ΤΑ ΧΑΡΑΚΤΗΡΙΣΤΙΚΑ ΤΟΥ ΣΥΓΧΡΟΝΟΥ ΘΡΗΣΚΕΥΤΙΚΟΥ ΜΑΘΗΜΑΤΟΣ

Γράφει ο Νίκος Παύλου

Θεολόγος-Ιστορικός Υπ. Δρ. ΑΠΘ

Είναι ανεπίτρεπτο να θεωρείται το θρησκευτικό μάθημα απυρόβλητο από τις εξελίξεις ή ξεκομμένο από την υπόλοιπη σημερινή πραγματικότητα . Είναι ενταγμένο οργανικά σε αυτή, αυτή θα πρέπει να αποτελεί το σημείο αναφοράς του, ενώ ο σκοπός του θα πρέπει να συναρτάται από τις ανάγκες του σύγχρονου ανθρώπου. Σε αντίθετη περίπτωση θα δικαιώνει κάποιους που το θέλουν στο χρονοντούλαπο της ιστορίας και όχι στο αναλυτικό πρόγραμμα των σχολείων μας.

Επομένως ο λόγος για τα Θρησκευτικά θα πρέπει να λάβει αρχικά υπόψη του τα χαρακτηριστικά τα οποία διακρίνουν τη σύγχρονη κοινωνία για να μπορέσει να βοηθήσει το μάθημα –και τους εκπαιδευτικούς που το διδάσκουν- και να αναδείξουν την αναγκαιότητά της ύπαρξής του σε ένα σύγχρονο σχολικό πρόγραμμα. Αυτό σημαίνει πως όλοι πρέπει να κατανοήσουν πως η πολυπολιτισμικότητα η εκκοσμίκευση, και η υπεράσπιση των δικαιωμάτων των θρησκευτικών μειονοτήτων, που αποτελούν χαρακτηριστικά της σύγχρονης κοινωνίας, το οδηγούν αναγκαστικά, εφόσον διατηρεί μία απολογητική-κατηχητική μορφή, στο περιθώριο και στην απομόνωση, μιας και το περιεχόμενο του δε μοιάζει να συμβαδίζει με αυτά τα τρία μεγέθη. Άρα ο προβληματισμός γύρω από αυτό, για να είναι γόνιμος, θα πρέπει να αφορά την εκ νέου οριοθέτηση των σκοπών των Θρησκευτικών, για να μπορέσει να είναι σύστοιχο με τη σημερινή πραγματικότητα και να θεωρηθεί έτσι απαραίτητο να διδάσκεται στη νεολαία, που ζει και κινείται σε ρυθμούς του τώρα. Κάτω λοιπόν από αυτή την προοπτική, είναι σημαντικό να γίνει κατανοητό από όλους ότι δεν πρέπει να αντιπαρέλθουν την πραγματικότητα και να εφησυχάσουν ή να χρησιμοποιήσουν ακατάλληλα δεδομένα για την ερμηνεία της. Να τονιστεί πως πλέον ακατάλληλο, είναι η παραδοσιαρχία και οι παρενέργειες που προκύπτουν από αυτή, όταν χρησιμοποιείται ως εργαλείο ερμηνείας, διεκδικώντας μάλιστα και τη θέση της γνήσιας παράδοσης.

Πάντως από τη μελέτη του παρελθόντος εξάγονται χρήσιμα συμπεράσματα που μπορούν να βοηθήσουν τη συζήτηση για τις προοπτικές του μαθήματος. Εδώ μπορεί να βοηθήσει η έρευνα ενός κομβικού σημείου για το μάθημα. Αυτό ήταν το γεγονός πως αποτελούσε μέρος των εξεταζομένων μαθημάτων στις Πανελλήνιες Εξετάσεις. Βέβαια η  συζήτηση που είχε προηγηθεί, έδειξε ότι η ελληνική κοινωνία, στη συνείδηση της οποίας, για λόγους  που δεν οφείλονται στους Θεολόγους, τα Θρησκευτικά ήταν δευτερεύον μάθημα, δεν ήταν διατεθειμένη να του δώσει έναν καινούριο ρόλο, διαφορετικό από αυτόν που είχε συνηθίσει το παρελθόν. Αυτό είναι απόλυτα κατανοητό, αν σκεφτεί κάποιος ότι και σήμερα η παιδεία στον τόπο μας θεωρείται ακόμη «εφαλτήριο κοινωνικής κινητικότητας», ενώ κυριαρχούσα αντίληψη, που μάλλον δεν αλλάζει, είναι ότι σχολείο = εξετάσεις και τίποτα άλλο. Άρα, σε ένα τέτοιο σύστημα, εκείνο που έχει αξία είναι μόνο η χρησιμοθηρία και όχι το ουσιαστικό περιεχόμενο της εκπαίδευσης.

