού κατέχουν οι Σχολές των Αγράφων, στις οποίες δίδαξαν οι ονομαστοί Διδάσκαλοι του Γένους Ευγένιος Γιαννούλης και Αναστάσιος Γόρδιος. Το διαφωτιστικό έργο των Διδασκάλων αυτών είχε τρεις στόχους: α)Την απόκτηση από τους Έλληνόπαιδες των απαραίτητων εγκυκλίων γνώσεων για την επαγγελματική και κοινωνική σταδιοδρομία τους. β)Τη σύνδεση της διδασκαλίας με τα ιδεολογικά ρεύματα της Ευρώπης και ιδίως με αυτά του Ευρωπαϊκού Διαφωτισμού, γ)Την αφύπνιση της ελληνικής συνείδησης και την προετοιμασία της Ελληνικής Επανάστασης.
Α΄ Ευγένιος Γιαννούλης ό Αιτωλός (1597-1682)
Ο Ευγένιος Γιαννούλης ό Αιτωλός ήταν λόγιος κληρικός και ένας από τους πιο αξιόλογους ιεροδιδασκάλους του Γένους στον 17ο αιώνα. Υπήρξε ο ιδρυτής των πεφημισμένων σχολών των Αγράφων.
1. Καταγωγή και σπουδές
Γεννήθηκε το 1597 στο Μεγάλο Δέντρο της Αιτωλίας. Έμαθε τα πρώτα του γράμματα στην ιερά μονή Βλοχού (1607-1611). Το 1612-1618 ολοκλήρωσε την ε-γκύκλιο παιδεία του και διδάχθηκε τη βυζαντινή μουσική στη σχολή του Τροβάτου Ευρυτανίας, γνωστή και αναπτυγμένη τότε κοινότητα των Αγράφων, κοντά στο λογιότατο ιεροδιάκονο Αντώνιο. Το 1616 χειροτονήθηκε ιεροδιάκονος στην ιερά μονή της Τατάρνης Ευρυτανίας. Επισκέφθηκε τους Αγίους Τόπους και την Αλεξάνδρεια, στην οποία χειροτονήθηκε ιερεύς από τον Πατριάρχη Κύριλλο Λούκαρι. Μετά την επιστροφή του φοίτησε στη σχολή Τρικάλων Θεσσαλίας (1624-1625), στη σχολή του Παϊσίου Μεταξά στην Κεφαλληνία (1627-1628) και στη σχολή του Θεοφίλου Κορυδαλλέως στη Ζάκυνθο (1628-1636).
O μαθητής του και βιογράφος του Αναστάσιος Γόρδιος γράφει για τις σπουδές του Ευγενίου Γιαννούλη στα Τρίκαλα: «Εφέσει δε μαθημάτων πλειόνων, και μάλιστα επιστημονικών λόγων, κάτοχος ων, εις Τρίκκην πόλιν άρχαίαν παρεγένετο της Θεσσαλίας. Εν ταύτη γαρ αύτω ήκουσται σχολείον υπό του της κατά Λάρισαν Εκκλησίας προ-έδρου συστήναι, και μαθητάς ικανούς εκ των πέριξ χωρίων συνδραμείν. Εις ουν και αυτός τούτων γενόμενος, φιλοπονία μεν ούδενός ηλαττούτο των άλ¬λων, εν σπάνει δε πολλή των αναγκαίων ετύγχανεν ων […],ώστε και ικανώς έχειν τους μαθητιώντας τη του λόγου δαψιλεία εντρέφειν. Ου μετά πολύ προς το εαυτού μονύδριον επανήλθε […], καίτοι και πενία εσχάτη και ακτημοσύνη συζών». Μετέβη, εν συνεχεία, στην Κωνσταντινούπολη και φοίτησε στην Πατριαρχική Σχολή με διδασκάλους το Θ. Κορυδαλλέα και τον Π. Συρίγο (1636-1639).
2.Ή εκπαιδευτική υπηρεσία του
Με σιγίλιο του Οικουμενικού Πατριάρχη Κυρίλλου Λουκάρεως ανέλαβε το 1639 τη σχολαρχία της σχολής της Άρτας, στην οποία δίδαξε Φιλοσοφία και Θεολογία σε αρκετούς φοιτητές, μεταξύ των οποίων και στον καταγόμενο εκ Καρπενησίου Ιάκωβο, τον μετέπειτα Επίσκοπο Λιτζάς και Αγράφων. Από τη σχολή της Άρτας με-τατέθηκε το 1640 ως σχολάρχης στη σχολή του Αιτωλικού. Δίδαξε στη Σχολή του Μεσολογγίου (1642-1644). Το 1645 και έως το 1661 διετέλεσε σχολάρχης στη σχολή του Καρπενησίου και από το 1661 έως το 1673 σχολάρχης στη σχολή των Μεγάλων Βραγγιανών.
3.Τα συγγράμματά του
α) Εκκλησιαστική Ρητορική
֊Εξήγησις εις δύο κανόνας επί τη Κοιμήσει της Ύπεραγίας Θεοτόκου.
– Ομιλία περί προσευχής.
– Περί της αγίας Προσκομιδής λόγοι δύο.
– Σχόλια εις τετράστιχα Γρηγορίου του Θεολόγου.
β) Βιογραφίες
– Ακολουθία Διονυσίου του Νέου του εν Ολύμπω τω όρει ασκήσαντος.
– Βίος και ακολουθία Πατριάρχου Κωνσταντινουπόλεως Κυρίλλου του Λουκάρεως.
γ) Επιγράμματα
– Στίχοι και επιγράμματα.
δ) Επιστολές
Οι επιστολές του Ευγενίου Γιαννούλη είναι πολυάριθμες και ποικίλου περιεχομένου και φυλάσσονται σε κώδικες βιβλιοθηκών μονών και δημόσιων βιβλιοθηκών. Είναι γραμμένες στη δημώδη γλώσσα της εποχής για το διαφωτισμό του υπόδουλου Γένους. Στην επιστολή του προς άγνωστο ιερέα, ο Ευγένιος, εκτός από τη δίψα των ανθρώπων, αναγνωρίζει και άλλες ανάγκες, πιο πρακτικές και υλικές, όπως π.χ. την ανάγκη του οίνου, του οποίου πλέκει τον ύμνο: «Η αιδεσιμότης σου όμως γνωρίζεις καλά και δεν την λανθάνει πολλά ο λέγων ότι χωρίς τον χριστευλόγητον οίνον δεν ήμπορούμεν εις την σωματικήν ετούτην και κατηραμένην ζωήν να ζήσωμεν, όχι δια την ανάγκην μόνον των ιερών μυστηρίων και της πνευματικής και αναιμάκτου θυσίας τα ιερά σύμβολα αλλά και εις χρείαν εδικήν μας και ανθρωπίνην πόρευσιν. Αυτός [ο οίνος] τοίνυν ο χριστευλόγητος παύει τας λύπας, κοιμίζει τους πονηρούς λογισμούς, φέρνει την καλήν καρδίαν, γεννά την χαράν, δυνα¬μώνει τα νεύρα και τονώνει όλας τας σωματικάς δυνάμεις. Μας αναγκάζει να πολυλογούμεν και να πλατύνωμεν τας ευχάς και με την αφορμήν να αναφέρνωμεν και τους γονείς μας και να τους θυμούμεστεν συχνά».
Γενομένου δε λόγου περί πρακτικών και υλικών αναγκών του βίου, σε επιστολή του ο Ευγένιος αστεϊζόμενος μιλά για την κράμβη. Γράφει: «Κράμβη δε ημίν εστίν ο πας βίος, κράμβη εψητή, κράμβη ταριχευτή, κράμβη μετά ύδατος και αλών, ην και αρμίαν η χυδαία ονομάζει φωνή».
Εδώ ο σοφός διδάσκαλος μας διασώζει μία λέξη της δημώδους «αρ֊μία-αρμιά. Και ταυτόχρονα χρησιμοποιεί το επίθετο «χυδαίος» με την έν¬νοια του «κοινός», για να χαρακτηρίσει τη λέξη αυτή. Τη λέξη αυτή τη χρησιμοποιεί ό Ευγένιος και στην υπ’ αριθμόν 115 επιστολή του, προκειμένου να χαρακτηρίσει την απλή γλώσσα. Εκεί επιδιώκει να προτρέψει το φίλο του Φώτιο στην Κωνσταντινούπολη να του γράψει επιστολή: «Επιθυμούσαμεν πολλά να μάθωμεν τον τρόπον της μακράς προς η¬μάς σου σιωπής και της χρονίας αμνηστίας το αίτιον. Αν ήθελεν η αγάπη σου, δια γράμματος μόνον δισυλλάβου έλυεν ευκόλως την περί τούτου απορίαν και την αμφίβολον υπόληψιν ούτω πως ή άλλως έχουσαν […]. Διατί γουν μας αφήκε τόσον καιρόν απροσαγορεύτους; Ή τυχόν εντρέπεται να γράψη προς ημάς πεζά και κολοβά και κατά τον τρόπον των χυδαίων».
Είναι ενδεικτικός ό χαρακτηρισμός αυτός για τον τρόπο, με τον οποίο ο Ευγένιος αντιλαμβάνεται τη γλώσσα. Εραστής της λόγιας γλώσσας, μετέρχεται τη «χυδαία», την κοινή γλώσσα, χάριν του απελευθερωτικού διαφωτισμού των υπόδουλων Ελλήνων. Στην επιστολή του προς κάποιον Αλέξανδρον, ο Ευγένιος μας δια¬σώζει μία σημαντική πληροφορία πρακτικής, λαϊκής ιατρικής: ζητά τυμπα֊νόξυγκο, για να αντιμετωπίσει τους πόνους: «Κυρ Αλέξανδρε, Χριστός Ανέστη με όλον σου το σπίτι και με όλους τους φίλους και τους συντρόφους σου. Ημείς γράφομεν πάντα βιαζόμενοι υπό της φιλίας, γράφομεν δε και όταν έχωμεν χρείαν και ανάγκην τινά. Τώρα γούν μας αναγκάζουσι και τα δύο, η φιλία πρώτον και η χρεία δεύτερον, και δι’ όλα αυτά γράφομεν προς την αγάπην σου τώρα το παρόν και την παρακαλούμεν να μας φροντίση ολίγον τυμπα-νόξυγκον, ότι μου εσυνέβηκαν κάποια σφαξίματα παρ’ ελπίδα και δεν ηξεύρω του γήρατος είναι τάχα ή της πολλής και αμέτρου ψύχρας, οπού εσυνέβη εφέτο εις τα βουνά τούτα των Αγράφων εδώ».
