Αποσπάσματα από το βιβλίο του Αριστείδη Ρούσσαρη “Ο ματωμένος Σεπτέμβριος στη Λεβάδεια το 1943“:
Από τα χαράματα του Σαββάτου 11 Σεπτεμβρίου 1943 οι Γερμανοί καλούσαν τους άντρες της πόλης από 15-70 ετών να συγκεντρωθούν στην πλατεία Μητροπόλεως.
Με μεγάφωνα απειλούσαν ότι όποιος βρεθεί στο σπίτι του μετά τις 10 το πρωί θα τουφεκιζόταν αμέσως.
Πάνω από 1500 άντρες και νέοι συνελήφθησαν και φυλακίσθηκαν στη μάνδρα του εργοστασίου Πανουργιά στην Κρύα, φρουρούμενοι από στρατιώτες που είχαν μόνιμα το δάκτυλο στη σκανδάλη έτοιμοι να πυροβολήσουν με την παραμικρή κίνηση αντίστασης.
Οι έρευνες των περιπόλων μέσα στα σπίτια προς αναζήτηση ανδρών που ίσως κρύβονταν συνεχίσθηκαν ακατάπαυστα με ταυτόχρονη λεηλασία των σπιτιών και πράξεις βίας εναντίον γυναικών, των γερόντων, παιδιών και ασθενών.
Το απόγευμα περί ώρα 16.00 μ.μ. οργισμένος ο Γερμανός Διοικητής κάλεσε τον Κατοχικό Νομάρχη Ι. Γεωργόπουλο και τον ενημέρωσε ότι βρέθηκε το πτώμα του Γερμανού στρατιώτη σε χανδάκι στοιβαγμένο σε κιβώτιο και κακοποιημένο στη συνοικία του Ζαγαρά.
Όπως γνωστοποίησε στην κατοχική Κυβέρνηση ο Νομάρχης αντελήφθηκε ότι από την οργή του Γερμανού Διοικητή τα αντίποινα θα ήταν σκληρά.
Η κυκλοφορία απαγορεύθηκε για οποιονδήποτε μετά τις 5 το απόγευμα. Τα εξώφυλλα και τα παραθυρόφυλλα έκλεισαν ερμητικά σ’ όλα τα σπίτια, ο τρόμος είχε κυριεύσει την πόλη.
Γύρω στις 9 το βράδυ η συνοικία του μαρτυρικού Ζαγαρά φλεγόταν στην κυριολεξία.
Όσα σπίτια ήταν κοντά στο χώρο που βρέθηκε το πτώμα του γερμανού στρατιώτη πυρπολήθηκαν. Μαζί με τα σπίτια κάηκαν όλα τα υπάρχοντα, όλο το βιός των ιδιοκτητών τους, στους οποίους οι Γερμανοί απαγόρευσαν να πάρουν έστω και λίγο ψωμί για τ’ ανήλικα παιδιά τους.
Τα σπίτια που πυρπολήθηκαν κι έγιναν στην κυριολεξία στάχτες ήταν ιδιοκτησίες των:
1) Παναγ. Χαρ. Τσιφή
2) Αγγελή Αν. Τσιροπούλα
3) Νικολάου Παν. Καραβασίλη
4) Αλεξ. Δημ. Γαζή
5) Γεωρ. Ιωαν. Τσιφή
6) Γαρέφως Παν. Καρκάνα
7) Ειρήνης Ιω. Κιτάγια
8 ) Σταύρου Δημ. Καμινάρη
9) Δημητ. Νικ. Δασοπούλου ή Μπασμάτη και
10) Κων. Κ. Κοσμίδου και αδελφών Αν. Καφρίτσα, κατοίκων Λεβαδείας.
Η τραγωδία δυστυχώς ήταν σε εξέλιξη.
Την ίδια ώρα της πυρπόλησης του Ζαγαρά οι εγκληματίες υποδιευθυντές της Γκεσταπό Λεβαδείας Wily και Παύλος εισήλθαν στη μάνδρα όπου ήταν φυλακισμένοι οι άντρες και οι νέοι της Λειβαδιάς και με το φως ενός κεριού κι ενός φακού επέλεξαν 10 νέους που κατοικούσαν ή είχαν σχέση με το Ζαγαρά. Τους 10 νέους ανέβασαν σε γερμανικό φορτηγό αυτοκίνητο και τους μετέφεραν στην Κεντρική πλατεία απέναντι από το ξενοδοχείο ΕΛΙΚΩΝ.