Η σχετική ειδησεογραφία εκείνων των ημερών συνέδεε την έξωση από τις εξετάσεις με την «ωφέλεια» που θα προέκυπτε για τους μαθητές, αφού έτσι «θα εξετάζονταν σε λιγότερα μαθήματα» (λες και το πρόβλημα ήταν οι λίγες σελίδες εξέτασης των Θρησκευτικών), ενώ δεν έλειψαν υπαινιγμοί ακόμη και για εμπάθεια των Θεολόγων απέναντι στους εξεταζομένους. Έτσι τονιζόταν ότι στο μάθημα των Θρησκευτικών έχουν καταγραφεί οι μεγαλύτερες διαφορές στη βαθμολογία των μαθητών, γεγονός που αποδόθηκε  στους θεολόγους και στα κριτήρια με τα οποία πιστεύονταν πως αυτοί αξιολογούσαν τον κάθε μαθητή.

Αυτή η αντίληψη για τα Θρησκευτικά φάνηκε να επικυρώνεται και με δημοσκόπηση του ημερήσιου τύπου των ημερών. Στην ερώτηση «τα Θρησκευτικά πρέπει να είναι ή όχι στα μαθήματα που καθορίζουν την εισαγωγή των μαθητών στο πανεπιστήμιο;» το 59,9% απαντούσε  « Όχι, δεν είναι σημαντικό ώστε να καθορίζει ποιο θα μπαίνουν στο Πανεπιστήμιο», το 2% « δεν γνωρίζω, δεν απαντώ», ενώ το 38,19% πίστευε «Ναι, είναι πολύ σημαντικό μάθημα». Πάντως το ενδιαφέρον εδώ θα ήταν να δινόταν απάντηση και σε ερωτήσεις που θα αφορούσαν και άλλα μαθήματα, όπως για παράδειγμα « Θα συμφωνούσατε οι υποψήφιοι του Πολυτεχνείου ή της Ιατρικής να εξετάζονταν π. χ. στα Αρχαία Ελληνικά»; Νομίζουμε ότι έτσι θα εξάγονταν πιο ασφαλή συμπεράσματα.

Θα πρέπει όμως να τονιστεί πως ένα μεγάλο ποσοστό ευθύνης για την αντίληψη που έχει μία μεγάλη μερίδα συμπολιτών μας για τα Θρησκευτικά φέρουν και τα σχολικά εγχειρίδια. Ενώ το αναλυτικό πρόγραμμα, ορίζοντας με   σαφήνεια   τους   σκοπούς   του   θρησκευτικού   μαθήματος   δημιουργεί   τις προϋποθέσεις για ένα σύγχρονο μάθημα, ικανό να ανταποκρίνεται στις προσδοκίες και τις απαιτήσεις της σύγχρονης κοινωνίας, αυτό δε φαίνεται να γίνεται πράξη στη σχολική διαδικασία. Σε αντίθεση με το σκοπό του μαθήματος που θεωρείται η γνώση του θρησκευτικού φαινομένου, του χριστιανισμού και της Ορθοδοξίας, ώστε οι μαθητές να τοποθετηθούν υπεύθυνα, πολλές φορές κύριο μέλημα, ιδίως στα εγχειρίδια του Λυκείου, φαίνεται να είναι η ανάδειξη της υπεροχής της Ορθοδοξίας έναντι των άλλων,  με έναν τρόπο μανιχαϊστικό . Έτσι όμως το μάθημα οδηγείται σε ένα απολογητικό περιεχόμενο, με αρκετά παραδοσιαρχικά στοιχεία που το εγκλωβίζουν και δε βοηθούν στην ανάδειξη της ζωογόνου πατερικής σκέψης που δημιουργούσε την παράδοση.   Η  χειρότερη   μορφή   αυτού   του   είδους   Θρησκευτικών   είναι   η αντιπαράθεση   στοιχείων,   που   ενώ   αναδεικνύουν  την   θεωρητική   σκέψη   της Ορθοδοξίας, χρησιμοποιούν για τους άλλους συγκεκριμένες ιστορικές πρακτικές ή αγνοούν τελείως τη δική τους προσφορά .

Πάντως το ερώτημα εξακολουθεί να παραμένει, ανεξάρτητα από τα παραπάνω: ένα θρησκευτικό μάθημα έχει θέση στο σημερινό σχολείο ή όχι; Με άλλα λόγια, τι μπορεί να προσφέρει σήμερα η θρησκευτική παιδεία, ώστε να αξίζει να συνεχίζει να υπάρχει, τη στιγμή που πολλά στοιχεία της, όπως για παράδειγμα η ιστορία των θρησκευτικών ιδεών ή ο πολιτιστικός πλούτος που είναι απόρροια μιας θρησκείας μπορούν να καλυφτούν από άλλα μαθήματα, όπως για παράδειγμα την Ιστορία ή την Αισθητική Αγωγή.