O Ευγένιος γράφει προς τους αναγνώστες του αυθόρμητα, και γνω¬ρίζει ότι σε κάποιες περιπτώσεις γίνεται δυσάρεστος. Έτσι απευθυνόμενος στον Αλέξανδρο Ν. Μαυροκορδάτο «τον εξ Απορρήτων» (1641-1709), Μέγα Διερμηνέα της Υψηλής Πύλης, προκειμένου να επιτύχει την απε¬λευθέρωση υπόδουλης χριστιανής, γράφει: «Ας ελευθερώσης, παρακαλώ, της δουλείας την πτωχήν αυτήν χριστιανήν, ας ειπής τούτο και της κυρίας μητρός της, και μάλιστα να μετριάζης εις τους ανθρώπους … δεν σπλαγχνίζεται δούλον, αλλά άνθρωπον ομόδουλον, χριστιανήν ως χριστιανή. Οι χριστιανοί δεν δουλώνουσι ποτέ χριστιανούς κατά νόμους, αλλ’ επειδή η κακή φορά της τύχης, οπού ήφερεν εις το γένος μας πολλά ανάποδα, ήφερε και τούτο, να δουλώνουσι χριστιανοί χριστιανούς, όχι επί ποσόν, μήτε ωσάν τους άλλους, αλλά πολλά χειρότερα και ωμότερα. Μην βαρεθής, παρακαλώ, κυρ Αλέξανδρε, την στυφότητα του γράμματος, ότι ή στυφότης είναι και θεραπευτική και ιάσιμος και της μελλούσης και ελπιζομένης ζωής πρόξενος».
Ο Ευγένιος είχε επίγνωση ότι οι επιστολές του συχνά δεν αποσκοπούσαν στην απλή ανταλλαγή ειδήσεων και φιλοφρονήσεων αλλά αποτελούσαν εργαλεία καθαριότητας της ψυχής του ποιμνίου του και για αυτό δεν δίσταζε να γίνει στυφός και δυσάρεστος, όταν χρειαζόταν, προκειμένου να πετύχει το ζητούμενο. Η δημώδης γλώσσα της εποχής, στην οποία έγραψε τις πολυάριθμες επιστολές του, ήταν όργανο και πνευματικό εργαλείο του απελευθερωτικού διαφωτισμού του Γένους με ύψιστο στόχο την εθνική Παλιγγενεσία.
4.Ή σχολή ανωτέρων σπουδών Καρπενησίου (1645-1661)
Όταν άρχισε ο Βενετο-Τουρκικός Πόλεμος (1645-1669), ό Ευγένιος Γιαννούλης αναχώρησε για την Ευρυτανία. Στο Καρπενήσι ανέπτυξε μεγάλη εκπαιδευτική δραστηριότητα. Ίδρυσε και λειτούργησε από το 1645 σχολή ανωτέρων σπουδών και σχολείο κοινών γραμμάτων, ενώ ανήγειρε εκ βάθρων τον Ιερό Ναό της Αγίας Τριάδος για τις ανάγκες της Σχολής, ο οποίος χαρακτηρίσθηκε από το Οικουμενικό Πατριαρχείο ως σταυροπηγιακός ναός.
Η άφιξη του Ευγενίου Γιαννούλη και η ίδρυση της ομώνυμης ανώτερης σχολής και του κοινού σχολείου του στο Καρπενήσι το 1645, υπήρξε ένα πολυσήμαντο ιστορικό γεγονός. Ή ίδρυση των σχολείων, ήταν μια αιτιολογημένη επιλογή του Γιαννούλη, που σχετιζόταν με την κοινωνικοπολιτική και οικονομική ανάπτυξη της περιοχής. Επιπλέον, ο Ευγένιος Γιαννούλης γνώριζε ότι στο Καρπενήσι υπήρχε προγενέστερη εκπαιδευτική παράδοση και μάλιστα προ του 17ου αι. Η ίδρυση ανώτερης σχολής στο Καρπενήσι ανταποκρινόταν προς τις κοινωνικές λειτουργίες της περιοχής. Η κωμόπολη τότε ήταν σημαντικό εμποροβιοτεχνικό και διοικητικό κέντρο και αποτελούσε την κεντρική εμποροα֊νταλλακτική αγορά όλης της επαρχίας.
Παράλληλα, ό Ευγένιος Γιαννούλης ό Αιτωλός ανέδειξε την κωμόπολη του Καρπενησίου σε μεγάλο πνευματικό κέντρο με την ίδρυση περίφημης σχολής, η οποία λειτούργησε από το 1645 έως το 1661, με μικρή μόνο διακοπή κατά την διάρκεια του κινήματος των Ορλωφικών, και ανέδειξε πολυάριθμους διδασκάλους και λογίους του Γένους. Οι Καρπενησιώτες, φιλοπρόοδοι και δραστήριοι έμποροι, βρήκαν στο πρόσωπο του Γιαννούλη τον κατάλληλο άνθρωπο, για να δημιουργήσουν σοβαρή εκπαιδευτική κίνηση. Τις οικονομικές δαπάνες για την ίδρυση και λειτουργία της σχολής, καθώς και για τη συντήρηση και μίσθωση των διδασκόντων, ανέλαβαν με προθυμία οι κάτοικοι της αυτοδιοικούμενης κοινότητας του Καρπενησίου.
Στο Καρπενήσι λειτουργούσε παράλληλα και σχολείο πρωτοβάθμιας εκπαί-δευσης, με τους κατοίκους να συνεργάζονται με τον Ευγένιο Γιαννούλη όχι μόνο στα εκπαιδευτικά θέματα, αλλά και σε εκκλησιαστικά ή κοινωφελή έργα. Το κύρος της σοφίας του Γιαννούλη, ήταν μέγιστο όχι μόνο στους ελληνοπρεπείς και ευπατρίδες Καρπενησιώτες αλλά και στους μουσουλμάνους κατοίκους της περιοχής. Στην ανώτερη σχολή του Καρπενησίου ο Ευγένιος Γιαννούλης δίδαξε επί 16 συναπτά έτη και δημιούργησε μια λαμπρή εκπαιδευτική παράδοση στο χώρο της κεντρικής Ελλάδας.
Αλλά οι αντιθέσεις, ακόμη και οι προσωπικές, είναι σύμφυτες με την ιστορική εξέλιξη. Ορισμένοι, πρώην διακεκριμένοι μαθητές του Γιαννούλη, όπως ο Αναστάσιος Παντοδύναμος και ο Νικόλαος Βελεσδονίτης με μερικούς άλλους, διαφώνησαν με το διδάσκαλό τους και ίδρυσαν δεύτερη σχολή. Η προσπάθειά τους όμως δεν βρήκε ανταπόκριση. Από την σχολή Καρπενησίου του Ευγενίου Γιαννούλη αποφοίτησαν πολλοί και ικανοί πολυμαθείς διδάσκαλοι του υπόδουλου Γένους, όπως:
α) Αναστάσιος Γόρδιος ο Βραγγιανιώτης, ο οποίος σπούδασε Θεολογία, Φιλολογία και Ιατροφαρμακευτική στην Πάδοβα της Ιταλίας. Διαδέχθηκε τον Ευγένιο Γιαννούλη στη σχολή της Γούβας των Βραγγι֊ανών.
β) Αναστάσιος Παντοδύναμος, ο οποίος υπηρέτησε ως διδάσκαλος στο Καρπενήσι και σχολάρχης στον Τύρναβο (1650-1655). Αργότερα δίδαξε στην Πατριαρχική Σχολή της Κωνσταντινουπόλεως και το 1671 εξελέγη μητροπολίτης Θεσσαλονίκης.
γ) Νικόλαος Βελεσδονίτης ή Αγραφιώτης, ο οποίος διορίσθηκε αρχίατρος του σουλτάνου. Ήταν κάτοχος της ιατρικής με σημαντικό συγγραφικό έργο, γνώριζε την αραβική γλώσσα και είχε πολλές γνώσεις αστρονομίας και μαθηματικών.
δ) Γρηγόριος Μάνεσης και Ιωσήφ Αρβανιτάκης, οι οποίοι υπηρέτησαν ως σχολάρχες στη σχολή του Αιτωλικού.
ε) Επίσκοπος Φαρσάλων Δαμασκηνός, ο οποίος ήταν Καρπενησιώτης και συνεργάστηκε με τον Επίσκοπο Λιτζάς και Αγράφων Δοσίθεο το 1819 για την επαναλειτουργία της σχολής του Καρπενησίου.
στ) Ιάκωβος Καρπενησιώτης, ο οποίος εξελέγη Επίσκοπος Λιτζάς και Αγράφων.
