spetsiotou blog Δάσκαλε … τον ήρωά μου!

Πηνελόπη Παπαϊωάννου

Γιατί τα Αρχαία;

Σήμερα όμως, μετά από τόσες μεταπολιτευτικές δεκαετίες, όπου αναπτύχθηκαν οι συναφείς επιστήμες, μελέτες και σπουδές, θα αντιμετωπίζουμε τη γλώσσα με τους όρους του «γλωσσικού εμφυλίου»; Θα διατηρήσουμε την τεχνητή μεταπολιτευτική διαμάχη ανάμεσα στην αρχαία και τη νέα ελληνική γλώσσα; Θα εξακολουθούμε να «τιμωρούμε» τα «παλαιότερα ελληνικά μας» (Σεφέρης 20032, β΄ τόμος), για τους τρόπους με τους οποίους έχουν χρησιμοποιηθεί; Θα συνεχίσουμε να τα παραχωρούμε σε ιδεολογίες και σκοπιμότητες; Σε ποιον ανήκει η γλώσσα μας; Ή, μήπως, τα αρχαία ελληνικά δεν είναι πια γλώσσα μας;

Μία γλώσσα πεθαίνει μαζί με τον τελευταίο φυσικό ομιλητή της. Γι’ αυτό σπεύδουν οι ειδικοί σε διάφορα μέρη του πλανήτη όπου κατά καιρούς απομένουν ελάχιστοι ομιλητές μιας γλώσσας, ώστε να προλάβουν να την καταγράψουν. Η ελληνική γλώσσα μιλιέται, γράφεται, διαδίδεται, δίνει κείμενα πρακτικής χρήσης, ποίησης, επιστήμης, στοχασμού, για περισσότερο από 40 αιώνες «χωρίς κανένα χάσμα» (Ελύτης 1979). Έτσι, από κάθε κείμενο της κλασικής και όψιμης αρχαιότητας έχουν φθάσει σε μας όλες οι λέξεις του (εκτός από ορισμένες άκλιτες), με συγκεκριμένες αλλαγές στις καταλήξεις και στη σημασία, όπως συμβαίνει με τα δυναμικά λειτουργικά συστήματα. «Υπάρχουν βέβαια αλλαγές, αλλά δεν δημιουργήθηκε κάποιο ρήγμα στη συνέχεια, όπως έγινε ανάμεσα στα Λατινικά και τις ρομανικές γλώσσες. Τα Αρχαία Ελληνικά δεν αποτελούν ξένη γλώσσα για τον σημερινό Έλληνα, όπως συμβαίνει με τα Αγγλοσαξονικά για τον σύγχρονο Άγγλο…» (Browning 1995). Γι’ αυτό είναι τόσο κατηγορηματικός ο ποιητής που αφοσιώθηκε για όλη του τη ζωή στη γλώσσα του, ως όργανο της τέχνης του: «Εγώ δεν ξέρω να υπάρχει παρά μία γλώσσα, η ενιαία Ελληνική γλώσσα. Το να λέει ο Έλληνας ποιητής, ακόμα και σήμερα, ο ουρανός, η θάλασσα, ο ήλιος, η σελήνη, ο άνεμος, όπως το έλεγαν η Σαπφώ και ο Αρχίλοχος, δεν είναι μικρό πράγμα. Είναι πολύ σπουδαίο. Επικοινωνούμε κάθε στιγμή μιλώντας με τις ρίζες που βρίσκονται εκεί. Στα Αρχαία» (Ελύτης, ό.π.). Χρειάζεται, λοιπόν, να βρουν έναν άλλον προσδιορισμό για την αρχαία ελληνική, όσοι την αποκαλούν «νεκρή», σαν να ήταν η περίπτωση της Χετιτικής ή της Ετρουσκικής (Crystal 2000).

