Περιστέρα

Δημιουργική ανάγνωση και γραφή

Θανάσης Αγάθος

Δεκ 20176

Θανάσης Αγάθος

 

 

Τόσο το μυθιστόρημα Βίος και πολιτεία του Αλέξη Ζορμπά (1946) όσο και η ταινία Zorba the Greek / Αλέξης Ζορμπάς (1964) αποτελούν ορόσημα για τον νεοελληνικό πολιτισμό. Με αφετηρία την άποψη του Jauss ότι η ποιότητα και η αξία ενός λογοτεχνικού έργου (και, ευρύτερα, ενός έργου τέχνης) «δεν είναι δυνατόν να προκύψουν ούτε μόνον από τις βιογραφικές και ιστορικές συνθήκες της γένεσής του ούτε από τη θέση που κατέχει στην ανέλιξη ενός γένους, αλλά βάσει πολύ πιο σύνθετων κριτηρίων, όπως είναι η επίδραση, η πρόσληψη και η υστεροφημία του»[1], θα επιχειρηθεί μία παράλληλη ανάγνωση των δύο έργων, στηριγμένη στην ιστορία της πρόσληψής τους.

Το μυθιστόρημα γράφεται την περίοδο της Κατοχής και εκδίδεται στην Ελλάδα τον Δεκέμβριο του 1946 από τον «Αρχαίο Εκδοτικό Οίκο Δημ. Δημητράκου Α.Ε.», κλείνοντας μια δραστήρια χρονιά για τον Καζαντζάκη (παραίτηση από την κυβέρνηση Σοφούλη, παρουσίαση του Καποδίστρια από το Εθνικό Θέατρο, υποψηφιότητα για Νόμπελ Λογοτεχνίας, εγκατάσταση στο Παρίσι).Κοινός τόπος στις κριτικές ελληνικών εφημερίδων και λογοτεχνικών περιοδικών την περίοδο του Εμφυλίου είναι οι ενθουσιώδεις αναλύσεις του χαρακτήρα του Ζορμπά, που αντιμετωπίζεται από τον Βάρναλη[2] και τον Χάρη[3] στο πλαίσιο της διαλεκτικής αντιπαράθεσής του με τον χαρακτήρα του συγγραφέα, θεωρείται από τον Βαρίκα πρότυπο ζωής[4], ενσαρκώνει, κατά τον Γιαλουράκη, τον διονυσιακό άνθρωπο, που αμφισβητεί πατρίδα, θρησκεία και ηθική[5] και εκλαμβάνεται από τον Χατζίνη ως ο άνθρωπος της δράσης που θα επιθυμούσε να είναι ο Καζαντζάκης[6].Επαινούνται, επίσης, η γλώσσα[7], το προσωπικό ύφος[8], ο ιδιαίτερος ρυθμός[9], η διαγραφή των χαρακτήρων[10], οι συναρπαστικές περιγραφές[11] και επιχειρείται συσχετισμός με τον Φάουστ του Goethe[12].Παρά τις επιμέρους ενστάσεις (η μορφή του συγγραφέα κρίνεται προβληματική και αδύναμη[13], οι κριτικοί της Αριστεράς ελέγχουν τον πεσσιμιστικό μηδενισμό[14] και την απουσία αναφορών στην Κατοχή[15], αμφισβητείται η μυθιστορηματική φόρμα του έργου[16]), ο Ζορμπάς χαρακτηρίζεται από τον Βαρίκα «το καλύτερο μυθιστόρημα από όσα εμφανίσθηκαν μετά τον πόλεμο»[17] και από τον Βάρναλη έργο αξιόλογο, που ξεχωρίζει από τη «βιβλιοπλημμύρα της μετριότητας»[18] της περιόδου.Παραφωνία αποτελεί η εμπαθέστατη κριτική του Μπαστιά, που επικρίνει τον Καζαντζάκη, επειδή παρουσιάζει αυτή την «ασυνάρτητη κοπρολογία» ως Τέχνη και «τη χυδαιότητα ενός τζουτζέ κυνικού ως κανόνα ζωής»[19].

 

 

 

