Με αφορμή ένα ιστορικό γεγονός ή μια ιστορική περίοδο

0

Συγγραφέας: Παντελής Τσολάκος | Κατηγορία ΣΚΕΦΤΟΜΑΙ ΚΑΙ ΓΡΑΦΩ | , στις 06-04-2022

Με βάση ένα ιστορικό γεγονός ή μια ιστορική περίοδο οι παρακάτω μαθητές / τριες της ΣΤ 1 του 21ου Δ.Σ. Ηλιούπολης (2021-2022) έγραψαν αφηγήσεις ή μικρά θεατρικά κείμενα. Αρχικά μελέτησαν το γεγονός ή την περίοδο, κράτησαν σημειώσεις, οργάνωσαν το πώς και τι θα έγραφαν και κατόπιν έφτιαξαν τα κείμενά τους. Παρουσιάζουν πράγματι ενδιαφέρον:

  1. Κάτια, Α.             : Γαλλική επανάσταση
  2. Δάφνη, Α.           : Η έξοδος του Μεσολογγίου
  3. Κωνσταντίνος, Κ. : Μακεδονικός αγώνας
  4. Ιάσονας, Ρ.          : Η μάχη της Κρήτης
  5. Νίκη, Α.            : Πειρατίνα Νίκη “η Λέαινα του Αιγαίου”
  6. Παναγιώτης, Λ.  : Ο Τρωικός πόλεμος … σε άλλη εκδοχή

Τα καλύτερα κάλαντα του κόσμου

0

Συγγραφέας: Παντελής Τσολάκος | Κατηγορία ΣΚΕΦΤΟΜΑΙ ΚΑΙ ΓΡΑΦΩ | , στις 23-02-2020

Φέτος τα Χριστούγεννα πήγαμε όλοι μαζί ο Αλέξανδρος, ο Λεονάρντο, ο Μάριος και ο Στέργιος σε σπίτια και μαγαζιά να πούμε τα κάλαντα.
Πήραμε μαζί μας κιθάρα, τρίγωνο, φλογέρα και τύμπανο. Με αυτά τραγουδούσαμε παντού. Πρώτα είπαμε τα κάλαντα στους γονείς μας και μας δώσανε τα πρώτα μας χρήματα. Πήγαμε και στα σπίτια των φίλων μας και είπαμε τα κάλαντα. Στο σπίτι του Άγγελου μας κέρασαν μελομακάρονα και κουραμπιέδες. Παίξαμε με τον Άγγελο ένα επιτραπέζιο και βγήκαμε όλοι ισοπαλία. Όταν τελειώσαμε το επιτραπέζιο πήγαμε στη γιαγιά του Λεονάρντο και το γλεντήσαμε. Πήγαμε στη γιαγιά και στον παππού του Αλέξανδρου και μας είπαν ανέκδοτα. Σκάσαμε από τα γέλια. Η γιαγιά του Στέργιου μας κέρασε κεφτεδάκια και πουράκια. Η γιαγιά του Μάριου μας κέρασε κορμό. Πόσα πολλά γλυκά φάγαμε!
Το μεσημέρι ξεκουραστήκαμε και το απόγευμα μετρήσαμε πόσα χρήματα μαζέψαμε, 200 Ευρώ συνολικά. Τα μοιράσαμε και έτσι ο καθένας πήρε πενήντα ευρώ.
Μετά από λίγες μέρες είπαμε τα άλλα κάλαντα.
Περιμένουμε με χαρά τα άλλα Χριστούγεννα.

Αλέξανδρος Τ., Λεονάρντο Κ, Μάριος Σ., Στέργιος Μ., Γ2, 2019-2020 

 

 

Μια ιστορία στο δάσος

0

Συγγραφέας: Παντελής Τσολάκος | Κατηγορία ΣΚΕΦΤΟΜΑΙ ΚΑΙ ΓΡΑΦΩ | , στις 29-12-2013

Μια ζεστή μέρα ο μπαμπάς μου, η μαμά μου  κι εγώ αποφασίσαμε να πάμε να κάνουμε πικ-νικ στο δάσος της Πάρνηθας.