Κάθε λεξικό της Νέας Ελληνικής περιέχει κυρίως λέξεις που αναπτύχθηκαν «στις αμμουδιές του Ομήρου» και στους κλασικούς χρόνους, λιγότερες από τη βυζαντινή περίοδο και «τα πρώτα Δόξα σοι» και ακόμη λιγότερες είναι εκείνες που προέρχονται από τη νεώτερη εποχή και «τα πρώτα λόγια του Ύμνου». Άλλωστε από τον Όμηρο μας χωρίζουν «μόνο 88 παππούδες», όπως έλεγε ο Γιάννης Κακριδής  –ίσως τώρα να έχουν γίνει 89-! Αυτοί οι παππούδες έζησαν με ατόφιες τις περισσότερες λέξεις του Ομήρου (π.χ. αθάνατος, ακμή, αμύνομαι, άνεμος, άριστος, άρμα, βουλή, δήμος, θαύμα, θεά, θέλγω, θυμός, ιερός, ιστίο, κράτος, μάχη, μέγιστος, μύθος, νόστος, ξίφος, οιωνός, όλεθρος, πεζός, πόλεμος, ποντικός, σίδηρος, σκοπός, στιβαρός, στρατός, τάχιστα, τόξο, φάρμακο, φίλος, χαρίζομαι, χλαίνη, ψυχή). Τις υπόλοιπες λέξεις, τις ανανέωσαν μέσω των σύνθετων ή των παραγώγων τους: μπορεί να λέμε «νερό» (<νεαρόν ύδωρ, βυζαντινή εποχή) αντί για «ύδωρ», αλλά έχουμε την «υδροφόρα», το «υδραγωγείο» και την «αφυδάτωση». Δεν χρησιμοποιούμε τον τύπο «δέρκομαι» (βλέπω) ή αυδή (φωνή), αλλά λέμε «οξυδερκής», «άναυδος» και «απηύδησα» και, πάντως, «Από την εποχή που μίλησε ο Όμηρος ως τα σήμερα, μιλούμε, ανασαίνουμε και τραγουδούμε με την ίδια γλώσσα» (Σεφέρης 20032) σε μία «Ελλάδα που πάει από τον Όμηρο ως τον Σεφέρη» (Lacarrière, 2002).

Αλλά και πολύ περισσότερο από αυτό: η καταγωγή της γλώσσας, είναι η καταγωγή της σκέψης (Τομπαϊδης 1989), δομικό συστατικό της ταυτότητας, της συνείδησης του εαυτού, παράμετρος απαρτίωσης ατομικής και κοινωνικής. Η διδασκαλία της γλώσσας είναι άλλου είδους ζητούμενο και χρειάζεται εκτεταμένες και πολυετείς έρευνες, παράλληλα με την ανταπόκρισή της στο πνεύμα κάθε εποχής και γενιάς. Το «πώς» της διδασκαλίας μπορεί να αποστεώσει το «τι», να το παρασύρει στην απαξίωση, όπως και να το αναδείξει σε συναρπαστικό θησαυρό. Ωστόσο, ακόμη και με βέλτιστες προϋποθέσεις ως προς το πρόγραμμα σπουδών, τα εγχειρίδια, τις παιδαγωγικές μεθόδους και την πλαισίωση με τα εκάστοτε δεδομένα, η διδασκαλία της αρχαίας, όπως και όλων των μορφών της γλώσσας, δεν μπορεί να είναι αποτελεσματική, να έχει πνοή και να δίνει μαθησιακά κίνητρα και αποτελέσματα, αν δεν υποστηρίζεται από μία εκπαίδευση που την αντιμετωπίζει όχι σαν ανοίκειο απολίθωμα ούτε καν σαν σεβάσμιο λείψανο, αλλά ως αξία και φορέα ήθους.

