Μέγαρα – Επιφανείς Μεγαρείς στην αρχαιότητα

Ο ΒΥΖΑΣ (687 – ; π.Χ.)
Ο Βύζας ήταν γιος του Βασιλιά Νίσου. Το 657 π.Χ. ορίστηκε «οικιστής» από την πόλη του για να ιδρύσει μια νέα αποικία. Πριν ξεκινήσει συμβουλεύτηκε το Μαντείο των Δελφών απ’ όπου πήρε το χρησμό να ιδρύσει τη νέα αποικία «απ’ εναντίον τυφλών», δηλαδή απέναντι από την πόλη των τυφλών. Ο οικιστής αφού έλαβε την Ιερή Φλόγα από την Εστία της πατρίδας του, ξεκίνησε μαζί με τη συνοδεία του. Όταν έφτασαν στη Χαλκηδόνα, που μόλις πριν 17 χρόνια είχαν ιδρύσει Μεγαρείς άποικοι, ατενίζοντας την απέναντι ακτή θαμπώθηκαν από την ομορφιά του τόπου. Τότε κατάλαβαν τι εννοούσε ο χρησμός. «Η πόλη των τυφλών» ήταν η Χαλκηδόνα, γιατί οι κάτοικοί της δεν είχαν δει αυτόν τον ιδανικό τόπο. Η πόλη που ίδρυσε ο Βύζας ονομάστηκε Βυζάντιο. Μετά από πολλά χρόνια (330 μ.Χ.) ο Μέγας Κωνσταντίνος έχτισε εκεί την Κωνσταντινούπολη (Νέα Ρώμη) που έγινε η νέα πρωτεύουσα της Ρωμαϊκής αυτοκρατορίας.

Ο ΕΥΚΛΕΙΔΗΣ (440-370 π.χ.)
Μαθητής του Σωκράτη και φίλος του Πλάτωνα. Ήταν παρών στον θάνατο του Σωκράτη το 399 π.Χ. και μετά το γεγονός αυτό, ο Πλάτωνας και οι άλλοι μαθητές του Σωκράτη κατέφυγαν με τον Ευκλείδη στα Μέγαρα. Ο Ευκλείδης πριν γίνει μαθητής του Σωκράτη, είχε σπουδάσει στην Ελεατική Σχολή και μάλιστα την διαλεκτική. Ίδρυσε στα Μέγαρα φιλοσοφική σχολή με τα δόγματα της Ελεατικής φιλοσοφίας σε συνδυασμό με τις αντιλήψεις του Σωκράτη. Ο Ευκλείδης θεωρούσε το «Αγαθόν» ότι είναι το ύψιστο αντικείμενο της γνώσης και είναι μια ΕΝΟΤΗΤΑ που οι αποδόσεις της είναι αυτό που λέμε Θεός, Νους, Σοφία. Πίστευε επίσης ότι το κακό δηλαδή το αντίθετο του αγαθού, δεν υπάρχει. Η φιλοσοφία του Ευκλείδη είχε μια μεγάλη επιρροή στην φιλοσοφία του Πλάτωνα και αυτό φαίνεται στο έργο του Πλάτωνα «Πολιτεία» όπου κατέχει μοναδική θέση το «αγαθόν».

Ο ΣΤΙΛΠΩΝ (380-300 π.χ.)
Κατά μια πιθανή εκδοχή, ήταν γιος του Ευκλείδη. Ήταν μαθητής του Διογένη του γνωστού μας κυνικού φιλόσοφου και φυσικά του Ευκλείδη. Ο Στίλπων δίδαξε αρχικά στην Αθήνα αλλά τον εξόρισαν για τη διδασκαλία του, οπότε εγκαταστάθηκε μόνιμα στα Μέγαρα και έγινε ο τρίτος σχολάρχης της διάσημης Μεγαρικής Σχολής. Ήταν τόσο δημοφιλής στην Ελλάδα, ώστε η Μεγαρική φιλοσοφική σχολή με σχολάρχη τον Στίλπωνα να έχει υπό την επιρροή της την άλλη Σχολή την Ελεατική. Ο ιδρυτής μάλιστα του Στωϊκισμού ο Ζήνων έμαθε από τον Στίλπωνα την επιδεξιότητα της διαλεκτικής τέχνης. Κατά τον Στίλπωνα ο άνθρωπος πρέπει να κατανικά κάθε κακό και όχι μόνο, αλλά και να μην επηρεάζεται από αυτό, γι’ αυτό δίδασκε την ΑΠΑΘΕΙΑ.