Ήταν πολύ ωραία η βόλτα. Η μαμά μας έκανε αστεία και γελάγαμε. Κάποια στιγμή αποκοιμήθηκα και ούτε που το κατάλαβα.

Το δάσος ήταν συναρπαστικό. Ξύπνησα όταν  φτάσαμε. Με το που βγήκα έξω, πήρα δύο καθαρές ανάσες. Τότε ο μπαμπάς μού είπε πως πρέπει να πάμε να βρούμε ένα ωραίο μέρος για να καθίσουμε. Φάγαμε τοστ. Του αδελφού μου του ήρθε η πεταλούδα στο χέρι του. Εκείνος έτρεχε όσο πιο πολύ μπορούσε, ώσπου έπεσε και χτύπησε. Του βάλαμε μπεταντίν. Μετά από λίγο μάζεψε λουλούδια.

Αντί για το άρωμα των λουλουδιών μας ήρθε η άσχημη μυρωδιά του καπνού. Όλοι ανησυχήσαμε. Ακολουθήσαμε τη μυρωδιά για να βρούμε την εστία της φωτιάς.

Το στομάχι μου έγινε κόμπος από το φόβο και το άγχος. Δεν ξέραμε την έκταση της φωτιάς και από το μυαλό μας περνούσαν χίλιες δυο κακές σκέψεις για το τι θα μπορούσε να συμβεί σε μας και στο δάσος. Καθώς η μυρωδιά γινόταν όλο και πιο έντονη – σημάδι ότι την πλησιάζαμε – ο φόβος και η αγωνία μας γίνονταν αγανάκτηση. δε φοβόμασταν πλέον για εμάς, αλλά θυμώναμε για αυτούς τους ασυνείδητους που απρόσεκτα άναψαν φωτιά ή ακόμα την έβαλαν επίτηδες, για να γίνει στάχτη το δάσος.

Με αγωνία ψάχναμε να βρούμε λίγο νερό, για να περιορίσουμε τη φωτιά. Όσο δεν το καταφέρναμε τόσο περισσότερο αγωνιούσαμε για το τι θα γίνει. Η λύτρωση μας ήρθε όταν ακούστηκαν οι πρώτες σειρήνες της Πυροσβεστικής. Σε λίγη ώρα η Πυροσβεστική κατάφερε να σβήσει την φωτιά.

Με όλα αυτά η ώρα πέρασε και έπρεπε να φύγουμε. Νιώθαμε κουρασμένοι, αλλά πάνω από όλα περήφανοι που βοηθήσαμε στο σβήσιμο της φωτιάς.

Πριν φύγουμε, φυτέψαμε σπόρους, για να ξαναγίνουν ωραία λουλούδια και δέντρα. Δεν ήθελα να φύγουμε, επειδή συγκινήθηκα με το περιστατικό, αλλά και επειδή μου άρεσε πάρα πολύ στο δάσος. Ο πατέρας μου με καθησύχασε λέγοντας ότι θα ξαναέρθουμε σ’ αυτό ή σε άλλο δάσος.

Καραμπούλη Ξένια, Ε2, 2013-2014

Τα δάση και οι κακοί

0

Συγγραφέας: Παντελής Τσολάκος | Κατηγορία ΣΚΕΦΤΟΜΑΙ ΚΑΙ ΓΡΑΦΩ | , στις 28-12-2013

Μια φορά κι έναν καιρό ζούσε μια ελαφίνα στο δάσος της μαγικής αγάπης, που μόνο γτα ζώα ήξεραν και ήταν ευτυχισμένα για αυτό.Μια μέρα ένας επιστήμκονας με πολύ κακές προθέσεις βρήκε το δάσος. Με πολλές παγίδες έπιασε πολλά ζωάκια που γυρνούσαν ανέμελα κάνοντας βόλτες. Δεν ήξεραν ότι ο επιστήμονας ήθελε να καταστρέψει το δάσος. Εκείνη υτην ημέρα είχε βγει μια βόλτα και η ελαφίνα χαρούμενη με τις φίλες της χωρίς να υποψιάζεται τίποτα. Όταν ο κακός πήγε να ρίξει ένα δηλητήριο στο ποτάμι άκουσε φωνές και πήγε να δει. Έιδε την ελαφίνα, έτριψε τα χέρια του με ικανοποίηση και ένα σατανικό χαμόγελο εμφανίστηκε στο πρόσωπό του, γιατί ήταν σίγουρος πως θα την πιάσει. Η Ελίζαμπεθ, η ελαφίνα, φοβισμένη και απορημένη μαζί με τις φίλες της, όταν τον κατάλαβαν άρχισαν να τρέχουν, για να προειδοποιήσουν και τα άλλα ζώα.

