Τριαντάφυλλα του Δεκέμβρη

Βλέποντας δυο μικρά τριαντάφυλλα, σήμερα, στη μέση
του Δεκέμβρη, μου φαίνεται μια απάτη
των ματιών, ένα θαύμα, να βρίσκω αυτά τα φτωχά
δύο μικρά τριαντάφυλλα.

Με τη φωνή των ήδη νεκρών φύλλων, τα τριανταφυλλάκια
ανταποκρίνονται στις ριπές του ανέμου.
Κρατιούνται κολλητά στον τοίχο, για να νιώσουν αν ο σοβάς
είναι ακόμα ζεστός.

Ναι. Ίσως λίγο ζεστός. Και αρκεί στα δυο μπουμπούκια
που ανοίγουν αργά, σιωπηλά,
και φαίνεται ένα κρυμμένο χαμόγελο, μια ασαφής
κίνηση των χειλιών τους.

Rose di dicembre

Vedere ancor due roselline, oggi, a mezzo
dicembre, mi pare un inganno
degli occhi, un prodigio, trovar queste povere
due roselline.

Con voce di foglie già morte, il rosaio
risponde alle scosse del vento;
si tien dritto al muro, a sentir se l’intonaco
tiepido è ancora.

Sì; forse un po’ tiepido; e basta ai due bocci
che s’aprono lenti, in silenzio;
e pare un celato sorridere, un muoversi
vago di labbra.

Francesco Chiesa (Sagno, 5 luglio 1871 – Lugano, 10 giugno 1973)