ΑΤΟΜΟ ΚΑΙ ΚΟΙΝΩΝΙΑ

0

Συγγραφέας: ΜΑΝΙΟΥ ΣΟΦΙΑ | Κατηγορία Χωρίς κατηγορία | , στις 06-07-2014

Σοφία Μάνιου

ΑΤΟΜΟ ΚΑΙ ΚΟΙΝΩΝΙΑ

Ο άνθρωπος από τη στιγμή της γέννησής του ορίζεται να ζήσει σ’ ένα δεδομένο περιβάλλον, φυσικό και κοινωνικό. Η διαμόρφωση της προσωπικότητάς του, η μεταβολή δηλαδή της βιολογικής του οντότητας σε προσωπικότητα, εξαρτάται άμεσα από το περιβάλλον μέσα στο οποίο ζει και αναπτύσσεται.

Το φυσικό περιβάλλον επιδρά στη σωματική-βιολογική διάπλαση του ατόμου (έχει παρατηρηθεί πως το άτομο προσαρμόζεται στο περιβάλλον που γεννιέται, διαμορφώνοντας στον οργανισμό του το μηχανισμό που του είναι απαραίτητος, προκειμένου να αμυνθεί και να επιβιώσει μέσα σ’ αυτό). Ακόμη, από το φυσικό περιβάλλον καθορίζεται η πνευματική και ψυχική του υγεία, καθώς επίσης και η νοοτροπία του. (Υπάρχουν αρκετές διαφορές στην ψυχοσύνθεση των λαών του Βορρά από τη μια και των Μεσογειακών λαών από την άλλη). Εξάλλου, η φύση αποτελεί το θεμέλιο του ανθρώπινου πολιτισμού. Όχι μόνο διαθέτει τις πλουτοπαραγωγικές πηγές που είναι απαραίτητες για την ανάπτυξη του υλικού πολιτισμού, αλλά προσφέρει και τα ερεθίσματα για τη δημιουργία και την προαγωγή του πνευματικού πολιτισμού, δηλαδή της Επιστήμης, της Φιλοσοφίας, της Τέχνης κλπ.

Καταλυτική, όμως, στο σχηματισμό της ανθρώπινης προσωπικότητας είναι και η επίδραση του κοινωνικού περιβάλλοντος: οι οικονομικές-πολιτικές-πολιτιστικές συνθήκες μέσα στις οποίες θα ζήσει, η οικογενειακή και σχολική αγωγή που θα δεχτεί, το επάγγελμα που θα ασκήσει…

Οι οικονομικές συνθήκες: Είναι εκείνες που ορίζουν τις προϋποθέσεις για την πολύπλευρη ανάπτυξη του ανθρώπου, αφού από την οικονομική ανάπτυξη μιας κοινωνίας ή την οικονομική επιφάνεια μιας οικογένειας εξαρτάται το βιοτικό επίπεδο του ατόμου, η παροχή των κοινωνικών υπηρεσιών, ο τρόπος ζωής, η μόρφωση και η αγωγή του.

Το οικογενειακό περιβάλλον: Διαδραματίζει τον αποφασιστικότερο ρόλο στη διαδικασία του σχηματισμού της προσωπικότητας του ατόμου, γιατί το οδηγεί στα πρώτα του βήματα, του δίνει τις πρώτες και βασικότερες κατευθύνσεις για τη ζωή και την κοινωνική του ένταξη. Από την οικογένεια το άτομο αντλεί αξίες και πρότυπα συμπεριφοράς, μαθαίνει τους κοινωνικούς κανόνες και υιοθετεί ένα συγκεκριμένο modus vivendi. Τα ερεθίσματα της οικογένειας και η στοργή της συμβάλλουν τα μέγιστα στην ψυχοσωματική και πνευματική ανάπτυξη του ατόμου.

Το σχολικό περιβάλλον: Καλείται να ενισχύσει το έργο της οικογένειας, κυρίως στην πνευματική και ηθική ωρίμανση του νεαρού ατόμου. Στο σχολείο το άτομο αποκτά συστηματικές γνώσεις, γνωρίζει σε βάθος τον πολιτισμό της κοινωνίας του και καλλιεργεί τις πνευματικές του δυνάμεις. Ακόμη, ενισχύεται η υπευθυνότητά του με τις σχολικές υποχρεώσεις, η συλλογική συνείδηση, αλλά και η κοινωνικότητά του.

Το επάγγελμα: Είναι αποφασιστικός παράγοντας στην οικονομική και κοινωνική καταξίωση του ατόμου, γιατί καθορίζει την υλική του δύναμη και την κοινωνική τάξη στην οποία εντάσσεται. Από το επάγγελμα, επίσης, εξαρτάται η ψυχική ισορροπία του ατόμου (π.χ. η συναισθηματική του κάλυψη με τη χαρά της δημιουργίας), αλλά και ο τρόπος σκέψης και συμπεριφοράς του, ο τρόπος ζωής του γενικότερα. Στο επαγγελματικό περιβάλλον ενισχύονται συν τοις άλλοις το πνεύμα της συνεργασίας και το αίσθημα της ευθύνης απέναντι στο κοινωνικό σύνολο.

Το πολιτιστικό περιβάλλον: Στην πνευματική, ψυχική και ηθική καλλιέργεια του ατόμου συμβάλλουν καθοριστικά και η Παράδοση του λαού του (Ήθη-Έθιμα, Θρησκεία, ιδεολογίες, νοοτροπίες κλπ.), οι δυνατότητες Παιδείας που προσφέρει η κοινωνία του, η καλλιτεχνική της παραγωγή. Με τον πνευματικό πολιτισμό το άτομο όχι μόνο αναπτύσσεται πνευματικά, αλλά και δέχεται ερεθίσματα που διαμορφώνουν την ηθική του συνείδηση, υιοθετεί αξίες και αποκτά ιδανικά.

Το πολιτικό περιβάλλον: Καθορίζει (διασφαλίζει ή φαλκιδεύει) τις ελευθερίες που επιτρέπουν μια ολόπλευρη ανάπτυξη, τα δικαιώματα του ανθρώπου, τις ευκαιρίες και τις δυνατότητες ολοκλήρωσής του. Από το ποιόν του πολιτεύματος (δημοκρατικό-φιλελεύθερο ή ολοκληρωτικό-αυταρχικό) εξαρτάται ο ρόλος του ατόμου μέσα στο κοινωνικό σύνολο και τα όρια της δραστηριότητάς του.