Λαγουδάκια, ελάφια, σκαντζόχοιροι, πάπιες και πολλά άλλα ζώα συγκεντρώθηκαν στο δέντρο της σοφής κουκουβάγιας, για να φτιάξουν ένα σχέδιο. Η κουκουβάγια, που ήταν η πιο έξυπνη και ψύχραθιμη τους είπε το σχέδιό υτης και τους καθησύχασε.

– Πρέπει να τελειώσουμε γρήγορα και αποτελεσματικά, είπε ένα λαγουδάκι.

– Ναι!

– Ναι, βιαστείτε! είπε η Ελίζαμπεθ χαρούμενη.

Επιτέλους ξέφυγαν από την παγίδα. Ο κακός τρομαγμένος και λυπημένος έπεσε σε αυτήν και τα ζώα σώθηκαν. Όλα χοροπηδούσαν χαρούμενα, γιατί ποτέ δε θα τον ξαναέβλεπαν. Πήγαν και ελευθέρωσαν τα φυλακισμένα ζωάκια και έζησαν αυτοί καλά κκαι εμείς καλύτερα.

Φυσελιά Δανάη, Ε2, 2013-2014 

Μια ιστορία σε ένα δάσος

0

Συγγραφέας: Παντελής Τσολάκος | Κατηγορία ΣΚΕΦΤΟΜΑΙ ΚΑΙ ΓΡΑΦΩ | , στις 28-12-2013

Η μέρα στο δάσος ήταν ήρεμη. Μια φορά κι έναν καιρό ήταν μια οικογένεια σε ένα δάσος. Αυτή η οικογένεια ήθελε να κάνει πικ νικ.

Η μέρα άρχισε να γίνεται συννεφιασμένη. Δυστυχώς όμως  συννέφιασε αρκετά και η οικογένεια ανησύχησε.Τότε η μέρα  χειροτέρεψε και έπιασε μεγάλη βροχή.

Η οικογένεια παγιδεύτηκε και το αμάξι τους ήταν μακριά.Η οικογένεια πανικοβλήθηκε και δεν ήξερε τι να κάνει. Εκείνη τη στιγμή η οικογένεια τρελάθηκε και ένιωθαν λύπη. Νόμιζαν πως θα κάτσουν εκεί για πάντα και δε θα έφευγαν ποτέ.

Προσπάθησε απελπισμένα  η οικογένεια να κάνει κάτι αλλά δεν μπορούσε. Προσπάθησαν μάλιστα να ειδοποιήσουν κάποιον για να έρθει να τους πάρει. Όμως δεν έγινε τίποτα.

Στο τέλος η οικογένεια σώθηκε από έναν ταξιτζή. Ευτυχώς πέρασε από εκεί τυχαία και τους είδε να κάθονται μόνοι τους στη βροχή. Τους πήρε στο ταξί. Τους πήγε στο σπίιτι και έζησαν αυτοί καλά και εμείς καλύτερα.

Αλέξι Κλαούντιο, Ε2, 2013-2014 

 

Τα μαρσουπιλαμί

0

Συγγραφέας: Παντελής Τσολάκος | Κατηγορία ΣΚΕΦΤΟΜΑΙ ΚΑΙ ΓΡΑΦΩ | , στις 28-12-2013

Πριν από πολλά χρόνιια στα βάθη του δάσους υπήρχαν εκατοντάδες οικογένειες μαρσουπιλαμί. Τα μαρσουπιλαμί είναι κιτρινωπές μαιμούδες με πάρα πολύ μακριά ουρά. Τα μαρσουπιλαμί φημίζονταν ως τα πιο χαρούμενα και τα πιο θαραλλέα ζώα. Γιατί αυτό; Τα μαρσουπιλαμί τρώνε πιράνχα και δηλητηριώδη φυτά.

