Χρυσούλα Σπυρέλη


          
ΜΙΛΤΙΑΔΗΣ ΜΑΛΑΚΑΣΗΣ: ΠΟΙΗΜΑΤΑ ΓΙΑ ΤΟ ΜΕΣΟΛΟΓΓΙ
Σάββατο, 21 Μαρτίου 2015, 8:23 μμ
Από: SPYRELI | Κάτω από: Ποίηση

1. Μαλακάσης Μιλτιάδης

Μεσολόγγι

Ἐσένα θύμησή μου, ἐσέν᾿ ἄνθος θανάτου,
Ἀθανασίας ρόδο, ἐσὲ κρατῶ,
Μοσκοβολιὰ καὶ χάϊδεμα τοῦ ἀναβλεμμάτου
Κι ἀγκάθι αἱματοστάλαχτο φριχτό.
Ὅταν, ὦ παιδικὴ καρδιά! Ἡ ἁρμύρα
Τῆς λιμνοθάλασσας ἀνήλεη, λατρευτή,
Μὲ χρώματα σὲ μέθαε καὶ μὲ μύρα,
Τότε γιατί νὰ μὴν πεθάνεις; Ὢ γιατί;
Στὶς ροδοδάφνες, μέσ᾿ στὴν αἴγλη τοῦ εἰκοσιένα,
Ἐσὺ λουλούδι ὑστερογέννητον, ὢ πῶς
Πέφτουν τὰ φύλλα σου ἕνα-ἕνα σκεβρωμένα,
Καὶ μέσ᾿ στὰ βάλτα ὁ σκορπισμένος σου καρπός;
Σὲ τόσες μέσα ἀνατολές, δύσες, σκοτάδια,
Μέσα σε τόσες μουσικές, ποίησες, ᾠδές,
Νερῶν καὶ δένδρων τὰ βουητά, σείσματα, χάδια,
Χαμένος ψίθυρος τῆς λύρας μου οἱ χορδές…
Ὦ Μεσολόγγι, ἱερὲ βωμέ, αἱματοβαμμένε,
μεγάλου βάρδου ἡ δόξα καὶ ἡ θανή,
τοῦ Χρήστου τοῦ Καψάλη ἐσύ, πυρσὲ ἀνάμενε,
καὶ τῆς ἐξόδου ἡ νύχτα, ὦ οὐρανοί!
Τώρα, κι ἂν μοῦ ξεδένετε φρένα καὶ γλῶσσα,
Θ᾿ ἀγροικηθεῖ τῆς ταπεινότης μου ὁ ψαλμός,
Μέσα στοὺς ὕμνους καὶ στὰ τρόπαια τὰ τόσα,
Ποῦ σου ἔχει στήσει ὅλου τοῦ κόσμου ὁ θαυμασμός;….

2. Μαλακάσης Μιλτιάδης
Στὸ κοχύλι
Μέσα στὸ κοχύλι κλείνω
Φλάουτα καὶ βιολιά·
Τὴν ψυχή μου παραδίνω
Σ᾿ ἄυλη ἀγκαλιά.
Ὤ! δὲν ξάνοιξαν τὰ μάτια,
Μήτ᾿ ὁ πλάνος νοῦς,
Τ᾿ ἀθεμελίωτα παλάτια
Στοὺς ὠκεανούς!
Ρίχνω σίδερα, ἁλυσίδες
Τρίγυρες, βαρειές,
Τὶς παλιές μου τὶς φροντίδες,
Τὶς ἀπελπισιές.
Κι ὅπως ζῶ στιγμὲς τὶς ὦρες,
Ὧρες τοὺς καιρούς,
Δρέπω καὶ στὶς ἄγριες μπόρες,
Ρόδα τοὺς ἀφρούς.
Ἔξω ἀπὸ τὸν ἴδιο ἐμένα,
Πρώτη μου φορά,
Μὲ τοῦ γλάρου τ᾿ ἀνοιγμένα
Πέτομαι φτερά.
Καὶ βυθῶ μὲ τὸ δελφίνι
Ποὺ ἄστραψε μὲ μιᾶς,
Μὲς στὴν ἀπεραντοσύνη
Τῆς ἀλησμονιᾶς…
Στὸ κοχύλι μέσα κλείνω
Φλάουτα καὶ βιολιά…

3. Μαλακάσης Μιλτιάδης
Τραγουδάκι τῆς Λιμνοθάλασσας
Καλαμωτή-καλαμωτὴ παίρνοντας, μπαίναμε μαζὶ
Μέσα στὰ χρυσοπράσινα νερά, γλαρὸ φεγγάρι
Τὸ δίχτυ του ἔρριχτε ἀνοιχτά, τὸ φαναράκι, κρεμεζί,
Γιὰ γοῦστο τό ῾χαμε ἀναμμένο στὸ κοντάρι.
Πελάδα ἐδῶ, πελάδα ἐκεῖ, τὰ κότσαλα, ἡ ἀνεμικὴ
Πά᾿ στὰ ρηχὰ τὸ ξέσερνε καὶ τὸ κυλοῦσε πάλι.
Νὰ βγοῦμε, σὲ ρωτοῦσα, ἐδῶ; Γελώντας μό ῾λεγες, ἐκεῖ,
Κι ὁ στεριανὸς μᾶς ἔσπρωχνε πρὸς τὸ κανάλι.
Καί, νά, ἀνοιγμένο τὸ πανί, μὲς σὲ σπιλιάδες καὶ ριπές,
Οἱ πόθοι μας τραβούσανε μακριά, καὶ τὰ ὄνειρά μας
Στὰ μάτια σου σπιθίζανε τοῦ φεγγαριοῦ οἱ ἀναλαμπὲς
Καὶ ἡ ἀφρισμένη θάλασσα, ἡ ὁλόγυρά μας.
Μαλακάσης Μιλτιάδης





     
Δεν υπάρχουν σχόλια μέχρι τώρα



Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αλλαγή μεγέθους γραμματοσειράς
Αντίθεση