Συμπερασματικά, το περιβάλλον (φυσικό και κοινωνικό) με τα συνεχή ερεθίσματα που κατευθύνει προς το άτομο και τις ποικιλόμορφες επιδράσεις του, σχηματίζει το «είναι» του ατόμου, σφραγίζει όλες τις διαστάσεις της προσωπικότητάς του (υλική, πνευματική, ηθική, ψυχική). Οι υπαρξιστές φιλόσοφοι τόνισαν ιδιαίτερα την άμεση εξάρτηση του ανθρώπου από το περιβάλλον του.

Όμως, και ο άνθρωπος με τη σειρά του επεμβαίνει δυναμικά στο περιβάλλον και το διαμορφώνει. Εκμεταλλεύεται τους πόρους της φύσης, για να δημιουργήσει το τεχνητό περιβάλλον και τα

αγαθά που του είναι απαραίτητα, αναμορφώνει το φυσικό περιβάλλον και επεμβαίνει δραστικά στις φυσικές διαδικασίες. Η επέμβαση του ανθρώπου στη φύση, μάλιστα, στην εποχή μας έχει υπερβεί τα επιτρεπτά όρια και έχει προκαλέσει το οικολογικό πρόβλημα.

Επιπλέον, ο άνθρωπος είναι και ο ρυθμιστής της εξέλιξης της κοινωνίας του. Ως παραγωγικό μέλος της συμμετέχει στην οικονομική της ανάπτυξη. Από την κοινωνική και πολιτική του δράση εξαρτάται η κατοχύρωση των δικαιωμάτων και των ελευθεριών του, η επίλυση των προβλημάτων της κοινωνίας του και η εύρυθμη λειτουργία των θεσμών. Με τη δημιουργικότητά του συμβάλλει στην ανάπτυξη των Γραμμάτων, των Επιστημών και των Τεχνών. Δεν είναι, δηλαδή, απλώς φορέας κάποιου πολιτισμού, αλλά και δημιουργός του.

Από τα προηγούμενα προκύπτει ότι η σχέση που συνδέει τον άνθρωπο με το περιβάλλον του (φυσικό και κοινωνικό) είναι διαλεκτική, είναι μια σχέση δυναμικής αλληλεπίδρασης. Το περιβάλλον διαδραματίζει καταλυτικό ρόλο στη διάπλαση της προσωπικότητας του ανθρώπου, αλλά και ο άνθρωπος επεμβαίνει με τη σειρά του και διαμορφώνει το περιβάλλον του, αναλαμβάνοντας μάλιστα την ευθύνη για την ύπαρξη και την εξέλιξή του.

Ο σχηματισμός της ανθρώπινης προσωπικότητας: Γεννιέται ή γίνεται ο άνθρωπος;

                    Το πρόβλημα της διαμόρφωσης της προσωπικότητας του ανθρώπου έχει απασχολήσει από παλιά αρκετούς φιλοσόφους και επιστήμονες. Στο ΙΗ΄ αιώνα μερίδα εμπειριστών φιλοσόφων (Berkeley, Hume) υποστήριζε πως ο άνθρωπος, όταν γεννιέται, είναι  tabula rasa (άγραφη πλάκα) και πως η διάπλαση της προσωπικότητάς του εξαρτάται αποκλειστικά από τις εμπειρίες του και από τα ερεθίσματα που δέχεται μέσα στο περιβάλλον που αναπτύσσεται.

Με τους εμπειριστές φιλοσόφους συντασσόταν και ο γάλλος κοινωνιολόγος Emile Durkheim (ΙΘ΄αι.), που θεωρείται μάλιστα και ο πατέρας της κοινωνιολογίας. Σύμφωνα με την «κοινωνιστική» του θεωρία, ο άνθρωπος είναι προϊόν της κοινωνίας του (αλλά και δημιουργός της), η προσωπικότητά του είναι γέννημα των κοινωνικών συνθηκών, αποτέλεσμα των κοινωνικών προτύπων. Η συνείδηση του ατόμου είναι αποτέλεσμα της λειτουργίας των κοινωνικών θεσμών, δηλαδή η ατομική συνείδηση καθορίζεται από την κοινωνική συνείδηση.

Στον αντίποδα, ένας σύγχρονος του Durkheim  γάλλος κοινωνιολόγος, ο Gabriel Tarde, υποστήριζε πως η προσωπικότητα του ατόμου και η συμπεριφορά του επηρεάζεται περισσότερο από την ατομική ψυχολογία (ροπές, παρορμήσεις, κληρονομικές καταβολές, έμφυτες ιδιότητες, κλίσεις κλπ.), παρά από τους κοινωνικούς παράγοντες. Ο Tarde φρονούσε πως η κοινωνία είναι ένα απλό άθροισμα ατόμων και οι ανθρώπινες σχέσεις απλές «συναντήσεις» των «εγώ».

Ο S.Freud  θεώρησε πως η προσωπικότητα του ατόμου διαμορφώνεται υπό την επίδραση του κόσμου των παρορμήσεων και του «Υπερεγώ». Οι παρορμήσεις του ατόμου (ένστικτα, ροπές, επιθυμίες) απωθούνται στο χώρο του Υποσυνείδητου, γιατί δεν επιτρέπει την εκδήλωσή τους το Υπερεγώ (που το συνθέτουν οι κοινωνικές επιδράσεις, τα κοινωνικά πρότυπα, οι κοινωνικά αποδεκτές αξίες, οι κοινωνικές επιταγές, όλα τα «πρέπει» και τα «μη»). Το άτομο, λοιπόν,  καταπιέζεται από την κοινωνία. Το Υπερεγώ απαγορεύει την ελεύθερη έκφραση επιθυμιών και ενστίκτων και το αποτέλεσμα είναι το άτομο να νιώθει άγχος, να έχει νευρώσεις, να γίνεται επιθετικό. Ο Freud υπογράμμισε το ρόλο που παίζουν οι ψυχολογικοί-βιολογικοί παράγοντες στο σχηματισμό της προσωπικότητας και της συμπεριφοράς του ατόμου. Η θεωρία του είχε περισσότερο βιολογικό, παρά κοινωνικό προσανατολισμό, αλλά αναγνώρισε ότι οι παρορμήσεις του ατόμου διαμορφώνονται υπό την επίδραση του κοινωνικού περιβάλλοντος.