Μια μέρα εκεί που έπαιζαν αγώνες για τη μακρύτερη ουρά, εμφανίστηκε ένας κυνηγός με  πολλά όπλα θέλοντας να σκοτώσει τα μαρσουπιλαμί για τη γούνα τους!!! Το πρόσωπο των μαρσουπιλαμί είχε γεμίσει από επιθετικότητα.

Τότε το μεγαλύτερο μαρσουπιλαμί ξεφώνισε: “Ου, ου ακα ακα ντου”. Αυτό σήμαινε “Κάντε μπάλες τις ουρές σας και επιτεθίτε του”. Τα συναισθ’ηματά τους ήταν μπερδεμένα. Από τη μία ήθελαν να τον αποτελειώσουν και από την άλλη τον λυπόντουσαν. Το αποφάσισαν! έπρεπε   να τον εκδικηθούν που πάτησε στο δάσος τους και … αυτό έκαναν.

Προσπάθησαν να τον νικήσουν, αλλά αυτό ήταν αδύνατο. Αυτός είχε καραμπίνες, δίχτυα, πιστόλια και παραισθησιογόνες ουσίες, τις οποίες έπιαναν σε λήθαργο μόνο τα ζώα.

Τα μαρσουπιλαμί είχν πάρει μια έντρομη έκφραση, έδειχναν πολύ τρομαγμένα, ανήσυχα και στενοχωρημένα.

Τότε τα μαρσουπιλαμί σκέφτηκαν να καλέσουν το φίλο τους τον Τνιουκ, ένα δεκάχρονο αγόρι. Όλα τα μαρσουπιιλαμί μαζί είπαν: “Ου κακα μπουμ”.. 

Αμέσως ο Τνιουκ πήγε να δει τι γίνεται. Μόλις είδε τον κυνηγό, κάλεσε το δασοφύλακα. Μετά από πέντε λεπτά έφτασε ο δασοφύλακας και έβαλε στη φυλακή τον παράνομο κυνηγό.

Από τότε δεν ξαναενοχλήθηκαν τα μαρσουπιλαμί.

Τσιβάκα Κωνσταντίνα, Ε2, 2013-2014

Μια ιστορία σε ένα δάσος

0

Συγγραφέας: Παντελής Τσολάκος | Κατηγορία ΣΚΕΦΤΟΜΑΙ ΚΑΙ ΓΡΑΦΩ | , στις 28-12-2013

Μια μέρα που πήγα στο δάσος μαζί με την οικογένειά μου, προχωράγαμε και θαυμάζαμε τα σκιουράκια. Μετά από μια ώρα περιήγησης στο δάσος σσυνειδητοποίησα ότι πονούσε το στομάχι μου. Πονούσα τόσο πολύ που δεν μπορούσα να περπατήσω. Έτσι ζήτησα από τη μαμά μου ναμου δώσει κάτι από τις υπέροχες λοχουδιές που είχε φέρει μαζί της.Αργότερα προχωρήσαμε λίγο ακόμη και είδαμε στους θάμνους κάτι να κουνιέται. Εμείς τρομάξαμε, αλλά τελικά ήταν το σκιουράκι που θαυμάζαμε. Μάλλον φαίνεται ότι μας ακολούθησε. Αμέσως μετά αρχίζαμε και γελάγαμε, αλλά το σκιουράκι εξαφανίστηκε και δεν το βρίσκαμε.

Μετά από λίγο κάτι άκουσα και είδαμε ότι πάλι κουνιέται ένας θάμνος. Είπα “πάλι το σκιουράκι θα είναι” και ξαφνικά πετάγεται μια αρκούδα. Εμείς τρομάξαμε πάρα πολύ και είχαμε αρχίσει να τρέχουμε πέρα δώθε αλλά ο αδερφός μου ήρθε λίγο πιο μετά και είδε την αρκούδα αλλά δεν έτρεξε γιατί πήγε σιγά σιγά κοντά της και αυτή ηρέμησε.