Ταυτόχρονα, όπως είναι γνωστό, το θρησκευτικό μάθημα έχει θέση στο ωρολόγιο πρόγραμμα δέκα τάξεων (τέσσερις στο Δημοτικό Σχολείο, τρεις στο Γυμνάσιο και τρεις στο Λύκειο). Τι θα μπορούσε λοιπόν να γίνει, ώστε η θρησκευτική ύλη να αφορά όλες αυτές τις ηλικιακές ομάδες μαθητών και να μην παρουσιάζει αλληλεπικαλύψεις; Είναι δηλαδή πρόβλημα αν θα επαρκεί η ύλη για να μπορεί να παραμείνει το μάθημα σε όλες αυτές τις τάξεις, και ο τρόπος που αυτή θα δίνεται. Επομένως αποτελεί ζήτημα και η ποσότητα (που θα συνυπάρχει με την ποιότητα) της ύλης, αλλά και ο τρόπος πως θα παρουσιάζεται το θρησκευτικό φαινόμενο στους μαθητές του Δημοτικού ή και του Γυμνασίου Κατά τη γνώμη μου θα πρέπει να δίνεται βαρύτητα στις εκφάνσεις της θρησκευτικότητας που γνωρίζει η ελληνική και η ευρωπαϊκή κοινωνία ( που είναι το σύνολο στο οποίο είναι ενταγμένοι οι μαθητές μας). Αυτό φαίνεται να προσεγγίζει περισσότερο τα ενδιαφέροντα και τις ανάγκες των μαθητών, οπότε θα είναι δύσκολο να μην υπερισχύει η παρουσίαση του χριστιανισμού κατά πρώτο λόγο, σε ένα θρησκευτικό μάθημα.

Σε αυτό το σημείο να τονιστεί πως δε μπορεί να νοηθεί θρησκευτικό μάθημα που να μη συνδέεται με μία δογματική διδασκαλία, που θα αποτελεί και το κέντρο του. Αφού λοιπόν ο χριστιανισμός,  είναι βασικό συστατικό του δυτικού πολιτισμού, στον οποίο ανήκει η κοινωνία μας,  θα γίνεται λόγος για τις αξίες και τις αρχές του που αποτελούν, εκτός των άλλων, και μία εποποιία του πνεύματος του δυτικού ανθρώπου.  Ειδικά για τη χώρα μας το θρησκευτικό μάθημα θα πρέπει να στηριχτεί στις αρχές και τις αξίες της Ορθόδοξης παράδοσης, που είναι συνδεδεμένη με την ιστορία και τη ζωή του λαού μας.

Με βάση τα παραπάνω βασικά συστατικά ενός ανανεωμένου θρησκευτικού μαθήματος πρέπει να είναι η εξοικείωση με παραδόσεις και στοιχεία που να είναι αποδεκτά και σεβαστά από τους οπαδούς όλων των θρησκειών (όπως η Βίβλος), η γνωριμία με τις θρησκείες και η ανάλυση του θρησκευτικού φαινομένου και των εκφάνσεών του με τις οποίες εκδηλώνεται στην κοινωνία μας καθώς και η γνωριμία με θρησκευτικές εκδηλώσεις. Εδώ η βαρύτητα θα πρέπει να δίνεται βέβαια σε καταστάσεις που συνδέονται με την ελληνική κοινωνία (όπως για παράδειγμα γιορτές, ήθη και έθιμα κοκ). Το τελευταίο είναι απαραίτητο για να γίνει κατανοητή μία -αρκετά σημαντική θα έλεγα- πτυχή του μικρόκοσμου των  μαθητών, και ενδεχομένως να αφορά μικρότερες τάξεις.

Πιο αναλυτικά, είναι γνωστό πως η ερμηνεία της Βίβλου αποτελεί μία σπουδαία προσπάθεια του πνεύματος, ενώ η πολυφωνικότητα της θα χρησιμεύσει για την κατανόηση τη σημερινής πραγματικότητας Ταυτόχρονα η διάθεση ικανού χρόνου και αντικειμενικότητας θα είναι βασικά συστατικά για την παρουσίαση των άλλων θρησκειών. Όλοι θα πρέπει να κατανοήσουν  -και αυτό θα είναι το αποτέλεσμα της παρουσίασης των διαφορετικών θρησκευτικών πιστεύω- ότι ο Άλλος δεν είναι ο αντίπαλος, αλλά ο συνάνθρωπος που έχει τις ίδιες αδυναμίες, τις ίδιες αγωνίες και τις ίδιες αναζητήσεις με τους μαθητές.