5.Η σχολή των Μεγάλων Βραγγιανών «Έλληνομουσείον των Αγράφων» ως κέντρο Διαφωτισμού (1661-1781)
Το 1661 ό Ευγένιος Γιαννούλης αναχώρησε από το Καρπενήσι, διατηρώντας τους δεσμούς του με αυτήν την πόλη, και μετέβη στα Μεγάλα Βραγγιανά Ευρυτανίας, για να ιδρύσει σχολή, μετά από αίτημα των κατοίκων της ισχυρής εκείνης κοινότητας των Αγράφων. Οι κάτοικοί της είχαν ισχυρά τσελιγκάτα και ανθηρές βιοτεχνίες μάλλινων υφασμάτων, με ονομαστούς καποράπτες και αγωγιάτες και ευημερούσαν. Η υλική και ηθική βοήθεια των κατοίκων, η ενίσχυση των απόδημων, καθώς και η μεγάλη έφεση των νέων για την παιδεία, απέδωσαν ουσιαστικούς καρπούς. Η σχολή λειτούργησε στον ιερό ναό της Αγίας Παρασκευής στη Γούβα Βραγ֊γιανών και από όλες τις κοινωνικές τάξεις της περιοχής προσήλθαν πολυάριθμοι φοιτητές. Προσήλθαν φοιτητές στη σχολή των Βραγγιανών και από τα Τρίκαλα, όπως οι Διονύσιος, Θεοδόσιος και Αθανάσιος Λιοντάρης.
Η σχολή απέκτησε πλουσιότατη και μοναδική για την εποχή βιβλιοθήκη, η οποία αριθμούσε 4.000 τόμους βιβλία στην ελληνική, στη λατινική και στη γερμανική γλώσσα, καθώς και πολλά παλαιά χειρόγραφα και κώδικες. Ή σχολή των Βραγγιανών αναδείχθηκε σε ένα περίπυστο κέντρο ανώτερων σπουδών, γνωστό στην ιστορία της ελληνικής εκπαίδευσης ως Ελληνομουσείον των Αγράφων (1661-1781). Ό Ευγένιος Γιαννούλης σχολάρχησε και δίδαξε στη νέα σχολή του επί μία εικοσαετία, έως την τελευτή του (1662-1682). Εκτός από τον Ευγένιο Γιαννούλη, τον Αναστάσιο Γόρδιο και τον Θεοφάνη Ρίζο, στη σχολή δίδαξαν και λόγιοι σοφοί από άλλες περιφέρειες.
6. Η μέθοδος και το πρόγραμμα διδασκαλίας στη σχολή των Βραγγιανών
Η σχολή των Βραγγιανών ήταν ανώτερη σχολή. Ωστόσο υπήρχε μία τάξη αρχαρίων, στην οποία δίδασκε ο ίδιος ο Ευγένιος Γιαννούλης Θρησκευτικά, Φιλοσοφία, Λατινικά, Γεωγραφία, Αστρονομία και Επιστολογραφία. Ο μαθητής του και διάδοχός του στη διεύθυνση της σχολής Αναστάσιος Γόρδιος δίδασκε Εισαγωγή στις Επιστήμες, Θεολογία, Κλασική Φιλολογία, Φιλοσοφία και Φυσικομαθηματικές Επιστήμες. Ο Γόρδιος ήταν υπεύθυνος και για τη συγγραφή των σχετικών διδακτικών βιβλίων.
Η σχολή των Μεγάλων Βραγγιανών έλαμψε έναν περίπου αιώνα και σηματο-δότησε την πορεία του υπόδουλου ελληνικού έθνους. Λειτούργησε σε πλήρη ακμή τουλάχιστον έως το 1770. Τα Ορλωφικά είχαν κυριολεκτικά καταλυτικές συνέπειες για την σχολή. Τότε, ή σχολή ανέστειλε την λειτουργία της και η σπουδαία βιβλιοθήκη της, αποτελούμενη κυρίως από τη μεγάλη συλλογή του Αναστασίου Γορδίου, αληθινό εθνικό θησαυροφυλάκιο, διασκορπίσθηκε και ένα μέρος της περιήλθε στην αρχοντική οικογένεια Τσολάκογλου από τη Ρεντίνα, για να καταστραφεί τελικά από πυρκαγιά κατά τη διάρκεια της Επανάστασης του 1821 με πρωτοβουλία του Γεωργίου Καραϊσκάκη. Ό Δημήτριος Τσολάκογλου «περί τους χιλίους τόμους εκ της του Γορδίου πο-λυτίμου βιβλιοθήκης αφήρεσε και κατείχεν εν τη οικία του, εν οις υπήρχον και τινα εν μεμβράναις αρχαία χειρόγραφα».
Η πνευματική παρουσία του Ευγενίου Γιαννούλη στην Ευρυτανία ήταν μια εξαιρετική συγκυρία για την οργάνωση και τη διάδοση της ελληνικής παιδείας. Ως πνευματική προσωπικότητα, τέκνο της πλησιόχωρης κοινότητας του Μεγάλου Δένδρου Αιτωλίας, ανατράφηκε και γαλουχήθηκε στο άμεσο περιβάλλον του Πατριάρχη Κυρίλλου Λουκάρεως, του φιλοσόφου Θεοφίλου Κορυδαλλέως και του λογίου Ιωάννη Καρυοφύλλη, των τριών κορυφαίων διαφωτιστών της εποχής, οι οποίοι προσπάθησαν να απελευθερώσουν την ελληνική σκέψη από την ιδεολογική και επιστημονική απομόνωση και να τη συνδέσουν με τις καινοφανείς ιδέες του ευρωπαϊκού διαφωτισμού.
Το διαφωτιστικό αυτό ρεύμα ανακόπηκε και ανάμεσα στα θύματα της ιδεολογικής τρομοκρατίας της εποχής υπήρξε, εκτός των τριών διαφωτιστών, και ο ίδιος ο Γιαννούλης, ο οποίος κατηγορήθηκε ως καλβινίζων και μάλιστα καθαιρέθηκε από το ιερατικό αξίωμά του, για να αποκατασταθεί μετά από λίγο χρόνο. Τα πνευματικά φώτα και τις εμπειρίες του ο Γιαννούλης μετέφερε στο κέντρο της Ελλάδας και στα πυ-ρίφλεκτα Άγραφα, στα οποία, εκτός της ιδιότητάς του ως ιδρυτή των σχολών τους, έγινε και υπερασπιστής των δικαιωμάτων των πτωχών, ένεκα των οποίων στις 20-12-1641 φυλακίσθηκε για το κοινωνικό έργο του στο Αιτωλικό, σχολάρχης ων της εκεί σχολής. Αποφυλακίσθηκε κατόπιν λαϊκού συναγερμού και κατέστη επικριτής των κακών προεστώτων των στύλων της τυραννίδος και σκληρός επιτιμητής των κακών κληρικών. Και δεν ήταν μόνο η ξένη τυραννία, που απειλούσε το Γένος, αλλά και οι πολλοί χριστιανοί άρχοντες, οι οποίοι έγιναν επιλήσμονες θείων και ανθρωπίνων νόμων και συμπεριφέρονταν ως λύκοι επί τα πρόβατα.
Ταυτοχρόνως, ως κληρονόμος της αρχαίας ελληνικής παιδείας, τοποθετούσε στην κορυφή των αξιών την αρετή ως ήθος, ως σκέψη, ως πράξη, ως συμπεριφο¬ρά, ως φρόνηση και ως μέτρο ηθικής αυτοκαταξίωσης του ανθρώπου. Διδάσκαλος με την ευρεία σημασία του όρου ό Ευγένιος Γιαννούλης, του οποίου τα εκπαιδευτικά προσόντα ήταν πολύπλευρα και η πνευματική αναστροφή του με τους αρχαίους Έλληνες ποιητές και φιλοσόφους ουσιαστική και όχι επίπλαστη. Υπήρξε κάτοχος «της θύραθεν φιλοσοφίας και της ιεράς θεολογίας».
Το ενδιαφέρον του για την Ευρυτανία δεν περιορίσθηκε μόνο στη διδασκαλία, αλλά εκδηλώθηκε και με τις ενέργειές του προς επίσημα πολιτικά πρόσωπα της εποχής και απόδημους Ευρυτάνες. Όταν ο Ιωάννης Καρυοφύλλης έγινε το 1667 μέγας βεστιάριος στην Ηγεμονία της Βλαχίας, ο Γιαννούλης του έγραψε να ενδιαφερθεί ιδιαίτερα για την περιοχή των Αγράφων, υπενθυμίζοντας στον Έλληνα αξιωματούχο ότι και αυτός εκεί είχε τις ρίζες του.
7.Ή τελευτή του
Ο Ευγένιος Γιαννούλης μετά από σύντομη επίσκεψη στο Καρπενήσι και στα γνωστά του μέρη της Αιτωλίας επανήλθε το 1680 στη Γούβα των Βραγγιανών και στις 5 Αυγούστου του 1682, τελευτήσας τον βίον, εκοιμήθη εν Κυρίω.Το διαφωτιστικό και φιλοσοφικό έργο του Ευγενίου Γιαννούλη του Αιτωλού ήταν σπουδαιότατο και αναγνωρίσθηκε από τον ελληνικό λαό, την εκκλησία και την ελληνική Πολιτεία. Πάρα πολλοί μαθητές, οι οποίοι αποφοίτησαν από τις σχολές του Ευγενίου Γιαννούλη του Αιτωλού αναδείχθηκαν και έγιναν πατριάρχες, επίσκοποι και καθηγητές σε άλλες σχολές του υπόδουλου Ελληνισμού.
Για το πολυσήμαντο έργο του ο Ευγένιος Γιαννούλης ο Αιτωλός το 1982 ανα-κηρύχθηκε Όσιος από το Οικουμενικό Πατριαρχείο Κωνσταντινουπόλεως και η μνήμη του εορτάζεται στις 5 Αυγούστου εκάστου ενιαυτού.
Β΄ Αναστάσιος Γόρδιος (1654-1729)
Από τους σπουδαιότερους εισηγητές της διδασκαλίας των επιστημονικών γνώσεων στο Έλληνομουσείον των Αγράφων, υπήρξε αναμφισβήτητα ό Αναστάσιος Γόρδιος, ο επιφανέστερος μαθητής, αντάξιος διάδοχος και συνεχιστής του εκπαιδευτικού έργου του Ευγενίου Γιαννούλη του Αι¬τωλού.