Αποφασίσαμε να προχωρήσουμε κι άλλο μέσα στο δάσος. Κααθώς προχωρούσαμε αακούσαμε ένα θόρυβο και αμέσως σταματήσαμε για να δούμε τι είναι. Ξαφνικά πετάχτηκε ένα μικρό αρκουδάκι. Ήταν τόσο χαριτωμένο που όλοι πήγαμε κοντά του για να το χαιδέψουμε.

Αυτό ερχόταν μαζί μας όπου κι αν πηγαίναμε. Αμέσως μετά βρήκαμε και τη Μαριτίνα τη συμμαθήτριά μου που είχε έρθει κι αυτή με την οικογένειά της. Αμέσως πήραμε το αρκουδάκι και παίζαμε στο δάσος μαζί του.

Ρίζου Αναστασία, Ε2, 2013-2014

Μια ιστορία σε ένα δάσος

0

Συγγραφέας: Παντελής Τσολάκος | Κατηγορία ΣΚΕΦΤΟΜΑΙ ΚΑΙ ΓΡΑΦΩ | , στις 28-12-2013

Μια μέρα, όταν πήγα στο δάσος με την οικογένειά μου για εκδρομή, ξαφνιαστήκαμε από την ομορφιά του και το κοιτάγαμε με ανοιχτό το στόμα. Καθίσαμε, φάγαμε  και ήπιαμε και όταν ήταν η ώρα να φύγουμε, έσκυψα το πρόσωπό μου και φύγαμε για το σπίτι.Την επόμενη μέρα είχα κανονίσει να πάω να παίξω στο δάσος, αλλά μόλις μπήκα είδα το δάσος γεμάτο με σκουπίδια όπως: μπουκάλια, αλουμινόχαρτο, κονσέρβες και άλλα. Όταν έφυγα, χαιρέτησα με θλιμμένο και σκυμμένο πρόσωπο το δάσος.

Αργότερα έφυγα και πήγα σπίτι. Όταν έφτασα, είπα στους γονείς μου τι συμβαίνει. Μετά πήγα στο δωμάτιό μου και σκεφτόμουν μια λύση. Και ξαφνικά ανέβασα το κεφάλι μου και πήρα τηλέφωνο τους συμμαθητές μου.

Όταν ήρθε το πρωί, πήγα εγώ κι άλλοι συμμαθητές μου σττο δάσος. Εκεί όμως ήταν ένας φύλακας πολύ κακός και μοχθηρός. Του είπαμε ότι θέλαμε να καθαρίσουμε το δάσος. Δεν πας πίστεψε κι έτσι φύγαμε.

Έτσι σκεφτήκαμε μια άλλη ιδέα. Πήγαμε ξανά εκεί και αυτός ήταν πάλι εκεί. Του είπαμε ότι δεν είχαμε κακές προθέσεις και μας άφησε να μπούμε.

Μπήκαμε μέσα. Χωριστήκαμε σε ομάδες, πήραμε τις σακούλες σκουπιδιών και καθαρίσαμε όλο το δάσος.

Την επόμενη μέρα καλέσαμε φίλους και συγγενείς και παίζαμε όλη την ημέρα χαρούμενοι  και με το κεφάλι ψηλά.

Έτσι μάθαμε ένα μάθημα, να μη μολύνουμε το δάσος, τα πάρκα και τις ακτές.

Μαριτίνα Τσουκαλή, Ε2, 2013-2014

Μια περιπέτεια σε ένα δάσος

0

Συγγραφέας: Παντελής Τσολάκος | Κατηγορία ΣΚΕΦΤΟΜΑΙ ΚΑΙ ΓΡΑΦΩ | , στις 19-12-2013

Μια φορά κι έναν καιρό ήταν ένα δάσος σε μια μυστηριώδη χώρα πολύ μακριά από δω. Εκεί βαθιά στο δάσος υπήρχε ένα μικρό ξύλινο σπιτάκι που ζούσε μια οικογένεια. Δεν είχαν πολλά χρήματα για ν’ αγοράσουν φαγητό, έτσι βρίσκανε φαγητό στο δάσος. Όταν έψαχναν για φαγητό, συναντούσαν το φίλο τους τον ξυλοκόπο που ζούσε κι αυτός στο δάσος.