Οπότε ένα θρησκευτικό μάθημα θα μπορούσε ενδεχομένως, ανά τάξη, να περιλαμβάνει τα εξής (με την προϋπόθεση ότι θα εξακολουθήσει να διδάσκεται με τους σημερινούς ρυθμούς).:

Γ’ Δημοτικού: Μία γνωριμία με εκδηλώσεις που έχουν θρησκευτικό χαρακτήρα (για παράδειγμα παρασκευή φαγητών, συγκέντρωση μελών της οικογένειας με αφορμή μία γιορτή  κοκ)

Δ΄ Δημοτικού:  Οι σημαντικότερες γιορτές των θρησκειών που δραστηριοποιούνται στον ελληνικό χώρο (με έμφαση στις γιορτές της ορθόδοξης Εκκλησίας που ακολουθεί η πλειοψηφία των Ελλήνων).

Ε΄ Δημοτικού:  Η ζωή και το έργο του Ιησού Χριστού.

ΣΤ΄ Δημοτικού:  Μία πρώτη παρουσίαση των λύσεων που προτείνουν οι θρησκείες (και ίδίως ο χριστιανισμός) για τα μεγάλα προβλήματα του ανθρώπου.

Α΄ Γυμνασίου:  Οι τρόποι που οι άνθρωποι λατρεύουν το Θεό (ίδρυση ναών, τελετουργίες, αφιέρωση κοκ), με έμφαση στη χριστιανική παράδοση.

Β΄ Γυμνασίου: Ανάλυση του θρησκευτικού φαινομένου και των τρόπων εκδήλωσής του.

Γ΄ Γυμνασίου: Οι μεγάλες μονοθεϊστικές θρησκείες (με έμφαση στην παρουσίαση του χριστιανισμού). Τα ανατολικά θρησκεύματα.

Α΄ Λυκείου:  Παρουσίαση βασικών θέσεων των θρησκειών (με έμφαση στο χριστιανισμό) μέσα από τα ιερά τους κείμενα)

Β΄ Λυκείου:  Η Βίβλος, ως κείμενο αποδεκτό και σεβαστό από τους οπαδούς όλων των θρησκειών.

Γ΄ Λυκείου: Η θέση των θρησκειών απέναντι στα ζητήματα που ενδιαφέρουν το σημερινό άνθρωπο.

Τα βασικά στοιχεία της παραπάνω πρότασης είναι τα εξής:

Δεν επαναλαμβάνεται η ύλη προηγούμενων τάξεων, και ο μαθητής έρχεται σε επαφή συνεχώς με καινούρια μορφωτικά αγαθά.

Τα μαθήματα παρουσιάζουν μία αύξουσα δυσκολία ανά τάξη. Ενώ με το σημερινό αναλυτικό πρόγραμμα ο μαθητής πολλές φορές υποχρεώνεται να «κολυμπήσει στα βαθιά» (όπως συμβαίνει για παράδειγμα στην Α΄ Γυμνασίου, που επιχειρείται η πρόσληψη στοιχείων από την Παλαιά Διαθήκη, που είναι, χωρίς αμφιβολία, ένα δύσκολο φιλολογικό και θεολογικό κείμενο) με το προτεινόμενο του δίνεται η δυνατότητα να προχωράει από τα απλά στα σύνθετα.

Τα Θρησκευτικά γίνονται ένα μάθημα γνώσεων, που παρέχει στοιχεία τα οποία ενδιαφέρουν όλους τους μαθητές του σημερινού ελληνικού σχολείου, με κύρια συστατικά του το σεβασμό της ετερότητας και την προσπάθεια για κατανόηση του Άλλου. Προβάλλουν έτσι τις αξίες που διακρίνουν την ελληνική και την  ευρωπαϊκή κοινωνία.

Τέλος, θα πρέπει να τονιστεί πως απαραίτητη προϋπόθεση για να επιτύχει οποιαδήποτε πρόταση για αναβάθμιση του θρησκευτικού μαθήματος (και όχι μόνο) είναι ο τρόπος που θα προσφέρεται η ύλη στους μαθητές. Αν η παροχή της θα γίνεται με τρόπο απλό, κατανοητό και σύμφωνα με το ηλικιακό επίπεδο των παιδιών όλα θα πάνε καλά και θα γίνεται η αφομοίωσή της. Σε διαφορετική περίπτωση και οι καλύτερες προτάσεις, που θα συνδυάζονται με τις πλέον αγαθές προθέσεις, θα πέσουν στο κενό και δε θα προκαλέσουν ενδιαφέρον.

Πηγή:  http://pi-schools.gr/content/index.php?lesson_id=2&ep=26

 

 

 

 

 

 

Αφήστε μια απάντηση

Η διεύθυνση του email σας δεν θα δημοσιευθεί.

Αλλαγή μεγέθους γραμματοσειράς
Αντίθεση