Η αξία και το ήθος της ελληνικής, όπως κάθε φυσικής γλώσσας, βρίσκεται στις σημασίες που αποτυπώνουν ορισμένη αντίληψη και ταξινόμηση του κόσμου, καθώς και στο σύστημα των μεταξύ τους σχέσεων, στη συγχρονική επιφάνεια και το διαχρονικό τους βάθος, άρα πρόκειται για αξία με ιστορική διάσταση (Μπαμπινιώτης 1997). Γι’ αυτό, διαφορετικό γνωστικό αντικείμενο είναι η Νέα Ελληνική Γλώσσα, άλλη μαθητεία προσφέρει το πρωτότυπο κείμενο και άλλη η μετάφραση. Η μετάφραση ενημερώνει για το περιεχόμενο του πρωτοτύπου, μέσα από γλωσσικές επιλογές του μεταφραστή και τα πολιτισμικά συμφραζόμενα της εποχής της, χωρίς να μπορεί να υποκαταστήσει τη γλωσσική παιδεία ούτε «το νόημα της μορφής» των αρχικών κειμένων.

Το γλωσσικό αίσθημα δεν γίνεται να νοθεύεται από την επαφή με κείμενα από οποιαδήποτε εποχή αυτής της γλώσσας, όπως  διαβάσαμε σε ένα κείμενο, από εκείνα που υποστηρίζουν την πρόσφατη μείωση των διδακτικών ωρών διδασκαλίας της. Νοθεύεται όταν «μουρμουρίζουμε σπασμένες λέξεις από ξένες γλώσσες» (Σεφέρης ό.π.), με τα «greeklish», τους αγγλισμούς, τους σολοικισμούς, τα διάφορα γλωσσικά λάθη, τα κακής ποιότητας κείμενα.

Το ήθος της ελληνικής γλώσσας «γεννά υποχρεώσεις» (Ελύτης ό.π.). Αυτές περιλαμβάνουν τη μαθητεία στα κείμενα όπου αυτό πραγματώνεται διαχρονικά, όχι σαν πηγάδι από το οποίο αντλείται παρελθόν, αλλά ως συντελεστής ποιότητας για την επικοινωνία και την κοινωνία του μέλλοντος, πιστοποίηση συνέχειας, παράμετρος στερεότητας, δικαίωμα κάθε μαθητή στο δημόσιο σχολείο. Ωστόσο, μάλλον δεν έχει γίνει από όλους αντιληπτό ότι χωρίς τη ρίζα της γλώσσας δεν στέκεται το δέντρο του πολιτισμού. Ούτε ότι το κτύπημα αυτής της ρίζας στην ελληνική εκπαίδευση είναι πράξη μισελληνισμού και αφελληνισμού.

Στην αρχαία γλώσσα βρίσκονται, μεταξύ άλλων, οι ρίζες, οι μορφολογικές παραλλαγές και οι σημασίες, χωρίς τις οποίες το σύγχρονο λεξιλόγιο θα έχανε τη βάση της διαφάνειας και της συστηματικότητάς του, την πηγή τροφοδοσίας του-και όχι μόνο το λεξιλόγιο της ελληνικής. Είναι γνωστή η έκφραση που χρησιμοποιούν οι αγγλόφωνοι όταν ψάχνουν την κατάλληλη λέξη για μία καινούργια έννοια: «Οι Έλληνες θα έχουν μία λέξη γι’ αυτό» (Taplin 2016). Οι μελετητές εύκολα διαπιστώνουν «πόσο στηριζόμαστε ακόμα στην Ελληνική, για να μιλήσουμε για οντότητες και γεγονότα που βρίσκονται στην καρδιά της σύγχρονης ζωής» (Crystal 1981). Οι όροι όπως android (ανδροειδές), cybercrime («κυβερνοέγκλημα»), nanotechnology (νανοτεχνολογία), glaucophane («γλαυκοφανή», πετρώματα με ανοιχτό γαλάζιο χρώμα), clothoid (<cloth< Κλωθώ, «κλωθοειδής», είδος διπλής σπείρας στη Γεωμετρία) και Eodromeus («Εωδρομεύς», ο εωθινός δρομέας, είδος δεινοσαύρου που κυνηγούσε τις πρωινές ώρες και ανακαλύφθηκε το 2012) είναι δείγμα από τις λέξεις που πλάθονται συνεχώς σε ευρύ φάσμα εφαρμογών.

