Μέγαρα – Πολιούχοι άγιοι

Οι άγιοι έξι μάρτυρες: Σεραφείμ, Δωρόθεος, Ιάκωβος, Δημήτριος, Βασίλειος και Σαράντης

Η εύρεση των ιερών λειψάνων των αγίων έξι Μαρτύρων Σεραφείμ, Δωροθέου, Ιακώβου, Δημητρίου, Βασιλείου και Σαράντη έγινε, με τον εξής θαυμαστό τρόπο:

Το έτος 1798 εμφανίσθηκαν, σε όραμα σε ένα παιδί ηλικίας τότε εννέα χρονών, που ονομαζόταν Παΐσιος, τρεις άνδρες, σαν έφιπποι στρατιώτες, λέγοντας σ’ αυτό, ότι πρέπει να βγάλουν από την γη τα λείψανα τους, χωρίς όμως να γνωστοποιήσουν τα ονόματά τους.

Το παιδί αυτό μετά από λίγες μέρες ανέφερε το δράμα του στον παππού του, ονόματι Σίδερη που ήταν άνθρωπος αγροίκος και άπιστος και έδειρε το παιδί, γιατί νόμισε ότι έπλασε μόνο του την ιστορία για την εύρεση των Αγίων.

Οι Άγιοι όμως δεν έπαψαν να παρουσιάζονται συνέχεια στο όνειρο του παιδιού, και να του δείχνουν τον τόπο της ταφής των, ζητώντας την εξαγωγή των ιερών λειψάνων τους από την γη. Κάθε φορά που ο παππούς του παιδιού άκουγε κάτι τέτοιο, οργιζόταν όλο και περισσότερο, πολλαπλασιάζοντας τις τιμωρίες. Ό άνθρωπος αυτός αφού τιμωρήθηκε από τη Θεία Δικαιοσύνη με διάφορες τιμωρίες, τελικά πέθανε αμετανόητος.
Μετά ένα χρόνο αρχίζουν και πάλι να εμφανίζονται οι άγιοι Μάρτυρες στο παιδί, λέγοντας τα ίδια, δηλαδή ότι πρέπει να βγάλουν τα λείψανα τους από τη γη. Με αφορμή τις νέες αποκαλύψεις πήρε θάρρος το παιδί και ανακοίνωσε στον πατέρα του Ιωάννη τα καθέκαστα, ο οποίος με πολύ προθυμία δέχτηκε να αναλάβει το έργο.

Επειδή όμως φοβόντουσαν τους Τούρκους κατακτητές, έσκαβαν μόνο τη νύχτα στον τόπο που είχε υποδειχθεί. Σε βάθος περίπου τεσσάρων μέτρων βρήκαν την επομένη της Κοιμήσεως της Θεοτόκου (16 Αυγούστου) τα ιερά λείψανα των Αγίων που ευωδίαζαν υπερκόσμια ευωδία. Με τα άγια αυτά λείψανα άρχισαν να γίνονται πολλά θαύματα όχι μόνο σε ανθρώπους αλλά και σε κτήνη και σε αμπελώνες. Επειδή όμως αγνοούσαν οι Μεγαρείς τα ονόματα των Αγίων, άρχισαν να κάνουν νηστείες, αγρυπνίες και προσευχές και ό Θεός δεν άργησε να αποκάλυψη τα ονόματα τους. Ήσαν οι άγιοι Μάρτυρες Σεραφείμ, Δωρόθεος και Ιάκωβος.

Μετά από ένα χρόνο περίπου εμφανίσθηκαν στο ίδιο παιδί, που ήταν και ο φύλακας των ανευρεθέντων αγίων λειψάνων, και άλλοι δυο άγιοι Μάρτυρες ο Δημήτριος και ο Βασίλειος, οι οποίοι έδειξαν τον τάφο τους, που βρίσκεται σε απόσταση λίγων μέτρων προς βορρά των πρώτων. Αφού βοήθησαν αρκετοί ευσεβείς χριστιανοί, έβγαλαν με πολλή ευλάβεια και των δύο αυτών Αγίων τα ιερά λείψανα. Κατά την ώρα εκείνη βοή έβγαινε από τον τάφο, ενώ το πλήθος με πολλή ευλάβεια και φόβο παρακολουθούσε τα γεγονότα. Μετά τον ασπασμό των αγίων αυτών λειψάνων, τα ένωσαν μαζί με των αγίων Μαρτύρων Σεραφείμ, Δωροθέου και Ιακώβου.

Μετά από είκοσι περίπου χρόνια υποδείχθηκε στον ίδιο νέο, από τον άγιο Μάρτυρα Σαράντη η ανεύρεση και των δικών του λειψάνων που βρίσκονταν μέσα σε χείμαρρο θαμμένα, σε αγροτική περιοχή βορείως της πόλεως των Μεγάρων. Ο Παΐσιος πήρε μαζί του τον ιερέα Ιωάννη Μουστάκα, ήρθαν στον ορισμένο τόπο και είδαν ότι υπήρχαν θάμνοι ανέπαφοι και μεγάλη πέτρα κάτω από την οποία υπήρχαν δύο τεράστια φίδια. Ήταν αδύνατο να σκάψουν. Γονάτισαν και προσευχήθηκαν και με τη χάρη του Θεού τα φίδια εξαφανί-στηκαν. Φωτεινή λάμψη βγήκε από τους θάμνους. Από κάτω υπήρχαν τα ιερά λείψανα. Τα μάζεψαν με ευλάβεια και κατάνυξη, τα έφεραν στα Μέγαρα και τα τοποθέτησαν μαζί με τα λείψανα των άλλων πέντε Μαρτύρων. Στο μέρος αυτό που βρέθηκαν τα ιερά λείψανα του αγίου Σαράντη, κτίσθηκε αργότερα μικρό ξωκλήσι, που, αν και βρίσκεται στην κοίτη του χειμάρρου, διατηρείται χωρίς βλάβη, μέχρι σήμερα.

Ο Παΐσιος όταν έφτασε σε ηλικία σαράντα περίπου χρόνων, αν και δεν είχε πάει σχολείο, με τον φωτισμό του Θεού έμαθε τα απαραίτητα γράμματα και χειροτονήθηκε ιερεύς το έτος 1828 παίρνοντας το όνομα Παΐσιος, προκόπτοντας πάντοτε με την ευλογία του Θεού και την βοήθεια των αγίων Μαρτύρων.

Μετά το θάνατο του ιερέα Παϊσίου το έτος 1848, πολλοί ευσεβείς Μεγαρείς, οι οποίοι πολλές φορές είχαν ευεργετηθεί από τους Αγίους, θεωρούσαν απρεπές να βρίσκονται τα αγία λείψανα στο ερειπωμένο σπιτάκι, που είχε κτισθεί από τον Παΐσιο στον τόπο που βρέθηκαν οι άγιοι. Άρχισαν λοιπόν ενέργειες να κτισθεί ιερός Ναός, στον τόπο που υπήρχαν οι τάφοι των αγίων, προς τιμήν και μνήμη τους. Ο θεμέλιος λίθος ετέθη το έτος 1889, και με κοινή δαπάνη και βοήθεια όλων των Μεγαρέων κτίσθηκε το ωραίο Παρεκκλήσιο των αγίων Μαρτύρων, ακριβώς στον τόπο που βρίσκονται και οι τάφοι τους, όπου προστρέχουν με ευλάβεια οι ευσεβείς Μεγαρείς όλο το χρόνο, για να προσευχηθούν και να ζητήσουν τη βοήθεια των αγίων, και ιδιαίτερα τη μέρα της μνήμης τους, όταν με κάθε μεγαλοπρέπεια λιτανεύονται μέσα στην πόλη τα ιερά λείψανα τους.

Πλήθος θαυμάτων έχουν γίνει και συνεχίζουν να γίνονται σ’ εκείνους που με καθαρή καρδιά και ακλόνητη πίστη ζητούν την προστασία τους. Από αυτά σημειώνουμε μερικά, προς δόξα του εν Τριάδι Θεού και τιμή των θαυματουργών Μαρτύρων Του.

