Του Αναστασίου Τασινού

LIN

Στο πεδίο της σχολικής πράξης μερικές φορές αρκεί ένα δάκρυ, ένα χαμόγελο, μια κίνηση, για να πάρουμε ένα καλό μάθημα ή μια σημαντική πληροφορία. Φτάνει μόνον, να έχουμε τα μάτια μας ανοιχτά, όταν μας μιλάει η γλώσσα του σώματος των μαθητών.

Στο παρόν άρθρο περιγράφω δύο περιστατικά απ` τη σχολική ζωή, όπου βλέπουμε δύο μαθητές της Ε` Δημοτικού, να στέλνουν με τη γλώσσα του σώματος αυθεντικά μηνύματα σε γονείς και εκπαιδευτικούς.

Το πρώτο περιστατικό έχει πρωταγωνίστρια την Αναστασία, μια πολύ ήσυχη μαθήτριά μου. Με την τάξη της Αναστασίας είχα παρουσιάσει στο σχολείο τη γιορτή του Πολυτεχνείου. Η Αναστασία στη γιορτή αυτή, απήγγειλε μερικούς στίχους από το ποίημα «Μικρό δοξαστικό για τα παιδιά του Πολυτεχνείου» του Γιάννη Ρίτσου. Μετά τη γιορτή έδωσα συγχαρητήρια στους μαθητές, οι οποίοι έδειχναν ικανοποιημένοι απ` το χειροκρότημα του κόσμου, εκτός απ` την Αναστασία, που στο πρόσωπό της διέκρινες μια θλίψη. Δεν της είπα τίποτε εκείνη τη στιγμή, γιατί ο χώρος δεν ήταν κατάλληλος για συζήτηση. Υπέθεσα ότι συγκινήθηκε απ` τη γιορτή.

Την άλλη μέρα στην τάξη ξανάδωσα συγχαρητήρια στους μαθητές που απήγγειλαν ποίημα, εστιάζοντας την προσοχή μου στην αντίδραση της Αναστασίας. Πριν προλάβω να ολοκληρώσω τη φράση, ένα δάκρυ κύλησε στο πρόσωπό της. Η γλώσσα του σώματος έλεγε καθαρά ότι κάτι συνέβαινε. Η Αναστασία σκούπισε γρήγορα το δάκρυ, σαν να μην ήθελε να το δω. Δεν της είπα τίποτε, για να μην αποκαλυφθεί η συγκίνησή της στην τάξη. Στη συνέχεια ηχογράφησα τα ποιήματα της γιορτής του Πολυτεχνείου για να τα έχω στο αρχείο μου και μετά άρχισα το μάθημα της Γλώσσας.

Μόλις χτύπησε το κουδούνι για διάλειμμα, κάλεσα την Αναστασία στην έδρα και τη ρώτησα για ποιο λόγο ήταν στεναχωρημένη στη γιορτή. Πάλι άρχισε να βουρκώνει κι αμέσως έβγαλε από μέσα της αυτό που τη βάραινε: «Κύριε, έλειπε απ` τη γιορτή η μητέρα μου». Αιφνιδιάστηκα! Δεν περίμενα να ακούσω κάτι τέτοιο. Και συνέχισε: «Όλα τα παιδιά είχαν τη μητέρα τους δίπλα, εγώ δεν είχα κανέναν». Μου ήρθε εκείνη τη στιγμή να της πω ότι όλος ο κόσμος ήταν δίπλα της, αλλά δε μου βγήκε. Αναλογίστηκα ότι όλος ο κόσμος για την Αναστασία ήταν η μητέρα της. Ακόμη, πήγα να δικαιολογήσω τη μητέρα της, αλλά πάλι δε μου βγήκε. Σκέφτηκα ότι για να στεναχωρηθεί τόσο πολύ η Αναστασία, σήμαινε ότι η μητέρα της μπορούσε να έρθει στη γιορτή και δεν ήρθε. Τέλος, πήγα να υποβαθμίσω το γεγονός, αλλά ούτε κι αυτό μου βγήκε. Πώς μπορείς να υποβαθμίσεις ένα γεγονός, που παίρνει τέτοιες διαστάσεις στην ψυχή του παιδιού. Όλες οι σκέψεις μου ήταν ανούσια κηρύγματα, γι` αυτό και τις απέρριψα.

Η μητέρα έδειχνε μεγάλο ενδιαφέρον για τη μόρφωση της κόρη της και περίμενα ότι θα ήταν παρούσα στη γιορτή. Μάλλον όμως δεν εκτίμησε, τι σήμαινε για την Αναστασία να είναι δίπλα της, όταν έλεγε το ποίημα. Το παράπονο της Αναστασίας ήταν δικαιολογημένο. Παρόλο αυτά, θα ήταν λάθος μου να κρίνω την απουσία της μητέρας. Άκουσα τον πόνο της Αναστασίας και τίποτε περισσότερο. Το κάτι περισσότερο το φύλαγα για τη συνάντηση με τη μητέρα. Σε τέτοιες περιπτώσεις, «Κρείττον του λαλείν το σιγάν».