 Μια μέρα αποφάσισαν να πάνε στην πόλη. Σκέφτηκαν να πάρουν και τον φίλο τους τον ξυλοκόπο μαζί τους. Πέρασαν απο την ξύλινη καλύβα του αλλά δεν τον βρήκαν εκεί και συνέχισαν μόνοι τους για την πόλη. Εκεί έκαναν μια μεγάλη βόλτα και χάζεψαν τα μεγάλα κτίρια και τα όμορφα πάρκα. Κάποια στιγμή πέρασαν μπροστά απο τη βιτρίνα ενός μαγαζιού που πουλούσε ζώα. Εκεί είδαν ένα όμορφο σκυλάκι που ήθελαν πολύ να το πάρουν αλλά δεν είχαν χρήματα κι έτσι στεναχωρήθηκαν πολύ.

 Φεύγοντας από εκεί είδαν σ’ ένα στενό δρομάκι έναν μεγαλόσωμο άντρα να φωνάζει και να χτυπάει ένα μικρό σκυλάκι. Θύμωσαν πάρα πολύ και του φώναξαν να σταματήσει.

Αυτός όχι μόνο δεν σταμάτησε αλλά γύρισε προς το μέρος τους και τους κοίταξε με τα άγρια και γουρλωμένα του μάτια. Σήκωσε το χέρι του και τους έδειξε ένα μεγάλο και χοντρό ξύλο που κρατούσε στα χέρια του και με μια άγρια και τρομακτική φωνή τους είπε ότι αν δε φύγουν θα ήταν αυτοί οι επόμενοι που θα χτυπούσε. Όλη η οικογένεια έμεινε μαρμαρωμένη και δεν μπορούσε κανείς τους ούτε να μιλήσει ούτε να κουνηθεί. Τα πόδια τους έτρεμαν και από το μέτωπό τους έτρεχε ιδρώτας καθώς έβλεπαν τον αγριάνθρωπο να τους φωνάζει. Για καλή τους τύχη, εκείνη τη στιγμή εμφανίστηκε ο ξυλοκόπος, που ήταν πιο ψηλός και πιο δυνατός από τον κακό άντρα, και τους έσωσε. Ο αγριάνθρωπος έφυγε τρέχοντας και όλη η οικογένεια αγκάλιασε και ευχαρίστησε τον καλό ξυλοκόπο.

 Ήρεμοι και ανακουφισμένοι πια αποφάσισαν να πάνε στο σπίτι τους στο δάσος, αλλά όχι μόνοι τους μα με τον φίλο τους, το σκυλάκι, που το μάζεψαν από το στενό δρομάκι. Το σκυλάκι το ονόμασαν Σπούγκι , το κράτησαν και το βοήθησαν να γίνει καλά. Ήταν ευχαριστημένοι που είχαν ένα σκυλάκι στο σπίτι τους.

Κουφοπούλου Ελευθερία, Ε2, 2013-2014

Μια ιστορία σ’ ένα δάσος

0

Συγγραφέας: Παντελής Τσολάκος | Κατηγορία ΣΚΕΦΤΟΜΑΙ ΚΑΙ ΓΡΑΦΩ | , στις 19-12-2013