1) Μετά πέντε μήνες από την εμφάνιση των Αγίων, είχε ήδη διαδοθεί η φήμη τους ως θαυματουργών. Αυτό το έμαθε κάποιος ονόματι Αναστάσιος από το χωριό Κακόσι της Θίσβης ο οποίος έπασχε από ακάθαρτα πνεύματα. Ήρθε με τη βοήθεια των γονέων του και προσευχόταν επί εννέα μέρες στον τάφο των Αγίων. Θεραπεύθηκε και γύρισε υγιής στο σπίτι του δοξάζοντας το Θεό. Μετά απ’ αυτά έγινε Μοναχός και αφιέρωσε τον εαυτό του στη Μονή της Μακαριωτίσσης κοντά στην Δομβραίνα .

2) Κάποιος αόμματος, ονόματι Ιωάννης Μανδρόζος, από τις Σπέτσες, ήρθε με μεγάλη προθυμία και ευλάβεια στον τάφο των Αγίων. Προσευχήθηκε με πολλά δάκρυα, ζητώντας να δει το φως της ημέρας και θεραπεύθηκε τελείως με τη χάρη των Αγίων. Ευγνωμονώντας το Θεό για το θαύμα αυτό, αφιέρωσε τον εαυτό του και έγινε μοναχός στο Άγιον Όρος.

3) Η Παγώνα σύζυγος Αθανασίου Οικονομοπούλου, από το Μάζι, θεραπεύθηκε από το δαιμόνιο που έπασχε, όταν με νηστεία και προσευχή παρακάλεσε τους αγίους Μάρτυρες.

4) Όταν κατά το έτος 1828, καταδιωγμένοι οι Μεγαρίτες από την επιδρομή των Τούρκων, οχυρώθηκαν στον λεγόμενο «τοίχο» που σώζεται μέχρι σήμερα, έπεσε μεγάλη επιδημική αρρώστια και είχαν αρρωστήσει περισσότερα από 180 άτομα. Όμως γινόταν για τον καθένα αγιασμός με την παρουσία των αγίων λειψάνων και ερχόταν θαυμαστή θεραπεία.

Σημαντικό είναι και το εξής γεγονός που συνέβη την ίδια εποχή. Οι αποκλεισμένοι Μεγαρίτες στον «τοίχο», που μάχονταν κατά των Τούρκων είχαν μόνο σαράντα δύο μαχητές. Την ώρα όμως του πολέμου γίνονταν σαράντα οκτώ, γιατί μεταξύ τους βρίσκονταν και έξι ακόμα πολεμιστές άγνωστοι, οι οποίοι ενίσχυαν τους συμπολεμιστές τους, λέγοντας τους να έχουν θάρρος και βεβαιώνοντάς τους ότι δεν πρόκειται να νικηθούν. Και πράγματι ποτέ δεν νικήθηκαν οι Μεγαρίτες από τους χιλιάδες Οθωμανούς Τούρκους. Μετά το τέλος κάθε μάχης οι μαχητές ήσαν πάλι σαράντα δύο, και δεν μπορούσαν να καταλάβουν ποιοι ήσαν και από πού είχαν έρθει οι άλλοι έξι συμπολεμιστές τους.

Αυτό το παράξενο θαύμα γινόταν σ’ όλες τις μάχες που έκαναν οι Μεγαρίτες με τους Τούρκους. Η απορία τους λύθηκε όταν μετά την τελευταία μάχη οι εχθροί υποχώρησαν νικημένοι και οι άγιοι Μάρτυρες φανέρωσαν τη δύναμη τους, μετατραπέντες από πεζούς σε εφίππους στρατιώτες, φανερώνοντας ταυτόχρονα στους συμπολεμιστές τους τον τόπο στον όποιο βρίσκονταν και στον όποιο μπορούσαν να ζητούν τη βοήθεια τους. Ο τόπος αυτός είναι ο τόπος στον οποίο βρέθηκαν τα άγια λείψανα τους. 5) Διπλό θαύμα περιγράφεται ότι συνέβη στις μέρες του εκδότη της παλιάς ακολουθίας, Αθανασίου Ι. Παπασιδέρη: Στις 2 Ιουλίου 1881 έμεινε άφωνος από αρρώστια ο εργαζόμενος στους αγίους Θεοδώρους της Θήβας, Μεγαρίτης Αθανάσιος Δέσκος και τον έφεραν σε κακή κατάσταση στα Μέγαρα. Αρχικά τον πήγαν στον Άγιο Ιερόθεο προκειμένου να θεραπευθεί. Μη μπορώντας όμως να παραμείνει άλλο η γριά σύζυγός του, μετά από πέντε μέρες επανήλθαν στα Μέγαρα και κατέφυγαν στη προστασία των αγίων Μαρτύρων, στο μικρό σπιτάκι που φυλάσσονταν τα άγια λείψανα, διανυκτερεύοντας και προσευχόμενοι επί τέσσερις ημέρες. Την τελευταία, που ήταν η 26η  προς την 27η  Ιουλίου, κατά τα μεσάνυχτα άκουσαν θόρυβο ιππέων, οι οποίοι μπήκαν μέσα και άφησαν κατάπληκτο τον άρρωστο. Από τους ιππείς αυτός που μπήκε πρώτος ακούστηκε να λέει «Δωρόθεε, άνθρωποι εδώ». Αμέσως κατεβαίνει ένας από τους ιππείς, και πιάνει, τον μέχρι της στιγμής άφωνο, από τη μασχάλη, τον τίναξε του είπε: «Να μην πάψης να πιστεύεις στο Χριστό», ενώ ταυτόχρονα ακούστηκε άλλη φωνή να λέει: «Δωρόθεε φόνος γίνεται». Και αμέσως ακούστηκε θόρυβος από την γρήγορη έξοδο των ιππέων από το σπιτάκι. Από τη στιγμή εκείνη αρχίζει να μιλάει ο άρρωστος στη σύζυγο του, η οποία ήταν γεμάτη τρόμο από τον φοβερό θόρυβο της εξόδου των ιππέων και από την απροσδόκητη ομιλία του συζύγου της. Όταν συνήλθε γονάτισαν και προσευχήθηκαν και δόξασαν το Θεό και τους αγίους για το θαύμα και έφυγαν για το σπίτι τους. Μόλις έφτασαν, πρώτος ο θεραπευμένος χαιρέτησε τα παιδιά του λέγοντας τους «Καλημέρα». Αυτά δοκίμασαν πολλή μεγάλη χαρά ακούγοντας τον πατέρα τους να μιλά. Τους είπε ακόμα ότι εκείνη τη νύχτα έγινε φόνος, άγνωστο όμως ποιος και πού. Σ αυτό το τελευταίο δίσταζαν να πιστέψουν η σύζυγος του και τα παιδιά του νομίζοντας ότι παραλογίζεται. Πράγματι όμως το πρωί της 27ης  Ιουλίου φονεύθηκε ο Γεώργιος Ι. Μαργέτης.

Τα θαύματα που αναφέρθηκαν πιο πάνω, όπως και μερικά άλλα, περιγράφονται στην ακολουθία του 1896. Τα θαύματα των αγίων που περιγράφονται στη συνέχεια, είναι λίγα από τα πολλά σύγχρονα, και μας τα διηγήθηκαν ο πανοσιολογιότατος  Αρχιμανδρίτης π. Δαμασκηνός Κατρακούλης και οι αδελφές της Ιεράς Μονής Αγίου Ιωάννου Μακρυνού.

Το έτος 1977, την παραμονή της εορτής των αγίων Μαρτύρων (15 Αυγούστου), ασθενούσε πολύ βαριά ο ιδρυτής της ιεράς Μονής αγίου Ιωάννου Προδρόμου Μακρινού Αρχιμανδρίτης π. Δαμασκηνός Κατρακούλης, έτσι ώστε, για πρώτη φορά στη ζωή του, προς μεγάλη του λύπη, δεν μπορούσε να παρευρεθεί στο πανηγύρι των Αγίων και τη λιτάνευση των αγίων λειψάνων τους.