1.Καταγωγή και σπουδές
Ο Αναστάσιος Γόρδιος γεννήθηκε στα Μεγάλα Βραγγιανά Ευρυτανίας το 1654. Στη γενέτειρά του έμαθε τα κοινά γράμματα. Ο Ευγένιος Γιαννούλης τον δέχθηκε στην ανώτερη σχολή του Καρπενησίου το 1674 και διέγνωσε το ήθος και τη φιλομάθεια του Αναστασίου. Το 1676 τον έστειλε για ευρύτερες σπουδές στην Αθή-να, στην οποία άκουσε διδασκάλους, όπως τον Ιωάννη Μπενιζέλο και τον Νικόδημο Μαζαράκη. Ό τελευταίος εκτίμησε τις πνευματικές ικανότητες του νεαρού μοναχού και το 1679 τον έπεμψε στην Ιταλία για ανώτερες σπουδές. Στην Πάδοβα και στο Πατάβιο Πανεπιστήμιο ο Γόρδιος πραγματοποίησε επιτυχείς φιλοσοφικές, φιλολογικές, θεολογικές και ιατρικές σπουδές. Μετ’ ου πολύ συνέχισε στην Ρώμη σπουδές στις φυσικομαθηματικές επιστήμες.
Ο σύγχρονός του Προκόπιος Πάμπερης βιογραφεί εν ολίγαις λέξεσι τον Αναστάσιο Γόρδιο: «Αναστάσιος Γόρδιος, Ιερομόναχος εξ Ευρυτανίας, ανήρ ελλόγιμος και πολυμαθής, ειδήμων της ελληνικής και της λατινικής γλώσσης, πεπαιδευμένος την τε θύραθεν παιδείαν και την ιεράν θεολογίαν, ιεροκήρυξ. Ηκροάσατο και των εν Ιταλία σοφών. Μελετά και αναγιγνώσκει τας θείας Γραφάς, βίον ήσυχον και άθόρυβον μετερχόμενος».
2. Ή εκπαιδευτική δράση του
Ο Αναστάσιος Γόρδιος ήταν πολυμερέστατη φυσιογνωμία, άριστος γνώστης της αρχαίας ελληνικής και λατινικής γραμματείας, κάτοχος της λατινικής, ιταλικής και γαλλικής γλωσσών. Παράλληλα προς τα εκπαιδευτικά και διδακτικά καθήκοντά του, ως επιστήμων ιατρός προσέφερε τις πολύτιμες υπηρεσίες του επ’ αγαθώ των συνανθρώπων της περιοχής του. Αν και είχε προτάσεις να παραμείνει σε ξένα πανεπι-στήμια ή να καταλάβει υψηλές θέσεις σε αυλές Ηγεμόνων, με δαψιλείς αμοιβές, ο Γόρδιος, όπως γράφει σε μία επιστολή του, προτίμησε να επιστρέψει στην υπόδουλη πατρίδα του, για να διαφωτίσει τους νέους και να τους διαπαιδαγωγήσει προς έλευθερίαν.
Εκτός από τη μακρόχρονη διδασκαλία στη γενέτειρά του, στα Μεγάλα Βραγγιανά (1710-1729), ό Γόρδιος δίδαξε στη σχολή των Τρικάλων (1679-1682), στη σχολή του Καρπενησίου (1689-1692), ίσως και στη σχολή των Πατρών, στη σχολή του Αιτωλικού (1695-1698 και 1704-1710).
Ο Αναστάσιος Γόρδιος δίδασκε Εισαγωγή στις Επιστήμες, Θεολογία, Κλασική Φιλολογία, Φιλοσοφία και Φυσικομαθηματικές Επιστήμες. Ενδιαφερόταν και για τη συγγραφή των σχετικών διδακτικών βιβλίων. Αλλά εκτός από το σημαντικότατο έργο του ως διδασκάλου αξιόλογη για την εποχή του υπήρξε η δωρεάν κοινωφελής προσφορά του ως ιατρού. Σε πολλές επιστολές του προς ασθενείς, οι οποίοι του ζητούν συμβουλές, υπάρχουν οι ιατροθεραπευτικές και φαρμακευτικές έγγραφες οδηγίες του, οι οποίες δείχνουν και σ’ αυτόν τον τομέα τις γνώσεις του και την αξιοθαύμαστη ευσυνειδησία και ανιδιοτέλειά του.
Ο Δ. Χατζηπολυζώης, πολυμαθής και αυτός Διδάσκαλος του Γένους και εξ Αγράφων ορμώμενος, γράφει περί του Γορδίου μεγαληγόρως: «Σοφώτατος και οσιώτατος Αναστάσιος Γόρδιος ο πάνυ, ον Βραγγιανά Αγράφων πολίχνιον Σταγείροις τε και Κιτίω περί της σεμνότητος του κλέους ερίζει. Ουχ όπως γαρ τη θύραθεν σοφία κομών, αλλά και τη καθ’ ημάς υπερφυή τε και ιερά, ο ιερώτατος Γόρδιος, το δε μέγιστον πολλώ, μα τους λόγους, τω μέτρω και Αριστοτέλους αυτού και Ζήνωνος υπερανέστηκε».
Ο Αναστάσιος Γόρδιος, υπήρξε ίσως μοναδικό φαινόμενο λογίου, ο οποίος αφιέρωσε 24 συναπτά έτη σε σπουδές και 42 έτη στη διδασκαλία των ελληνικών γραμμάτων. Τα περισσότερα έτη τα ανάλωσε στη σχολή των Μεγάλων Βραγγιανών.
3.Τα συγγραφικά έργα του
Ευρυμαθής και λόγιος, συνθέτης επιγραμμάτων, καθώς και μεταφραστής έργων της αρχαίας ελληνικής γραμματείας στην κοινή ελληνική ο Γόρδιος έγραψε βιβλία ποικίλου περιεχομένου, όπως:
α) Φιλοσοφικά-Φιλολογικά
– Εισαγωγή εις την Ρητορικήν (1696).
– Συντομωτάτη Έκθεσις Λογικής (Αιτωλικό 1701).
– Βίοι των φιλοσόφων υπό Διογένους Λαερτίου (μτφρ.).
– Επιγράμματα.
– Λεξικόν της καθομιλουμένης ελληνικής γλώσσης.
– Περί της κατά λόγον ποσότητος των συλλαβών.
– Περί των οκτώ του λόγου μερών.
– Περί των τελικών ονομάτων και των μέσων ορθογραφίας.
– Ποιήματα και επιγράμματα.
– Πονημάτιον περί ορθογραφίας.
β) Βιογραφίες
֊ Ακολουθία του Οικουμενίου επισκόπου Τρίκκης και του Αχιλλείου επισκόπου Λαρίσης.
– Βίος Ευγενίου Ιωαννουλίου [Γιαννούλη] του Αιτωλού (1703).
– Βίος Θεοφίλου Κορυδαλλέως.
– Βίος και ακολουθία του Νεομάρτυρος Σεραφείμ αρχιεπισκόπου Φαναρίου και Νεοχωρίου.
– Βίος του εν αγίοις πατρός ημών Βησσαρίωνος αρχιεπισκόπου Λαρίσης (Βουκουρέστι 1703).
– Η Διαθήκη του, υπαγορευθείσα υπό του ιδίου εις τον αδελφόν του Ευγένιον Γόρδιον.
– Στιχηρά εις τον Άγιον Αχίλλειον ψαλλόμενα την 15ην Μαΐου.
γ) Θεολογικά-Ίστορικά
֊ Απαρίθμησις απασών των εν τη περιφήμω πόλει Ζακύνθω ευρισκομένων ευαγών εκκλησιών.
– Διδαχαί των Αγίων Αποστόλων.
– Επί της ευλογίας του άρτου υπό του ιερέως.
-Ηρωοελεγείον εις το ιερόν τέμπλον του Ναού της Αγίας Παρασκευής Βραγγιανών.
– Κατά τον Φώτιον των ανεγνωσμένων.
– Κατάλογος χειρογράφων της ιεράς μονής Τατάρνης.
-Περί του τι έστιν η βασιλεία του Μωάμεθ. Βιβλίον κατά Μωάμεθ και κατά Λατίνων.
– Περί του ότι ο Χριστός είναι υιός Θεού και Θεός.
– Ταυτί τα ιαμβικά επιγράμματα των εν Ζακύνθω εκκλησιών.
-Τρεις λειτουργίαι, ήτοι Ιωάννου Χρυσοστόμου, Μεγάλου Βασιλείου και Προηγιασμένων.
֊ Υπομνήματα ακροατικά.
δ) Ιατρικά-Φυσιογνωστικά֊
-Ιατρικαί Συνταγαί.
– Ονείρων κρίσεις δια [40] στίχων ιαμβικών.
-Ονομασία των τετραπόδων, ζωυφίων, πτηνών, ιχθύων, δένδρων, οπωρών τε και βοτάνων.
֊ Παράφρασις των αφορισμών του Ιπποκράτους.
– Φυσικόν ονοματολόγιον ή Λεξικόν της φυσικής ιστορίας.
ε) Επιστολές
Ο Αναστάσιος Γόρδιος υπήρξε σημαντικός επιστολογράφος της εποχής του, αξιοποίησε την επιστολογραφική παράδοση της εποχής του αλλά και την επιστολογραφική εμπειρία του δασκάλου του Ευγενίου Γιαννούλη. Έγραψε 750 ‘Επιστολές (1675-1728), αρκετές για θέματα οργάνωσης και λειτουργίας των σχολείων της εποχής και άλλες για ποικίλα θέματα θρησκευτικού, ηθικού, γλωσσικού ή ιατρικού περιεχομένου. Οι επιστολές αποκαλύπτουν πτυχές της πολιτικής, κοινωνικής, οικονομικής και πνευματικής ζωής του ορεινού χώρου του αρματολικιού των Αγράφων κατά τους 17ο και 18ο αιώνες, ενώ παράλληλα εμπλουτίζουν την προσωπογραφία του Νέου Ελληνισμού. Σπουδαία είναι η σημασία των επιστολών ως πηγών της ιστορίας, αφού αποτελούν αξιόπιστες και χρήσιμες πηγές πλη¬ροφοριών για την κατάσταση στον ελληνικό χώρο κατά την περίοδο 1675-1728 στο επίπεδο της μικροϊστορίας. Συγχρόνως αποτελούν κείμενα της νεοελληνικής γραμματείας με λογοτεχνική αξία και γλωσσικό ενδια¬φέρον.