Στα μέσα Δεκεμβρίου το σχολείο είχε προγραμματισμένη ενημέρωση γονέων και δόσιμο βαθμολογίας Α` τριμήνου. Την ημέρα αυτή έκανα μια γενική ενημέρωση στους γονείς της τάξης μου για τον τρόπο που εργάζομαι και τι ζητάω από τους μαθητές. Μετά άρχισα την ατομική ενημέρωση, η οποία ήταν τεκμηριωμένη από τα τεστ που είχα βάλει και από την προφορική συμμετοχή στο καθημερινό μάθημα. Όταν έφτασα στη μητέρα της Αναστασίας, πρώτα την ενημέρωσα για τα μαθήματα και μετά της ανέφερα το περιστατικό με την κόρη της. Αιφνιδιάστηκε! Με ειλικρίνεια και αυθορμητισμό μού είπε: «Συγγνώμη δάσκαλε! Δεν περίμενα ότι η απουσία μου από τη γιορτή θα τη στεναχωρούσε τόσο πολύ! Αν το γνώριζα θα ερχόμουν». Της απάντησα ότι δεν υπάρχει λόγος να  ζητήσει συγγνώμη από μένα, αλλά απ` την κόρη της. Το τι έκανε στη συνέχεια, δεν το έμαθα. Ούτε και επιδίωξα να το μάθω. Πάντως κατάλαβε το λάθος της. Απ` τη μεριά μου έκανα αυτό που έπρεπε και σταμάτησα εκεί που έπρεπε. Η συζήτηση έδειξε ότι η μητέρα ενδιαφερόταν για τη μόρφωση της κόρης της, αλλά δεν είχε καλή επικοινωνία μαζί της.

Το δεύτερο περιστατικό έχει πρωταγωνιστή το Νικολάκη, έναν πολύ ζωηρό μαθητή μου. Ο Νικολάκης αισθανόταν πολύ άσχημα που οι γονείς του δεν ερχόταν στο σχολείο για ενημέρωση. Κάθε φορά που είχα ενημέρωση, ο Νικολάκης μού έλεγε απίθανες δικαιολογίες για τους απόντες γονείς του. Πάντα έδειχνα να τον πιστεύω κι αυτό τον ανακούφιζε λίγο.

Κάποια ημέρα, στις αρχές του Γ` τριμήνου, εμφανίστηκε στην τάξη μία κυρία, που πρώτη φορά την έβλεπα στο σχολείο. Ήταν η μητέρα του Νικολάκη. Την ενημέρωσα για το γιο της, αποφεύγοντας να της πω ευθέως ότι άργησε να έρθει στο σχολείο. Της είπα όμως – κι αυτό όφειλα να το πω – ότι  ο  Νικολάκης αυτή τη στιγμή που μιλάμε, μας παρακολουθεί απ` την πόρτα μ` ένα πλατύ χαμόγελο. Αμέσως έστρεψε το βλέμμα της στην πόρτα για να τον δει. Εμμέσως, πλην σαφώς, έστειλα το μήνυμά μου. Ο καημένος ο Νικολάκης θα προσπάθησε πολύ να κερδίσει αυτό το χαμόγελο. Τελικά, κέρδισε και κάτι παραπάνω. Η μητέρα του έκτοτε ερχόταν για ενημέρωση στο σχολείο, γεγονός που τον ευχαριστούσε ιδιαίτερα. Και σε αυτό το περιστατικό δεν υπήρχε καλή επικοινωνία της μητέρας με το γιο της.

Το σημαντικό στη διαχείριση και των δύο περιστατικών ήταν ότι τα συζήτησα με τους γονείς – το  πρώτο άμεσα και το δεύτερο έμμεσα – γεγονός που είχε θετικό αντίκτυπο στην Αναστασία και το Νικολάκη.

Ως δάσκαλος πάντα εξυπηρετούσα τους γονείς που δεν μπορούσαν να έρθουν τη συγκεκριμένη ημέρα ενημέρωσης στο σχολείο. Τους έδινα τη δυνατότητα να έρθουν κάποια άλλη ημέρα στο σχολείο, αλλά μετά τη λήξη των μαθημάτων. Τους τόνιζα όμως, ότι η καλύτερη ενημέρωση γίνεται την προγραμματισμένη ημέρα. Η καλή συνεργασία που είχα με τους γονείς και το γεγονός ότι συζητούσα μαζί τους τα σημαντικά γεγονότα της σχολικής ζωής, βοηθούσε παρά πολύ το εκπαιδευτικό μου έργο.

Αρκετές φορές ως δάσκαλος στις ενημερώσεις γονέων και ως επιμορφωτής στα εκπαιδευτικά σεμινάρια, αναφερόμουν στο δάκρυ της Αναστασίας και στο χαμόγελο του Νικολάκη. Είναι δύο απλά περιστατικά, που όπως προανέφερα, εκπέμπουν αυθεντικά μηνύματα στους γονείς και στους εκπαιδευτικούς. Στους μεν γονείς να πηγαίνουν στο σχολείο όταν τους καλεί ο δάσκαλος, να παρακολουθούν τις σχολικές εκδηλώσεις και να επικοινωνούν ουσιαστικά με τα παιδιά τους· στους δε εκπαιδευτικούς να διαβάζουν σωστά τη γλώσσα του σώματος των μαθητών, να ενημερώνουν τεκμηριωμένα τους γονείς και να συζητούν μαζί τους τα σημαντικά γεγονότα της σχολικής ζωής.

Τα εν λόγω περιστατικά, επειδή μιλούν με φυσικό τρόπο και χωρίς διδακτισμό, πάντα θα αγγίζουν την καρδιά και το νου των γονιών και των εκπαιδευτικών και θα τους υπενθυμίζουν τα αυτονόητα, που έχει ανάγκη το εκπαιδευτικό έργο.

Ιωάννινα 7 Οκτωβρίου 2020