Το βράδυ οι αδελφές της Μονής για παρηγοριά τους έλεγαν μεταξύ τους: «Να αφήσομε την εξώπορτα ανοιχτή να περάσουν οι άγιοι Μάρτυρες». Και στην απελπισία τους παρακαλούσαν θερμά τους Αγίους να θεραπεύσουν τον π. Δαμασκηνό. Αλλά και ο πιστός Μεγαρικός λαός όταν έμαθε τον λόγο για τον οποίο δεν παρευρισκόταν στο πανηγύρι ο πατήρ Δαμασκηνός, άρχισε να λέει με μεγάλη απλότητα και πεποίθηση: «Οι άγιοι Μάρτυρες θα πάνε με τα αλόγα τους και θα τον κάνουν καλά». Στο Μοναστήρι περίπου στις 11 τη νύκτα και ενώ οι μοναχές είχαν αποσυρθεί στα κελιά τους, ακούγεται θόρυβος πολύς, σαν καλπασμός αλόγων. Την ίδια στιγμή υπερκόσμιο φως έλαμψε στα κελιά μερικών αδελφών, ενώ ο άγιος Ιάκωβος ξύπνησε μια αδελφή η οποία κοιμόταν. Γεμάτες έκσταση και χαρά οι μοναχές, μόλις συνειδητοποίησαν την επίσκεψη των αγίων Μαρτύρων, άρχισαν να μαζεύονται στο κελί της ηγουμένης. Και το παράδοξο είναι, ότι κάθε μια απ’ αυτές ισχυριζόταν ότι ο καλπασμός έγινε έξω από το δικό της κελί. Με δάκρυα, βαθιά κατάνυξη και θερμή ευγνωμοσύνη, άρχισαν δοξολογία προς τον Άγιο Θεό και ευχαριστία προς τους αγίους Μάρτυρες, οι οποίοι άκουσαν την ταπεινή τους δέηση. Πράγματι από την ώρα εκείνη θεραπεύθηκε ο π. Δαμασκηνός, με την επίσκεψη των αγίων Μαρτύρων, προς δόξα του Πανάγαθου Θεού, ο οποίος δόξασε για άλλη μια φορά τους αγίους Του Μάρτυρες. Λίγα χρόνια πριν απ’ αυτό το θαύμα οι ίδιες μοναχές είχαν ακούσει, με τρόπο θαυμαστό, πολύ καθαρά στην αυλή της μονής των, τις καμπάνες του πανηγυρικού εσπερινού των αγίων Μαρτύρων. Πρέπει να σημειωθεί, ότι το Μοναστήρι του αγίου Ιωάννου Μακρινού απέχει από τα Μέγαρα περίπου 22 χλμ.

2. Η πρώην καθηγουμένη της ιεράς Μονής Οσίου Μελετίου, μοναχή Χριστονύμφη Χατζοπούλου, με πολύ συγκίνηση διηγείται την εμφάνιση των αγίων Μαρτύρων σ’ αυτήν. Στη νεανική της ηλικία είδε δέκα έφιππους και λαμπρότατους στρατιώτες να περνούν κάτω από το σπίτι της. Τα άλογα τους ήσαν ρωμαλέα, χρώματος λευκού και κόκκινου. Έκπληκτη φώναξε την ευσεβή γιαγιά της (το γένος Ζήσου) και τη ρώτησε ποιοι ήταν. Εκείνη, με πολύ απλότητα και βεβαιότητα, αποκρίθηκε ότι ήσαν οι άγιοι δέκα Μάρτυρες. Από τη γλυκύτητα δε την οποία αισθάνθηκαν στην καρδιά τους με την εμφάνιση των Αγίων, βεβαιώθηκε η αλήθεια των λόγων της γιαγιάς της.

3. Κατά τα χρόνια της γερμανικής κατοχής και κατά τη νύχτα, όταν η κυκλοφορία ήταν αυστηρά απαγορευμένη κάποια γυναίκα από τα Μέγαρα είδε να περνούν δέκα έφιπποι στρατιώτες έξω από το σπίτι της. Όταν γεμάτη φόβο τους συνέστησε, ότι υπάρχει κίνδυνος από τους φοβερούς κατακτητές, πήρε την εξής απάντηση: «Μη φοβάσαι, εμείς σας φυλάμε, οι δέκα Μάρτυρες». Και έγιναν άφαντοι. Αυτή δεν ήταν η μόνη φορά που οι άγιοι έδειξαν την προστασία τους στο Μεγαρικό λαό, κατά τους δύσκολους εκείνους χρόνους.

4. Το έτος 1958 ασθενούσε βαριά  από διφθερίτιδα η μικρή θυγατέρα του Γεωργίου και της Ευγενίας Μαργέτη από τα Μέγαρα. Οι γιατροί τους είχαν απελπίσει για την εξέλιξη της ασθένειας. Γύρω στα μεσάνυχτα η μητέρα του ασθενούς κοριτσιού αγρυπνούσε κοντά στο κρεβάτι του και παρακαλούσε τους αγίους Μάρτυρες να σώσουν το παιδί της. Ξαφνικά άκουσε καλπασμό αλόγων, χλιμίντρισμα και ρουθούνισμα στο παράθυρο του δωματίου, που βρισκόταν το άρρωστο παιδί. Αγανακτισμένη η μητέρα, σηκώθηκε να μαλώσει τους ανθρώπους που είχαν τα άλογα, έτοιμη να τους πει: «Μα δε μαζεύετε τέτοια ώρα τα άλογα σας απ’ τα ξένα σπίτια;» Οι ιππείς όμως είχαν εξαφανισθεί. Αμέσως κατάλαβε την επίσκεψη των αγίων Μαρτύρων και από το γεγονός ότι το παιδί της από την ώρα εκείνη έγινε τελείως καλά, προς δόξα του Αγίου θεού και των αγίων ενδόξων Μαρτύρων Του.

Τα τρία θαύματα τα όποια αναφέρονται στη συνέχεια, τα διηγήθηκαν προσωπικώς σ’ εμάς, τα πρόσωπα στα όποια συνέβησαν και τα οποία ευεργετήθηκαν από τους αγίους Μάρτυρας.

1) Το έτος 1925, όταν ή κ. Μαρία Κοντομηνά (το γένος Παναγ. Κακαρίκου) ήταν 15-16 ετών, αρρώστησε πολύ βαριά από τύφο. Ο τότε γιατρός Πίνδαρος Ξεκούκης αγωνίσθηκε πολύ να την θεραπεύσει, αλλά χωρίς αποτέλεσμα. Ένα από τα βραδιά εκείνα, η γιαγιά της (μητέρα της μητέρας της) είδε στο όνειρο της την άρρωστη εγγονή της να έχει κρεμασμένη στο λαιμό της την εικόνα των αγίων Μαρτύρων και να ανεβαίνει στο βουνό, προς τον άγιο Γεώργιο της Πάχης. Απ’ αυτό παρακινήθηκαν και πήραν στο σπίτι της άρρωστης, την λειψανοθήκη με τα ιερά λείψανα των αγίων Μαρτύρων. Ξενυχτούσαν προσευχόμενοι, όταν άκουσαν ποδοβολητά αλόγων και είδαν το καπάκι της λειψανοθήκης να ανοίγει μόνο του, μερικά εκατοστά. Ήταν φανερή η παρουσία των αγίων Μαρτύρων. Με χαρά και δέος γονάτισαν και ευχαρίστησαν, ενώ η άρρωστη Μαρία, η οποία μέχρις εκείνη τη στιγμή παρέμενε με κλειστά μάτια και χωρίς να μιλά, άνοιξε τα μάτια και ζήτησε νερό. Είχε θεραπευθεί από τους αγίους Μάρτυρες.