Οι νεοφροϋδικοί (Erich Fromm, Karen Horney, Wilhelm Reich: ιδρυτές της Κοινωνικής Ψυχολογίας) απέδωσαν ακόμη μεγαλύτερη σημασία από τον Freud  στην κοινωνική επίδραση, γεφυρώνοντας έτσι το χάσμα μεταξύ των δύο ακραίων θεωριών. Η ανθρώπινη προσωπικότητα διαμορφώνεται υπό την επίδραση -και μάλιστα αλληλεπίδραση- και των έμφυτων και των επίκτητων ιδιοτήτων του ατόμου. Βιολογικοί, ψυχολογικοί και κοινωνικοί παράγοντες επιδρούν το ίδιο. Η Κοινωνική Ψυχολογία μελετά το άτομο και τη συμπεριφορά του ακριβώς στο σημείο που συναντώνται ο ψυχισμός του (οι αυθόρμητες εκδηλώσεις του) και οι εξωτερικές επιδράσεις του περιβάλλοντος. Οι ψυχικές διαταραχές της προσωπικότητας αποδίδονται ειδικότερα στους όρους οργάνωσης και λειτουργίας της κοινωνίας, ιδίως της σύγχρονης κοινωνίας που είναι βιομηχανική, καταναλωτική, ανταγωνιστική και αυξάνει την καταπίεση και τη δυσφορία του σύγχρονου ανθρώπου (άγχος, δυσθυμία, αλλοτρίωση κλπ.).

Η Επιστήμη, λοιπόν, σήμερα έχει αποδείξει πως η ανθρώπινη προσωπικότητα είναι μια ψυχοσωματική ολότητα που συντίθεται υπό την επίδραση τόσο των ατομικών όσο και των κοινωνικών παραγόντων. Αφενός, όταν γεννιέται ο άνθρωπος, δεν είναι «άγραφη πλάκα». Υπάρχουν μέσα του έμφυτα, κληρονομικά στοιχεία που θέτουν τη δική τους σφραγίδα στην προσωπικότητά του. Εξάλλου, από τα έμφυτα στοιχεία εξαρτάται η επεξεργασία των κοινωνικών ερεθισμάτων και η εσωτερίκευσή τους. Έτσι εξηγείται πως δυο αδέλφια συχνά έχουν διαφορετικό χαρακτήρα, παρά το ότι δέχονται την ίδια αγωγή και βιώνουν τις ίδιες περίπου εμπειρίες. Αφετέρου, η εξωτερίκευση και η ανάπτυξη των έμφυτων στοιχείων εξαρτάται από το κοινωνικό περιβάλλον του ατόμου. Για παράδειγμα, δεν αρκεί να έχει κάποιος τα προσόντα, τις έμφυτες ικανότητες, για ν’ αναδειχθεί στο κοινωνικό σύνολο. Πρέπει ν’ αναπτυχθεί και σε ευνοϊκό οικονομικό, κοινωνικό και πολιτιστικό περιβάλλον. Διαφορετικά, αν δε δεχτεί τα κατάλληλα ερεθίσματα, οι λανθάνουσες αυτές ικανότητες δε θα έρθουν ποτέ στην επιφάνεια, ούτε θα καλλιεργηθούν. Στους «Βίους Παράλληλους» ο Πλούταρχος γράφει: «Κάποιος από τη Σέριφο είπε κάποτε πως ο Θεμιστοκλής δεν έχει αποκτήσει δόξα από προσωπική του αξία, παρά χάρη στην πόλη από την οποία κατάγεται. Και ο Θεμιστοκλής του απάντησε: Αλήθεια λες, μα ούτ’ εγώ, αν ήμουν από τη Σέριφο, θα γινόμουν ένδοξος, ούτ’ εσύ, αν ήσουν Αθηναίος».

Ατομικότητα: Η ατομικότητα είναι το  σύνολο των ιδιαίτερων βιολογικών, πνευματικών και ψυχικών ιδιοτήτων που φέρει ο άνθρωπος από τη  στιγμή της γέννησής του. Απαρτίζεται δηλαδή από τα σωματικά χαρακτηριστικά και τα έμφυτα πνευματικά και ψυχικά γνωρίσματα του ανθρώπου.

Προσωπικότητα: Η προσωπικότητα είναι το σύνολο των  έμφυτων και επίκτητων βιολογικών, πνευματικών, ψυχικών και ηθικών χαρακτηριστικών στοιχείων του ατόμου. Τα χαρακτηριστικά αυτά γνωρίσματα διαμορφώνονται με την αλληλεπίδρασή τους μέσα σε δεδομένο φυσικό και κοινωνικό περιβάλλον και προσδίδουν στο άτομο τη μοναδικότητα της ύπαρξής του, την ιδιαιτερότητα της φυσιογνωμίας του. Η ξεχωριστή φυσιογνωμία κάθε ανθρώπου θεμελιώνεται στον τρόπο σκέψης και ζωής του, στο χαρακτήρα, στις απόψεις του κτλ.

Αξίζει να τονιστεί ότι το πρόσωπο διαφέρει από το άτομο. Όταν γεννιέται ο άνθρωπος είναι άτομο, μοναδικός στην ύπαρξη και στη μορφή του, όμως εξελίσσεται σταδιακά σε πρόσωπο, καθώς αναπτύσσεται πολύπλευρα με την ένταξή του στο κοινωνικό σύνολο. Η αδιάπλαστη ατομικότητα μετασχηματίζεται εξελικτικά σε προσωπικότητα από τους φορείς αγωγής και κοινωνικοποίησης, όπως ο πηλός παίρνει μορφή στα χέρια του πλάστη. Με τη διαφορά ότι ο πηλός είναι κάτι άψυχο και η μορφή του εξαρτάται αποκλειστικά από τον καλλιτέχνη, ενώ ο άνθρωπος συμμετέχει δυναμικά στο έργο της διαμόρφωσης της προσωπικότητάς του.

 Άτομο και Κοινωνία

                    Ο άνθρωπος, κατά την κλασσική σύλληψη του Αριστοτέλη, είναι «ον πολιτικόν», δηλαδή πλάσμα κοινωνικό, πλάσμα που έχει τη δυνατότητα να συνειδητοποιήσει το εγώ του, να αναπτύξει την προσωπικότητά του, να εκφραστεί και να ζήσει, μόνο μέσα σ’ ένα σύνολο ανθρώπων που στόχο έχει θέσει την κοινή ωφέλεια, δηλαδή μόνο μέσα στην πολιτειακή κοινωνία. Η ύπαρξη του ατόμου εξαρτάται από την κοινωνία, η ύπαρξη του μέρους εξαρτάται από το όλον, κι αυτός που δεν έχει ανάγκη το όλον ή δεν μπορεί να επικοινωνήσει με τους άλλους, λέει ο Αριστοτέλης, είναι ή θηρίο ή θεός.

