Οι αρχικές συνθήκες της ΕΕ δεν είχαν καμία αναφορά στα ανθρώπινα δικαιώματα. Για πρώτη φορά έγινε ρητή αναφορά στη Συνθήκη του Άμστερνταμ. Η απουσία αυτή δημιουργούσε πολλά προβλήματα και θεωρήθηκε μέρος του δημοκρατικού ελλείμματος της Κοινότητας. Τελικά, επειδή πολλές κοινοτικές πράξεις αφορούσαν στα ανθρώπινα δικαιώματα, τέθηκε το ζήτημα της προστασίας των ανθρωπίνων δικαιωμάτων σε Κοινοτικό επίπεδο, αλλά και για έναν επιπλέον λόγο: Ακόμη και στη περίπτωση που τα δικαιώματα προστατεύονταν από την Ευρωπαϊκή Σύμβαση, το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο δεν μπορούσε να δεχθεί προσφυγές εναντίον των ευρωπαϊκών θεσμών, αφού η Κοινότητα δεν έχει προσχωρήσει στη Σύμβαση. Σε αυτές τις περιπτώσεις, προκειμένου να αντιμετωπισθούν τα προβλήματα και ελλείψει κάθε σχετικής πρόβλεψης από τις Συνθήκες, το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο προσέφερε τις εναλλακτικές λύσεις. (Dolores Morondo, 2003, “Europe and Human Rights” University of Urbino, σελ.92)
Μέχρι σήμερα, δηλαδή, η προστασία των ανθρωπίνων δικαιωμάτων στην Ένωση γίνεται με βάση κυρίως τη νομολογία του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου, που ανήγαγε την προστασία των ανθρωπίνων δικαιωμάτων σε μέρος των γενικών αρχών δράσης της Ένωσης και του Κοινοτικού Δικαίου. Το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο προκειμένου να υρερασπισθεί αυτά τα δικαιώματα έκρινε ότι μπορεί να βασισθεί στις συνταγματικές παραδόσεις των κρατών μελών και στις διεθνείς συμβάσεις τις οποίες τα κράτη μέλη έχουν υπογράψει. Ωστόσο αυτή η ερμηνεία συχνά δημιουργούσε προβλήματα,
Οι αποφάσεις του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου αντανακλούν τόσο τους περιορισμούς της ευρωπαϊκής υπερεθνικότητας, όσο και την έλλειψη ουσιαστικού διαλόγου επί των αξιών. Το Δικαστήριο συχνά επιδίδεται σε δικαστικό ακτιβισμό και ασκεί ακόμη και κοινωνική πολιτική, σε περιπτώσεις που δεν υπάρχει κοινοτική νομοθεσία. (Amitai Etzioni, 2001, Political Unification-revisited, σελ. xxxiv).
Για όλους αυτούς τους λόγους στο Ευρωπαϊκό Συμβούλιο της Κολωνίας, τον Ιούνιο του 1999 τέθηκε επιτακτικά η ανάγκη για ένα κατάλογο θεμελιωδών δικαιωμάτων. Η Σύνοδος ανέθεσε αυτό το έργο στη Συντακτική Συνέλευση, ένα αντιπροσωπευτικό όργανο 62 μελών. Η καθαυτό σύνθεση της Συνέλευσης υπήρξε από κάθε άποψη αξιόλογη καινοτομία. Πρέπει να τονιστεί ότι για πρώτη φορά επικράτησαν κατά την επεξεργασία ενός καταστατικού κειμένου της Ένωσης συνθήκες πλήρους δημοσιότητας και διαφάνειας (Γιώργος Παπαδημητρίου, 2002, «Η Συνταγματοποίηση της Ευρωπαϊκής Ένωσης», εκδ. Παπαζήση, σελ.63)