2) Στις 15 Φεβρουαρίου 1984, στις 12 περίπου τα μεσάνυχτα ο Αθανάσιος Ανδρέου Παπαβασίλης, μόλις είχε παρκάρει το αυτοκίνητο του κι έμπαινε στην αυλή του σπιτιού του, άκουσε καλπασμό αλόγων τα οποία πλησίαζαν από το δυτικό μέρος του δρόμου (της οδού Δημοσθένους), ενώ έβλεπε μόνο φως να έρχεται προς το μέρος του. Του έκανε εντύπωση ο καλπασμός και, περίεργος, περίμενε να δει τα άλογα. Το φως και ο καλπασμός πέρασαν εμπρός του, και επέστρεψαν σε λίγο από το ανατολικό μέρος του δρόμου. Το ίδιο βράδυ βλέπει στον ύπνο του κάποιον να του παραγγέλλει: Αύριο που θα ταξιδέψεις, να προσέχεις αυτόν που θα έρχεται πίσω σου. Πράγματι το πρωί ταξίδεψε με το Ι.Χ. αυτοκίνητο του προς την Θεσσαλονίκη, με πολλή προσοχή, λόγω της ανωτέρω προειδοποιήσεως. Κι όμως κάποιος που ακολουθούσε με αυτοκίνητο, έπεσε με μεγάλη ταχύτητα επάνω στο δικό του Ι.Χ. και του προξένησε μεγάλη ζημιά, χωρίς όμως να πάθει ο κ. Παπαβασίλης τον παραμικρό τραυματισμό. Ήταν η προστασία των αγίων Μαρτύρων.

3) Το νεότερο γνωστό θαύμα των άγιων Μαρτύρων, έγινε στις 15 Αυγούστου 1990, παραμονή της εορτής των. Ο μικρός Νίκος, ηλικίας 10 ετών, γιος του Ιεροθέου και της Σοφίας Καρώνη, είχε εκ γενετής μεγάλο πρόβλημα με την ακοή του. Οι γιατροί είχαν αποφανθεί ότι δεν μπορούν να προσφέρουν τίποτε. Την παραμονή της εορτής των Αγίων, όπως αναφέρθηκε, επισκέφθηκαν οι γονείς μαζί με τον μικρό Νίκο το  παρεκκλήσιο των αγίων Μαρτύρων για να προσκυνήσουν. Ο Νίκος ρωτούσε με πολλή περιέργεια και ζήλο να μάθει τι είναι οι άγιοι Μάρτυρες. Ο ευσεβής πατέρας του, του εξηγούσε με υπομονή. Μεταξύ των άλλων του ανέφερε ότι οι άγιοι Μάρτυρες έχουν από τον Θεό το χάρισμα να θεραπεύουν αρρώστους. Ο Νίκος ρώτησε: «Μπορούν να θεραπεύσουν κι εμένα;» Βεβαίως μπορούν, του απάντησε ο πατέρας του. (Ήταν περίεργη η όλη συζήτηση, λέει ο πατέρας του, λες και ο Νίκος προαισθανόταν ότι κάτι θα γίνει). Σε λίγο ο μικρός ζήτησε να κατεβεί στον τόπο που βρέθηκαν τα ιερά λείψανα. Πράγματι κατέβηκαν τα σκαλοπάτια, μέχρις ενός σημείου, ο Νίκος και οι γονείς του. Αυτό ήταν! Από τη στιγμή εκείνη το παιδί έπαψε να έχει ακουστικό πρόβλημα. Έγινε τελείως καλά, πράγμα που ανακοίνωσε με χαρά στους γονείς του. Όντως, θαυμαστός ο θεός εν τοις αγίοις αυτού.

Αρχιμανδρίτης Δωρόθεος Μουρτζούκος

Σύντομη αγιολογική μελέτη περί του χρόνου του μαρτυρίου των εν Μεγάροις Αγίων Μαρτύρων

Ο χρόνος του μαρτυρίου των αγίων έξι Μαρτύρων (όπως και των άλλων τεσσάρων, συνολικώς δέκα) οι οποίοι μαρτύρησαν στα Μέγαρα, παραμένει άγνωστος, εφ’ όσον ούτε στα Μαρτυρολόγια αναφέρεται, ούτε οι ίδιοι οι άγιοι Μάρτυρες απεκάλυψαν κάτι περί αυτού.

Όμως, αν και δεν υπάρχουν σαφείς αποδείξεις, υπάρχουν ισχυρές ενδείξεις,, οι οποίες μας βοηθούν να τοποθετήσουμε, κατά προσέγγιση τουλάχιστον, τον χρόνο του μαρτυρίου των εν Μεγάροις αγίων Μαρτύρων.

Οι ενδείξεις αυτές είναι: 1) Οσάκις εμφανίζονται οι άγιοι Μάρτυρες, από της ανευρέσεως των ιερών λειψάνων τους το 1798, μέχρι σήμερα, εμφανίζονται σχεδόν πάντοτε ως έφιπποι ρωμαίοι στρατιώτες. 2) Στις πρώτες εικόνες τους που έγιναν με την υπόδειξη του Παϊσίου στον όποιο είχαν εμφανιστεί οι άγιοι Μάρτυρες επανειλημμένως και υπέδειξαν την ύπαρξη των ιερών λειψάνων τους, απεικονίσθηκαν να φορούν στολές ρωμαίων στρατιωτών, διότι έτσι τους είδε στις εμφανίσεις τους ο Παΐσιος. 3) Το όνομα Σαράντης το οποίο φέρει ο ένας από τους αγίους Μάρτυρας, έχω την γνώμη, ότι μας δίδει την δυνατότητα τοποθετήσεως των Αγίων, σε συγκεκριμένη πλέον ιστορική περίοδο. Το όνομα αυτό είναι άγνωστο στους τρεις πρώτους χριστιανικούς αιώνες, αρχίζει όμως να δίδεται ως βαπτιστικό όνομα στους Χριστιανούς, προς τιμήν των αγίων Τεσσαράκοντα (Σαράντα) Μαρτύρων, οι οποίοι μαρτύρησαν στην παγωμένη λίμνη της Σεβαστείας της Αρμενίας (Μ. Ασίας) το έτος 320, επί του Αυτοκράτορος της Ανατολής Λικινίου. (Ο αυτοκράτωρ της Ανατολής Λικίνιος, 308-323, παρά το διάταγμα των Μεδιολάνων του Φεβρουαρίου 313 μ.Χ. περί ανεξιθρησκίας, το όποιο εξέδωσε από κοινού με τον Μ. Κωνσταντίνο, αργότερα, για λόγους καθαρώς πολιτικούς, άλλαξε γνώμη και με διαταγή του υποχρεώθηκαν οι χριστιανοί να αρνηθούν την πίστη τους. Κήρυξε δηλαδή διωγμό). Κατά τον διωγμό αυτόν μαρτύρησαν οι άγιοι Σαράντα μάρτυρες, των οποίων ή Εκκλησία μας τίμα την μνήμη Στις 9 Μαρτίου. Ο σεβασμός των χριστιανών για τους αγίους Σαράντα Μάρτυρες υπήρξε πολύ μεγάλος, και η τιμή της μνήμης τους διαδόθηκε ταχύτατα σε όλη την Ανατολή. Κτίστηκαν ναοί και αργότερα ιερές μονές προς τιμήν τους, εξεφωνούντο εγκωμιαστικοί λόγοι, ετελούντο αγρυπνίες (παννυχίδες) την ήμερα της μνήμης τους, και οι Χριστιανοί κατά το βάπτισμά τους έπαιρναν το όνομα Σαράντης, προς τιμήν των αγίων Σαράντα. Ο άγιος μάρτυς Σαράντης, επομένως, βαπτίσθηκε και έλαβε το όνομα αυτό μετά τον Μάρτιο του έτους 320 μ.Χ. Αυτό σημαίνει ότι μαρτύρησε μετά την ημερομηνία αυτή. Αλλά δεν ήταν δυνατόν να μαρτυρήσει στα Μέγαρα της Αττικής μετά την ημερομηνία αυτή, διότι γνωρίζομε ότι από το έτος 314 μ.Χ. ο Λικίνιος είχε παραχωρήσει την κυρίως Ελλάδα (μαζί με την Μακεδονία, την Ιλλυρία, την Δαρδανία και μέρος της Μοισίας) στον Μ. Κωνσταντίνο. Άρα ο άγιος Μάρτυς Σαράντης μαρτύρησε μετά το τέλος της βασιλείας του Μ. Κωνσταντίνου (21 Μαΐου 337 μ.Χ.), σε επόμενο διωγμό. Κι ο επόμενος διωγμός είναι της εποχής του αυτοκράτορος Ιουλιανού του Παραβάτου (361-363). Βεβαίως ο Ιουλιανός δεν κήρυξε επισήμως διωγμό με κάποιο Διάταγμα. Άλλα λόγω της αντιχριστιανικής πολιτικής του, του χλευασμού εκ μέρους του της πίστεως των Χριστιανών και της υποστήριξης, με διαφόρους τρόπους και μέσα, της ειδωλολατρικής θρησκείας, πολλοί Διοικητές επαρχιών, πολιτειακοί αξιωματούχοι και παράγοντες της ειδωλολατρικής κοινωνίας, η οποία ήταν ακόμα εν δράσει αν και έπνεε τα λοίσθια, με την κάλυψη ή και προτροπή του Ιουλιανού κατεδίωξαν, κακοποίησαν, βασάνισαν και θανάτωσαν πολλούς χριστιανούς, κληρικούς και λαϊκούς, επισήμους και απλοϊκούς, οι οποίοι έδειχναν εμμονή και σταθερότητα στην αγία πίστη του Χριστού. Αναφέρομε μερικά παραδείγματα αγίων , οι οποίοι μαρτύρησαν κατά την περίοδο της βασιλείας του Ιουλιανού του Παραβάτου: Ο άγιος Ιερομάρτυς Βασίλειος πρεσβύτερος εν Αγκύρα (22 Μαρτίου), ο άγιος Ιερομάρτυς Μάρκος επίσκοπος Αρεθουσίων, Κύριλλος ο Διάκονος και οι συν αυτοίς (29 Μαρτίου), ο άγιος Ιερομάρτυς Δωρόθεος επίσκοπος Τύρου (5 Ιουνίου), ο άγιος Ιερομάρτυς Τιμόθεος επίσκοπος Προύσσης (10 Ιουνίου), οι άγιοι Μάρτυρες Μανουήλ, Σαβέλ και Ισμαήλ (17 Ιουνίου), ο άγιος Μεγαλομάρτυς Αρτέμιος (20 Οκτωβρίου), ο άγιος Μάρτυς Θεόδωρος ο εν Αντιόχεια (24 Νοέμβρη.) οι άγιοι δεκαπέντε Ιερομάρτυρες εν Τιβεριουπόλει (Στρωμνίτση της Μακεδονίας) (28 Νοέμβρη.), οι άγιοι Μάρτυρες Πατερμούθιος, Κόπρις και Αλέξανδρος (17 Δεκεμβρίου), κ.α. Κατά την περίοδο λοιπόν της βασιλείας του Ιουλιανού του Παραβάτου, βάσει των όσων αναφέραμε, έχομε τη γνώμη, ότι μαρτύρησαν και οι εν Μεγαροις άγιοι Μάρτυρες.