Από το περιεχόμενο των επιστολών του Αναστασίου Γορδίου συνάγεται αβίαστα η μεγάλη συμβολή του στην κοινωνική και πνευματική ζωή των Ελλήνων της περιοχής των Αγράφων. Γράφει προς συμπατριώτη του: «Είχα και εγώ πολύν καιρόν, οπού έλειψα από την πατρίδα μας από κάποιας αφορμάς ευλόγους, όχι τόσους χρόνους ωσάν την εντιμότητά σου αλλά διπλόν και τρίδιπλον. Και με όλον τούτο, όπου δεν είχα εδώ ούτε σπίτι ούτε γυναίκα ούτε παιδία, εγύρισα πάλιν και ήλθα δια μόνην την πατρίδα, και πάλιν εστενοχωρήθηκα να εύγω να υπάγω εις τόπους, όπου με εγύρευαν, δια να περάσω καλλίτερα. Αλλά δεν ευγήκα, όχι δι’ άλλο τίποτε, παρά μόνον δια το χρέος, όπου έχει ο άνθρωπος να ευρίσκεται εις την πατρίδα του, η οποία έχει τα δευτερεία των γονέων του, του πατρός δηλονότι και της μητρός του. και οι παλαιοί Κρητικοί δεν την έλεγαν πατρίδα αλλά και μητρίδα».
Πολλές επιστολές περιέχουν υποδείξεις θεραπείας ασθενειών συμπατριωτών του γνωρίζουμε ότι ο Γόρδιος διέθετε ιατρικές γνώσεις. Σε όλες τις περιπτώσεις προτείνει πρακτικές θεραπείες με βότανα και τροφές: «Ορίζεις ότι σε σφάζει απάνου εις τα πάκια. Το λοιπόν, βάνε απάνου συχνά κεγχρί και αλάτι ζεστόν με πίτυρα ανακατεμένον, όσον να το δέχεσαι, βαλμένον και ραμμένον μέσα εις μίαν σακκούλαν μάλινην, ήγουν τζαντίλαν ακόμη, βάλε να σου κολλήσουν και δύο βεντούζαις. Ορίζεις ότι έχεις βήχα. Εις αυτό να γυρεύσης να εύρης γλυκόρριζον, όπου και αν ευρεθή, να το βράζης, να το πίνης ωσάν καφέ. Η ρακή ας λείπη ολότελα. Τα φαγητά σου λεπτά και καλοχώνευτα. Κρέατα χοίρεια, γελαδινά, τράγεια και πρόβεια, παλαιά να μην τρώγης. Χέλυα, αλμυρά πράγματα και ξυνά, δεν πρέπει ουδέ εις τον ύπνον σου να τα ιδής, και από ταύτα φυλάγου. Από δε τα άλλα φαγητά τρώγε σύμμετρα».
Οι συμπατριώτες του προστρέχουν στον Αναστάσιο όχι μόνο για προσωπικές αλλά και για κοινές υποθέσεις. Έτσι, γράφει το 1705 εκ μέρους των κατοίκων της περιοχής προς τον Οικουμενικό Πατριάρχη Κωνσταντινουπόλεως Γαβριήλ Γ΄, με θέμα την απαλλαγή τους από τους αναλογούντες φόρους: «Ήδη το πλείστον μέρος τήσδε της επαρχίας εν χρω κινδύνου καθέστηκεν ως και πανωλεθρίαν όσον ούπω μέλλουσαν έσεσθαι περιμένειν, το μεν υπό των κατ’ έτος αυτώ προστιθεμένων βαρυτάτων τελών, το δε υπό των απανταχόθεν ύδρας πολυκεφάλου δίκην αυτό περιστοιχιζόντων, και μυσών (ό δη λέγεται) λείαν πάντα ποιουμένων ανδρών, ουχ όπως εφ’ αρπαγή των υπαρχόντων αυτών και κλοπή αλλά δη και του βίου προ τούτων και μετά τούτων στερήσει, πυρί και ξίφεσι πάντων προσπαλαιόντων ανά τους α¬γρούς, ανά τας οικίας, ανά τας οδούς, ώστε τον βίον τοις λειπομένοις αβίωτον ή μηδόλως βίον είναι νομίζεσθαι της προς θάνατον μάλλον φερούσης αεί προ οφθαλμών ούσης».
Η μεγάλη βιβλιοφιλία του Γορδίου είναι γνωστή. Έγραψε σε κάποιο φίλο του: «Εγώ, έως οπού αναπνέω, βιβλία προσκείσθαι βούλομαι. Και αν είχα και θησαυρόν χρημάτων, ήθελα τον έξοδιάσει εις θησαυρόν βιβλίων».
Πολλές επιστολές του Γορδίου αναφέρονται σε αναζήτηση βιβλίων και σε θέματα παιδείας, ενώ υπάρχουν πολλές έμμεσες πληροφορίες για τα ίδια θέματα. Ό Αναστάσιος ήταν ένας από τους πλέον μορφωμένους Έλληνες της εποχής του. Διέθετε υψηλή κατάρτιση στη φιλοσοφία και στη θεολογία. Αρκετές επιστολές του τις γράφει σε εκπληκτικά αρχαία ελληνικά. Οι πολυσχιδείς σπουδές του ήταν ή απόδειξη της ανώτερης πνευματικότητάς του. «Ζήτηση βιβλίων, δανεισμοί, ανταλλαγές, βιβλιοδεσίες περνούν και ξαναπερνούν μέσα από τις επιστολές του Γορδίου», γρά¬φει ό Κ. Θ. Δημαράς.
Με υπόδειξη του προσωπικού φίλου και συμφοιτητή του στο Πατάβιο Πανεπιστήμιο της Πάδοβας, διακεκριμένου Φαναριώτη λογίου Νικολάου Μαυροκορδάτου, συνέταξε ο σοφός ιερομόναχος στην αρχαία ελληνική και στη δημοτική γλώσσα βοτανολογικό και ζωολογικό ονοματολόγιο, προδρομικό στο είδος του. Συγχρόνως, έγραψε διάφορες θεολογικές διατριβές και επιχείρησε ερμηνεία της ιστορίας με την Αποκάλυψη με έντονο αντιμωαμεθανικό και αντιπαπικό χαρακτήρα. Είναι φανερό ότι το τελευταίο έργο εγράφη με πρόθεση να ενισχύσει τους διωκόμενους από τους Οθωμανούς Τούρκους Χριστιανούς και να υποδαυλίσει την ελπίδα για μία επικείμενη απελευθέρωση. Μερικά από τα έργα του Γορδίου εκδόθηκαν στο Βουκουρέστι, στη Μοσχόπολη και στη Βιέννη, ενώ άλλα έμειναν αντιγραμμένα σε κώδικες μοναστηριών ή βιβλιοθηκών.
4.Η τελευτή του
Ο Αναστάσιος Γόρδιος εκοιμήθη εν Κυρίω στις 7 Ιουνίου του 1729 και ενταφιάσθηκε την επόμενη ημέρα Κυριακή, πλησίον του διδασκάλου του Ευγενίου Γιαννούλη, στο νάρθηκα του ιερού ναού της Αγίας Παρασκευής, στη Γούβα των Μεγάλων Βραγγιανών Ευρυτανίας. Ετελεύτησε τον βίον πτωχός, όπως γεννήθηκε, αλλά έμεινε γνωστός ο πλούτος της ευγένειάς του, η αυτογνωσία του, η φιλανθρωπία του και η έμπρακτη αγάπη του προς τη γενέτειρα πατρίδα του. Η διαθήκη του, η οποία είχε πνευματικό περιεχόμενο, δείχνει το απέραντο μεγαλείο της ψυχής αυτού του ταπεινόφρονα ιερομονάχου και μεγάλου επιστήμονα. Την αρετή και την ευρεία μόρφωση του Αναστασίου Γορδίου πολλοί θαύμασαν και επαίνεσαν. Το διδακτικό και συγγραφικό έργο του υπήρξε πολύ μεγάλο και πολύ αξιόλογο. Και μόνο οι πολυπληθείς επιστολές του, σε απλή γλώσσα, αποτελούν ανεκτίμητο θησαυρό.
Διάδοχος και συνεχιστής του Αναστασίου Γορδίου στο Ελληνομουσείον Αγράφων των Μεγάλων Βραγγιανών (1729-1734) αναδείχθηκε ο Θεοφάνης Ρίζος ο Φουρνιώτης, ο οποίος είχε μαθητή του τον Κοσμά Αιτωλό, συμπολίτη του Ευγενίου Γιαννούλη και αργότερα έθναπόστολο. Μετά τη φθίνουσα πορεία του Έλληνομουσείου ο Θεοφάνης αναχώρησε και δίδαξε στις σχολές των Ιωαννίνων, του Τυρνάβου και, τέλος, στη γενέτειρά του, στη σχολή της Φουρνάς. Το Έλληνομουσείον Αγράφων λειτούργησε έως το 1781.
5.Εις μνημόσυνον αίώνιον
Οι διδάσκαλοι των σχολών των Άγραφων δια της ευαρέστου πολιτείας αυτών, δια της από στόματος διδασκαλίας εν τη σχολή και δια του απ’ άμβωνος κηρύγματος εν υπαίθρω και εν χωρίοις και δια της εν γένει κοινωνικής προστασίας των δεομένων αυτής εγένοντο όντως μεγάλοι Διδάσκαλοι και ευεργέται του Ελληνικού Γένους, το οποίον ευγνώμον διατηρεί πάντοτε την χάριν αΐδιον.