Οι δέκα μελλοθάνατοι μαρτυρικοί ήρωες ήταν οι εξής:
1) Λουκάς Ανδρέου Δασόπουλος ή Γκανάς – ηλικ. 23, εργάτης
2) Κωνστ. Γεωργίου Σύρος ή Τσίρκας – ηλικ. 24, αρτεργάτης
3) Παναγιώτης Ηλία Τσάβας – ηλικ. 32, εργάτης
4) Χρίστος Γεωργίου Κουντουργιώτης – ηλικ. 28, εργάτης
5) Χαράλαμπος Γεωρ. Γεωργουλής – ηλικ. 19, κουρέας
6) Λουκάς Πέτρου Γαμβρίλης – ηλικ. 34, κουρέας
7) Παναγιώτης Ελευθ. Γαζής – ηλικ. 24, ελαιοχρωματιστής
8) Ανέστης Ιωάν. Ιντζίδης – ηλικ. 24, εργάτης
9) Γεώργιος Αναστασίου Μπότσαρης – ηλικ. 21, εργάτης
10) Νικόλαος Δημ. Κομπότης – ηλικ. 17, εργάτης
Στη μεριά που είναι σήμερα η Εθνική Τράπεζα κι εκεί όπου έχει στηθεί το ηρώο της μνήμης των 10 μαρτύρων, υπήρχαν κτίρια και σχηματιζόταν ένα Γ.
Στα μπαλκόνια των κτιρίων είχαν στηθεί 10 κρεμάλες.
Η πρώτη κρεμάλα ήταν σε μια σιδερένια γωνιά απομεινάρι από τα παλιά χρόνια, όταν εκεί κρεμούσαν το δημοτικό φανάρι.
Την αναπαράσταση του απαγχονισμού αποτύπωσαν σε σκίτσα τους ο αείμνηστος Απόστολος Μοσχόπουλος και ο Δρ. Αργύριος-Δημήτριος Σπυρίδωνος.
Ο απαγχονισμός έγινε όπως αξιόπιστα περιγράφεται από τον αείμνηστο Παναγή Καραμερτζάνη.
Τα ηρωικά θύματα ήταν επάνω σε γερμανικά φορτηγά αυτοκίνητα.
Τους είχαν δεμένα τα χέρια όπισθεν, οδηγείτο το καμιόνι κάτω από τους εξώστες που ήταν δεμένες οι θηλιές, κι όταν οι δήμιοι Γερμανοί τοποθετούσαν το βρόγχο σε κάθε απαγχονιζόμενο προχωρούσε το όχημα κι έτσι το σώμα αιωρείτο στο κενό και απαγχονιζόταν.
Την ώρα του απαγχονισμού του Λουκά Γαμβρίλη όταν προχώρησε το καμιόνι, κόπηκε ο βρόγχος 2 φορές και ο ήρωας Γαμβρίλης έπεσε στο έδαφος, αλλά οι δήμιοι αμέσως τον οδήγησαν στην κρεμάλα και τον απαγχόνισαν.
Τον απαγχονισμό των 10 αθάνατων παλληκαριών της Λεβαδείας και του έθνους δεν είδε κανένας κάτοικος της πόλης διότι όλοι ήταν αποκλεισμένοι στα σπίτια τους, παρόντες ήταν οι Γερμανοί και όλοι οι Ιταλοί αξιωματικοί και στρατιώτες.
Ο απαγχονισμός έγινε στις 10 η ώρα το βράδυ της 11 Σεπτεμβρίου 1943, ημέρα Σάββατο, είναι η ώρα και η ημέρα της αιωνίας μνήμης που ποτέ δεν θα σβήσει όσο υπάρχει ζωή σ’ αυτή την πόλη.
– Η νύχτα των Δέκα –
Στους Δέκα Πατριώτες
που απαγχόνισαν οι Γερμανοί
στα μπαλκόνια της πλατείας
– στην Λειβαδιά τον Σεπτέμβριο του 1943.
Στην Πλατεία του Λάμπρου Κατσώνη
δεν ξημερώνει
Στων κρεμασμένων τα σχοινιά
μαγκώνει η νύχτα
στο κάθε μπαλκόνι
Κι’η πόλη βαλαντώνει – Η Λειβαδιά
στο δάκρυ – στην αγρύπνια
χιλιάδες καρδιοχτύπια.
Πλαντάζει και βουβώνει…
Είναι η Νύχτα των Δέκα
που αν αστροπελέκα
την κάθε μια αγχόνη
θα τους αποχαιρέτα
στην Πλατεία του Λάμπρου Κατσώνη…
Μ’ αλλοίμονο κακιώνει
και δεν τους λευτερώνει…
Στα γρήγορα για σάβανο
τα πέπλα της απλώνει
κι’ αντάμα με τον θάνατο
εκείθε τους ενώνει…
καθώς… αιωρούνται μόνοι…
Κι’ η Δόξα αμετάλαβους
τους δαφνοστεφανώνει
– στην Πλατεία του Λάμπρου Κατσώνη
Κι’ αμέσως… ξημερώνει!…
Αθήνα – Δεκέμβριος 1943 Νίκος Μαρκαντώνης (Καλεντζής)