Ο ΘΕΟΚΟΣΜΟΣ (460-380 π.χ.)
Ήταν αγαλματοποιός, δηλαδή γλύπτης και έζησε κατά την περίοδο του πελοποννησιακού πολέμου. Όπως μας πληροφορεί ο Παυσανίας ο περιηγητής, στα Μέγαρα υπήρχε ένα ατελείωτο χρυσελεφάντινο άγαλμα του Δία που έφτιαχνε ο Θεόκοσμος μαζί με τον διάσημο τότε γλύπτη Φειδία, αλλά η κατασκευή του διακόπηκε λόγω του Πελοποννησιακού Πολέμου. Ο Θεόκοσμος είχε φτιάξει και το άγαλμα του ΕΡΜΩΝΑ, που ήταν ο Μεγαρίτης κυβερνήτης της ναυαρχίδας του Λύσσανδρου. Άλλα αγάλματα που είχε φτιάξει ο Θεόκοσμος, ήταν οι εποχές του χρόνου (ΩΡΑΙ) και οι Μοίρες.

Ο ΚΑΛΛΙΚΛΗΣ (440-370 π.Χ.)
‘Ηταν επίσης αγαλματοποιός (γλύπτης). Τα κύρια έργα του ήταν τα αγάλματα των νικητών των Ολυμπιακών αγώνων και διαφόρων φιλοσόφων.

Ο ΕΥΠΑΛΙΝΟΣ (560-500 π.Χ.)
Διάσημος Μεγαρίτης Αρχιτέκτονας , έχει μείνει στην ιστορία, γιατί ήταν ο δημιουργός του μεγάλου έργου στη Σάμο. Εφτιαξε δηλαδή ένα τούνελ μήκους επτά σταδίων (1300 μέτρα) μέσα από ένα βουνό της Σάμου, για να φέρει το νερό. Τ ο τούνελ αυτό είχε ύψος δύο μέτρα και δύο μέτρα πλάτος. Το έργο αυτό που σώζεται ήταν από τα πιο θαυμαστά του αρχαίου κόσμου σαν τεχνολογικό κατόρθωμα. Το έργο έγινε το 530 π.Χ. όταν ήταν ο Πολυκράτης τύραννος της Σάμου. Οι σημερινοί επιστήμονες θαυμάζουν τον Ευπαλίνο για τις γνώσεις του στην υδραυλική επιστήμη.

Ο ΔΙΕΥΧΙΔΑΣ (410-360 π.Χ.)
‘Ηταν ιστορικός, που έζησε λίγο μετά τον Πελοποννησιακό πόλεμο και έγραψε την ιστορία των Μεγάρων με τίτλο «ΜΕΓΑΡΙΚΑ» σε πέντε βιβλία. Στο έργο αυτό, αναφέρονται πολλοί αρχαίοι Έλληνες συγγραφείς. Ο Διευχίδας γνώριζε το μίσος των Αθηναίων κατά των συμπατριωτών του, δηλαδή των Μεγαριτών. Προσπάθησε λοιπόν στη ιστορία του, να αποδείξει την παραχάραξη και παραποίηση των ιστορικών γεγονότων εις βάρος των Μεγαριτών από τους Αθηναίους. Ο Σόλων άλλαξε τους στίχους του Ομήρου που μιλούσαν για τη συμμετοχή των Μεγαριτών στον τρωικό πόλεμο, όπως αποκαλύπτει ο Διευxίδας στο πέμπτο βιβλίο των «Μεγαρικών» του, δημοσιεύοντας και τους σωστούς στίχους.

Ο ΗΡΕΑΣ (350-290 π.X.)
Ο Πλούταρχος είναι ο μόνος αρχαίος συγγραφέας που αναφέρει τον ΗΡΕΑ το Μεγαρίτη σαν ιστορικό. Ο Ηρέας αφού διαπίστωσε ότι τα βιβλία που είχε γράψει ο Διευχίδας για τα Μέγαρα είχαν σχεδόν χαθεί, άρχισε να μαζεύει τα υπολείμματα και τα αποσπάσματα, με σκοπό να γράψει και αυτός παρόμοιο έργο. Πραγματικά το κατόρθωσε έγραψε και αυτός ιστορία με τον ίδιο τίτλο όπως και ο Διευχίδας, δηλαδή «Μεγαρικά». Δυστυχώς και αυτό το έργο δε σώζεται παρά μόνο λίγα αποσπάσματα που τα βρίσκουμε σε κείμενα διάφορων αρχαίων Ελλήνων συγγραφέων και ιστορικών σχολιαστών.

Ο ΘΕΟΓΝΙΣ (570-490 π.χ.)
Από τους αρχαιότερους ελεγειακούς και γνωμικούς ποιητές ήταν ο Μεγαρίτης Θέογνις. Σήμερα σώζεται μια συλλογή ποιημάτων από 1389 στίχους του Θεόγνιδος. Η ζωή και το έργο του ποιητή, έχουν συνδεθεί με τα πολιτικά γεγονότα της εποχής του, που συνέβησαν στα Μέγαρα. Παραπονιέται ο ποιητής για την απιστία μερικών φίλων του που τους είχε εμπιστευθεί στο παρελθόν. Στα ποιήματα του Θεόγνιδος φαίνεται η ισχυρή προκατάληψη που είχε υπέρ της αριστοκρατίας αφού είναι γνωστό άλλωστε ότι είχε εξοριστεί από τους πολιτικούς του αντιπάλους. Ο Θέογνις επίσης στα ποιήματα του τονίζει την αξία της αρετής και της αγάπης για την πατρίδα.