Ο περιορισμός της διδασκαλίας κάθε γλώσσας και ιδιαίτερα της ελληνικής στο συγχρονικό επίπεδο περιορίζει την πλαστικότητα παραγωγής και σύνθεσης, συρρικνώνει τις εκφραστικές δυνατότητες, στενεύει τον εννοιολογικό ορίζοντα θυμίζοντας τον εφιάλτη του Τζωρτζ Όργουελ στο κλασικό «1984»: «Απλή γλώσσα σημαίνει απλή σκέψη». Εκεί, το ολοκληρωτικό καθεστώς προσπαθούσε να περιορίσει τη γλώσσα για να περιορίσει και τη σκέψη των ανθρώπων, καταργώντας συνεχώς λέξεις.

Με την πρόσφατη μείωση του διδακτικού χρόνου για τη διδασκαλία των Αρχαίων στο Γυμνάσιο, «εξοικονομούνται» αρκετές χιλιάδες διδακτικών ωρών και θέσεις εργασίας εκπαιδευτικών. Αρκεί όμως η οικονομική συνθήκη για να εξηγήσει αυτή τη μείωση; Είναι τα Αρχαία το πιο δύσκολο, απεχθές και άχρηστο μάθημα που «τρώνε στο κεφάλι» (κατά την υπουργική έκφραση) οι μαθητές; Με την περικοπή ή την κατάργηση αυτού ακριβώς του μαθήματος βελτιώνεται το εκπαιδευτικό μας σύστημα; Μήπως βελτιώνεται και με την υποχώρηση γενικά των μαθημάτων κλασικού πολιτισμού και ανθρωπιστικής παιδείας; Τι εκπαίδευση, τι κοινωνία, τι πολιτισμό θέλουμε, τελικά;

Ένωση Ελλήνων Παιδαγωγών

Από το Δ.Σ.: Πέτρος Μπερερής, Πηνελόπη Παπαϊωάννου

ΠΑΡΑΠΟΜΠΕΣ

Ελύτης, Οδυσσέας 1979. «Λόγος στην Ακαδημία της Στοκχόλμης», Eν Λευκώ, Αθήνα: Ίκαρος, σ. 331.

Μπαμπινιώτης, Γιώργος 1997. Η Γλώσσα ως Αξία. Το παράδειγμα της Ελληνικής. Αθήνα: Gutenberg.

Σεφέρης, Γιώργος 20032. Δοκιμές, Α΄ τόμος. Αθήνα  Ίκαρος, σ. 177.

Σεφέρης,Γιώργος20032. Δοκιμές, Β΄ τόμος. Αθήνα: Ίκαρος, Αθήνα, σ.288.

Τομπαϊδης, Δημήτρης 1989. Γλωσσογραφία. Αθήνα: Επικαιρότητα.

Browning, Robert 1995. H Ελληνική Γλώσσα, Μεσαιωνική και Νέα. Αθήνα: Παπαδήμα.

Crystal, David 1981. The Greeks. London: Hodder Arnold.

Crystal, David 2000. Language Death. Cambridge: Cambridge University Press.

Lacarrière, Jacques 2002. Ερωτικό Λεξικό της Ελλάδας. Αθήνα: Χατζηνικολή.
Taplin, Oliver 2016. Πρόλογος στο: Yeroulanos Marinos A Dictionary of Classical Greek Quotations, London: Tauris.

Ferguson, C. A. 1959 “Diglossia”, Word, τ. 15, σσ. 325-40.

Waltere, Henriette 20072. Η Περιπέτεια των Γλωσσών της Δύσης. Αθήνα: Ενάλιος.

Δεν υπάρχουν σχόλια

Δεν υπάρχουν σχόλια μέχρι τώρα ↓

Δεν υπάρχουν σχόλια ακόμη.

Αφήστε μια απάντηση