            Θα σας διηγηθώ μία ιστορία για έναν πλούσιο, που ήθελε να καταστρέψει το δάσος, αλλά τον εμπόδισαν τα ζώα.
            Μια μέρα, σ’ ένα δάσος με παραμυθένια βλάστηση, πήγε ένας πλούσιος κινέζος γαιοκτήμονας, για να φτιάξει ένα ξενοδοχείο .
            Ο κινέζος ανέθεσε αυτή τη δουλειά στον πιο πιστό του υπάλληλο . Γι’ αυτό του έδωσε ένα σπίτι στο δάσος, για να είναι κοντά στην οικοδομή και να λέει στους εργάτες τι να κάνουν . Μια μέρα, κάνοντας ο υπάλληλος μία βόλτα με το αμάξι του, συνάντησε ένα ρακούν που είχε θυμώσει πάρα πολύ, γιατί είχε δει τις εργασίες για το ξενοδοχείο και είχε αποφασίσει να τις σταματήσει, με τη βοήθεια και των άλλων ζώων του δάσους . Όταν το πλησίασε το αμάξι λοιπόν, έκανε ένα σινιάλο κι έριξαν έναν ογκόλιθο. Αυτός, έπεσε πάνω στο αμάξι και παραλίγο να πέσει στον γκρεμό. Μετά από αυτό το περιστατικό, τα ζώα, με αρχηγό το ρακούν, συνέχισαν να του κάνουν διάφορα κόλπα για να τον τρελάνουν. Του βρώμισαν το αμάξι, του πέταξαν τα ρούχα στα σκουπίδια και κάθε βράδυ, ένα κοράκι πήγαινε δίπλα στο παράθυρό του και δεν τον άφηνε να κοιμηθεί .
            Ένα βράδυ, ξετρελάθηκε από τη χαρά του, γιατί νόμιζε πως μια από τις παγίδες του έπιασε το ρακούν. Βγήκε έξω για να το δει και αφού πλησίασε, είδε πως ήταν ένα λούτρινο αρκουδάκι. Κοιτάζοντας γύρω του, είδε μέσα στους θάμνους δύο λαμπερά μάτια να τον κοιτάζουν και όρμησε, νομίζοντας ότι είναι εκείνο. Τελικά, ήταν μία αρκούδα και μόλις την είδε τρόμαξε τόσο πολύ, που μπήκε μέσα σε μία υπαίθρια τουαλέτα .
            Τότε, η αρκούδα την ανέβασε πάνω σ’ ένα δέντρο και ο υπάλληλος από την τρομάρα του δεν τόλμησε να βγει όλο το βράδυ. Τελικά, τον βρήκαν οι εργάτες το επόμενο πρωί και τον κατέβασαν .
            Μόλις συνήλθε από το σοκ, κοιτάζοντας γύρω του, είδε πάλι το ρακούν. Τότε εξαγριωμένος, πήρε το όπλο του με τα υπνωτικά βελάκια κι ετοιμάστηκε να του ρίξει. Βλέποντας όμως να τον κοιτάζει με τα ματάκια του, του το λυπήθηκε και το μετάνιωσε. Το ρακούν όμως το εκμεταλλεύτηκε και του επιτέθηκε .
            Στο μεταξύ, είχε εμφανιστεί κι ένας δασοφύλακας, που είχε δει όλη τη σκηνή κι έριξε τελικά εκείνος τα υπνωτικά βελάκια . Έτσι, το πονηρό ρακούν και οι φίλοι του βρέθηκαν  φυλακισμένα στο κλουβί και απογοητευμένα που δεν κατάφεραν να σταματήσουν τις εργασίες .
            Ο υπάλληλος, από τη μέρα που έπιασαν τα ζώα, κοιμόταν ήσυχα και χοροπηδούσε από τη χαρά του .
            Κάποια μέρα, βλέποντας τα παιδιά του ρακούν κατάλαβε το κακό που πήγαιναν να κάνουν στο δάσος και αποφάσισε ν’ αφήσει τα ζώα ελεύθερα . Μετά κάλεσε την αστυνομία, μίλησε για τις παρανομίες του γαιοκτήμονα και τον συνέλαβαν.
            Έτσι, ο υπάλληλος, το ρακούν και τα υπόλοιπα ζώα συμφιλιώθηκαν κι έζησαν όλοι μαζί ευτυχισμένοι, αφού μπορούσαν πια να χαρούν τ’ αγαθά του δάσους.

Σταματάκης Γιάννης, Ε2, 2013-2014

Αλλαγή μεγέθους γραμματοσειράς
Αντίθεση