                   Δυο αληθινές ιστορίες…

                   «Δυο κορίτσια, το ένα οχτώ και το άλλο δέκα χρόνων, που μικρά τα είχαν αρπάξει οι λύκοι, βρέθηκαν το 1920 στις Ινδίες σε μια φωλιά λύκων ανάμεσα σε λυκόπουλα. Παραδόθηκαν σ’ ένα ορφανοτροφείο, όπου ζούσαν σαν άγρια ζώα. Τη νύχτα βάδιζαν όπως τα τετράποδα και ούρλιαζαν σαν λύκοι, τη μέρα κοιμούνταν σε μια γωνιά αγκαλιασμένα σαν λυκόπουλα ή προτιμούσαν τη συντροφιά των σκυλιών παρά των παιδιών και πολλές φορές αποπειράθηκαν να φύγουν στη ζούγκλα. Δάσκαλοι ανέλαβαν να τα «εξανθρωπίσουν». Το μικρότερο κορίτσι πέθανε σ’ ένα χρόνο και το άλλο, που έζησε εννιά ακόμη, χρειάστηκε πέντε ολόκληρα χρόνια, για να μάθει να βαδίζει όρθιο.

                   Στις Ινδίες πάλι, το 1956 βρέθηκε ένα αγόρι εφτά χρόνων, που κι αυτό είχε ζήσει στη σπηλιά ενός λύκου. Στα εννιά του χρόνια η πνευματική του ηλικία ήταν ενός μωρού εννιά μηνών. Με ιατρική παρακολούθηση σ’ ένα νοσοκομείο μετά τέσσερα χρόνια περπατούσε όρθιο, συνήθισε να ζει με τους ανθρώπους και εγκατέλειψε τη συνήθεια να τρώει ωμό κρέας». [1]

Ο άνθρωπος χρειάζεται τους άλλους ανθρώπους για να ζήσει και να αναπτυχθεί και, μάλιστα, έχει συνείδηση αυτής της ανάγκης του, συνείδηση της «λειψής» χωρίς τους άλλους ύπαρξής του. Από τη συνείδηση της ένδειάς του πηγάζει η κοινωνικότητα.

Η Κοινωνικότητα είναι η έμφυτη τάση για επικοινωνία με τους άλλους ανθρώπους και συμβίωση, η ανάγκη και η ικανότητα του ατόμου να προσαρμόζεται στο κοινωνικό σύνολο και να συνυπάρχει αρμονικά με τους άλλους ανθρώπους. Το ψυχολογικό αυτό φαινόμενο αποτελεί τη γενεσιουργό αιτία της κοινωνικής συγκρότησης. Με την κοινωνικότητα το «εγώ» γίνεται «εμείς», δηλαδή ο άνθρωπος αποκτά όχι μόνο συνείδηση του εγώ του (ατομική συνείδηση), αλλά και συλλογική-κοινωνική συνείδηση.

 

Η ΚΟΙΝΩΝΙΑ

                    Ετυμολογικά η λέξη προέρχεται από το ρήμα «κοινωνώ» (είμαι κοινωνός, μέτοχος) και σημαίνει ένα οργανωμένο σύνολο ανθρώπων που επικοινωνούν και συνεργάζονται για την κοινή ωφέλεια έχοντας συνείδηση της ιδιαίτερης συλλογικής τους ταυτότητας.

 Τα χαρακτηριστικά γνωρίσματα της κοινωνίας

  1. 1.     Καθολικότητα: Η κοινωνία δεν είναι ένα απλό άθροισμα ατόμων, ένα σύνολο αυτόνομων «εγώ». Είναι ένα «καθολικό γίγνεσθαι σχέσεων». Μέσα στην κοινωνία «δε ζούμε δίπλα στους άλλους, αλλά μαζί με τους άλλους», δηλαδή η προσωπικότητα και η συμπεριφορά μας διαμορφώνεται υπό την επίδραση του συνόλου και έχει αντίκτυπο στο σύνολο.
  2. 2.     Οργάνωση – Δομή: Κάθε μέλος του κοινωνικού συνόλου έχει ορισμένη θέση στη δομή του και αναλαμβάνει συγκεκριμένους ρόλους, προκειμένου να διασφαλιστεί η εύρυθμη λειτουργία της κοινωνικής μηχανής, η ανάπτυξη του συνόλου και παράλληλα η πολύπλευρη ανάπτυξη κάθε ατόμου-μέλους (πράγμα που είναι και ο σκοπός της ύπαρξης της κοινωνίας). Η αλληλεξάρτηση των μελών του κοινωνικού συνόλου και η ανάγκη της ομαλής συνύπαρξης και της προόδου επιβάλλουν τη συνεργασία και την αποδοχή θεσμοθετημένων πλαισίων συμπεριφοράς, την τήρηση δηλαδή των νόμων και, γενικότερα, των κοινωνικών κανόνων.
  3. 3.     Αυτοτέλεια (Αυτάρκεια): Ένα κοινωνικό σύνολο έχει τη δυνατότητα να καλύπτει τις βασικές ανάγκες των μελών του (εργασία, μόρφωση, υγεία, ψυχαγωγία, ρύθμιση κοινωνικών σχέσεων κτλ.) χωρίς να χρειάζεται τη συνδρομή ξένου κοινωνικού συνόλου.
  4. 4.     Επικοινωνία: Τα μέλη ενός κοινωνικού συνόλου έχουν κοινό σύστημα επικοινωνίας, έναν κοινό κώδικα, προκειμένου να συνεννοούνται, να συμφωνούν και να συνεργάζονται. Αυτόν τον κοινό κώδικα δε συνθέτει μόνον η γλώσσα, αλλά γενικότερα η κουλτούρα της κοινωνίας: ο τρόπος ζωής, οι αξίες, οι ηθικές αρχές, οι κοινές αντιλήψεις για τα βασικά ζητήματα της ζωής.
  5. 5.     Συλλογική Ταυτότητα: Τα μέλη μιας κοινωνίας έχουν συνείδηση ότι απαρτίζουν ένα σύνολο ξεχωριστό, ένα σύνολο που διαφοροποιείται από άλλα κοινωνικά σύνολα, γιατί έχει δικά του ιδιαίτερα χαρακτηριστικά: γλώσσα, ήθη-έθιμα, ιστορία, θρησκεία, γεωγραφικό χώρο κτλ. Αυτά τα κοινά χαρακτηριστικά διαμορφώνουν τη συλλογική ταυτότητα μιας κοινωνίας και σ’ αυτά θεμελιώνεται η κοινωνική συνοχή, δηλαδή η αίσθηση της ενότητας των μελών της (που είναι ιδιαίτερα σημαντική για την προάσπιση των κοινών συμφερόντων, την επιδίωξη των κοινών στόχων, την επίλυση των κοινών προβλημάτων).
  6. 6.     Διάρκεια: Ένα κοινωνικό σύνολο διαρκεί μέσα στο χρόνο, δεν «πεθαίνει». Η κοινωνία μέσα στην οποία ζούμε υπήρχε πριν από εμάς και θα συνεχίσει να υπάρχει και να εξελίσσεται, ακόμη κι όταν εμείς δε θα ζούμε πλέον. Ακριβώς επειδή έχουμε συνείδηση της διάρκειάς της αγωνιζόμαστε για μια καλύτερη κοινωνία, παρά το ότι γνωρίζουμε πως ίσως να μην προλάβουμε ποτέ να δούμε τους καρπούς των αγώνων μας.