Αρχιμανδρίτης Δωρόθεος Μουρτζούκος

Οι άγιοι τέσσερις μάρτυρες: Πολύευκτος, Γεώργιος, Αδριανός και Πλάτων

Οι άγιοι Τέσσαρες Μάρτυρες Πολύευκτος, Γεώργιος, Αδριανός και Πλάτων μαρτύρησαν σε άγνωστους καιρούς και χρόνους στην πόλη των Μεγάρων, όπου και βρέθηκαν τα τίμια και χαριτόβρυτα άγια λείψανά τους με θαυμαστό τρόπο.

Το έτος 1754 ένας κληρικός λεγόμενος Οικονόμου (πήρε αυτό το επίθετο επειδή ήταν οικονόμος του Πατριαρχείου Ιεροσολύμων) ήθελε να κτίσει την οικία του. Ενώ λοιπόν οι εργάτες έσκαβαν τα θεμέλια της οικίας, ένας από αυτούς αισθάνθηκε έντονη θερμότητα στα πόδια του, ώστε του ήταν αδύνατον να συνεχίσει να εργάζεται και ανέφερε το γεγονός αυτό στον ιδιοκτήτη του σπιτιού. Ο Οικονόμος θέλησε να σκάψει ο ίδιος με τα χέρια του πιο βαθιά, και κατά παράδοξο τρόπο αισθάνθηκε και αυτός το ίδιο φαινόμενο. Συνέχισαν όμως όλοι να σκάβουν και ξαφνικά βρέθηκαν μπροστά στην μεγάλη έκπληξη όταν αντίκρυσαν μία ενεπίγραφη μαρμάρινη πλάκα, πάνω στην οποία ήταν αναγραφόταν: Λείψανα Μαρτύρων. Αδριανός, Πολύευκτος, Πλάτων, Γεώργιος. Ανασηκώνοντας την πλάκα βρήκαν τα πάνσεπτα λείψανα των Αγίων Τεσσάρων Μαρτύρων, δοξολογώντας τον Θεό για την ουράνια ευλογία και παρηγοριά που τους χάρισε. Στο μέρος αυτό όπου βρέθηκαν τα λείψανα η αρχαιολογική έρευνα έφερε στο φως κατάλοιπα από μία μεγάλη παλαιοχριστιανική βασιλική, που χρονολογείται στα μέσα του 5ου  έως τα μέσα του 6ου  αιώνα και η οποία ήταν κτισμένη προς τιμήν των αγίων Τεσσάρων Μαρτύρων. Η εύρεση της μαρμάρινης πλάκας κοντά στην παλαιοχριστιανική βασιλική υποδηλώνει την ύπαρξη του τάφου των αγίων Μαρτύρων Αδριανού, Πολύευκτου, Γεωργίου και Πλάτωνος. Το γεγονός αυτό διαδόθηκε σε όλη την πόλη των Μεγάρων. Η χαρά όμως Μεγαρέων δεν κράτησε πολύ, καθώς την ίδια νύκτα ιερόσυλοι πήραν τα άγια λείψανα και έφυγαν για την Πελοπόννησο. Το γεγονός αυτό οι Μεγαρείς το ανέφεραν στους τοπικές τουρκικές αρχές, αλλά αυτοί αδιαφόρησαν και έτσι δεν κατόρθωσαν να τους βρουν και να τους συλλάβουν. Έπειτα από όλα αυτά ο Οικονόμος πήρε την μαρμάρινη πλάκα και πήγε στην Κωνσταντινούπολη, όπου ανέφερε στον Πατριάρχη το συμβάν. Έκτοτε κανείς δεν γνωρίζει που βρίσκονται τα άγια λείψανα των Τεσσάρων Μαρτύρων. Στα χέρια των Μεγαριτών παρέμειναν μόνο λίγα μικρά τεμάχια από τα δάχτυλα και τους σπονδύλους των αγίων, τα οποία η σύζυγος του Οικονόμου τα φύλασσε σε ένα σακίδιο στο σπίτι της και διαδοχικά στην οικογένεια Οικονόμου. Αργότερα τοποθετήθηκαν σε θήκη και οι Μεγαρίτες τα προσκυνούσαν με ευλάβεια και πίστη, παίρνοντας από αυτά τη χάρη και την ευλογία των. Το 1906 η θήκη αυτή έγινε αργυρή και φυλασσόταν στο ναό που χτίστηκε το 1907 προς τιμήν τους. Το 1998 καθώς ο ξυλουργός Γεώργιος Μέξιας επισκεύαζε την παλαιά αυτή λειψανοθήκη παρατήρησε ότι υπήρχαν στο κάτω μέρος της και άλλα άγια λείψανα των οποίων την ύπαρξη κανείς δεν γνώριζε. Ο ξυλουργός ειδοποίησε τον εφημέριο του ιερού ναού π. Ιερόθεο Τσολιάκο να τα παραλάβει. Το γεγονός αυτό πανηγύρισαν οι Μεγαρείς με ευλάβεια και μεγαλοπρέπεια. Όμως και πάλι η χαρά δεν κράτησε πολύ. Η λειψανοθήκη χάθηκε από τον Ναό όπου φυλασσόταν. Σήμερα τα λιγοστά τεμάχια από τα λείψανα των αγίων Τεσσάρων Μαρτύρων φυλλάσονται στον ομώνυμο Ιερό Ναό της πόλης των Μεγάρων, μέσα σε πολύτιμη αργυροποίκιλτη λειψανοθήκη.