Ο ΘΕΑΓΕΝΗΣ (660-600 π.χ.)
Κυβέρνησε το κράτος των Μεγάρων για τριάντα χρόνια από το 630 π.Χ. Προστάτευε τους φτωχούς από τις υπερβολές των πλουσίων και των ισχυρών. Ο Αριστοτέλης γράφει για τον Θεαγένη ότι για την άνοδο του στην εξουσία, χρησιμοποίησε την Σωματοφυλακή, δηλαδή την ομάδα των στρατιωτών που του είχε παρα-χωρήσει ο Δήμος. Με τους στρατιώτες του λοιπόν ο Θεαγένης, έσφαξε όλα τα κοπάδια με τα πρόβατα των πλουσίων που βοσκούσαν στον Μεγαρικό κάμπο. Είναι γνωστό ότι οι Μεγαρίτες χρησιμοποιούσαν τα μαλλιά των προβάτων για να φτιάχνουν μάλλινα ρούχα. Εφτιαχναν μάλιστα ένα «πανοφόρι» όπως οι κάπες των βοσκών που το έκαναν εξαγωγή και το ονόμαζαν ΕΞΩΜΙΔΑ. Ο Θεαγένης είχε παντρέψει την κόρη του με τον ΚΥΛΩΝΑ έναν Αθηναίο Ολυμπιονίκη, που είχε νικήσει στο «δίαυλο» το 640 π.Χ. Προσπάθησε ο Θεαγένης να βοηθήσει τον γαμπρό του Κύλωνα να αρπάξει την εξουσία των Αθηνών. Ο Κύλων λοιπόν με τη βοήθεια Μεγαριτών που του έστειλε ο πεθερός του ο Θεαγένης κλείστηκε στην Ακρόπολη κάνοντας πραξικόπημα. Η απόπειρα αυτή απέτυχε τελικά και έτσι ο Θεαγένης δεν κατάφερε να ελέγξει την Αθήνα μέσω του γαμπρού του. Το σημαντικότερο έργο του Θεαγένη είναι η γνωστή μας ΚΡΗΝΗ του Θεαγένη, που είχε καταπληκτικό διάκοσμο και ήταν ένα από τα αξιοθέατα των Μεγάρων.

Ο ΣΟΥΣΑΡΙΩΝ (610-550 π.Χ.)
Ήταν γιος του Μεγαρίτη Φιλίνου πουκαταγόταν από την κώμη των Μεγάρων Τριποδίσκο, που ήταν χτισμένη στη σημερινή τοποθεσία που είναι το Μάζι. Ο Σουσαρίων ήταν ο πρώτος στον κόσμο που τους αυτοσχεδιασμούς και τα αστεία πειράγματα των γλεντοκόπων τα συστηματοποίησε και έτσι ανακάλυψε την ΚΩΜΩΔΙΑ. Λίγο αργότερα ο ΕΠΙΧΑΡΜΟΣ από την αποικία των Μεγάρων «Υβλαία Μέγαρα» έδωσε στην κωμωδία και ΠΛΟΚΗ, δηλαδή εισήγαγε στην κωμωδία και τον μύθο. ‘Εχει σωθεί ένα απόσπασμα που είναι το παρακάτω: «ακούετε λεώ Σουσαρίων λέγει τάδε, υιός Φιλίνου Μεγαρόθεν Τριποδίσκιος. Κακόν γυναίκες, αλλ’ όμως, ώ δημόται, ουκ εστί οικείν οικίαν άνευ κακού». [και γαρ το γήμαι και το μη γήμαι κακόν]

Ο ΟΡΣΙΠΠΟΣ (740-680 π.Χ.)
Είναι ένας από τους γνωστούς έξι Μεγαρίτες Ολυμπιονίκες. Ο Παυσανίας γράφει ότι στα Μέγαρα υπήρχε ο τάφος του και μια επιγραφή που έγραφε για τη νίκη του και που σαν στρατηγός αργότερα ένα μέρος γειτονικού χώρου, το προσάρτησε στα Μέγαρα. Ήταν ο πρώτος που ενώ έτρεχε στην Ολυμπία ζωσμένος στην μέση όπως ήταν το έθιμο, τελικά τερμάτισε γυμνός. Τότε νίκησε στο αγώνισμα δρόμου απόστασης ενός σταδίου.