Η ΚΟΙΝΩΝΙΚΟΠΟΙΗΣΗ

                    Η κοινωνικοποίηση είναι η διαδικασία ένταξης του ατόμου στο κοινωνικό σύνολο. Τα νεαρά μέλη μιας κοινωνίας καλούνται να αφομοιώσουν τις αξίες του συνόλου, να εσωτερικεύσουν  (συνειδητά ή ασυνείδητα) τους κοινωνικούς κανόνες, να αποκτήσουν ορισμένο τρόπο σκέψης και συμπεριφοράς -αυτόν που επιβάλλει η κοινωνία τους.

Η κοινωνικοποίηση είναι απαραίτητη για το άτομο. Η ύπαρξή του και η πολύπλευρη ανάπτυξή του εξαρτάται από την κοινωνία και, για να γίνει αποδεκτό από το κοινωνικό σύνολο, και να συνυπάρξει ομαλά με τους άλλους, θα πρέπει να αποδεχτεί τις κοινωνικές επιταγές και να προσομοιώσει ως ένα βαθμό την προσωπικότητά του προς εκείνη που απαιτεί η κοινωνία του. Η αποκλίνουσα συμπεριφορά του ατόμου ή η αντικοινωνικότητα επιφέρουν το τίμημα της περιθωριοποίησης που συνεπάγεται αρκετές κοινωνικές ή καθαρά ψυχολογικές κυρώσεις για το άτομο.

Η κοινωνικοποίηση είναι μια λειτουργία που εξυπηρετεί και την κοινωνία (και, ειδικότερα, τις κοινωνικές ομάδες ή το κοινωνικοπολιτικό σύστημα), γιατί αναγκάζοντας τα μέλη της να υποταχθούν στους κοινωνικούς καταναγκασμούς και να δράσουν σύμφωνα με ορισμένους κανόνες, διασφαλίζει τη συνοχή, την ομαλή λειτουργία και την εξέλιξή της. Η κοινωνικοποίηση, δηλαδή, εγγυάται τη δυναμική ύπαρξη του κοινωνικού συστήματος και αποσοβεί τον κίνδυνο της αμφισβήτησης και της ανατροπής του.

Η λειτουργία της κοινωνικοποίησης είναι δυναμική, συνεχής, ακατάπαυστη. Αρχίζει από τη στιγμή που γεννιέται το νεαρό άτομο και συνεχίζεται έντονη μέχρι την ενηλικίωσή του. Ουσιαστικά, όμως, δεν τελειώνει παρά μόνο με το θάνατο του ατόμου, γιατί το κοινωνικό σύστημα δεν αρκείται απλώς στην ένταξη του ατόμου στους κόλπους του, αλλά επιδιώκει και τη διατήρηση αυτής της ένταξης. Εξάλλου, αναθέτει σταδιακά νέους ρόλους στο άτομο, για την εκπλήρωση των οποίων είναι απαραίτητη η εκμάθηση των δικαιωμάτων και των υποχρεώσεων που συνεπάγονται ή του τρόπου δράσης σε κάθε περίπτωση. Τέλος, δεν μπορούν να τεθούν χρονικά όρια στην κοινωνικοποίηση, γιατί η κοινωνία είναι ένα «γίγνεσθαι», βρίσκεται δηλαδή σε συνεχή εξέλιξη, και κάθε μέλος της πρέπει να παρακολουθεί τη δυναμική της πορεία, να βιώνει τις εξελίξεις στον τρόπο ζωής, στα ήθη, στις αξίες.

 Οι Φορείς Κοινωνικοποίησης

                   Πρωτογενείς φορείς κοινωνικοποίησης (πρώτοι σε χρονική σειρά, αλλά και πρωταρχικοί σε σημασία, για τι η επιρροή τους είναι ισχυρότερη) είναι η οικογένεια και το σχολείο. Ακολουθούν η παρέα των συνομηλίκων, τα μέσα μαζικής ενημέρωσης, η πνευματική ηγεσία, η Εκκλησία, ο στρατός, το κράτος.

Κάποιοι από τους φορείς αυτούς ονομάζονται θεσμοποιημένοι (οικογένεια, σχολείο, πολιτεία κλπ.), γιατί η πολιτεία έχει θεσμοθετήσει, δηλαδή έχει καλύψει με νομικά πλαίσια πολλές από τις λειτουργίες τους που σχετίζονται με την κοινωνικοποίηση (για παράδειγμα, το Οικογενειακό Δίκαιο προστατεύει τα δικαιώματα του παιδιού, νόμοι και εγκύκλιοι ρυθμίζουν την εκπαιδευτική διαδικασία κλπ.). Άλλοι φορείς δεν είναι θεσμοποιημένοι (όπως είναι η φιλική παρέα ή τα μέσα μαζικής ενημέρωσης), όμως επιδρούν καθοριστικά στη μορφοποίηση της προσωπικότητας των ατόμων και δεν πρέπει να υποβαθμίζεται η σημασία τους.

