“Μ’ αγαπάς, μπαμπά;”

…του Βασίλη Κουτσιαρή από τις εκδόσεις Ελληνοεκδοτική

“Γεννηθήκαμε σε έναν πανέμορφο δρόμο.
Σε μια πεδιάδα μακριά από σπίτια και φασαρία.
Στο τέρμα αυτού του δρόμου βρισκόταν
το σπίτι του κυρ Σταύρου, του «μπαμπά» μας.
Άνθρωπος αυτός, δέντρα εμείς.

Εγώ δεν έμοιαζα με τα υπόλοιπα δέντρα.
Εκείνα είχαν ρίξει περισσότερο μπόι από μένα
και καμάρωναν με τον ψιλόλιγνο κορμό τους,
ενώ ο δικός μου κορμός παρέμενε κοντός με τα κλαδιά μου
να καλύπτουν ένα μεγάλο κομμάτι του δρόμου.

Μια μέρα ο μπαμπάς με πλησίασε και μου είπε:
–  Πώς μπερδεύτηκε σπόρος από άλλη ποικιλία στο σακούλι μου;
Δηλαδή, είχα φυτρώσει κατά λάθος εδώ;
Ο μπαμπάς μου, άραγε, μ’ αγαπούσε;…’

(Από το οπισθόφυλλο του παραμυθιού)

Το δεντράκι το διαφορετικό, που θα μπορούσε να αντιπροσωπεύει το κάθε παιδί με τα ξεχωριστά του χαρίσματα, είναι χαρούμενο και ανέμελο και δεν καταλαβαίνει την διαφορετικότητά του παρά μόνο από το βλέμμα των άλλων και από τα λόγια που πληγώνουν…
– Τι λάθος έκανα με σένα, αναρωτιέται ο κυρ Σταύρος.

Στο πρόσωπο του κυρ Σταύρου – του μπαμπά, πατερούλη ή μπαμπάκα των δέντρων – θα μπορούσε να είναι εκείνοι οι γονείς που αναρωτιούνται τι λάθος έκαναν και το παιδί τους δεν είναι όπως το ονειρεύτηκαν – ευγενικό, υπάκουο, ο ‘πρώτος μαθητής’, αυτός που ξεχωρίζει στα αθλήματα και από όλους τους άλλους, πρόθυμος να διαβάζει τα μαθήματά του όποτε του ζητηθεί.

Και χωρίς να παραδεχτούν πως αυτοί έχουν το λάθος στον τρόπο που ‘βλέπουν’ τα πράγματα προσπαθώντας να βάλουν το παιδί τους σε ένα καλούπι -αυτό που αυτοί ονειρεύονται και επιθυμούν- καταλήγουν να «κόψουν τα φτερά του» με τον ίδιο τρόπο που ο κυρ Σταύρος με ένα πριόνι έκοψε τα κλαδιά της λεύκας ώστε να την αλλάξει και να μοιάζει με τις υπόλοιπες.

Το δέντρο κατόπιν θα αναρωτηθεί…

‘Δεν είμαι εγώ’
‘Γιατί σε μένα;’
‘Γιατί ο πατέρας μου δεν με θέλει;’

…γεμίζοντας απογοήτευση, στενοχώρια, πληγές ψυχής…
 
Το «Μ’ αγαπάς, μπαμπά;» είναι ένα παραμύθι για τον σεβασμό στη διαφορετικότητα και την αναγκαιότητα της ύπαρξής της στον κόσμο μας. Το πρόβλημα της αποδοχής της ξεκινά από τους μεγάλους   αυτοί πρέπει να σκεφτούν και αν χρειάζεται να αλλάξουν τρόπο σκέψης και στάση ζωής.

Είναι αναγκαίο οι γονείς να αναγνωρίσουν το παιδί ως ένα άτομο ξεχωριστό και διαφορετικό από εκείνους με διαφορετικά κίνητρα, ανάγκες και στόχους. Με αυτόν τον τρόπο δίνεται χώρος στο παιδί να αναπτύξει τις δικές του επιθυμίες, να κάνει όνειρα και να τα προβάλλει στο μέλλον βασισμένο στη δική του ιδιοσυγκρασία και προσωπικότητα. Αντίθετα, προβάλλοντας στο παιδί τους τις δικές τους προσδοκίες τι άμυνες του δίνουν; Θα καταφέρουν να το κάνουν να νιώθει ελεύθερο ή μήπως –αντίθετα- εγκλωβισμένο στα ‘θέλω’ άλλων;