Έπειτα από σύντονες ενέργειες του Σεβασμιωτάτου Μητροπολίτου Σερρών και Νιγρίτης κ. Θεολόγου προς τον Σεβασμιώτατο Μητροπολίτη Μεγάρων και Σαλαμίνος κ. Βαρθολομαίο προσφέρθηκε στην γενέθλιο πόλη των μεγαλομαρτύρων (είχε βρεθεί στα μαρτυρολόγια του Πατριαρχείου Κωνσταντινουπόλεως ότι οι άγιοι κατάγονταν από τις Σέρρες) ως διαρκή και μόνιμη ευλογία απότμημα από τα ιερά και χαριτόβρυτα λειψάνων των, τα οποία φυλάσσονται ως τιμαλφέστατον κειμήλιον στον Ιερό Μητροπολιτικό Ναό των Παμμεγίστων Ταξιαρχών Σερρών.

Η Εκκλησία μας τιμά τη μνήμη των αγίων Τεσσάρων Μαρτύρων Πολυεύκτου, Γεωργίου, Αδριανού και Πλάτωνος  την 1η  Φεβρουαρίου και κατά την ημέρα της εορτής τους γίνεται περιφορά των αγίων λειψάνων τους μέσα στην πόλη συμμετέχοντος σύσσωμου του μεγαρικού λαού.

Πηγή: Πηγή: megaracity.blogspot.com

(Βλέπε και το βιβλίο «Οι εν Μεγάροις Άγιοι Τέσσαρες Μάρτυρες Πολύευκτος, Γεώργιος, Αδριανός και Πλάτων», Έκδ. Ι. Ν. Αγ. Παρασκευής Μεγάρων, ΕΠΤΑΛΟΦΟΣ ΑΒΕΕ, Αθήνα 2006)

Άγιος Λαυρέντιος, ο Μεγαρίτης άγιος

Ο άγιος Λαυρέντιος γεννήθηκε στα Μέγαρα της Αττικής, το πρώτο μισό του 17ου αι., από γονείς απλοϊκούς το Δημήτριο και την Κυριακή, ευλαβείς στην ορθόδοξη πίστη και αφοσιωμένους στην Εκκλησία. Το κοσμικό του όνομα ήταν Λάμπρος Κανέλλος. Όταν ενηλικιώθηκε τέλεσε το γάμο του με ευλαβή σύζυγο, τη Βασίλω, με την οποία απέκτησαν δυο παιδιά το Δημήτριο και τον Ιωάννη. Με την οικογένειά του ζούσαν ευσεβή και απλοϊκή ζωή, μέσα στα πολύ δύσκολα εκείνα χρόνια της τουρκοκρατίας.
Το επάγγελμά του ήταν αγρότης, γνώριζε όμως και την τέχνη του οικοδόμου. Η ζωή του ήταν απολύτως ενάρετη, με εγκάρδια ορθόδοξη παραδοσιακή ευσέβεια και προσευχή, χαρίσματα τα οποία τον έκαναν φίλο του Θεού και των Αγίων Του.
Για το λόγο αυτό, όταν κάποτε βρισκόταν με άλλους συμπολίτες του σε αγροτική περιοχή για καλλιέργεια των χωραφιών, κάποια νύχτα εμφανίστηκε σ’ αυτόν σε όραμα η Υπεραγία Θεοτόκος, η οποία τον καλούσε να πάει σε τόπο που του υπέδειξε, για να οικοδομήσει την Εκκλησία της. Ο τόπος αυτός βρισκόταν στο βόρειο μέρος της Σαλαμίνας, απέναντι από την παραλία της Μεγαρίδος με την ονομασία Μεγάλο Πεύκο (σημερινή Νέα Πέραμος ). Ο γέροντας δεν αποφάσιζε να εκτελέσει την εντολή αυτή,  γι’ αυτό την επόμενη νύχτα εμφανίστηκε και πάλι η Παναγία, προτρέποντάς τον με πιο έντονο τρόπο. Επειδή όμως έμενε στις αμφιβολίες του, βλέπει για Τρίτη φορά την Παναγία να του λέει: «Γρήγορα πήγαινε άνθρωπε, στο νησί που σου είπα να εκτελέσεις αυτό που σου προστάζω». Τότε ο ταπεινός γέροντας επέστρεψε έντρομος στην πόλη του, τα Μέγαρα, και διηγήθηκε το όραμα σε γνωστούς και φίλους, από τους οποίους άλλοι πίστευαν σ’ αυτά και άλλοι αμφέβαλλαν, αυτός δε παρέμενε στο σπίτι του αναποφάσιστος. Κάποια νύχτα εμφανίστηκε και πάλι η Υπεραγία Θεοτόκος, λέγοντάς του να πάει και να εκτελέσει την εντολή της.
Τότε πήρε τη μεγάλη απόφαση και πήγε στην παραλία για να περάσει απέναντι. Ήταν όμως τόσο μεγάλη η θαλασσοταραχή και πλοιάριο πουθενά δεν υπήρχε, ώστε να φαίνεται ότι ήταν ακατόρθωτο να περάσει απέναντι στη Σαλαμίνα. Ενώ δε καθόταν συλλογισμένος και απελπισμένος, ακούει υπερκόσμια φωνή να του λέει: Ρίξε την κάπα σου στη θάλασσα και αφού καθίσεις πάνω σ’ αυτήν, θα σε οδηγήσει χωρίς κίνδυνο στο νησί. Με απόλυτη εμπιστοσύνη στη θεία προσταγή και αποβάλλοντας κάθε φόβο και ενδοιασμό, διέσχισε τη θάλασσα επάνω στην κάπα του και έφθασε σώος και αβλαβής στο νησί Σαλαμίνα: Ευθύς πήγε στον τόπο όπου του είχε υποδείξει η Θεοτόκος, και όπου σκάβοντας στα ερείπια παλαιοτέρας Ι. Μονής με πολλούς κόπους, βρήκε τη θαυματουργό εικόνα της Θεομήτορος, μαυρισμένη μεν από την υγρασία, πραγματικό όμως θησαυρό για τη Σαλαμίνα και για όλη την Ορθόδοξη Εκκλησία.
Η Εικόνα αυτή της Υπεραγίας Θεοτόκου, ονομάστηκε Φανερωμένη, διότι ακριβώς φανερώθηκε στον Όσιο. Το ίδιο όνομα έλαβε και η Ιερά Μονή την οποία στη συνέχεια ανοικοδόμησε με πολλούς κόπους ο Όσιος, ο οποίος έγινε μοναχός και πήρε το μοναχικό όνομα Λαυρέντιος. Σ’ αυτή την Ι. Μονή εχρημάτισε ηγούμενος, συγκεντρώσας Ιερομονάχους και μοναχούς, διδάσκων και δίδων το παράδειγμα της κατά Θεόν οσίας βιοτής και καταστήσας την Ι. Μονή περιώνυμη και σεβάσμια στην εποχή του.

Αρχικά έκτισε το μικρό Εκκλησάκι, το οποίο σήμερα τιμάται στο όνομα του αγίου Νικολάου και αργότερα το μεγάλο Καθολικό, το οποίο όμως δεν πρόφθασε να δει αγιογραφημένο με τις εξαίρετες τοιχογραφίες, τις οποίες θαυμάζουμε και σήμερα.