Δρ. Παναγτιώτης Νταβαρίνος
Επίτιμος Σχολικός Σύμβουλος Φιλολόγων

Βιβλιογραφία
Βασιλείου Π. 19832, Ο μεγάλος Διδάσκαλος του Γένους Ευγένιος Γιαννούλης ο Αιτωλός και οι σπουδαιότεροι μαθητές των Σχολών των Αγράφων, Ιστορικές Εκδόσεις Στέφ. Βασιλόπουλος, Αθήνα
Βασιλείου Π. «Ο Αναστάσιος Γόρδιος και το έργον του (1654-1729)», Θεσσαλικά Χρονικά, 10 (1971), σς 129-156
Γκιόλιας Μ. 1986, Συμβολή στην ιστορία του κοινωνικού και πολιτιστικού χώρου της Ευρυτανίας και των Αγράφων κατά την Τουρκοκρατία, Αθήνα
Δημαράς Κ.Θ. 19857 Ιστορία της Νεοελληνικής Λογοτεχνίας, Εκδ. Ίκαρος, Αθήνα
Λάμπρου Σπ. «Βίος Ευγενίου Ιωαννουλίου [Γιαννούλη] του Αιτωλού υπό Αναστασίου Γορδίου», Νέος Ελληνομνήμων, 4 (1907),σς 27-82
Νημάς Θ.1995, Η εκπαίδευση στη Δυτική Θεσσαλία κατά την περίοδο της Τουρκοκρατίας. Συμβολή στη μελέτη του Θεσσαλικού Διαφωτισμού, Εκδ. Οίκος Αφών Κυριακίδη, Θεσσαλονίκη
Τσιώλης Κ. (Επιμελ.) 2005, Πρακτικά Ημερίδας Πολιτιστικού Συλλόγου Βραγγιανιτών «Αναστάσιος Γόρδιος» με θέμα: Ο Αναστάσιος Γόρδιος και η περιοχή των Αγράφων, Μεγάλα Βραγγιανά, 25 Ιουλίου 2004, Αθήνα 2005.

SUMMARY
Scholars of Neohellenic Enlightment in Agrapha under Ottoman Domination (17th – 18th century: Eugenios Gianoulis-Aitolos andAnastassios Gordios

A.Eugenios Giannoulis Aitolos (1597-1682)
He was clergyman and scholar, one of the nation’s most remarkable Teachers in the 17th century. He was the founder of celebrated Schools in Agrafa. With a Singilium by the Ecumenical Patri¬arch Kirill Loukaris, Eugenios Giannoulis Aitolos was appointed headmaster at the School of Arta in 1639, where he taught philosophy and theology at several students, amongst them Jacob, later Bishop of Agrafa. From the School of Arta he was transferred in 1640 as principal at the School Aitolikon. He also taught at the School of Missolonghi (1642-1644). From 1645 to 1661 he was the principal at the School of Karpenissi and headmaster from 1661 to 1673 at the School in Great Vrangiana.
His writings: Ecclesiastical Rhetoric, Biography, Letters. The School of Vran-giana was an Upper School. However, there was a freshmen seminar, where he himself taught Religion, Philosophy, Latin, Geography, Astronomy and Letter-writing. His student and successor at the School, Anastassios Gordios taught Introduction to Science, Theology, Classical Literature, Philosophy and Physics. Gordios cared for the writing of textbooks.
B. Anastassios Gordios (1654-1729)
People the greatest contributors of teach¬ing scientific knowledge Ellinomou-sion of Agrafa was undoubtedly Anastassios Gordios, the most distinguished student, worthy successor and the one who carried on with the educational work of Eugenios Giannoulis-Aitolos. Anastassios Gordios was of meddlesome character had excellent knowledge of ancient Greek and Latin literature and profound command of Latin, Italian and French. In addition to his educational and teaching duties, he offered his valuable services as a physician for the good of others in his area. Although he re-ceived invitations to remain in foreign universities or to occupy high positions near rulers abroad, with lavish pay, Gordios, as he writes in a letter, chose to return to his enslaved homeland to enlighten young people and to educate them to freedom.
Apart from long-term teaching in the Great Vrangiana (1710-1729), where he originated from, Gordios taught at the School of Trikala (1679-1682) as well. His writings: An erudite scholar, epigrams composer and translator of ancient Greek lite-rature in the common Greek, Gordios wrote books of varied content, including: Literary- Philosophical, Theological-Historical, Biography, Medical- Naturalist, 750 letters (1675-1728), many of which referred to the organization and operation of schools of his time, where others dealt with a variety of other topics of religious, moral, linguistic or medical content.

Ο Γερμανικός Διαφωτισμός και ο Νεοελληνικός Διαφωτισμός

Γερμανικός Διαφωτισμός και Νεοελληνικός Διαφωτισμός

Ο Γερμανικός Διαφωτισμός και οι επιδράσεις του στον Νεοελληνικό Διαφωτισμό

Ο γερμανικός ορθολογικός διαφωτισμός ως πνευματικό κίνημα εντάσσεται στο πλαίσιο του ευρωπαϊκού διαφωτισμού. Δεν είχε όμως τις ανάλογες κοινωνικές προεκτάσεις της εποχής του, οι οποίες εκδηλώθηκαν στην Αγγλία ή τη Γαλλία. Ο όρος Διαφωτισμός (Aufklaerung) διατυπώθηκε από τον Johann Christoph Gottsched (1700-1766), ο οποίος υπήρξε ο πρώτος «νεολόγος» του γερμανικού διαφωτισμού.
Ο διαφωτισμός στη Γερμανία, όπως και στην υπόλοιπη Ευρώπη, ως η μεγαλύτερη πνευματική κίνηση βασίσθηκε στον Ανθρωπισμό, τη Φιλοσοφία και τις Φυσικές Επιστήμες. Οι πρώτοι ανθρωπιστές του 14ου αιώνα (Rudolf Agricola, Thomas Murner, Beatus Rhenanus κ.ά.) έθεσαν τις βάσεις για την ανάπτυξη της γνώσης και την επικράτηση του ορθού λόγου. Οι ανθρωπιστές του 15ου αιώνα (Erasmus von Rotterdam, Johannes Reuchlin -Kapnion, Ulrich von Hutten) διακήρυξαν την εμπιστοσύ-νη τους στη λογική ικανότητα του ανθρώπου και ότι το σκότος δεν θα εμποδίσει το φως κατά το λατινικό λόγιο: Non velat umbra diem (το σκότος δεν θα σκεπάσει την ημέρα).
Ο ανθρωπισμός υπήρξε, επίσης, βάση και του μεγάλου κοινωνικοί) κι¬νήματος της Μεταρρύθμισης (Martin Luther, Philipp Schwarzerde-Melanchthon), το οποίο προήγαγε τον κριτικό έλεγχο των παραδεδομένων δομών και έθεσε υπό αμφισβήτηση κάθε αυθεντία. Ο γερμανικός ανθρωπισμός προήλθε κατευθείαν από τη μελέτη και την έρευνα του αρχαίου ελληνικού ανθρωπισμού και υπήρξε ή προϋπόθεση για την ανάπτυξη του πνεύματος της Διαμαρτυρήσεως εναντίον των μεσαιωνικών αντιλήψεων της Ρωμαιοκαθολικής Εκκλησίας.
Ο γερμανικός διαφωτισμός είχε αρκετούς και σπουδαίους εκπροσώπους. Χάριν της ιστορίας του διαφωτισμού παρατίθενται τα ονόματα των κυριοτέρων εκπροσώπων του γερμανικού διαφωτισμού: Gottfried Wilhelm Leibniz (1646-1716), Chris-tian Thomasius (1655-1728), Christian Wolff (1679-1754), Gerlach Adolf von Muenchhausen (1688-1770), Frlederike Karoline Neuber (1697-1760), Johann Christoph Gottsched (1700-1766), Siegmund Jacob Baumgarten (1706-1757), Johann Friedrich Wilhelm Jerusalem (1709-1789), Friedrich der Grosse von Preussen (1712-1786), Jo-hann Wilhelm Ludwig Gleim (1719-1803), Immanuel Kant (1724-1804), Christian Gottlob Herne (1729-1812), Gotthold Ephraim Lessing (1729-1781), Moses Mendelssohn (1729-1786), Johann Georg Hamann (1730-1788), Christoph Martin Wieland (1733-1813), Josef II, Kaiser von Osterreich (1741-1790), Georg Christoph Lichtenberg (1742-1799), Johann Gottfried Herder (1744-1803), Emanuel Schikaneder (1751-1812). Εξ αυτών ό Christian Thomasius πραγματοποίησε την έκδοση του πρώτου γερμανόγλωσσου επιστημονικού περιοδικού «Μηνιαίες Συζητήσεις» (Monatsgespraeche), το όποιο ασκούσε κριτική κατά του λογιοτατισμού του μπαρόκ στην λογοτεχνία, την φιλοσοφία και την πολιτική θεωρία. Υπήρξε ό πρωτοπόρος Γερμανός φιλόσοφος, που υπερέβη την καθιερωμένη λατινική γλώσσα της Ρωμαιοκαθολικής Εκκλησίας και έγραψε στην εθνική του γλώσσα. Αργότερα εξέδωσε το σπουδαίο έργο του «Βάσεις του φυσικού δικαίου» (Grundlagen des Naturrechts, 1705), το οποίο περιλάμβανε τη φυσική φιλοσοφία του διαφωτισμού.