Η πρώτη γαλλική έκδοση του μυθιστορήματος γίνεται το 1947. Στις υμνητικές κριτικές της εποχής τονίζεται ο ρόλος της φιλίας και του χορού στην πορεία προς τη λύτρωση από την υπαρξιακή αγωνία[20] και επιχειρούνται διακειμενικοί συσχετισμοί με το Ταξίδι του Céline[21] και τον Κολοσσό του Μαρουσιού του Miller[22]. Το 1954, με την ευκαιρία της βράβευσης του έργου ως «καλύτερου ξένου βιβλίου», ο Brion εντοπίζει ομοιότητες του Ζορμπά με τους χαρακτήρες του Hamsun και του Rabelais, θεωρώντας τον άξιο να εισέλθει στη χορεία των «λογοτεχνικών τύπων»[23].Το μυθιστόρημα κυκλοφορεί και στη Σουηδία το 1949, σε μετάφραση Börje Knös. Οι υποθέσεις διακειμενικής συσχέτισης διατυπώνονται και εδώ γενναιόδωρα, με παράλληλη έμφαση στην ελληνικότητα και τον ενστικτώδη πρωτογονισμό του ήρωα: η σχέση των δύο ανδρών θυμίζει Δον Κιχώτη και Σάντσο Πάντσα, ενώ ο «Μακεδόνας αλήτης» κατατάσσεται στην τυπολογία του Σεβάχ του Θαλασσινού και παραπέμπει σε ήρωες του Istrati και του Giono, παραμένοντας «ακέραια ελληνικός τύπος»[24].Το έργο, υπό τον τίτλο Zorba the >Greek, κυκλοφορεί μεταφρασμένο από τον Carl Wildman το 1952 στην Αγγλία, όπου οιTimes το χαρακτηρίζουν «μυθιστόρημα ενός ποιητή», αποκαλώντας τον Ζορμπά έναν σπουδαίο χαρακτήρα της σύγχρονης πεζογραφίας[25], ενώ ο Painter απορεί πώς ένα μυθιστόρημα τόσο ηθελημένα στερημένο πλοκής δίνει μια τόσο συναρπαστική αίσθηση κίνησης προς τα εμπρός[26].Όταν η παραπάνω μετάφραση κυκλοφορεί το 1953 στις ΗΠΑ, οι διθύραμβοι ξεπερνούν κάθε προηγούμενο. Όλοι οι κριτικοί επιδίδονται σε εκτενή ψυχογραφήματα του Ζορμπά: ο Fuller τον θεωρεί περισσότερο δαιμονικό παρά κωμικό[27], ενώ το Time τον χαρακτηρίζει σύμβολο της Δύναμης της Ζωής, που κάνει πολλούς νεότερους λογοτεχνικούς ήρωες να φαίνονται «δυσπεπτικά φαντάσματα»[28]. Προβάλλεται η αισιόδοξη πλευρά του βιβλίου[29], επιχειρούνται παραλληλισμοί με την ομηρική Οδύσσεια[30], ενώ αρκετοί μιλούν για «αριστούργημα»[31].Από την τεράστια υστερότερη βιβλιογραφία αρκετοί εστιάζουν στον συμβολισμό του Ζορμπά: για τον Βρεττάκο είναι «τύπος ανθρώπου που αντιπροσωπεύει ένα πνεύμα ζωής»[32], για τον Merlier είναι η επιτομή του ελληνικού λαού[33], για τον Σαχίνη εκφράζει την αντισυμβατική πτυχή του Καζαντζάκη[34], για την Πολίτη αποτελεί τον φίλο-ανταγωνιστή, την απωθημένη, αυθεντική ταυτότητα του αλλοτριωμένου αφηγητή[35]. Ο Θεοτοκάς εντάσσει τον χαρακτήρα σε μια ομάδα ηρώων της νεοελληνικής πεζογραφίας (μαζί με τη Φραγκογιαννού, τον Πατούχα, τον Τουρκόγιαννο), οι οποίοι «ζουν έξω από τα βιβλία»[36].Παράλληλα μελετάται η φιλοσοφική βάση του μυθιστορήματος. Για τον Mirambel ο Ζορμπάς απαντά στον Νιτσεϊσμό[37], ενώ για τον Izzet είναι φόρος τιμής στον Bergson[38]. Ο Κορδάτος κατακρίνει το νιχιλιστικό στοιχείο[39]. Ο Πρεβελάκης εντοπίζει επιδράσεις από τον πραγματισμό του William James[40]. Ο Bien βλέπει το μυθιστόρημα ως παράδειγμα της συγχώνευσης ανόμοιων δυνάμεων, τις οποίες ο Nietzsche και ο Καζαντζάκης «βλέπουν σαν τόσο μοναδικά κι αιώνια ελληνικές»[41].Πολλοί μελετητές προσανατολίζονται στην αντίθεση Ζορμπά-συγγραφέα. Ο Χουρμούζιος επαινεί τη μορφή διαλεκτικού λόγου με την οποία αντιπαρατίθενται οι βιοθεωρίες των δύο προσώπων[42]. Ο Φιλιππίδης, στο πλαίσιο της διπολικής αντίθεσης των δύο χαρακτήρων, υπογραμμίζει ότι η λαϊκή θυμοσοφία των μικροαφηγήσεων του Ζορμπά διαφοροποιείται από το λόγιο ύφος των σκέψεων του αφηγητή[43].Άλλοι ερμηνεύουν το έργο στο πλέγμα των ιστορικών συμφραζομένων της εποχής του. Ο Kerényi τονίζει την αμφισβήτηση της εθνικής ελευθερίας από τον Ζορμπά[44]. Κατά τον Szabó, η σύνθεση μιας τέτοιας εμβληματικής λαϊκής φιγούρας ήταν σημαντικότερη καλλιτεχνική πράξη από τη σύνθεση ενός μυθιστορήματος άμεσα σχετιζόμενου με την Εθνική Αντίσταση[45]. Την άποψη αυτή προεκτείνει ο Bien, διαβάζοντας το έργο ως αλληγορία για την αισιοδοξία και την αντοχή του Έλληνα στην περίοδο της Κατοχής[46], ενώ η Καστρινάκη θεωρεί το μυθιστόρημα «ακραιφνώς διεθνιστικό»[47].Για τον Beaton, η προσωπική αναζήτηση της παράδοσης που επιχειρεί ο Καζαντζάκης στον Ζορμπά (με την ακροβασία της μορφής μεταξύ συναξαρίου και σύγχρονου πλατωνικού διαλόγου), πλησιάζει τη σύνθεση του παρελθόντος που είχε επιχειρήσει ο Παλαμάς στην αρχή του εικοστού αιώνα[48].

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

http://www.eens-congress.eu/?main__page=1&main__lang=de&eensCongress_cmd=showPaper&eensCongress_id=383

από κάτω από: Χωρίς κατηγορία| | Δεν επιτρέπεται σχολιασμός στο Θανάσης Αγάθος    

Τα σχόλια είναι κλειστά.


Αλλαγή μεγέθους γραμματοσειράς
Αντίθεση
Μετάβαση σε γραμμή εργαλείων