Αυτόν τον απλοϊκό άνθρωπο, τον όσιο Λαυρέντιο ο Θεός τον προίκισε με θαυμαστά πνευματικά χαρίσματα, μεταξύ των οποίων ήταν το χάρισμα της θαυματουργίας, διότι ο όσιος επιτελούσε θαύματα ενώ ακόμη βρισκόταν στη ζωή. Ένα τέτοιο θαύμα είναι αυτό της θεραπείας της συζύγου Οθωμανού αξιωματούχου, την οποία οι γιατροί δεν μπόρεσαν να θεραπεύσουν. Η φήμη του αγίου Λαυρεντίου, ότι θεραπεύει αρρώστους με την προσευχή του, έφθασε στα αυτιά της, και παρά τις έντονες αντιρρήσεις του συζύγου της, κάλεσε τον άγιο στο σπίτι τους στην Αθήνα, ο οποίος με προσευχή και τη σημείωση του σημείου του Σταυρού στο σώμα της, την έσωσε από βέβαιο θάνατο. Το θαύμα αυτό είχε ως αποτέλεσμα όχι μόνο το βαθύτατο σεβασμό και τις ευχαριστίες του συζύγου της, αλλά και την απόδοση στην Ι. Μονή κτήματος με ελιές, ευρισκομένου στην απέναντι περιοχή της Μεγαρίδος, η οποία μέχρι σήμερα αποκαλείται Βλυχάδα, το οποίο ανήκε παλαιότερα στην (ερειπωμένη) Ι. Μονή και το οποίο ο Οθωμανός παράνομα κατακρατούσε.

Στην άσκηση και προσευχή έζησε ο όσιος αρκετά χρόνια, κοιμήθηκε δε εν Κυρίω την 9η Μαρτίου του 1707, ημέρα της μνήμης των αγίων Σαράντα Μαρτύρων, όπως φαίνεται από ανορθόγραφη σημείωση σε χειρόγραφο, σωζόμενο στην Ι. Μονή από τα χρόνια εκείνα. Τον διαδέχθηκε στην ηγουμενία ο γιος του Ιωάννης, ο οποίος είχε γίνει μοναχός, με το μοναχικό όνομα Ιωακείμ.

Η μετάθεση της μνήμης του στην 7η Μαρτίου φαίνεται ότι έγινε από τους μοναχούς της Ι. Μονής του, για να μη συμπίπτει με τη μεγάλη εορτή των αγίων Τεσσαράκοντα Μαρτύρων.

Από την απλότητα στην αγιότητα

Ο όσιος Λαυρέντιος ο Μεγαρεύς και νέος κτήτορας της Ι. Μονής Παναγίας Φανερωμένης Σαλαμίνος, όπως βλέπουμε στο βίο του, ήταν ένας πολύ απλοϊκός άνθρωπος της εποχής του, άνθρωπος της βιοπάλης και του μεροκάματου, αγρότης και κτίστης, όπως άλλωστε ήταν και η συντριπτική πλειοψηφία του ελληνικού λαού, σ’ αυτή τη φρικτή περίοδο της τουρκοκρατίας. Είχε και οικογένεια, για την οποία έπρεπε να αγωνιστεί και να τη διαθρέψει.

Όμως είχε κάποια πνευματικά χαρίσματα τα οποία έλαμπαν στην προσωπικότητά του, σαν πολύτιμα πετράδια. Και αυτά ήταν η απλότητα, η καλοσύνη, η συγχωρητικότα και ο άγιος φόβος του Θεού, από τον οποίο προέρχεται η πηγαία και εγκάρδια ευσέβεια. Άνθρωπος που παρόλο τον κόπο και το μόχθο της ημέρας, δεν παρέλειπε την ολόθερμη προσευχή, τη δοξολογία προς τον Κύριο και την εκζήτηση του θείου ελέους. Η καθημερινή βιοπάλη, για τη διατροφή τού σώματος και η καθημερινή πνευματική πάλη για τη διατροφή της ψυχής, με την ταπείνωση, με τη νηστεία, με την εκζήτηση της θείας Χάριτος.

Όποιος επιμένει ακόμη, ότι πρέπει να έχεις ειδικές συνθήκες για να αναζητάς το Θεό και να ζεις κατά το θέλημά του, ας καταλάβει ότι κάνει λάθος. Για τον απλό οικογενειάρχη Λάμπρο, και κατόπιν όσιο Λαυρέντιο, καμιά από τις εξωτερικές συνθήκες δεν ήταν ιδανική. Όλα δύσκολα και αντίθετα.

Όμως μια ψυχή που αγαπά τον Κύριο και συγχρόνως είναι πεπεισμένη για την αγάπη Του, δεν κάμπτεται και δεν οπισθοχωρεί από τα τυχόν εμπόδια των ανθρώπων ή του Διαβόλου, αλλά τότε περισσότερο εντείνει την προσευχή και την εκζήτηση του θείου ελέους, με πόθο και θέρμη πολλή. Αυτό ήταν το μυστικό του οσίου, που τον οδήγησε από την απλότητα στην αγιότητα, γιατί επέβλεψε σ’ αυτόν ο Άγιος Θεός, αξιώνοντάς τον να γίνει ο ευρέτης της αγίας εικόνας της Υπεραγίας Θεοτόκου και ο νέος κτήτορας της Ιεράς Μονής της.

Αρχιμ. Δ.Μ.

Σύντομη ιστορία της Ι. Μονής Φανερωμένης Σαλαμίνος

Η Ιερά Μονή Φανερωμένης ήταν ιδρυμένη τουλάχιστον από το 13ο αι., διότι το Καθολικό της αφιερωμένο στην εορτή της Μεταμορφώσεως του Σωτήρος, σύμφωνα με ασφαλή αρχαιολογικά και άλλα στοιχεία, είναι κτίσμα του 13ου αι., το οποίο όμως δεν ήταν αγιογραφημένο.

Η αγιογράφηση έγινε το 1735, από το διάδοχο στην ηγουμενία και γιο του οσίου Λαυρεντίου, Ιωακείμ. ο όσιος Λαυρέντιος, με την έλευσή του βρήκε πράγματι ερειπωμένη την Ι. Μονή κατά τα περισσότερα κτίσματά της και εγκαταλελειμμένη. Το Καθολικό όμως υπήρχε. Την εικόνα της Παναγίας θα τη βρήκε προφανώς στα ερείπια κάποιου από τα κατεστραμμένα Παρεκκλήσια.

Είναι όμως μάλλον βέβαιο ότι ανοικοδόμησε το ιερό Παρεκκλήσιο του αγίου Νικολάου, το οποίο είναι προσκολλημένο στη νότια πλευρά του Καθολικού, όπου τοποθέτησε την ιερά εικόνα της Παναγίας της Φανερωμένης και όπου ετάφη ο όσιος.

Η ιερά αυτή Μονή ήταν από την αρχή Σταυροπηγιακή, δηλαδή δεν υπαγόταν στον Μητροπολίτη της περιφερείας της, αλλά στον Οικουμενικό Πατριάρχη. Φυσικό είναι λοιπόν να ήταν εφοδιασμένη με Πατριαρχικά Σιγίλλια, τέσσερα από τα οποία διασώθηκαν μέχρι σήμερα, ήτοι των Πατριαρχών Σεραφείμ Β΄ (1757), Προκοπίου (1786), Νεοφύτου (1793) καὶ Γρηγορίου Ε΄ (1798).

Με τα σιγίλλια αυτά η Ι. Μονή κηρύσσεται Πατριαρχικόν Σταυροπήγιον, εξυμνείται ο κατά Θεόν ζήλος του οσίου Λαυρεντίου, καθίσταται η Ιερά Μονή ελευθέρα, αδούλωτος και ακαταπάτητος μηδενί άλλω υποκειμένη, ει μη τω Αγιωτάτω Οικουμενικώ Θρόνω και υπ’ αυτού μόνον δεσποζομένη, κρινομένη καί ανακρινομένη, μνημονευομένου εν αυτή και πάσι τοις μετοχίοις αυτής, του κανονικού Πατριαρχικού ονόματος.

Η ιερά Μονή Φανερωμένης, κατά την τουρκοκρατία, προφανώς λόγω της θέσεώς της υπαγόταν στην διοίκηση του Καπουδαυλικού, δηλαδή του Τουρκικού Ναυαρχείου. Άλλωστε ο Αρχιναύαρχος (Στόλαρχος) Καπουδάν Πασάς, είχε σαν φέουδό του, το νησί της Κούλουρης. Από σωζόμενα επίσημα τουρκικά έγγραφα, φαίνεται ότι το Τουρκικὸ Ναυαρχείο είχε, τρόπον τινά, υπό την προστασία του την Ι. Μονή και τους Μοναχούς της από τους διαφόρους άρπαγες, και σε αντάλλαγμα μικρών παραχωρήσεων, όπως η πληρωμή απ’ αυτήν μικρής φορολογίας, είχε την αξίωση (ζώντος ακόμη του οσίου Λαυρεντίου) να παρέχονται από τον Ηγούμενο πάσης φύσεως στρατιωτικής σημασίας πληροφορίες, κυρίως για τις κινήσεις του φραγκικού στόλου.