 Οι Μηχανισμοί Κοινωνικοποίησης

  1. 1.    Η αγωγή: Η οικογενειακή και η σχολική αγωγή, δηλαδή οι επιδράσεις και τα ερεθίσματα από την οικογένεια και το σχολείο, συμβάλλουν στην εκμάθηση της κοινωνικής συμπεριφοράς.
  2. 2.    Η ταύτιση με πρότυπα: Κάθε παιδί ή νέος , στην προσπάθειά του να σχηματίσει το «εγώ» του, ταυτίζεται με πρότυπα και τα μιμείται. Τα πρώτα πρότυπα είναι οι γονείς και οι δάσκαλοι. Αργότερα όμως, συνήθως στην εφηβική ηλικία, ο νέος απορρίπτει τα γονεϊκά πρότυπα και ταυτίζεται με είδωλα που προβάλλονται από τα μέσα μαζικής ενημέρωσης ή μιμείται  πρόσωπα του φιλικού του περιβάλλοντος.
  3. 3.    Η υπακοή στους κοινωνικούς κανόνες: Οι κοινωνικοί κανόνες είναι συλλογικά πρότυπα συμπεριφοράς, δηλαδή συνήθειες, κανονισμοί ή νόμοι. Οι κοινωνικοί κανόνες μπορεί να είναι χαλαροί ή αυστηροί (η παραβίαση των αυστηρών κανόνων επιφέρει κυρώσεις), άτυποι (κοινώς αποδεκτές συνήθειες) ή θεσμοθετημένοι (παγιωμένοι νομικά). Αρχικά, το νεαρό άτομο θεωρεί τους κοινωνικούς κανόνες ορθούς και αυτονόητους. Όταν αρχίζει ,όμως, στην εφηβική ηλικία να ωριμάζει, κρίνει τους κοινωνικούς κανόνες, κάποιους τους αμφισβητεί και άλλους τους εσωτερικεύει.
  4. 4.    Ο ενστερνισμός των κοινωνικών αξιών: Η κοινωνική αξία είναι ένας τρόπος ζωής που το κοινωνικό σύνολο θεωρεί ιδανικό, «ένα ιδεώδες που η κοινωνία υποβάλλει ή επιβάλλει στα άτομα», σύμφωνα με τον Emile Durkheim, για να τα υποχρεώσει να υιοθετήσουν τη συμπεριφορά που την εξυπηρετεί. Υπάρχουν αξίες θετικές (η γνώση, η αγάπη, η δημοκρατία, η ειρήνη κλπ.) και αξίες αρνητικές (η αξία του χρήματος, ο καταναλωτισμός, ο αρριβισμός κλπ.) ή απαξίες, όπως αλλιώς ονομάζονται. Κάθε άτομο καλείται να εγκολπωθεί τις αξίες αυτές (θετικές ή αρνητικές), αν θέλει να γίνει αποδεκτό από τους άλλους. Έτσι, το σύστημα αξιών της κοινωνίας διαμορφώνει την προσωπικότητα, την ηθική συνείδηση και την κοινωνική συμπεριφορά του ατόμου.
  5. 5.    Ο κοινωνικός έλεγχος: Είναι το σύνολο των επιβραβεύσεων και των κυρώσεων στις οποίες καταφεύγουν οι φορείς αγωγής ή, γενικότερα, η κοινωνία, προκειμένου να εξαναγκάσει τα μέλη της να συμμορφωθούν με τα κοινωνικά πρότυπα. Οι κυρώσεις μπορεί να είναι φυσικές (άσκηση φυσικής βίας), οικονομικές, θρησκευτικές ή καθαρά κοινωνικές-ψυχολογικές. Οι τελευταίες μάλιστα (ο διασυρμός, η γελοιοποίηση, η κατακραυγή, η απόρριψη κτλ.) είναι, σύμφωνα με τους ψυχολόγους, και οι πλέον αποτελεσματικές, καθώς είναι ισχυρότατη σε κάθε άνθρωπο η ανάγκη της αποδοχής και του σεβασμού της προσωπικότητάς του από τους άλλους. Η απόρριψη και η περιθωριοποίηση αποτελούν έντονο πλήγμα στην αυτοπεποίθηση και στην ψυχική υγεία του ατόμου και η μοναξιά, σύμφωνα με τον Erich Fromm, είναι η πιο φοβερή τιμωρία για τον άνθρωπο. Συχνά, λοιπόν, ακόμη και ο φόβος της κοινωνικής κριτικής ή του κοινωνικού ελέγχου λειτουργεί πιο αποτελεσματικά από τις άλλες κυρώσεις. Έτσι, ο κοινωνικός έλεγχος υπευθυνοποιεί το άτομο, το υποχρεώνει να αποκτήσει αυτοέλεγχο και να σεβαστεί τους κοινωνικούς κανόνες , είτε γιατί τους δέχεται ως ορθούς είτε γιατί φοβάται τις κυρώσεις.

 

Είναι η κοινωνικοποίηση «ευνουχισμός» της ελευθερίας και φραγμός στην αυτοπραγμάτωση;

                                     Ο άνθρωπος δεν είναι απόλυτα αυτόνομος, γιατί δεν είναι «ουρανόπεμπτος». Συνδέεται άρρηκτα με το κοινωνικό σύνολο και μόνο μέσα στους κόλπους του έχει τη δυνατότητα να αναπτυχθεί και να ολοκληρώσει την προσωπικότητά του. Είναι αναγκαία, επομένως, η συνύπαρξη με τους άλλους ανθρώπους. Και, βέβαια, είναι αδύνατο να υπάρξει κοινωνική συμβίωση ή δικαιώματα και ελευθερίες χωρίς κάποιους περιορισμούς. Η ελευθερία έχει όρια, δεν μπορεί να νοηθεί παρά μόνο περιχαρακωμένη σε ορισμένα πλαίσια. Ο πραγματικά ελεύθερος άνθρωπος είναι αυτός που γνωρίζει και αποδέχεται τα όριά του, σεβόμενος τον εαυτό του και τους συνανθρώπους του. Η κοινωνικοποίηση, αναμφίβολα, ενέχει και την έννοια της περιστολής. Δεν περιστέλλει, όμως, την ελευθερία, αλλά την ασυδοσία. Περιορίζει τη ζωώδη φύση του ανθρώπου, τα αρχέγονα ζωικά ένστικτα της αρπαγής, της απεριόριστης ικανοποίησης του «εγώ» ή της επιβολής έναντι των άλλων. Κατ’ αυτήν την έννοια, η κοινωνικοποίηση τιθασεύει το ζώο, για να συντελέσει στη δημιουργία του ανθρώπου, δηλαδή στον εξανθρωπισμό του ατόμου.

Ωφέλειες της Κοινωνικοποίησης

        1.   Κάθε άτομο μόνο μέσα στους κόλπους της κοινωνίας καλύπτει τις υλικές και βιοτικές του ανάγκες και, γενικότερα, εξασφαλίζει    τα αγαθά που είναι απαραίτητα για την αρμονική και ολόπλευρη ανάπτυξή του.