Ο Gottlried Wilhelm Leibniz θεμελίωσε φιλοσοφικά την Ιδέα της ηθικής αλήθειας, την οποία θεωρούσε ως προϋπόθεση για την ευτυχία του μέσου ανθρώπου και της κοινωνίας ως συνόλου. Ό Christian Wolff επεξέτεινε τις φιλοσοφικές ιδέες του G.W. Leibniz και δημιούργησε τη γερμανική φιλοσοφική ορολογία. Τα μαθηματικά έργα του ως και τα έργα του περί της Λογικής τον κατέστησαν διάσημο φιλόσοφο ανά την Ευρώπη. Οι ιδέες του Wolff αλλά και του Leibniz είχαν απήχηση στη διδασκαλία και το έργο του Ευγενίου Βουλγάρεως (1716-1806), ο οποίος μελέτησε πολλά έργα τους, παρά την αρχική επιφύλαξή του περί του αν ο γερμανικός ορθολογισμός συνιστά αυθεντική αρχή της υγιούς φιλοσοφίας. Η επίδραση του Wolff φαίνεται στην έκδοση της Λογικής του Βουλγάρεως (1766 στην Λειψία-Leipzig). Τα μαθηματικά έργα του Wolff (Αριθμητική, Γεωμετρία, Τριγωνομετρία) μετέφρασε ελληνιστί ό Νικόλαος Ζερζούλης (1706-1772), Σχολάρχης της Αθωνιάδος Ακαδημίας ως διάδοχος του Ευγενίου Βουλγάρεως και κατόπιν διδάσκαλος της εν Ιασίω Ακαδημίας.
Ο Gotthold Ephrain Lessing εξέφρασε τις απόψεις του περί της ανεξιθρησκείας και της πνευματικής ανοχής με το έργο του «Νάθαν ο Σοφός» (Nathan der Weise, 1779) και τις ιδέες του περί του ανθρωπισμού με το διαφωτιστικό έργο του «Ή αγωγή του ανθρώπινου γένους» (Die Erziehung des Menschengeschlechts, 1780). Ο Φρειδερίκος Β’ (ο Μέγας) της Πρωσίας ως εκπρόσωπος της πεφωτισμένης δεσποτείας έγραψε το έργο «Anti-Machiavel» (1745), το οποίο είναι αποτέλεσμα των επιδράσεων του Voltaire (F. Μ. Arouet, 1694-1778) στη σκέψη του εστεμμένου φιλοσόφου.
Ο μεγαλύτερος φιλόσοφος του γερμανικού διαφωτισμού υπήρξε ό Immanuel Kant. Τα κλασικά έργα του «Κριτική του καθαρού λόγου» (Kritik der reinen Vernunft, 1781) και «Κριτική του πρακτικού λόγου» (Kritik der praktischen Vernunft, 1788) μελετώνται μέχρι σήμερα. Ο Kant στις 30 Σεπτεμβρίου 1784 διατύπωσε σε σχετικό άρθρο του το ερώτημα: Τί είναι Διαφωτισμός; (Was ist Aufklaerung?) και έδωσε ο ίδιος τον περίφημο γνωστό ορισμό: «Διαφωτισμός είναι η έξοδος του ανθρώπου από την ανω¬ριμότητά του για την οποία είναι υπεύθυνος ο ίδιος) (Aufklaerung ist der Ausgang des Menshen aus seiner selbstverschuldeten Unmuen-digkeit).
Ο γερμανικός διαφωτισμός ως προέκταση των μεγάλων πνευματικών κινημάτων του ανθρωπισμού και της μεταρρύθμισης επέδρασε σημαντικά στη δημιουργία και τη διάδοση της λεγόμενης «διανοητικής επανάστασης» των ανθρώπων κατά τον 19ο αιώνα στην Ευρώπη. Δεν συνετέλεσε όμως σε μία κοινωνική επανάσταση, όπως ο αγγλικός ή ο γαλλικός διαφωτισμός, οι οποίοι οδήγησαν τους λαούς σε μεγάλες ιστο-ρικές επαναστάσεις. Το κοινωνικό κίνημα στη Γερμανία υπετάγη ολοσχερώς από την απολυταρχία των Ηγεμόνων με τον επονομαζόμενο «Πόλεμο των Χωρικών» (1525) κατά την εποχή της Μεταρρύθμισης και έκτοτε δεν ανέκτησε τις επαναστατικές δυνάμεις του. Ο επαναστατικός άνεμος έπνευσε αργότερα και μόνο για λίγο στο Βερολίνο στις 18 Μαρτίου του 1848. Ή λαϊκή εξέγερση, που εκδηλώθηκε, κατέληξε στην Εθνοσυνέλευση του Δεκεμβρίου του ίδιου έτους, χωρίς όμως να πραγματοποιήσει τους εθνικούς και κοινωνικούς στόχους της, εξαιτίας κυρίως της αντίδρασης των Γερμανών Ηγεμόνων.
Η γερμανική φιλοσοφία του Διαφωτισμού σε αντίθεση προς τις απολυταρχικές δομές, που υπήρχαν στην κοινωνία, διατήρησε και την πνευματική ισχύ της και τη χρονική διάρκειά της. Οι εκπρόσωποί της προέτρεπαν, με τα συγγράμματά τους, τους αναγνώστες να τολμήσουν την έξοδο από την ανωριμότητά τους με βάση το λόγο του Ορατίου: «Τόλμα να μαθαίνεις» (sapere aude). To κίνημα Sturm und Drang (Θύελλα και Ορμή) συνέβαλε στην ανάπτυξη της φιλοσοφίας του αισθήματος της αστικής τάξης και της δημιουργίας του οικουμενικού ανθρωπισμού.
Μετά την πτώση του Βυζαντίου οι Έλληνες φιλόσοφοι μετέβησαν στις Χώρες της Δυτικής Ευρώπης και συνέβαλαν στη διδασκαλία και τη διάδοση των ανθρωπιστικών ιδεών. Το υπόδουλο Ελληνικό Γένος δεν είχε πλέον άλλη πνευματική διέξοδο για απόκτηση παιδείας ειμή μόνο την μετάβαση στη Δύση, για να λάβει τα φώτα της ως «μετακένωση» των ιδεών κατά τον Αδαμάντιο Κοραή (1784-1833) ή ως «μετακομιδή» των επιστημών κατά τον Κωνσταντίνο Κούμα (1777-1836). Η δυτική παιδεία, η οποία είχε αποθησαυρίσει το πνεύμα της κλασικής αρχαιότητας, συνετέλεσε στην αποκατάσταση της επαφής του Ελληνισμού με τη μεγάλη πνευματική παράδοσή του, την οποία αργότερα ήθελε να χρησιμοποιήσει για την Επανάσταση του 1821.
Κατά τις τελευταίες προεπαναστατικές δεκαετίες η νεοελληνική παιδεία απέκτησε θεωρητική βάση λόγω της επαφής των λογίων με την ευρωπαϊκή φιλοσοφική κριτική σκέψη. Ό Κωνσταντίνος Κούμας γράφει ότι «τα της νεωτέρας Ελλάδος φιλοσοφήματα είναι κυρίως μιμήματα της των Ευρωπαίων νεωτέρας φιλοσοφίας». Ή παιδεία σημείωσε στροφή προς το δυτικό πολιτισμό και διαδόθηκε το φιλελεύθερο πνεύμα για την αναγέννηση του έθνους. O Γρηγόριος Κωνσταντάς (1753-1835;), επί-σης, γράφει στον πρόλογο της μετάφρασης του 4τομου ιταλικού έργου του Fr. Soave ότι «εύχομαι να ευρεθή κάποιος από τους ομογενείς μας νέους, που έσπούδασεν εις την Γερμανίαν και έλαβεν την τύχην να πίη τα νάματα αυτής της φιλοσοφίας, να τα μετοχετεύση και εις το γένος μας».
Η επαφή των Ελλήνων λογίων με τη γερμανική φιλοσοφία αναπτύχθηκε ιδιαίτερα μετά τη Συνθήκη του Κιουτσούκ-Καϊναρτζή (1774). Ή μετατόπιση του εμπορικού ενδιαφέροντος προς την ηπειρωτική Ευρώπη, η δημιουργία των ελληνικών παροικιών στη Βιέννη, η αποκατάσταση της ελευθερίας των ιδεών με το Διάταγμα του αυτοκράτορα της Αυστρίας Ιωσήφ Β’ (1781), όπως επίσης και ο ευρωπαϊκός προσανατολισμός της ελληνικής αστικής τάξης συνέβαλαν στη στροφή των Ελλήνων λογίων προς τη γερμανική παιδεία και φιλοσοφία. Πολλοί Έλληνες νέοι μετέβαιναν για σπουδές στη Γερμανία. Ο Αδαμάντιος Κοραής γράφει στον εν Σμύρνη φίλο και συμμαθητή του Αλέξανδρο Βασιλείου: «όσους [εκ] των ημετέρων γνωρίζεις επιθυμούντας να σοφισθώσιν εκεί (στην πόλη Goettingen) πέμπε τους». Ακόμη και ο J. W. ν. Goethe (1749-1832) δεν έκρυψε το θαυμασμό του για τους Έλληνες φοιτητές στα γερμανικά Πανεπιστήμια. «Δια πολύν καιρό αισθανόμουν μίαν εντελώς ιδιάζουσαν επίδρασιν από τον σημαντικόν αριθμόν των εις Jena και Leipzig σπουδαζόντων νεαρών Ελλήνων. Ο πόθος να εγκολπωθούν την γερμανικήν παιδείαν, τους ήταν πάρα πολύ ζωηρός, καθώς επίσης και ο ζήλος να χρησιμοποιήσουν κάποτε όλην αυτήν την ωφέλειαν εις τον διαφωτισμόν της πατρίδος των» παρατηρεί ο μεγάλος ποιητής.