Έτσι δόθηκε στους Μοναχούς η ευκαιρία να δράσουν εθνικά, δίδοντας στον Τούρκο κατακτητή, αντίθετες προς την πραγματικότητα πληροφορίες, ἢ αληθείς μεν αλλά με τόση καθυστέρηση, ώστε να είναι ουσιαστικά άχρηστες. Γι’ αυτό σε σωζόμενα έγγραφα οι Τούρκοι υπενθυμίζουν αυστηρά τις υποχρεώσεις των Μοναχών, άλλοτε παραπονούνται ότι οι πληροφορίες δεν είναι σαφείς και άλλοτε επιτιμούν διότι δεν έδωσαν πληροφορίες για την άφιξη του Εγγλέζικου Στόλου, γεγονός που πληροφορήθηκαν απ’ αλλού.

Την εθνωφελή αυτή πολιτική του Οσίου Λαυρεντίου τήρησαν και οι διάδοχοί του, πράγμα που είχε σαν αποτέλεσμα, όταν κηρύχθηκε η ελληνική επανάσταση, η Μονή να είναι κέντρο κατηχήσεως στον Εθνικό Αγώνα, αποθήκη πυρομαχικών και ασφαλές καταφύγιο των πολεμιστών.

Κατά την επανάσταση του 1821 διακρίθηκε ο θρυλικός Ηγούμενος Γρηγόριος, ο οποίος, πνευματικός άνθρωπος, ζων στην άσκηση και στον πνευματικό καταρτισμό των Μοναχών του, από της ημέρας της μυήσεώς του στην Φιλική Εταιρεία έγινε δραστήριο μέλος της και μυητής νέων μελών σ’ αυτήν. Οδήγησε ο ίδιος τους οπλοφόρους της Σαλαμίνος, στην πολιορκία της Ακροκορίνθου.

Δεν πρέπει να λησμονούμε ότι η Ι. Μονή Φανερωμένης, κατά τη διάρκεια της τουρκοκρατίας αλλά και καθ’ όλη τη διάρκεια του απελευθερωτικού αγώνος, δεν υστέρησε καθόλου σε εθνική δράση, όπως και άλλες ονομαστές Ι. Μονές του Άθωνος, του Μεγάλου Σπηλαίου ή του οσίου Λουκά.

Σ’ αυτήν οι μαχόμενοι για την αποτίναξη του τουρκικού ζυγού και ανάκτηση της ελευθερίας, ασφάλιζαν τις γυναίκες και τα παιδιά τους. Σ’ αυτήν αποθήκευαν τα πολεμοφόδια. Σ’ αυτήν στέλνονταν πολύτιμα κειμήλια και βιβλία βιβλιοθηκών, όπως της βιβλιοθήκης, της τότε Κοινότητας Αθηνών (1822). Σ’ αυτήν οι οπλαρχηγοί έκαναν συσκέψεις, για την πορεία των πολεμικών επιχειρήσεων. Σ’ αυτήν αποθήκευαν τις τροφές των μαχόμενων παλικαριών τους. Σ’ αυτήν συγκέντρωναν τα λάφυρα. Σ’ αυτήν εύρισκαν περίθαλψη και θεραπεία, οι πληγωμένοι στις μάχες. Σ’ αυτήν ετροφοδοτούντο και συντηρούντο οι γέροντες, οι γυναίκες και τα παιδιά. Υπήρξαν ημέρες κατά τις οποίες εσιτίζοντο περίπου 75.000 άτομα. Τα πολυάριθμα αιγοπρόβατα, τα βόδια και οι όρνιθες της Ι. Μονής θυσιάσθηκαν, για τις ανάγκες της συντηρήσεως αυτών που κατέφευγαν σ’ αυτήν και των μαχητών που ηγωνίζοντο υπέρ Πίστεως και Πατρίδος. Ακόμη και το δάσος της Μονής κόπηκε για τη στέγαση και τη θέρμανση των φιλοξενουμένων. Ήλθαν όμως και μέρες δυστυχίας γι’ αυτούς, που δε βρισκόταν στις αποθήκες της ούτε μία φούχτα αλεύρι για να κάμουν ένα πρόσφορο.

Οι γενναίοι αγωνιστές, είναι σημαντικό, ότι δεν απέδιδαν τη νίκη ή τη σωτηρία τους στους εαυτούς των, αλλά στην Παναγία τη Φανερωμένη ή Νεοφανείσαν όπως αλλιώς την έλεγαν. Και η πεποίθησή τους αυτή, ήταν απολύτως σύμφωνη με τα βιώματα των ευλαβών Μοναχών της Ι. Μονής.

Ο απέραντος σεβασμός τον οποίο ησθάνοντο όλοι προς την Ι. Μονή, εκφράζεται παραστατικότατα στη δημοτική μας ποίηση, η οποία βάζει στο στόμα του Κιουταχή του κατακτητή της Αθήνας και της Αττικής, που δεν κατόρθωσε όμως να καταλάβει τη Μονή, τους παρακάτω στίχους: Χωριά και κάμπους και βουνά κι όλα τα Μοναστήρια, εδιάβηκα, τα πάτησα και τα ‘καμα όλα στάχτη, μα η Παναγιά της Κούλουρης, το Μέγα Μοναστήρι, οπούχει εξήντα σήμαντρα κ᾿ είκοσι τρεις καμπάνες, με δεσποτάδες ιερείς, με ψάλτες ενενήντα, στέκεται και με πολεμά, δεν αφήνει να την πάρω. Δεκάξι φόρμους έκανα κ’ είκοσι εννιά γιουρούσια, μα ἡ φωτιά της μ’ έκαψε και φεύγω, την αφήνω.

Κατά το έτος 1878, επί Βασιλέως Γεωργίου Α΄, Υπουργού των Ναυτικών Γ. Μπούμπουλη και διευθύνοντος το Βασιλικό Ναύσταθμο Ανδρέου Μιαούλη, μετεφέρθη ο Βασιλικός Ναύσταθμος από τον Πόρο στη Μονή Φανερωμένης, εξ αιτίας σπουδαίων περιστάσεων, και δυστυχών εθνικών γεγονότων, μετά το Ρωσσο-τουρκικό πόλεμο και τη Συνθήκη του αγίου Στεφάνου.

Κατά τον εικοστό αιώνα, η περιώνυμη αυτή Μονή άρχισε σιγά-σιγά να παρακμάζει, σ’ αυτήν είχαν μείνει πλέον ελάχιστοι και υπέργηροι Μοναχοί και τα κτήριά της άρχισαν να παρουσιάζουν τις οικτρές συνέπειες της εγκατάλειψης. Έτσι για να μην ερημωθεί τελείως η Μονή, ο τότε Μητροπολίτης Αττικής και Μεγαρίδος Ιάκωβος Βαβανάτσος, με Διάταγμα της 28.7.1944 το οποίο εκδόθηκε με ενέργειές του, τη μετέτρεψε σε γυναικεία, ώστε να εγκατασταθεί νέα γυναικεία αδελφότης και να δώσει ζωή στην ιστορική Μονή του οσίου Λαυρεντίου.

Πρώτη ηγουμένη ανέλαβε η Μοναχή Χριστονύμφη Τσιγκέλη (1945-1989). Δεύτερη ηγουμένη είναι η σημερινή (2007), Μοναχή Αγνή Παυλίδου, από του έτους 1989.

Η Ι. Μονή συνεχίζει το φιλανθρωπικό έργο των παλαιών Μοναχών της, με τη συντήρηση Γηροκομείου απόρων γραιών.

Πηγή:http://www.phys.uoa.gr/~nektar/orthodoxy/agiologion/osios_layrentios_en_salamini.htm

(Για την Ι. Μ. Φανερωμένης: Πηγή: http://www.salamina.gr/entertaiment.htm)