  1. 2.    Καλλιεργεί τις πνευματικές του δυνάμεις, μορφώνεται και έτσι μπορεί να γνωρίσει καλύτερα τον εαυτό του, αλλά και το περιβάλλον του (φυσικό και κοινωνικό). Έχει, ακόμη, τη δυνατότητα ν’ αναπτύξει τις έμφυτες ικανότητές του (π.χ. ταλέντα, κλίσεις), καθώς επίσης την ευφυία, την κρίση και την αντίληψή του. Μέσα στο κοινωνικό σύνολο μυείται σε ορισμένο τρόπο σκέψης, τη λογική, και μαθαίνει τη γλώσσα. Έτσι, διευρύνεται η νόησή του και αποκτά, παράλληλα, τη δυνατότητα της έκφρασης και της επικοινωνίας.
  2. 3.    Συνειδητοποιεί το «εγώ» του, ανακαλύπτει την ταυτότητά του, όταν έρχεται αντιμέτωπο με το «εσύ», με τους άλλους ανθρώπους του στενού αρχικά, του ευρύτερου αργότερα περιβάλλοντος. Η αναγνώριση ομοιοτήτων και διαφορών με τους άλλους ανθρώπους το βοηθά να γνωρίσει τον εαυτό του, δηλαδή να συνειδητοποιήσει την ανθρώπινη φύση του, το φύλο, την κοινωνική τάξη και την εθνικότητά του, αλλά και να αισθανθεί την ξεχωριστή του ύπαρξη και ν’ αναπτύξει αυτόνομη προσωπικότητα.
  3. 4.    Η συνύπαρξη με τους άλλους ανθρώπους (επαφή, επικοινωνία, συναισθηματικοί δεσμοί, συνεργασία κλπ.) είναι το θεμέλιο της κάλυψης των ψυχολογικών αναγκών κάθε ανθρώπου. Με τη σύναψη σχέσεων επέρχεται η συναισθηματική πληρότητα, επιβεβαιώνεται η αξία της ύπαρξης και ενισχύεται η αυτοπεποίθηση του ατόμου, καθώς αντλεί δύναμη από την αναγνώριση και το σεβασμό των άλλων. Ακόμη, η κοινωνικότητα αποσοβεί τον κίνδυνο της απόρριψης, της περιθωριοποίησης και της μοναξιάς.
  4. 5.    Με την κοινωνική του ένταξη το άτομο υπευθυνοποιείται, γιατί μαθαίνει να καταπνίγει τα ζωώδη του ένστικτα και να τιθασεύει τις εγωιστικές παρορμήσεις του. Μαθαίνει να είναι αφέντης του εαυτού του και όχι άθυρμα των ενστίκτων του, να σέβεται τον εαυτό του και τους συνανθρώπους του. Με τη συνειδητοποίηση των δικαιωμάτων και των υποχρεώσεών του απέναντι στον εαυτό του και στους συνανθρώπους του κατακτά την ηθική ελευθερία.
  5. 6.    Εξανθρωπίζεται και ηθικοποιείται, γιατί ενστερνίζεται ανθρωπιστικές αξίες και εσωτερικεύει ηθικές αρχές, αποκτά οράματα και ιδανικά που νοηματοδοτούν την ύπαρξή του και τον διαφοροποιούν από το ζώο.
  6. 7.    Η ένταξή του στην οργανωμένη πολιτεία κατοχυρώνει την προσωπική του ελευθερία, τα δικαιώματά του στη ζωή και στην πολύπλευρη ανάπτυξη (δικαιώματα οικονομικά, κοινωνικά, πνευματικά, πολιτικά κτλ.), τη δυνατότητα πρόσβασης στα κοινωνικά αγαθά.
  7. 8.    Γίνεται φορέας του πολιτισμού της ανθρωπότητας και με τη δημιουργική του εργασία συμβάλλει στην περαιτέρω ανάπτυξη του πολιτισμού αυτού. Δημιουργεί πολιτισμό και «γράφει» ιστορία. Έτσι, αποκτά αξία η ύπαρξή του.

          Επομένως, η αρμονική ανάπτυξη και η ολοκλήρωση της προσωπικότητας του ανθρώπου δεν μπορεί να συντελεστεί παρά μόνο μέσα στους κόλπους της κοινωνίας, με την προϋπόθεση, βέβαια, η κοινωνία αυτή να είναι υγιής και να έχει θέσει ως σκοπό της λειτουργίας της τον Άνθρωπο, να είναι δηλαδή ανθρωπιστική, δημοκρατική και φιλελεύθερη.

Προϋποθέσεις ομαλής κοινωνικοποίησης.

                    Σκοπός της κοινωνικοποίησης είναι να βοηθήσει τα άτομα να ενταχθούν αρμονικά στο κοινωνικό σύνολο και να συμβάλλουν στην εύρυθμη λειτουργία και στην πρόοδό του, αναπτύσσοντας παράλληλα μια αυτοδύναμη, ελεύθερη και ολοκληρωμένη προσωπικότητα. Προς αυτό το στόχο:

α) Απαραίτητο είναι να συμμορφώνεται το άτομο προς τους κοινωνικούς κανόνες, όμως ως ένα μόνο βαθμό. Δεν πρέπει να συμμορφώνεται απόλυτα προς τις κοινωνικές υποδείξεις, να υποτάσσεται πλήρως στις κοινωνικές επιταγές. Ο κομφορμισμός (η αυστηρή και στείρα προσκόλληση προς τους παγιωμένους κοινωνικούς κανόνες) καταδικάζει το άτομο στην παθητικότητα, αναιρεί τη δυνατότητα κριτικής και πρωτοβουλίας, περιστέλλει την ελευθερία και την ευθύνη που φέρει ο άνθρωπος τόσο για την ανάπτυξη της προσωπικότητάς του όσο και για την πρόοδο του κοινωνικού συνόλου. Ο κομφορμισμός είναι φαινόμενο αρνητικό όχι μόνο για το άτομο, αλλά και για την κοινωνία ολόκληρη, γιατί όταν αυτή αποτελείται από άτομα που δεν αμφισβητούν το κατεστημένο, δεν κρίνουν τις αξίες και τους κανόνες του, στερείται την ελπίδα εξέλιξης και βελτίωσής της.