Οι ονομαστότεροι ‘Έλληνες λόγιοι, οι οποίοι,κατά την προεπαναστατική περί-οδο, σπούδασαν στα Πανεπιστήμια της Wien, του Goettingen, του Leipizig και της Jena πίστευαν ότι «τους Γερμανούς χρείαν έχομεν να μιμηθώμεν, αν θέλωμεν να μην αντιφάσκωμεν, και αυτών τα ίχνη πρέπει να βαδίζωμεν του λοιπού, διά να αναλάβωμεν εαυτοίς την δόξαν και λαμπρότητα των προγόνων μας». Αναφέρουμε ενδεικτικά ορισμένα μόνο ονόματα εκπροσώπων του νεοελληνικού διαφωτισμού, οι οποίοι μετέσχον γερμανικής παιδείας. Ο Άνθιμος Γαζής, ο Γρηγόριος Κωνσταντάς, ο Δανιήλ Φιλιππίδης και ο Αθανάσιος Ψαλίδας σπούδασαν φιλοσοφία και θετικές επιστήμες στη Wien, ο Χριστόδουλος Ακαρνάν (Παμπλέκης) σπούδασε φιλοσοφία στη Wien και στο Leipzig, ο Γεώργιος Γεννάδιος σπούδασε ιατρική στο Leipzig, ο Στέφανος Οικονόμος ιατρική και φιλοσοφία στη Wien και οι Κωνσταντίνος Άσώπιος, Γεώργιος Γλαράκης, Αναστάσιος Πολυζωίδης, Αλέξανδρος Σκυλίτσης, Θεόκλητος Φαρμακίδης και Γεώργιος Ψύλλας σπούδασαν φιλοσοφία και θετικές επιστήμες στο Goettingen. Η απα¬ρίθμηση αυτή δεν εξαντλεί, βεβαίως, τον εκτενή κατάλογο των νέων Ελλήνων, που σπούδασαν σε γερμανικά πανεπιστήμια κατά την προεπαναστατική περίοδο αλλά είναι ενδεικτική της προέλευσης των επιστημονικών και φιλοσοφικών επιδράσεων, οι οποίες ασκήθηκαν στη νεοελληνική παιδεία. Οι προαναφερθέντες λόγιοι δεν ήταν οι μοναδικοί φορείς του γερμανικού πνεύματος στην Ελλάδα. Σημαντικότατες επιδράσεις είχαν και οι μεταφράσεις έργων πολλών γερμανών στοχαστών, όπως παρατηρεί ο Κ.Θ. Δημαράς.
Τα σπουδαία έργα των Imm. Kant, J.G. Fichte, Fr. Schelling, G.W. Leibniz, Chr. Wolff, J.G. Heinnecke, J.G. Herder, Fr. Chr. Baumeister έγιναν γνωστά στους Έλληνες με τις μεταφράσεις. Ιδιαίτερη απήχηση στους Έλληνες λογίους είχαν τα έργα του Johann Gottfied Herder (1744-1803). Συγκεκριμένα το περισπούδαστο έργο του «Ιδέες για τη φιλοσοφία της ιστορίας της ανθρωπότητας» (Ideen zur Philosphie der Geschichte der Menschheit, 1791) μελετήθηκε αναλυτικά από το Θεόδωρο Μανούση (1793-1858), Καθηγητή ‘Ιστορίας στο Οθώνειο Πανεπιστήμιο Αθηνών. Ο Μανούσης θεωρούσε το έργο του γερμανού φιλοσόφου «ως το άριστον ιστορικόν σύγγραμμα των νεωτέρων … [και] ως λαμπροτάτην σύνοψιν όλης της ιστορίας του ανθρωπίνου γένους». Ορισμένες μεταφρασμένες μελέτες του Herder περί της ελληνικής αρχαιότητας δημοσιεύθηκαν στο περιοδικό «Λόγιος Ερμής» και διήγειραν το ενδιαφέρον πολλών λογίων.
Ο Κωνσταντίνος Παπαρρηγόπουλος, ο Έλληνας Ranke, ο ιδρυτής του ελληνικού ιστορισμού, σπούδασε Ιστορία στο Berlin κατά τα έτη 1832-1834 και εισήγαγε τις αρχές του γερμανικού θετικιστικού ιστορισμού στην Ελλάδα. Οι γερμανικές επιδράσεις συνεχίσθηκαν και μετά την Επανάσταση και την ίδρυση του νεοελληνικού εθνικού κράτους. Η δημιουργία της Εθνικής Βιβλιοθήκης (1832) και η ίδρυση του Πα-νεπιστημίου Αθηνών (1837) είναι δύο ιστορικά γεγονότα, τα οποία καταδεικνύουν τη διείσδυση και την εδραίωση του γερμανικού πνεύματος στη μετεπαναστατική Ελλάδα. Μεταξύ των πρώτων βιβλίων της νεοσύστατης Εθνικής Βιβλιοθήκης τα 110 ήταν γερμανικά βιβλία. Τα γαλλικά ήταν 79, τα Ιταλικά επίσης 79 και τα ελληνικά 393 βιβλία. Η προτίμηση των γερμανικών βιβλίων υπερείχε έναντι των γαλλικών και των ιταλικών.
Το Οθώνειο Πανεπιστήμιο Αθηνών οργανώθηκε κατά το παράδειγμα των γερμανικών Πανεπιστημίων. Μεταξύ των 34 πρωτοδιορισθέντων καθηγητών οι 7 ήταν Γερμανοί και από τους υπολοίπους αρκετοί σπούδασαν στη Γερμανία, όπως ο Κωνσταντίνος Ασώπιος, ο Θεόδωρος Μανούσης, ο Θεόκλητος Φαρμακίδης και ο Γεώργιος Γεννάδιος. Ο πρώτος Πρύτανις του Πανεπιστημίου Αθηνών Κωνσταντίνος Σχινάς σπούδασε στο Berlin και υπήρξε ένθερμος ζηλωτής των γερμανικών διδαγμάτων.
Εκτός «της ωφελείας [των Ελλήνων] εις τον διαφωτισμόν της πατρί¬δος των», όπως έγραφε ό Goethe, υπήρξαν και άλλα σπουδαία αποτελέσματα των γερμανικών επιδράσεων στη νεοελληνική σκέψη και παιδεία. Η περαιτέρω ανάπτυξη των ελληνο-γερμανικών πνευματικών σχέσεων, ιδιαίτερα η μετεκπαίδευση των μεγαλύτερων Ελλήνων παιδαγωγών και φιλοσόφων (π.χ. Δ. Γληνός, Α. Δελμούζος, Ν. Εξαρχόπουλος, Σπ. Καλλιάφας, Σπ. Μωραΐτης, Ε. Παπανούτσος, Μ. Τριανταφυλλίδης) του εικοστού αιώνα σε γερμανικά Πανεπιστήμια είναι άλλη μία προέκταση των γερμανικών επιδράσεων στη νεοελληνική παιδεία.

ZUSAMMEFASSUNG
Die Deutsche Aufklaerung und ihre Einfluesse in der Neugriechischen Aufklaerung

Waehrend der letzten vorrevolutionaeren Jahrzehnte erlangte die neugriechische Kultur theoretische Grundlagen aufgrund der Beziehung der Gelehrten zum europaeischen philosophischen kritischen Denken.
Die griechischen Gelehrten nahmen die Beziehung zur deutschen Philosophie insbesondere nach dem Vertrag von Kioutsouk-Kainartzi (1774) auf. Die Verlegung des Handelsinteresses auf das kontinentale Europa, die Entstehung der griechischen Niederlassungen in Wien, die Wiederherstellung der Gedankenfreiheit mit dem Dekret des Kaisers Josef II (1781) sowie die europaeische Orientierung des griechischen Buergertums trugen dazu bei, dass sich die griechischen Gelehrten der deutschen Kultur und Philosophie zu wandten.

Παναγιώτης Νταβαρίνος
Dr. Phil. Heinrich Heine Universitaet Duesseldorf
Επίτιμος Σχολικός Σύμβουλος Φιλολόγων

Επιλεγμένη Βιβλιογραφία
• Duntzer H.v, 1817, Goethe’s Werke, 25er Teil, Tag-und Jahreshefte von 1809 bis 1822, Hrsg Ruetten & Loening, Frankfurt a.M.
• Raabe R./Schmidt-Biggemann W. 1979, (Hrsg): Aufklaerung in Deutschland, Bonn
• Soave Fr. 1804, Στοιχεία Λογικής, Μεταφυσικής και Ηθικής, τόμ. Α΄, (μ.τ.φρ. Γρ. Κωνσταντάς), Παρά Νικολάω Γλυκεί τω εξ Ιωαννίνων, Βενετία
• Αγγέλου Άλκ. 1963, «Το χρονικό της Αθωνιάδας», Νέα Εστία, τόμ.74/τεύχ.875, (1963), Αθήνα
• Δημαράς Κ.Θ 1977, Νεοελληνικός Διαφωτισμός, Εκδ. Ερμής, Αθήνα
• Κονδύλης Π. 1993, Ο Ευρωπαϊκός Διαφωτισμός, τόμ. Β΄ Εκδ. Θεμέλιο, Αθήνα
• Κοραής Αδ. 1979 , Αλληλογραφία, τόμ. Γ΄, Εκδ. Ο.Μ.Ε.Δ./ Κέντρον Ν.Ε. Ερευ-νών/Ε.Ι.Ε.,’Αθήναι
• Κούμας Κ. 1818, Σύνταγμα φιλοσοφίας, τόμ. Α΄, Εκ της Τυπογραφίας Ι.Β. Τσεβεκίου, Βιέννη
• Νταβαρίνος Π. 1995, Ιστοριογραφία και Πολιτική. Σπουδές στα έργα Ελλήνων λόγιων ιστορικών του 20ου αιώνα, (διδακτορική διατριβή), Duesselforf
• Παπαευθυμίου Β. 1807, Ιστορία συνοπτική της Ελλάδος, Εν τη Νέα Τυπογραφία, Βιέννη
• Πρωτοψάλτης Εμμ. 1967, Ιστορικά έγγραφα περί αρχαιοτήτων και λοιπών μνη-μείων της Ιστορίας κατά τους χρόνους της Επαναστάσεως και του Καποδιστρίου, Βιβλιοθήκη της εν Αθήναις Αρχαιολογικής Εταιρείας, Αθήναι
• Τσιρπανλής Ζ. 1979, «Οι Έλληνες φοιτητές στα ευρωπαϊκά πανεπιστήμια και η παρουσία τους στην πανεπιστημιακή ζωή της νεώτερης Ελλάδας (1800-1850)», Παρνασσός 21 (1979), Αθήνα
• Χατζηστεφανίδης Θ. 1986, Ιστορία της Νεοελληνικής Εκπαίδευσης (1821-1986), Εκδ. Παπαδήμας Αθήνα.