β) Είναι αναγκαία, βέβαια, η περιστολή της δραστηριότητας των ατόμων από την κοινωνία, η περιχαράκωση δηλαδή της ελευθερίας τους, αλλά οι στόχοι του περιορισμού αυτού πρέπει να είναι η υπευθυνοποίηση του ατόμου, η διασφάλιση της ελευθερίας και των δικαιωμάτων όλων των ανθρώπων, η αρμονική συνύπαρξή τους και η εύτακτη λειτουργία του κοινωνικού μηχανισμού. Είναι θεμιτό, λοιπόν, η κοινωνικοποίηση να μην περιορίζει τα άτομα περισσότερο απ’ όσο είναι αναγκαίο για την εκπλήρωση αυτών των στόχων. Όταν, για παράδειγμα, είναι αυταρχική ή υπερπροστατευτική η οικογενειακή αγωγή ενός ατόμου, αυταρχικό το εκπαιδευτικό σύστημα ή ολοκληρωτική η πολιτειακή οργάνωση της κοινωνίας του, κάθε άλλο παρά βέβαιη είναι η εξέλιξή του σε υγιή, ελεύθερη και υπεύθυνη προσωπικότητα.

γ) Προϋπόθεση για την ανάπτυξη μιας υγιούς προσωπικότητας  και για την ομαλή κοινωνικοποίησή της είναι και η πολιτική και ηθική υγεία του κοινωνικού συνόλου. Όταν είναι φιλελεύθερη και ανθρωπιστική η κοινωνία, όταν η ευημερία και η ευτυχία του Ανθρώπου είναι ο γνώμονας όλων των λειτουργιών και η κρηπίδα των αξιών της, τότε αφενός το άτομο έχει τη δυνατότητα ν’ αναπτύξει στο έπακρο όλες τις διαστάσεις της ύπαρξής του (χωρίς να υφίσταται ηθική φθορά ή ψυχική καταπίεση) και αφετέρου σέβεται και εκτιμά την κοινωνία του, αφού νιώθει πως κι εκείνη σέβεται την ύπαρξή του και αναγνωρίζει την αξία του.

 

Αρνητικές συνέπειες της Κοινωνικοποίησης

 1.    Όταν είναι αυταρχική -υπερβολικά καταπιεστική- η αγωγή που υφίσταται ένα νεαρό άτομο, τότε εθίζεται στην παθητική αποδοχή των εντολών και δέχεται αδιαμαρτύρητα την καταπίεση ως κατάσταση αυτονόητη. Περιορίζονται στο έπακρο τα περιθώρια της πρωτοβουλίας, της αυτενέργειας και της δημιουργικότητάς του. Δεν αναπτύσσεται εντός του το αίσθημα της υπευθυνότητας. Μαθαίνει να ζει πάντα εξαρτημένο από άλλους. Οι συνθήκες αυτές δεν επιτρέπουν, βέβαια, την καλλιέργεια του ελεύθερου φρονήματος.

  1. 2.    Η αυταρχική αγωγή μπορεί, όμως, να οδηγήσει το άτομο και στην υιοθέτηση αυταρχικής συμπεριφοράς έναντι των άλλων. Η εσωτερίκευση και η εφαρμογή των αυταρχικών προτύπων (που θαυμάζει και μιμείται το νεαρό άτομο) είναι μια εξέλιξη εξίσου πιθανή με την παθητικοποίηση. Και στην περίπτωση αυτή η κοινωνικοποίηση θεωρείται αποτυχημένη, καθώς το άτομο δε μαθαίνει να σέβεται τα δικαιώματα και την αξία των συνανθρώπων του και δεν έχει τη δυνατότητα να θεμελιώσει υγιείς σχέσεις.
  2. 3.    Η υπερβολικά καταπιεστική αγωγή ενδέχεται να γεννήσει ψυχολογικά προβλήματα στο άτομο. Δηλαδή, αποτέλεσμα μπορεί να είναι από τη μια η εσωστρέφεια, η έλλειψη αυτοπεποίθησης, ο μαρασμός της ψυχικής δύναμης και από την άλλη η εξέγερση, η απόλυτη αντίσταση στις πατρικές και κοινωνικές επιταγές, η επιθετικότητα που συνοδεύεται από αντικοινωνική – αποκλίνουσα συμπεριφορά, η ολοκληρωτική άρνηση του κατεστημένου (αρνητική αμφισβήτηση).
  3. 4.    Στην αυτοπραγμάτωση, στην πολυδιάστατη ολοκλήρωση και στην ευτυχία του ατόμου εμπόδιο στέκεται συχνά και η ίδια η δομή της ώριμης καπιταλιστικής κοινωνίας, παρά το ότι το πολίτευμα είναι δημοκρατικό και φιλελεύθερο.

α) Το άτομο έχει την ψευδαίσθηση της ελευθερίας, ουσιαστικά όμως δεν είναι ελεύθερο και υπεύθυνο στην κοινωνική του δραστηριότητα. Φαινόμενα όπως η χειραγώγηση, η ετεροκατεύθυνση, η τυποποίηση και η μαζοποίηση είναι επόμενο να πλήξουν την υγεία της προσωπικότητάς του, καθώς εντάσσεται σε μια μαζική κοινωνία.

β)  Κυρίαρχος σκοπός της ύπαρξης του συστήματος είναι η εξυπηρέτηση των μεγάλων οικονομικών συμφερόντων, και όχι η διασφάλιση της ελευθερίας και της αξιοπρέπειας του ανθρώπου. Γι’ αυτό, κάθε άτομο αναγκάζεται με την κοινωνικοποίηση να υιοθετήσει τη «λογική» του καπιταλιστικού κοινωνικού συστήματος, να ενστερνιστεί, για παράδειγμα, τις αξίες του χρήματος, του καταναλωτισμού, του υλικού ευδαιμονισμού. Έτσι, σύμφωνα με τον Herbert Marcuse, γίνεται ένας «μονοδιάστατος» άνθρωπος, ένα ον που ενδιαφέρεται μόνο για την οικονομική του καταξίωση. Για να επιτύχει το σκοπό αυτό, όμως, υπερβάλλει στο «λογικό» έλεγχο των παρορμήσεων, των συναισθημάτων και των επιθυμιών του, καταπιέζεται ψυχικά και, φυσικά, αλλοτριώνεται από τον ίδιο του τον εαυτό, αποξενώνεται δηλαδή από τον αυτοσκοπό κάθε ανθρώπου: την πολύπλευρη ανάπτυξη της οντότητάς του.

 

Σοφία Μάνιου

 

 


[1] Κοινωνία και Άτομο, Εισαγωγή στις Ιστορικές Σπουδές, Ο.Ε.Δ.Β., Αθήνα, σ.51.

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αλλαγή μεγέθους γραμματοσειράς
Αντίθεση